ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 1 ΑΑΔ 425
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική Έφεση αρ. 10407.
Σύνθεση Δικαστηρίου;
ΠΙΚΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΔΔ.Μεταξύ:
Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, εκ Λευκωσίας,
Εφεσειόντων-Εναγομέ νων.
- και -
Έλλης Καννάβα, εκ Λεμεσού,
Εφεσίβλητης-Ενάγουσ ας.
- - -
Ημερομηνία:
24 Μαρτίου 2000.Για τους εφεσείοντες: Χρ. Μελίδης με Σ. Μυλωνά (κα).
Για την εφεσίβλητη: Ε. Πουργουρίδης.
- - -
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π.
- - -
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.:
Πυρκαγιά η οποία ξέσπασε τις πρωϊνές ώρες της 7ης Οκτωβρίου 1991, έκαυσε την εξοχική κατοικία της εφεσίβλητης στην Τριμίκλινη. Τα αίτια της πυρκαγιάς ήταν το σημείο αντιδικίας μεταξύ της και των εφεσειόντων. Η ίδια η εφεσίβλητη απέδωσε την πυρκαγιά σε βραχυκύκλωμα καλωδίων της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, τα οποία υπερέκειντο της κατοικίας της. Προκλήθηκε από την επαφή τους με την οροφή του σπιτιού. Τα καλώδια έκειντο σε ύψος 50 εκατοστών ύπερθεν της κατοικίας, απόσταση η οποία μειώθηκε ως αποτέλεσμα του κυρτώματος των συρμάτων (σέλλωμα), περιορίζοντάς την σε 35 περίπου εκατοστά. H ζημιά η οποία προκλήθηκε στην κατοικία καθορίστηκε σε £50,000 και η συμφωνία επί τούτου περιόρισε τα επίδικα θέματα της δίκης στην υπαιτιότητα ή μή των εφεσειόντων για την πρόκληση της ζημίας. Οι τελευταίοι αρνήθηκαν ευθύνη αποδίδοντας την πυρκαγιά σε αίτια άλλα από βραχυκύκλωμα των καλωδίων ως αποτέλεσμα επαφής τους με τη στέγη. Πιθανολόγησαν διαζευκτικά ως αίτια της πυρκαγιάς, βραχυκύκλωμα της ηλεκτρικής εγκατάστασης της κατοικίας, βραχυκύκλωμα παράνομης ηλεκτρικής συσκευής στη σοφίτα της κατοικίας, την έκρηξη συσκευής υγραερίου και πλήγμα της κατοικίας από κεραυνό. Για τα αίτια της πυρκαγιάς δόθηκε μαρτυρία και από τις δύο πλευρές. Επτά μάρτυρες κατέθεσαν για την εφεσίβλητη και εννέα για τους εφεσείοντες. Αφού αξιολόγησε την εκατέρωθεν μαρτυρία αντιπαραβάλλοντάς την όπου υπήρχε ουσιώδης διάσταση μεταξύ των εκδοχών των μαρτύρων αναφορικά με συγκεκριμένο συμβάν, το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι όντως η πυρκαγιά προκλήθηκε από βραχυκύκλωμα στα ηλεκτροφόρα καλώδια το οποίο εκδηλώθηκε από την επαφή τους με την οροφή της κατοικίας. Το ενδεχόμενο τέτοιας επαφής ήταν πάντα υπαρκτό λόγω του περιστοιχισμού των συρμάτων από δένδρα και της δυνατότητας με το φύσημα του ανέμου τα κλαδιά τους να συμπιέσουν τα καλώδια προς τα κάτω. ενδεχόμενο οι πιθανότητες εκδήλωσης του οποίου μεγεθύνθηκαν αφότου τα σύρματα έπαυσαν να είναι τεντωμένα. Σ΄ αυτή την αλληλουχία γεγονότων απέδωσε το δικαστήριο την πρόκληση της πυρκαγιάς. Η επαφή των καλωδίων με τη στέγη της κατοικίας και το βραχυκύκλωμα που προκλήθηκε επιμαρτυρούντο από τρεις οπές στην στέγη. Η ύπαρξη των συρμάτων πάνω από την κατοικία της εφεσίβλητης αποτελούσε μόνιμη εστία ανησυχίας γι' αυτήν. Επανειλημμένα προέβη σε παραστάσεις προς τους εφεσείοντες και επανειλημμένα αυτοί υποσχέθηκαν να τα μετακινήσουν ως αποκάλυψε η μαρτυρία, πλην δεν το έπραξαν κατά παρέκκλιση του καθήκοντος επιμέλειας προς την εφεσίβλητη.Η παράλειψη των εφεσειόντων να απομακρύνουν τον κίνδυνο με τη μετακίνηση των καλωδίων από το σημείο στο οποίο ευρίσκοντο, τους καθιστούσε υπόλογους για αμέλεια στη γείτονά τους, κατά τα νομικά θέσμια, (βλ.
Donoghue v. Stevenson (1932) A.C. 562), τις συνέπειες της οποίας κλήθηκαν να αντιμετωπίσουν με την έκδοση απόφασης υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον τους για το ποσό των £50,000. Η ευθύνη των εφεσειόντων προκύπτει, σύμφωνα με την απόφαση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου και κάτω από την αρχή του κανόνα αυστηρής ευθύνης που αντανακλάται στην απόφαση Rylands v. Fletcher (1868) L.R. 3 H.L. 330, και ενσωματώνεται στο άρθρο 52 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου, Κεφ. 148. Ο ηλεκτρισμός, υποδεικνύει το πρωτόδικο Δικαστήριο, συνιστά επικίνδυνο πράγμα, (dangerous thing) η διαφυγή του οποίου καθιστά το πρόσωπο που το φυλάττει υπόλογο για τη ζημιά την οποία προκαλεί, εκτός εάν ο ίδιος ανατρέψει την εκ πρώτης όψεως προκύπτουσα ευθύνη του αποδεικνύοντας ότι η διαφυγή οφειλόταν σε αίτια μή συμβατά με την ύπαρξη αμέλειας εκ μέρους του. Όχι μόνο οι εφεσείοντες δεν ανέτρεψαν την εκ πρώτης όψεως διαφαινόμενη αμέλειά τους, αλλά ούτε και διατύπωσαν θετική άποψη ως προς τα αίτια της πυρκαγιάς.Κρίσιμη για τα ευρήματα του Δικαστηρίου υπήρξε η μαρτυρία της εφεσίβλητης, ιδιαίτερα τα όσα της λέχθηκαν από υπάλληλο της Αρχής Ηλεκτρισμού, τον υπεύθυνο του σταθμού Πλατρών ο οποίος επισκέφθηκε τη σκηνή λίγο μετά την πυρκαγιά και η μαρτυρία του πραγματογνώμονα σε θέματα ηλεκτρολογίας που κάλεσε η εφεσίβλητη, του κ. Στ. Καραμοντάνη. Τα υπερκείμενα καλώδια ήταν στερεωμένα σε δύο πασσάλους που τους χώριζε απόσταση 35½ μέτρων. Μέσω της καλωδιακής αυτής επέκτασης παρεχόταν ηλεκτρισμός σε γειτονική κατοικία. Με την πάροδο του χρόνου τα σύρματα κύρτωσαν, προσέγγισαν την οροφή ακόμα περισσότερο καθιστώντας την επαφή (contact) με τη στέγη της κατοικίας, ορατό κίνδυνο με προβλεπτές συνέπειες για την ασφάλεια των κατόχων και της περιουσίας τους. Την ώρα της πυρκαγιάς, 3η πρωϊνή, η εφεσείουσα απουσίαζε από το σπίτι έτσι δεν τέθηκε σε κίνδυνο η ασφάλεια κανενός.
Ο υπάλληλος των εφεσειόντων Ανδρέας Τρύφωνος, αποσπασμένος στην ηλεκτρομηχανολογική υπηρεσία από το 1961, εντόπισε στη σκηνή της πυρκαγιάς τα κομμένα σύρματα τα οποία υπέδειξε στην εφεσίβλητη λέγοντάς της «νά από πού προήλθε η φωτιά». Στην κατάθεσή του στο Δικαστήριο ο μάρτυρας ανακάλεσε στη μνήμη του το περιστατικό. Βεβαίωσε ότι πήρε στα χέρια του τα κομμένα σύρματα, αλλά δεν θυμόταν αν πράγματι είχε γνωστοποιήσει στην εφεσίβλητη και τις διαπιστώσεις του ότι τα σύρματα αποτελούσαν τη γενεσιουργό αιτία της πυρκαγιάς. Ο κ. Καραμοντάνης λαμβάνοντας υπόψη την αποκοπή και το κάψιμο των καλωδίων, την ύπαρξη οπών στη μεταλλική στέγη, (μεταλλικά κεραμίδια της κατοικίας) και τα σημάδια που άφησε η πυρκαγιά, (εντονότερα στην οροφή, παρουσιάζοντας σταδιακή ύφεση προς τα κάτω), απέδωσε την πυρκαγιά σε βραχυκύκλωμα των ηλεκτροφόρων καλωδίων ως αποτέλεσμα επαφής τους με τη στέγη. Σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, το ενδεχόμενο επαφής των καλωδίων με την οροφή ήταν πάντα υπαρκτό εφόσον τα σύρματα περιστοιχίζονταν από κλάδους δένδρων.
Πριν από το συμβάν η εφεσίβλητη επανειλημμένως παραπονέθηκε στους εφεσείοντες για το επικίνδυνο της ύπαρξης των καλωδίων ύπερθεν της στέγης του σπιτιού της και την ανάγκη μετακίνησής τους. Επανειλημμένες υποσχέσεις των εφεσειόντων να τα μετακινήσουν δεν υλοποιήθηκαν. Η κατάσταση των καλωδίων κατέστη ιδιαίτερα επικίνδυνη και το ενδεχόμενο επαφής τους με τη στέγη του σπιτιού της εφεσίβλητης ακόμα πιο ορατό ενόψει του κυρτώματος (σέλλωμα) των καλωδίων και της σμίκρυνσης της απόστασής τους από τη στέγη.
Κανένας από τους πολλούς υπαλλήλους των εφεσειόντων που κατέθεσαν δεν προέβη σε θετική εκτίμηση για τα αίτια της πυρκαγιάς. Πολλοί από αυτούς όμως απέκλεισαν το ενδεχόμενο οι οπές της στέγης της κατοικίας να είχαν προκληθεί από επαφή των συρμάτων με την οροφή της κατοικίας. Θεώρησαν ενδεχόμενο η πυρκαγιά να προκλήθηκε από αίτια, που είχαν την αφετηρία τους εντός της κατοικίας, όπως παράνομη ηλεκτρική εγκατάσταση στην οροφή καθώς και
έκρηξη συσκευής υγραερίου. Δεν απέκλεισαν όμως το ενδεχόμενο η πυρκαγιά να προκλήθηκε από έξω με πλήγμα από κεραυνό, απομακρυσμένο ενδεχόμενο σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ενόψει της απουσίας ηλεκτρικών εκκενώσεων στην ατμόσφαιρα τη νύκτα εκείνη.Το άρθρο 31 του περί Ηλεκτρισμού Νόμου
, Κεφ. 170, επιτρέπει την τοποθέτηση ηλεκτροφόρων συρμάτων πάνω από ιδιωτική γη, όχι όμως πάνω από κτίρια. Κατανοητές είναι συνεπώς οι υποσχέσεις των εφεσειόντων να μετακινήσουν τα καλώδια. Στην αγόρευσή του ενώπιόν μας ο δικηγόρος της εφεσίβλητης αναφέρθηκε στο γεγονός αυτό ως ενδεικτικό του βάρους των ευθυνών των εφεσειόντων. Δεν θεμελιώθηκε όμως η αγωγή σε παράλειψη εκπλήρωσης νομικού καθήκοντος, επαγόμενη αστική ευθύνη για παρέκκλιση από αυτό. Στη δίκη επετράπη η επανάκληση της εφεσίβλητης, πριν το πέρας της υπόθεσης των εφεσειόντων, για να καταθέσει ότι στην οροφή του σπιτιού της που είχε καεί τοποθετήθηκε μονωτικό υλικό, πολυστερίνη. Η ανάγκη για την επανάκλησή της προέκυψε από το γεγονός ότι ο μάρτυρας που είχε κατά νου να καλέσει, ο τεχνικός που μετείχε στην κατασκευή της στέγης, στο μεταξύ απεβίωσε. Το Δικαστήριο επέτρεψε την επανάκλησή της. Στη συνέχεια κατέθεσε η εφεσίβλητη και αντεξετάστηκε.Κακή άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να επιτρέψει την επανάκληση της εφεσίβλητης, αποτελεί τον πρώτο λόγο έφεσης και τούτο παρά την απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής επίδρασης της μαρτυρίας επί του θέματος για το οποίο κατέθεσε στην έκβαση της υπόθεσης. Ευχερώς το Δικαστήριο μπορούσε να επιτρέψει, στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας την επανάκληση της μάρτυρος (εφεσίβλητης), δοθέντων των λόγων που την επέβαλαν. Διαφωτιστική για το εύρος της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου επί του θέματος είναι η
Savoullas v. Loucas (1979)1 C.L.R. 336. Δράκος & Σια ν. Αργυρίδη (1989)1 Α.Α.Δ. (Ε) 162. Πολύ αυστηρότερο είναι τo κριτήριο για την επανάκληση μάρτυρα μετά το κλείσιμο της υπόθεσης του ενάγοντα, όπως υπογραμμίζεται στην Τhe Electricity Authority of Cyprus v. Kipparis, 24 C.L.R. 126.Προβάλλονται άλλοι δεκαπέντε λόγοι έφεσης προς ανατροπή της εκκαλούμενης απόφασης, οι οποίοι κατά το πλείστο περιστρέφονται γύρω από τα ευρήματα του Δικαστηρίου, την ύπαρξη μαρτυρίας η οποία να τα υποστηρίζει και την ανύψωση, σε κάποιο προγενέστερο στάδιο, της στέγης της κατοικίας της εφεσίβλητης που έφερε την οροφή εγγύτερα προς τα ηλεκτροφόρα καλώδια. Άλλοι λόγοι έφεσης αφορούν τα αίτια της πυρκαγιάς και την κατ΄ ισχυρισμό παράλειψη του Δικαστηρίου να αξιολογήσει το σύνολο της μαρτυρίας των εφεσειόντων που άπτεται του θέματος. Αμφισβητείται, μεταξύ άλλων, ο συσχετισμός της μαρτυρίας κατοίκου της περιοχής ο οποίος κατέθεσε ότι σε κάποιο στάδιο της νύκτας εκείνης άκουσε χαρακτηριστικό θόρυβο στην περιοχή «τσίκ», ταυτόχρονα με την έκρηξη της πυρκαγιάς.
Στους λόγους έφεσης επισημαίνονται αντιφάσεις στη μαρτυρία της εφεσίβλητης στις οποίες το πρωτόδικο Δικαστήριο, όπως έγινε εισήγηση, δεν έδωσε τη δέουσα σημασία. Τα ευρήματα του Δικαστηρίου ως προς την αξιοπιστία των μαρτύρων και ιδιαίτερα της εφεσίβλητης δεν προσβάλλονται. Συνεκτίμηση των λόγων έφεσης απολήγει σε αμφισβήτηση των ερεισμάτων της πρωτόδικης απόφασης χωρίς να προσβάλλονται ευθέως τα ευρήματα αξιοπιστίας στα οποία προέβη το πρωτόδικο Δικαστήριο. Δεν διατυπώνεται κανένα ερωτηματικό ως προς την ορθότητα της καθοδήγησης του Δικαστηρίου στη θεώρηση των αρχών που διέπουν την αξιολόγηση της μαρτυρίας πραγματογνωμόνων ή τις αρχές που διέπουν τη στοιχειοθέτηση αμέλειας, θέματα τα οποία πραγματεύεται σε έκταση το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Εξέταση της απόφασης του πρωτοδίκου Δικαστηρίου αποκαλύπτει μεγάλη σπουδή στην αντιμετώπιση όλων των επιδίκων θεμάτων. Συνοψίζεται περιεκτικά η ουσία της μαρτυρίας του καθενός των μαρτύρων που κατέθεσαν τόσο για τη μια όσο και για την άλλη πλευρά. Αντιφάσεις στις οποίες υπέπεσαν μάρτυρες και όλως ιδιαίτερα η εφεσίβλητη επισημαίνονται και σταθμίζονται στο πλαίσιο της εκτίμησης της αξιοπιστίας τους. Όλως ιδιαίτερη σημασία δίνεται στην αξιολόγηση της μαρτυρίας της εφεσίβλητης και του πραγματογνώμονα Καραμοντάνη σε βαθμό που εύλογα να μπορεί να λεχθεί ότι η θεώρηση της μαρτυρίας τους υπήρξε εξονυχιστική. Τα ευρήματα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου θεμελιώνονται σε μαρτυρία η οποία, αντίθετα προς τη θέση των εφεσειόντων, παρείχε έρεισμα για τη διαπίστωσή τους. Υπήρχε το υπόβαθρο μαρτυρίας στο οποίο το Δικαστήριο θα μπορούσε να αχθεί στα ευρήματά του για τα αίτια της πυρκαγιάς και τη γενεσιουργό τους αιτία. Πέραν τούτου εγγενής υπήρξε καθόλη τη δίκη η αδυναμία των θέσεων των εφεσειόντων
, οι οποίοι περιορίστηκαν στην πιθανολόγηση των αιτίων της πυρκαγιάς ενώ υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις γι' αυτά. Η πραγματική μαρτυρία (real evidence), αν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ο όρος αυτός σε σχέση με τα σημεία που άφησε η έκρηξη της πυρκαγιάς και η εξάπλωση της φωτιάς, έτειναν να υποστηρίξουν την εκδοχή της εφεσίβλητης σε δύο ουσιώδη σημεία. Πρώτο, ότι η πυρκαγιά άρχισε από την οροφή και δεύτερο, ότι τα σύρματα ήλθαν σε επαφή με τη στέγη (οπές). Ότι τα σύρματα είχαν περιζωθεί από την πυρκαγιά είναι αναμφισβήτητο γεγονός. Αποτέλεσμα υπήρξε η αποκοπή τους αφήνοντας ορατά σημεία για τα αίτια της πυρκαγιάς τα οποία ο υπάλληλος των εφεσειόντων εντόπισε και γνωστοποίησε στην εφεσίβλητη.Με ιδιαίτερη προσοχή το πρωτόδικο Δικαστήριο προσέγγισε τη μαρτυρία του κ. Καραμοντάνη σε συνάρτηση πάντα με την απόδειξη των γεγονότων των οποίων ο ίδιος δεν υπήρξε μάρτυρας. Το εύρημα του Δικαστηρίου ότι μικρή μόνο απόσταση χώριζε την οροφή από τα σύρματα, δεν αμφισβητείται. Υπήρχε μαρτυρία, αποδοχή της οποίας, όπως έγινε δεκτό, παρείχε έρεισμα στο εύρημα του Δικαστηρίου, ότι τα ηλεκτροφόρα καλώδια ήταν σε κακή κατάσταση, γεγονός που επαύξησε το ενδεχόμενο επαφής τους με τη στέγη. Υπήρχε επίσης μαρτυρία ότι τα ηλεκτροφόρα καλώδια περιβάλλονταν από κλώνους δένδρων, οι οποίοι ανάλογα με τη δύναμη της πνοής του ανέμου θα μπορούσαν να τα συμπιέσουν προς τα κάτω.
Διαπίστωσή μας είναι ότι τα ευρήματα του πρωτοδίκου Δικαστηρίου έχουν στερεό υπόβαθρο, ενώ αυτά ταύτα τα ευρήματα του δικαιολογούσαν την κατάληξη ότι οι εφεσείοντες υπήρξαν αμελείς και ότι εξαιτίας αυτής της αμέλειας, ορούμενης στο νομικό πλαίσιο που νωρίτερα εκθέσαμε, εξερράγη η πυρκαγιά η οποία εξαπλώθηκε και προκάλεσε τη ζημία που υπέστη η εφεσίβλητη και την οποία οι εφεσείοντες διατάχθηκαν να καταβάλουν.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Πικής, Π.
Ηλιάδης, Δ.
Χατζηχαμ πής, Δ.
/ΑυΦ.