ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2012) 1 ΑΑΔ 2315

ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Πολιτικές Εφέσεις Αρ. 22/2008 και 23/2008)

 

 

22 Οκτωβρίου, 2012

 

[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στες]

 

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 22/2008)

 

(ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΗΜΕΡ. 19.5.2010)

 

D & G ICOS SICAPI LTD

Εφεσείοντες,

 

 ν.

 

1.    D & G PRODUCTS LTD

2.    ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ & ΣΙΑ ΛΤΔ,

 

Εφεσιβλήτων.

 

_________

 

(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 23/2008)

 

ΝΙΚΟΣ ΧΡΥΣΟΒΑΛΑΝΤΗΣ

Εφεσείων,

 

ν.

 

1.    D & G PRODUCTS LTD

2.    D & G ICOS SICAPI LTD

3.    ΧΑΡΙΛΑΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ & ΣΙΑ ΛΤΔ,

 

Εφεσιβλήτων.

 

_________

 

Π.Ε. 22/2008

Γ. Παπαθεοδώρου με Ν. Χρυσομηλά (κα) για Μ. Παπαπέτρου, για τους Εφεσείοντες.

Κ. Δημητριάδης,  για τους Εφεσίβλητους 1.

Α. Παναγιώτου, για τους Εφεσίβλητους 2.

 

 

Π.Ε. 23/2008

Γ. Κορφιώτης, για τον Εφεσείοντα.

Κ. Δημητριάδης,  για τους Εφεσίβλητους 1.

Γ. Παπαθεοδώρου με Ν. Χρυσομηλά (κα) για Μ. Παπαπέτρου, για τους Εφεσίβλητους 2.

Α. Παναγιώτου, για τους Εφεσίβλητους 3.

 

_________

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ.:  Στις 5.10.2000 ο εφεσείων στην Π.Ε. 23/2008 (ενάγων στην πρωτόδικη διαδικασία), ηλικίας τότε 20 χρονών, τραυματίστηκε όταν, ενώ εργαζόταν κατά την ανέγερση κτιριακών εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου Κύπρου στην περιοχή Αγλαντζιάς κατέπεσε σε φρεάτιο βάθους πέραν των 15 μέτρων.

 

Τα φρεάτια ανορύσσονταν για τη θεμελίωση του κτιρίου Επιστήμης και Τεχνολογίας του Πανεπιστημίου και την εργασία είχαν αναλάβει από τον κύριο εργολάβο, τους εναγόμενους 3, οι εφεσείοντες στην Π.Ε. 22/2008 (εναγόμενοι 2 στην πρωτόδικη διαδικασία).

 

Ο ενάγων κατά τον ουσιώδη χρόνο προσέφερε τις υπηρεσίες του στους εναγόμενους 2, άνκαι τυπικά ήταν εργοδοτούμενος της εταιρείας των εναγομένων 1.  Οι δύο αυτές εταιρείες είναι αδελφές και έχουν τον ίδιο διευθύνοντα σύμβουλο.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι την ευθύνη για τον τραυματισμό του ενάγοντα έφεραν οι εναγόμενοι 2 σε ποσοστό 85%, ενώ ο ενάγων σε ποσοστό 15%.

 

Η Π.Ε. 23/2008, την οποία όπως είδαμε καταχώρησε ο ενάγων, στρέφεται κυρίως εναντίον της απόρριψης της αγωγής εναντίον των εναγομένων 1 και 3, ενώ παράλληλα προσβάλλεται το ύψος των αποζημιώσεων οι οποίες κρίνονται ως υπέρμετρα χαμηλές.

 

Η Π.Ε. 22/2008 την οποία καταχώρησαν οι εναγόμενοι 2, στρέφεται εναντίον της απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου να κριθούν υπεύθυνοι για αμέλεια κατά 85%, αλλά και της απόφασης απαλλαγής των εναγομένων 1 και 3.

 

Οι δύο εφέσεις εγείρουν σε μεγάλο βαθμό τα ίδια θέματα, τα οποία θα αναλύσουμε μαζί, στο σημείο βέβαια που είναι κοινά.

 

Ο ενάγων ήγειρε την αγωγή που έδωσε βάση στην παρούσα διαδικασία εναντίον και των τριών εταιρειών (εναγόμενοι 1, 2 και 3) αξιώνοντας γενικές και ειδικές αποζημιώσεις.

 

Η εργασία του ενάγοντα αφορούσε την ανόρυξη φρεατίων βάθους 15 μέτρων και διαμέτρου περί το ένα μέτρο.  Τα φρεάτια εξορύσσονταν με τη βοήθεια ειδικού μηχανήματος και η εργασία ολοκληρωνόταν με την τοποθέτηση σ΄ αυτά κολώνων από οικοδομικό σίδερο και σκυρόδεμα.  Για σκοπούς ασφαλείας τα φρεάτια μέχρι την τοποθέτηση των κολώνων από ειδικό συνεργείο καλύπτονταν με μαδέρια και μοριοσανίδες.

 

Το συγκεκριμένο φρεάτιο είχε ανορυχθεί την προηγούμενη ημέρα μετά την αποχώρηση του ενάγοντα από το χώρο εργασίας.  Την επόμενη ημέρα, ο ενάγων, στην προσπάθειά του να καθοδηγήσει το χειριστή του εξορυκτικού μηχανήματος να ευθυγραμμίσει το τρυπάνι, έκανε μερικά βήματα προς τα πίσω, με αποτέλεσμα να πέσει στο φρεάτιο το οποίο ήταν ανοικτό και ακάλυπτο.

 

Το δικαστήριο κατέληξε ότι την ευθύνη έφεραν οι εναγόμενοι 2, των οποίων ο ενάγων ήταν εργοδοτούμενος, αφού προσέφερε τις υπηρεσίες του αποκλειστικά σ΄ αυτούς, ενώ καμιά εργασιακή σχέση, νομική ή πραγματική, δεν διατηρούσε με τους εναγόμενους 3.  Λάμβανε οδηγίες για την εργασία που εκτελούσε πάνω σε καθημερινή βάση από τον εκπρόσωπο των εναγομένων 2, τον επιστάτη Ανδρέα Τζιάμαλη, ο οποίος επίσης ήταν στην υπηρεσία των εναγομένων 2.

 

Οι εναγόμενοι 3 είναι οι εργολάβοι που είχαν την ευθύνη για την ανέγερση ολόκληρου του έργου.  Μετά την ετοιμασία του χώρου του κτιρίου 13, που είναι ο χώρος στον οποίο έγινε το ατύχημα, αυτός ετέθη στην αποκλειστική ευθύνη και κατοχή του υπεργολάβου, δηλαδή των εναγομένων 2.  Εκτός των εναγομένων 2, ουδείς διεξήγαγε οποιανδήποτε εργασία στο χώρο.  Η μόνη ανάμειξη που είχαν οι εναγόμενοι 3 ήταν η απομάκρυνση των χωμάτων που μαζεύονταν από την ανόρυξη των φρεατίων και η μεταφορά πλησίον του χώρου των κολώνων από οικοδομικό σίδερο που τοποθετείτο σ΄ αυτά, καθώς και η μέριμνα για την προμήθεια του σκυροδέματος.  Οι εργασίες αυτές γίνονταν πάντα ύστερα από απαίτηση και προηγούμενη συνεννόηση με το υπεύθυνο προσωπικό των εναγομένων 2.

 

Οι εναγόμενοι 3 δεν είχαν κατοχή οποιασδήποτε φύσης του συγκεκριμένου χώρου, είτε μόνοι είτε από κοινού με τους εναγόμενους 2 και δεν διεξήγαγαν οποιαδήποτε εργασία σ΄ αυτό κατά τον ουσιώδη χρόνο του ατυχήματος.  Περαιτέρω, δεν ασκούσαν οποιονδήποτε έλεγχο στη διεξαγόμενη από τους εναγόμενους 2 εργασία, όσο αφορά τη μέθοδο και τον τρόπο που αυτοί την διεξήγαγαν. ΄Ανκαι οι εναγόμενοι 3 ήταν οι κύριοι εργολάβοι του έργου, δεν είχαν κατοχή του χώρου.

 

Και οι δύο εφέσεις έχουν ως κοινό σημείο, το γεγονός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο απάλλαξε τους εναγόμενους 1 και 3 οποιασδήποτε ευθύνης.

 

Οι εναγόμενοι 2 υποστηρίζουν ότι ουδεμία απολύτως σχέση εργοδότησης είχαν με τον ενάγοντα, αφού δεν μπορούν να θεωρηθούν σε καμιά περίπτωση ως εργοδότες του. ΄Εχει αποδειχθεί και δεν έχει αμφισβητηθεί, συνεχίζουν, ότι εργοδότης του ενάγοντα ήταν οι εφεσίβλητοι 1.  Κατά τον ουσιώδη χρόνο ο ενάγων βρισκόταν στην υπηρεσία των εφεσίβλητων 1 οι οποίοι τον είχαν προσλάβει, κατέβαλλαν την αμοιβή του, είχαν δικαίωμα να τον απολύσουν, του παρείχαν τον απαιτούμενο εξοπλισμό και είχαν τον έλεγχο της μεθόδου εργασίας.

 

Η φύση της εργασιακής σχέσης είναι θέμα νομικό (Davies v. Presbyterian Church of Wales (1986) 1 All E.R. 705 και O´ Kelly v. Trusthouse Forte plc (1983) 3 All E.R. 456).  Το δικαστήριο θα πρέπει να βεβαιωθεί στο τέλος κατά πόσο ο κατ΄ ισχυρισμόν εργοδοτούμενος είναι πρόσωπο που εργοδοτήθηκε για να εργαστεί ως υπάλληλος και όχι απλώς ως μέρος μιας ομάδας που εργάζεται μαζί, χωρίς κανένα πρόσωπο να ενεργεί καθ΄ οιονδήποτε τρόπο ως ηγέτης (Winfield v. London Philharmonic Orchestra Ltd (1979) I.C.R. 726, 730).

 

Τέθηκαν διάφορες ενδείξεις για την αποδοχή ύπαρξης σύμβασης εργοδότησης, συγκεκριμένα (α) η εξουσία επιλογής του εργοδοτούμενου από τον εργοδότη, (β) η πληρωμή του μισθού, (γ) το δικαίωμα του εργοδότη να ελέγχει τη μέθοδο εκτέλεσης της εργασίας και (δ) το δικαίωμα του εργοδότη για απόλυση (Short v. J. & W. Henderson Ltd (1946) 115 L.J.P.C. 41).

 

Όπως τονίστηκε και στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας κ.α. ν. Στυλιανού κ.α. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1718, το κλασσικό κριτήριο για διαφοροποίηση ενός εργοδοτούμενου από τον ανεξάρτητο εργολάβο είναι το κριτήριο του ελέγχου, δηλαδή το δικαίωμα του εργοδότη να ελέγχει τη μέθοδο εργασίας.  Αν σύμφωνα με τη σύμβαση εργοδότησης πρόσωπο πράγματι αποκτά το δικαίωμα ελέγχου της μεθόδου εργασίας του άλλου, τότε η σύμβαση είναι σύμβαση εργασίας και το πρόσωπο που εργοδοτείται, εργοδοτούμενος (βλέπε ακόμα Market Investigations Ltd. v. Minister of Social Security (1968) 3 All E.R. 732).  Το θέμα του ελέγχου επεκτείνεται όχι μόνο στο κατά πόσο ο εργοδότης ελέγχει τη μέθοδο εργασίας, αλλά και κατά πόσο ελέγχει και τις ώρες εργασίας (W.H.P.T. Housing Association Ltd. v. Secretary of State for Social Services (1981) I.C.R. 737).

 

Είναι όμως ασφαλέστερο, όπως επισημαίνεται και στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας κ.α. ν. Στυλιανού κ.α., ανωτέρω, να εξετάζονται περισσότεροι παράγοντες.  Όλες οι παράμετροι της σχέσης θα πρέπει να αξιολογούνται.  Η νομολογία υπογραμμίζει την ανάγκη για αναγνώριση της οικονομικής πραγματικότητας σε μια δεδομένη εργατική σχέση.  Ο έλεγχος, η ιδιοκτησία των εργαλείων και εξοπλισμού, η δυνατότητα προσπορισμού κέρδους και ο κίνδυνος απώλειας κρίθηκαν ως σημαντικοί παράγοντες κατά την αξιολόγηση της οικονομικής πραγματικότητας.

 

Με τη σύμβαση εργοδότησης ο εργοδοτούμενος συμφωνεί (α) όπως με αντιπαροχή μισθού ή άλλης αμοιβής παρέχει την εργασία και τις ικανότητές του κατά την άσκηση κάποιας εργασίας προς τον εργοδότη, (β) ότι η εκτέλεση της εργασίας αυτής θα υπόκειται στο έλεγχο του εργοδότη κατά τέτοιο βαθμό που να τον καθιστά εργοδότη, ενώ (γ) άλλες πρόνοιες της σύμβασης θα πρέπει να είναι συμβατές με σύμβαση εργοδότησης.

 

Στην παρούσα υπόθεση η αμοιβή του ενάγοντα καταβαλλόταν, όπως φαίνεται, από τους εναγόμενους 1. Όμως είχε παραχωρηθεί για να προσφέρει τις υπηρεσίες του στους εναγόμενους 2, οι οποίοι ας μην ξεχνούμε, ήταν θυγατρική εταιρεία των εναγομένων 1.  Οι εναγόμενοι 2 του παρείχαν τον απαιτούμενο εξοπλισμό, είχαν τον έλεγχο της μεθόδου εργασίας του και καθόριζαν το ωράριό του.  Κάτω από τις περιστάσεις θεωρούμε ότι το γεγονός ότι η αμοιβή του καταβαλλόταν από τους εναγόμενους 1 δεν μεταβάλλει την εικόνα  εργοδότησής του από τους εναγόμενους 2.

 

Χωρίς σημασία δεν είναι και το γεγονός ότι ο επιστάτης ο οποίος του έδιδε οδηγίες και του υποδείκνυε τον τρόπο εργασίας ήταν εργοδοτούμενος των εναγομένων 2.

 

Οι εναγόμενοι 1, αλλά πολύ περισσότερο οι εναγόμενοι 3, δεν ασκούσαν οποιονδήποτε έλεγχο επί της εργασίας του ενάγοντα.  Ο τόπος εργασίας δεν βρισκόταν κάτω από τον έλεγχο των εναγομένων 1, αλλά υπό τον έλεγχο των εναγομένων 2.  Ο παράγοντας αυτός έχει μεγάλη σημασία για να αποφασιστεί κατά πόσο η υποχρέωση παροχής ασφαλούς τόπου εργασίας έχει ικανοποιηθεί (Wilson v. Tyneside Window Cleaning Co. (1958) 2 All E.R. 265 C.A.).

 

Δεν είναι ορθή η θέση του ενάγοντα ότι η σχέση των δύο εταιρειών, δηλαδή των εναγομένων 1 και 2 ήταν σχέση συνεταιρισμού.  Οι δύο εταιρείες ήταν η μία θυγατρική της άλλης, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι βρίσκονταν σε σχέση συνεταιρισμού. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι ουσιαστικά ο ενάγων προσέφερε τις υπηρεσίες του στους εναγόμενους 2, παρά το γεγονός ότι είχε προσληφθεί από τους εναγόμενους 1. ΄Ηταν ανειδίκευτος εργάτης και κανένας δεν του είχε αναφέρει ότι ήταν «δανεικός» σε άλλο εργοδότη.  Εκείνο που έχει σημασία είναι η σχέση που στην πραγματικότητα ο ενάγων διατηρούσε με τους εναγόμενους 2.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι ο συγκεκριμένος χώρος όπου έγινε το ατύχημα βρισκόταν στην αποκλειστική κατοχή των εναγομένων 2.  Την κατάληξη αυτή προσβάλλουν τόσο ο ενάγων, όσο και οι εναγόμενοι 2.

 

Το επιχείρημα θα πρέπει να απορριφθεί.  Κατ΄ αρχάς δεν είναι ορθή η θέση ότι οι εναγόμενοι 3 δεν ισχυρίστηκαν ότι παρέδωσαν την κατοχή, τον έλεγχο, του χώρου στους εναγόμενους 2.  Ορθή δεν είναι ούτε η θέση ότι ο μόνος έλεγχος που είχαν οι εναγόμενοι 2 στο χώρο ήταν κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ανοίγματος κάθε λάκκου, αλλά ούτε και ότι η διαδικασία παρακολουθείτο συνεχώς από προσωπικό  των εναγομένων 3.

 

Ο χώρος είναι φανερό από τη μαρτυρία ότι είχε παραδοθεί στους εναγόμενους 2 οι οποίοι ήταν και οι υπεργολάβοι για την ανόρυξη των φρεατίων. Δεν είναι αλήθεια ότι το προσωπικό των εναγομένων 3 παρακολουθούσε, σε συνεχή μάλιστα βάση, τη διαδικασία ανοίγματος των φρεατίων.  Απομάκρυνε τα χώματα, αλλά η όποια ανάμειξή του εξαντλείτο στη διαπίστωση της ορθής, για οικονομικούς σκοπούς, ανόρυξης των φρεατίων.

 

Οι εναγόμενοι 3, άνκαι ήταν οι εργολάβοι ολόκληρου του έργου, δεν μπορούν να καταστούν υπεύθυνοι λόγω κατοχής του συγκεκριμένου χώρου, αφού είναι φανερό ότι τον είχαν παραδώσει στους εναγόμενους 2 για την ανόρυξη των φρεατίων.  Η ιδιότητά τους ως γενικού εργολάβου δεν τους καθιστά υπεύθυνους, αφού την όλη διαδικασία όπως και το χώρο ήλεγχαν οι εναγόμενοι 2.  Οι εναγόμενοι 3 δεν είχαν ικανοποιητικό βαθμό ελέγχου του συγκεκριμένου χώρου ώστε να μπορούν να εξασφαλίσουν την ασφάλεια εργοδοτούμενων εκεί.  Οι εναγόμενοι 2 που είχαν την άμεση επίβλεψη και έλεγχο του χώρου, δεν ήταν ανάγκη να έχουν ούτε τον απόλυτο έλεγχο, ούτε και τον αποκλειστικό έλεγχο για να θεωρούνται κάτοχοι.  Είχαν εκ των πραγμάτων τον έλεγχο του χώρου παρ΄ όλον ότι δυνατόν να μην είχαν την εξουσία να επιτρέπουν ή απαγορεύουν την είσοδο από άλλα πρόσωπα σ΄ αυτό.

 

Οι εφεσείοντες παραπονούνται επίσης ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι δεν τυγχάνει εφαρμογής σε σχέση με τους εναγόμενους 3 το άρθρο 13(5) και (6) του περί Ασφάλειας και Υγείας στην Εργασία Νόμου του 1996,  Ν.86(Ι)/1996, αλλά ούτε και το άρθρο 16 του Ν.86(Ι)/1986.

 

Κατ΄ αρχάς θα πρέπει να πούμε ότι στο άρθρο 4(1) του περί Υποχρεωτικής Ασφάλισης της Ευθύνης των Εργοδοτών Νόμου του 1989, Ν.174/89, προβλέπεται ότι κάθε εργοδότης υποχρεούται να είναι ασφαλισμένος έναντι της ευθύνης του για ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια κάθε εργοδοτούμενού του.  Είναι φανερό ότι η συγκεκριμένη νομοθεσία δεν καλύπτει τον ενάγοντα ο οποίος δεν ήταν βέβαια εργοδοτούμενος των εναγομένων 3.  Εν πάση περιπτώσει, δεν χρειάζεται να εξετάσουμε κατά πόσο τυχόν παράβαση της θέσμιας υποχρέωσης θα καθιστούσε τους εναγομένους 3 υπεύθυνους.

 

Στον περί Ασφαλείας και Υγείας στην Εργασία Νόμο του 1996, Ν.89(Ι)/1996, άρθρο 13(5), προνοείται ότι κάθε εργοδότης πρέπει να διευθύνει την επιχείρησή του ή να διεξάγει τις δραστηριότητές του με τέτοιο τρόπο και πρέπει να παρέχει τέτοιες πληροφορίες ώστε να διασφαλίζει, καθόσον είναι ευλόγως εφικτό ότι πρόσωπα που δεν εργοδοτούνται από αυτόν, αλλά που μπορεί να επηρεαστούν από τις δραστηριότητες της επιχείρησής του δεν θα εκτίθενται σε κίνδυνο.

 

Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι οι εναγόμενοι 3 παρέβηκαν το άρθρο 16 του Ν.89(Ι)/1996, το οποίο προνοεί ότι κάθε πρόσωπο, το οποίο έχει οποιουδήποτε βαθμού έλεγχο πάνω σε μη οικιακά υποστατικά που διατίθενται ως χώροι εργασίας σε μη εργοδοτούμενά του πρόσωπα, πρέπει να παίρνει τέτοια μέτρα ώστε να διασφαλίζει, καθόσον τούτο είναι ευλόγως εφικτό, ότι τα υποστατικά είναι ασφαλή και χωρίς κινδύνους για την υγεία.

 

Συμφωνούμε με την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι τα πιο πάνω άρθρα δεν έχουν εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση αφού ο ενάγων από τη μια δεν ήταν εργοδοτούμενος των εναγομένων 3, ενώ περαιτέρω οι εναγόμενοι 3 δεν ήταν κάτοχοι του χώρου, ούτε και είχαν τον έλεγχό του, ούτε και οποιανδήποτε ανάμειξη στον τρόπο και τη μέθοδο των διεξαγομένων, εξειδικευμένων εργασιών από τους εναγόμενους 2, οι οποίοι είχαν και την αποκλειστική ευθύνη εκτέλεσης των εργασιών.

 

Οι εφεσείοντες επικαλούνται επίσης και παράβαση του κανονισμού 86 των περί Οικοδομών και ΄Εργων Μηχανικών Κατασκευών (Ασφάλεια, Υγεία και Ευημερία) Κανονισμών του 1973, Κ.Δ.Π. 161/73.

 

Ο κανονισμός 86 προβλέπει ότι κάθε προσιτό τμήμα εκσκαφής λάκκου ή ανοίγματος επί του εδάφους σε βάθος υπερβαίνον κατακορύφως τα δύο μέτρα, θα πρέπει να εφοδιάζεται με κατάλληλο φραγμό.  Ο κανονισμός αυτός πράγματι έχει παραβιαστεί, αλλά από τους εναγόμενους 2 και η παράλειψή τους αυτή είναι και η βάση του καταμερισμού της ευθύνης.  Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει πιο πάνω, οι εναγόμενοι 3 δεν θα μπορούσαν να ήταν υπεύθυνοι γιατί ούτε απασχολούσαν τον ενάγοντα, αλλά ούτε και είχαν είτε έλεγχο του χώρου ή της διαδικασίας.

 

Οι τελευταίοι δύο λόγοι έφεσης της Π.Ε. 23/2008 αναφέρονται στο ύψος των επιδικασθεισών αποζημιώσεων.  Ο εφεσείων ενάγων παραπονείται ότι το δικαστήριο εσφαλμένα παρέλειψε να του επιδικάσει οποιοδήποτε ποσό για την απώλεια της ικανότητάς του για εργασία, ενώ από την άλλη το ποσό των £120.000 (€205.32) που επιδικάστηκαν ως γενικές αποζημιώσεις υπό πλήρη βέβαια ευθύνη ήταν υπέρμετρα χαμηλό.

 

Ο ενάγων ανασύρθηκε από το φρεάτιο από άντρες της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας και μεταφέρθηκε στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας όπου εισήχθη απευθείας στο νευροχειρουργικό τμήμα.  Διαπιστώθηκε ότι επικοινωνούσε πλήρως με το περιβάλλον, αλλά παρουσίαζε χαλαρή παράλυση και των δύο κάτω άκρων με αναισθησία και απώλεια της εν τω βάθει αισθητικότητας και των τενόντιων αντανακλαστικών.  Ακτινολογικός έλεγχος έδειξε την ύπαρξη κατάγματος του δωδέκατου θωρακικού σπονδύλου με μετατραυματική μυελοπάθεια του μυελικού κώνου.

 

΄Εφερε επίσης συντριπτικό κάταγμα της αριστερής κνήμης για το οποίο επίσης υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση.  ΄Εγινε ανάταξη του κατάγματος και στερέωσή του με μεταλλική πλάκα και βίδες.

 

Τρεις εβδομάδες μετά το ατύχημα υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση σπονδυλοδεσίας για σταθεροποίηση του κατάγματος.

 

Η μετεγχειρητική του πορεία υπήρξε ικανοποιητική και δύο περίπου μήνες μετά τον τραυματισμό του μεταφέρθηκε στο Παραπληγικό Κέντρο για συνέχιση της φυσιοθεραπείας και της θεραπείας αποκατάστασης.

 

Ο ενάγων παρουσίαζε ατελή κινητική και αισθητική παραπληγία με σφικτηριακές διαταραχές πρωκτού και ουρήθρας.  Η ατελής παραπληγία συνοδεύτηκε από επιπλοκές όπως πληγή εκ πιέσεως πρώτου σταδίου στην έξω πλάγια επιφάνεια του δεξιού άκρου ποδός, στο μεταίχμιο ταρσού/μεταταρσίου, η οποία αντιμετωπίστηκε συντηρητικά, ενώ κατά καιρούς παρουσίασε και ασυμπτωματική βακτηριουρία.  Τέλος παρουσίασε πολλαπλή λιθίαση της ουροδόχου κύστης για την οποία υποβλήθηκε σε κυστεοσκοπική αφαίρεση των λίθων την 1.6.2001.  Ο ενάγων ήταν σε θέση να περπατά μόνος με τη βοήθεια δύο βακτηριών αγκώνα για μέτριες αποστάσεις πάνω σε ομαλό επίπεδο έδαφος, με το δεξιό κάτω άκρο να υποστηρίζεται από νάρθηκα.

 

Ο ενάγων απολύθηκε από το νοσοκομείο στις 17.11.2000 και εισήχθη στην πτέρυγα αποκατάστασης κλινικής στη Γερμανία όπου παρέμεινε για περίοδο τριών μηνών.

 

 Ύστερα από πολλαπλό πρόγραμμα αποθεραπείας που περιλάμβανε φυσιοθεραπεία, ηλεκτροθεραπεία, εργασιοθεραπεία, θεραπεία σε ηλεκτρονικό προπονητή βαδίσματος καθώς επίσης και φαρμακευτική αγωγή, ο ενάγων μπορούσε να ελέγχει την ούρηση και αφόδευση και ο καθετηριασμός και η μηχανή κένωσης του ορθού δεν ήταν πλέον αναγκαία.  Η μυϊκή δύναμη στο αριστερό του πόδι επανήλθε σε ικανοποιητικό βαθμό και ο κορμός σταθεροποιήθηκε ικανοποιητικά, όμως δεν υπήρξε αξιοσημείωτη αλλαγή στη μυϊκή δύναμη του δεξιού ποδός.  Ο ενάγων μπορούσε να περπατά μικρές μέχρι και μεσαίες αποστάσεις με τη χρήση δύο βακτηριών και γονατοκνημοποδικό νάρθηκα ο οποίος εφάρμοζε στο δεξιό πόδι.

 

Ο ενάγων επέστρεψε στο παραπληγικό κέντρο στις 11.6.2001 και παρέμεινε εκεί μέχρι τις 6.9 του ίδιου χρόνου.

 

Μετά τη θεραπεία είναι σε θέση να εκπληρώνει τις καθημερινές του ανάγκες, δεν θα είναι όμως σε θέση ποτέ να περπατήσει χωρίς νάρθηκα και βακτηρία, ούτε να ασχοληθεί με τον αθλητισμό, ενώ δεν είναι ικανός να καθαρίσει μόνος το σπίτι του.  Δεν ήταν βέβαιο αν μπορούσε να κάμει οικογένεια αφού παραπονείτο για δυσλειτουργία στη στύση, πρόβλημα το οποίο δικαιολογείται λόγω του τραυματισμού του.  Το δεξιό του πόδι θα αδυνατίζει συνεχώς και θα υποστεί μυϊκή ατροφία.  Εξ αιτίας της συνεχούς επιδείνωσης θα υποφέρει από νευροπαθητικούς πόνους ως εάν να διαπερνά το πόδι του ηλεκτρικό ρεύμα.

 

Σε κάποιο στάδιο παρουσίασε ασυμπτωματική βακτηριουρία, λόγω αδυναμίας πλήρους κένωσης της ουροδόχου κύστης και επιμόλυνσης με βακτήρια.  Παρουσίαζε εμπύρετες οξείες ουρολοιμώξεις και χρειάστηκε να εισαχθεί σε κλινική όπου του χορηγήθηκε φαρμακευτική αγωγή.  Το πιο πάνω πρόβλημα έχει παύσει να υπάρχει πλέον, αφού το ουροποιητικό του σύστημα είναι φυσιολογικό.

 

Το στυτικό πρόβλημα που παρουσιάζει είναι μόνιμο και συνοδεύεται από απουσία ερωτικής επιθυμίας, ενώ ο ολικός αριθμός σπερματοζωαρίων είναι στο μισό του φυσιολογικού ορίου.

 

Ο ενάγων ο οποίος κατά τον τραυματισμό του ήταν ηλικίας 20 ετών, ήταν χειροσφαιριστής στην ομάδα της ΣΠΕ Στροβόλου.  Από την 1.12.2001 άρχισε να εργάζεται στη ΣΠΕ Στροβόλου ως τηλεφωνητής, θέση στην οποία έχει στο μεταξύ μονιμοποιηθεί.  Στις δουλειές του σπιτιού καθώς και όταν κάνει μπάνιο τον βοηθά η μητέρα του, ενώ για κάποιες πιο βαριές δουλειές τον βοηθά ο πατέρας του.  Κάθε απόγευμα υποβάλλεται σε φυσιοθεραπεία.  Πριν το ατύχημα ήταν τακτικός θαμώνας κέντρων διασκέδασης (club) και μπυραριών, ενώ ήταν λάτρης του χορού και γενικά της διασκέδασης, δραστηριότητες με τις οποίες δεν μπορεί τώρα να ασχοληθεί.  Χρειάζεται δύο έως τρία άτομα να τον βοηθήσουν να μπει στη θάλασσα, καθώς και να τον μεταφέρουν έξω, ενώ όταν είναι με το μαγιό δεν νιώθει καλά να τον βλέπουν λόγω της φυσικής του κατάστασης.  Δεν μπορεί να πάει μόνος του διακοπές, να ανεβεί σε βουνό, να οδηγήσει μοτοσικλέτα ή να ασχοληθεί με οποιοδήποτε άθλημα.

 

Δεν μπορεί ακόμα να παρακολουθεί αγώνες χειροσφαίρισης γιατί δεν έχει τη ψυχική δύναμη.  Δεν έχει σεξουαλική ζωή λόγω της έλλειψης ικανοποιητικής στύσης και δεν μπορεί να εργαστεί ως μηχανικός όπως είχε εκπαιδευτεί.

 

Ο ενάγων ασχολείτο με το άθλημα της χειροσφαίρισης από εννέα ετών ήταν δε ενταγμένος στην ομάδα χειροσφαίρισης της ΣΠΕ Στροβόλου, ενώ από κάποιο στάδιο έπαιζε επίσης και στην εθνική ομάδα.  Διακρίθηκε ως ο καλύτερος χειροσφαιριστής και πρώτος σκόρερ και τιμήθηκε  με βραβείο από την Κυπριακή Ομοσπονδία Αθλητισμού και την Ομοσπονδία Χειροσφαίρισης με βραβείο ήθους.  Πρόθεσή του ήταν να συνέχιζε να παίζει σε ομάδα στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια των σπουδών που προγραμμάτιζε εκεί.  Είχε σκοπό να εγγραφεί σε σχολή για απόκτηση ακαδημαϊκών προσόντων σε εξειδικευμένο κλάδο της μηχανικής που τον ενδιέφερε.

 

Ως προς την απώλεια ικανότητας εργασίας το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε ότι κατά τον ουσιώδη χρόνο  ο ενάγων βρισκόταν σε αναζήτηση εργασίας η οποία δεν ήταν καν μόνιμη.  Είχε πρόσφατα απολυθεί από το στρατό και πρόθεσή του ήταν να μεταβεί στην Ελλάδα για να εγγραφεί σε τεχνολογική σχολή για εκπαίδευση σε κλάδο της μηχανολογίας για μηχανοκίνητα οχήματα.  Σκοπός ήταν να λειτουργήσει δικό του εργαστήριο επιδιόρθωσης μηχανοκινήτων οχημάτων. Κατά το χρόνο του τραυματισμού του εργοδοτείτο προσωρινά.

 

Σύμφωνα πάντα με το πρωτόδικο δικαστήριο ο χρόνος που θα παρέμενε στη συγκεκριμένη εργασία δεν ήταν βέβαιος, αφού το πιο πιθανόν ήταν να υλοποιήσει την πρόθεσή του για σπουδές στην Ελλάδα.  Λογικά θα μετέβαινε για σπουδές μετά από ένα χρόνο αφού το ακαδημαϊκό έτος για το τρέχον έτος είχε ήδη αρχίσει.  Επομένως η μόνη αμοιβή για την οποία υπήρχε μαρτυρία ότι ελάμβανε και πιθανόν να συνέχισε να λαμβάνει ήταν το ποσό των £76 (€130) εβδομαδιαίως, που εισέπραττε από την εργοδότησή του από τους εναγόμενους 2.

 

Σύμφωνα με την δοθείσα μαρτυρία το ετήσιο εισόδημα κάθε χειροσφαιριστή της ομάδας της ΣΠΕ Στροβόλου ανερχόταν μεταξύ £5.000 (€8.543) και £6.000 (€10.251) ετησίως.  Οι παίκτες της ΣΠΕ αμείβονταν και τους δώδεκα μήνες κάθε χρόνου.

 

Ο ενάγων προσελήφθη στη θέση τηλεφωνητή στη ΣΠΕ Στροβόλου την 1.12.2001 με μισθό £340 (€581) μηνιαίως, μονιμοποιήθηκε δε στη θέση την 1.1.2004.  Κατά το 2005 ο μισθός του ανερχόταν σε £410 (€700) μηνιαίως καθαρά.  Ως βοηθός μηχανολόγος θα μπορούσε να κέρδιζε τουλάχιστον το διπλάσιο.   Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι η όλη μαρτυρία επί του θέματος χαρακτηρίζεται από μια εγγενή αβεβαιότητα, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατόν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα με τη χρήση πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου.  Από την άλλη κατέληξε ότι δεν διαφαίνεται έστω και η παραμικρή πιθανότητα απώλειας στο μέλλον της εργοδότησής του από τη ΣΠΕ Στροβόλου.  ΄Ετσι, το δικαστήριο τελικά αποφάσισε ότι δεν ήταν δυνατόν να επιδικαστεί στον ενάγοντα οποιοδήποτε ποσό υπό μορφή αποζημίωσης για την απώλεια της ικανότητάς του για εργασία στο μέλλον.

 

Στη συνέχεια υπολόγισε το ύψος των ειδικών αποζημιώσεων στις £38.613 (€65.974), ποσό το οποίο δεν έχει αμφισβητηθεί κατ΄ έφεση.  Τέλος έκρινε ότι ο ενάγων δικαιούται υπό μορφή γενικών αποζημιώσεων στο ποσό των £120.000 (€205.032).

 

Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη συλλογιστική του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Αν έτσι είχαν τα πράγματα τότε κανένας νεαρός ο οποίος δεν έχει ακόμα αρχίσει την επαγγελματική του καριέρα δεν θα μπορεί να αποζημιώνεται για την απώλεια ικανότητας εργασίας στο μέλλον.

 

Υπάρχουν αρκετά στοιχεία που ενδεχομένως θα βοηθούσαν στον υπολογισμό της σχετικής απώλειας και με τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου.  ΄Εχουμε για παράδειγμα ότι ακόμα και ως βοηθός μηχανικός ο ενάγων θα μπορούσε να αμοίβεται με διπλάσιο μισθό από το σημερινό, ενώ η ενασχόλησή του με τη χειροσφαίριση του προσέφερε τη δυνατότητα του ετήσιου εισοδήματος τουλάχιστον £6.000 (€10.251) για περίοδο οκτώ, το λιγότερο, χρόνων.  Όμως, η ύπαρξη κάποιων αβέβαιων παραμέτρων, όπως για παράδειγμα η έλλειψη βεβαιότητας ότι ο ενάγων θα μετέβαινε τελικά στο εξωτερικό και θα φοιτούσε σε τεχνική σχολή, αλλά και η έλλειψη βεβαιότητας ως προς την πραγματοποίηση της φιλοδοξίας του να ανοίξει τελικά δικό του εργαστήριο επιδιόρθωσης μηχανοκινήτων οχημάτων, αλλά και η πιθανότητα τραυματισμού του και πιθανή μείωση των απολαβών του από τη χειροσφαίριση, μας σπρώχνει να συμφωνήσουμε ότι, ίσως ο υπολογισμός της απώλειας μελλοντικών απολαβών δεν θα ήταν απόλυτα ασφαλής με τη μέθοδο του πολλαπλασιαστή και πολλαπλασιαστέου.

 

Όμως η δυσκολία μας αυτή δεν σημαίνει ότι στον ενάγοντα δεν θα έπρεπε να επιδικαστεί κάποιο ποσό που να αντιστοιχεί στις απώλειές του.  Θα σήμαινε ότι κανένας νέος ο οποίος δεν έχει εισέλθει ακόμα στην αγορά εργασίας θα μπορούσε να διεκδικεί οποιαδήποτε μείωση της μελλοντικής ικανότητάς του κτήσης εισοδήματος.

 

Λαμβάνοντας λοιπόν υπ΄ όψιν το γεγονός ότι ως βοηθός μηχανολόγος θα κέρδιζε £400 (€683) περίπου μηνιαίως περισσότερα από το ποσό που κερδίζει τώρα, αλλά και το ποσό το οποίο κέρδιζε ως χειροσφαιριστής, κρίνουμε ότι θα έπρεπε στον ενάγοντα να επιδικαστούν αποζημιώσεις για την απώλεια των μελλοντικών του εισοδημάτων.

 

Θα πρέπει να ληφθεί υπ΄ όψιν ότι ακόμα κι΄ αν ο ενάγων δεν κατάφερνε να εξασφαλίσει επ΄ αμοιβή θέση σε ομάδα χειροσφαίρισης στην Ελλάδα, εν τούτοις, οι πιθανότητες να κερδίσει κάποια ποσά λόγω της συμμετοχής του στην ομάδα της ΣΠΕ Στροβόλου, δεν μπορούν να παραγνωριστούν.

 

Εν όψει όλων των πιο πάνω, θεωρούμε ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα δεν επιδίκασε οποιεσδήποτε σχετικές αποζημιώσεις.  Παρά τις διάφορες ασταθείς παραμέτρους υπολογίζουμε την απώλεια μελλοντικών εισοδημάτων του ενάγοντα από τη χειροσφαίριση στις £36.000 (€61.510), δηλαδή £6.000 (€10.251) για έξι χρόνια και τη διαφορά μεταξύ των σημερινών του απολαβών και αυτών που θα είχε αν εργαζόταν ως βοηθός μηχανολόγος στις £90.000 (€153.774).   Έτσι οι ολικές του απώλειες μελλοντικών εισοδημάτων ανέρχονται στις £126.000 (€215.284).

 

Ο ενάγων παραπονείται και για το ύψος των γενικών αποζημιώσεων.  Όπως είδαμε, το πρωτόδικο δικαστήριο του επιδίκασε σχετικά επί πλήρους ευθύνης £120.000 (€205.032).  Είναι φανερό ότι ο τραυματισμός του ενάγοντα ήταν όχι μόνο σοβαρότατος, αλλά του ανέτρεψε εντελώς τη ζωή.  Από ένα νεαρό, υγιές, δραστήριο άτομο με φιλοδοξίες, κατέληξε να μην μπορεί να προβεί χωρίς βοήθεια στις απλούστερες των δραστηριοτήτων.  Τα όνειρα που έκανε για το μέλλον έχουν μεταβληθεί δραματικά, ενώ εκτός του ότι δεν μπορεί να ασχοληθεί με τις τόσες όσες δραστηριότητες που αγαπούσε, στερείται της ικανότητάς του για ερωτική ζωή, αλλά και πιθανόν τη δημιουργία οικογένειας.

 

Υπό τις περιστάσεις κρίνουμε ότι το ποσό των £120.000 που του έχει επιδικαστεί είναι υπέρμετρα χαμηλό και θα πρέπει να το αυξήσουμε στις £250.000 (€427.150).

 

Η Π.Ε. 22/2008 απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων και υπέρ των εφεσιβλήτων 1 και 2, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η Π.Ε. 23/2008 επιτυγχάνει μερικώς και η πρωτόδικη απόφαση τροποποιείται ανάλογα, με έξοδα υπέρ του εφεσείοντα-ενάγοντα και εναντίον των εφεσίβλητων 2, πλέον Φ.Π.Α. αν υπάρχει, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

                                               ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.

 

 

 

 

                                               Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.

 

 

 

 

                                               Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

 

ΜΔ          


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο