ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:A661
(2014) 1 ΑΑΔ 1945
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 277/2009)
10 Σεπτεμβρίου 2014
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]
1. P. & CHR. SEAFOOD EXPRESS LTD,
Εφεσείοντες-Ενάγοντες αρ. 1/Εξ ανταπαιτήσεως Εναγόμενοι αρ. 1
- ΚΑΙ -
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης/Εναγομένης/Εξ ανταπαιτήσεως Ενάγουσας
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2010
1. P. & CHR. SEAFOOD EXPRESS LTD,
2. ΠΑΝΤΕΛΑΚΗΣ ΠΑΤΣΑΛΗ,
3. ΧΡΙΣΤΑΚΗΣ ΠΑΤΣΑΛΗ,
Εφεσείοντες/Ενάγοντες
- ΚΑΙ -
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης/Εναγομένης
ΚΑΙ ΔΙΑ ΑΝΤΑΠΑΙΤΗΣΕΩΣ
ΑΡΧΗ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
Ενάγουσα
- ΚΑΙ -
1. P. & CHR. SEAFOOD EXPRESS LTD,
2. ΠΑΝΤΕΛΑΚΗ ΠΑΤΣΑΛΗ,
3. ΧΡΙΣΤΑΚΗ ΠΑΤΣΑΛΗ,
4. ΜΙΧΑΛΗ ΜΑΣΟΥΡΑ,
Εναγομένων
--------------------------------
Ν. Καλλής για Μ. Γιατρού (κα), για τους Εφεσείοντες.
Κ. Στιβαρού (κα), για την Εφεσίβλητη.
---------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η εφεσίβλητη Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου πέτυχε την υπέρ της έκδοση απόφασης εναντίον των εφεσειόντων επί της ανταπαιτήσεως που ήγειρε στην αγωγή υπ΄ αρ. 649/03 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού. Η εφεσίβλητη Α.Η.Κ. κρίθηκε ότι είχε αποδείξει πλήρως την υπόθεση της εναντίον των εφεσειόντων και εξ ανταπαιτήσεως εναγομένων πρωτοδίκως ως συναδικοπραγούντων, με αποτέλεσμα να εκδοθεί υπέρ της απόφαση για €317.028,47 ως ειδικές αποζημιώσεις με επί πλέον ποσό €7.527,28 επίσης ως ειδικές αποζημιώσεις, πλέον νόμιμο τόκο επί διαφόρων επί μέρους ποσών μέχρι εξοφλήσεως, πλέον έξοδα.
Η αγωγή είχε εγερθεί από την εφεσείουσα 1, εταιρεία που ασχολείται με την εισαγωγή και πώληση κατεψυγμένων ειδών, επιδιώκοντας την έκδοση διαταγμάτων με τα οποία να αποτρεπόταν η Α.Η.Κ. να διακόψει την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στα υποστατικά της μετά τη διαπίστωση επέμβασης σε τέσσερεις μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος. Η αξίωση αυτή διευθετήθηκε εξωδίκως στις 12.4.2006 με την έκδοση σχετικού διατάγματος απαγορευτικού στην Α.Η.Κ. να διακόψει την παροχή του ηλεκτρικού ρεύματος, με τις υπόλοιπες αξιώσεις των εναγόντων για αποζημιώσεις να είχαν αποσυρθεί και απορριφθεί. Παρέμεινε όμως για εκδίκαση η ανταπαίτηση της Α.Η.Κ. για την απόδοση σε αυτή διαφόρων ποσών για ηλεκτρική ενέργεια που, κατά τους ισχυρισμούς της, είχε καταναλωθεί χωρίς να καταγραφεί κατά το διάστημα 1996 με 20.12.2001. Η Α.Η.Κ. θεώρησε ότι η εφεσείουσα εταιρεία μαζί με τρίτα πρόσωπα, τους εφεσείοντες 2 και 3 διευθυντές αυτής, και έτερο πρόσωπο τον Μιχάλη Μασούρα, είχαν συνωμοτήσει ώστε να υπάρξει παράνομη επέμβαση σε μετρητές της Α.Η.Κ., με αποτέλεσμα την ιδιοποίηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά παράβαση τόσο των μεταξύ τους συμβατικών υποχρεώσεων, όσο και των προνοιών του περί Ηλεκτρισμού Νόμου, Κεφ. 170.
Στα υποστατικά της εφεσείουσας εταιρείας υπήρχαν τέσσερεις μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος επ΄ ονόματι της, επί των οποίων έγινε επέμβαση σύμφωνα με τη μαρτυρία του Μιχάλη Παπαδόπουλου, πρώην υπαλλήλου της Α.Η.Κ., Τεχνικού Επιθεωρητή του Κέντρου Ελέγχου και Επιδιόρθωσης Μετρητών και του Χαράλαμπου Ιωάννου, ηλεκτρολόγου μηχανικού, αποφοίτου του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και ηλεκτρολόγου μηχανικού στη Διεύθυνση Εξυπηρέτησης Πελατών στο Γραφείο περιφέρειας Λεμεσού της Α.Η.Κ. Από τη συνδυασμένη αυτή μαρτυρία, το πρωτόδικο Δικαστήριο προέβη σε ευρήματα ότι οι επίδικοι μετρητές παραβιάσθηκαν κατά τον τρόπο που οι μάρτυρες εξήγησαν εφόσον διαπιστώθηκαν φθορές και γδαρσίματα επί των μετρητών, παραβίαση των σφραγίδων τους με αλλοιωμένες ασφάλειες, λεκέδες στο πλαίσιο του αριθμητηρίου του κάθε μετρητή και πλαστές επ΄ αυτών σφραγίδες. Υπήρχαν επανειλημμένες σφραγίσεις και αποσφραγίσεις του καλύμματος του μηχανισμού των μετρητών, υπήρχαν φθορές στις οπές μέσα από τις οποίες διερχόταν το τελάκι για σφράγισμα των μετρητών, ενώ οι αριθμοί που ήταν αποτυπωμένοι στις μεταλλικές σφραγίδες των μετρητών είχαν διαφορετική μορφή από τους αριθμούς που αποτυπώνουν οι τανάλιες σφραγίσματος που είχαν χρησιμοποιηθεί από το εργαστήριο του αρμοδίου τμήματος της Α.Η.Κ.
Πρόσβαση στους μετρητές και την ευθύνη για περιοδικούς ελέγχους είχε μόνο η Α.Η.Κ. Το αποτέλεσμα των επεμβάσεων ήταν η μη καταγραφή της ορθής ποσότητας ηλεκτρικού ρεύματος που καταναλώθηκε και οι μόνοι που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από αυτή τη διαπιστωθείσα επέμβαση ήταν η εφεσείουσα εταιρεία και οι διευθυντές της, στη βάση του συνδυασμού των άρθρων 63 και 64 του Κεφ. 170, τα οποία εναποθέτουν την ευθύνη, κατά μαχητό τεκμήριο, για τη οποιαδήποτε υπεξαίρεση, κατανάλωση ή παράνομη χρήση ηλεκτρισμού στους καταναλωτές στους οποίους είναι τοποθετημένοι οι μετρητές. Όλες οι συσκευές για την μέτρηση της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος παρέχονται και παραμένουν περιουσία της Α.Η.Κ., η οποία είναι και η μόνη υπεύθυνη και αρμόδια για τη συντήρηση, αντικατάσταση, μετακίνηση τους κλπ., με τον καταναλωτή να είναι απλώς υπεύθυνος για να φροντίζει τις συσκευές. Μόνο η Α.Η.Κ. έχει το δικαίωμα να καταγράφει την καταναλωθείσα ποσότητα ηλεκτρικού ρεύματος και κανένα άλλο πρόσωπο δεν έχει δικαίωμα να επεμβαίνει ή να προκαλεί βλάβη σε ηλεκτρική εγκατάσταση.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο βρήκε ότι το μαχητό αυτό τεκμήριο δεν το απέσεισαν οι εφεσείοντες, απορρίπτοντας την αντίθετη θέση του εφεσείοντα 2, η μαρτυρία του οποίου άφησε κακή εντύπωση στο Δικαστήριο, αλλά και τη μαρτυρία του εμπειρογνώμονα των εφεσειόντων Ντίνου Νικολαΐδη, μηχανολόγου μηχανικού, την οποία έκρινε ως μη ικανή να αμφισβητήσει τη μαρτυρία της Α.Η.Κ. που έδειχνε αφενός επέμβαση στους μετρητές, αλλά και, ιδιαιτέρως, την ορθότητα της μεθόδου υπολογισμού κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος, η οποία συναρτάτο κατά τους εμπειρογνώμονες της Α.Η.Κ. με βάση τα δεδομένα της κατανάλωσης του έτους 1992, όταν δεν είχε γίνει οποιαδήποτε επέμβαση στους μετρητές και την κατανάλωση της αντίστοιχης περιόδου για κάθε ένα μετρητή ξεχωριστά, έναντι της αντίστοιχης περιόδου κατά την οποία υπήρξε η επέμβαση και μείωση της καταγραφείσας κατανάλωσης. Έναντι αυτής της μεθοδολογίας των μαρτύρων της Α.Η.Κ., το Δικαστήριο έκρινε ότι ο Νικολαΐδης δεν υποστήριξε, ούτε υπέδειξε οποιαδήποτε άλλη επιστημονική μέθοδο που θα πρόσφερε την ορθή βάση υπολογισμού, ενώ ούτε ο ίδιος προέβη σε κάποιο δικό του υπολογισμό ως προς την κατανάλωση που οφειλόταν στην επέμβαση στους μετρητές.
Οι λόγοι έφεσης είναι εκτεταμένοι, έντεκα τον αριθμό, αλλά στην ουσία όλοι σχετίζονται με την κατ΄ ισχυρισμό λανθασμένη εκ μέρους του πρωτοδίκου Δικαστηρίου αξιολόγηση της μαρτυρίας που δόθηκε με κύριο άξονα το συμπέρασμα του ότι υπήρξε πράγματι επέμβαση επί των μετρητών και την απόρριψη της μαρτυρίας του εμπειρογνώμονα των εφεσειόντων ως προς τον τρόπο υπολογισμού της απώλειας καταγραφής στην κατανάλωση του ηλεκτρικού ρεύματος στα υποστατικά τους.
Η αντίθετη άποψη της εφεσίβλητης Αρχής είναι ότι η πρωτόδικη κρίση είναι ορθή, η αιτιολογία που δόθηκε πρωτοδίκως είναι καταγραμμένη με επάρκεια και η απόρριψη της μαρτυρίας των μαρτύρων των εφεσειόντων ήταν απόλυτα δικαιολογημένη στη βάση και της νομολογίας ότι οι εμπειρογνώμονες παραθέτουν στο Δικαστήριο την επιστημονική τους κρίση, ώστε να καταστεί δυνατό για το Δικαστήριο να εξαγάγει τα δικά του συμπεράσματα.
Είναι καθιερωμένη και αδιαμφισβήτητη η νομολογία που θέλει κριτή της μαρτυρίας να είναι κατ΄ εξοχήν το Δικαστήριο ενώπιον του οποίου διεξάγεται η δίκη, (Σταύρου ν. Χαραλάμπους (2011) 1 Α.Α.Δ. 193). Και αυτό βέβαια για καλό λόγο. Το Δικαστήριο μπορεί να αποτιμήσει την αξιοπιστία των μαρτύρων υπό το φως της ενώπιον του ακροαματικής διαδικασίας στη ζωντανή ατμόσφαιρα της δίκης με όλες τις εκφάνσεις και παραμέτρους της. Ο Δικαστής ο οποίος έχει το ευεργέτημα αυτής της θεώρησης πραγμάτων καλείται κατ΄ αντικειμενικό τρόπο να κρίνει τους συνανθρώπους του αποστασιοποιημένος βέβαια από την υπόθεση, και ενσωματώνοντας το μέτρο εκείνο της αμερόληπτης και λογικής κρίσης που διέρχεται ολόκληρη την κοινωνία με πρόσθετη βέβαια τη νομική κατάρτιση του Δικαστή, (Baloise Insurance Co. Ltd v. Κατωμονιάτη κ.ά. (2008) 1 Α.Α.Δ. 1275).
Τα ανωτέρω δεν οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η αξιολόγηση και τα πρωτόδικα ευρήματα παραμένουν αλώβητα. Επέμβαση είναι δυνατή όταν τα ευρήματα αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή η αξιολόγηση παρουσιάζεται πλημμελής και ανακόλουθη, (Γιάλλουρος κ.ά. ν. Ψύλλα κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 1552).
Έχοντας αναγνώσει με ιδιαίτερη προσοχή τα πρακτικά της πρωτόδικης διαδικασίας και ιδιαιτέρως τις θέσεις των μαρτύρων της εφεσίβλητης Αρχής, κρίνεται ότι οι αιτιάσεις των εφεσειόντων προς ανατροπή της αξιολόγησης, δεν ευσταθούν. Η μαρτυρία του Μιχάλη Παπαδόπουλου, Μ.Ε.1, πιστοποίησε στην ικανοποίηση του Δικαστηρίου το γεγονός της επέμβασης επί των μετρητών και ιδιαιτέρως επί των σφραγίδων αυτών. Όπως εξήγησε εκτός του ότι οι σφραγίδες που ήταν πάνω στους μετρητές όταν τους ήλεγξε ήταν πλαστές, δηλαδή, είχαν γίνει από την τανάλια σφραγίσματος που η αστυνομία ανακάλυψε στη τσάντα του Μιχάλη Μασούρα, του ατόμου, δηλαδή, που ήταν προηγουμένως υπάλληλος της Αρχής και ο οποίος παραδέχθηκε κατηγορηθείς ότι είχε επέμβει σε αριθμό μετρητών μεταξύ των οποίων και αυτών του υποστατικού των εφεσειόντων, υπήρχαν επί του αριθμητηρίου σημάδια από επανειλημμένες προσπάθειες αλλαγής της ένδειξης αυτού. Τα σημάδια αυτά ή οι λεκέδες βρίσκονταν στο εσωτερικό μέρος των μετρητών πάνω στην πλάκα του αριθμητηρίου, αφού προηγουμένως είχαν αποσφραγισθεί οι μετρητές. Η θέση του μάρτυρα ήταν ότι η επέμβαση, η οποία με την πείρα των σαράντα ετών που είχε είναι εύκολο να γίνει μετά την αποσφράγιση, σκοπό είχε τον επηρεασμό της καταγραφείσας ηλεκτρικής ενέργειας με στόχο το οικονομικό όφελος. Το γεγονός ότι ο μάρτυρας δεν μπορούσε να καθορίσει τον χρόνο κατά τον οποίο έγιναν οι επεμβάσεις, που είναι μια μομφή που διατρέχει πολλούς από τους λόγους έφεσης, δεν μπορούσε να επηρεάσει την αξιοπιστία του, ούτε και η απάντηση του ότι δεν ήταν σε θέση να αναφέρει κατά πόσο όντως έγινε επέμβαση στους συγκεκριμένους μετρητές μπορεί να απομονωθεί από την υπόλοιπη μαρτυρία και σαφώς δεν αλλοίωνε τα ευρύτερα δεδομένα της μαρτυρίας του, που έδειχνε ότι όντως υπήρχαν σημάδια από επανειλημμένες προσπάθειες αλλαγής του αριθμητηρίου.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέγραψε με λεπτομέρεια τις επεμβάσεις επί των μετρητών όπως διαπιστώθηκαν από τον μάρτυρα Παπαδόπουλο, όπως αυτός εξήγησε ενδελεχώς στην κυρίως μαρτυρία του, που αποτελείτο και από σχετική δήλωση που κατατέθηκε ως Τεκμήριο Β. Ήταν η θέση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, όπως ήδη αναφέρθηκε, ότι στη βάση των άρθρων 63 και 64 του Κεφ. 170, το μαχητό τεκμήριο που δημιουργείται εναντίον του προσώπου που έχει τη φύλαξη ή τον έλεγχο των μετρητών δεν ανετράπη εφόσον οι διαπιστώσεις του Παπαδόπουλου φανέρωναν χωρίς αμφιβολία «επέμβαση που στόχευε σε παρεμπόδιση της ορθής καταγραφής της ενέργειας που καταναλωνόταν με τελικό στόχο την κλοπή.». Έλαβε υπόψη ταυτόχρονα τα παραδεκτά γεγονότα του Τεκμηρίου Α, ότι οι επίδικοι μετρητές πριν την εγκατάσταση τους είχαν ελεγχθεί και σφραγισθεί, ότι όλοι βρίσκονταν στην κατοχή και έλεγχο των εφεσειόντων και ότι η εξέταση τους διαπίστωσε επέμβαση, δηλαδή, παραβίαση με πλαστές σφραγίδες και φθορές με αλλοιωμένες ασφάλειες.
Το γεγονός ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν ανεφέρθη ρητά στο κείμενο της μαρτυρίας του Παπαδόπουλου ότι δεν γνώριζε τον χρόνο της επέμβασης, δεν καθιστά προβληματική την κρίση του δεδομένου ότι το Δικαστήριο εύλογα απεδέχθη ότι πράγματι είχε γίνει επέμβαση, ενώ πολύ ορθά και η εφεσίβλητη Αρχή στο δικό της περίγραμμα αναδεικνύει το αβάσιμο του επιχειρήματος εφόσον, όπως είχε καταθέσει ο Παπαδόπουλος, κάποιος άλλος με στοιχεία, όπως τις καταναλώσεις, θα μπορούσε να προβεί στον χρονικό αυτό υπολογισμό. Αυτός ο «κάποιος άλλος» ήταν ο Χαράλαμπος Ιωάννου, Μ.Ε.2, ο οποίος, όπως θα εξηγηθεί στη συνέχεια, στη βάση της μεθοδολογίας που ακολούθησε, προσδιόρισε το χρόνο της επέμβασης. Ούτε και η θέση του Παπαδόπουλου ότι δεν γνώριζε αν όντως υπήρξε επέμβαση στο αριθμητήριο των συγκεκριμένων μετρητών (σελ. 8 των πρακτικών), μπορεί να ιδωθεί κατ΄ απομόνωση διότι το γεγονός παραμένει ότι από το σύνολο της μαρτυρίας του ήταν σαφές ότι υπήρξε επέμβαση και ότι είναι πολύ εύκολο από τη στιγμή που ανοίγει κάποιος τον μετρητή να γυρίσει πίσω το αριθμητήριο. Άλλωστε εντόπισε λεκέδες από επανειλημμένες προσπάθειες επέμβασης, γεγονός που παρέμεινε στην ουσία αναντίλεκτο.
Η μαρτυρία του επόμενου μάρτυρα Χαράλαμπου Ιωάννου, Μ.Ε.2, επίσης έγινε αποδεκτή και δεν διαπιστώνεται οτιδήποτε το λανθασμένο σ΄ αυτή την αξιολόγηση δεδομένου ότι, όπως εξήγησε ο μάρτυρας, η μεθοδολογία που χρησιμοποίησε για τον υπολογισμό της μη καταγραφείσας κατανάλωσης, όπως προβλέπεται και από τη νομοθεσία, μπορούσε να βασιστεί στην ιστορική μέθοδο, δηλαδή, στο ιστορικό των καταναλώσεων χωρίς να ήτο αναγκαίο να εξεταστεί με λεπτομέρεια η βάση των εγκαταστάσεων, τα φορτία και οι ώρες λειτουργίας, που είναι ο άλλος τρόπος ή μεθοδολογία υπολογισμού, που δεν επιλέγηκε από τον μάρτυρα. Ο μάρτυρας εξήγησε επίσης ότι είχαν ζητηθεί στοιχεία από τους εφεσείοντες, οι οποίοι ουδέποτε τα παρουσίασαν ή τα παρουσίασαν ελλειμματικά, ενώ η έναρξη της επέμβασης ήταν προφανής διότι από την εμπειρία του παρουσιάζεται μια δραστική διαφοροποίηση στις καταναλώσεις όταν αρχίζει η επέμβαση. Το πότε άρχισε η επέμβαση εξάγεται από το ιστορικό των καταναλώσεων, το οποίο εξήγησε με τη γραφική παράσταση που κατέθεσε στο Δικαστήριο με τελευταία καταγραφείσα ένδειξη την ημέρα της διαπίστωσης της επέμβασης που αφορούσε την περίοδο 15.11.2001 με 20.12.2001. Σε εκείνη την περίοδο, η κατανάλωση, που δεν είχε επηρεαστεί από την επέμβαση, ήταν πολλαπλάσια των προηγουμένων περιόδων που ήταν μεγαλύτερες. Αυτή η τεράστια κατανάλωση των τελευταίων 35 ημερών δεν μπορούσε, κατά τον μάρτυρα, να ερμηνευθεί με κανένα άλλο τρόπο είτε με πρόσθεση ή λειτουργία επί πλέον φορτίων, είτε από επηρεασμό κλιματολογικών συνθηκών σε τέτοιο βαθμό που να παρουσίαζαν οι μετρητές λανθασμένες ενδείξεις.
Έναντι αυτής της μαρτυρίας το Δικαστήριο απέρριψε τη μαρτυρία Νικολαΐδη, την οποία βρήκε γενική και αόριστη, χωρίς την παρουσίαση συγκεκριμένης δικής του εκτίμησης για την απώλεια του ηλεκτρικού ρεύματος και τι αυτό σήμαινε ως προς τον υπολογισμό της ζημιάς που προηγήθηκε στην εφεσίβλητη Αρχή. Η ορθότητα της μεθόδου υπολογισμού της κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος όπως επεξηγήθηκε από τον μάρτυρα Ιωάννου εκ μέρους της Α.Η.Κ. δεν αμφισβητήθηκε στην ουσία από τον Νικολαΐδη, ο οποίος «εντέχνως .. και όχι τυχαίως», ως κατέγραψε το Δικαστήριο, δεν αντιπρότεινε άλλο ορθό ή ορθότερο υπολογισμό, παραμένοντας στην άποψη ότι υπήρχε σφάλμα στη μεθοδολογία της Α.Η.Κ., επικαλούμενος όρο των Γενικών Όρων Παροχής, εδράζοντας τις όποιες εκτιμήσεις του «αβασάνιστα» και «a priori» στα στοιχεία που του παρέθεσαν οι εφεσείοντες εντολοδόχοι του, χωρίς όμως να ελέγξει την ορθότητα τους.
Οι επικρίσεις αυτές του Δικαστηρίου επέφεραν αντίστοιχες επικρίσεις σε διάφορους λόγους έφεσης. Και εδώ η νομολογία επί της θεώρησης μαρτυρίας εμπειρογνωμόνων είναι σαφής. Αναμένεται από τον εμπειρογνώμονα να καταθέσει όλα εκείνα τα δεδομένα προς υποβοήθηση του Δικαστηρίου, το οποίο παραμένει βέβαια τελικός κριτής επιφορτισμένο με το έργο να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα και ευρήματα, (Νικολάου ν. Σταύρου (1992) 1 Α.Α.Δ. 746, Phipson on Evidence 14η έκδ. παρ. 32-14 και Muskita Aluminium Industries Ltd κ.ά. ν. Alsako Aluminium Ltd κ.ά. (2009) 1 Α.Α.Δ. 1481).
Και εδώ δεν διαπιστώνεται λόγος επέμβασης στην πρωτόδικη αξιολόγηση. Εξέταση της μαρτυρίας Νικολαΐδη, όπως αυτή αποτυπώθηκε στα πρακτικά, αποκαλύπτει το εύλογο της απόρριψης της μαρτυρίας του από το Δικαστήριο. Πιεσθείς στην αντεξέταση, στην ουσία δεν αμφισβήτησε εν τέλει τα δεδομένα που έλαβε η Αρχή το 1992 για τον προσδιορισμό του λόγου «λ» που χρησιμοποιήθηκε για τον υπολογισμό της απώλειας της κατανάλωσης. Δεν εξήγησε με σαφήνεια ή επάρκεια το λόγο διαφωνίας του με την έκθεση του εμπειρογνώμονα της Αρχής, Χαράλαμπου Ιωάννου, και δεν μπόρεσε να τοποθετηθεί κατά συγκεκριμένο τρόπο ποια σημεία της έκθεσης Ιωάννου ήταν λανθασμένα, εστιάζοντας τελικώς στην προσοχή του όχι τόσο στα δεδομένα τα οποία αρχικώς αμφισβήτησε χωρίς ιδιαίτερη εξήγηση, όσο στη μέθοδο υπολογισμού. Όπως ήδη ανεφέρθη και προηγουμένως, δεν ήταν ο μάρτυρας σε θέση να εισηγηθεί οποιαδήποτε άλλη μεθοδολογία πλέον αρμόζουσα υπό τις περιστάσεις. Μάλιστα, ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έψεξε τον μάρτυρα ως προς τη θέση του ότι θα ήταν άδικος αν εισηγείτο κάποιο υπολογισμό, παραγνωρίζοντας ταυτόχρονα ότι ήταν στην ουσία άδικος και έναντι της Αρχής, η οποία είχε προβεί διά του μάρτυρα της σε συγκεκριμένους υπολογισμούς για την απώλεια στην κατανάλωση.
Περαιτέρω, δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει με ακρίβεια την διαφοροποίηση στην κατανάλωση, είχε δεχθεί πράγματι τις εξηγήσεις που του είχαν δώσει οι εφεσείοντες σε σχέση με αλλαγές στον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης τους από χοντρικό σε λιανικό εμπόριο και αλλαγές στις ώρες λειτουργίας των θαλάμων και εγκατάσταση νέων. Όμως δεν ήταν σε θέση να πει πόσο θα αυξανόταν η κατανάλωση λόγω των πιο πάνω αλλαγών, ενώ δεν μπόρεσε ούτε να εξηγήσει γιατί παρά το δεδομένο ότι το απόθεμα εμπορευμάτων για τα έτη 2000 και 2001, ήταν περίπου το ίδιο, η κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος για περίοδο 35 ημερών, 15.11.2001 με 20.12.2001, είχε τριπλασιαστεί.
Αλλά και η μαρτυρία του Παντελάκη Πατσαλή, Μ.Υ.1, απερρίφθη ευλόγως από το Δικαστήριο, έχοντας υπόψη και τη μαρτυρία του Παναγιώτη Κολοκοτρώνη, Μ.Υ.2, λογιστή-ελεγκτή που κατέθεσε τους ελεγμένους λογαριασμούς των εφεσειόντων για τα έτη 1996-2001 και του Μάρκου Παπακώστα, Μ.Υ.3, που κατέθεσε ότι το 1996 είχε αναλάβει εκ μέρους των εφεσειόντων εργασίες κατεδάφισης των παλιών θαλάμων που ήταν εγκατεστημένοι από την προηγούμενη εταιρεία-ιδιοκτήτη Χαμπουλλά. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέρθηκε περιεκτικά στη μαρτυρία του κρίνοντας, ευλόγως, ότι η αλλαγή στον τρόπο διατήρησης των ψυγείων-θαλάμων και η αλλαγή από χονδρική σε λιανική πώληση δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν την αυξημένη κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος. Το Δικαστήριο κατέγραψε τα δεδομένα των πωλήσεων του 2001 και του 2002 και του αντιστοίχου κέρδους, καθώς και της κατανάλωσης και είχε υπόψη του τα όλα δεδομένα, καταλήγοντας στα ευρήματα και τις διαπιστώσεις του.
Εν τέλει η απόφαση του Δικαστηρίου ήταν εύλογη και επιτρεπτή στα όλα δεδομένα της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιον του. Είναι υπόψη του Εφετείου και η παρόμοια υπόθεση Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ν. D & A Charalambous (Frozen Food) Limited, Πολ. Έφ. αρ. 270/2008, ημερ. 15.3.2012, αλλά και η συναφής Ανδρέα Διαβαστού ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, Πολ. Έφ. αρ. 35/2009, ημερ. 4.10.2012, όπου παρόμοια επιχειρηματολογία εναντίον της αποδοχής της μεθοδολογίας υπολογισμού κατανάλωσης ηλεκτρικού ρεύματος που δεν καταγράφηκε, απερρίφθη με υιοθέτηση του μαχητού τεκμηρίου που δημιουργείται από το άρθρο 64 του Κεφ. 170 και την εναπόθεση βάρους επί του καταναλωτή που έχει υπό την ευθύνη του τους μετρητές ηλεκτρικού ρεύματος. Η παρόμοια μαρτυρία που είχε προσαχθεί από την Αρχή και η οποία επίσης κρίθηκε αξιόπιστη, επέβαλλε την έκδοση απόφασης υπέρ της στην απουσία ικανοποιητικών λόγων ή εξηγήσεων αναφορικά με τη δημιουργηθείσα, αλλά μη καταγραφείσα, κατανάλωση. Απερρίφθη επίσης ισχυρισμός περί αντισυνταγματικότητας του όρου 15 των Γενικών Όρων Παροχής Ηλεκτρισμού.
Η έφεση δεν έχει έρεισμα και απορρίπτεται με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ της εφεσίβλητης Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, ως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ