ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D238
(2016) 1 ΑΑΔ 1154
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
12 Μαΐου, 2016
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΦΟΥΚΑΡΙΔΗΣ & ΣΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΡΝΑΚΑ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ PROHIBITION ΚΑΙ ΕΠΕΙΤΑ MANDAMUS
ΕΝΑΝΤΙΟΝ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΕΦΕΣΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΠΑΡΑΜΕΡΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/5/2016 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ Ε.Δ. ΜΙΧΑΛΗ ΛΟΪΖΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΓΩΓΗ ΑΡΙΘΜΟΣ 3996/12
---------
Μονομερής Αίτηση της Εταιρείας Φουκαρίδης & Σία εκ Λάρνακας
---------
Λ. Λουκαϊδης, για την αιτήτρια.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
MIXAHΛΙΔΟΥ, Δ.: Με την υπό κρίση αίτηση επιδιώκεται η έκδοση προνομιακού εντάλματος Prohibition για την εξέταση της αγωγής υπ΄ αρ. 3996/12 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας, Μ. Λοϊζου, και την έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus για την εκδίκαση της ως άνω υπόθεσης από άλλο δικαστή σύμφωνα, όπως ορίζεται στο αιτητικό, «.με το δικαίωμα της ενάγουσας για πρόσβαση στο δικαστήριο το οποίο αναστάληκε αδικαιολόγητα με την απόφαση του δικαστού ημερομηνίας 12.4.2016.»
Το ιστορικό των γεγονότων που οδήγησαν στην παρούσα αίτηση άρχεται με την καταχώριση της αγωγής υπ΄ αρ. 3996/12, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, εκ μέρους της ενάγουσας-αιτήτριας, η οποία και ορίστηκε ενώπιον του Δικαστηρίου για ακρόαση στις 10:30 πμ, στις 20.5.2015. Η εν λόγω αγωγή, η οποία ειρήσθω εν παρόδω, ήταν ενώπιον άλλου δικαστή, απορρίφθηκε κατόπιν προφορικής αίτησης του αντιδίκου.
Στις 25.5.2015 καταχωρήθηκε εκ μέρους της αιτήτριας αίτηση για επαναφορά της αγωγής. Η αίτηση για επαναφορά τέθηκε ενώπιον του δικαστή, ο οποίος και την απέρριψε για λόγους που με λεπτομέρεια φαίνονται στο σώμα της εν λόγω απόφασης, ημερ. 2.12.2015.
Πυρήνας και κύριος άξονας, πάνω στον οποίο κινείται η όλη επιχειρηματολογία της αιτήτριας, είναι ότι ο δικηγόρος της ενάγουσας-αιτήτριας, ενώ δεν ήταν παρών κατά την 2.12.2015, ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, καταγράφεται η εμφάνιση του κατά την ημερομηνία που εκφωνήθηκε η απόφαση. Υποστηρίζεται, ότι ο δικηγόρος της ενάγουσας κ. Λουκαΐδης δεν βρισκόταν στη Λάρνακα αλλά στη Λευκωσία και ότι κανένας αντιπρόσωπος του γραφείου της ενάγουσας εμφανίστηκε κατά την εν λόγω ημερομηνία ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας: η εν λόγω ημερομηνία δεν είχε γνωστοποιηθεί στο γραφείο των δικηγόρων της ενάγουσας. Εκ των πραγμάτων, επιχειρηματολογεί η αιτήτρια, ο δικαστής κωλύεται να εξετάσει την υπόθεση, εφόσον καταχώρισε στην απόφαση του ημερ. 2.12.2015 την εμφάνιση του κ. Λουκαΐδη κατά την έκδοση της, άρα «είναι βασικός μάρτυρας για το βασικό επίδικο θέμα της αίτησης για παράταση προθεσμίας για καταχώριση έφεσης η οποία στηρίζεται ακριβώς στο εν λόγω γεγονός». Λόγω ακριβώς του ότι δεν υπήρξε πληροφόρηση για την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης, παρήλθε ο χρόνος καταχώρισης έφεσης. Ως εκ τούτου δεν είναι επιτρεπτό, σύμφωνα με τους κανόνες της φυσικής δικαιοσύνης, ο δικαστής να εκδικάσει ένα θέμα στο οποίο και ο ίδιος είναι αναπόφευκτος μάρτυρας. Το γεγονός αυτό πληροφορήθηκε ο δικαστής στις 12.4.2016 από τον ίδιο το συνήγορο της αιτήτριας, όταν η αίτηση για παράταση χρόνου καταχώρισης της έφεσης ήταν ορισμένη ενώπιον του, οπότε και ζητήθηκε για τους ανωτέρω λόγους η εξαίρεση του από την υπόθεση. Αντ΄ αυτού όμως, ο δικαστής, αποφάσισε, όπως verbatim, τίθεται στην έκθεση γεγονότων: «απλώς να αναστείλει την εξέλιξη της υπόθεσης η οποία όμως παρέμεινε ενώπιον του», με αποτέλεσμα να παραβιάζεται η φυσική δικαιοσύνη, εφόσον ένας δικαστής δεν μπορεί να είναι συγχρόνως και μάρτυρας των υπό εξέταση επίδικων ζητημάτων. Απαραίτητη λοιπόν είναι η έκδοση εντάλματος Mandamus, για να μεταφερθεί η υπόθεση σε άλλο αρμόδιο δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ώστε να εξασφαλιστεί το δικαίωμα της ενάγουσας-αιτήτριας για πρόσβαση στο δικαστήριο (Άρθρο 30 του Συντάγματος, Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων).
Το ένταλμα Prohibition αποσκοπεί για να παύσει η περαιτέρω συνέχιση της διαδικασίας (Πρωτογέρου (1990) 1 Α.Α.Δ. 264, In Re Lindos Constructions Ltd (1989) 1(E) A.A.Δ. 648). Εκδίδεται λοιπόν για να αποτρέψει κατώτερο Δικαστήριο από του να υπερβαίνει ή να συνεχίσει να υπερβαίνει τη δικαιοδοσία ή τις αρμοδιότητες του. Εκείνο όμως που είναι σημαντικό όπως τονίζεται στο σύγγραμμα Π. Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα (σ. 239, § 5.20), είναι ότι διατάγματα αυτής της φύσης μπορούν να εκδοθούν και εκεί όπου υπάρχει παραβίαση καθιερωμένων αρχών φυσικής δικαιοσύνης, όπως π.χ. αποστέρηση του δικαιώματος διαδίκου να ακουστεί ή να υπερασπιστεί και γενικά να τύχει ακριβοδίκαιης μεταχείρισης. Τέτοιο όμως δικαίωμα δεν ενυπάρχει σε κάθε στάδιο της διαδικασίας και πολύ περισσότερο, δεν μπορεί να συνεπάγεται την αναστολή της διαδικασίας. Το θέμα της δίκαιης δίκης εξετάζεται μετά το πέρας της (Re Ευαγγέλου, Αιτ. Αρ. 10/2000, 10.2.2000, Νίκος Ζένιος, Αιτ. Αρ. 36/2000, ημερ. 10.3.2000). Το πρακτικό της απόφασης του κατώτερου Δικαστηρίου εξετάζεται κατά πάσα περίπτωση και αν υπάρχει υπέρβαση δικαιοδοσίας ή πρόδηλη πλάνη Νόμου, τότε η προσβαλλόμενη απόφαση, ενδεχομένως, να υπόκειται σε ακύρωση. Πρακτικό του Δικαστηρίου συνιστά η προσβαλλόμενη απόφαση και η δικογραφία (In Re Arghyrides (1987) 1 C.L.R. 30, r. V. Northumberland compensation Appeal Tribunal (1952) 1 All E.R. 122, Regina v. Patents Appeal Tribunal Ex parte Baldwin & Francis Ltd (1959) 2 All E.R. 433, R. v. Preston Appeal Tribunal (1975) 2 All E.R. 807, 810, και Π. Αρτέμη: Προνομιακά Εντάλματα, §4.12-4.13, σ.120). Το τι συνιστά το πρακτικό δεν ξεκαθαρίζεται νομολογιακά. Ουσιαστικά, όπως αναλύεται και στο σύγγραμμα υπό Αρτέμη (ανωτέρω), εκείνο που εξετάζεται είναι η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου. Φάντης (1995) 1 Α.Α.Δ. 714, υπό Νικολάου, Δ.: «τι είναι που συνίσταται το «πρακτικό» δεν έχει οριστεί αυθεντικά αλλά η νομολογία παρέχει παραδείγματα και προσφέρει απόψεις. Φαίνεται ότι το «πρακτικό» ποικίλλει ανάλογα με την περίπτωση» (Τράπεζα Κύπρου Λτδ (Αρ.6) (1997) 1 Α.Α.Δ. 1639). Ενώ με το ένταλμα Mandamus διατάσσεται το κατώτερο Δικαστήριο να προβεί σε συγκεκριμένη πράξη η οποία είναι συναφής στο λειτούργημα του ως επιβαλλόμενο καθήκον δημόσιας φύσης (Δημητρίου (1991) 1 Α.Α.Δ. 600).
Από εξέταση των γεγονότων που έχουν τεθεί ενώπιον μου και των αντιγράφων που συνοδεύουν την αίτηση και βρίσκονται ενώπιον του φακέλου του Δικαστηρίου, ελλείπει το σημαντικό, για την υποστήριξη της υπόθεσης της αιτήτριας, αποστενογραφημένο πρακτικό ημερ. 2.12.2015, όπου εμφαίνεται να καταχωρείται εμφάνιση του κ. Λουκαΐδη, δικηγόρου ενάγουσας-αιτήτριας, στην επίδικη αίτηση ημερ. 25.5.2015 για παραμερισμό της απόφασης, ούτως ώστε δεν είναι σε θέση το Δικαστήριο να ελέγξει επακριβώς ποιου το όνομα φαίνεται να καταγράφεται ότι εμφανίζεται εκ μέρους του κ. Λουκαΐδη ή ως δικηγόρος της ενάγουσας-αιτήτριας. Παραλείπεται επίσης να καταχωριστεί και η απόφαση ημερ. 2.12.2015, στην αίτηση επαναφοράς της αγωγής ημερ. 25.5.2015, η οποία και παραδόθηκε στο Δικαστήριο από το συνήγορο της αιτήτριας μετά από σχετική ερώτηση του Δικαστηρίου.
Παραλείπεται επίσης κάτι εξίσου σημαντικό, το γεγονός ότι ο δικηγόρος της αιτήτριας καταχώρισε αγωγή εναντίον του δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, πληροφορία που δόθηκε και πάλι στο Δικαστήριο κατόπιν υποβολής σχετικής διευκρινιστικής ερώτησης. Όπως προκύπτει από το πρακτικό του Δικαστηρίου ημερ. 12.4.2015, επισυνημμένο ως τεκμήριο 3 στην παρούσα αίτηση, όπου και φαίνεται ο διάλογος που διημήφθη μεταξύ δικηγόρου της ενάγουσας-αιτήτριας, αντίδικου δικηγόρου και Δικαστηρίου. Αξίζει να μεταφερθεί αυτούσιο απόσπασμα από το εν λόγω πρακτικό ώστε να είναι δυνατή η σφαιρική θεώρηση του ζητουμένου:
«κ. Λουκαΐδης: Πρέπει να εγείρω αμέσως ένα θέμα όμως ότι κωλύεστε να εξετάσετε αυτή την υπόθεση, διότι ο πυρήνας της υπόθεσης είναι κατά πόσο είναι ορθή η αναγραφή στην απόφαση ότι ήμουν παρών και οι μόνοι οι οποίοι θα μπορούσαν να το ξέρουν είναι εσείς και εγώ. Θα έχουμε αντιπαράθεση; Δεν κατάλαβα. Δεν δύνασθε να είστε και Δικαστής και μάρτυρας. Αυτό είναι το πρόβλημα σας. Δεν λέω ότι το κάνετε επίτηδες, αλλά θα αναγκαστείτε σε μια φάση, ναι το πρακτικό ήταν έτσι, διότι εγώ το έκαμα ή εσείς το κάμετε ή δεν το ξέρω. Άρα θα υπάρξει και μια αντιπαράθεση και θα σας φέρω και 5-10 μάρτυρες αν θέλετε. Αν αποφασίσετε ότι δεν κωλύεστε θα μου επιτρέψετε να αποταθώ στο Ανώτατο Δικαστήριο για prohibition law, απαγορευτικό διάταγμα.
Δικαστήριο: Μάλιστα.
κα Θωμά: Η παρούσα αίτηση Εντιμότατε αφορά παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης. Σε κάθε περίπτωση θεωρώ ότι όσα έχει αναφέρει ο συνάδελφος δεν ευσταθούν και δεν θα κριθούν στην παρούσα διαδικασία, η οποία είναι ορισμένη σήμερα ενώπιον σας για ακρόαση της αίτησης ημερομηνίας 2.2.2016 για παράταση του χρόνου καταχώρησης της έφεσης.
κ. Λουκαΐδης: Και ο λόγος για την παράταση είναι ότι εγώ δεν πήρα τέτοια απόφαση. Δεν ήμουν εδώ όταν λέτε μέσα στην απόφαση σας ότι ήμουν στις τάδε του μηνός. Ποιος ξέρει άλλος; Εσείς και εγώ; Τι θα γίνει δηλαδή; Θα κάτσουμε να κάνουμε αντιπαράθεση; Αφού κωλύεστε.
Δικαστήριο: Κύριε Λουκαΐδη στις 6.4.2016—
κ. Λουκαΐδης: Η απόφαση σας τι ημερομηνία γράφει;
Δικαστήριο: Στις 6.4.2016 είχατε έρθει στο γραφείο μου και μου είχατε παραδώσει μια επιστολή, το περιεχόμενο της οποίας αφορά και την παρούσα διαδικασία και αγωγή.
κ. Λουκαΐδης: Μάλιστα.
Δικαστήριο: Στην επιστολή σας αναφέρονται τα εξής και τα διαβάζω, αντίγραφο της οποίας έχει τεθεί και καταχωρηθείς το φάκελο του Δικαστηρίου. «Αναφέρομαι στην απόφαση σας. (διαβάζει)
κ. Λουκαΐδης: Μα τι σχέση έχει; Αυτή είναι προσωπική μου επιστολή προς εσάς. Τι σχέση έχει;
Δικαστήριο: Περιμένετε. «ασκώντας .(διαβάζει) άδικη δίκη.»
κ. Λουκαΐδης: Να πω ότι καταχωρείται αγωγή ανά πάσα στιγμή. Άρα έχετε ακόμα ένα κώλυμα. Δεν μπορείτε να δικάζετε μια υπόθεση και να κρέμεται από πάνω σας μια αγωγή.
Δικαστήριο: Θέλετε να αναφέρετε οτιδήποτε σε σχέση με την εν λόγω επιστολή σας που πιθανόν να επηρεάζει και τη συνέχεια της διαδικασίας αυτής που βρίσκεται ενώπιον του Δικαστηρίου;
κ. Λουκαΐδης: Υιοθετώ και κάθε λέξη και είναι και λίγα που είπα. Επαναλαμβάνω, δεν σας θεωρώ αδέκαστο, σας θεωρώ επικίνδυνο στη θέση του δικαστή και θα επεκταθώ περισσότερο στο Πειθαρχικό και ήδη σας καταχώρησα αγωγή για deviance και για αμερόληπτη κρίση. Είναι απόφαση αυτή που βγάλατε; Είναι ασυνάρτητη και ανυπόστατη. Τι είναι τέλος πάντων; Έχετε τίποτε δεσμούς ή πώς μπορείτε να δικάσετε υπόθεση στην οποία το κύριο θέμα είναι επέκταση του χρόνου για έφεση; Διότι εγώ δεν ήμουν εκείνη τη μέρα που εσείς λέτε ότι ήμουν. Ούτε καν στη Σκάλα δεν ήμουν. Πώς μπορείτε να τη δικάσετε; Δηλαδή το στοιχείο της αίσθηση της δικαιοσύνης σας στερεί το δικαίωμα. Για το καλό της δικής σας θέσης δηλαδή. Αλλά θα κάνω αίτηση για prohibition αν επιμένετε αύριο το πρωί.
Δικαστήριο: Τα όσα έχουν αναφερθεί από τον κύριο Λουκαΐδη οδηγούν το Δικαστήριο στο να εκδώσει διαταγή για αναστολή εκδίκαση της παρούσας διαδικασίας στη βάση των όσων έχουν αναφερθεί από το ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Constantinides v. Ekdotiki Eteria Vima Ltd a.o. (1983) 1 C.L.R. 348 καθώς επίσης και στην απόφαση του Δικαστή Καλλή αναφορικά με την αίτηση του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1998) 1 Α.Α.Δ. 1438.»
Διαπιστώνεται από αντιπαράθεση του πρακτικού με την επιστολή του συνηγόρου της αιτήτριας ημερ. 28.1.2016 ότι δεν εντοπίζονται, τα ελλειπτικά έστω, αποσπάσματα τα οποία φέρεται να αναγιγνώσκει το Δικαστήριο και εγείρονται ερωτηματικά κατά πόσο ομιλούμε περί της επιστολής της ίδιας ημερ. 28.1.2016 ή άλλης ή αν τέλος δεν έχει επισυναφθεί ολόκληρο το κείμενο της επιστολής ημερ. 28.1.2016, το οποίο σημειώνω ότι αποτελείται από δύο και μόνο σελίδες.
Τούτων δοθέντων, το Δικαστήριο εξασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια και καθοδηγούμενο όπως εμφαίνεται από το απόσπασμα του εν λόγω πρακτικού από τις Constantinides v. Vima Ltd (1983) 1 C.L.R. 348 και Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (1998) 1 Α.Α.Δ. 1438, ανέστειλε την ενώπιον του εκδίκαση.
Στην Constantinides (ανωτέρω) το Εφετείο τόνισε ότι τα Δικαστήρια έχουν συμφυή εξουσία να ανακόπτουν όχι μόνο συμπεριφορά η οποία μειώνει το κύρος και τον συνταγματικό τους ρόλο, αλλά και την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχονται εκ του Νόμου, όταν η άσκηση τους καθοδηγείται από αλλότρια κίνητρα. Επίσης τονίστηκε ότι διάδικος δεν είναι δυνατόν να επιδιώκει την επέμβαση του Δικαστηρίου προς το συμφέρον της δικαιοσύνης, ενώ ταυτοχρόνως να αμφισβητεί την αμεροληψία του. Η άσκηση του νομικού δικαιώματος έφεσης ή, θα πρόσθετα, οιουδήποτε ένδικου μέσου καθ΄ ον χρόνον αμφισβητείται η αμεροληψία της δικαστικής εξουσίας ισοδυναμεί με κατάφορη κατάχρηση της διαδικασίας. Προκύπτει σαφώς από την Constantinides, (ανωτέρω) ότι το Δικαστήριο έχει εξουσία να αναστείλει μια διαδικασία στην περίπτωση που διαπιστώνεται ότι η συμπεριφορά ενός διαδίκου συνιστά καταφρόνηση Δικαστηρίου, ζήτημα το οποίο σε κάθε περίπτωση εμπίπτει εντός της διακριτικής του ευχέρειας (Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (ανωτέρω)).
Το πώς θα ενεργήσει το πρωτόδικο Δικαστήριο αποτελεί ζήτημα καθαρά που εμπίπτει στη διακριτική του ευχέρεια. Διαφορετική αντίκριση του ερωτήματος από άλλο Δικαστή ή από το παρόν Δικαστήριο και διάφορη η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας άλλου Δικαστηρίου, δεν μεταβάλλει τα όρια της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου (Smith v. Paphos Stones Estates Ltd (1989) 1 A.A.Δ. 499, 503).
Το παράπονο για παραβίαση του Άρθρου 30.3 του Συντάγματος δεν μπορεί να θεμελιώσει μη δίκαιη διεξαγωγή της δίκης εφόσον στηρίζεται στις ίδιες παραλείψεις των ενδιαφερομένων.
Το τι επεσυνέβη, εάν δηλαδή υπήρξε παράλειψη του συνηγόρου της αιτήτριας να εμφανιστεί ή να εμφανίστηκε ή όχι άλλος συνήγορος και αν στο τέλος της ημέρας λανθασμένα τέθηκε εμφάνιση του συνηγόρου της αιτήτριας κατά την επίδικη ημερομηνία, όφειλε να αφεθεί να αποφασιστεί στα πλαίσια της αίτησης παραμερισμού της επίδικης απόφασης και στα πλαίσια δικαστικής κρίσης με την έκδοση απόφανσης. Οι ενέργειες του συνηγόρου της αιτήτριας οδήγησαν σε άλλες ατραπούς, με αποτέλεσμα, το Δικαστήριο να ενεργήσει ως ανωτέρω, αναστέλλοντας τη διαδικασία στη βάση της Constantinides, (ανωτέρω) ως είχε διακριτική ευχέρεια, που δεν ελέγχεται με προνομιακό ένταλμα αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί στα πλαίσια έφεσης.
Τούτων δοθέντων και με δεδομένη την εξουσία του Δικαστηρίου να αναστείλει τη διαδικασία σε περίπτωση που συντρέχουν περιστάσεις ανάλογες με την Constantinides (ανωτέρω) δεν εγείρεται θέμα παραβίασης του Άρθρου 30.3 του Συντάγματος, όπως και ο Καλλής, Δ. παρατηρεί στην Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (ανωτέρω):
«Η επίκληση της συμφυούς εξουσίας του δικαστηρίου για αναστολή μιας διαδικασίας αποτελεί - και αυτή - δικαστική πράξη στα πλαίσια άσκησης διακριτικής ευχέρειας η οποία, όπως υποδεικνύεται πιο πάνω, δεν ελέγχεται με ένταλμα Certiorari αλλά μπορεί να αναθεωρηθεί στα πλαίσια έφεσης.»
Δεν μπορεί να εκδοθεί διάταγμα Prohibition όταν η απόφαση που προσβάλλεται αφορά σε διαδικαστικό θέμα που δεν προκαταβάλλει ή προοιωνίζει το αποτέλεσμα, εφόσον τα δικαιώματα των διαδίκων δεν έχουν τελεσίδικα αποφασιστεί ή όταν το Δικαστήριο εξασκεί τη διακριτική του ευχέρεια, όπως π.χ., απόρριψη αιτήματος διαδίκου για αναβολή της ακροαματικής διαδικασίας (Ηλία (1997) 1 Α.Α.Δ. 869).
Η ακροαματική διαδικασία έχει ανασταλεί ως εκ της συμπεριφοράς του συνηγόρου της αιτήτριας και κατόπιν εξάσκησης της διακριτικής εξουσίας του Δικαστηρίου η οποία το περιβάλλει. Από εξέταση των έστω ελλιπών πρακτικών του Δικαστηρίου, ως μέσου διερεύνησης του αιτήματος (R. v. Electricity Commissioners (1924) 1 K.B. 174, 294), επιζητείται και επιδιώκεται παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για να επιβληθεί στο δικαστή απαγόρευση, ουσιαστικά ως προληπτικό μέτρο, στο ενδεχόμενο, ο δικαστής να μην ασκήσει με τον ορθό τρόπο, όπως βέβαια το αντιλαμβάνεται η ίδια η αιτήτρια, τη διακριτική του εξουσία (Τ. Μαρκίδης (2002) 1 Α.Α.Δ. 115).
Από τα γεγονότα όπως έχουν τεθεί και από τις ανωτέρω παρατηρήσεις όπως έχουν καταγραφεί, η αιτήτρια όχι μόνο δεν έχει αποσείσει το αποδεικτικό βάρος που φέρει, αλλά επιπροσθέτως επιδιώκει προληπτική παρέμβαση τέτοιας φύσης, ανεπίτρεπτη και εξερχόμενη των νομολογιακών παραμέτρων. Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας για προκατάληψη δεν επαρκούν άνευ ετέρου στην εξαγωγή ευλόγων συμπερασμάτων ή θεμελίωσαν παραβίαση του δικαιώματος της αιτήτριας να ακουστεί στη βάση των δικών της ισχυρισμών.
Το αίτημα απορρίπτεται.
/ΦΚ Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.