ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 1 ΑΑΔ 312
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 6/2007
9 Μαρτίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ DAVID KIANIASHVILI ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΑΡ. 10 ΣΤΙΣ ΚΕΝΤΡΙΚΕΣ ΦΥΛΑΚΕΣ
Αιτητή
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ
2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
3. ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
Καθ' ων η αίτηση
Μιχ. Κυπριανού με Ελ. Νικολάου για τον αιτητή.
Λ. Λάμπρου-Ουστά με Χρ. Ρασπόπουλο για τους καθ΄ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η κράτησή του από την αστυνομία είναι παράνομη και ζητά την έκδοση εντάλματος habeas corpus. Στο πλαίσιο της συζήτησης έγινε αναφορά στην κατάληξη αίτησής του για πολιτικό άσυλο και στις περιστάσεις κάτω από τις οποίες δεν άσκησε διοικητική προσφυγή αλλά αυτά, ενόψει της κοινής θέσης των μερών επί ορισμένων δικαιοδοτικής φύσης θεμάτων, δεν χρειάζεται να με απασχολήσουν.
Οι καθ' ων η αίτηση υποστηρίζουν πως η κράτηση του αιτητή είναι νόμιμη αφού διενεργείται στη βάση διαταγμάτων κράτησης και απέλασής του που εκδόθηκαν αρμοδίως από τη Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης και ορθώς δεν αμφισβητείται πως, σε τέτοια περίπτωση, δεν παρέχεται δικαιοδοσία ελέγχου της νομιμότητάς τους στο πλαίσιο αίτησης όπως η παρούσα. Σχετική είναι η απόφαση της πλήρους Ολομέλειας στην Bondar (Αρ. 2), (2004) 1 ΑΑΔ 2075.
Για το ότι εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του αιτητή, στις 12.1.07, δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία. Αυτά βρίσκονται ενώπιόν μου όπως, συναφώς, και η αξιόπιστη μαρτυρία της Διευθύντριας που τα υπέγραψε. Το κρίσιμο, όπως το προσδιόρισαν και τα μέρη, αφορά στην εξωτερίκευση των διαταγμάτων ως όρου για την τελείωσή τους ως διοικητικής πράξης. Επ' αυτού είναι σχετικές οι υποθέσεις Kashif Saleemi v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Αίτηση αρ. 153/2004, ημερομηνίας 7.10.2004, Rana (Αρ.2) (2004) 1 ΑΑΔ 1791 και Vickey (2004) 1 ΑΑΔ 1817 στις οποίες αναφέρθηκαν τα μέρη.
Ο αιτητής κατηγορήθηκε για αποδοχή εργοδότησης χωρίς άδεια και για παράνομη διαμονή/παραμονή στη Δημοκρατία. Με την απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου βρέθηκε ένοχος στην πρώτη κατηγορία αλλά αθωώθηκε στις άλλες γιατί δεν είχε αποδειχθεί πως του επιδόθηκε η απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η αίτησή του για άσυλο. Στις 12.1.07 του επιβλήθηκε πρόστιμο και ενώ ανέμενε στο Δικαστήριο για τη διευθέτηση της πληρωμής του από τη σύζυγό του, πράγμα το οποίο έγινε, συνελήφθη χωρίς ως εκείνη τη στιγμή να είχαν εκδοθεί τα διατάγματα. Επίσης δεν αμφισβητήθηκε η μαρτυρία του αιτητή αλλά και της συζύγου του που και εκείνη κατέθεσε ένορκη δήλωση, ότι δεν του είχε καν εξηγηθεί σε εκείνο το στάδιο ο λόγος της σύλληψής του. Είναι η υπόθεση των καθ' ων η αίτηση πως, στα αστυνομικά κρατητήρια, το βράδυ της ίδιας ημέρας, δηλαδή στις 12.1.07, ο ειδικός αστυφύλακας Στέφανος Χατζηπολυκάρπου παρέδωσε προσωπικά στον αιτητή ίδιας ημερομηνίας επιστολή της Διευθύντριας πως εκδόθηκαν εναντίον του διατάγματα. Από την άλλη, είναι η υπόθεση του αιτητή πως ουδέποτε του έγινε τέτοια παράδοση. Ό,τι του παραδόθηκε ήταν έγγραφο επεξηγηματικό των δικαιωμάτων των κρατουμένων το οποίο, με τη μετάφρασή του από τα αγγλικά στα ρωσικά, κατέθεσε. Με την περαιτέρω εξήγηση πως επειδή δεν γνώριζε καμιά από τις πιο πάνω γλώσσες ενημερώθηκε για το περιεχόμενό τους από συγκρατούμενούς του.
Ο αιτητής και ο ειδικός αστυφύλακας κατέθεσαν ένορκες δηλώσεις και αντεξετάστηκαν. Προκύπτουν τα ακόλουθα:
Ο ειδικός αστυφύλακας, όπως κατέθεσε, υποψιάστηκε πως ο αιτητής δεν γνώριζε αγγλικά, που είναι η γλώσσα στην οποία ήταν συνταγμένη η επιστολή ημερομηνίας 12.1.07. Εν τούτοις, στην ένορκη δήλωσή του, αναφέρει ότι παρέδωσε στον αιτητή την επιστολή «αφού πρώτα του γνωστοποίησα το περιεχόμενο της». Δεν ήταν όμως αυτός ο ισχυρισμός του κατά την προφορική του μαρτυρία ενώπιόν μου. Ισχυρίστηκε πως όταν, ουσιαστικά με νοήματα διαπίστωσε ότι είχε απέναντί του τον αλλοδαπό στον οποίο θα παρέδιδε την επιστολή, του είπε στα αγγλικά να τη διαβάσει και να υπογράψει. Αφήνοντας να νοηθεί ότι αυτός θα πρέπει να πληροφορήθηκε το περιεχόμενο της επιστολής από άλλους κρατούμενους με τους οποίους τον είδε να συνομιλεί για λίγο ενώ ο ίδιος ασχολείτο με άλλους αλλοδαπούς. Αυτά, αφού κάποιος κρατούμενος, το όνομα του οποίου δεν κατέγραψε και, βεβαίως, δεν μπορούσε να γνωρίζει, τον πληροφόρησε ότι κατάλαβε αλλά δεν υπογράφει αν δεν μιλήσει πρώτα με το δικηγόρο του. Ήταν, περαιτέρω, η μαρτυρία του ειδικού αστυφύλακα πως, μετά την άρνηση του αιτητή να υπογράψει, αφού απομακρύνθηκε, σημείωσε στο αντίγραφο που κρατούσε το γεγονός. Ξεχνώντας όμως να καταγράψει την ημερομηνία αυτής της σημείωσης. Και, ακόμα, χωρίς να καταγράψει οτιδήποτε οπουδήποτε σε σχέση με την παράδοση της επιστολής επειδή αυτό δεν ήταν υποχρεωτικό.
Διατηρώ αμφιβολίες αναφορικά με τα διατρέξαντα και αυτές κάθε άλλο παρά αίρονται από τις επιστολές των δικηγόρων του αιτητή προς τον Αρχηγό της Αστυνομίας ημερομηνίας 12.1.07 και προς το Γραμματέα της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, ημερομηνίας 15.1.07 που κοινοποιήθηκαν και προς τη Διευθύντρια. Η πρώτη συνιστούσε διαμαρτυρία για παράνομη σύλληψη και κράτηση με αναφορά στα προηγηθέντα σε σχέση με την αίτησή του για πολιτικό άσυλο. Η δεύτερη ήταν έφεση, όπως περιγράφεται, κατά της απόφασης με την οποία απορρίφθηκε σε πρώτο βαθμό η αίτησή του για άσυλο. Χωρίς αναφορά σε διατάγματα της Διευθύντριας αλλά σε παράνομη και αυθαίρετη σύλληψη και κράτησή του από την αστυνομία «με την απειλή ότι θα τον απελάσει». Σημειώνω δε πως, όπως εξήγησε η Διευθύντρια, δεν είχε προλάβει να απαντήσει σ' αυτές τις επιστολές μέχρι την καταχώριση της παρούσας αίτησης στις 30.1.07.
Ενόψει των ανωτέρω, στη βάση της νομολογίας που προανέφερα, αφού δεν αποδείχθηκε η εξωτερίκευση μέχρι τον ουσιώδη χρόνο δηλαδή μέχρι την καταχώριση της αίτησης, τα διατάγματα που εκδόθηκαν δεν συνιστούν νόμιμο έρεισμα κράτησης. Επομένως, η αίτηση επιτυγχάνει, με έξοδα. Διατάσσεται η άμεση απελευθέρωση του αιτητή .
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
ΜΣι.