ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D325
(2016) 1 ΑΑΔ 1651
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 64/2016)
30 Ιουνίου, 2016
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡΑ 30(2), 30(3) ΚΑΙ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (ΑΡ. 33/64) ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1, 2, 3, 4, 212 ΚΑΙ 213 ΤΟΥ ΚΕΦ. 113 ΚΑΙ ΚΑΝ. 80 ΤΟΥ ΠΙΝΑΚΑ Α ΤΗΣ Δ.35 Θ.18 ΚΑΙ ΤΗ Δ.33 Θ.1-18 ΤΩΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΚΑΝΟΝΙΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΕΤΑΙΡΙΚΗΣ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΤΙΣ ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΔΙΚΗΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΣΥΜΦΥΕΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΠΡΙΝΟΣ ΛΑΧΑΝΑΓΟΡΑ ΛΙΜΙΤΕΔ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΚΑΘΉΣ Η ΑΙΤΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΛΥΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 127/2015 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ΚΑΙ PROHIBITION ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΛΥΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 127/2015 Ε.Δ. ΛΑΡΝΑΚΟΣ
- - - - - -
Γ. Ζαχαρίου, για την Αιτήτρια.
- - - - - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση ζητείται άδεια για την καταχώρηση αίτησης με κλήση για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο, με σκοπό την αναστολή της διαδικασίας εκδίκασης της αίτησης διάλυσης με αριθμό 127/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας μέχρι εκδίκασης της έφεσης που καταχωρήθηκε στην ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε αίτηση για διαγραφή της αίτησης διάλυσης. Περαιτέρω, δεδομένης της πιο πάνω άδειας, ζητείται διάταγμα αναστολής της εκδίκασης της εν λόγω αίτησης διάλυσης και διάταγμα τύπου Prohibition, με το οποίο να απαγορεύει την εκδίκαση της ίδιας αίτησης από τη Δικαστή κα Ν. Ταλαρίδου-Κοντοπούλου, μέχρι εκδίκασης της παρούσας αίτησης και/ή μέχρι εκδίκασης της έφεσης.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης, η ευπαίδευτη συνήγορος της αιτήτριας περιόρισε την αίτησή της σε διάταγμα τύπου Prohibition.
Σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθηκαν με την έκθεση και την ένορκη δήλωση του κου Γεώργιου Λόρδου, ενός εκ των διευθυντών της αιτήτριας εταιρείας, καθώς και τα επισυνημμένα σε αυτήν τεκμήρια, προκύπτουν τα ακόλουθα γεγονότα. Η αιτήτρια είναι καθ΄ης η αίτηση στην αίτηση διάλυσης 127/2015 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας. Η αίτηση διάλυσης καταχωρήθηκε από την εταιρεία Agromasters Ltd, με οδηγίες που δόθηκαν από τρεις από τους έξι διοικητικούς συμβούλους της εταιρείας. Αποτελεί θέση της αιτήτριας ότι οι αποφάσεις της εν λόγω εταιρείας, σύμφωνα με το Ιδρυτικό και Καταστατικό Έγγραφο αυτής, και, όπως προκύπτει από τη συμφωνία μετόχων και τη σχετική νομοθεσία, έπρεπε να ληφθούν κατά πλειοψηφία. Παρά ταύτα, η αίτηση διάλυσης καταχωρήθηκε με οδηγίες που λήφθηκαν από τους τρεις διοικητικούς συμβούλους, χωρίς απόφαση της πλειοψηφίας του διοικητικού συμβουλίου και χωρίς καν να συγκληθεί διοικητικό συμβούλιο, γεγονός παραδεκτό από τους καθ΄ων η αίτηση. Τα ζητήματα αυτά αφορούν τη νομιμότητα της ύπαρξης της αίτησης διάλυσης εναντίον της αιτήτριας στην παρούσα διαδικασία, η οποία είναι θυγατρική εταιρεία της Agromasters Ltd και τέθηκαν στο πρωτόδικο Δικαστήριο στα πλαίσια αίτησης για διαγραφή της αίτησης διάλυσης.
Εναντίον της νομιμότητας της πρωτόδικης απόφασης επιχειρήθηκε η καταχώρηση αίτησης για έκδοση διατάγματος Certiorari, η οποία απορρίφθηκε και τελικά καταχωρήθηκε έφεση αφού, όπως υπέδειξε το Ανώτατο Δικαστήριο υπό τη μονομελή του σύνθεση, υπήρχε το ένδικο μέσο αμφισβήτησης μέσω έφεσης. Περί την 6.5.2016, πιστωτές της υπό διάλυση εταιρείας καταχώρησαν αίτηση, ζητώντας τη διαγραφή της, λόγω του παράνομου της αίτησης και της καταχώρησής της, η οποία, κατόπιν ακρόασης, επίσης έχει απορριφθεί.
Περαιτέρω, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 9 της ένορκης δήλωσης του κ. Λόρδου, «Περί την 15.6.2016 το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε παρά τη μετάθεση του σε άλλη επαρχία και παρά το ότι της αναφέρθηκε ότι η συνήγορος των αιτητών στην παρούσα καθ΄ων η αίτηση στην κυρίως Αίτηση διάλυσης, θα είναι μ ε άδεια από 12.7.2016 μέχρι 12.8.2016 και παρά το ότι ο συνήγορος των αιτητών στην κυρίως αίτηση δήλωσε ότι θα χρειαστεί 3-4 δικασίμους και η συνήγορος της καθ΄ης η αίτηση διάλυσης εταιρεία 10, χωρίς τους μάρτυρες του πιστωτή, και παρά το ότι υπήρχαν άλλες αιτήσεις και αγωγές πολύ παλαιότερες της παρούσας διαδικασίας σε εκκρεμότητα ενώπιον του εν λόγω Δικαστηρίου και παρά το ότι υπήρχαν άλλες συνεχιζόμενες ακροάσεις έναντι των οποίων το Δικαστήριο έδωσε προτεραιότητα στην παρούσα διαδικασία, και παρά το ότι το θέμα που τίθετο και με την έφεση ήταν ότι δεν υπάρχει νομότυπη αίτηση ενώπιον του Δικαστηρίου, ξεκίνησε την ακροαματική διαδικασία.»
Αποτελεί θέση της αιτήτριας ότι τυχόν εκδίκαση της αίτησης διάλυσης θα έχει τραγικότητες και μη αναστρέψιμες συνέπειες, αφού θα υπάρχει ενδεχόμενο μια εταιρεία, η οποία δεν έχει προβλήματα φερεγγυότητος, αλλά δεν καταβάλλει το αξιούμενο με την αίτηση ποσό, λόγω σοβαρής αμφισβήτησης, το ύψος του οποίου υπερβαίνει την καθ΄ ύλη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου ενώπιον του οποίου εκκρεμεί, να διαλυθεί. Περαιτέρω, αυτό θα συμβεί στα πλαίσια μίας παράνομης διαδικασίας, για την οποία το Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία εκδίκασης. Οι συνέπειες από τυχόν εκκαθάριση της εταιρείας, πάντοτε σύμφωνα με την αιτήτρια, η οποία ασχολείται με το φθαρτεμπόριο και διαθέτει φρουταρίες σε Λάρνακα και Λευκωσία, θα είναι τεράστιες, σε περίπτωση που αφεθεί να εκδικαστεί η αίτηση διάλυσης, ενώ εκκρεμεί έφεση αναφορικά με το θέμα της νομιμότητας και έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Η αιτήτρια ισχυρίζεται, περαιτέρω, ότι θα υποστεί κακοδικία, θα καταστρατηγηθούν τα συνταγματικά της δικαιώματα για δίκαιη δίκη και θα υποστεί καταστροφικές και μη αναστρέψιμες συνέπειες, στοιχεία που αποτελούν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες όχι απλά δικαιολογούν, αλλά και επιβάλλουν τη χορήγηση της αιτούμενης θεραπείας.
Κατ΄ αρχάς είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι η απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακος, ημερομηνίας 24.3.2016, για διαγραφή της αίτησης διάλυσης της αιτήτριας απορρίφθηκε, γιατί κρίθηκε ότι τα ζητήματα που εγείρονται δεν μπορούν να αποφασιστούν χωρίς να εξεταστεί η ουσία της υπόθεσης. Παρέμεινε, συνεπώς, σε εκκρεμότητα η ενδελεχής εξέταση των εγειρομένων ζητημάτων, χωρίς να έχει κριθεί τίποτε τελεσίδικα.
Κατά τη συζήτηση της παρούσας αίτησης τέθηκε στην κα Ζαχαρίου ότι, στα πλαίσια της Πολιτικής Αίτησης 42/2016, κρίθηκε το θέμα της τυχόν ύπαρξης έκδηλης παρανομίας και έλλειψης δικαιοδοσίας στο πρακτικό του Δικαστηρίου. Η ευπαίδευτη συνήγορος εισηγήθηκε ότι οι δύο διαδικασίες είναι διαφορετικές και πως με την αίτηση 42/2016 αυτό που ζητείτο ήταν η ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 24.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:D182, ενώ με την παρούσα ζητείται η έκδοση διατάγματος Prohibition, με το οποίο να απαγορεύεται η εκδίκαση της αίτησης διάλυσης μέχρι εκδίκασης της έφεσης. Τόνισε η ευπαίδευτη συνήγορος ότι δεν παρέχεται στην αιτήτρια το δικαίωμα να ζητήσει αναστολή της διαδικασίας εκκρεμούσης της έφεσης, με βάση τη Δ.48 θ.18, καθότι με την πρωτόδικη απόφαση απερρίφθη η αίτηση για διαγραφή της αίτησης διάλυσης. Στην απουσία θετικής ενέργειας, ανέφερε, με βάση τη νομολογία, δεν είναι δυνατό να επιτύχει αίτηση για αναστολή εκκρεμούσης της έφεσης. Παρέπεμψε η συνήγορος στο σύγγραμμα του Π. Αρτέμη, «Προνομιακά Εντάλματα», στις σελίδες 228-229, προς υποστήριξη της θέσης της ότι η διακριτική ευχέρεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου να απορρίψει αίτηση για την παροχή θεραπείας, βάσει του Άρθρου 155.4, εφόσον παρέχεται η δυνατότητα διαζευκτικής θεραπείας, δεν υφίσταται στην περίπτωση εντάλματος τύπου Prohibition. Η άσκηση έφεσης δεν αναιρεί την πρωτόδικη διαδικασία, ούτε η θεραπεία της αναστολής που προβλέπεται από τη Δ.48 θ.18 μπορεί να αποτελέσει υποκατάστατο εντάλματος «Prohibition».
Η απόφαση στην Πολιτική Αίτηση 42/2016, ημερομηνίας 30.3.2016, ECLI:CY:AD:2016:D182, η οποία επισυνάπτεται ως τεκμήριο, αποκαλύπτει ότι η αιτήτρια με την εν λόγω αίτηση ζητούσε πανομοιότυπες θεραπείες όπως η παρούσα, και δεν περιοριζόταν μόνο σε διάταγμα τύπου Certiorari. Βέβαια, κατά την εξέταση της εν λόγω αίτησης δεν είχε καταχωριστεί έφεση εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου και, επομένως, αυτό που ζητείτο ήταν η ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης και η αναστολή της διαδικασίας μέχρι εκδίκασης της κυρίως αίτησης. Στηριζόταν, όμως, στα ίδια γεγονότα προς υποστήριξη των θέσεων της περί παρανομίας και έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου. Παραθέτω απόσπασμα από την απόφαση της αδελφού Δικαστού Τ. Ψαρά - Μιλτιάδου:
«Έχοντας υπόψη τις θέσεις που προβάλλονται ως συνιστώσες της αναγκαιότητας για παραχώρηση των αιτουμένων θεραπειών, δεν έχω πεισθεί ότι η απόφαση έχει χαρακτηριστικά έκδηλης παρανομίας ή ότι εκδόθηκε χωρίς να υπάρχει δικαιοδοσία στην όψη του πρακτικού. Το θέμα που αφορά την εξουσιοδότηση των αιτητών στην αίτηση διάλυσης ή το θέμα του εκκαθαρισμένου ή μη της απαίτησης και άλλων συναφών θέσεων, έχουν αποτελέσει αντικείμενο κρίσεως του πρωτόδικου Δικαστηρίου με βάση την αιτιολογημένη του απόφαση. Ως προς δε το θέμα της προβαλλόμενης ως έλλειψης δικαιοδοσίας, παρατηρώ ότι δεν ετέθη με σαφήνεια τέτοιο ζήτημα ως μέρος της ενδιάμεσης αίτησης για διαγραφή ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Είναι μόνο παρεμπιπτόντως που τίθεται το θέμα στην ένορκη ομολογία που στηρίζει την αίτηση, μέσω στο ευρύτερο πλαίσιο της αμφισβήτησης του ζητούμενου ποσού.»
Στη συνέχεια, αφού εξέτασε το θέμα της δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου να εκδικάσει την αίτηση διάλυσης, στη βάση του άρθρου 22(3) του Ν.14/1960 και του άρθρου 209, του Κεφ. 113, ανέφερε τα ακόλουθα, στη σελίδα 12:
«Συνεπώς υπό αυτή την σκοπιά το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε, εκ πρώτης όψεως τουλάχιστο, δικαιοδοσία από το πιο πάνω άρθρο. Αφ΄ ης στιγμής οι αιτητές δεν έθεσαν το θέμα με σαφήνεια και στη νομική του βάση στην επίδικη αίτηση διαγραφής, δεν μπορούν να το θέτουν στην παρούσα διαδικασία.
Σίγουρα δε, δεν μπορούμε να μιλούμε για έκδηλη παρανομία, ως η εισήγηση των αιτητών στην παρούσα.»
Κατέληξε δε ως ακολούθως:
«Ακόμη όμως και αν είχα πειστεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος για τις θεραπείες που ζητούνται δεν έχω καμία αμφιβολία ότι υπάρχουν εναλλακτικές θεραπείες στην υπόθεση εφόσον πρώτον θα ακουστεί πρωτόδικα η ίδια η αίτηση διάλυσης όπου το Δικαστήριο θα αξιολογήσει και θα επαναξιολογήσει όλα τα δεδομένα που θα θέσουν οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων και οι παρόντες ισχυρισμοί και δεύτερον επί της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου μπορεί να καταχωρηθεί έφεση.»
Όπως εξηγείται στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη «Προνομιακά Εντάλματα» Κεφ. 5, το ένταλμα Prohibition είναι διαταγή που απευθύνεται σε κατώτερο Δικαστήριο, η οποία απαγορεύει στο Δικαστήριο να συνεχίσει διαδικασία με υπέρβαση δικαιοδοσίας ή με παράβαση των νόμων της χώρας. Όπου προκύπτει σαφώς από το πρακτικό η έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, το ένταλμα εκδίδεται δικαιωματικά. Σε αντίθετη περίπτωση, ασκείται διακριτική εξουσία. Δηλαδή, όπου η έλλειψη αρμοδιότητας ή άλλο ελάττωμα στη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου είναι ολοφάνερη από το φάκελο της διαδικασίας, τότε το Δικαστήριο πρέπει να εκδώσει διάταγμα Prohibition. Εάν, όμως, το ελάττωμα αυτό ή η έλλειψη αρμοδιότητας του Δικαστηρίου δεν είναι τόσο έκδηλη από το φάκελο της διαδικασίας, τότε το Δικαστήριο έχει διακριτική εξουσία να εκδώσει ή όχι το αιτούμενο διάταγμα (βλ. Αντρέας Τρύφωνος (1991) 1 ΑΑΔ 455).
Εδώ, κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο σε μονομελή σύνθεση στην Πολιτική Αίτηση 42/2016, στην βάση των ιδίων ουσιωδών γεγονότων, ότι δεν υπήρχε έκδηλη παρανομία ή έλλειψη δικαιοδοσίας στο πρακτικό ημερομηνίας 14.3.2016 που αφορά την ενδιάμεση απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Αυτό θεωρώ ότι δημιουργεί δεδικασμένο για το ζήτημα αυτό και η επανέγερση των ιδίων θεμάτων συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας (βλ. Level Tachexcavs Ltd (Aρ. 2) (1995) 1 ΑΑΔ 1105). Το γεγονός ότι οι διαπιστώσεις αυτές έγιναν στα πλαίσια αίτησης για Certiorari, όπου κρίνεται η νομιμότητα της απόφασης, δεν αλλοιώνει τα πράγματα. Ούτε, βέβαια, το πρακτικό της 16.6.2016 δεν προσθέτει ο,τιδήποτε που να δικαιολογεί διαφορετική προσέγγιση.
Το γεγονός ότι η αιτήτρια καταχώρησε τελικά άλλο ένδικο μέσο, αυτό της έφεσης κατά της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να μην παραμερίσει την αίτηση διάλυσης, δεν της δίδει το δικαίωμα να επανέλθει, ζητώντας προνομιακή θεραπεία, στη βάση ουσιαστικά των ίδιων γεγονότων. Η αιτήτρια μπορεί βέβαια στα πλαίσια της έφεσης να ζητήσει τη σύντομη εκδίκασή της, έτσι ώστε να επιλυθούν τα εγειρόμενα ζητήματα. Επιπρόσθετα, όπως αναφέρθηκε και πιο πάνω, το πρωτόδικο Δικαστήριο επιφυλάχθηκε να ενδιατρίψει επί των εγειρομένων ζητημάτων στα πλαίσια εκδίκασης της αίτησης διάλυσης και, συνεπώς, μπορεί να προωθήσει τις θέσεις της ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Διαφορετική αντιμετώπιση της υπόθεσης θα σήμαινε ότι επιτρέπεται η επανεκδίκαση ακριβώς των ίδιων θεμάτων προς έκδοση αντίθετης απόφασης. Τέτοια δυνατότητα δεν υπάρχει. Με την πρώτη Πολιτική Αίτηση ζητείτο Certiorari προς ακύρωση της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου και Prohibition που να απαγορεύει τη συνέχιση της διαδικασίας μέχρι εξέτασης της αίτησης και μετά που αυτό απορρίφθηκε, μεταξύ άλλων και επειδή υπήρχε η υπαλλακτική διαδικασία της έφεσης, ακολουθήθηκε αυτή η υπαλλακτική διαδικασία και ζητείται Prohibition για αναστολή της διαδικασίας μέχρι εκδίκασης της έφεσης, στη βάση των ίδιων γεγονότων, τα οποία κρίθηκε ότι δεν μπορούσαν να θεμελιώσουν παρανομία και έλλειψη δικαιοδοσίας με βάση το πρακτικό.
Για τους πιο πάνω λόγους η αίτηση δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη και απορρίπτεται.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ