ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 1395
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 34/2009)
26 Ιουνίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στες]
P.N.P. CONSTRUCTIONS LIMITED,
Εφεσείoντες,
ν.
1. ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ,
2. I. SOTERIOU CONSTRUCTIONS LIMITED,
Εφεσιβλήτων.
_________
Μ. Ιακώβου, για τους Εφεσείοντες.
Π. Πανάγος για Κλεόπα και Κλεόπα, για τον Εφεσίβλητο 1.
Χρ. Φρακάλας για Ιωαννίδη και Δημητρίου, για τους Εφεσίβλητους 2.
_________
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.
________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ. : Οι εφεσείοντες συνήψαν με τους εφεσίβλητους 2 συμφωνία για ανέγερση πολυκατοικίας στη Λεωφόρο Νίκης στη Λευκωσία. Κατά τη διάρκεια της ανέγερσης έγιναν διάφορες τροποποιήσεις και επιπρόσθετες εργασίες. Στις 20.2.1998 οι συμβαλλόμενοι υπέγραψαν έγγραφο με τίτλο «Δήλωση» με το οποίο συμφωνούσαν ότι το ποσό των £27.000, που οι εφεσείοντες όφειλαν στους εφεσίβλητους 2, αντιπροσώπευε όλες τις εκτελεσθείσες εργασίες, συμπεριλαμβανομένων και των επιπλέον. Στο ίδιο έγγραφο αναφερόταν επίσης ότι διαπιστώθηκε η ύπαρξη ατελειών στις εκτελεσθείσες εργασίες τις οποίες οι εφεσίβλητοι 2 αναλάμβαναν να επιδιορθώσουν.
Στη συνέχεια προέκυψαν μεταξύ των μερών διαφωνίες και οι εφεσίβλητοι 2 καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας εναντίον των εφεσειόντων, την αγωγή υπ΄ αρ. 11700/98.
Στα πλαίσια της πιο πάνω αγωγής οι διαφορές μεταξύ τους παραπέμφθηκαν σε διαιτησία και το ΕΤΕΚ όρισε ως διαιτητή τον εφεσίβλητο 1, πολιτικό μηχανικό.
Με τη συμφωνία διαιτησίας τα μέρη συμφώνησαν όπως οι απαιτήσεις και όλες οι μεταξύ τους διαφορές παραπεμφθούν προς επίλυση στο διαιτητή, ο οποίος θα ενεργεί ως μόνος διαιτητής και θα εκδώσει σχετική απόφαση. Η διαιτησία θα διεξαγόταν σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ. 4. Η απόφαση του διαιτητή θα ήταν τελεσίδικη, οριστική και δεσμευτική καθ΄ ολοκληρίαν επί όλων των επίδικων θεμάτων, ενώ τα μέρη ανέλαβαν να συμμορφωθούν αμέσως με αυτή, από την ημερομηνία έκδοσής της. Ο διαιτητής είχε το δικαίωμα να καθορίζει τη διαδικασία, να εκδίδει προς τα μέρη δεσμευτικές οδηγίες και να καθορίσει χρονοδιάγραμμα για ολοκλήρωση της διαδικασίας.
Στις 11.6.2007 κατατέθηκε στο δικαστήριο η απόφαση του διαιτητή και ακολούθως εκδόθηκε απόφαση στα πλαίσια της πιο πάνω αγωγής υπέρ των εφεσιβλήτων 2 και εναντίον των εφεσειόντων.
Στις 26.7.2007 καταχωρήθηκε από τους εφεσείοντες εναντίον των εφεσιβλήτων 1 και 2, αίτηση με την οποία αξιώνεται ακύρωση της απόφασης του διαιτητή λόγω απρεπούς (ανάρμοστης) συμπεριφοράς του διαιτητή κατά τη διαδικασία και διαζευκτικά διάταγμα που να παραπέμπει την απόφαση του διαιτητή για γνώμη του δικαστηρίου.
Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι με βάση το άρθρο 20 (2) του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ. 4, η απόφαση μπορεί να ακυρωθεί όταν ο διαιτητής έχει επιδείξει ανάρμοστη συμπεριφορά ή έχει χειριστεί κακώς την υπόθεση ή όπου όλη η διαδικασία διαιτησίας ή το πόρισμα του διαιτητή έχει λανθασμένα προκύψει. Στη συνέχεια το δικαστήριο, με αναφορά σε σχετική νομολογία, προσπαθεί να ερμηνεύσει τον όρο «ανάρμοστη συμπεριφορά», επειδή οι εφεσείοντες υποστήριζαν ότι υπήρξαν στη διαδικασία ανάρμοστοι χειρισμοί, αφού ο διαιτητής ερμήνευσε λανθασμένα διάφορα έγγραφα που είχαν κατατεθεί.
Το δικαστήριο αποφάσισε ότι ο διαιτητής δεν υπέπεσε σε οποιαδήποτε παράβαση των εντολών του, αφού οι όροι εντολής, του έδιδαν το δικαίωμα ερμηνείας εγγράφων. Το δικαστήριο κατέληξε, τέλος, ότι δεν αποδείχθηκε ότι λανθασμένη ερμηνεία των εργασιών ή τυχόν λανθασμένη αξιολόγηση μαρτυρίας, αποτελεί απρεπή συμπεριφορά ή λανθασμένο ή ανάρμοστο χειρισμό της διαδικασίας.
Ο διαιτητής, ο οποίος είχε ενώπιόν του τα δικόγραφα, έδωσε εντολές στους διάδικους να παρουσιάσουν την υπόθεσή τους μόνο μέσω εγγράφων, όπως είχε συμφωνηθεί. Με βάση τα έγγραφα που κατατέθηκαν αποφάσισε να απορρίψει την ανταπαίτηση των εφεσειόντων και να εκδώσει απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων 2. Προτού εκδώσει την απόφαση, θεώρησε ότι έπρεπε να ερμηνεύσει και το έγγραφο ημερομηνίας 20.2.1998 με τίτλο «Δήλωση» που επίσης κατατέθηκε ενώπιόν του. Τελικά έκρινε ότι η πληρωμή του ποσού των £8.093, σύμφωνα με το εν λόγω έγγραφο, δεν αποτελούσε προϋπόθεση για διόρθωση των κακοτεχνιών.
Το δικαστήριο κατέληξε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν αποδείξει ότι ο διαιτητής είχε καθ΄ οιονδήποτε τρόπο χειριστεί την υπόθεση λανθασμένα, ή ότι επέδειξε ανάρμοστη συμπεριφορά και απέρριψε την αίτηση.
Οι εφεσείοντες προσέβαλαν την πιο πάνω απόφαση και υποστηρίζουν ότι το δικαστήριο δεν έλαβε υπ΄ όψιν ότι ο διαιτητής παρέλειψε παντελώς να συνυπολογίσει το περιεχόμενο της γραπτής δήλωσης ημερομηνίας 20.2.1998, αλλά και ότι παρέλειψε να εξετάσει την κακοτεχνία στο κεκλιμένο επίπεδο του υπογείου. ΄Ετσι το δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν αποδείξει ότι ο διαιτητής χειρίστηκε κακώς την υπόθεση.
Ακόμα το δικαστήριο, σύμφωνα πάντα με τους εφεσείοντες, δεν ερμήνευσε ορθά την έννοια της «απρεπούς συμπεριφοράς» εκ μέρους του διαιτητή, με αποτέλεσμα να μην εφαρμοστούν οι πρόνοιες του άρθρου 20 (2) του περί Διαιτησίας Νόμου, Κεφ. 4.
Το άρθρο 20 (2) του Κεφ. 4, προνοεί ότι όπου ο διαιτητής επέδειξε απρεπή συμπεριφορά («κακή συμπεριφορά» στην ελληνική μετάφραση του Κεφ. 4) ή αν η διαδικασία διαιτησίας διεξήχθη αντικανονικά, το δικαστήριο δύναται να παραμερίσει την απόφασή του.
Προέχει, βέβαια, η ερμηνεία του όρου. Οι εφεσείοντες υποστηρίζουν ότι η έννοια της «απρεπούς συμπεριφοράς» δεν μπορεί να περιοριστεί μόνο σε θέματα αντικειμενικότητας ή τρόπου διαπροσωπικής λειτουργίας του διαιτητή εν σχέσει με τους διάδικους, αλλά επεκτείνεται και στον τρόπο που προσεγγίζει τα θέματα που τίθενται ενώπιόν του και τις διαδικασίες που ακολουθεί για την αντιμετώπιση και επίλυση των θεμάτων.
Ο όρος «ανάρμοστη συμπεριφορά» έχει ερμηνευτεί επανειλημμένα και περιλαμβάνει διάφορες κατηγορίες που δυνατόν να αφορούν στη συμπεριφορά του διαιτητή ή στον τρόπο διεξαγωγής της διαιτησίας (Σολωμού ν. Laiki Cyprialife Ltd, Π.Ε. 193/2008, ημερ. 19.5.2010). Η κλασσική αντιμετώπιση της έννοιας της «απρεπούς συμπεριφοράς» αναφέρεται στη δωροδοκία του διαιτητή ή στην ύπαρξη εκ μέρους του μυστικού συμφέροντος στην ενώπιόν του διαφορά. Επεκτείνεται όμως ακόμη και στην απουσία ηθικά ή δεοντολογικά ανάρμοστης συμπεριφοράς. Ελέγχονται δηλαδή και οι περιπτώσεις λανθασμένης λήψης ή αποκλεισμού μαρτυρίας ή η αποδοχή εξωγενούς μαρτυρίας για την ερμηνεία συμβολαίου (Paniccos Harakis Ltd v. The Official Receiver as administrator of the estate of the bankrupt Takis Vryonides (1978) 1 C.L.R. 15, ΔΗ.ΜΑ.ΡΩ. Λτδ ν. Lakis Georghiou Constructions Ltd, Π.Ε. 240/2007, ημερ. 19.2.2010).
Όπως όμως επισημαίνεται στην υπόθεση Σολωμού ν. Laiki Cyprialife Ltd, ανωτέρω, ουδέποτε η μέχρι τούδε νομική θεώρηση των προνοιών του άρθρου 20 (2) δεν έχει συμπεριλάβει και την ενδεχομένως λανθασμένη νομική ερμηνεία εγγράφου. Τα δικαστήρια ήταν πάντοτε απρόθυμα να επεμβαίνουν στις διαιτητικές διαδικασίες, εκτός όπου η νομοθεσία ειδικά παρείχε τέτοια δυνατότητα, οι δε αποφάσεις των διαιτητών γενικά δεν ήταν δεκτικές αναθεώρησης από το δικαστήριο, εκτός στο βαθμό που ο διαιτητής υπερέβη τη δικαιοδοσία του ή ενήργησε κατά πασιφανή τρόπο εναντίον των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης (Russel on Arbitration, 2007, σελ. 375, παρ. 7-056).
Εν όψει των πιο πάνω καταλήγουμε ότι το επιχείρημα των εφεσειόντων ότι η ερμηνεία του συγκεκριμένου εγγράφου, με τίτλο «Δήλωση» που δίδει ο διαιτητής εμπίπτει στις περιπτώσεις όπου παρατηρείται απρεπής συμπεριφορά, θα πρέπει να απορριφθεί, αφού δεν φαίνεται να στηρίζεται από τη νομολογία.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τόσο στη νομολογία μας, αλλά και σε άλλες συγγενείς δικαιοδοσίες, οι περιστάσεις που θα θεωρούνταν απρεπής συμπεριφορά, τείνουν να περιοριστούν αντί να επεκταθούν.
Στην υπόθεση Αναφορικά με τη Διαιτησία μεταξύ της Τσιμεντοποιΐας Βασιλικού Λτδ ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (2001) 1 Α.Α.Δ. 23, επισημαίνεται η ανάγκη για φειδώ με την οποία τα δικαστήρια πρέπει να προσεγγίζουν παρόμοια θέματα. Στην πιο πάνω απόφαση τονίστηκε ότι ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της διαιτησίας είναι ο περιορισμός των ένδικων μέσων κατά της διαιτητικής απόφασης και έτσι το Κεφ. 4 επιτρέπει την ακύρωση μιας τέτοιας απόφασης μόνο για τους περιορισμένους λόγους που εκθέτει το άρθρο 20 (2).
Η νομική εμβέλεια της έννοιας της απρεπούς συμπεριφοράς δεν περιλαμβάνει και τη νομική ερμηνεία εγγράφου και αυτό σφραγίζει, όπως και στην υπόθεση Σολωμού ν. Laiki Cyprialife Ltd, ανωτέρω, και την τύχη της έφεσης.
Στην παρούσα περίπτωση συμφωνήθηκε όπως οι διάδικοι παρουσιάσουν την υπόθεσή τους στο διαιτητή μόνο με έγγραφα. Με βάση τα έγγραφα που κατατέθηκαν, ο διαιτητής, αφού τα αξιολόγησε, αποφάσισε να απορρίψει την ανταπαίτηση των εφεσειόντων και να εκδώσει απόφαση υπέρ των εφεσιβλήτων 2. Ο διαιτητής, πριν εκδώσει την απόφασή του, προχώρησε και στην ερμηνεία του εγγράφου ημερομηνίας 20.2.2008 με τίτλο «Δήλωση», όπως είχαν συμφωνήσει, με την εξουσία που του έδωσαν τα ίδια τα μέρη με την παραπομπή όλων των διαφορών τους ενώπιόν του.
Για τους λόγους που εκτέθηκαν πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το δικαστήριο.
ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.
Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
/ΜΔ