ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Σταματίου, Κατερίνα Στ. Αμερικάνος με Γ. Ανδρέου, για την Αιτήτρια. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-03-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΑΓΚΥΠΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΩΝ (Γ.Σ.Π.Ο.Β.Ε.Κ.) ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑ ΙΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 5869/2013, 5870/2013, 5871/2013, 5872/2013 και 5873/2013, 16/3/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D152

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                     (Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 5869/2013, 5870/2013, 5871/2013, 5872/2013 και 5873/2013.)

 

16 Μαρτίου, 2016

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ/ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

                                    (Υπόθεση Αρ. 5869/2013)

 

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΑΓΚΥΠΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΩΝ (Γ.Σ.Π.Ο.Β.Ε.Κ.),

                        Αιτήτρια,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                    Καθ΄ ης η Αίτηση.

- - - - - -

                                                            (Υπόθεση Αρ. 5870/2013)

 

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΑΓΚΥΠΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΩΝ (Γ.Σ.Π.Ο.Β.Ε.Κ.),

                        Αιτήτρια,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                    Καθ΄ ης η Αίτηση.

- - - - - -

 

                        (Υπόθεση Αρ. 5871/2013)

 

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΑΓΚΥΠΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΩΝ (Γ.Σ.Π.Ο.Β.Ε.Κ.),

                        Αιτήτρια,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                    Καθ΄ ης η Αίτηση.

- - - - - -

                        (Υπόθεση Αρ. 5872/2013)

 

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΑΓΚΥΠΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΩΝ (Γ.Σ.Π.Ο.Β.Ε.Κ.),

                        Αιτήτρια,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                    Καθ΄ ης η Αίτηση.

- - - - - -

                                                            (Υπόθεση Αρ. 5873/2013)

 

ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΠΑΓΚΥΠΡΙΩΝ ΟΡΓΑΝΩΣΕΩΝ ΒΙΟΤΕΧΝΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑΤΑΡΧΩΝ (Γ.Σ.Π.Ο.Β.Ε.Κ.),

                        Αιτήτρια,

ΚΑΙ

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΗΣ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ

ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,

                                    Καθ΄ης η Αίτηση.

- - - - - -

 

Στ. Αμερικάνος με Γ. Ανδρέου, για την Αιτήτρια.

 

Μ. Κοτσώνη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η

 Αίτηση.

 

Χρ. Μίτσιγκας, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

_ _ _ _ _

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με τις πιο πάνω προσφυγές αμφισβητείται η εγκυρότητα και νομιμότητα πέντε διαταγμάτων που εκδόθηκαν από την Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, δυνάμει του άρθρου 27 του περί Ρύθμισης της Λειτουργίας Καταστημάτων και των Ωρών Απασχόλησης των Υπαλλήλων τους Νόμο (Ν.155(Ι)/2006, όπως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο) - (στο εξής «ο Νόμος»), ως ακολούθως:

 

(α) Διάταγμα το οποίο δημοσιεύθηκε στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8.7.2013, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, ΚΔΠ 239/2013, με τίτλο «το περί της Ρύθμισης της Λειτουργίας Καταστημάτων (Όρια Τουριστικών Περιοχών/Ζωνών, Τουριστική Περίοδος, Ωράρια Λειτουργίας, Αργίες) (Επαρχία Λευκωσίας) (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2013.

 

(β) Διάταγμα το οποίο δημοσιεύθηκε στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8.7.2013, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, ΚΔΠ 240/2013, με τίτλο «το περί της Ρύθμισης της Λειτουργίας Καταστημάτων (Όρια Τουριστικών Περιοχών/Ζωνών, Τουριστική Περίοδος, Ωράρια Λειτουργίας, Αργίες) (Επαρχία Λεμεσού) (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2013.

 

(γ) Διάταγμα το οποίο δημοσιεύθηκε στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8.7.2013, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, ΚΔΠ 241/2013, με τίτλο «το περί της Ρύθμισης της Λειτουργίας Καταστημάτων (Όρια Τουριστικών Περιοχών/Ζωνών, Τουριστική Περίοδος, Ωράρια Λειτουργίας, Αργίες) (Επαρχία Αμμοχώστου) (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2013.

 

(δ) Διάταγμα το οποίο δημοσιεύθηκε στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8.7.2013, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, ΚΔΠ 242/2013, με τίτλο «το περί της Ρύθμισης της Λειτουργίας Καταστημάτων (Όρια Τουριστικών Περιοχών/Ζωνών, Τουριστική Περίοδος, Ωράρια Λειτουργίας, Αργίες) (Επαρχία Λάρνακας) (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2013.

 

(ε) Διάταγμα το οποίο δημοσιεύθηκε στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 8.7.2013, Παράρτημα Τρίτο, Μέρος Ι, ΚΔΠ 243/2013, με τίτλο «το περί της Ρύθμισης της Λειτουργίας Καταστημάτων (Όρια Τουριστικών Περιοχών/Ζωνών, Τουριστική Περίοδος, Ωράρια Λειτουργίας, Αργίες) (Επαρχία Πάφου) (Τροποποιητικό) Διάταγμα του 2013.

 

Με τα διατάγματα αυτά καθορίζονται τα όρια τουριστικών περιοχών/ζωνών, η τουριστική περίοδος και τα ωράρια λειτουργίας ως ακολούθως:

 

«(α) τα γενικά καταστήματα, που βρίσκονται μέσα στις περιοχές/ζώνες που καθορίζονται στον Πρώτο Πίνακα του παρόντος Διατάγματος, μπορούν, κατά την περίοδο που αρχίζει από την 23η Μαρτίου 2013 και λήγει την 30η Νοεμβρίου 2013, συμπεριλαμβανομένων και των δύο ημερομηνιών για εξυπηρέτηση τουριστικών αναγκών, να παραμένουν ανοικτά από Δευτέρα μέχρι και Σάββατο, όχι νωρίτερα από τις 5.00π.μ. και όχι αργότερα από τις 10.00 μ.μ. και κατά την Κυριακή, όχι νωρίτερα από τις 9.00π.μ. και όχι αργότερα από τις 9.00 μ.μ. Τα γενικά καταστήματα ωστόσο που βρίσκονται μέσα στις περιοχές/ζώνες που καθορίζονται στον Δεύτερο Πίνακα μπορούν να παραμένουν ανοικτά με το προαναφερόμενο ωράριο για την περίοδο που αρχίζει από την 12η Ιουλίου 2013 και λήγει την 13η Οκτωβρίου 2013, συμπεριλαμβανομένων και των δύο ημερομηνιών.»

 

 

Στο υπό στοιχείο (ε) διάταγμα (πιο πάνω) το οποίο αφορά την Επαρχία Πάφου, περιλαμβάνεται και τρίτος πίνακας με ανάλογα ωράρια.

 

Η αιτήτρια, όπως αναφέρει στη γραπτή της αγόρευση, είναι μη κερδοσκοπική και μη κομματική οργάνωση, η οποία αποσκοπεί στην προώθηση και επίλυση των εκάστοτε αναφυομένων επαγγελματικών και οικονομικών προβλημάτων των μελών της. Τα μέλη της ξεπερνούν αριθμητικά τις 10.000 και ανήκουν στους διάφορους επαγγελματικούς συνδέσμους απ΄ όλες τις σφαίρες της οικονομικής δραστηριότητας, λιανικό εμπόριο, υπηρεσίες, τεχνικά επαγγέλματα, δημόσιες μεταφορές κ.ά. Η αιτήτρια, μεταξύ άλλων, συμμετέχει με εκπρόσωπό της στις επαρχιακές συμβουλευτικές επιτροπές που έχουν συσταθεί και λειτουργούν δυνάμει του άρθρου 27(2) του Νόμου. Στις 22.3.2013, αφότου δόθηκαν οι εισηγήσεις της συμβουλευτικής επιτροπής της κάθε επαρχίας, δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας οι ΚΔΠ 87/2013, 88/2013, 89/2013, 90/2013 και 91/2013, με τις οποίες καθορίζονταν τα όρια τουριστικών περιοχών/ζωνών, η τουριστική περίοδος και τα ωράρια λειτουργίας. Στις 8.7.2013 δημοσιεύθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις ως τροποποιητικά διατάγματα των αρχικών διαταγμάτων. Με βάση τα τροποποιητικά διατάγματα, προσετέθηκε και δεύτερος πίνακας με τον οποίο ουσιαστικά επεκτείνεται η εφαρμογή του τουριστικού ωραρίου στις περιοχές που αναφέρει για την περίοδο από 12.7.2013 μέχρι 13.10.2013. Στην περίπτωση δε του διατάγματος που αφορά την Επαρχία Πάφου (ΚΔΠ 243/2013) έχει προστεθεί και τρίτος πίνακας. Αποτελεί θέση της αιτήτριας ότι η έκδοση και δημοσίευση των εν λόγω τροποποιητικών διαταγμάτων που προσβάλλονται με τις υπό κρίση προσφυγές είναι παράνομη, αφού έγινε αυθαίρετα και καθ΄υπέρβαση εξουσίας της Υπουργού, χωρίς να προηγηθεί δέουσα έρευνα και λαμβάνοντας υπόψη παράγοντες που δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη.

 

Εγέρθηκαν με την ένσταση από τους καθ΄ων η αίτηση οι εξής προδικαστικές ενστάσεις:

 

(α) Η αιτήτρια δεν έχει έννομο συμφέρον και/ή δε νομιμοποιείται να προωθήσει τις προσφυγές.

 

(β) Οι προσφυγές είναι προδήλως αβάσιμες και/ή απαράδεκτες και/ή δεν αποτελούν εκτελεστή διοικητική πράξη και ως, εκ τούτου, δεν υπόκεινται στην αναθεωρητική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Προς υποστήριξη της δεύτερης ένστασης, αποτελεί θέση των καθ΄ων η αίτηση ότι τα υπό προσβολή διατάγματα αποτελούν κανονιστικές πράξεις νομοθετικού χαρακτήρα της διοίκησης και, ως εκ τούτου, εκφεύγουν του ακυρωτικού ελέγχου του Δικαστηρίου. Οι κανονιστικές πράξεις, εισηγήθηκαν οι καθ΄ων η αίτηση, περιέχουν ένα απρόσωπο κανόνα δικαίου που σημαίνει ότι έχουν εφαρμογή σε κάθε πρόσωπο που συγκεντρώνει ορισμένες προϋποθέσεις με τις οποίες χαρακτηρίζεται μία ορισμένη κατηγορία προσώπων. Εννοιολογικά στοιχεία μιας κανονιστικής πράξης αποτελεί η γενικότητα και ο αφηρημένος χαρακτήρας της. Σχετικά με τον κανονιστικό χαρακτήρα ενός υπουργικού διατάγματος που αφορά τη διάρκεια λειτουργίας καταστημάτων, οι καθ΄ων η αίτηση παρέπεμψαν, μεταξύ άλλων, στην απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Σύνδεσμος Υπεραγορών Τροφίμων Κύπρου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 751.

 

Από την άλλη, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έχει σχέση με όλα τα καταστήματα στις περιοχές που ρυθμίζει, αλλά αφορά μόνο τα γενικά καταστήματα, τα οποία είναι περιορισμένα και συγκεκριμένα. Επίσης, η απόφαση είναι περιορισμένης χρονικής ισχύος και τοπικής εφαρμογής. Αποτελεί εισήγηση της αιτήτριας ότι το Δικαστήριο όταν προβαίνει στο χαρακτηρισμό μίας διοικητικής πράξης ως κανονιστικής ή ατομικής, εξετάζει, in concerto, τα βασικά γνωρίσματα και ιδιαιτερότητες που περιβάλλουν κάθε εκδοθείσα διοικητική πράξη, ανεξαρτήτως αν στα πλαίσια του ίδιου Νόμου βάσει του οποίου εκδόθηκε άλλη διοικητική πράξη έχει χαρακτηριστεί διαφορετικά. Στην προκείμενη περίπτωση, εισηγείται η αιτήτρια, το περιεχόμενο της πράξης δεν παρουσιάζει την εννοιολογική γενικότητα που έχει η νομολογία ως προαπαιτούμενο. Τα διατάγματα έχουν λάβει τη μορφή κανονιστικής διοικητικής πράξης η οποία θίγει ευθέως τα συμφέροντα των μελών της αιτήτριας και η οποία απολήγει με τη γνωστοποίηση στην έκδοση πολλαπλών ατομικών διοικητικών πράξεων, αφού απευθύνονται και τελικά θίγουν άμεσα τα συμφέροντα των ιδιοκτητών γενικών και ειδικών καταστημάτων, μελών της αιτήτριας. Αναφορικά με την περιορισμένη χρονική ισχύ και τοπική εφαρμογή των διαταγμάτων γίνεται παραπομπή στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας υπ΄ αριθμό 307/2014, στην οποία εκδόθηκε διάταγμα αναστολής της εφαρμογής της εκτέλεσης της απόφασης του αρμόδιου Υφυπουργού, με την οποία επιτρεπόταν πιλοτικά η προαιρετική λειτουργία εμπορικών καταστημάτων την Κυριακή εντός τριών τουριστικών περιοχών της Ελλάδος. Περαιτέρω, αναφέρεται ότι η εξουσία που παρέχει ο Νόμος στην Υπουργό, ως όργανο της διοίκησης, είναι να ασκεί τις εξουσίες της στα πλαίσια που της παρέχει ο εξουσιοδοτικός Νόμος και όχι να αναιρεί την υφιστάμενη νομοθεσία ως προς τη λειτουργία των γενικών και ειδικών καταστημάτων ως να ήταν η ίδια νομοθετικό όργανο.

 

Η Κυπριακή νομολογία έχει αποφασίσει προ πολλού ότι δεν είναι επιτρεπτή η προσβολή μέσω της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, πράξεων κανονιστικής νομοθετικής φύσεως, οι οποίες διενεργούνται είτε από το Υπουργικό Συμβούλιο, είτε από άλλο διοικητικό όργανο (βλ. π.χ. Lanitis Farm Ltd v. The Republic (1982) 3 CLR 124, Demetriades & Son and another v. The Republic (1967) 3 CLR 557, Philippou and others v. The Republic (1970) 3 CLR 129).

 

Στην υπόθεση Σύνδεσμος Υπεραγορών Τροφίμων Κύπρου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 751, αντικείμενο της προσφυγής ήταν γνωστοποίηση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία προνοούσε ότι κατά συγκεκριμένη περίοδο όλα τα καταστήματα που βρίσκονται σε συγκεκριμένη περιοχή της Λεμεσού μπορούσαν να παραμένουν ανοικτά συγκεκριμένες ώρες. Πρωτοδίκως είχε γίνει αποδεκτή η προδικαστική ένσταση ότι επρόκειτο για κανονιστική πράξη νομοθετικού περιεχομένου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής κάτω από το Άρθρο 146. Η Ολομέλεια επικύρωσε την εν λόγω απόφαση. Παραθέτω απόσπασμα από τις σελίδες 754-755, όπου φαίνεται το σκεπτικό:

 

«Η διάκριση μεταξύ της κανονιστικής πράξης νομοθετικού περιεχομένου και της εκτελεστής διοικητικής πράξης δεν είναι πάντοτε εύκολη. Όπως παρατηρεί και ο Μ. Στασινόπουλος στο Δίκαιον των Διοικητικών Πράξεων, Έκδοση 1951, σελ. 104, το κριτήριο της διαστολής μεταξύ κανονιστικών και ατομικών πράξεων είναι ουσιαστικό και γι' αυτό και δυσκαθόριστο. Αναμφισβήτητο εσωτερικό γνώρισμα της κανονιστικής πράξης είναι η γενικότητα. Στη γενικότητα έγκειται κυρίως ότι το νομικό περιεχόμενο της πράξης δεν εξαντλείται διά μίας και μόνης εφαρμογής, αλλά διατηρεί τη δυνατότητα να προκαλεί νέες εφαρμογές επί αορίστων και μελλουσών περιπτώσεων που συγκεντρώνουν τις τεθείσες γενικώς από την πράξη προϋποθέσεις.

 

Τον κανονιστικό χαρακτήρα στην πράξη προσδίδει όχι η τυχαία, η αριθμητική γενικότητα, αλλά η εννοιολογική, η αφηρημένη γενικότητα (Στασινόπουλος, ανωτέρω, σελ. 105). Ο εντοπισμός της κανονιστικής πράξης επί ορισμένων ατόμων ή ακόμα και επί ενός μόνο ατόμου, δεν μεταβάλλει το χαρακτήρα της, εφ' όσον είναι τυχαίος και διατηρείται η δυνατότητα εφαρμογής της πράξης επί παντός άλλου ατόμου, για το οποίο υπάρχουν βέβαια οι απαιτούμενες προϋποθέσεις.

 

Ούτε ο κατά τόπο περιορισμός των εφαρμογών της κανονιστικής πράξης αίρει το χαρακτήρα της. Ακόμα και ο κατά χρόνο περιορισμός των εφαρμογών της, έστω κι αν φτάνει μέχρι εντοπισμού σε ορισμένη ημέρα, δεν αίρει το χαρακτήρα του κανόνα, εφ' όσον η πράξη εξακολουθεί να απευθύνεται προς αόριστο αριθμό προσώπων. 

 

Η κανονιστική πράξη είναι πράξη που θέτει κανόνες που ως επί το πλείστον είναι κανόνες δικαίου και δημιουργεί, λόγω της φύσης της, καταστάσεις γενικές, απρόσωπες και αντικειμενικές (Kanika Hotels Ltd και άλλοι v. Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας (1966) 3 Α.Α.Δ. 169). Αντίθετα η ατομική διοικητική πράξη, δημιουργεί υποκειμενικές καταστάσεις εξατομικεύοντας ένα κανόνα δικαίου και εφαρμόζοντάς τον στην κάθε συγκεκριμένη περίπτωση (βλέπε Lanitis Farm Ltd v. Republic (1982) 3 C.L.R. 124).

 

H απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου είναι ορθή. Η προσβαλλόμενη πράξη έχει κανονιστικό χαρακτήρα και δημιουργεί κανόνες δικαίου με γενική και καθολική εφαρμογή μέσα στην περιοχή που καθορίστηκε. Εφαρμόζεται γενικά στα καταστήματα που υπάρχουν στην περιοχή, αλλά και σε αυτά που θα δημιουργηθούν κατά τη διάρκεια της ισχύος της πράξης.

 

Είχα στο παρελθόν προσωπικά εκφράσει την αντίθετη άποψη (Σύνδεσμος Υπεραγορών Τροφίμων Κύπρου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 334/97, ημερ. 11.9.1998). Έχοντας επανεξετάσει τα προβληθέντα επιχειρήματα αισθάνομαι ότι θα πρέπει να μεταβάλω την προηγούμενή μου αντιμετώπιση. Τα χρονικά και τοπικά όρια που τίθενται με τη Γνωστοποίηση δεν είναι αρκετά για να την εξειδικεύσουν. Η Γνωστοποίηση τυγχάνει εφαρμογής σε αόριστο αριθμό περιπτώσεων, αφού δεν μπορεί να αποκλειστεί η ίδρυση νέων καταστημάτων στην ειρημένη περιοχή κατά τη διάρκεια της ισχύος της. Εξεταζόμενη από αυτή την οπτική γωνία φαίνεται ότι η κατάσταση που δημιουργεί είναι γενική, απρόσωπη και αντικειμενική, αφού το αντικείμενο της εφαρμογής της δεν μπορεί να εξατομικευθεί.» 

 

Θεωρώ ότι η πιο πάνω απόφαση εφαρμόζεται και στην παρούσα και ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε διαφοροποίηση που θα μπορούσε να γίνει. Η περί του αντιθέτου εισήγηση της αιτήτριας δεν με βρίσκει σύμφωνη. Τα επίδικα διατάγματα, έχουν όλα τα χαρακτηριστικά που προσδίδονται σε κανονιστικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, όπως αναλύονται στην πιο πάνω απόφαση. Το γεγονός ότι τα διατάγματα αφορούν σε γενικά καταστήματα, σε συγκεκριμένες περιοχές δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα της πράξης η οποία εφαρμόζεται γενικά στα καταστήματα που υπάρχουν στις περιοχές/ζώνες αλλά και σε αυτά που θα δημιουργηθούν κατά τη διάρκεια της ισχύος της πράξης. Ούτε βέβαια ο χρονικός περιορισμός των εφαρμογών της δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα του κανόνα εφόσον απευθύνεται σε αόριστο αριθμό προσώπων.  

 

Σχετικές, επίσης, είναι και οι υποθέσεις Αλέκτωρ Φαρμακευτική Λτδ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 250, Δήμος Λευκωσίας ν. A.V.CH. Turbo κ.ά. (2008) 3 ΑΑΔ 330.

 

Δεν μου διαφεύγει ότι η αιτήτρια παρέπεμψε σε απόφαση της Επιτροπής Αναστολών του Συμβουλίου Επικρατείας, η οποία αφορούσε επίσης θέμα ωραρίων καταστημάτων, στην οποία όμως δεν κρίθηκε η ουσία της αίτησης. Στην Ελλάδα, βέβαια, οι κανονιστικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, όπως είναι τα κανονιστικά διατάγματα, εφόσον προέρχονται από διοικητική αρχή και είναι τυπικές διοικητικές πράξεις, μπορούν να προσβληθούν απευθείας με αίτηση ακύρωσης ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας (βλ. Μιχ. Δ. Στασινόπουλου, «Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών», 4η Έκδοση, σελίδα 154).

 

Στην Κύπρο, με βάση τη νομολογία, εξετάζεται το ουσιαστικό περιεχόμενο της πράξης για να αποφασιστεί κατά πόσο αυτή είναι πράξη οργάνου ή αρχής ή προσώπου που ασκεί εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία (βλ. Papaphilippou and The Republic 1 RSCC 62, Police and Hondrou, 3 RSCC 82, Demetriades and Son and Another v. The Republic (πιο πάνω), Kourris and The Supreme Council of Judicature (1972) 3 CLR 390).

 

Οι κανονιστικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου δεν μπορούν να προσβληθούν απευθείας ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου επειδή δεν τηρούν τις προϋποθέσεις του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Μπορεί, όμως, παρεμπιπτόντως να εξεταστεί το κύρος μιας κανονιστικής πράξης από το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την εξέταση μιας προσφυγής η οποία στρέφεται εναντίον ατομικής διοικητικής πράξης που εκδόθηκε κατ΄ εφαρμογή της κανονιστικής. Επίσης, μπορεί να εξεταστεί παρεμπιπτόντως και από τα ποινικά Δικαστήρια όταν εκδικάζεται υπόθεση για παράβαση των διατάξεων ενός κανονισμού και προβάλλεται ότι ο κανονισμός αυτός είναι ultra vires ή ότι είναι αντισυνταγματικός. Το ίδιο συμβαίνει και σε υποθέσεις πολιτικών Δικαστηρίων σε περιπτώσεις όπου το ζήτημα της εγκυρότητας μίας κανονιστικής πράξης είναι ουσιώδες για την εκδίκαση της υπόθεσης.

 

Στην παρούσα περίπτωση, τα υπό κρίση διατάγματα, κατ΄ εφαρμογή της απόφασης στην υπόθεση Σύνδεσμος Υπεραγορών Τροφίμων Κύπρου (πιο πάνω), αποτελούν κανονιστικές πράξεις νομοθετικού περιεχομένου και όχι εκτελεστές διοικητικές πράξεις, και  συνεπώς δεν μπορούν να προσβληθούν απευθείας ενώπιον του Ανωτάτου  Δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές κρίνονται ως απαράδεκτες και είναι έκθετες σε απόρριψη χωρίς να απαιτείται η εξέταση οποιουδήποτε άλλου εγερθέντος ζητήματος, είτε προδικαστικού, είτε επί της ουσίας. Δεν θα με απασχολήσει επίσης το γεγονός ότι τα υπό κρίση διατάγματα είχαν εκπνεύσει πριν ακόμα συμπληρωθούν τα δικόγραφα της υπόθεσης και κατά πόσο αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια του αντικειμένου των προσφυγών.

 

Για τους πιο πάνω λόγους, οι προσφυγές απορρίπτονται, ως απαράδεκτες, με €500 έξοδα στην κάθε μια εναντίον της αιτήτριας και υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.

 

 

                                                                             Κ. Σταματίου,

                                                                                         Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο