ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2014:D556
(2014) 1 ΑΑΔ 1805
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 131/2014)
22 Ιουλίου, 2014
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ 33/1964 ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ ΤANDUM LIMITED ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΙΣ 06/03/2014 (ΚΑΙ ΣΥΝΤΑΧΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 10/03/2014) ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 108/14
Κωνσταντίνος Μέσσιος, για τους Αιτητές.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση, η αιτήτρια εταιρεία επιδιώκει την παραχώρηση αδείας για καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως με σκοπό την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari που αποσκοπεί στην ακύρωση διατάγματος ημερομηνίας 6.3.2014, το οποίο εκδόθηκε μονομερώς από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στην αίτηση υπ' αριθμό 108/2014. Ταυτόχρονα ζητείται η αναστολή της ισχύος του εν λόγω διατάγματος μέχρι την ολοκλήρωση της αίτησης δια κλήσεως. Αιτήτρια στην εν λόγω αίτηση ήταν η εταιρεία Sezaria Limited (στο εξής «η Sezaria»)
Στην έκθεση γεγονότων υποστηρίζεται ουσιαστικά ότι το επίδικο διάταγμα, με το οποίο παρατάθηκε η προθεσμία μέσα στην οποία θα έπρεπε να υποβληθεί στο Γραφείο του Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου Εταιρειών ο τύπος Η.Ε.24Ε για την εγγραφή στοιχείων κυμαινόμενης επιβάρυνσης, εκδόθηκε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας και/ή εξουσίας, ενώ το Επαρχιακό Δικαστήριο όφειλε να διατάξει την επίδοση της σχετικής αίτησης στην εδώ αιτήτρια ώστε να της δοθεί η ευκαιρία να προβάλει τα επιχειρήματα και την ένσταση της στην έκδοση του. Προβάλλεται επίσης ότι το διάταγμα εκδόθηκε στη βάση ψευδορκίας που συνίσταται στην απόκρυψη γεγονότων, ενώ υπάρχει και έκδηλο νομικό σφάλμα πρόδηλο στο πρακτικό, καθότι η συμφωνία σε σχέση με την οποία αυτό εξασφαλίστηκε υπεγράφη στις 5.4.2013 και όχι στις 5.4.2012 που αναφέρεται στο διάταγμα.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του Κωνσταντίνου Κουδελλάρη, ενός εκ των διευθυντών της αιτήτριας, στην οποία προβάλλονται οι πιο πάνω λόγοι για τους οποίους επιδιώκεται η άδεια για εξασφάλιση του προνομιακού εντάλματος Certiorari και περισσότερες λεπτομέρειες ως προς τα γεγονότα, τα οποία παραθέτω σε συντομία. Στις 7.5.2014 καταχωρήθηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας από την Μαρία Κιτρομιλίδου υπό την ιδιότητα της ως Παραλήπτρια/Διαχειρίστρια της αιτήτριας, η Γενική Αίτηση με αριθμό 366/2014, στα πλαίσια της οποίας καταχωρήθηκε μονομερής αίτηση για την έκδοση προσωρινών διαταγμάτων εις βάρος της αιτήτριας, των διευθυντών και/ή των αξιωματούχων της. Το Επαρχιακό Δικαστήριο ενέκρινε μέρος της αίτησης, και όρισε την αίτηση για επίδοση σε ό, τι αφορά το υπόλοιπο μέρος της στις 19.5.2014. Ο ομνύων, έλαβε γνώση για την έκδοση του ως άνω διατάγματος στις 6.5.2014 όταν του επιδόθηκε μαζί με την κυρίως και την μονομερή αίτηση.
Μελετώντας δε τις αιτήσεις, ο δικηγόρος της αιτήτριας διαπίστωσε ότι η Sezaria, εξασφάλισε μονομερώς την έκδοση του επίδικου διατάγματος με το οποίο παρατάθηκε κατά 20 μέρες από τη σύνταξη του διατάγματος, ο χρόνος για την υποβολή στο Γραφείο του Επίσημου Παραλήπτη και Εφόρου Εταιρειών του τύπου Η.Ε.24Ε, για την εγγραφή στοιχείων κυμαινόμενης επιβάρυνσης που, όπως αναφέρεται στο εν λόγω διάταγμα, συστάθηκε από «την Εταιρεία» βάσει σχετικής συμφωνίας ημερομηνίας 5.4.2012.
Είναι η θέση της αιτήτριας ότι το επίδικο διάταγμα εξασφαλίστηκε χωρίς να είχαν τεθεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης με σκοπό την παραπλάνηση του Δικαστηρίου, ενώ παράλληλα αποκρύφτηκε ότι η αιτήτρια θα έφερνε ένσταση στην οποιαδήποτε διαδικασία για εγγραφή της κυμαινόμενης επιβάρυνσης στον Έφορο Εταιρειών, γεγονός που ήταν εις γνώση της Sezaria. Σε καμία περίπτωση η μη εγγραφή της επιβάρυνσης οφείλεται σε αβλεψία, παραδρομή και/ή καλόπιστο λάθος, όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση με αρ.108/14, λαμβανομένου υπόψη ότι αντικείμενο της σχετικής συμφωνίας δανείου είναι ποσό ύψους ΗΠΑ$50.000.000, ενώ οι δικηγόροι και ο διευθυντής της Sezaria επιμελώς απέκρυψαν ότι οι υπό κρίση συμφωνίες είναι έξι και όχι τρεις όπως αναφέρεται στην εν λόγω αίτηση. Περαιτέρω, η παραμονή σε ισχύ του επίδικου διατάγματος αποτελεί αδικία και «κακοποίηση» των νομίμων δικαιωμάτων της αιτήτριας, δεδομένου ότι κατά το χρόνο που αυτό εκδόθηκε είχε προκύψει διαφορά μεταξύ της αιτήτριας και της Sezaria με αποτέλεσμα να αρχίσουν και να συνεχίζονται μέχρι σήμερα διαβουλεύσεις στη Ρωσία για διευθέτηση της οικονομικής φύσεως διαφοράς, γεγονός που επίσης δεν αποκαλύφθηκε.
Τέλος, υποστηρίζεται πως το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού δεν είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το επίδικο διάταγμα, καθότι η έδρα της αιτήτριας είναι στη Λευκωσία, αλλά όφειλε, εν πάση περιπτώσει, να διατάξει την επίδοση της αίτησης στην αιτήτρια. Ούτε η εταιρική αίτηση ήταν η ενδεδειγμένη από τη νομολογία διαδικασία, ενόψει της ύπαρξης διαφοράς μεταξύ των διαδίκων και αντίρρηση της αιτήτριας ως προς το περιεχόμενο του διατάγματος. Το επίδικο διάταγμα δεν μπορεί να ανατραπεί με άλλο τρόπο παρά μόνο με την έκδοση προνομιακού εντάλματος τύπου Certiorari.
Τις πιο πάνω θέσεις υποστήριξε και ο ευπαίδευτος συνήγορος της αιτήτριας, κατά τη συζήτηση της αίτησης ενώπιον μου.
Όπως είναι καλά γνωστό το προνομιακό ένταλμα είναι εξαιρετικό μέτρο, η δε αίτηση για χορήγηση προνομιακού εντάλματος εξετάζεται πάντοτε με φειδώ. Ο αιτητής θα πρέπει να ικανοποιήσει το δικαστήριο για την ύπαρξη «εκ πρώτης όψεως υπόθεσης» και/ή την ύπαρξη «συζητήσιμης υπόθεσης» που να δικαιολογεί επαρκώς την παραχώρηση της αιτούμενης άδειας. H διαδικασία για την έκδοση εντάλματος Certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116). Εκεί και όπου στη διάθεση του αιτητή υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο, οι πιθανότητες που ενδεχομένως να υπάρχουν για έγκριση της αίτησης στην ουσία εξαφανίζονται και η αίτηση απορρίπτεται ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα. Σε πολύ σπάνιες περιπτώσεις και εξαιρετικές περιστάσεις θα δοθεί η άδεια καταχώρησης αίτησης προνομιακού εντάλματος, ή θα χορηγηθεί το ένταλμα, όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο (Βλ. Hellenger Trading Ltd (2000) 1 AAΔ 1965, Σ. Μαρκίδης κ.ά (2004) 1 ΑΑΔ 552), Κωνσταντινίδου κ.ά. (1992) 1 Α.Α.Δ. 853, Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 109, Ανθίμου (1991) 1 Α.Α.Δ. 41 και Μεστάνας (2000) 1 Α.Α.Δ. 1469).
Έχοντας εξετάσει με προσοχή την αίτηση, παρατηρώ ότι η αιτήτρια έλαβε γνώση του επίδικου διατάγματος στις 6.5.2014 και καταχώρησε την αίτηση στις 16.7.2014. Δεν παρέχεται οποιαδήποτε εξήγηση στην ένορκη δήλωση που συνοδεύει την αίτηση για τη σημειωθείσα καθυστέρηση των δύο μηνών και δέκα ημερών στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης.
Καθυστέρηση στην υποβολή αιτήσεως για έλεγχο με προνομιακό ένταλμα Certiorari αποτελεί λόγο άρνησης έκδοσης του (Δέστε Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας που εξέδωσε το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ημερ. 13 Οκτωβρίου 2000 (2002) 1 Α.Α.Δ. 571 και Ερμής Ασφαλιστική Εταιρεία Λτδ κ.α. (1995) 1 Α.Α.Δ. 811). Κάθε καθυστέρηση στην υποβολή αίτησης πρέπει να αιτιολογείται και όσο μεγαλύτερη, ανάλογα μεγαλύτερο είναι και το εμπόδιο που πρέπει να υπερπηδηθεί για την παροχή άδειας. Η σημασία που αποδίδεται στην όσο το ταχύτερο αναζήτηση θεραπείας με το ένδικο μέσο του Certiorari, φαίνεται από το γεγονός ότι στην Αγγλία καθιερώθηκε, με τη θέσπιση του R.S.C.53 r.2(2) χρονικό όριο έξι μηνών, το οποίο αργότερα μειώθηκε σε τρεις μήνες, για την υποβολή σχετικής αίτησης. Αυτό, βέβαια, είναι το ανώτατο επιτρεπτό όριο. Αίτηση μπορεί να απορριφθεί λόγω αδικαιολόγητης καθυστέρησης, ακόμη και όταν καταχωρείται εντός της επιτρεπόμενης προθεσμίας. Το ζήτημα επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.
Στην προκείμενη περίπτωση, όπως έχει ήδη επισημανθεί πιο πάνω, δεν παρέχεται οποιαδήποτε αιτιολογία στην ένορκη δήλωση για την καθυστέρηση στην υποβολή της αίτησης μετά που το επίδικο διάταγμα ήρθε σε γνώση της αιτήτριας, γεγονός που θεωρώ ότι επενεργεί καταλυτικά για την αίτηση. Η γενική και αόριστη αναφορά του ευπαίδευτου συνηγόρου της αιτήτριας κατά τη διάρκεια της ακρόασης της παρούσας αίτησης ότι «ο λόγος που σήμερα καταχωρήθηκε αυτή η αίτηση είναι διότι ενώ τον τελευταίο καιρό γίνονται διαβουλεύσεις, καταχωρήθηκε νέα αγωγή.» κάθε άλλο από ικανοποιητική αιτιολογία μπορεί να κριθεί.
Η αίτηση δεν θα μπορούσε να επιτύχει και για ακόμα ένα λόγο. Δεν αναφέρεται στη βεβαίωση του Πρωτοκολλητή στην ένορκη δήλωση του ομνύοντα (jurat), η ημερομηνία κατά την οποία ο ομνύων ορκίστηκε ενώπιον του Πρωτοκολλητή, όπως επιτάσσει η Δ.39.Θ.10 των Διαδικαστικών Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, με αποτέλεσμα να μη μπορεί να διακριβωθεί κατά πόσο όταν έγινε η ένορκη δήλωση, υφίστατο η διαδικασία σε σχέση με την οποία αυτή καταχωρήθηκε, δηλαδή η παρούσα αίτηση. Ένορκη δήλωση που προηγείται χρονικά της καταχώρησης πρωτογενούς αίτησης ή αγωγής δεν μπορεί να αποτελέσει το πραγματικό υπόβαθρο για τη χορήγηση της θεραπείας που ζητείται, αφού το περιεχόμενο της συναρτάται με ανύπαρκτη αίτηση. Η ελλιπής βεβαίωση του Πρωτοκολλητή (jurat) στην προκείμενη περίπτωση, ιδιαίτερα της αβεβαιότητας που παρουσιάζεται για την ημερομηνία της ένορκης δήλωσης, αποκτά ιδιαίτερη σημασία ενόψει της εξαιρετικής φύσεως και της δραστικής μορφής της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος, η οποία καθιστά την αίτηση έκθετη σε απόρριψη.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.