ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:A460
(2015) 1 ΑΑΔ 1414
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση Αρ. 344/14
25 Ιουνίου 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΔ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΣΤΥΦΥΛΑΚΑ 1581 ΔΗΜΗΤΡΑΚΗ ΑΠΑΙΣΙΩΤΗ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΩΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ MANDAMUS
ΚΑΙ
ΕΚΘΕΣΗ ΓΕΝΟΜΕΝΗ ΣΥΜΦΩΝΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1965 ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ 1883 Θ.59, Κ.3(2) (ORDER 59, R.3(2)
-----------------
Σ. Αργυρού με Α. Λουκά για τον εφεσείοντα.
------------------
NAΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα
δοθεί από τον Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
-----------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο αιτητής ο οποίος υπηρετεί στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου, υπέβαλε αίτημα στον Αρχηγό Αστυνομίας με το οποίο ζητούσε όπως του επιτραπεί να επιθεωρήσει τον προσωπικό υπηρεσιακό του φάκελο και όπως του παραχωρηθούν επικυρωμένα αντίγραφα όλων των εγγράφων τα οποία αφορούν αποκλειστικά το πρόσωπό του και εμπίπτουν στον ορισμό των προσωπικών δεδομένων, σύμφωνα με το σχετικό νόμο. Ο Αρχηγός Αστυνομίας επέτρεψε στον αιτητή την επιθεώρηση του φακέλου, απέρριψε όμως το αίτημά του για λήψη αντιγράφων.
Ως αποτέλεσμα, ο αιτητής επεδίωξε την εξασφάλιση άδειας για καταχώρηση αίτησης προς έκδοση εντάλματος Mandamus, δια του οποίου να διατάσσεται ο Αρχηγός της Αστυνομίας και/ή ο Διευθυντής Τμήματος Α΄ Αρχηγείου Αστυνομίας και/ή υπάλληλοί τους και/ή αντιπρόσωποί τους όπως παραχωρήσουν αντίγραφα όλων των εγγράφων που αναφέρονται στο πρόσωπό του και είναι αρχειοθετημένα
στον προσωπικό υπηρεσιακό του φάκελο.
Η αίτηση στηρίχθηκε βασικά στο άρθρο 12 του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου του 2001, Ν. 138(Ι)/2001, ο οποίος είναι εναρμονιστικός της Οδηγίας 95/46/ΕΚ. Το άρθρο 12 καθιερώνει δικαίωμα πρόσβασης του υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων σε πληροφορίες σχετικές με την επεξεργασία των δεδομένων που τον αφορούν.
Η αδελφή Δικαστής που επελήφθη της αίτησης, αφού αναφέρθηκε στη φύση και τους σκοπούς του εντάλματος Mandamus, την απέρριψε μη έχοντας πεισθεί, για σκοπούς παροχής άδειας, ότι ο Ν. 138(Ι)/2001 παρείχε το αναγκαίο υπόβαθρο ώστε να κριθεί ότι ο Αρχηγός Αστυνομίας είχε εκ του νόμου υποχρέωση να εκτελέσει δημόσιο καθήκον προς ικανοποίηση του αιτήματος και όχι διακριτική ευχέρεια. Περαιτέρω, θεώρησε ότι ο σκοπός για τον οποίο ο αιτητής επιδιώκει τη λήψη αντιγράφων τέθηκε ασαφώς και γενικόλογα και έκρινε ότι το αίτημα προς λήψη αντιγράφων όλου του φακέλου χαρακτηρίζεται από γενικότητα.
Αγορεύοντας ενώπιον μας ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα, παρέπεμψε στη σχετική νομοθετική πρόνοια και σε νομολογία περί του δικαιώματος πρόσβασης. Δεν θα εξετάσουμε, όμως, την υπόθεση απ΄αυτή τη σκοπιά, ούτε και θα επεκταθούμε στους λόγους που απασχόλησαν το πρωτόδικο Δικαστήριο. Εκείνο που θεωρούμε ότι προκρίνει τα πράγματα, είναι ότι ενώ, όπως κατωτέρω θα εξηγήσουμε, παρέχονται άλλες θεραπείες, ο αιτητής παρέλειψε να στοιχειοθετήσει ότι συντρέχουν και εξαιρετικές περιστάσεις ώστε να δοθεί άδεια για αίτημα που απευθύνεται στο κατάλοιπο της εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που είναι τα προνομιακά διατάγματα. Αναφερόμαστε βέβαια στην πάγια νομολογία ότι για να παραχωρηθεί άδεια προς καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος, θα πρέπει να καταδεικνύεται από τον αιτητή, όχι μόνο συζητήσιμη υπόθεση επί της ουσίας, αλλά και ότι, σε περίπτωση που παρέχεται άλλο ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις (Base Metal Ltd v. Fastact Developments Ltd κ.α. (2004) 1 ΑΑΔ 1535 και Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.α. (2012) 1 ΑΑΔ 878).
Ο Ν. 138(Ι)/2001 ρυθμίζει με πληρότητα τα ζητήματα των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και δημιουργεί δικαιώματα στο υποκειμένο των δεδομένων, περιλαμβανομένου του δικαιώματος πρόσβασης (άρθρο 12). Αυτά, δεν παραμένουν σε επίπεδο απλής αναγνώρισης ή διακήρυξης αρχών. Ο ίδιος νόμος εισάγει (Μέρος Τέταρτο) το θεσμό του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ο οποίος έχει την εποπτεία εφαρμογής του νόμου. Ο Επίτροπος διορίζεται μεν από το Υπουργικό Συμβούλιο, χαίρει όμως πλήρους ανεξαρτησίας (βλ. Άρθρο 28 της εν λόγω Οδηγίας και Δήμος Στροβόλου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 156/2010, ημερ. 24.10.2011), έχοντας υποχρέωση, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να υπακούει στη συνείδησή του και το νόμο (άρθρο 21) και δεν μπορεί να απολυθεί κατά τη διάρκεια της θητείας του, εκτός για λόγους που τον καθιστούν ανίκανο να εκπληρώσει τα καθήκοντά του (άρθρο 18). Ως Επίτροπος δε, διορίζεται πρόσωπο που κατέχει ή κατείχε τα προσόντα για διορισμό ως Δικαστής του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο θεσμικός του ρόλος είναι σημαντικός και έχει ευρείες αρμοδιότητες, κανονιστικές, ελεγκτικές, αποφασιστικές, αλλά και γνωμοδοτικές. Έτσι, κατά το άρθρο 23(1) δύναται να εκδίδει οδηγίες ως προς την ενιαία εφαρμογή των ρυθμίσεων, να απευθύνει συστάσεις και υποδείξεις στους υπευθύνους επεξεργασίας και να δίνει, κατά την κρίση του, δημοσιότητα σε αυτές, να χορηγεί άδειες, να καταγγέλλει παραβάσεις των διατάξεων του νόμου στις αρμόδιες αρχές, να αποφαίνεται για κάθε ρύθμιση που αφορά την επεξεργασία και προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, να εκδίδει κανόνες κ.ο.κ.
Έχει όμως και ουσιαστικές κυρωτικές αρμοδιότητες. Κατά το άρθρο 25(1) έχει εξουσία επιβολής διοικητικών κυρώσεων, ήτοι την έκδοση προειδοποίησης με αποκλειστική προθεσμία για άρση της παράβασης, την επιβολή χρηματικής ποινής μέχρι €30000, την προσωρινή ή και οριστική ανάκληση άδειας και την καταστροφή αρχείου. Οι πρόνοιες του άρθρου 25 έχουν εξεταστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Γιάγκος Μικελλίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 17/2010, ημερ. 30.3.2012, όπου αποφασίστηκε ότι ο Επίτροπος δύναται να επιβάλει χρηματική ποινή σε συνδυασμό με οποιαδήποτε άλλη διοικητική κύρωση, κατά τρόπο σωρευτικό.
Ο νομοθέτης, εναρμονιζόμενος πάντα με το ευρωπαϊκό κεκτημένο, δεν αρκέστηκε σ΄αυτά τα μέτρα ώστε οι υποχρεώσεις που επιβάλλει ο νόμος να τηρούνται και τα δικαιώματα να ασκούνται κατά τρόπο αποτελεσματικό, αλλά προχώρησε και στη δημιουργία ποινικών αδικημάτων, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται η μη συμμόρφωση με τις διατάξεις του νόμου από υπεύθυνο επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ο οποίος, κατά την εκτέλεσή της, δεν συμμορφώνεται με τις διατάξεις του νόμου (άρθρο 26(1)(στ)).
Η σχετική νομοθεσία παρέχει ένα εκτεταμένο και αποτελεσματικό πλαίσιο, στα πλαίσια του οποίου μπορεί να διεκδικηθεί προστασία του υποκειμένου των προσωπικών δεδομένων. Πέραν τούτου, κάθε πρόσωπο που έχει παράπονο από απόφαση του Επιτρόπου, έχει το δικαίωμα να προσφύγει στο Ανώτατο Δικαστήριο με προσφυγή. Όπως εξηγήθηκε από τον Ναθαναήλ, Δ., στην Εκδοτικός Οίκος Δίας Δημόσια Εταιρεία Λτδ ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 595/2010, ημερ. 24.1.2013, ο Επίτροπος ενεργεί ως διοικητικό όργανο, του οποίου οι αποφάσεις ελέγχονται κατ΄αναθεώρηση από το Ανώτατο Δικαστήριο, η δυνατότητα δε αυτή είναι σύμφωνη με τα εχέγγυα του άρθρου 6 της Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Βλ., επίσης, Golden Telemedia Ltd ν. Δημοκρατίας (2007) 4 ΑΑΔ 592, Δήμος Στροβόλου, ανωτέρω και Γιάγκος Μικελλίδης, ανωτέρω).
Ενόψει όλων των ανωτέρω, δεν τίθεται ζήτημα να δοθεΙ άδεια για επιδίωξη θεραπείας με προνομιακό ένταλμα και συνεπώς είναι αχρείαστη η εξέταση της κατ΄ουσίαν βασιμότητας του αιτήματος. Η αίτηση απορρίπτεται.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/ΚΧ»Π