ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 2 ΑΑΔ 281

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Ποινικές Εφέσεις  Αρ. 26/2013 και 28/2013)

 

29  Μαρτίου 2013  

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π/ρος, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 26/2013)

 

ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΣΠΑΝΟΥ,

Εφεσείων

- ν. -

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης

-----------------------------------

(Ποινική Έφεση Αρ. 28/2013)

 

ΑΝΤΡΕΑΣ ΟΝΟΥΦΡΙΟΥ,

Εφεσείων

- ν. -

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητης

-----------------------------------

 

Οι εφεσείοντες παρουσιάζονται προσωπικά.

Ν. Κέκκος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας A´, για την Εφεσίβλητη.

 

-------------------------------------

 

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του

Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Ναθαναήλ.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:        Οι δύο εφεσείοντες προσβάλλουν την απόφαση του Μονίμου Κακουργιοδικείου Λευκωσίας, ημερ.1.2.2013, με την οποία διατάχθηκε η περαιτέρω κράτηση τους μέχρι τη δίκη τους, που ορίσθηκε την εβδομάδα μεταξύ 27.5.2013 και 30.5.2013.

 

         Το ιστορικό της έφεσης έχει ως εξής.  Ο εφεσείων στην Ποιν. Έφ. αρ. 28/2013, Ανδρέας Ονουφρίου, κατηγορείται ότι κατά το έτος 2011 με έτερο πρόσωπο, το οποίο είναι κατηγορούμενος 3 ενώπιον του Κακουργιοδικείου και ελεύθερος υπό  όρους, συνωμότησε στο να διαπραχθεί κακούργημα, ήτοι, να κατέχουν αμφότεροι πιστόλι και εκρηκτικές ύλες που περιγράφονται στις επόμενες δύο κατηγορίες και που συγκεκριμενοποιούνται στην κατοχή πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β2 χωρίς άδεια, δηλαδή, ένα πιστόλι τύπου Γκλόκ και 25 σφαίρες του πιστολιού αυτού.  Ταυτόχρονα, οι δύο εφεσείοντες, μαζί με τον κατηγορούμενο 3, αντιμετωπίζουν επίσης κατηγορίες συνωμοσίας για φόνο ότι μεταξύ Ιουλίου και 28 Οκτωβρίου του 2012, συνωμότησαν μεταξύ τους για να φονεύσουν τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, ενώ συνωμότησαν επίσης μεταξύ τους στο να κατέχουν ένα πλήρη εργοστασιακό αντιαρματικό HAR-66 το οποίο είναι Τουρκική εκδοχή του Αμερικανικού LAW, καθώς και μια εκρηκτική κεφαλή Μ18PIDB περιέχουσα 340 γραμμάρια OCTOL, που είναι εκρηκτική ύλη υψηλής ισχύος, ένα πυροσωλήνα και ένα κινητήρα-προωθητικό Μ54, που είναι εκρηκτική ύλη χαμηλής ισχύος.

 

 Οι εφεσείοντες, με τον κατηγορούμενο 3, παραπέμφθηκαν στις 12.11.2012 από Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας σε δίκη ενώπιον του Κακουργιοδικείου που ορίστηκε για τις 9.1.2013, που ήταν η επόμενη συνεδρία του Κακουργιοδικείου.  Ταυτόχρονα, διετάχθη η κράτηση τους μέχρι την ημέρα εκείνη.  Ο εφεσείων Ανδρέας Ονουφρίου εφεσίβαλε εκείνη τη διαταγή κράτησης, αλλά η έφεση απερρίφθη στην  Ανδρέας Ονουφρίου ν. Αστυνομίας, Ποιν. Έφ. αρ. 234/2012, ημερ. 18.12.2012.

 

Στις 9.1.2013 τέθηκε ζήτημα για νομική αρωγή από τους κατηγορούμενους 2 και 3, δηλαδή τον εφεσείοντα στην υπ΄ αρ. Ποιν. Έφ. 26/2013, Γιαννάκη Γεωργίου και τον κατηγορούμενο 3, με αποτέλεσμα να δρομολογηθούν οι σχετικές διαδικασίες, το δε Κακουργιοδικείο όρισε την υπόθεση για απάντηση στις κατηγορίες  και περαιτέρω οδηγίες την 1.2.2013. Διετάχθη στο μεταξύ από το Κακουργιοδικείο, στη βάση σχετικής εισήγησης της  Κατηγορούσας Αρχής, η κράτηση των εφεσειόντων.  Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν αυτή τη διαταγή, αλλά η έφεση τους απερρίφθη με τις αποφάσεις Γιαννάκης Γ. Σπανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. Αρ. 10/2013 και 11/2013, ημερ. 22.1.2013. 

         Την 1.2.2013, οι εφεσείοντες, καθώς και ο κατηγορούμενος 3, κατηγορήθηκαν στις κατηγορίες που τους βάρυναν και δεν παραδέχθηκαν. Προηγήθηκε έγκριση του αιτήματος νομικής αρωγής του Γιαννάκη Γεωργίου Σπανού, εφεσείοντα στην παρούσα Ποιν. Έφ. αρ. 26/2013, και η απόρριψη του παράλληλου αιτήματος νομικής αρωγής του κατηγορούμενου 3.  Ζητήθηκε από την Κατηγορούσα Αρχή όπως οι κατηγορούμενοι 1 και 2 ενώπιον του Κακουργιοδικείου, παρόντες εφεσείοντες, παραμείνουν υπό κράτηση μέχρι τις 27.5.2013, όταν θα άρχιζε η δίκη τους, ενώ για τον κατηγορούμενο 3, ζητήθηκε να παραμείνει ελεύθερος με τους ίδιους όρους.

 

         Η περαιτέρω κράτηση ζητήθηκε για τον ίδιο λόγο που η Κατηγορούσα Αρχή είχε επικαλεστεί και την προηγούμενη φορά, βασιζόμενη στην πιθανότητα διάπραξης αδικημάτων παρομοίας φύσεως, με την προσθήκη ότι δεν είχε διαφοροποιηθεί η κατάσταση στο μεταξύ και άρα δικαιολογείτο η περαιτέρω κράτηση υπό το φως του σκεπτικού του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις Ποιν. Εφ. Αρ. 10/2013 και 11/2013.  Ως προς το χρόνο, η Κατηγορούσα Αρχή εισηγήθηκε ότι με νομολογία που θεωρεί ότι μέχρι και 12 μήνες κράτηση δεν παραβιάζονται τα οποιαδήποτε δικαιώματα των κατηγορουμένων, η κράτηση δικαιολογείτο εφόσον και το Κακουργιοδικείο δεν είχε ευχέρεια για συντομότερη εκδίκαση.

 

Οι εφεσείοντες έφεραν και πάλι ένσταση, αλλά το Κακουργιοδικείο μετά από σύντομο διάλειμμα διέταξε την κράτηση τους κρίνοντας ότι οι 6½ μήνες που μεσολαβούν μεταξύ τις 12.11.2012 μέχρι και τις 27.5.2013, δεν είναι υπό το φως της νομολογίας υπερβολικός χρόνος, ενώ όσα είχαν αναφερθεί κατά την ένσταση του εφεσείοντος Ανδρέα Ονουφρίου δεν απασχόλησαν το Κακουργιοδικείο, εφόσον είχαν εξεταστεί στην απόφαση του ημερ. 11.1.2013, η οποία απόφαση επικυρώθηκε στις προαναφερθείσες Ποιν. Εφ. Αρ. 10/2013 και 11/2013

 

Εξετάστηκε από το Κακουργιοδικείο και ζήτημα κατ΄ ισχυρισμόν προκατάληψης του Προέδρου του λόγω δηλώσεων συμπαράστασης από τον Πρόεδρο της Ένωσης Δικαστών προς το πρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα, ενόψει του ότι τόσο ο Πρόεδρος του Κακουργιοδικείου, όσο και ο Πρόεδρος της Ένωσης Δικαστών ήσαν μέλη προηγούμενου Κακουργιοδικείου που καταδίκασε τον εφεσείοντα Ονουφρίου, (σχετική είναι η Ονουφρίου ν. Δημοκρατίας (2000) 2 Α.Α.Δ. 560).  Το ζήτημα της εξαίρεσης αφέθηκε να εξεταστεί κατά την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας.  Ουσιαστικά το μόνο ζήτημα που απασχόλησε το Κακουργιοδικείο ήταν ο χρόνος κράτησης. 

 

         Κατά την εδώ ακροαματική διαδικασία αγόρευσε προσωπικά ο εφεσείων Ανδρέας Ονουφρίου, ενώ ο εφεσείων Γιαννάκης Γεωργίου Σπανού υιοθέτησε την αγόρευση με μόνη διαφοροποίηση τις δικές του προσωπικές συνθήκες.  Έγινε ιδιαίτερη αναφορά στο ότι η όλη υπόθεση, κατά την άποψη του εφεσείοντος Ονουφρίου, βασίζεται στην κατάθεση του Αντώνη Προκοπίου Κίτα, ο οποίος είναι άτομο που είναι καταδικασμένο σε ισόβια και αναξιόπιστο και δεν είναι δυνατό με βάση μόνο αυτή την κατάθεση να παραμένει ο ίδιος και ο συγκατηγορούμενος του υπό κράτηση, ιδιαιτέρως ενόψει του ότι ουδεμία άλλη κατάθεση από τους υπόλοιπους προτεινόμενους μάρτυρες, τους εμπλέκει με οποιονδήποτε τρόπο.

 

 Η υπόθεση εναντίον τους, κατά την εισήγηση, είναι κατασκευασμένη χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε μαρτυρία για κατοχή πυροβόλου όπλου, ενώ είχε προηγηθεί τηλεφώνημα από τις φυλακές από τον Κίτα στον Γενικό Εισαγγελέα.  Κάλεσε το Εφετείο να συνυπολογίσει και το δεδομένο ότι βρίσκεται υπό κράτηση από τις 13.11.2012 στη βάση μιας κατάθεσης ενός αμφιβόλου υπολήψεως ατόμου,  του οποίου η κατάθεση είναι εν πάση περιπτώσει μεταγενέστερη της σύλληψης του.  Έγινε επίσης αναφορά και στην ανισότητα που παρατηρείται εφόσον άλλη υπόθεση  αφορούσα σε ναρκωτικές ουσίες για την οποία συνελήφθηκαν τέσσερα άτομα στις 19.12.2012 και με πρώτη εμφάνιση ενώπιον του Κακουργιοδικείου Λευκωσίας στην υπ΄ αρ. 36943/12 να έγινε στις 28.1.2013, ορίστηκε για ακρόαση στις 11-14.3.2013, πολύ ενωρίτερα δηλαδή από τη δική τους υπόθεση.  Έγινε επίσης αναφορά από τον Ονουφρίου ότι είναι 62 ετών, νυμφευμένος με αλλοδαπή, δύο παιδιά ένα 17 ετών και ένα 2½ ετών, ενώ λόγω της οικονομικής κρίσης η οικογένεια του, που περιλαμβάνει και την 79χρονη μητέρα του, έχει ανάγκη προστασίας, εφόσον δεν υπάρχουν χρήματα για τις στοιχειώδεις ανάγκες της ζωής. 

 

         Έγινε επίσης αναφορά στην κατ΄ ισχυρισμόν προκατάληψη  του Προέδρου του Κακουργιοδικείου Μ. Χριστοδούλου, ο οποίος μαζί με τον Α. Λιάτσο, Π.Ε.Δ., είχαν εκδικάσει το 1997 υπόθεση απόπειρας φόνου για την οποία αδίκως καταδικάστηκε σε 18 έτη φυλάκιση.  Η θέση αυτή απεσύρθη κατά τη διάρκεια της έφεσης υπό το φως της παρατήρησης ότι θέματα προκατάληψης και εξαίρεσης θα πρέπει να τεθούν ενώπιον του εκδικάζοντος την υπόθεση Κακουργιοδικείου.

 

         Ο εφεσείων Γιαννάκης Γεωργίου Σπανός αναφερόμενος στις δικές του προσωπικές συνθήκες είπε ότι διαμένει με τη μητέρα του στο χωριό Σινά Όρος, έχει τραπεζικό δάνειο που πρέπει να αποπληρώσει, ήταν αρραβωνιασμένος και τώρα ενόψει της κράτησης του δεν έχει οποιουσδήποτε πόρους, για να αποπληρώνει τις υποχρεώσεις του.

 

         Ο κ. Κέκκος εκ μέρους της εφεσίβλητης Δημοκρατίας αρκέστηκε στην εισήγηση ότι η απόφαση του Κακουργιοδικείου για την περαιτέρω κράτηση των εφεσειόντων είναι ορθή και το μόνο που τίθεται υπό κρίση είναι ο χρόνος κράτησης διότι όλα τα υπόλοιπα αποφασίστηκαν στις Ποιν. Εφ. Αρ. 10/2013 και 11/2013.  Παραπέμποντας τέλος στην απόφαση Αναστάσιος Κρασοπούλης κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. Αρ. 119/2012, 122/2012, 123/2012 και 124/2012, ημερ. 9.7.2012, εισηγήθηκε ότι ο χρόνος μέχρι την εκδίκαση της υπόθεση των εφεσειόντων είναι δικαιολογημένος και δεν παραβιάζει τη σχετική νομολογία.

 

         Έχει πλειστάκις νομολογηθεί ότι το Δικαστήριο αποφασίζοντας ζήτημα κράτησης υπόπτου προσώπου μέχρι τη δίκη του οφείλει να έχει αφετηρία τη βασική αρχή ότι ο υπόδικος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος εφόσον όπου τίθενται όροι που συμβάλλουν στην προσέλευση του κατά τη δίκη, αυτός συμμορφώνεται, (Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 109).  Κράτηση ατόμου που δεν δικαιολογείται από τους παράγοντες που έχουν καθορισθεί από τη νομολογία αντιβαίνει το τεκμήριο της αθωότητας, το οποίο άλλωστε είναι άρρηκτα συνυφασμένο με την έννοια της δίκαιης δίκης, που, όπως λέχθηκε και στη Νικολάου ν. Αστυνομίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 790, αποτελούν δύο καλά θεμελιωμένες αρχές στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας, αλλά και στις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

         Το Δικαστήριο κάθε φορά που καλείται να αποφασίσει κράτηση ατόμου ασκεί βέβαια διακριτική ευχέρεια στη βάση του άρθρου 157(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, τέτοια δε ευχέρεια πρέπει να αποφασίζεται σε συνάρτηση με τα νομολογιακά κριτήρια και τα ιδιαίτερα περιστατικά της κάθε υπόθεσης. 

         Ο κίνδυνος μη προσέλευσης στο Δικαστήριο κατά τη δικάσιμο, η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων και η πιθανότητα επηρεασμού μαρτύρων, αποτελούν τους τρεις άξονες πάνω στους οποίους το Δικαστήριο ενεργεί προς την απόλυση ή την κράτηση του ατόμου, αναλόγως.  Έκαστος των πιο πάνω λόγων μπορεί ανεξάρτητα από τον άλλο να επενεργήσει κατά τρόπο που να δικαιολογεί την κράτηση, (Χριστοδούλου ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 538 και Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 130). Η νομολογία επίσης καθορίζει ότι όσον πιο σοβαρή είναι μια κατηγορία, ανάλογα μεγαλύτερο είναι και το κίνητρο κατηγορουμένου προσώπου να αποφύγει τη δίκη του, (Τσαπατσάρης ν. Αστυνομίας (2004) 2 Α.Α.Δ. 600). 

 

Ταυτόχρονα εξετάζονται και οι δεσμοί ενός κατηγορουμένου προσώπου με τη Δημοκρατία έχοντας κατά νου το αυτονόητο ότι ένας Κύπριος κατηγορούμενος ή υπόδικος έχει κατά κανόνα δεσμούς με τη χώρα του, δυνατούς ή χαλαρούς, ανάλογα με τις προσωπικές του συνθήκες.  Παρόλον που οι δεσμοί αυτοί δεν επενεργούν από μόνοι τους ως ασπίδα για το κατηγορούμενο πρόσωπο προς υπερφαλάγγιση της σοβαρότητας του αδικήματος στο οποίο εμπλέκεται, εν τούτοις εξετάζεται η ενδεχόμενη επίπτωση αυτών των δεσμών επί του κριτηρίου του κινδύνου μη προσέλευσης κατά τη δίκη του.

 

Εν τέλει είναι ο συνυπολογισμός όλων των σχετικών δεδομένων που πρέπει να τεθούν στην πλάστιγγα της κρίσης του Δικαστηρίου προς τη μια  ή την άλλη κατεύθυνση, (Θεοχάρους ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48 και Νικολάου ν. Αστυνομίας - πιο πάνω -).

 

         Παρατηρείται στα όλα δεδομένα της υπό κρίση έφεσης ότι στις υποθέσεις Γιαννάκη Γ. Σπανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. Αρ. 10/2013 και 11/2013, ημερ. 22.1.2013, σημειώθηκε από το εκεί Εφετείο ότι το Κακουργιοδικείο, αφού είχε συνεκτιμήσει τα αντικειμενικά δεδομένα της υπόθεσης, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν στοιχειοθετείτο κίνδυνος μη προσέλευσης των εφεσειόντων.  Επομένως ο παράγων αυτός, ο οποίος κατά τη νομολογία διασπάται σε επί μέρους εξεταζόμενα κριτήρια που συναρτώνται με τη σοβαρότητα του αδικήματος, την πιθανότητα καταδίκης και την ποινή που δυνατό να επιβληθεί, δεν αποτελεί πλέον λόγο κράτησης των εφεσειόντων.  Είναι γι΄ αυτό που η Κατηγορούσα Αρχή, όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, βασίστηκε αποκλειστικά στην εισήγηση ότι υπήρχε πιθανότης διάπραξης αδικημάτων παρομοίας φύσεως, όπως είχε γίνει επίκληση του ιδίου λόγου και στην προηγούμενη αίτηση για κράτηση. 

 

         Η πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων είναι γεγονός ότι δεν είναι ανάγκη να στηρίζεται σε συγκεκριμένη μαρτυρία και αρκεί να δημιουργείται η ισχυρή εντύπωση ότι υπάρχει αυτή η πιθανότητα στη βάση ολόκληρου του ενώπιον του Δικαστηρίου υλικού.  Η πιθανολόγηση αυτή αναφέρεται σε τάση για συγκεκριμένη συμπεριφορά του κατηγορουμένου αναγόμενου στο μέλλον με στοιχεία του ιστορικού του κατηγορουμένου στο παρελθόν, (Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας - πιο πάνω -).  Αναμφίβολα το ποινικό μητρώο ενός υπόπτου είναι ανάμεσα στις συντεταγμένες που λαμβάνονται υπόψη και αυτό ισχύει εδώ και για τους δύο εφεσείοντες εφόσον το Εφετείο στη Γιαννάκης Γ. Σπανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας - ανωτέρω - θεώρησε ορθή τη θέση του Κακουργιοδικείου ότι η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων πρόβαλλε ως λογικοφανής στη βάση της προηγούμενης εγκληματικής δράσης αμφοτέρων των εφεσειόντων.  Σημειώνεται εδώ ότι στο πλαίσιο της παρούσας διαδικασίας δεν παρουσιάστηκαν συγκεκριμένα οι προηγούμενες καταδίκες των εφεσειόντων, ούτε προκύπτουν από τον εφετειακό φάκελο, ούτε η κατηγορούσα αρχή προέβη σε σχετική αναφορά.

 

  Όπου λοιπόν υπάρχουν απτά στοιχεία που κατατείνουν στο ενδεχόμενο η διάπραξη άλλων αδικημάτων να είναι μια ορατή πιθανότητα, όπως για παράδειγμα, όταν νέα αδικήματα διαπράττονται κατά την περίοδο που ο κατηγορούμενος ήταν εκτός φυλακών για εργασία, (δέστε Μιχαήλ ν. Δημοκρατίας (2008) 2 Α.Α.Δ. 597), ή, όπου η διάπραξη νέων αδικημάτων λαμβάνει χώραν κατά την περίοδο που ο κατηγορούμενος βρίσκεται υπό καθεστώς αναστολής έκτισης ποινής φυλάκισης, τότε ο παράγων αυτός αποκτά αυξημένη ισχύ.  Εάν από την άλλη, οι προηγούμενες καταδίκες ανήκουν στο απώτερο παρελθόν και έκτοτε η συμπεριφορά ενός πρώην κατάδικου δείχνει στοιχεία ατόμου με διάθεση πλέον συμμόρφωσης με τους πολιτειακούς νόμους, ο παράγων της πιθανότητας διάπραξης νέων αδικημάτων αναμφίβολα λαμβάνει άλλη διάσταση. 

 

         Πέραν όμως των πιο πάνω, προσμετρά πάντοτε ο χρόνος που μεσολαβεί μέχρι τη δίκη ενός ατόμου.  Όπως λέχθηκε και στη Ψύλλας ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (2002) 2 Α.Α.Δ. 213, η ορθή απονομή της δικαιοσύνης και οι αρχές που την υποστυλώνουν «.. επιβάλλουν την επίσπευση και συμπλήρωση της ακρόασης το συντομότερο δυνατό.».  Στη Χριστούδιας ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 1, υπογραμμίστηκε εκ νέου ότι το χρονικό διάστημα της περιόδου κράτησης αποτελεί στοιχείο που δεν μπορεί να παραγνωρίζεται, αλλά αντίθετα πρέπει να σταθμίζεται έναντι του βαθμού της πρόβλεψης ύπαρξης των υπολοίπων παραγόντων, (Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας -πιο πάνω - και Λ. Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 596). 

 

         Η ανάγκη αιτιολόγησης του διατάγματος κράτησης ενυπάρχει σε αυξημένο βαθμό για κάθε νέα περίοδο κράτησης.  Αυτός ο χρόνος κράτησης που αποτελεί μετρήσιμο παράγοντα στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου πρέπει να αιτιολογείται σε συμμόρφωση με τη νομολογία των Κυπριακών Δικαστηρίων που, όπως λέχθηκε και στη Θεοχάρους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2002) 2 Α.Α.Δ. 48, είναι απόλυτα ταυτισμένη με εκείνη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καθώς επίσης και με την Αγγλική νομολογία.  Στη δε Ψύλλα ν. Δημοκρατίας (Αρ. 3) (2002) 2 Α.Α.Δ. 388, επιβεβαιώθηκε ότι:

 

 «η κράτηση υποδίκου παρατεινόμενης της ακρόασης της υπόθεσης εναντίον του, συνιστά εξ αντικειμένου νέο γεγονός το οποίο χρήζει αποτίμησης στο πλαίσιο της κρίσης του Δικαστηρίου για την περάτωση της κράτησης του υποδίκου ...  Η παράταση της κράτησης συναρτάται με νέα απόφαση του Δικαστηρίου.  Διαφορετικά το διάταγμα κράτησης θα απέληγε στην κράτηση του υποδίκου για ακαθόριστο χρονικό διάστημα.»

 

Στην πιο πάνω υπόθεση τονίσθηκε επίσης ότι το ενδεχόμενο επιμήκυνσης κράτησης για λόγους που δεν είναι συνυφασμένοι με την άνευ διακοπής διεξαγωγή της δίκης,

 

 «.. επενεργεί υπέρ της απόλυσης του με όρους που το Δικαστήριο ήθελε κρίνει πρόσφορους για την απονομή της δικαιοσύνης.».

 

Το ιστορικό της υπόθεσης, όπως έχει προεκτεθεί, δείχνει ότι το Κακουργιοδικείο θεώρησε ότι ο χρόνος  κράτησης των 6½ μηνών μέχρι τον ορισμό της υπόθεσης για ακρόαση δεν ήταν υπερμεγέθης,  έχοντας υπόψη νομολογία ότι  ακόμη και 10 και 18 μήνες έχουν κριθεί ως εύλογος χρόνος.  Η θεώρηση αυτή κρίνεται λανθασμένη διότι δεν είναι ορθή η εκ προοιμίου αποτίμηση του ευλόγου του χρόνου με γενικευμένη αναφορά στη νομολογία.  Το γεγονός ότι η νομολογία έχει επιτρέψει σε ορισμένες περιπτώσεις πολύμηνη κράτηση, (10 και 10½  μήνες αντίστοιχα στις Houssein v. Αστυνομίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 34 και Σωτηρίου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 Α.Α.Δ. 442),  μέχρι και πέραν των 18 μηνών σε ακραίες περιπτώσεις (Κρασοπούλης κ.ά. ν. Δημοκρατίας - πιο πάνω -), δεν σημαίνει ότι αυτό είναι το σύνηθες ή το εύλογο μέτρο.  Ούτε και πρέπει να σπρώχνεται προς τα πάνω η περίοδος κράτησης που είναι απολύτως αναγκαία για να εκδικαστεί μια συγκεκριμένη υπόθεση.  Το προεξάρχον πάντοτε κριτήριο είναι η διασφάλιση της παρουσίας του κατηγορούμενου στη δίκη του.  Όχι όμως σε βάρος, χωρίς νόμιμη υπαγωγή στα νομολογηθέντα κριτήρια, του θεμελιώδους και καίριου τεκμηρίου της αθωότητας.

 

Παρεμβάλλεται εδώ και η προηγούμενη θέση του Κακουργιοδικείου, όπως απαντάται από τα πρακτικά που τηρήθηκαν, το οποίο απευθυνόμενο προς τον εφεσείοντα Ονουφρίου όταν αυτός έφερε ένσταση για τον μακρύ χρόνο εκδίκασης της υπόθεσης, είπε τα εξής:

 

 «κ. Ονουφρίου 3½-4 μήνες δεν είναι μακρύς χρόνος κατά την άποψη μας και δυστυχώς, μακάρι να μπορούσαμε να τη δικάσουμε πιο νωρίς, έχουμε και άλλες υποθέσεις.  Το πρόγραμμα του Κακουργιοδικείου δεν αφήνει άλλα περιθώρια.».

 

Τέτοιου είδους δηλώσεις πριν την έκδοση της απόφασης επί του ζητούμενου της κράτησης είναι τουλάχιστον ατυχείς και θα πρέπει να αποφεύγονται.  Να προστεθεί ότι η θέση του εφεσείοντος ότι άλλη υπόθεση που αφορούσε σε ναρκωτικές ουσίες και η οποία καταχωρήθηκε αργότερα ορίστηκε από το Κακουργιοδικείο να εκδικαστεί ενωρίτερα παρέμεινε χωρίς σχολιασμό από την εφεσίβλητη Δημοκρατία.  Βεβαίως και δεν είναι πρόθεση του Εφετείου να επέμβει στο χρονοδιάγραμμα του Κακουργιοδικείου, αλλά σημειώνεται το δεδομένο αυτό χάριν μιας ισορροπημένης και ισοσκελισμένης αντιμετώπισης των υποθέσεων ενώπιον ενός Κακουργιοδικείου ώστε να μη δημιουργούνται αρνητικές εντυπώσεις.

 

Έχοντας υπόψη ότι προηγήθηκαν δύο προηγούμενες ενστάσεις ως προς την κράτηση των εφεσειόντων, η περαιτέρω κράτηση αυτών μέχρι τις 27.5.2013, θα έπρεπε να εξεταστεί και ιδωθεί αυτοτελώς στο σύνολο των δεδομένων που ήταν πλέον ενώπιον του Κακουργιοδικείου τα οποία, υπενθυμίζεται, δεν περιελάμβαναν στοιχειοθέτηση του κινδύνου μη προσέλευσης των εφεσειόντων στη δίκη τους.  Η επιμήκυνση του χρόνου κράτησης αποκτά τη δική της δυναμική.  Εναπόκειτο στο Κακουργιοδικείο να συνεκτιμήσει την όλη πορεία της υπόθεσης έχοντας υπόψη και την ανησυχία που καταγράφηκε από το Εφετείο  στη  Ψύλλας ν. Δημοκρατίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 801, σελ. 805, για τον εκεί χρόνο των 6 μηνών που διατάχθηκε η κράτηση μέχρι τη δίκη, για τον οποίο χρόνο δεν ευθυνόταν ο εφεσείων, «.. αλλά η πολιτεία στο σύνολο της, περιλαμβανομένου βεβαίως και του μεριδίου ευθύνης γι΄ αυτή την κατάσταση που έχουν τα Δικαστήρια μας.».

 

Να προστεθεί εδώ ότι εφόσον πρόκειτο για νέα διαταγή κράτησης, η επανεξέταση όλων των δεδομένων δεν θα ήταν άτοπη, το δε Εφετείο δύναται να επανεκτιμήσει, έστω και ακροθιγώς, όλα τα στοιχεία που περιλαμβάνουν και το μαρτυρικό υλικό. Η  εξέταση του μαρτυρικού υλικού πράγματι αποκαλύπτει ένα δεδομένο το οποίο δυνητικά επενεργεί υπέρ των εφεσειόντων που έχουν το τεκμήριο της αθωότητας υπέρ τους και αυτό είναι  ότι η μοναδική μαρτυρία που φαίνεται να τους εμπλέκει είναι αυτή του ισοβίτη Κίτα που δυνατόν να είχε δικούς του λόγους να εξυπηρετήσει.  Δεν υπάρχει άλλη μαρτυρία που να εμπλέκει αυτόνομα και ουσιωδώς τους εφεσείοντες και αυτό το στοιχείο δεν μπορεί να παραγνωριστεί.  Περαιτέρω, πρέπει να παρατηρηθεί ότι ο κατηγορούμενος 3 παραμένει ελεύθερος υπό όρους για τα ίδια αδικήματα που κατηγορούνται και οι εφεσείοντες χωρίς να καταγράφεται πουθενά ο λόγος στο σκεπτικό του Κακουργιοδικείου ή να έχει εξηγηθεί αυτή η διαφοροποίηση από την Κατηγορούσα Αρχή.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω, η έφεση επιτρέπεται.  Οι εφεσείοντες θα παραμείνουν ελεύθεροι μέχρι τη δίκη τους που ορίστηκε να αρχίσει στις 27.5.2013, με τους ακόλουθους όρους:

 

(1)           Να παραδώσουν τα διαβατήρια τους και κάθε άλλο έγγραφο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως ταξιδιωτικό στην Αστυνομία.

 

(2)           Έκαστος να υπογράψει εγγύηση ύψους €20.000.

 

(3)           Να τοποθετηθούν τα ονόματα τους στον κατάλογο των προσώπων των οποίων η αναχώρηση από τη Δημοκρατία απαγορεύεται.

 

(4)           Να παρουσιάζονται δύο φορές την ημέρα στον πλησιέστερο αστυνομικό σταθμό της περιοχής όπου έχουν τη  μόνιμη  διαμονή  τους μεταξύ των ωρών 8.00-10.00 π.μ. και 8.00-10.00 μ.μ.

 

 

 

                                                   Π.

 

 

                                                   Δ.

 

 

                                                   Δ.

 

 

 

/ΕΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο