ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D161
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 6452/2013)
22 Μαρτίου, 2016
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 1A, 11, 12, 15, 28, 30, 33, 35, 54, 61, 136, 152, 169(3), 179 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2004/38/ΕΚ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΩΝ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΩΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΩΝ ΤΟΥΣ ΝΑ ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΚΑΙ ΝΑ ΔΙΑΜΕΝΟΥΝ ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΚΑΙ ΤΟ Ν.7(Ι)/2007 ΚΑΙ ΑΡΘΡΟ 5 ΚΑΙ ΕΒΔΟΜΟ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΩΝ
COSMIN SCORTANU,
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Μ. Χριστοδούλου για Γ. Πολυχρόνη, για τον αιτητή.
Ε. Παπαγεωργίου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας Α εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Ο αιτητής, Ρουμάνος υπήκοος, αφίχθηκε στην Κύπρο σύμφωνα με δήλωση του ιδίου, στις 22.9.2009 και στις 2.3.2010 αποτάθηκε για έκδοση βεβαίωσης εγγραφής, η οποία και εκδόθηκε στις 30.7.2010. Σύμφωνα με έκθεση της Αστυνομίας ημερ. 22.11.2013 ο αιτητής συνελήφθη από μέλη της ΥΚΑΝ στις 31.8.2013 για αδικήματα που αφορούσαν σε κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β και με σκοπό την προμήθεια σε τρίτα πρόσωπα. Εναντίον του καταχωρίστηκε ποινική υπόθεση, συνεπεία της οποίας ο αιτητής βρέθηκε ένοχος κατόπιν δικής του παραδοχής και καταδικάστηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Αμμοχώστου σε ποινή φυλάκισης ενός μηνός, της ποινής αρχομένης από 27.10.2013. Εναντίον της εν λόγω απόφασης καταχωρίστηκε στις 14.11.2013 έφεση κατά της ποινής ως έκδηλα υπερβολικής.
Στις 25.11.2013 με βάση τα πιο πάνω γεγονότα η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης κήρυξε τον αιτητή ως ανεπιθύμητο μετανάστη λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων για τα οποία καταδικάστηκε, εξετάζοντας δε αυθημερόν το ιστορικό της παραμονής του στη Δημοκρατία και τις προσωπικές του περιστάσεις εξέδωσε εναντίον του διάταγμα κράτησης και απέλασης. Ακολούθως ο αιτητής καταχώρισε στις 29.11.2013 την παρούσα προσφυγή εναντίον της επίδικης απόφασης.
Σημειώνεται ότι το Εφετείο επεκύρωσε κατ΄ έφεση την επιβληθείσα στον αιτητή ποινή φυλάκισης ενός μηνός που αφορούσε στην κατηγορία για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, κάνναβη 6 γρ., χωρίς άδεια (Cosmin Scorteanu v. Aστυνομίας, Πολιτική Έφεση Αρ. 214/13, ημερ. 20.1.2014).
Επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης κατ΄ επίκληση σειράς νομικών ισχυρισμών με πλέον ουσιαστική την πλάνη της διοίκησης ως προς τα πραγματικά σε συνάρτηση με τα αδικήματα για τα οποία καταδικάστηκε ο αιτητής και για παραβίαση των προνοιών των άρθρων 29, 30, 32 και 34 του περί Δικαιώματος των Μελών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου, Ν. 7(Ι)/07 και της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, καθώς και εσφαλμένη εφαρμογή του άρθρου 6(1)(δ) του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, ΚΕΦ. 105. Τέλος σωρεία άλλων νομικών ισχυρισμών τους οποίους θα εξετάσω αν προκύπτει ανάγκη.
Η Δημοκρατία υποστηρίζει το σύννομο της προσβαλλόμενης απόφασης της διοίκησης η οποία λήφθηκε μετά από δέουσα έρευνα και αφού αξιολογήθηκαν όλα τα γεγονότα και στοιχεία της υπόθεσης σε ότι αφορά το πρόσωπο του αιτητή. Προκύπτει ότι η απόφαση στηρίχθηκε στη διαπίστωση ότι η απέλαση του ήταν επιβεβλημένη για λόγους δημόσιας τάξης: η προσωπική συμπεριφορά του αιτητή τον καθιστούσε απαγορευμένο μετανάστη, οι δε ενέργειες του, καταδείκνυαν ότι αποτελεί πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη.
Υποστηρίζεται από τον αιτητή ότι, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης εμφιλοχώρησε πλάνη όσον αφορά την καταδίκη του και συγκεκριμένα ότι η διευθύντρια, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, έλαβε υπόψη της τις σοβαρότερες κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπιζε αρχικά ο αιτητής και στις οποίες απαλλάχθηκε: κατηγορία για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου με σκοπό την προμήθεια σε άλλα πρόσωπα και κατοχή σκεύους ειδικά κατασκευασμένου για χρήση εν σχέσει με τη λήψη κάνναβης, άρθρα 8(3), 30 και 10(γ)(1) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου, Ν. 29/77. Ιδιαιτέρως αν ληφθούν υπόψη οι πρόνοιες εδαφίου 3(β) του άρθρου 29 του Νόμου, δυνάμει του οποίου προηγούμενη ποινική καταδίκη δεν αποτελεί αφ΄ εαυτής λόγο για τη λήψη μέτρων εναντίον Ευρωπαίου πολίτη και κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας. Ακόμη ότι η διοίκηση παρέλειψε να αξιολογήσει και να σταθμίσει την όλη συμπεριφορά του αιτητή, ο οποίος τυγχάνει της ειδικής προστασίας που του παρέχει ο σχετικός Νόμος, κατόπιν δέουσας έρευνας, πριν καταλήξει στην απόφαση της.
Όπως προκύπτει τόσο από την έκθεση των γεγονότων στην ένσταση, όσο και από έρευνα του διοικητικού φακέλου, η απόφαση για να κηρυχθεί ο αιτητής ανεπιθύμητος μετανάστης, στηρίχθηκε στο άρθρο 6(1)(δ) και (θ) του ΚΕΦ. 105 (τεκμήριο 5 στην ένσταση), λόγω της καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης. Με τα ίδια δεδομένα σε συνδυασμό με τις ενέργειες του κρίθηκε ότι αυτός αποτελεί πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή για τη δημόσια τάξη της Δημοκρατίας. Λαμβανομένου δε υπόψη ότι ο αιτητής δεν είχε κανένα δεσμό και ότι η οικογένεια του μένει στη Ρουμανία κρίθηκε ότι η περίπτωση του εμπίπτει στην κατηγορία που καλύπτει το άρθρο 35 του Νόμου 7(Ι)/07 με συνέπεια να εκδοθούν διατάγματα κράτησης και απέλασης εναντίον του.
Η καταδίκη του αιτητή από το Επαρχιακό Δικαστήριο ως ανωτέρω εν δυνάμει δικαιολογούσε την αρνητική απόφαση της διοίκησης, η οποία θα μπορούσε να θεωρήσει τον αιτητή ως πρόσωπο που συνιστούσε απειλή για τη δημόσια τάξη ή ασφάλεια λόγω της συμπεριφοράς του.
Με δεδομένο το τεκμήριο της κανονικότητας των διοικητικών πράξεων η προσβαλλόμενη απόφαση τεκμαίρεται ως νόμιμη και ορθή, το δε βάρος απόδειξης βρίσκεται στον αιτητή για να υποστηρίξει τους προβαλλόμενους λόγους ακυρότητας.
Το άρθρο 6(1)(δ) και (θ) του ΚΕΦ. 105 και εν γένει οι πρόνοιες του Νόμου, θα πρέπει να ερμηνεύονται συνδυασμένα υπό το φως του Νόμου 7(Ι)/07 και ειδικότερα των άρθρων 29 και 30:
«29.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος Μέρους, η αρμόδια αρχή δύναται να επιβάλλει περιορισμούς στο δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας ή δημόσιας υγείας.
(2) Δε δύναται να γίνεται επίκληση των λόγων του εδαφίου (1) για την εξυπηρέτηση οικονομικών σκοπών.
(3)(α) Κάθε μέτρο που λαμβάνεται για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, πρέπει να τηρεί την αρχή της αναλογικότητας και να θεμελιώνεται αποκλειστικά στην προσωπική συμπεριφορά του ατόμου που το αφορά, η οποία πρέπει να συνιστά πραγματική, ενεστώσα και επαρκώς σοβαρή απειλή, στρεφόμενη κατά θεμελιώδους συμφέροντος της κοινωνίας:
Νοείται ότι, δεν επιτρέπεται η επίκληση λόγων που δε συνδέονται με τα στοιχεία της εκάστοτε ατομικής περίπτωσης ούτε η επίκληση λόγων γενικής πρόληψης∙
(β) Προηγούμενες ποινικές καταδίκες δεν αποτελούν αφ' εαυτών λόγους για τη λήψη τέτοιων μέτρων.
(4) Για να εξακριβωθεί κατά πόσο ο ενδιαφερόμενος συνιστά απειλή για τη δημόσια τάξη ή τη δημόσια ασφάλεια, κατά την έκδοση βεβαίωσης εγγραφής ή κατά την έκδοση του δελτίου διαμονής, η αρμόδια αρχή δύναται, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, να ζητά από το κράτος μέλος καταγωγής του ενδιαφερομένου και, ενδεχομένως, από άλλα κράτη μέλη, να της παρέχουν εντός δυο μηνών το αργότερο πληροφορίες για το ποινικό μητρώο, που πιθανόν να έχει ο ενδιαφερόμενος:
Νοείται ότι, η έρευνα αυτή δε δύναται να έχει συστηματικό χαρακτήρα.»
«30.-(1) Προτού η αρμόδια αρχή λάβει απόφαση απέλασης για λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας, λαμβάνει υπόψη της την περίοδο διαμονής του ενδιαφερόμενου προσώπου στη Δημοκρατία, την ηλικία του, την κατάσταση της υγείας του, την οικογενειακή και οικονομική του κατάσταση, την κοινωνική και πολιτιστική ενσωμάτωσή του στη Δημοκρατία και το εύρος των δεσμών του με τη χώρα καταγωγής του.
(2) Η αρμόδια αρχή δε δύναται να λαμβάνει απόφαση απέλασης πολίτη της Ένωσης ή μέλους της οικογένειάς του, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, που έχει αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στη επικράτεια της Δημοκρατίας, παρά μόνο για σοβαρούς λόγους δημόσιας τάξης ή δημόσιας ασφάλειας.»
Από την αιτιολόγηση της επίδικης απόφασης και συνολικά από τα στοιχεία του φακέλου φαίνεται, κατά πρώτον, ότι εμφιλοχώρησε πλάνη κατά τη λήψη της: λήφθηκαν υπόψη συλλήβδην όλες οι κατηγορίες τις οποίες αντιμετώπιζε αρχικά ο αιτητής και όχι η κατηγορία στην οποία ο ίδιος παραδέχθηκε ενοχή και καταδικάστηκε σε ένα μήνα φυλάκιση, με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται κρίση επί σοβαρότερων αδικημάτων (εμπορία ελεγχόμενου φαρμάκου). Μάλιστα είναι χαρακτηριστική η αιτιολόγηση της απόφασης από τη διευθύντρια όπου στην απόφαση της ημερ. 25.11.2013 αναφέρεται αόριστα και διαζευκτικά σε «αδίκημα» ή «αδικήματα» «.λόγω της σοβαρότητας του/των αδικήματος/των για το/τα οποίο/α αυτός καταδικάστηκε σε ποινή φυλάκισης». Κανένα από τα στοιχεία που αφορούν την προσωπική κατάσταση του αιτητή δεν φαίνεται να διερευνήθηκαν και να λήφθηκαν υπόψη πριν τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, άρθρο 30(1) και (2). Από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτει ότι δεν έχει διεξαχθεί η δέουσα έρευνα ως προς τους δεσμούς του αιτητή με τη Δημοκρατία ή τους δεσμούς του με την οικογένεια του (ανιόντες), παρά μόνο ότι αυτοί διαμένουν στη Ρουμανία και χωρίς να αξιολογηθεί εν συνόλω η συμπεριφορά του αιτητή, ο οποίος επί έξι συνεχή χρόνια εργάζεται νομίμως στη Δημοκρατία ως σερβιτόρος, με λευκό μέχρι πρότινος ποινικό μητρώο. Ενώ αυτά έπρεπε να καταγράφονται με λεπτομέρεια στο διοικητικό φάκελο (εν προκειμένω δεν υπάρχει οτιδήποτε) ώστε να μπορεί να ελεγχθεί δικαστικά κατά πόσο λήφθηκαν υπόψη και όχι με γενικόλογη και αόριστη αιτιολόγηση. Η έκθεση της Αστυνομίας η οποία υποβλήθηκε προς το διοικητή της ΥΑΜ, η οποία συνοδευόταν από ενημερωτικό σημείωμα (Ερυθρά 89-96) κάθε άλλο παρά διεξαγωγή δέουσας έρευνας παρουσιάζει. Οι εξηγήσεις που προβάλλονται από τη διοίκηση εκ των υστέρων, με τη γραπτή αγόρευση των καθ΄ ων, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη εφόσον δεν επιβεβαιώνονται από το διοικητικό φάκελο και εν πάση περιπτώσει δεν ικανοποιούν τους όρους για δέουσα έρευνα.
Με δεδομένο ότι η επιβολή φυλάκισης αφ΄ εαυτής δεν οδηγεί αυτομάτως και αυτοτελώς στην κήρυξη ενός προσώπου ως ανεπιθύμητου μετανάστη και υπό το φως των γεγονότων, εν συνόλω, καταλήγω ότι η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα η οποία οδήγησε σε ουσιώδη πλάνη περί τα πράγματα, εφόσον γίνεται αναφορά σε αδικήματα για τα οποία ο αιτητής αθωώθηκε και χωρίς να εξεταστούν όλα τα συναφή γεγονότα όπως προβλέπεται από τα άρθρα 29(1)-(3) και 30(1)-(2) του Ν. 7(Ι)/07.
Άλλοι λόγοι ακύρωσης έχουν ήδη καλυφθεί κάτω από τους ήδη εξετασθέντες λόγους, ενώ άλλοι συνιστούν ουσιαστικά εναλλακτικούς τρόπους προώθησης ήδη εγερθέντων ζητημάτων. Με δεδομένη την επιτυχία της προσφυγής δεν κρίνω αναγκαίο να τους εξετάσω.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.200 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ