ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Χρυσαυγή Αργυρού (κα) με Άννα Παναγή (κα), για Αργυρού amp;amp;amp; Κωνσταντίνου Δ.Ε.Π.Ε. για τον Εφεσείοντα. Σόφη Νικολάου (κα) για Κούσιος Κορφιώτης Παπαχαραλαμπους Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη. CY DOD Κύπρος Δευτεροβάθμιο Οικογενειακό Δικαστήριο 2020-09-08 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο Χ..Σ. v. Β.Σ., ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9/19 , 8/9/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:DOD:2020:33

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΟ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ

 

ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 9/19

 

8 Σεπτεμβρίου 2020

 

 

[Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΥ, ΔΔ]

 

 

Χ..Σ.

Εφεσείοντα

ΚΑΙ

 

Β.Σ.

Εφεσίβλητης

 

---------------

 

Χρυσαυγή Αργυρού (κα) με Άννα Παναγή (κα), για Αργυρού & Κωνσταντίνου Δ.Ε.Π.Ε. για τον Εφεσείοντα.

Σόφη Νικολάου (κα) για Κούσιος  Κορφιώτης Παπαχαραλαμπους Δ.Ε.Π.Ε., για την Εφεσίβλητη.

--------------

 

ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Χ. Μαλαχτό, Δ.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.:   Η Εφεσίβλητη γεννήθηκε την XX.XX.1998 και μόλις ενηλικιώθηκε, την 23.2.2016, καταχώρησε Αίτηση στο Οικογενειακό Δικαστήριο ζητώντας διάταγμα με το οποίο να διατάσσεται ο Εφεσείων, πατέρας της, να συνεχίσει να της καταβάλλει μηνιαία διατροφή για σκοπούς φοίτησης σε Πανεπιστήμιο του εξωτερικού.  

 

Με οδηγίες του Οικογενειακού Δικαστηρίου οι διάδικοι καταχώρησαν ένορκες δηλώσεις, η Εφεσίβλητη την 18.6.2018 και ο Εφεσείων την 10.8.2018.  Καμιά πλευρά δεν αντεξέτασε.

 

Ο γάμος των γονέων της Εφεσίβλητης είχε λυθεί από 11.4.2006 και αυτή συνέχισε να διαμένει με τη μητέρα της, ενώ ο Εφεσείων νυμφεύθηκε ξανά και για χρόνια διέμενε στο εξωτερικό με τη νέα του σύζυγο με την οποία απέκτησε και ένα παιδί. 

 

Το Οικογενειακό Δικαστήριο εξέδωσε διάταγμα με το οποίο διατάχθηκε ο Εφεσείων να καταβάλλει €672 το μήνα για τα έξοδα της Εφεσίβλητης για τριετή φοίτηση, από 1.9.2017 μέχρι και την 1.7.2020 συμπεριλαμβανομένης, δηλαδή μέχρι την αποπεράτωση των σπουδών της στο κλάδο του «Animation and Games Art» στο Πανεπιστήμιο του Sunderland του Ηνωμένου Βασιλείου, κατάληξη που προσβλήθηκε με πέντε λόγους έφεσης.

 

Κατά τη συζήτηση της έφεσης, η δικηγόρος του Εφεσείοντα περιορίστηκε στην προσβολή της ορθότητας της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να διατάξει την καταβολή διατροφής, διευκρινίζοντας ότι δεν προσβάλλεται το ύψος του ποσού που διατάχθηκε να καταβάλλεται μηνιαία.  Πολύ ορθά περιόρισε έτσι την έφεση αφού, λαμβάνοντας υπόψη τα εισοδήματα του Εφεσείοντα και τα έξοδα του σε συνάρτηση με τις ανάγκες της Εφεσίβλητης για να σπουδάσει στην Αγγλία, το ποσό ήταν εύλογο και δικαιολογημένο.  Άλλωστε μέχρι τότε ο Εφεσείων πλήρωνε δυνάμει διατάγματος Δικαστηρίου διατροφή για την ανήλικη όπως ήταν η Εφεσίβλητη, που φοιτούσε σε ιδιωτικό αγγλόφωνο σχολείο στη Λευκωσία, το ψηλότερο ποσό των €750 το μήνα.  Επομένως, οι λόγοι έφεσης 3 και 4, που αφορούσαν στην οικονομική δυνατότητα του Εφεσείοντα και την υποχρέωση της μητέρας της Εφεσίβλητης να συνεισφέρει και αυτή για τις σπουδές της, κατέστησαν άνευ αντικειμένου.

Η Εφεσίβλητη θα αποφοιτούσε από το ιδιωτικό σχολείο στο οποίο φοιτούσε στο τέλος του ακαδημαϊκού χρόνου 2016-2017, αποφάσισε όμως να παρακάμψει την έβδομη τάξη και να μεταβεί στο Ηνωμένο Βασίλειο για σπουδές, αφού είχε εξασφαλίσει θέση από το Σεπτέμβριο του 2016 στο κλάδο του «Extended Computing».  Θεώρησε στη συνέχεια την απόφαση της να ακολουθήσει τον συγκεκριμένο κλάδο ατυχή, δυσκολευόταν να ανταποκριθεί και έτσι αποφάσισε, μαζί με τη μητέρα της, να αλλάξει αντικείμενο σπουδών ακολουθώντας τη σπουδή του «Animation and Games Art» στο ίδιο Πανεπιστήμιο από το ακαδημαϊκό έτος 2017-2018.  Διαφάνηκε ότι ο πρώτος χρόνος, δηλαδή το ακαδημαϊκό έτος 2016-2017, αναλώθηκε σε προπαρασκευαστικά μαθήματα («Foundation»).  Για το χρόνο αυτό τα έξοδα της καλύφθηκαν από την μητέρα της, το εισόδημα της οποίας ήταν πολύ μικρό. 

 

Ήταν η θέση του Εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι η υποχρέωση του για καταβολή διατροφής στην Εφεσίβλητη έπρεπε να συνεχίσει και μετά την ενηλικίωση της (1ος λόγος έφεσης) και δεν ακολούθησε τις αρχές που καθιερώθηκαν από τη νομολογία αναφορικά με τη διατροφή ενήλικου παιδιού (2ος λόγος έφεσης). 

 

Η επιχειρηματολογία του Εφεσείοντα εδράζεται στο γεγονός ότι η Εφεσίβλητη δεν διατηρεί σχέση μαζί του και αποφάσισε για τις σπουδές της σε συνεννόηση με τη μητέρα της, χωρίς να τον ενημερώσει ή να τον λάβει υπόψη.

 

Η Εφεσίβλητη απέδωσε την αποξένωση της από τον Εφεσείοντα στη δική του αδιαφορία, υποστηρίζοντας ότι στις ελάχιστες τηλεφωνικές επικοινωνίες που είχαν, η συζήτηση περιοριζόταν στην προσπάθεια του να την πείσει ότι αδυνατούσε να συνεισφέρει οικονομικά και η επιθυμία του να συναντηθούν σκοπό είχε την παρουσίαση από πλευράς της, όπως της το ζητούσε, αποδείξεων για τα έξοδα της.

 

 

Ο Εφεσείων χαρακτήρισε τη σχέση του με την Εφεσίβλητη κακή μέχρι και ανύπαρκτη.  Οφειλόταν, ανάφερε, στη στάση που τηρούσε η Εφεσίβλητη έναντι του, παρά τις δικές του προσπάθειες να την προσεγγίσει.   Για πρώτη φορά πληροφορήθηκε ότι η Εφεσίβλητη φοιτούσε σε αγγλικό Πανεπιστήμιο όταν του επιδόθηκε η αίτηση της.  Ποτέ δεν του είχε αναφέρει ότι επιθυμούσε να σπουδάσει και ουδέποτε έλαβε τη συγκατάθεση ή την άποψη του για το θέμα των σπουδών της.  Ήταν της εντύπωσης ότι συνέχιζε τη φοίτηση της στο ιδιωτικό σχολείο στην Κύπρο.  Η τελευταία φορά που είχαν μιλήσει ήταν την XX.XX.2016, όταν είχε τα γενέθλια της, λίγες μόνο μέρες πριν την καταχώρηση της αίτησης, χωρίς να του αναφέρει οτιδήποτε για τους σχεδιασμούς της. 

 

Το άρθρο 33(2) του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν. 216/1990) προνοεί ότι:

 

«Με απόφαση και σχετική ρύθμιση από το Δικαστήριο, η υποχρέωση των γονέων δυνάμει του εδαφίου (1) είναι δυνατό να συνεχίσει και μετά την ενηλικίωση του τέκνου, στις περιπτώσεις όπου ειδικές περιστάσεις επιβάλλουν τούτο, όπως σε περίπτωση ανικανότητας ή αναπηρίας του τέκνου ή υπηρεσίας θητείας του στην Εθνική Φρουρά ή φοίτησής του σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή επαγγελματική σχολή.»

 

 

Το εδάφιο (1) είναι αυτό που προνοεί ότι οι γονείς έχουν υποχρέωση να διατρέφουν το ανήλικο τέκνο τους από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του.  Μετά την ενηλικίωση του τέκνου, η υποχρέωση του γονέα για τη διατροφή του μπορεί να συνεχίσει μόνο μετά από απόφαση Δικαστηρίου, που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (2) του Ν.216/1990 (Τιτσινίδης ν. Τιτσινίδη (1994) 1 Α.Α.Δ. 385, 388). 

Η δικηγόρος του Εφεσείοντα βάσισε μεγάλο μέρος της επιχειρηματολογίας της στη Βουνού ν. Βουνού (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 490.  Η υπόθεση αφορούσε περίπτωση όπου η θυγατέρα διαζευγμένων, που μετά τον χωρισμό των γονιών της διέμενε με την μητέρα της, αποξενωμένη από τον πατέρα της που είχε δημιουργήσει νέα οικογένεια, απαίτησε, αμέσως μετά την ενηλικίωση της, τη συνέχιση της υποχρέωσης διατροφής της από τον πατέρα της για να σπουδάσει στην Αγγλία.  Το Εφετείο ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση με την οποία είχε εκδοθεί διάταγμα εναντίον του πατέρα για να επωμιστεί το μισό της δαπάνης για τις σπουδές και τη διαμονή της θυγατέρας του στην Αγγλία.

 

Η Βουνού παρουσιάζει ομοιότητες με την παρούσα υπόθεση, αφορούν όμως τις γενικές περιστάσεις, γιατί όσον αφορά τις ουσιώδης παραμέτρους οι δύο περιπτώσεις διαφέρουν.  Και η απόφαση στη Βουνού δεν βασίστηκε στο γεγονός των κακών σχέσεων της θυγατέρας με τον πατέρα της ή γιατί η νεαρή αποφάσισε να σπουδάσει στην Αγγλία χωρίς προσυνεννόηση μαζί του, περιστάσεις που συνέτρεχαν και στην προκειμένη περίπτωση.  

 

Με κατηγορηματικό τρόπο αναφέρεται στη Βουνού ότι η επιλογή του κλάδου σπουδών και θα προσθέταμε και η κατ' αρχάς επιλογή να σπουδάσει κάποιος, αφορά το μέλλον του και είναι ένα εξαιρετικά σοβαρό ζήτημα για να το καθορίσει άλλος.  Όμως, η επιλογή κατεύθυνσης, αναφέρεται, μπορεί να μην επικροτηθεί αν συνιστά κατάχρηση δικαιώματος, λαμβανομένων υπόψη των προσωπικών ικανοτήτων του  παιδιού, αλλά και της προοπτικής μελλοντικής επαγγελματικής απασχόλησης του.

 

Το γεγονός ότι η νεαρή είχε αγνοήσει πλήρως τον πατέρα της, δεν προσεγγίστηκε στη Βουνού ως ουσιαστική παράμετρος αφ' εαυτής, παρά το ότι σημειώνεται ότι δεν θα ήταν το αναμενόμενο σε μια σωστή σχέση μεταξύ μιας ενήλικης πλέον θυγατέρας και του πατέρα της.  Ό,τι αντιπαρέβαλε το Εφετείο ήταν τη ρεαλιστική προσέγγιση του πατέρα στη βάση και των οικονομικών του δυνατοτήτων, για άλλη κατεύθυνση σπουδών στην Κύπρο, με εξασφαλισμένη εργασία σε οικογενειακό ινστιτούτο διαιτητικής και αισθητικής, με την στάση της νεαρής που ήθελε να σπουδάσει στη Αγγλία «Εν είδει κάποιας μορφής κοινωνικής καταξίωσης», χωρίς να έχει κάποια κλίση προς οτιδήποτε ή κάποια επιθυμία έστω για σπουδές προς οποιαδήποτε συγκεκριμένη κατεύθυνση, αναγκαζόμενη, όπως η ίδια αποκάλυψε, να αποδεχτεί θέση σε κλάδο άλλο από την αρχική της επιλογή μόνο και μόνο για να σπουδάσει στην Αγγλία και μετά που οκτώ Πανεπιστήμια την είχαν απορρίψει, προφανώς λόγω των πολύ χαμηλών της βαθμών.

 

Στη Βουνού εγειρόταν και οικονομικό ζήτημα, αφού τα εισοδήματα του πατέρα, λαμβανομένων υπόψη και των άλλων του υποχρεώσεων, δεν επέτρεπαν την ανάληψη του οικονομικού βάρους που διατάχτηκε να επωμιστεί και θα έπρεπε να ρευστοποιήσει ακίνητη ιδιοκτησία, η οποία ήταν και υποθηκευμένη προς κάλυψη των χρεών που συνήψε για να την  αποκτήσει.

 

Ούτε στη Χρίστου ν. Χρίστου (2000) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1891, στην οποία επίσης μας παρέπεμψε η δικηγόρος του Εφεσείοντα, ήταν ουσιαστικό ότι η νεαρή είχε κάμει τους σχεδιασμούς της χωρίς να συμβουλευτεί καθόλου τον πατέρα της, με τον οποίο δεν είχε οποιανδήποτε επαφή για αρκετό καιρό.  Είχε αξιώσει ποσό κατά πολύ μεγαλύτερο των μηνιαίων αποδοχών του και η κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν ότι η υποχρέωση του πατέρα δεν μπορούσε να συνεχίσει και μετά την ενηλικίωσή της κυρίως λόγω των περιορισμένων οικονομικών του δυνατοτήτων.

Όπως αναφέρεται στη Βουνού, οι παράγοντες που διαδραματίζουν ρόλο και η κατά περίπτωση σημασία τους δεν επιδέχονται προκαθορισμό.  Και η τελική κατάληξη του κάθε αιτήματος θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα συνυπολογισμού, τηρουμένου του νόμου, κάθε παράγοντα που θα προβάλλει ως σχετικός. 

 

Στη παρούσα υπόθεση, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν αγνόησε τα όσα αναφέρονται στις πιο πάνω αποφάσεις.  Διέκρινε ότι η νομοθεσία επιβάλλει στους γονείς κατευθείαν υποχρέωση διατροφής μόνο των ανήλικων τέκνων τους και αναφέρθηκε στην επισήμανση στη Βουνού ότι ο γονέας που έχει την οικονομική δυνατότητα δεν είναι υποχρεωμένος εξ αυτού και ανεξάρτητα από οτιδήποτε άλλο να καλύψει τις ανάγκες για την όποια επιλογή του ενήλικου τέκνου του, παράγοντα που, όπως αναφέρει, προσμέτρησε μαζί με όλους τους σχετικούς παράγοντες.

 

Είναι η προσέγγιση μας πως γενικά όποιος έχει την ευκαιρία να λάβει τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν έχει παρά να ωφεληθεί.  Η επιμόρφωση διευρύνει το πνεύμα και βοηθά ένα νεαρό πρόσωπο να αναπτύξει καινούργιες δεξιότητες, να καλλιεργηθεί ως άτομο και να αναπλάσει το χαρακτήρα του προς το καλύτερο.  Παρέχει γνώσεις και εφόδια για τη ζωή και προσόντα που μπορεί να βοηθήσουν τη νέα και τον νέο στην επαγγελματική τους αποκατάσταση, ιδιαίτερα στο σημερινό ανταγωνιστικό περιβάλλον.  Γενικά, όταν υπάρχει η οικονομική δυνατότητα και το παιδί έχει γνήσιο ενδιαφέρον και την ικανότητα για να σπουδάσει, ο γονέας οφείλει να του παράσχει την ευκαιρία.  Αυτό, κατά την άποψη μας, αποδίδεται από το άρθρο 33(2) του Ν. 216/1990 που εντάσσει τη φοίτηση τέκνου σε εκπαιδευτικό ίδρυμα ή επαγγελματική σχολή στις ειδικές περιστάσεις για υποχρέωση του γονέα να συνεχίσει να παράσχει οικονομική στήριξη στο ενήλικο τέκνο του, στοιχείο που επιτρέπει στο Οικογενειακό Δικαστήριο να ρυθμίσει το θέμα ανάλογα.

 

Σημειώνεται πως οικονομικό ζήτημα δεν εγείρεται στη παρούσα υπόθεση. Χαρακτηριστικό της οικονομικής ευχέρειας του Εφεσείοντα είναι ότι για το μικρό του παιδάκι πλήρωνε €5.675 το χρόνο στο νηπιαγωγείο και  €750 τον μήνα για γκουβερνάντα. 

 

Σημειώνοντας το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο Εφεσείων ήταν θετικός στο να λάβει η Εφεσίβλητη ιδιωτική εκπαίδευση σε αγγλόφωνο σχολείο παρά την οικονομική επιβάρυνση, ανάφερε ότι αυτό «λίγο ή πολύ» προδιάγραφε την πορεία της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που θα ακολουθούσε η Εφεσίβλητη.  Ο Εφεσείων θεωρεί την παρατήρηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως αυθαίρετο συμπέρασμα.  Δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στη προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με τον τρόπο που τέθηκε.  Είχε δηλαδή το δεδομένο τη σημασία του, χωρίς ωστόσο να προδιαγράφει την πορεία της Εφεσίβλητης κατά τρόπο απόλυτο.

 

Καταλογίζεται ακόμα στο πρωτόδικο Δικαστήριο ότι δεν αξιολόγησε τις δυνατότητες της Εφεσίβλητης για σπουδές, ούτε τις προοπτικές που η επιλογή της πρόσφερε.  Η προσφορά από εκπαιδευτικό ίδρυμα σε υποψήφιο θέσης για την παρακολούθηση συγκεκριμένου κλάδου, εξυπακούει ότι το ίδιο το ίδρυμα κρίνει ότι αυτός έχει τα απαραίτητα προσόντα αποδοχής, που είναι το αντικειμενικό στοιχείο που στο στάδιο εκείνο μπορεί να διαφωτίσει, όσο είναι δυνατό, για τις προοπτικές επιτυχίας του νέου φοιτητή.  Είναι γεγονός ότι η επιλογή του κλάδου σπουδών δεν διασυνδέθηκε με την προοπτική για συγκεκριμένη απασχόληση, ωστόσο, στις περιστάσεις της υπόθεσης η παράμετρος αυτή ορθά δεν επίδρασε καταλυτικά ώστε η αίτηση να απορριφθεί, όπως εξηγούμε αμέσως πιο κάτω.

 

Είναι σημαντικό ότι στην παρούσα υπόθεση, δεν προκύπτει ότι ο Εφεσείων ήταν της γνώμης ότι η Εφεσίβλητη δεν θα έπρεπε να σπουδάσει ή ότι έπρεπε να ακολουθήσει άλλη κατεύθυνση σπουδών ή σε Πανεπιστήμιο στην Κύπρο ή αλλού εκτός από την Αγγλία.  Ούτε προβλήθηκε η θέση ότι η Εφεσίβλητη δεν επεδίωκε πραγματικά την επιμόρφωση, ότι δεν είχε γνήσιο ενδιαφέρον για την σπουδή που τελικά επέλεξε ή ότι δεν είχε τις ικανότητες να διεκπεραιώσει τέτοιες σπουδές.   Κάτω από τις περιστάσεις της υπόθεσης και την μαρτυρία που είχε τεθεί ενώπιον του η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ήταν δικαιολογημένη αλλά και η πρέπουσα.  Οι λόγοι έφεσης 1 και 2 απορρίπτονται.

 

Με τον τελευταίο λόγο έφεσης 5, εγείρεται ζήτημα δικονομικής φύσης, που αφορά στη Αίτηση της Εφεσίβλητης.  Είναι η θέση του Εφεσείοντα ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο στηρίχτηκε πάνω σε μαρτυρία η οποία ήταν αντίθετη και δεν υποστηριζόταν από τις δικογραφημένες της θέσεις.  Το ζήτημα αφορά στο κλάδο σπουδών που η Εφεσίβλητη τελικά ακολούθησε και για τον οποίο ο Εφεσείων διατάχτηκε να πληρώνει.  Η Αίτηση καταχωρίστηκε την 23.2.2016 και σε αυτή αναφερόταν ότι η Εφεσίβλητη είχε υποβάλει αιτήσεις σε διάφορα Πανεπιστήμια για σπουδές στον τομέα «Multimedia Technology & Design».  Την 6.9.2016 καταχωρίστηκε Τροποποιημένη Αίτηση, όπου γινόταν αναφορά σε σπουδές στον κλάδο «Extended Computing».  Στην Απάντηση στην Υπεράσπιση του Εφεσείοντα που καταχώρησε την 23.5.2017 αναφερόταν ότι το πρώτο έτος ήταν για «Foundation».  Δεν ακολούθησε τροποποίηση της Αίτησης όταν η Εφεσίβλητη αποφάσισε να ακολουθήσει τον κλάδο σπουδών «Animation and Games Art».  Ωστόσο, στην ένορκη της δήλωση που καταχωρίστηκε την 18.6.2018, η Εφεσίβλητη εξήγησε πώς είχαν εξελιχθεί τα γεγονότα και ότι πλέον ακολουθούσε τον κλάδο «Animation and Games Art».  Καμιά ένσταση δεν προβλήθηκε στην κατάθεση της μαρτυρίας αυτής, που αντικατόπτριζε τα πραγματικά γεγονότα και επιβεβαιώνεται και από τον Εφεσείοντα στη δική του ένορκη δήλωση.  Το ζήτημα του κλάδου σπουδών της Εφεσίβλητης ήταν αντικείμενο επιχειρηματολογίας των δικηγόρων του Εφεσείοντα κατά την αγόρευση τους ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως ζήτημα ουσίας, που αφορούσε στη κατ' ισχυρισμό έλλειψη σταθερότητας της Εφεσίβλητης, που τελούσε σε σύγχυση σε σχέση με τις δυνατότητες και την επιθυμία της να ακολουθήσει συγκεκριμένο κλάδο σπουδών.  Το ζήτημα που εγείρεται με το λόγο έφεσης 5 ουδέποτε ηγέρθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.

 

Σύμφωνα με τη νομολογία θέμα το οποίο δεν είχε εγερθεί πρωτόδικα  και δεν τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεν μπορεί να εξεταστεί στην έφεση (F.H.K. Hotels Holdings Ltd v. A.S. Air Control Ltd (1999) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2159, 2165, Φακοντή ν. Βρυώνη (2003) 1 Α.Α.Δ. 1714, 1720, Σπηταλιώτης κ.ά. ν. Liberty Life Ins. Ltd (2004) 1 Α.Α.Δ. 1113, 1119 και Σάουρος κ.ά ν. Φιλίππου (2009) 1 Α.Α.Δ. 203, 215-6). 

 

Σε κάθε περίπτωση, επίδικο ζήτημα ήταν κατά πόσο ο Εφεσείων είχε υποχρέωση να πληρώνει διατροφή στην ενήλικη πλέον Εφεσίβλητη στη βάση ότι αυτή θα σπούδαζε στο εξωτερικό και στην περίπτωση θετικής κατάληξης και ο καθορισμός του ύψους του ποσού.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε, επιλύοντας το επίδικο ζήτημα στη βάση της μαρτυρίας που χωρίς ένσταση τέθηκε ενώπιον του και που παραδεχτά ανταποκρινόταν στα πραγματικά γεγονότα.  Δεν υπήρξε διεύρυνση των επιδίκων θεμάτων, όπως ήταν η περίπτωση στις αυθεντίες στις οποίες μας παρέπεμψαν οι δικηγόροι του Εφεσείοντα (Παναγή ν. G. & P. Ergatides Motors Ltd (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 1380, 1382-3, Exalco S.A. v. Αλουμινεξ Λτδ κ.ά. (2007) 1(Β) Α.Α.Δ. 991, 994-6 και Παπαγεωργίου ν. Λούη Κλάππα (Investments Services Ltd) (1991) 1 Α.Α.Δ. 24, 28-30).  Δεν μαρτυρήθηκε οτιδήποτε που θα μπορούσε να διαφοροποιήσει την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου με αναφορά στον κλάδο σπουδών που η Εφεσίβλητη ακολουθούσε.  Στα περιστατικά της υπόθεσης δεν είχε σημασία. Ο ουσιώδης ισχυρισμός ήταν ότι η Εφεσίβλητη θα φοιτούσε στο εξωτερικό.  Επομένως, θα ήταν σε κάθε περίπτωση αχρείαστο να διατάξουμε την τροποποίηση της Αίτησης, όπως θα είχαμε τη εξουσία να πράξουμε (Patsalides v. Yiapani and Another (1969) 1 C.L.R. 84).  Επομένως και ο λόγος έφεσης 5 απορρίπτεται.

 

Τελειώνοντας, θεωρούμε σκόπιμο να σημειώσουμε πως, έχοντας υπόψη το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς τις οικονομικές δυνατότητες της μητέρας της Εφεσίβλητης, διαφαίνεται ότι εάν δεν εκδιδόταν το προσβαλλόμενο διάταγμα ενδεχομένως η Εφεσίβλητη να μην κατόρθωνε να αποπερατώσει τις σπουδές της που, όπως πληροφορηθήκαμε από τους δικηγόρους της, έχει, με την οικονομική στήριξη του Εφεσείοντα επιτύχει.  Ο Εφεσείων θα πρέπει να αισθάνεται ικανοποιημένος και περήφανος που συνέδραμε σε αυτό.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

Τα έξοδα της έφεσης €2000 πλέον το σχετικό Φ.Π.Α. εάν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον του Εφεσείοντα.

 

 

 

 

                                                          Μ. Χριστοδούλου, Δ.

 

 

 

 

                                                          Α. Πούγιουρου, Δ.

 

 

 

 

                                                          Χ. Μαλαχτός, Δ.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο