ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 205
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ
(Εφεση Αρ. 12/08 )
10 Φεβρουαρίου, 2011
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΧΑΤΖΙΗΚΟΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΜΑΡΙΑΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Π. Κλεοβούλου, για τον Εφεσείοντα.
Ν. Νικολαϊδης, για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν είναι ομόφωνη. Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ. Ο Ναθαναήλ, Δ., θα δώσει τη δική του απόφαση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται εναντίον απόφασης του Οικογενειακού Δικαστηρίου Λεμεσού με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση του εφεσείοντα με την οποία ζητούσε συνεισφορά της εφεσίβλητης με ποσό €342 μηνιαίως στη διατροφή του ανήλικου παιδιού τους.
Μετά τη διακοπή της συμβίωσης των διαδίκων ο γάμος τους λύθηκε αρχές του 2006 όταν ο γυιός τους Σ.Χ. ήταν επτά περίπου χρονών. Μετά τη διακοπή της συμβίωσης το παιδί διέμενε με τη μητέρα του. Υστερα όμως, συναινούσας της μητέρας, τροποποιήθηκε το σχετικό διάταγμα και από το Μάϊο του 2007 το παιδί διαμένει με τον πατέρα του. Τον Ιούλιο 2007 ο εφεσείων υπέβαλε αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο Λεμεσού με την οποία ζήτησε ρύθμιση της διατροφής του παιδιού αξιώνοντας συνεισφορά της μητέρας ύψους €342 μηνιαίως για κάλυψη των τρεχουσών αναγκών του ανηλίκου που σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που παρέθεσε στη γραπτή ένορκο δήλωσή του και επανέλαβε προφορικά στη μαρτυρία του, ανέρχονται στο ποσό των €854 μηνιαίως.
Η αίτηση επιδόθηκε στην εφεσίβλητη αλλά αυτή δεν εμφανίστηκε στο δικαστήριο ούτε εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο και έτσι η ακρόαση της αίτησης έγινε στην απουσία της. Ο εφεσείων κατέθεσε ότι ο μισθός από την εργασία του ανέρχεται στα €1708 μηνιαίως ενώ το μηνιαίο εισόδημα της εφεσίβλητης από την εργασία της είναι €580. Ο εφεσείων επανέλαβε ότι τα επί μέρους ποσά που ξοδεύει για το παιδί του ανέρχονται στα €854 μηνιαίως ως εξής:
Σταθμός 102,52 μηνιαίως
Ιατρικά έξοδα 51,26 »
Ψυχαγωγία 51,26 »
Φιλοδώρημα 51,26 »
Ενδυση-υπόδηση 103,00 »
Σίτηση 170,00 »
Κοινωνικές δραστηριότητες
του παιδιού 86,00 »
Εξοδα διακοπών 136,00 »
Ηλεκτρισμός-νερό 68,00 »
______
Σύνολο 854,00 μηνιαίως
Κρί θηκε πρωτοδίκως ότι τα κονδύλια «ψυχαγωγία», «κοινωνικές δραστηριότητες» και «έξοδα» διακοπών» αποτελούν τρεις εκφάνσεις της ίδιας ανάγκης. Κρίθηκε επίσης ότι ο εφεσείων δεν εξήγησε γιατί απαιτούνται €102,52 μηνιαίως για σταθμό αφού ο ανήλικος βρίσκεται σε ηλικία φοίτησης σε σχολείο Δημοτικής Εκπαίδευσης και ότι εν πάση περιπτώσει τα πιο πάνω ποσά είναι υπερβολικά. Όμως, πέρα και ανεξάρτητα από τα πιο πάνω, κρίθηκε ότι η αίτηση δεν μπορούσε να επιτύχει ακόμη και αν τα επιμέρους ποσά ήταν εύλογα. Το δικαστήριο κατέληξε στο τελευταίο συμπέρασμα αφού ερμήνευσε πρώτα τις πρόνοιες του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/90) που διέπουν το θέμα. Το άρθρο 33(1) του εν λόγω Νόμου προβλέπει:
«33(1) Οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού, ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του.»
Ο ευπαίδευτος δικαστής ερμηνεύοντας την πιο πάνω διάταξη, διατύπωσε την άποψη ότι η υποχρέωση των γονέων να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, προϋποθέτει ύπαρξη οικονομικών δυνατοτήτων για διατροφή προσώπου σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 37(1)[1] του Νόμου και ότι στον όρο «δυνάμεις», του άρθρου 33(1) πως πρέπει να δίνεται η ίδια ερμηνεία που το Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο απέδωσε στον αντίστοιχο όρο του άρθρου 3 του περί Ρυθμίσεως Περιουσιακών Σχέσεων των Συζύγων Νόμου του 1991 (Ν. 232/91). (Βλ. Μενελάου ν. Μενελάου (1993) 1 ΑΑΔ 381), ότι δηλαδή, ο όρος «δυνάμεις» περιλαμβάνει «το σύνολο των εισοδηματικών δυνατοτήτων εκάστου μέρους για συνδρομή και όχι μόνο το υπαρκτό εισόδημα».
Σύμφωνα πάντοτε με την σκέψη του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η διαφορά των δύο νόμων, έγκειται στους παράγοντες που καθορίζουν το μέτρο της διατροφής με βάση το άρθρο 7 του Ν. 232/91 το μέτρο προσδιορίζεται ως εξής:
«7. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 3, το μέτρο διατροφής προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του, και περιλαμβάνει όλα όσα είναι αναγκαία για τη συντήρηση του δικαιούχου.»
Το πρωτόδικο δικαστήριο με αναφορά στα πιο πάνω καταλήγει στο πιο κάτω τελικό συμπέρασμα:
«Πέραν του ότι το άρθρο 7 παραπέμπει ρητά στην κατά το άρθρο 3 του νόμου αμοιβαία ανάλογα με τις δυνάμεις τους υποχρέωση των συζύγων για διατροφή, αποσυνδέει το μέτρο της διατροφής από τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή. Η εξήγηση είναι πολύ απλή. Ο οικονομικά ασθενέστερος σύζυγος είναι ο δικαιούχος της αξίωσης και στρέφεται εναντίον του οικονομικά ισχυρότερου συζύγου, που είναι ο υπόχρεος της διατροφής. Στην περίπτωση του άρθρου 33(1) του Ν. 216/90 η υποχρέωση των δύο γονέων συναρτάται με τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου. Στην υπό εξέταση περίπτωση η μητέρα δεν μπορεί να συνεισφέρει αφού το εισόδημα της μόλις επαρκεί (αν επαρκεί) για την κάλυψη της δικής της διατροφής. Η επικοινωνία που έχει με τον ανήλικο, αποκαλύπτει η έγγραφη μαρτυρία, αρχίζει με παραλαβή του από τον «παιδότοπο» στο Κολόσσι και διαρκεί από 16:00 μέχρι και 19:00 σε καθεμιά από τις δύο μέρες της βδομάδας (τεκμήριο 3). Αναπόφευκτα στο πλαίσιο επικοινωνίας θα ξοδεύει κάποια χρήματα, δυνατότητα που θα αφαιρούσε και ενδεχομένως θα ματαίωνε ακόμη και την επικοινωνία, εάν διατασσόταν να καταβάλλει οποιοδήποτε ποσό. Δεν ισχύει το ίδιο για τον πατέρα. Αν οι ανάγκες του ανήλικου ήσαν (που δεν είναι) €854.30 το μήνα, θα μπορούσε από το ποσό των €1708.60 που ο ίδιος κερδίζει να καλύπτει τις ανάγκες του ανήλικου και να του απομένουν άλλα €854.30 για τη δική του συντήρηση.»
Ο εφεσείων υποβάλλει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα έκρινε ότι τα κονδύλια που επικαλέστηκε (ο εφεσείων) ήταν υπερβολικά και εισηγείται ότι υπό τις περιστάσεις όφειλε το ίδιο το δικαστήριο να προσδιορίσει τις ανάγκες του ανηλίκου. Ο εφεσείων θεωρεί ως εσφαλμένη και τη διαπίστωση ότι το εισόδημα της εφεσίβλητης δεν επαρκεί για συνεισφορά στη διατροφή του παιδιού και ότι λανθασμένα διαπίστωσε ότι η εφεσίβλητη δεν πρέπει να καταβάλλει διατροφή επειδή επικοινωνεί με τον ανήλικο.
Δεν ευσταθεί κανένας λόγος έφεσης. Το πρωτόδικο δικαστήριο ορθά ερμήνευσε το νόμο ο οποίος διέπει το θέμα και θεωρούμε πως δεν χρειάζεται να προσθέσουμε ο,τιδήποτε στα όσα πιο πάνω συνθέτουν την εφεσιβαλλόμενη απόφαση. Η διαπίστωση ότι η εφεσίβλητη δεν μπορεί να συνεισφέρει αφού το εισόδημά της μόλις επαρκεί (αν επαρκεί) για την κάλυψη της δικής της διατροφής σαφώς εκπηγάζει από την πείρα της καθημερινής ζωής της κοινωνίας των ανθρώπων αυτού του τόπου μέλος της οποίας είναι και ο δικαστής και εφόσον η υποχρέωση των δύο γονέων για συνεισφορά συναρτάται με τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου ορθά έχει κριθεί ότι η εφεσίβλητη δεν διαθέτει τέτοιες δυνατότητες ενόψει του πενιχρού εισοδήματος της σε αντίθεση με τις δυνατότητες του εφεσείοντα το εισόδημα του οποίου είναι κατά πολύ μεγαλύτερο εκείνου της εφεσίβλητης.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης, τα οποία να υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το δικαστήριο.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.
ΣΦ.
[1] 37(1) Η διατροφή προσδιορίζεται με βάση τις ανάγκες του δικαιούχου, όπως αυτές προκύπτουν από τις συνθήκες της ζωής του και τις οικονομικές δυνατότητες που υπάρχουν για διατροφή προσώπου.