ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 1 ΑΑΔ 1847
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 10127
ΕΝΩΠΙΟΝ
: Π. ΑΡΤΕΜΗ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ, Δ.Δ.Ζήνων Ζήνωνα Χρίστου
Εφεσείων-Εναγόμενος
- και -
Επιστημονικό Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου
Εφεσίβλητοι-Ενάγοντες
___________
14 Οκτωβρίου, 1998
Για τον Εφεσείοντα : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.
Για τους Εφεσίβλητους : κ. Ν. Παπαευσταθίου
για κ.κ. Τάσσο Παπαδόπουλο και Σια.
___________
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.
: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλειο Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
__________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ
.: Οι εφεσίβλητοι είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που δημιουργήθηκε με τον περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου Νόμο του 1990, Ν.224/90.Ο εφεσείων είναι μέλος του Επιμελητηρίου, εγγεγραμμένος στο μητρώο μελών στον κλάδο αγρονομικής τοπογραφικής μηχανικής. Κλήθηκε από τους εφεσίβλητους να καταβάλει την ετήσια συνδρομή του για τα έτη 1993-1996 ύψους £180, αλλά αυτός παρέλειψε να συμμορφωθεί. Οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας και στις 21.11.1997 εξασφάλισαν συνοπτική απόφαση εναντίον του για ποσό £180 ύστερα από σχετική αίτηση για συνοπτική απόφαση.
Ο εφεσείων εγείρει ως πρώτο λόγο έφεσης τον ισχυρισμό ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα κατέληξε ότι ήταν δυνατή η έκδοση απόφασης εναντίον του αποδεχόμενο το επιχείρημα ότι δεν υπήρχε αδιαμφισβήτητη μαρτυρία από πλευράς των εναγόντων ότι είχε προηγηθεί διοικητική απόφαση και η επιβολή του τέλους ήταν πράξη που δημιουργούσε εκτελεστή διοικητική πράξη, το κύρος της οποίας μπορούσε να εξεταστεί μόνο από το Ανώτατο Δικαστήριο. Σύμφωνα με τον εφεσείοντα αν όφειλε ή όχι οποιοδήποτε ποσό ήταν θέμα βάρους απόδειξης των εναγόντων.
Στις αιτήσεις για συνοπτική απόφαση ο ενάγων θα πρέπει να επιβεβαιώσει το λόγο αγωγής του και το αξιούμενο ποσό και να αναφέρει την πεποίθησή του ότι ο εναγόμενος δεν διαθέτει υπεράσπιση στην αγωγή (βλ. Spyros Stavrinides v. Ceskoslovenska Obchondi Banka A.S. (1972) 1 C.L.R. 130). Aπό την άλλη ο εναγόμενος θα πρέπει να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι διαθέτει καλή υπεράσπιση επί της ουσίας της αγωγής και να αποκαλύψει τέτοια γεγονότα, αρκετά για να του επιτραπεί να υπερασπιστεί (βλ. Ηermes Insurance Co Ltd v. Theodorides (1983) 1 C.L.R. 333, 337). ΄Ετσι το βάρος κείται επί του εναγόμενου να ικανοποιήσει το Δικαστήριο ότι διαθέτει καλή υπεράσπιση (βλ. Kypros Kyprianides v. Symeon Ioannou (1966) 1 C.L.R. 265, 269).
H αρχή ότι συνοπτική απόφαση πρέπει να εκδίδεται μόνο όπου είναι αναμφίβολο ότι ο εναγόμενος δεν διαθέτει υπεράσπιση στην αγωγή είναι γνωστή. Το Εφετείο δεν επεμβαίνει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου δικαστηρίου εκτός αν υπάρχει λάθος αρχής ή κακή εκτίμηση γεγονότων ή αν δόθηκε ανάρμοστο βάρος σε κάποιο από αυτά (
Trans Middle East Trading (T.M.E.T.) Limited v. Abdul Aziz Tlais, (1991) 1 Α.Α.Δ. 239).Η παρούσα αγωγή έχει ως αντικείμενο τη διεκδίκηση υπό τύπο αστικού δικαιώματος της καταβολής της συνδρομής των μελών του Επιμελητηρίου. Αυτή όμως η διεκδίκηση δεν εξουδετερώνει την προέλευση του δικαιώματος, ούτε αλλοιώνει το γεγονός ότι η πράξη που στοιχειοθετεί το δικαίωμα αποτελεί αναπόσπαστη πτυχή της διοικητικής λειτουργίας συνυφασμένης με την έκδοση εκτελεστής απόφασης στο πεδίο του δημόσιου δικαίου (Takis P. Markides Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα, Π.Ε. 9388, ημερ. 5.11.1997
).Είναι φανερό ότι η επιβολή από το Επιμελητήριο του συγκεκριμένου τέλους για την έκδοση ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος όπως προβλέπεται από το άρθρο 25 του Νόμου 224/90 είναι διοικητική πράξη. Είναι πράξη νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου και έχει παράξει έννομο αποτέλεσμα. Η αμφισβήτηση της νομιμότητάς της μπορεί να γίνει σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος μόνο με προσφυγή ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ο εφεσείων είχε το δικαίωμα να το κάνει μέσα στην καθοριζόμενη προθεσμία, αλλά παρέλειψε, άνκαι και τις τέσσερις χρονιές ειδοποιήθηκε σχετικά για την επιβολή του τέλους.
Δεν μπορούμε να εξετάσουμε οποιοδήποτε θέμα ουσίας που εγείρεται, όπως για παράδειγμα τον ισχυρισμό ότι σύμφωνα με το εδάφιο 2 του άρθρου 25 πρόσωπα που υπηρετούν στη Δημόσια Υπηρεσία δεν έχουν υποχρέωση έκδοσης ετήσιας άδειας άσκησης επαγγέλματος. Μια διοικητική πράξη παράγει αποτελέσματα μέχρι της ακύρωσής
ή της ανάκλησης της. Αφού η πράξη του Επιμελητηρίου ούτε ανακλήθηκε, ούτε ακυρώθηκε δικαστικά, συνεχίζει να παράγει έννομα αποτελέσματα και συνεπώς παρέχει το δικαίωμα στο Επιμελητήριο να αξιώνει την καταβολή των οφειλομένων τελών. Η χρηματική αξίωση ασφαλώς δεν είναι διοικητική πράξη, στηρίζεται όμως σ΄ αυτήν. Ο εφεσείων δεν έχει καταφέρει να αποδείξει ότι έχει καλόπιστη υπεράσπιση, αφού η διοικητική πράξη στην οποία βασίζεται η αξίωση εξακολουθεί να έχει νομική ισχύ.Με άλλα λόγια η επιβολή της οφειλής έγινε με διοικητική πράξη και στη συνέχεια το Δικαστήριο προχώρησε και εξέτασε αν μπορεί να εισπραχθεί η αξίωση αυτή ή όχι. Το συμπέρασμα αυτό του Δικαστηρίου ότι η αξίωση είναι νόμιμη και μπορεί να εισπραχθεί δεν αμφισβητήθηκε ουσιαστικά με την έφεση. Το πρωτόδικο δικαστήριο εξετάζοντας την αίτηση για συνοπτική απόφαση περιορίστηκε στις θέσεις που τέθηκαν από τους διαδίκους και ειδικότερα περιορίστηκε στην ανάλυση των θεμάτων που ήγειρε ο εφεσείων με την ένστασή του.
Δεν παραγνωρίζουμε ότι στην υπόθεση εγείρονται σοβαρά θέματα, αλλά αισθανόμαστε ότι η παρούσα διαδικασία δεν είναι το κατάλληλο βήμα για την επίλυσή τους. Ο εφεσείων είχε κάθε δικαίωμα, επανειλημμένα μάλιστα, να αμφισβητήσει την επιβολή του τέλους κάθε φορά που ειδοποιείτο σχετικώς και να αξιώσει την ακύρωση της κατά τη γνώμη του παράνομης διοικητικής πράξης.
Από τη στιγμή που δεχόμαστε ότι η αξίωση βασίζεται σε εκτελεστή διοικητική πράξη, είναι εξίσου φανερό ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν είχε αρμοδιότητα να κρίνει τη νομιμότητά της.
Ο εφεσείων εγείρει ακόμα ένα λόγο έφεσης. Ισχυρίζεται ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα έκρινε ότι υπήρχε νόμιμο δικαίωμα για διεκδίκηση του ποσού ως αστικό χρέος κατά το χρόνο καταχώρησης της αγωγής. Σύμφωνα με τον εφεσείοντα έστω κι΄ αν η αξίωση βασίζεται σε διοικητική πράξη, η αγωγή εναντίον του δεν έχει νόμιμη βάση, γιατί δεν υπάρχει νομοθετική στήριξη ή εξουσιοδότηση της αξίωσης συνδρομής ως αστικού χρέους.
Δεν νομίζουμε ότι απαιτείται οποιαδήποτε νομοθετική εξουσιοδότηση ή αναφορά σε κανονισμούς, ούτως ώστε να έχει δικαίωμα το Επιμελητήριο να εισπράττει τις οφειλόμενες σ΄ αυτό συνδρομές. ΄Οπως είδαμε και πιο πάνω σύμφωνα με το άρθρο 3 το Επιμελητήριο έχει δικαίωμα να ενάγει και να ενάγεται, καθώς και να αποκτά και διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία, ενώ τέλος
μπορεί να προβαίνει σε οποιαδήποτε πράξη για εκπλήρωση των σκοπών του.Περαιτέρω σύμφωνα με το άρθρο 25 εκδίδει ετήσιες άδειες άσκησης επαγγέλματος για την έκδοση των οποίων προνοείται η καταβολή ποσού που ορίζεται από καιρού εις καιρόν (άρθρο 25(3) του Νόμου). Περαιτέρω στο άρθρο 29 αναφέρεται ότι όλες οι συνδρομές και τα άλλα δικαιώματα που καταβάλλονται από τα μέλη του Επιμελητηρίου, κατατίθενται σε χωριστό ταμείο.
Το άρθρο 32 παρέχει εξουσία έκδοσης κανονισμών που να προβλέπουν μεταξύ άλλων τον καθορισμό των τελών εγγραφής και την ετήσια συνδρομή των μελών. Τέτοιοι κανονισμοί, οι περί Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (Αιτήσεις και Τέλη), Κανονισμοί του 1997, Κ.Δ.Π. 133/97, εκδόθηκαν μόλις στις 24.4.1997. ΄Ομως η μη έκδοσή τους δεν στερεί από το Επιμελητήριο του δικαιώματος της είσπραξης των καθορισθεισών από προηγούμενη του απόφαση συνδρομών που ήδη οφείλονται.
Θα πρέπει να αναφέρουμε ότι δεν τίθεται θέμα παραβίασης των δικαιωμάτων του εφεσείοντα ή παραβίαση της αρχής της ισότητας. Ο εφεσείων είχε κάθε δικαίωμα και κάθε ευκαιρία να ζητήσει έννομη προστασία, την ακύρωση της απόφασης του Επιμελητηρίου τότε που αυτή εκδόθηκε και μέσα στις νόμιμες προθεσμίες. Αυτό του το δικαίωμα παρέλειψε να ασκήσει.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η παρούσα έφεση θα πρέπει να απορριφθεί και διά ταύτα απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΜΔ