ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Αλέξανδρος Ταλιαδώρος, μαζί με Γιάννη Καραμανώλη και Λίτσα Χρίστου (κα), για Δρα Κ. Χρυσοστομίδη amp;amp;amp; Σία Δ.Ε.Π.Ε., Παπαχαραλάμπους amp;amp;amp; Αγγελίδη Δ.Ε.Π.Ε και Νικολαΐδη amp;amp;amp; Στυλιανού Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές. Δημήτρης Παπαδόπουλος, μαζί με Μύρια Χάματσου (κα), για τους Καθ' ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-09-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο FOKIA LIMITED κ.α. ν. ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΤΔ, Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/2014, 11/9/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:D668

(2014) 1 ΑΑΔ 1974

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

  (Πολιτική Αίτηση Αρ. 114/2014)

 

11 Σεπτεμβρίου, 2014

 

 

(Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.)

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤO  ΑΡΘΡO  155.4  ΤΟΥ  ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ  ΤΗΣ  ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,  ΤΑ  ΑΡΘΡΑ  3,  5,  9,  11  &  15  ΤΟΥ  ΠΕΡΙ  ΑΠΟΝΟΜΗΣ  ΤΗΣ  ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ  (ΠΟΙΚΙΛΑΙ  ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ)  ΝΟΜΟΥ  ΤΟΥ  1964  (Ν. 33/64)

ΚΑΙ  ΤΟ  ΑΡΘΡΟ  19  ΤΟΥ  ΠΕΡΙ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ  ΝΟΜΟΥ

ΤΟΥ  1960  (Ν. 14/60)

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΑΙΤΗΣΗ  ΜΕ  ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ  ΤΩΝ

(1)  FOKIA  LIMITED,  (2)  DEMOHA  LIMITED,

(3)  ΓΙΩΡΓΟΥ  ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,  (4)  ΧΑΡΗ  ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ

&  (5)  ΙΩΑΝΝΗ  ΒΡΑΧΙΜΗ  ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΥ  ΥΠΟ  ΤΗΝ

ΕΜΠΟΡΙΚΗ  ΕΠΩΝΥΜΙΑ  "JMV  Q.SSERVICES",  ΑΠΟ  ΤΗ

ΛΕΥΚΩΣΙΑ,  ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΕΚΔΟΣΗ  ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ  ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ  ΤΗΣ  ΦΥΣΗΣ  CERTIORARI  ΚΑΙ  PROHIBITION

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ  ΑΠΟΦΑΣΗ  (EX  TEMPORE)  ΤΟΥ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ  ΕΛΕΓΧΟΥ  ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΝ  ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,  Η  ΟΠΟΙΑ  ΕΚΔΟΘΗΚΕ  ΣΤΙΣ  27.5.2014  ΣΤΙΣ  ΣΥΝΕΝΩΜΕΝΕΣ  ΑΙΤΗΣΕΙΣ  ΑΡ.  Ε100/2009,  Ε106/2009,  Ε117/2009,  Ε118/2009  &  Ε170/2009

 

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ  ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ  ΔΗΜΟΣΙΑ  ΛΤΔ,

Αιτητών,

ΚΑΙ

 

FOKIA  LIMITED  ΚΑΙ  ΑΛΛΩΝ,

Καθ' ων η Αίτηση.

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΑΠΟΦΑΣΗ  ΗΜΕΡ.  24.6.2014  ΤΟΥ  ΑΝΩΤΑΤΟΥ  ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ  ΚΥΠΡΟΥ  (Γ.Ν.  ΓΙΑΣΕΜΗ,  ΔΙΚΑΣΤΗ),  ΣΤΗ  ΜΟΝΟΜΕΡΗ  ΑΙΤΗΣΗ  ΑΡ.  108/2014,  ΜΕ  ΤΗΝ  ΟΠΟΙΑ  ΧΟΡΗΓΗΘΗΚΕ  ΑΔΕΙΑ  ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ  ΤΗΣ  ΠΑΡΟΥΣΑΣ  ΑΙΤΗΣΗΣ  ΜΕ  ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ  ΓΙΑ  ΤΗΝ  ΕΚΔΟΣΗ  ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ  ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ  ΤΗΣ  ΦΥΣΗΣ   CERTIORARI  ΚΑΙ  PROHIBITION

 

KAI

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ  ΜΕ  ΤΗΝ  ΑΙΤΗΣΗ  ΜΕ  ΕΙΔΟΠΟΙΗΣΗ  ΤΩΝ:

 

     1.  FOKIA  LIMITED,

     2.  DEMOHA  LIMITED,

     3.  ΓΙΩΡΓΟΥ  ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ,

     4.  ΧΑΡΗ  ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

5.  ΙΩΑΝΝΗ  ΒΡΑΧΙΜΗ,  ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΥ  ΥΠΟ  ΤΗΝ

               ΕΜΠΟΡΙΚΗ  ΕΠΩΝΥΜΙΑ  "JMV  Q.SSERVICES",

Αιτητών-Καθ' ων η Αίτηση,

ΚΑΙ

 

ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ  ΕΤΑΙΡΕΙΑ  ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ  ΔΗΜΟΣΙΑ  ΛΤΔ,

Καθ' ων η Αίτηση-Αιτητών.

 

_________________________

 

Αλέξανδρος Ταλιαδώρος, μαζί με Γιάννη Καραμανώλη και Λίτσα Χρίστου (κα), για Δρα Κ. Χρυσοστομίδη & Σία Δ.Ε.Π.Ε., Παπαχαραλάμπους & Αγγελίδη Δ.Ε.Π.Ε και Νικολαΐδη & Στυλιανού Δ.Ε.Π.Ε., για τους Αιτητές.

Δημήτρης Παπαδόπουλος, μαζί με Μύρια Χάματσου (κα), για τους Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

 

ΑΠΟΦΑΣΗ

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η Κτηματική Εταιρεία Χατζηκυριάκου Δημόσια Λίμιτεδ, καθ' ων η αίτηση, καταχώρισε τον Ιούνιο του 2009 πέντε αιτήσεις έξωσης ισάριθμων προσώπων, φυσικών και νομικών, από αντίστοιχο αριθμό υποστατικών της στο κτηριακό συγκρότημα Χατζηκυριάκειο ΙΙΙ, το οποίο βρίσκεται στην οδό Θεμιστοκλή Δέρβη, στη Λευκωσία.  Η ακρόαση των συνενωθεισών, στο μεταξύ, αιτήσεων άρχισε στις 12.2.2014, ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λευκωσίας.  Πρώτος μάρτυρας εκ μέρους της εταιρείας κατέθεσε ο κ. Δημήτρης Δημάδης.  Η μαρτυρία του ολοκληρώθηκε στις 16.5.2014.  Είναι μερικώς γνωστό το περιεχόμενό της, αλλά εκείνο που ενδιαφέρει εδώ είναι η αναφορά του ότι είναι ο Πρόεδρος του οκταμελούς Διοικητικού Συμβουλίου της εν λόγω εταιρείας.

 

Η ακρόαση των αιτήσεων θα συνέχιζε στις 27.5.2014, με τη λήψη της μαρτυρίας του επόμενου μάρτυρα για την εταιρεία.  Κατ' εκείνην την ημερομηνία, οι δικηγόροι των καθ' ων η αίτηση, αιτητών στην παρούσα διαδικασία, ήγειραν προφορικά αίτημα εξαίρεσης της Προέδρου του Δικαστηρίου από την εκδίκαση των αιτήσεων.  ΄Οπως αναφέρθηκε, είχαν πληροφορηθεί, λίγες μέρες προηγουμένως, ότι ο κ. Δημάδης ήταν εν ενεργεία Πάρεδρος του Δικαστηρίου εκείνου και είχε συμμετάσχει, υπό την ιδιότητά του αυτή, μαζί με την Πρόεδρό του στο χειρισμό διαφόρων υποθέσεων.  Σε μια περίπτωση, στις 20.5.2014, συμμετείχε στη σύνθεση του εν λόγω Δικαστηρίου, μαζί και η Πρόεδρος, για την έκδοση απόφασης εκ συμφώνου.

 

Το εγερθέν ως άνω αίτημα εξετάστηκε σε ακρόαση στις 27.5.2014 και αποφασίστηκε αυθημερόν.  Κατ' αυτήν, οι συνήγοροι των αιτητών, αφού επεσήμαναν το πιο πάνω γεγονός, εισηγήθηκαν ότι η ιδιάζουσα, όπως την χαρακτήρισαν, σχέση, η οποία υφίστατο, εξ αυτού, μεταξύ της Προέδρου του Δικαστηρίου και του Παρέδρου του, κ. Δημάδη, παραβίαζε την αρχή της αντικειμενικής αμεροληψίας, η οποία θα πρέπει να φαίνεται ότι διέπει κάθε δικαστήριο.  Η δε διαφύλαξή της είναι αναγκαία, προς διασφάλιση του θεμελιακού δικαιώματος κάθε προσώπου να τυγχάνει δίκαιης δίκης. 

 

Η πιο πάνω εισήγηση ορθώς βρήκε έρεισμα στο ΄Αρθρο 30.2 του Συντάγματος και στο ΄Αρθρο 6(1) της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, η οποία έχει κυρωθεί με τον ομώνυμο Νόμο του 1962, (Ν. 39/62).  Βασίστηκε, επίσης, σε δύο πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι οποίες αφορούσαν σε παρόμοιας φύσεως, με την παρούσα, διαδικασία.  Πρόκειται για τις υποθέσεις Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ (Αρ. 1) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1050 και Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ (Αρ. 3) (2004) 1 Α.Α.Δ. 1676

 

Συγκεκριμένα, οι πιο πάνω υποθέσεις αφορούσαν στην ίδια περίπτωση.  Στην πρώτη, είχε δοθεί άδεια για καταχώριση αίτησης προς έκδοση ενταλμάτων certiorari και prohibition, η οποία, όμως, αίτηση, ακολούθως, απερρίφθη για δικονομικό λόγο.  Κατά την επανάληψή της ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου με άλλη σύνθεση, εισήγηση όπως αυτή που υποβάλλεται με την παρούσα αίτηση έγινε, τελικώς, αποδεκτή και εκδόθηκαν τα αιτηθέντα προνομιακά εντάλματα.  Σε εκείνες τις υποθέσεις, είχε ζητηθεί η εξαίρεση της Προέδρου του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών από την εκδίκαση υπόθεσης, στην οποία ο αιτητής ήταν πρόσωπο που, στο πρόσφατο παρελθόν, παρακαθόταν μαζί της στο εν λόγω Δικαστήριο ως Πάρεδρος.

 

Στην προσβαλλόμενη απόφαση, η ευπαίδευτη Δικαστής εξέτασε το προαναφερθέν αίτημα των αιτητών, όπως, επίσης, και την πιο πάνω νομολογία, καθώς και άλλη σχετική επί του θέματος νομολογία, όπως οι υποθέσεις Πίτσιλλος ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1994) 1 Α.Α.Δ. 268 και Σοφοκλέους ν. Ταβελούδη κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 837.  Διέκρινε την ενώπιόν της υπόθεση από τις πρώτες δύο, ανωτέρω, στη βάση του διαφορετικού ρόλου των Παρέδρων σε κάθε ένα από τα εν λόγω Δικαστήρια.  ΄Οπως επεσήμανε, στην περίπτωση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, ο ρόλος τους είναι συμβουλευτικός και, σε περίπτωση διαφωνίας, αυτή δεν είναι δεσμευτική για τον Πρόεδρο· απλώς, καταγράφεται στην απόφασή του.  Αντίθετα, οι Πάρεδροι του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών δύνανται, αν διαφωνούν με τον Πρόεδρό του, να εκδώσουν δική τους απόφαση.  Ως εκ τούτου, απέρριψε το αίτημα για εξαίρεσή της, με αποτέλεσμα την καταχώριση της παρούσας διαδικασίας.

 

Η απόδοση σε εκδικάζον δικαστήριο έλλειψης αμεροληψίας, στα πλαίσια μιας υπόθεσης, είναι αυτονόητο ότι θέτει, συγχρόνως, σε αμφιβολία την εμπιστοσύνη του διαδίκου, ο οποίος εγείρει ένα τέτοιο θέμα, προς το εν λόγω δικαστήριο· προφανώς, υπό την άποψη ότι, σε τέτοια περίπτωση, η υπόθεσή του δε θα κριθεί δίκαια.  ΄Οταν εγείρεται, λοιπόν, θέμα αμεροληψίας, είναι ορθό αυτό να εξετάζεται αμέσως, ώστε να μην επικρέμεται μια τέτοια σοβαρή αμφιβολία, διαρκούσης της δίκης, (βλ. Metropolitan Properties, Ltd v. Lannon (1968) 3 All E.R. 304).  Βέβαια, ο κριτής, στο στάδιο εκείνο, είναι ο ίδιος ο Δικαστής του οποίου αμφισβητείται η αμεροληψία.

 

Αν η απόφαση του δικαστηρίου, σχετικά, είναι απορριπτική, δεδομένου ότι πρόκειται για πρωτόδικη απόφαση, επαφίεται στο διάδικο ο οποίος έχει εγείρει το θέμα να την προσβάλει ενώπιον ανώτερου δικαστηρίου, το οποίο κέκτηται δικαιοδοσία να επιληφθεί.  Στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτητές, καθ' ων η αίτηση πρωτοδίκως, επέλεξαν την οδό του ελέγχου της επίδικης απόφασης, επικαλούμενοι προς τούτο τη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος.  Συγκεκριμένα, με την παρούσα αίτησή τους, ζητούν την έκδοση προνομιακών ενταλμάτων του τύπου certiorari και prohibition, επιδιώκοντας την ακύρωση του αποτελέσματος της προσβαλλόμενης απόφασης και, περαιτέρω, την έκδοση διαταγής, με την οποία να εμποδίζεται η Πρόεδρος του Δικαστηρίου να συνεχίσει να μετέχει στην ακρόαση των υπό αναφορά αιτήσεων. 

 

Στην υπόθεση Τζιεννάρο Περρέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ουσιαστικά, διαπιστώνοντας τη φύση της εν λόγω δικαιοδοσίας, αναφέρει, στη σελίδα 701, τα εξής:-

 

«Η εμβέλεια του προνομιακού εντάλματος certiorari, όπως την αναγνώρισε τελικά η σύγχρονη αγγλική νομολογία, παρέχει δυνατότητα για άσκηση ελέγχου από ανώτερο προς κατώτερο δικαστήριο - όχι όμως αναθεώρηση της ορθότητας της απόφασης του κατώτερου δικαστηρίου - με προοπτική την επέμβαση, είτε όπου το κατώτερο δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του ή την υπερέβη είτε όπου προκύπτει στην όψη του 'πρακτικού' της απόφανσης του κατώτερου δικαστηρίου προφανές νομικό λάθος έστω και αν αυτό δεν άπτεται της δικαιοδοσίας.  ...»

 

 

 

Με δεδομένες τις πιο πάνω αρχές, οι καθ' ων η αίτηση εισηγήθηκαν ότι, εν πάση περιπτώσει, στην προκειμένη περίπτωση, οι αιτητές θα έπρεπε να είχαν προσβάλει την πρωτόδικη απόφαση με έφεση· η δυνατότητα αυτή παρέχεται από το σχετικό Νόμο.  ΄Αλλως πως, εφόσον εμμένουν ότι η πορεία που επέλεξαν είναι η ορθή, δεν απέδειξαν ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, οι οποίες να δικαιολογούν την εν λόγω επιλογή.  Στην υπόθεση Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, υιοθετώντας σχετική αναφορά στους Halsbury's Laws of England, 4η έκδοση, Τόμος 1(ι), σελίδα 94, παράγραφος 61, παρατηρεί, στη σελίδα 1477, πως το κριτήριο για διαπίστωση αν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις εντοπίζεται στο «κατά πόσο η εναλλακτική θεραπεία δεν είναι τόσο βολική, επωφελής και αποτελεσματική», και προσθέτει, στη σελίδα 1478, ότι:  «΄Οπως έχει τονιστεί επανειλημμένα δεν είναι δυνατός ο προκαθορισμός του τι συνιστά εξαιρετική περίσταση.  Αυτό κρίνεται με βάση τα περιστατικά της κάθε περίπτωσης.»

 

Η επίκληση, λοιπόν, της πιο πάνω δικαιοδοσίας δικαιολογείται μόνο όταν δεν υπάρχει άλλο σύνηθες ένδικο μέσο, διά του οποίου να μπορεί να ελεγχθεί η υπό αμφισβήτηση απόφαση, με προοπτική την απόδοση ικανοποιητικής θεραπείας, ή, αν υπάρχει άλλο ένδικο μέσο, όταν συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, από τις οποίες καταδεικνύεται πως δε θα είναι δυνατό να αποδοθεί ουσιαστική δικαιοσύνη, παρά μόνο μέσω της έκδοσης προνομιακών ενταλμάτων.  Εξετάζοντας, συναφώς, και το θέμα του χρόνου, που, πολλές φορές, εγείρεται ρητώς, ή υποβόσκει μέσα από την αντίληψη πως η δικαιοδοσία δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος ασκείται με πιο ταχύ ρυθμό, θα πρέπει να τονιστεί ότι η αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν αποτελεί ένδικο μέσο ταχείας εκδίκασης μιας υπόθεσης.  Μπορεί να την επικαλεστεί, μεταξύ άλλων, και ένας διάδικος προερχόμενος από δικαστική διαδικασία, όπως έχει προαναφερθεί, όταν δεν παρέχεται από το Νόμο άλλος τρόπος ελέγχου της, ή, αν παρέχεται, όταν δεν προσφέρεται, μέσω αυτού, η επιθυμητή, υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης, θεραπεία.  Αυτή είναι η περίπτωση, που μπορεί να θεωρηθεί ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, ώστε να δικαιολογείται η επίκληση της προαναφερθείσας πρωτόδικης δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Τέτοια θεωρήθηκε ότι ήταν η περίπτωση στην υπόθεση A. Elia & Co. Ltd (Αρ. 1) (1999) 1 Α.Α.Δ. 135, όπου η τελική απόφαση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων δόθηκε από διαφορετική σύνθεση Παρέδρων, όχι εκείνην που την εκδίκασε.  Δόθηκε άδεια για certiorari.

 

Ο περί Ενοικιοστασίου Νόμος του 1983, (Ν. 23/1983), όπως έχει τροποποιηθεί, προβλέπει για το θέμα του ελέγχου των πρωτόδικων αποφάσεων του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων τα εξής στο άρθρο 7:-

 

«Οιαδήποτε απόφασις ληφθείσα υπό του Δικαστηρίου υπόκειται, εντός τεσσαράκοντα δύο ημερών από της ημέρας της εκδόσεώς της, εις έφεσιν ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»

 

 

 

Περαιτέρω, ο Κανόνας 14(α) των περί Ενοικιοστασίου Διαδικαστικών Κανονισμών του 1983, όπως έχουν τροποποιηθεί, προβλέπει ότι:-

 

«Απόφαση του Δικαστηρίου υπόκειται σε έφεση με υπόμνημα σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 7 του νόμου».

 

 

 

Με τις πιο πάνω πρόνοιες, διασφαλίζεται, προς όφελος διαδίκου ενώπιον του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων, δικαίωμα ελέγχου κάθε απόφασης του εν λόγω Δικαστηρίου από το Ανώτατο Δικαστήριο, μέσω έφεσης.  Στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχει καταδειχθεί κάποιος λόγος, με τον οποίο να εξηγείται γιατί οι αιτητές δε χρησιμοποίησαν το ένδικο μέσο της έφεσης, προκειμένου να προσέβαλλαν το λανθασμένο, όπως διατείνονται, της επίδικης απόφασης.  Ειδικότερα, αυτοί δεν έχουν καταδείξει την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων, που θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν την υποβολή της παρούσας αίτησης, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4.  Συγκεκριμένα, δεν έχουν καταδείξει γιατί δε θα μπορούσε να αποδοθεί, στα πλαίσια έφεσης ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, θεραπεία τέτοια, η οποία να είχε ως κατάληξη να τεθούν οι υπό αναφορά συνεκδικαζόμενες αιτήσεις ενώπιον άλλου Προέδρου του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων.  Υπό το φως της πιο πάνω κατάληξης, η παρούσα αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει. 

 

Εκ περισσού, πλέον, όμως, επειδή, από την πλευρά των αιτητών, η έμφαση ετέθη στο ότι, στην προκειμένη περίπτωση, τα γεγονότα καταδεικνύουν, χωρίς να αφήνεται οποιαδήποτε αμφιβολία, τη μη ύπαρξη από μέρους της Προέδρου αντικειμενικής αμεροληψίας, κρίνω ορθό να παρατηρήσω τα εξής:  Το κριτήριο της διαπίστωσης αντικειμενικής αμεροληψίας είναι αυτό που έχει διατυπωθεί στην υπόθεση Κυπριακό Διυλιστήριο Πετρελαίου Λτδ (Αρ. 3), πιο πάνω, στη σελίδα 1684, δηλαδή:-

 

«... κατά πόσο, σε συγκεκριμένη περίπτωση, ως εκ της συμμετοχής συγκεκριμένου Δικαστή στη διαδικασία, δημιουργείται δικαιολογημένη εντύπωση ύπαρξης πιθανότητας προκατάληψης από το Δικαστή στο νου του μέσου εχέφρονα πολίτη, εφόσον γνωρίζει τα γεγονότα.  Εικασίες και καχυποψίες μόνο δεν είναι αρκετές.»

 

 

 

Στην προκειμένη περίπτωση, η θέση, εκ μέρους των αιτητών, αναφέρει ότι, μεταξύ της Προέδρου του Δικαστηρίου και του κ. Δημάδη, υπήρχε ιδιάζουσα σχέση, εκ του γεγονότος ότι ο κ. Δημάδης παρακαθόταν ως Πάρεδρος σε υποθέσεις του Δικαστηρίου, στις οποίες μετείχε και η Πρόεδρός του.  Με όλο το δέοντα σεβασμό προς την αντίθετη άποψη και, ειδικά, σε αυτή που έχει εκφραστεί στην τελευταία πιο πάνω υπόθεση, η εν λόγω επαγγελματική σχέση δεν είναι, κατ' ανάγκη, δηλωτική ιδιάζουσας, ή, άλλως πως, ξεχωριστής σχέσης μεταξύ της Προέδρου του Δικαστηρίου και του Παρέδρου του.  Χρειάζεται, μάλλον, κάτι περισσότερο από την απλή επαγγελματική σχέση πάνω στην ΄Εδρα, για την έγερση υποψίας από το λογικό άνθρωπο ότι ο Δικαστής δε θα είναι αμερόληπτος, όταν θα κρίνει μια υπόθεση, στα πλαίσια της οποίας εγείρεται ισχυρισμός αμεροληψίας, υπό τις περιστάσεις όπως είναι αυτές της παρούσας υπόθεσης.  Τέτοια ιδιάζουσα σχέση, όμως, δεν μπορεί, απλά, να υποτεθεί.  Επομένως, και για το λόγο αυτό, η αίτηση δε θα μπορούσε να επιτύχει.

 

Για το λόγο, όμως, που αναφέρεται αρχικά, η αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών, όπως αυτά θα υπολογιστούν από την Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.                               

 

 

 

 

 

 

                                                                            Γ.Ν. Γιασεμής,

                                                                  Δ.

 

           

/ΜΠ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο