ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Μιχαηλίδου, Δέσπω Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Αχ. Αιμιλιανίδης, για τους Εφεσείοντες-Αιτητές. Π. Χατζησάββας με Ε. Ερωτοκρίτου (κα), για τους Εφεσίβλητους-Διαχειριστές-Καθ'ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-03-20 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΕΥΘΥΒΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙΔΗ κ.α. ν. ΙΩΑΝΝΗ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. 245/2009, 20/3/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:A204

(2015) 1 ΑΑΔ 670

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 245/2009)

 

 

20 Μαρτίου, 2015

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ/στές]

 

 

Μεταξύ:

 

ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟΝ ΑΡΧΙΜΗΔΗ ΕΥΘΥΒΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙΔΗ, ΤΕΩΣ ΕΞ ΑΓΙΩΝ ΟΜΟΛΟΓΗΤΩΝ (ΑΙΤΗΣΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΠ' ΑΡ. 18/90)

 

 

                           ΕΥΘΥΒΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙΔΗ

        ΚΩΣΤΑ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙΔΗ

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΡΑΣΚΕΥΑΙΔΗ

 

Εφεσειόντων/Αιτητών,

 

ν.

 

ΙΩΑΝΝΗ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ

ΗΡΑΚΛΗ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ

 

Εφεσίβλητων-Διαχειριστών/Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αχ. Αιμιλιανίδης, για τους Εφεσείοντες-Αιτητές.

 

Π. Χατζησάββας με Ε. Ερωτοκρίτου (κα), για τους Εφεσίβλητους-Διαχειριστές-Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το

                      Δικαστή Κ. Παμπαλλή.

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 6 Δεκεμβρίου 1989 απεβίωσε ο Αρχιμήδης Παρασκευαΐδης (ο αποβιώσας).

 

Κληρονόμοι του αποβιώσαντος ήταν η γυναίκα του Ελένη, τα παιδιά τους Ευθύβουλος, Χριστόδουλος και Κώστας. Επίσης κληρονόμοι ήταν ακόμη δυο παιδιά του αποβιώσαντα, ο Μάριος και η Ιωάννα, που απέκτησε με την επί χρόνια συμβία του Χρυστάλλα Ιωάννου.

 

Διαχειριστές της περιουσίας διορίστηκαν, στις 16 Μαρτίου 1990, οι Γιαννάκης Ερωτοκρίτου και Ηρακλής Παπανδρέου. Στο πλαίσιο της διαχείρισης υποβλήθηκε, στις 17 Σεπτεμβρίου 2008, από τους κληρονόμους, σύζυγο Ελένη και τα παιδιά της, αίτηση για παύση των δύο πιο πάνω διαχειριστών και διορισμό σ' αντικατάσταση τους, του Χριστόδουλου Παρασκευαΐδη.

 

Η αίτηση αμφισβητήθηκε από τους διαχειριστές και στις 17 Ιουλίου 2009, το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την αίτηση με το εξής σκεπτικό:

 

"Δεν έχω εντοπίσει καμιά εσκεμμένη παράλειψη (willful neglect) ή παράπτωμα (misconduct) των δύο συνδιαχειριστών ούτως ώστε να ασκήσω τη διακριτική μου ευχέρεια για παύση και αντικατάσταση τους."

 

 

Οι αιτητές - εφεσείοντες αμφισβήτησαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, σ' όλο της το εύρος, με 16 λόγους έφεσης.

 

Οι πλείστοι των λόγων έφεσης θα αντικρισθούν ομαδικά γιατί άπτονται της ορθότητας της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου και την απουσία, από πλευράς πρωτόδικου δικαστηρίου, της χρήσης μαρτυρίας που θα συνέτεινε στην έγκριση του υποβληθέντος αιτήματος για αντικατάσταση των διαχειριστών.

 

Πρωτόδικη Απόφαση

Η "εμπλοκή" των διαχειριστών ήταν στην υπεράσπιση της αγωγής, που καταχώρισε η συμβία του αποβιώσαντος, Χρυστάλλα Ιωάννου (3784/90), διεκδικώντας κληρονομικό μερίδιο από την περιουσία του αποβιώσαντος. Στις 28 Αυγούστου 2002, η αγωγή απορρίφθηκε. Καταχωρήθηκε έφεση που επίσης απορρίφθηκε στις 16 Απριλίου 2004. Αυτή η περίοδος των δεκατεσσάρων χρόνων, χαρακτηρίστηκε ως κενή, αφού δεν μπορούσε να γίνει διανομή, ενόψει της αβεβαιότητας του αριθμού των κληρονόμων. Υπήρχαν και ενστάσεις μεταξύ των δύο διαχειριστών που εκπροσωπούσαν τις δύο οικογένειες. Παρόλες τις δύο προσπάθειες για ν' αντικατασταθεί ο                κ. Παπανδρέου, μετά από αίτημα των παιδιών της συζύγου του αποβιώσαντος, η εκκρεμότητα συνεχίστηκε.

 

Η τρίτη αίτηση που οδήγησε στην εκκαλούμενη απόφαση καταχωρήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου 2008, από τρίτο δικηγόρο, τον           κ. Α. Αιμιλιανίδη, εναντίον αμφοτέρων των διαχειριστών.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη του, όπως καταγράφεται στην απόφαση, την ένορκη δήλωση του Χριστόδουλου Παρασκευαΐδη και την ένσταση με τις δύο ενόρκους δηλώσεις που κατατέθηκαν από τους συνδιαχειριστές.

 

Κατέληξε δε το δικαστήριο, μετά που είχε διεξέλθει το φάκελο ότι,

 

           α) Δεν διαπιστώθηκε εσκεμμένη παράλειψη ή παράπτωμα των διαχειριστών που στόχευε να βλάψει τα συμφέροντα των κληρονόμων. Θεώρησε ότι η αμοιβή είναι συνυφασμένη με την αξία της περιουσίας και ότι η απογραφή δεν                     είχε καταχωρηθεί χωρίς να υπάρχει υπαιτιότητα των διαχειριστών.

 

           β)     Αναφορικά με το παράπονο για την είσπραξη δικηγορικών από τον κ. Ερωτοκρίτου στο πλαίσιο της αγωγής 3784/90, το πρωτόδικο δικαστήριο στηρίχτηκε, για ν' απορρίψει τους προταθέντες ισχυρισμούς στην αναντίλεκτη, όπως τη χαρακτήρισε, ένορκη δήλωση του δικηγόρου κ. Ντίνου Μιχαηλίδη. Η πληρωμή των Λ.Κ.20.000, έγιναν, όπως είναι το εύρημα του δικαστηρίου, με τη συγκατάθεση των κληρονόμων.

 

           γ) Ότι μικρότερο από το ισχυριζόμενο ποσό των Λ.Κ.45.000 κατακράτησε ο κ. Ερωτοκρίτου.

 

           δ)     Αναγνωρίστηκε ότι υπήρξε μεγάλη καθυστέρηση στην καταχώριση απογραφής και διανομή της περιουσίας πλην, όμως, το εύρημα ήταν ότι, οι διαχειριστές δεν ευθύνοντο για την καθυστέρηση. Αιτία ήταν οι διαφορές μεταξύ των δύο κατηγοριών, προερχομένων εντός γάμου και εκτός γάμου, κληρονόμων. Θεώρησε το δικαστήριο ότι οι αιτητές όχι    μόνο δεν συνεργάστηκαν με τους διαχειριστές, αλλά προσπάθησαν ν' αποκρύψουν περιουσιακά στοιχεία. Αντίθετα, τονίστηκε η προσπάθεια των διαχειριστών να εξασφαλίσουν στοιχεία της περιουσίας του αποβιώσαντα, ιδίως των ευρισκομένων στα κατεχόμενα.

 

           ε) Η αγωγή 3784/90 αδρανοποίησε τις ενέργειες των διαχειριστών για 14 χρόνια, χωρίς να υπάρχει υπαιτιότητα των διαχειριστών. Η αναζήτηση περιουσίας στα κατεχόμενα ήταν η αιτία της περαιτέρω καθυστέρησης, ιδίως, επειδή η περιουσία αποτελείτο από μερίδια σε διάφορα κτήματα.

 

           στ)Το δικαστήριο έλαβε υπόψη του επιστολή του προτεινόμενου διαχειριστή προς τους διαχειριστές ότι αδυνατεί να βοηθήσει περαιτέρω στη διεκπεραίωση της διαχείρισης λόγω ασθενείας. Σημειώνεται, όμως, ότι η επιστολή παραλήφθηκε μετά την καταχώριση της αίτησης.

 

           ζ) Τέλος χαρακτήρισε το δικαστήριο την απόκρυψη του θανάτου ενός των αιτητών, 20 ημέρες πριν την εμφάνιση στο δικαστήριο, ως ένδειξη της παντελούς έλλειψης επικοινωνίας μεταξύ των κληρονόμων και των διαχειριστών. Τέλος σημειώνεται ότι ο κ. Παπανδρέου εκπροσωπεί τα εκτός γάμου τέκνα του αποβιώσαντα και τυχόν παύση του θα επηρέαζε τα δικά τους δικαιώματα.

 

Θεωρούμε ιδιαιτέρως σημαντικό ν' ασχοληθούμε, κατ' αρχήν, με το λόγο έφεσης 13.

 

Υπήρξε ισχυρισμός από τους εφεσείοντες ότι, το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε μεροληπτικώς με συνέπεια να παραβιαστεί το δικαίωμα των εφεσειόντων για δίκαιη δίκη.

 

Κατά τη συζήτηση της έφεσης ζητήσαμε από το συνήγορο να προσδιορίσει περαιτέρω το συγκεκριμένο παράπονο του. Ο                     κ. Αιμιλιανίδης είπε ότι, το πρωτόδικο δικαστήριο αποδέχτηκε και έλαβε υπόψη του μαρτυρία, προερχόμενη από την ένορκη δήλωση του κ. Ντίνου Μιχαηλίδη, δικηγόρου, η οποία καταχωρήθηκε μετά που η απόφαση επιφυλάχθηκε, χωρίς να έχουν οι αιτητές τη δυνατότητα να απαντήσουν.

 

Στη σελίδα 7 της εκκαλούμενης απόφασης κάτω από το στοιχείο (β) το πρωτόδικο δικαστήριο όταν εξετάζει το παράπονο των εφεσειόντων αναφορικά με το ύψος των εξόδων που εισέπραξε ο διαχειριστής Γ. Ερωτοκρίτου, σημειώνει:

 

"Αν κάποιος αναγνώσει την ένορκη δήλωση του δικηγόρου                 κ. Ντίνου Μιχαηλίδη (που παραμένει αναντίλεχτη) θα διαπιστώσει ότι στις παραγράφους 10 και 11 αναφέρει τα ακόλουθα:

 

"10....."

"11....."

 

 

Δεν θα μας απασχολήσει το περιεχόμενο των δύο αυτών παραγράφων, σ' αυτό το στάδιο, αλλά η πορεία των πραγμάτων, όπως αυτά καταγράφονται στα πρακτικά και εμφαίνονται από τον ίδιο το φάκελο της υπόθεσης, που αποτελεί τη μόνη πηγή πληροφόρησης ως προς τα διαδραματισθέντα.

 

Στις 25 Ιουνίου 2009 το πρακτικό του δικαστηρίου αναφέρει ότι:

 

"κ. Αιμιλιανίδης Καταθέτω γραπτή αγόρευση. (Διαβάζει)

 

 κ. Χ"Σάββας αγορεύει

.........................

 

Δικαστήριο  Η απόφαση θα δοθεί στις 17.7.2009."

 

 

Η εν λόγω ένορκη δήλωση αναφέρει ότι έγινε στις 25 Ιουνίου 2009.

 

Δεν διαπιστώσαμε να υπάρχει οποιοδήποτε πρακτικό από το οποίο να καταφαίνεται υποβολή αιτήματος, πόσο μάλλον έγκριση του δικαστηρίου για καταχώριση, ειδικώς την ημέρα που η υπόθεση προγραμματίστηκε γι' ακρόαση και αναλώθηκε στις αγορεύσεις των δύο πλευρών.

 

Προς επίρρωση αυτής της θέσης έχουμε διεξέλθει το κείμενο της γραπτής αγόρευσης του κ. Αιμιλιανίδη, για τους αιτητές, και δεν διαπιστώσαμε να γίνεται αναφορά στα γεγονότα που περιγράφονται στην ένορκη δήλωση του κ. Ντίνου Μιχαηλίδη.

 

Το ανησυχητικό, όμως, είναι ότι, η συγκεκριμένη ένορκη δήλωση έγινε αποδεχτή από το πρωτοκολλητείο, την επομένη, δηλαδή                    26 Ιουνίου 2009.

 

Πώς είναι δυνατό το πρωτόδικο δικαστήριο ν' αποδέχεται μαρτυρία, όπως ήταν η ένορκη δήλωση, μετά που επιφυλάχθηκε η απόφαση, χωρίς την παρουσία αμφότερων των πλευρών και χωρίς την παροχή δυνατότητας, είτε προσαγωγής, ενδεχομένως, νέας μαρτυρίας, ή ακόμη σχολιασμού της νέας αυτής μαρτυρίας;

 

Θεωρούμε αυτή την ενέργεια που ακολούθησε ο πρωτόδικος δικαστής όχι μόνο αντικανονική αλλά και μεμπτή. Κατ' αρχήν είχε υποχρέωση να καταγράψει με σαφήνεια πώς και κάτω από ποιες συνθήκες είχε επιτραπεί, αν αυτό έγινε, η καταχώριση νέας              ενόρκου δηλώσεως, μετά τη συμπλήρωση των αγορεύσεων. Είχε υποχρέωση, που δεν τήρησε, να βεβαιώνεται ότι η κάθε πλευρά θα έχει τη δυνατότητα να γνωρίζει και να σχολιάζει, όλη τη μαρτυρία που κατατέθηκε.

 

Ο πρωτόδικος δικαστής όχι μόνο δεν έκαμε τίποτε από τα πιο πάνω, στηρίχθηκε στην ένορκη δήλωση του κ. Ντ. Μιχαηλίδη, για να καταλήξει στα συμπεράσματα του, θεωρώντας την και ως μαρτυρία "αναντίλεχτη".

 

Είμαστε της γνώμης ότι υπήρξε, επί του προκειμένου, σαφής παραβίαση του δικαιώματος των εφεσειόντων για δίκαιη δίκη. Συνεπώς το παράπονο των αιτητών ευσταθεί.

 

Η επιτυχία του πιο πάνω λόγου έφεσης, εκθεμελιώνει το σύνολο της εκκαλούμενης απόφασης, σε βαθμό που δεν προσφέρεται η περαιτέρω εξέταση των υπόλοιπων λόγων, αλλά, ούτε, και αφαιρουμένου αυτού του υποβάθρου, μπορούμε να προχωρήσουμε σε εξέταση της αίτησης, συνεπώς η υπόθεση θα πρέπει να παραπεμφθεί για επανεκδίκαση.

 

Ενόψει του διαρρεύσαντος μεγάλου χρονικού διαστήματος και της εκκρεμότητας της διαχείρισης που άρχισε από το 1989, θα πρέπει να γίνει ο κατάλληλος προγραμματισμός για ταχεία εκδίκαση της εκκρεμούσας αίτησης.

 

 

 

 

 

 

 

 

Η έφεση επιτυγχάνει. Τα έξοδα της έφεσης επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων. Παραμερίζεται επίσης η διαταγή για έξοδα για την πρωτόδικη διαδικασία και θ' ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της αίτησης.

 

 

 

 

 

                                                  ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.                         

 

                             

 

 

                                                  ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.         

          

 

 

 

 

                                                  ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο