ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2013) 1 ΑΑΔ 2286

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση 192/13)

 

 

8 Noεμβρίου, 2013

 

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155(4) ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 30 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΩΝ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI ´H/KAI PROHIBITION

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΚΑΙ/Η ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΣΤΙΣ 14.10.2013 ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 3.10.13 ΤΟΥ ΦΕΡΟΜΕΝΟΥ ΩΣ ΚΑΘ΄ ΟΥ Η ΑΙΤΗΣΗ ΑΝΔΡΕΑ ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΕΚΔΙΚΑΣΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ 1/2011 ΤΟΥ Ε.Δ. ΛΕΜΕΣΟΥ.

 

--------------------------------

 

Ανδρέας Σοφοκλέους, Αιτητής

 

 

-------------------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Ο αιτητής της παρούσας διαδικασίας είναι ο καθ΄  ου η αίτηση στη Γενική Αίτηση 1/2011 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στο πλαίσιο της οποίας κατέθεσε αίτηση ημερ. 25.7.13 για επαναφορά 3 άλλων αιτήσεων του που είχαν απορριφθεί.

 

          Η αίτηση για επαναφορά προσέκρουσε σε ένσταση η οποία συνοδευόταν από ένορκη δήλωση του Ανδρέα Α. Ταβελούδη, διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Αντωνάκη Ταβελούδη ο οποίος ήταν ο αιτητής της κυρίως αίτησης.  Στο πλαίσιο λοιπόν της διαδικασίας για επαναφορά των 3 απορριφθέντων αιτήσεων υπεβλήθη από τον αιτητή αίτηση ημερ. 3.10.2013 για αντεξέταση του ενόρκως δηλούντα της ένστασης, η οποία απερρίφθη  με ενδιάμεση απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 14.10.13.  Και αυτό, όπως κρίθηκε, κατ΄ άσκηση της διακριτικής ευχέρειας που έχει το Δικαστήριο στη βάση των προνοιών των Δ.48 θ.4(2) και Δ.39 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών και στις σχετικές επί του θέματος επισημάνσεις που έγιναν στην υπόθεση Μήλου κ.α. (2008) 1 (Α) Α.Α.Δ. 280.

 

          Η αντίδραση του αιτητή στην απόρριψη του αιτήματος του για αντεξέταση - όπως και για την απόρριψη της αίτησης επαναφοράς - εκδηλώθηκε με την καταχώρηση της παρούσας αίτησης (στο εξής η Αίτηση) για άδεια καταχώρησης αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari ή Prohibition που να ακυρώνει την (ενδιάμεση) απόφαση του Δικαστηρίου ημερ. 14.10.13, καθώς επίσης και για διάταγμα το οποίο «. να απαγορεύει και/ή αναστέλλει την εφαρμογή του/της και/ή την τυπική ισχύ του/της» στη βάση ότι η προσβαλλόμενη απόφαση (α) εκδόθηκε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας, (β) έρχεται σε πλήρη αντίθεση προς το Σύνταγμα και το άρθρο 6 του Ν.39/1962 και (γ) υποβιβάζει τον αιτητή σε πολίτη υποδεέστερης κατηγορίας.

 

          Η αίτηση συνοδεύεται από μακροσκελή «Βεβαίωση» του αιτητή - ο οποίος είναι δικηγόρος στο επάγγελμα - στην οποία αφού διατυπώνει θέσεις για την ουσία της διαφοράς στη Γενική Αίτηση και αφού κακίζει την απόρριψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο των 3 αιτήσεων που είχε καταχωρήσει στο πλαίσιο της εν λόγω αίτησης, καταλήγει στη διατύπωση επικρίσεων για την απόρριψη της αίτησης του για αντεξέταση του Α. Ταβελούδη.  Συγκεκριμένα, ισχυρίζεται ότι με την ένορκη δήλωση του εν λόγω προσώπου, η οποία συνόδευε την ένσταση του στην αίτηση για επαναφορά των 3 απορριφθέντων αιτήσεων, εισήγαγε νέα στοιχεία για τα οποία θα έπρεπε να αντεξεταστεί.  Όπως, ισχυρισμούς με τους οποίους του καταλόγιζε ότι δήθεν δυσφημούσε την οικογένεια του και ότι δήθεν, στις 16.5.11 απεχώρησε (ο αιτητής), περιφρονητικά από το Δικαστήριο.  Παραταύτα, όμως, το πρωτόδικο Δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφαση τού στέρησε το συνταγματικό δικαίωμα να αντεξετάσει τον Ταβελούδη και έκδηλα η απόφαση αυτή αντίκειται στο άρθρο 30 του Συντάγματος και στο άρθρο 6 του Νόμου 39/1962, καθότι «ο πρωτόδικος Δικαστής εβασίσθη στη Δ.29, Καν. 1 η οποία προσκρούει στο άρθρο 30(3)(γ) του Συντάγματος αφού η πρόνοια αυτή του Συντάγματος δεν κάμνει διάκριση εάν είναι ενδιάμεση αίτηση ή διαφορετικά».  Περαιτέρω, είναι «. νομικό λάθος η εσκεμμένη άρνηση της ιεράρχησης των πηγών του Δικαίου.  Είναι εξωφρενικός ο ισχυρισμός της άλλης πλευράς ότι το Συνταγματικό και αναφαίρετο δικαίωμα μου της αντεξέτασης μαρτύρων είναι άσκηση διακριτικής εξουσίας και υπέρβαση και κατάχρηση εξουσίας η υιοθέτηση του από το Δικαστήριο.  Ο πρωτόδικος Δικαστής έτσι καταπάτησε αναφαίρετα συνταγματικά μου δικαιώματα για δίκαιη δίκη με την απόφαση του ημερομηνίας 14/10/2013 στην αίτηση μου ημερ. 3/10/2013, έχω δικαίωμα να ζητήσω ακύρωση του διατάγματος και/ή της αποφάσεως του και/ή την αναστολή της ισχύος του/της και λόγω της παρουσίας εκ των προτέρων της Αστυνομίας δηλαδή προ της ενάρξεως της δίκης».

 

          Τα πιο πάνω αναπτύχθηκαν από τον αιτητή και δια ζώσης, αλλά προτού ασκήσω την διακριτική ευχέρεια που έχει το Δικαστήριο επί του θέματος θα ΄ταν χρήσιμο να υπενθυμίσω σε συντομία της βασικές αρχές που διέπουν ζητήματα της εξεταζόμενης φύσεως. 

 

Η παροχή άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari ή Prohibition - όπως και η έκδοση τέτοιων ενταλμάτων - εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου.  (Θεοδούλου  (Αρ.1) (1990) 1 ΑΑΔ 438) η οποία, όταν προβλέπεται άλλο ένδικο μέσο και ειδικά έφεση, πολύ σπάνια και σε εξαιρετικές περιπτώσεις ασκείται θετικά.  (Βλ. Αναφορικά με τις Αιτήσεις της Αυγής 1. Κωνσταντινίδου κ.α. (1992) 1 ΑΑΔ 853).  Ακόμα και αν ο αιτητής ικανοποιήσει το δικαστήριο ότι  υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση (Ανθίμου (1991) 1 ΑΑΔ 41).  Κι  αυτό καθότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ενδίκου μέσου της έφεσης (Αναφορικά με το Γενικό Εισαγγελέα (Αρ.3) (1993) 1 ΑΑΔ 42  και Αναφορικά με την αίτηση της Global Consolidatior Public Ltd (2006) 1 AΑΔ 464), ούτε στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης αλλά στη νομιμότητα της απόφασης (Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 AAΔ 116).  Γενικά, θα μπορούσε να λεχθεί ότι το δικαστήριο μπορεί να ασκήσει θετικά τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας της εξεταζόμενης φύσεως όπου αποκαλύπτεται εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και διαφαίνεται από το τηρηθέν πρακτικό του (πρωτόδικου) Δικαστηρίου έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης (Α. Κωνσταντινίδης (2003) 1 ΑΑΔ 1298, Τζ. Περέλλα (Αρ.2) (1995) 1 ΑΑΔ 692).

 

            Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω νομικές αρχές, αλλά και ό,τι έθεσε ενώπιον μου ο αιτητής, είναι νομίζω προφανές ότι δεν δικαιολογείται η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της παραχώρησης της αιτούμενης άδειας.  Για τον απλό λόγο ότι η αίτηση ουσιαστικά στοχεύει σε έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης και όχι σε έλεγχο της νομιμότητας, παραγνωρίζοντας ότι η διαδικασία έκδοσης προνομιακού εντάλματος σ΄ αυτό ακριβώς αποβλέπει.  Στη διακρίβωση, κυρίως, αν από το τηρηθέν πρακτικό του πρωτόδικου Δικαστηρίου διαφαίνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη νομική πλάνη, δόλος, προκατάληψη και μη τήρησις των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.  Κάτι τέτοιο, όμως, δεν διαφαίνεται στην παρούσα περίπτωση που δεν αφορά οτιδήποτε άλλο παρά απόρριψη ενός αιτήματος κατ΄ άσκηση διακριτικής ευχέρειας.

 

          Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω η αίτηση απορρίπτεται ως αβάσιμη.

                                                                      Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

/κβπ



 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο