ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Μιχαηλίδου, Δέσπω Α. Μελάς για Κώστας Μελάς amp;amp;amp; Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-03-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠΟ ΤΩΝ: EASYGROUP HOLDINGS LIMITED, ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 40/15, 16/3/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D179

(2015) 1 ΑΑΔ 547

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 40/15)

 

16 Μαρτίου, 2015

 

[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ EASYGROUP HOLDINGS LIMITED ΑΠΟ ΤΟ ΜΟΝΑΚΟ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

ANΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ, ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΣΤΙΣ 27/2/2015 ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 18344/13, ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΔΕΝ ΕΓΚΡΙΘΗΚΕ ΑΙΤΗΜΑ ΤΩΝ ΑΙΤΗΤΩΝ ΓΙΑ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΤΗ ΕΠΙΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΑΤΗΓΟΡΗΤΗΡΙΟΥ ΣΤΟΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ 1 ΓΙΑΝΝΗ ΣΗΦΗ ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗ

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΑΡΘΡΑ 12, 30, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 46 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΓΓΛΙΑΣ 1883, ΔΙΑΤΑΓΗ 59, 4(2), 5, 9, 18(1) ΚΑΙ 19(2)(3), ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

 

ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΑΙΤΗΣΗ ΥΠΟ ΤΩΝ: EASYGROUP HOLDINGS LIMITED

                                                            ΑΙΤΗΤΩΝ

---------

 

Α. Μελάς για Κώστας Μελάς & Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους αιτητές.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.Oι αιτητές επιζητούν άδεια του Δικαστηρίου για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari για ακύρωση της απόφασης ημερομηνίας 27.2.2015, που εκδόθηκε στα πλαίσια ποινικής υπόθεσης με αρ. 18344/13, Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με την οποία δεν εγκρίθηκε αίτημα των αιτητών που να επι

τρέπει την υποκατάστατο επίδοση του κατηγορητηρίου στον κατηγορούμενο 1, Ελληνικής εθνικότητας.

 

          Παραπονούνται οι αιτητές, ότι η απορριπτική απόφαση του Δικαστηρίου παραβιάζει το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ, εφόσον με τον τρόπο αυτό στερήθηκαν του δικαιώματος αποτελεσματικής πρόσβασης στο Δικαστήριο, αλλά και για έκδηλη νομική πλάνη, εσφαλμένη νομική αξιολόγηση και εφαρμογή των προνοιών του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155.

 

Επρόκειτο, όπως διαπιστώνεται, για απόφαση με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα των αιτητών για έκδοση διατάγματος για υποκατάστατη επίδοση κατηγορητηρίου δυνάμει των προνοιών του άρθρου 46 του ΚΕΦ. 155.  Επιδίωκαν οι αιτητές να επιτραπεί η επίδοση του κατηγορητηρίου στις εγκαταστάσεις του δικηγορικού γραφείου των δικηγόρων του κατηγορουμένου 1 και ή δια της προσωπικής επίδοσης στον δικηγόρο ή δικηγόρους του κατηγορούμενου 1, με όποιο κατάλληλο τρόπο ήθελε κρίνει το Δικαστήριο. 

 

          Οι αιτητές παραπονούνται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι προϊόν έκδηλης νομικής πλάνης: το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας προσέγγισε και εφάρμοσε το άρθρο 46 της Ποινικής Δικονομίας κατά τρόπο νομικά ανεπίτρεπτο και έκδηλα εσφαλμένο, παραγνωρίζοντας ότι η προτεινόμενη επίδοση θα γινόταν εντός των ορίων της Δημοκρατίας, έστω και αν ο κατηγορούμενος 1 είναι κάτοικος Ελλάδος, το δε γεγονός ότι η επίδοση αφορά σε μη Κύπριο υπήκοο, δεν θα έπρεπε να επηρεάσει την κρίση του. 

 

Συντρέχουν, κατά το συνήγορο των αιτητών, εξαιρετικές περιστάσεις που δικαιολογούν την έκδοση του διατάγματος: δεν υπάρχει στη διάθεση τους άλλο ένδικο μέσο εναντία στην κατάφορα άδικη και έκδηλα λανθασμένη απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας. Η τελευταία απόληξη του λόγου των αιτητών υποστηρίζεται, κατά τους ίδιους, από το γεγονός ότι ήδη είχαν εκδοθεί δύο προηγούμενες ενδιάμεσες αποφάσεις του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, με τις οποίες απορρίφθηκαν άλλες προσπάθειες των αιτητών για επίδοση της υπόθεσης στον κατηγορούμενο 1, με αποτέλεσμα η παρούσα ποινική υπόθεση να μην μπορεί να προχωρήσει, καθώς δεν τους παρέχεται πλέον, κατά την εισήγηση τους, άλλος νομικά επιτρεπτός τρόπος επίδοσης.  Πρόκειται, όπως προκύπτει από τα ενώπιον μου επισυνημμένα τεκμήρια, για δύο προηγούμενες αποφάσεις του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, ημερομηνίας 9.10.2013 και 19.12.2014, με τις οποίες ακυρώθηκε και στις δύο περιπτώσεις η επίδοση του κατηγορητηρίου, λόγω διαπίστωσης μη νομικά έγκυρης επίδοσης.  Στην υπ΄ αρ. 18344/13 οι αιτητές προσπάθησαν να επιδώσουν στον κατηγορούμενο 1 το κατηγορητήριο στη βάση του κυρωτικού Νόμου 55/84, Σύμβαση Νομικής Συνεργασίας μεταξύ Κυπριακής Δημοκρατίας και Ελληνικής Δημοκρατίας σε θέματα Αστικού, Οικογενειακού, Εμπορικού και Ποινικού Δικαίου.  Ενώ στη δεύτερη απόφαση, ημερομηνίας 19.12.2014, εξετάστηκε και πάλι η εμβέλεια της εφαρμογής των προνοιών του Νόμου 55/84 καθώς και άλλη σχετική νομοθεσία, όπως την επικαλέστηκαν οι αιτητές.  Σημειώνεται, ότι στην απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 9.10.2013 καταχωρίστηκε, όπως διευκρινίστηκε από το συνήγορο των αιτητών κατά την ακροαματική ενώπιον μου διαδικασία, αίτηση για άδεια για καταχώριση προνομιακού εντάλματος φύσεως Certiorari υπ΄ αρ. 195/13, η οποία και εφεσιβλήθηκε εφόσον το αίτημα δεν εγκρίθηκε - έφεση υπ΄ αρ. 61/14 - ορισμένη για ακρόαση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις 20.4.2015.

 

Το άρθρο 46(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155 προνοεί:

«46.-(1) Κάθε κλήση δύναται να επιδοθεί οπουδήποτε στη Δημοκρατία από αστυνομικό ή λειτουργό του Δικαστηρίου από το οποίο αυτή εκδίδεται ή από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο όπως το Δικαστήριο δύναται να διατάξει και-

(α) ..........

(β) ..........

(1Α) Αν ήθελε να φανεί στο Δικαστήριο ότι για οποιοδήποτε λόγο είναι αδύνατο να γίνει επίδοση σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, το Δικαστήριο δύναται κατόπιν προφορικού αιτήματος της κατηγορούσας αρχής να διατάξει επίδοση με άλλο τρόπο που θα θεωρήσει δίκαιο.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας την εμβέλεια του άρθρου 46, έκρινε, ότι αυτό αναφέρεται σε επίδοση εντός της δικαιοδοσίας.  Ανατρέχοντας στον περί Ερμηνείας Νόμο, ΚΕΦ. 1, προς αναζήτηση της έννοιας του όρου «Δημοκρατία», κατέληξε εξ αντιδιαστολής ότι δεν είναι επιτρεπτή η επίδοση κλήσης εκτός της Δημοκρατίας, τουλάχιστον δυνάμει των προνοιών του άρθρου 46 του ΚΕΦ. 155: διευρυμένη ερμηνεία του άρθρου 46.1Α, ώστε να περιλαμβάνει και τις περιπτώσεις υπηκόων άλλων κρατών που δεν διαμένουν μόνιμα και δεν βρίσκονται κατά τη στιγμή της επίδοσης, στο έδαφος της Δημοκρατίας, δεν χωρεί.  Κάτι τέτοιο θα καταστρατηγούσε τις πρόνοιες διεθνών συμβάσεων που η Δημοκρατία έχει συνάψει. Η επιδιωκόμενη επίδοση κατηγορητηρίου εκτός της εδαφικής κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας, με υποκατάστατη επίδοση εντός της Δημοκρατίας, θα ισοδυναμούσε με παρέκταση της δικαιοδοσίας της κατά τρόπο ανεπίτρεπτο και εκτός εμβέλειας του άρθρου 46.1.

 

Οι αρχές με βάση τις οποίες δίδεται άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης Certiorari, είναι πολύ καλά γνωστές και θεμελιωμένες.  Αναφέρονται με πολλή λεπτομέρεια στο σύγγραμμα Π. Αρτέμης: «Προνομιακά Εντάλματα», σελ. 122 και επόμενα και δεν συνιστά υποκατάστατο του ένδικου μέσου της έφεσης, ούτε μέσο εποπτείας της διαδικασίας των Επαρχιακών Δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ.3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Δ.Δ. 464).  Αντικείμενό της, είναι ο έλεγχος της ορθότητας αλλά και της νομιμότητας της απόφασης.  Εκεί όπου διαπιστώνεται από το πρακτικό της σχετικής απόφασης και/ή διαδικασίας, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.

 

Στοχεύει η διαδικασία, όχι στον έλεγχο της ορθότητας, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116).   Εκεί όπου εκ πρώτης όψεως προκύπτει ότι το Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία και ότι η διαδικασία εξελίχθηκε κανονικά, το Ανώτατο Δικαστήριο δεν προχωρεί στην έκδοση προνομιακού διατάγματος, επειδή ενδεχομένως το κατώτερο Δικαστήριο αντιλήφθηκε λανθασμένα ένα νομικό σημείο (Αναφορικά με το Μάριο Χρίστου (1996) 1 Α.Α.Δ. 398).  Εκεί όπου το Δικαστήριο κέκτηται δικαιοδοσίας, δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι έχει υπερβεί ή ότι καταχράστηκε τη δικαιοδοσία του, απλώς και μόνο επειδή ερμήνευσε λανθασμένα ένα νομοθέτημα ή ακόμα αποδέχθηκε παράνομη μαρτυρία (Χρίστου, ανωτέρω), ή, τέλος αν παραπλανήθηκε ως προς τα γεγονότα.  Σε κάθε περίπτωση, το διάταγμα δεν στοχεύει στη διόρθωση λανθασμένης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της κρίσης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με την κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. 

 

Το κατά πόσο ένα κατηγορητήριο έχει επιδοθεί δεόντως πρέπει να αποδειχθεί στο Δικαστήριο σε βάση των προνοιών του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155 (Πολιτική Αίτηση Αρ. 56/14, Αναφορικά με την αίτηση του Σταύρου Μαυροσάββα, ημερομηνίας 16.5.2014). 

 

Τα όσα παρατίθενται στην ένορκη δήλωση και όσα επικαλείται ο συνήγορος των αιτητών, ουδόλως υποστηρίζουν ότι οι αιτητές στερήθηκαν του δικαιώματος αποτελεσματικής πρόσβασης στο Δικαστήριο.  Αντιθέτως, οι αιτητές αποτάθηκαν ήδη στο Δικαστήριο επιζητώντας να τους δοθεί υποκατάστατος τρόπος επίδοσης ώστε να ξεκινήσει η ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασία.  Το γεγονός ότι τα άλλα δύο προηγούμενα διαβήματα επίδοσης του κατηγορητηρίου στον κατηγορούμενο 1, ακυρώθηκαν από το Δικαστήριο, για τους λόγους που με λεπτομέρεια παρατίθενται στις δύο ανωτέρω αποφάσεις, αλλά και στην τελευταία υπό κρίση απόφαση, δεν ισοδυναμεί κατ΄ ουδένα τρόπο με αποστέρηση του δικαιώματος των αιτητών σε αποτελεσματική πρόσβαση στο Δικαστήριο όπως επιτάσσει το Άρθρο 30 του Συντάγματος και το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ.  Οι αιτητές είναι ελεύθεροι κατά πάντα χρόνο να αποταθούν εκ νέου στο Δικαστήριο και να επιζητήσουν υποκατάστατη επίδοση ή να προσπαθήσουν έστω να επιδώσουν δια της ορθής οδού τα έγγραφα στον κατηγορούμενο 1 για να επιτευχθεί νομότυπα η επίδοση του κατηγορητηρίου στον κατηγορούμενο 1. 

 

Σε κάθε περίπτωση το Δικαστήριο όχι μόνο είχε δικαιοδοσία, αλλά και καθήκον, να εξετάσει το θέμα της επίδοσης του κατηγορητηρίου όπως είχε τεθεί από το συνήγορο του κατηγορουμένου 1, έχοντας υπόψη του τις σχετικές πρόνοιες του ΚΕΦ. 155.  Εξασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια  και με αναφορά στο σχετικό δικαιοδοτικό και διαδικαστικό βάθρο δεν επέτρεψε την επίδοση.

 

Υπό τας περιστάσεις δεν διαπιστώνω οποιαδήποτε παρανομία, έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης ή στο τέλος της ημέρας παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων των αιτητών δυνάμει του Άρθρου 30 του Συντάγματος ή του άρθρου 6 της ΕΣΔΑ. 

 

Εάν και κατά πόσο η εν λόγω απόφαση αποτελεί τελική ή ενδιάμεση απόφαση Δικαστηρίου σε ποινική διαδικασία, η οποία δεν ελέγχεται με άλλο ένδικο μέσο, έφεση (άρθρο 131(1) και (2) του ΚΕΦ. 155 και άρθρο 25(1) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60), δεν θα πρέπει να απασχολήσει το Δικαστήριο, εφόσον για να υπεισέλθει να εξεταστεί ο εν λόγω παράγοντας θα πρέπει να διαπιστωθεί κατά πρώτον, η ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης, όρο που δεν έχουν ικανοποιήσει οι αιτητές.

 

Υπό τας περιστάσεις το αίτημα απορρίπτεται. 

         

/ΦΚ                                                                Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο