ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια. Δάφνη Νικολάτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-07-08 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΖΑΧΑΡΙΟΥ - ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 857/2011, 8/7/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D341

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 857/2011)

 

8 Ιουλίου, 2016

 

[Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΑΖΑΧΑΡΙΟΥ - ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ

 

Αιτήτρια,

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για Ανδρέας Σ. Αγγελίδης Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια.

Δάφνη Νικολάτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ' ων η Αίτηση.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, (η «Επιτροπή»), ημερομηνίας 16.5.2011, με την οποία πληρώθηκαν 97 θέσεις Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης.  Η προσφυγή αφορά τους προαχθέντες Γιαννάκη Βασιλειάδη, Χριστάκη Καλογήρου, Γιάννη Κασουλίδη και Δημήτρη Ολυμπίου, ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Η Επιτροπή, στις 3.12.2010, προκήρυξε 65 τέτοιες θέσεις, που αναφέρονται πιο πάνω,  Βοηθού Διευθυντή, (θέσεις προαγωγής).  Υποβλήθηκαν δε, συνολικά, 412 αιτήσεις, οι οποίες διαβιβάστηκαν, στη συνέχεια, στην οικεία Συμβουλευτική Επιτροπή, για υποβολή έκθεσης.  Στις 24.2.2011, η Συμβουλευτική Επιτροπή διαβίβασε στην Επιτροπή την έκθεσή της, μαζί με κατάλογο των προτεινόμενων για προαγωγή υποψηφίων, κατά σειρά προτεραιότητας.  Μεταξύ αυτών που συστήνονταν ήταν τόσο η αιτήτρια όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη.

 

Ακολούθως, η Επιτροπή προχώρησε στην εξέταση της νομιμότητας της έκθεσης και του καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής και διαπίστωσε ότι είχε υποβληθεί μεγάλος αριθμός ενστάσεων από μέρους επηρεαζομένων, που αφορούσαν παραλείψεις και/ή λάθη της.  Ως εκ τούτου, της τα απέστειλε πίσω, ζητώντας την ετοιμασία νέας έκθεσης και καταλόγου, που να λαμβάνει υπόψη όλες τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν.  Στις 29.3.2011, η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε τη νέα της έκθεση, όπως και νέο κατάλογο των υποψηφίων που σύστηνε.

 

Καθ' ον χρόνο βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία πλήρωσης των 65 θέσεων, η Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, (η «Γενική Διευθύντρια»), με επιστολές της προς την Επιτροπή, με ημερομηνίες 22.3.2011, 31.3.2011 και 5.4.2011, όμοιου περιεχομένου, ζήτησε την πλήρωση 32, συνολικά, πρόσθετων θέσεων Βοηθού Διευθυντή.  Η Επιτροπή, βασιζόμενη, όπως θεώρησε ορθό, στις πρόνοιες του άρθρου 35Β(11) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου του 1969, (Ν. 10/1969), όπως αυτός έχει τροποποιηθεί, αποφάσισε να πληρώσει και αυτές, χωρίς να προβεί στη δημοσίευσή τους.  Παρατίθεται δε, ενδεικτικά, το μέρος του κειμένου της επιστολής ημερομηνίας 31.3.2011, το οποίο, εδώ, ενδιαφέρει:-

 

«... ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού έχει εγκρίνει την πλήρωση των ακόλουθων θέσεων με ισχύ από 1.9.2011:

 

......................................................................................................

 

Β.  29 θέσεων Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης:  8 θέσεων που κενώνονται λόγω πρόωρων αφυπηρετήσεων (Π.4919, Π.4629, Π.4787, Π.4922, Π.4977, Π.4623, Π.4632, Π.4926) και 21 θέσεων που κενώνονται σαν συνεπακόλουθες λόγω προαγωγής στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης.»

 

 

 

Περαιτέρω, στις 28.4.2011, η Επιτροπή εξέτασε, κατά τα προβλεπόμενα στο άρθρο 35Β(8) του Ν. 10/1969, τις ενστάσεις που υποβλήθηκαν για αναθεώρηση του καταλόγου, μεταξύ των οποίων και εκείνην της αιτήτριας.  Ειδικά, για την ένσταση της αιτήτριας, η οποία αφορούσε τις μονάδες αρχαιότητάς της και η οποία απορρίφθηκε, ανέφερε τα εξής:-

 

«Η Επιτροπή απέρριψε την ένστασή της, που αφορούσε τις μονάδες αρχαιότητάς της.  Μετά από έλεγχο που διεξήγαγε στον προσωπικό της φάκελο, διαπίστωσε ότι οι μονάδες αρχαιότητάς της (17,25) ορθά είχαν υπολογιστεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.  Οι μήνες υπηρεσίας της στη θέση ορθά υπολογίστηκαν σε 195 με βάση την ημερομηνία του μόνιμου της διορισμού (1.9.1994).  Διευκρινίζεται ότι οι περίοδοι 15.9.1994 - 29.9.1994 και 19.6.2006 - 23.6.2006, κατά τις οποίες βρισκόταν με άδεια απουσίας χωρίς απολαβές, δεν λογίζονται υπηρεσία με βάση τον Κανονισμό 10 των Περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Καθορισμός Αναγνωρισμένης Υπηρεσίας για Σκοπούς Διορισμού, Προαγωγής και Προσαυξήσεων) Κανονισμών του 1997 έως 2002.  Επίσης, οι μήνες προϋπηρεσίας της με προσόντα ορθά υπολογίστηκαν σε 12 και αφορούσαν την απασχόλησή της με σύμβαση στη θέση Δασκάλου κατά την περίοδο 19.9.1993 - 31.8.1994.»

 

 

 

Περαιτέρω, η Επιτροπή αποφάσισε να αφαιρέσει από την αιτήτρια τις τρεις μονάδες για πρόσθετα προσόντα, που της είχε παραχωρήσει η Συμβουλευτική Επιτροπή για το μεταπτυχιακό της τίτλο Master of Music in Music Education του Michigan State University των Ηνωμένων Πολιτειών, και να της παραχωρήσει 0,5 μονάδα πρόσθετων προσόντων, για το πτυχίο εξομοίωσης που αυτή κατείχε του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης.  Αποτέλεσμα ήταν να μειωθεί το σύνολο των μονάδων της από 209,50 σε 207 και να μην περιληφθεί στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων που προσκλήθηκαν σε προσωπική συνέντευξη.  Πιο συγκεκριμένα, η Επιτροπή, σε σχέση με την εν λόγω απόφασή της, επεσήμανε τα ακόλουθα:-

 

«... η Επιτροπή εξετάζοντας τη νομιμότητα του καταλόγου της Συμβουλευτικής Επιτροπής, διαπίστωσε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή λανθασμένα της παραχώρησε 3 μονάδες πρόσθετων προσόντων για το μεταπτυχιακό τίτλο Master of Music in Music Education του Michigan State University των Ηνωμένων Πολιτειών, τον οποίο απέκτησε το 2008, όχι με συνεχή εσωτερική φοίτηση στο Πανεπιστήμιο που τον απένειμε.  Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Επιτροπής ημερομηνίας 16.1.2009, μεταπτυχιακά προσόντα που υποβάλλονται από εκπαιδευτικούς για διεκδίκηση θέσεων προαγωγής που αποκτήθηκαν από αναγνωρισμένα πανεπιστήμια του εξωτερικού με μη συνεχή εσωτερική φοίτηση γίνονται δεκτά από την Επιτροπή μόνο εάν ο ενδιαφερόμενος καταθέσει στο Γραφείο της Επιτροπής και πιστοποιητικό ισοτιμίας από το ΚΥΣΑΤΣ.  Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 3Α του περί Αναγνώρισης Διπλωμάτων ή Τίτλων Αναγνωρισμένων Πανεπιστημίων και ΄Αλλων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων του Εξωτερικού Νόμου του 1993 (Ν.41(Ι)/1993), όπως τροποποιήθηκε με τον Νόμο 69(Ι)/2003, τίτλοι σπουδών όμοιοι με αυτούς που ήδη αναγνωρίστηκαν από την Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας, θεωρούνται αναγνωρισμένοι νοουμένου ότι οι σπουδές που οδήγησαν στην απόκτησή τους άρχισαν πριν ή κατά την 1.9.2002 και αποκτήθηκαν μέχρι την 31.12.2006.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, της αφαιρέθηκαν οι 3 μονάδες για τον προαναφερόμενο τίτλο και της παραχωρήθηκε μόνο 0.5 μονάδα πρόσθετων προσόντων για το πτυχίο εξομοίωσης που κατέχει (Πτυχίο Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης - 1998).

 

Συνεπώς, το σύνολο των μονάδων της μειώθηκε από 209,50 σε 207.  Η Επιτροπή δεν θα την περιλάβει στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων που θα καταρτίσει και δεν θα την καλέσει σε προσωπική συνέντευξη αφού δεν ισοβαθμεί με τον 291­° υποψήφιο. 

 

΄Οσον αφορά την επιστολή της ημερομηνίας 2.5.2011, με την οποία διαμαρτυρήθηκε για τη μείωση των μονάδων της στον τελικό κατάλογο και με την οποία προσκόμισε επιπρόσθετα στοιχεία από το Michigan State University (επιστολές με ημερομηνίες 27.4.2011 και 29.4.2011) αναφορικά με την απόκτηση του μεταπτυχιακού της τίτλου Master of Music in Music Education και πιο συγκεκριμένα διευκρινίσεις σχετικά με την παρακολούθηση μαθημάτων από μέρους της τα καλοκαίρια του 2006, 2007 και 2008, με αυτά επιβεβαιώνεται ότι η περίπτωσή της εμπίπτει στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην ανακοίνωση της Επιτροπής ημερομηνίας 16.1.2009, αφού αφορά μη συνεχή εσωτερική φοίτηση στο Πανεπιστήμιο που της απένειμε τον μεταπτυχιακό της τίτλο.

 

Σημειώνεται ότι το ενδεχόμενο παραχώρησης μονάδων πρόσθετων προσόντων για τον μεταπτυχιακό της τίτλο Master of Music in Music Education θα εξεταστεί στο πλαίσιο μελλοντικής διαδικασίας προαγωγής που τυχόν να είναι υποψήφια, με την προϋπόθεση ότι στο μεταξύ θα εξασφαλίσει από το ΚΥΣΑΤΣ πιστοποιητικό ισοτιμίας του τίτλου της με μεταπτυχιακό δίπλωμα επιπέδου 'Μάστερ'.»

 

 

 

Στη συνέχεια, η Επιτροπή, αφού προχώρησε στην κατάρτιση του τελικού καταλόγου των υποψηφίων, στον οποίο δεν περιλήφθηκε η αιτήτρια, αποφάσισε να καλέσει τους περιληφθέντες σε αυτόν υποψηφίους σε προσωπική συνέντευξη, στη βάση των έξι κριτηρίων του Νόμου - (άρθρο 35Β(10)(β)(ι)) - των οποίων τη βαρύτητα προκαθόρισε.  Ακολούθως, μετά την ολοκλήρωση των συνεντεύξεων στις 16.5.2011, στη βάση του συνόλου των μονάδων που ο κάθε υποψήφιος συγκέντρωσε, αποφάσισε να προσφέρει προαγωγή στη θέση Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, με ισχύ από 1.9.2011, στους πρώτους 97 υποψηφίους, που συγκέντρωσαν την ψηλότερη συνολική βαθμολογία.  Ανάμεσά τους συγκαταλέγονταν και τα ενδιαφερόμενα μέρη. 

 

Με την παρούσα προσφυγή, η αιτήτρια προσβάλλει την απόφαση της Επιτροπής να προαγάγει τα ενδιαφερόμενα μέρη, αντί της ιδίας.  Ο ευπαίδευτος συνήγορός της, στις γραπτές του αγορεύσεις, για τους διάφορους λόγους που εξετάζονται πιο κάτω, υποστηρίζει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση υπόκειται σε ακύρωση.  Από πλευράς των καθ' ων η αίτηση, υποστηρίζεται η ορθότητα και η νομιμότητα της προσβαλλόμενης απόφασης και ζητείται η απόρριψη της προσφυγής.

 

Με τον πρώτο λόγο ακύρωσης, ο συνήγορος για την αιτήτρια προβάλλει ότι πάσχει η συγκρότηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής.  ΄Οπως αναφέρει, η Γενική Διευθύντρια δεν ήταν η αρμόδια αρχή για την έγκριση της σύνθεσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, αφού, από πουθενά, δεν προκύπτει ότι είχε δοθεί η απαιτούμενη από το Νόμο εξουσιοδότηση/έγκριση του αρμόδιου Υπουργού.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 35Α του Ν. 10/1969, οι Συμβουλευτικές Επιτροπές για τη διενέργεια προαγωγών στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία καταρτίζονται από την «αρμόδια αρχή», η οποία, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 των ερμηνευτικών διατάξεων του εν λόγω Νόμου, «σημαίνει τον Υπουργόν ενεργούντα συνήθως διά του Γενικού Διευθυντού του Υπουργείου αυτού».  Ειδικότερα, για την πλήρωση της υπό αναφορά θέσης του Βοηθού Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, προβλέπεται - (άρθρο 35Α(2)(η) του Ν. 10/1969) - ότι η αρμόδια Συμβουλευτική Επιτροπή θα απαρτίζεται από πρόσωπα που θα επιλέγονται από την αρμόδια αρχή, νοουμένου ότι αυτά κατέχουν θέση ανώτερη της υπό πλήρωση.

 

Στην προκειμένη περίπτωση, προσκομίστηκε από τους καθ' ων η αίτηση, ως Παράρτημα 2 στη γραπτή τους αγόρευση, μία εκχώρηση εξουσίας, ημερομηνίας 9.12.2003, σύμφωνα με την οποία ο τότε Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού εκχώρησε προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου του τις εξουσίες που του παρέχονται δυνάμει του Νόμου.  Η αιτήτρια εισηγείται ότι η υπό αναφορά εξουσιοδότηση είχε δοθεί από τον προηγούμενο Υπουργό και όχι από τον εν ενεργεία κατά την περίοδο πλήρωσης των θέσεων και ότι, σε κάθε περίπτωση, αυτή δεν ίσχυε, ούτε δέσμευε τον όποιο επόμενο Υπουργό.  Η εν λόγω προσέγγιση είναι λανθασμένη.  Η πιο πάνω εξουσιοδότηση προσδιορίζει με σαφήνεια ότι αυτή δόθηκε για σκοπούς πλήρωσης κενών θέσεων εκπαιδευτικών λειτουργών.  Ούτε θα ήταν, άλλωστε, αναμενόμενο να παραχωρείται νέα εξουσιοδότηση, κάθε φορά που διορίζεται νέος Υπουργός.

 

Κατά συνέπεια, υπό το φως της πιο πάνω νομικής πτυχής που διέπει την εξεταζόμενη περίπτωση και λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων αυτής, η έγκριση της συγκρότησης της Συμβουλευτικής Επιτροπής από τη Γενική Διευθύντρια ήταν, εν προκειμένω, σύννομη.  Επιπρόσθετα, σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στις οποίες εξετάζεται πανομοιότυπος ισχυρισμός, επισημαίνεται ότι ο Νόμος δεν απαγορεύει την έγκριση της Συμβουλευτικής Επιτροπής από το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού και δεν απαιτείται, προς τούτο, η έγκριση του οικείου Υπουργού, νοουμένου ότι ο Γενικός Διευθυντής, κατόπιν σχετικής εκχώρησης εξουσίας, ενεργεί για τον Υπουργό.  (Βλ. ΄Ελλη Χατζηγεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1767/2009, 22.7.2011 και Ερασμία Ρουσιά κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 569/2011, 23.10.2013).

 

Με το δεύτερο λόγο ακύρωσης, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει από το προπαρασκευαστικό της στάδιο, διότι δε δημοσιεύτηκαν οι 32 πρόσθετες θέσεις που προέκυψαν μετά την αρχική προκήρυξη, παρά τη σχετική υποχρέωση που επιβάλλει στη διοίκηση η αρχή της ισότητας.  Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο της αιτήτριας, η ένταξη των εν λόγω θέσεων στην εν εξελίξει διαδικασία, χωρίς να προηγηθεί νέα δημοσίευση, παραβιάζει το άρθρο 35Β(11) του Ν. 10/1969 και τη σχετική νομολογία που αναπτύχθηκε επ' αυτού στη Μαρία Ρούσου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 715/2007 και 1010/2007, 24.11.2010.

 

Η πιο πάνω εισήγηση της πλευράς της αιτήτριας δεν έχει περιθώρια επιτυχίας.  Η παρατεθείσα νομολογία δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση.  Αφορά την ερμηνεία του άρθρου 35Β(11) του Ν. 10/1969, ως αυτό είχε προτού τροποποιηθεί[1], στις 25.2.2011, με το άρθρο 2 του Ν. 21(Ι)/2011.  Με την τροποποίηση, το υφιστάμενο, πλέον, άρθρο 35Β(11) έχει ως ακολούθως:-

 

«(11)  Ανεξάρτητα από το τι διαλαμβάνεται σε άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου, θέση Προαγωγής μπορεί να πληρωθεί χωρίς να δημοσιευτεί, όταν αυτή κενούται ή δημιουργείται εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο ή και ειδικότητα, της οποίας η διαδικασία πλήρωσης βρίσκεται σε εξέλιξη.  Σε τέτοια περίπτωση η θέση θεωρείται ότι δημοσιεύτηκε την ημέρα κατά την οποία δημοσιεύτηκε η άλλη θέση.»

 

 

 

Η σύγκριση των προνοιών του άρθρου 35Β(11) του Ν. 10/1969, όπως αυτές έχουν σήμερα, με εκείνες που ίσχυαν πριν αναδεικνύει, με σαφήνεια, τον τρόπο εφαρμογής της τροποποίησης, η οποία έχει επέλθει και είναι ουσιαστική.  Προηγουμένως, τίθετο ως απαιτούμενη προϋπόθεση για την πλήρωση θέσεων προαγωγής χωρίς δημοσίευση η κένωση ή η δημιουργία αυτών κατά τη διάρκεια της χρονικής περιόδου στην οποία βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία για την πλήρωση άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο ή και ειδικότητα.  Με το νέο, όμως, εδάφιο (11) του άρθρου 35Β, αυτό που απαιτείται είναι όπως οι πρόσθετες θέσεις προαγωγής κενώνονται ή δημιουργούνται εντός εννέα μηνών από την ημερομηνία δημοσίευσης άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο ή/και ειδικότητα, της οποίας η διαδικασία πλήρωσης βρίσκεται σε εξέλιξη, ανεξάρτητα αν η συμπλήρωση της διαδικασίας αυτής θα επιτευχθεί πριν την εκπνοή της περιόδου των εννέα μηνών.  Αυτό σημαίνει πως η νέα πρόνοια επιτρέπει την πλήρωση, οπωσδήποτε, και θέσεων οι οποίες είναι γνωστό ότι θα κενωθούν μετά τη συμπλήρωση της εν εξελίξει διαδικασίας για πλήρωση των δημοσιευθεισών θέσεων, εντός, βεβαίως, της προαναφερθείσας περιόδου των εννέα μηνών.    

 

Ως εκ τούτου, στην παρούσα περίπτωση, υπό τα νέα αυτά δεδομένα και με βάση τις προαναφερθείσες επιστολές της Γενικής Διευθύντριας, με τις οποίες ζητήθηκε η πλήρωση των 32 πρόσθετων όμοιων θέσεων, προκύπτει ότι οι εν λόγω θέσεις κενώθηκαν εντός του χρονικού διαστήματος των εννέα μηνών, δηλαδή από την ημερομηνία δημοσίευσης των πρώτων 65 θέσεων στις 3.12.2010 μέχρι την 1.9.2011, που η πλήρωσή τους θα τίθετο σε ισχύ.  Κατά συνέπεια, νομότυπα αυτές εντάχθηκαν στην εν εξελίξει διαδικασία, χωρίς νέα δημοσίευση.  Η Επιτροπή κινήθηκε, εν προκειμένω, εντός των ορίων της χρηστής διοίκησης και κατ' εφαρμογή του ισχύοντος κατά τον ουσιώδη χρόνο άρθρου 35Β(11). 

 

Ισχυρίζεται, περαιτέρω, η αιτήτρια ότι τα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής ημερομηνίας 11.3.2011 δεν είναι άρτια, όπως απαιτεί η νομολογία και το άρθρο 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, (Ν. 158(Ι)/1999).  ΄Οπως υποστηρίζει, η αναφορά στην τέταρτη παράγραφο αυτών σε επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής προς την Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, ημερομηνίας 14.3.2011, καταδεικνύει ότι αυτά ετοιμάστηκαν μεταγενέστερα, με αποτέλεσμα να επηρεάζεται η νομιμότητά τους.

 

Το άρθρο 24 του Ν. 158(Ι)/1999 προβλέπει, σχετικά, τα εξής:-

 

«24. - (1)  Πρέπει να τηρούνται λεπτομερή πρακτικά των συνεδριάσεων των συλλογικών οργάνων, στα οποία να διατυπώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις που λαμβάνονται.  Η τήρηση άρτιων πρακτικών είναι υποχρέωση κάθε οργάνου που ασκεί διοικητική λειτουργία.

 

(2)  Στις περιπτώσεις διορισμών ή προαγωγών επιβάλλεται η καταγραφή των αποτελεσμάτων προφορικής εξέτασης και κάθε άλλου γεγονότος που επενεργεί στη λήψη της απόφασης.  Δεν απαιτείται η καταγραφή των ερωτήσεων και απαντήσεων κατά τη διάρκεια της προφορικής εξέτασης ούτε και η καταγραφή των νοητικών διεργασιών των μελών για τις εκτιμήσεις τους αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων.  Οι τυχόν προσωπικές σημειώσεις των μελών σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, αν έγινε, παραδίδονται από τα μέλη αμέσως μετά το πέρας της διαδικασίας πλήρωσης των θέσεων και αποτελούν μέρος του οικείου φακέλου.»

 

 

 

Στα υπό αναφορά πρακτικά, καταγράφονται τα ονόματα του Προέδρου και των παρόντων, κατά τη συγκεκριμένη συνεδρία, μελών της Επιτροπής, του παρακαθήμενου προσώπου, ασκήσαντος χρέη Γραμματέα, η ημερομηνία και η θεματολογία της συνεδρίας.  Επιπλέον, καταγράφεται, με σαφήνεια, η τηρηθείσα διαδικασία.  Η αναφορά που γίνεται σε αυτά στην επιστολή του Προέδρου της Επιτροπής, ημερομηνίας 14.3.2011, μεταγενέστερης, δηλαδή, της ημερομηνίας πραγματοποίησης της συνεδρίας, δεν επηρεάζει, με οποιοδήποτε τρόπο, τη νομιμότητά τους.  Απλά, καταδεικνύει ότι τα συγκεκριμένα πρακτικά συντάχθηκαν μεταγενέστερα της λήψης τους.  ΄Αλλωστε, η επιστολή αυτή επισυνάπτεται ως Παράρτημα 6 στην ένσταση των καθ' ων η αίτηση και το περιεχόμενό της μπορεί να ελεγχθεί.  Η εικόνα δε που αναδύεται μέσα από τα εν λόγω πρακτικά δεν αφήνει αμφιβολίες ότι αυτά περιλαμβάνουν όλα τα απαραίτητα στοιχεία, ούτως ώστε να διαφωτίζουν για το τι ακριβώς έλαβε χώρα στην εν λόγω συνεδρία.  Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, ο ισχυρισμός περί μη τήρησης άρτιων πρακτικών δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται.

 

΄Ενας άλλος λόγος, που η αιτήτρια προβάλλει, είναι ότι η Επιτροπή δεν ερεύνησε δεόντως το μεταπτυχιακό της τίτλο και, συνεπώς, λειτούργησε υπό πλάνη.  Είναι η θέση της ότι η απόφαση της Επιτροπής να της αφαιρέσει τις τρεις μονάδες που της είχαν παραχωρηθεί, αρχικά, από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για την κατοχή, από μέρους της, του συγκεκριμένου πρόσθετου προσόντος είναι εσφαλμένη.

 

Επαρκής έρευνα θεωρείται, κατά τη νομολογία, εκείνη που δείχνει τη διερεύνηση κάθε σχετιζόμενου με την υπόθεση γεγονότος, (βλ. Motorways Ltd ν. Υπουργού Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).  Η επάρκεια, η έκταση και ο τρόπος διεξαγωγής της ποικίλλουν, ανάλογα με τα υπό διερεύνηση γεγονότα και δεν υπάρχει στερεότυπος τρόπος, ο οποίος να καλύπτει την κάθε περίπτωση.  Η μορφή της είναι συνυφασμένη με τα πραγματικά περιστατικά της κάθε υπόθεσης και το κριτήριο για την πληρότητά της έγκειται στη συλλογή και τη διερεύνηση των ουσιωδών στοιχείων, τα οποία παρέχουν βάση για ασφαλή συμπεράσματα, (βλ. Νικολαΐδης κ.α. ν. Μηνά κ.α. (1994) 3 Α.Α.Δ. 321 και Ε.Ε.Υ. ν. Ζάμπογλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, μπορεί να ειπωθεί με ευκολία ότι ο ισχυρισμός για μη δέουσα έρευνα δεν ευσταθεί, αφού η Επιτροπή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου, έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιόν της στοιχεία και εξέτασε αυτά.  Ειδικότερα, εκτιμώντας και αξιολογώντας, ανάλογα, όσα κατέγραψε η αιτήτρια στην επιστολή διαμαρτυρίας της, ημερομηνίας 2.5.2011, περιλαμβανομένων των επιπρόσθετων στοιχείων που η ίδια προσκόμισε από το Michigan State University των Ηνωμένων Πολιτειών, το οποίο της απένειμε το μεταπτυχιακό της τίτλο, (επιστολές 27 και 29.4.2011), έκρινε ότι η περίπτωσή της ενέπιπτε στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην ανακοίνωσή της ημερομηνίας 16.1.2009, αφού αφορούσε μη συνεχή εσωτερική φοίτησή της στο πανεπιστήμιο και, ως εκ τούτου, απαιτείτο η παρουσίαση, από μέρους της, πιστοποιητικού ισοτιμίας από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ.  Εν κατακλείδι, ενήργησε εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας και, βασιζόμενη στα ενώπιόν της δεδομένα, αιτιολόγησε δεόντως την απόφασή της να αφαιρέσει από την αιτήτρια τις τρεις μονάδες που της είχαν, αρχικά, αποδοθεί από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για το μεταπτυχιακό της τίτλο.  Η συγκεκριμένη απόφασή της, όπως αυτή καταγράφεται στο πρακτικό της ημερομηνίας 28.4.2011, δεν αφήνει οποιεσδήποτε αμφιβολίες, με αποτέλεσμα ο δικαστικός έλεγχος να είναι απόλυτα εφικτός.  Καμιά πλάνη ως προς την εκτίμηση του εν λόγω προσόντος της αιτήτριας δε διαπιστώνεται.

 

Η εισήγηση, περαιτέρω, της αιτήτριας, που προβάλλεται στα πλαίσια του εξετασθέντος ισχυρισμού, ότι ο Ν. 10/1969 δεν απαιτεί την αναγνώριση μεταπτυχιακού τίτλου από το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. και, συνεπώς, η απόφαση αφαίρεσης των τριών μονάδων παραβιάζει το άρθρο 35Β(4)(β) αυτού, που ορίζει ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή, με αιτιολογημένη απόφασή της, παραχωρεί τρεις μονάδες για μεταπτυχιακό τίτλο Master, επίσης, δεν έχει οποιαδήποτε δυνατότητα επιτυχίας.  ΄Εχει νομολογηθεί ότι το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. είναι το αρμόδιο όργανο προς επίλυση αμφιβολιών όσον αφορά το αναγνωρίσιμο ενός πτυχιακού ή μεταπτυχιακού τίτλου, (βλ. Δημοκρατία ν. Χ"Γεωργίου (2008) 3 Α.Α.Δ. 100).  Εναπόκειτο, λοιπόν, στην αιτήτρια να παρουσιάσει πιστοποιητικό αναγνώρισης ισοτιμίας του μεταπτυχιακού της προσόντος, όπως, άλλωστε, καθ' όλα νόμιμα, απαιτείτο, προς τούτο, από την Επιτροπή, διά της ανακοίνωσής της ημερομηνίας 16.1.2009.  Βέβαια, να σημειωθεί πως, όπως προκύπτει από τα σχετικά στοιχεία, το ΚΥ.Σ.Α.Τ.Σ. αποφάσισε, στις 19.2.2012, να αναγνωρίσει στην αιτήτρια το συγκεκριμένο τίτλο της, πολύ μεταγενέστερα της λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Με τα πιο πάνω, απαντώνται και οι επόμενοι δύο ισχυρισμοί της αιτήτριας, ότι η Επιτροπή αφαίρεσε τις τρεις μονάδες για το μεταπτυχιακό της, χωρίς να της δώσει το δικαίωμα να ακουστεί και ότι δεν έδωσε ειδική αιτιολογία για την απόφασή της να την αποκλείσει από τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων.  Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή αιτιολόγησε πλήρως την απόφασή της για διαφοροποίηση των μονάδων της, αφού είχε διαπιστώσει σφάλμα στην απόδοσή τους από τη Συμβουλευτική Επιτροπή.  Επίσης, η αιτήτρια, με την επιστολή της ημερομηνίας 2.5.2011, είχε την ευκαιρία να εκθέσει τις απόψεις της και να διαμαρτυρηθεί για τη μείωση των μονάδων της.  Δεν ήταν αναγκαία, εν προκειμένω, η κλήση της αιτήτριας σε ακρόαση, ούτε και περαιτέρω ειδική αιτιολογία για τον αποκλεισμό της από τον τελικό κατάλογο των υποψηφίων.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται, με βάση το ΄Αρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.  Επιδικάζονται €1.000,00 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον της αιτήτριας.

 

 

 

 

                                                             Γ.Ν. Γιασεμής,

                                                                      Δ.

 

 

 

/ΜΠ



[1] «Ανεξάρτητα από το τι διαλαμβάνεται σε άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου, θέση Προαγωγής μπορεί να πληρωθεί χωρίς να δημοσιευτεί, όταν αυτή κενούται ή δημιουργείται κατά τη χρονική περίοδο κατά την οποία βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο ή και ειδικότητα.  Σε τέτοια περίπτωση η θέση θεωρείται ότι δημοσιεύτηκε την ημέρα κατά την οποία δημοσιεύτηκε η άλλη θέση.»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο