ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Αντ. Παπαλλής, για τους Αιτητές. Ε. Γαβριήλ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-03-01 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο SKETSIOS amp;amp; LARKOS DEVELOPERS LTD, ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΘΕΙΣΑ ΣΕ SKETSIOS amp;amp; LARKOS CONSTRUCTIONS - DEVELOPERS LTD κ.α. ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ, Υπoθεση Αρ. 1435/2011, 1/3/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D128

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 1435/2011)

 

 

1 Μαρτίου, 2016

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

 

SKETSIOS & LARKOS DEVELOPERS LTD, ΜΕΤΟΝΟΜΑΣΘΕΙΣΑ ΣΕ

SKETSIOS & LARKOS CONSTRUCTIONS - DEVELOPERS LTD

ΚΑΙ Κ.Κ.Α.Μ. ESTATES LTD.,

 

Αιτητές,

ν. 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αντ. Παπαλλής, για τους Αιτητές.

 

Ε. Γαβριήλ (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι αιτητές αμφισβητούν τη νομιμότητα της εκδοθείσας βεβαίωσης φόρου ΦΠΑ ύψους €20.465,65.

 

Οι αιτητές ως κοινοπραξία δύο εταιρειών, ασχολούμενοι, μεταξύ άλλων, και με την ανάπτυξη γης, πώλησαν το Σεπτέμβριο του 2006 σε μια εταιρεία, ένα ακίνητο στο χωριό Κίτι της επαρχίας Λάρνακας για το ποσό των Λ.Κ 90.000 (€153.774,12).

 

Σε διενεργούμενο φορολογικό έλεγχο από λειτουργούς του Εφόρου ΦΠΑ, στους αιτητές, για την περίοδο από τις 25 Ιουνίου 2009 μέχρι τις               2 Μαΐου 2011 δκαι εξέταση των φορολογικών περιόδων μεταξύ της                            1 Οκτωβρίου 2005 μέχρι τις 31 Αυγούστου 2010, ζητήθηκαν από τους λογιστές των αιτητών διάφορα στοιχεία και βιβλία για σκοπούς εξακρίβωσης της ορθότητας των φορολογικών δηλώσεων που υποβλήθηκαν.

 

Με επιστολές ημερ. 1 Φεβρουαρίου 2010 και 22 Μαρτίου 2011 οι καθ'ων η αίτηση ζήτησαν όπως, προσκομιστούν στοιχεία αναφορικά με τη διαφορά μεταξύ των καταθέσεων και των πωλήσεων που καταχωρήθηκαν στις οικονομικές καταστάσεις για τα έτη 2005-2009, και των πωλήσεων που δηλώθηκαν στις φορολογικές δηλώσεις, καθώς και στοιχεία που αφορούσαν καταθέσεις που έγιναν σε λογαριασμούς δανείων των αιτητών.

 

Κατά το διενεργηθέντα έλεγχο εντοπίστηκαν σε λογαριασμούς δανείων  δύο ποσά καταθέσεων, ήτοι €81.160,10 και €80.713,46, αντιστοίχως, εκ των οποίων, το ποσό των €153.774,12 δεν δικαιολογήθηκε από πού προήλθε. Το ύψος του φόρου ΦΠΑ που αναλογούσε στο εν λόγω ποσό ανερχόταν στις €20.057,49. Περαιτέρω, διαπιστώθηκε ότι δεν είχε αποδοθεί ορθά, από τους αιτητές, ο φόρος εκροών αναφορικά με διάφορα τιμολόγια. Ενόψει τούτου, ο Έφορος ΦΠΑ προχώρησε σε βεβαίωση φόρου, στη βάση του άρθρου 49 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000. Οι αιτητές ενημερώθηκαν προς τούτο με επιστολή ημερ. 2 Μαΐου 2011, στην οποία περιείχετο και η βεβαίωση φόρου ύψους €20.525,52.

 

Εναντίον της πιο πάνω βεβαίωσης φόρου υποβλήθηκε από τους αιτητές στις 20 Μαΐου 2011 ένσταση, με την οποία έδιδαν τις δικές τους εξηγήσεις και επισυνάπτοντας διάφορα έγγραφα, σύμφωνα με τα οποία προσδιορίστηκε ότι το ποσό των πιο πάνω καταθέσεων αφορούσε την πώληση γης προς την εταιρεία Sekal Properties Ltd, μέτοχος της οποίας ήταν η κοινοπραξία η οποία προέβηκε στη σχετική κατάθεση των χρημάτων στους λογαριασμούς των αιτητών.

 

Οι καθ'ων η αίτηση στην απόφαση τους, κατέληξαν ότι δεν είχε δικαιολογηθεί η προέλευση του ποσού των πιο πάνω καταθέσεων και δεν αποδέχτηκαν τα στοιχεία που τους είχαν προσκομιστεί. Ανέφεραν δε σχετικώς το εξής: «Δεν συμπίπτουν οι ημερομηνίες κατάθεσης και ανάληψης του εν λόγω ποσού». Με βάση τα πιο πάνω στοιχεία η κατάθεση στους λογαριασμούς των αιτητών έγινε στις 2 Οκτωβρίου 2006, ενώ η ανάληψη του ποσού από το λογαριασμό της αγοράστριας εταιρείας έγινε στις 4  Δεκεμβρίου 2006.

 

Περαιτέρω, δεν έγινε αποδεκτός ο ισχυρισμός των αιτητών ότι η πληρωμή από την πώληση του πιο πάνω ακινήτου δεν έγινε απευθείας από το λογαριασμό της αγοράστριας εταιρείας, αλλά από το λογαριασμό κοινοπραξίας τριών εταιρειών (Nicos Demetriou (Finance) Ltd, Investia Estates Ltd και Sketsios & Larkos Constructions -Developers Ltd), η οποία, κοινοπραξία, ήταν μέτοχος στην αγοράστρια εταιρεία. Η κατάθεση του ποσού από την αγοράστρια εταιρεία στο λογαριασμό της τελευταίας εταιρείας έγινε μεταγενέστερα και γι' αυτό δεν υπήρχε ταύτιση των ημερομηνιών κατάθεσης και ανάληψης από τους σχετικούς λογαριασμούς. Οι καθ'ων η αίτηση μετά από σχετική έρευνα στην τράπεζα κατέληξαν ότι τα στοιχεία που είχαν προσκομίσει οι αιτητές δεν ήταν επαρκή και ούτε αποδείκνυαν ότι η πληρωμή είχε γίνει από την πιο πάνω κοινοπραξία.

 

Ο Έφορος ΦΠΑ με επιστολή του ημερ. 17 Αυγούστου 2011, παρόλο που πληροφόρησε τους αιτητές για τα ανωτέρω, αποδέχτηκε μερικώς την ένσταση και μείωσε τη βεβαίωση φόρου σε €20.328,28. Στις                   19 Σεπτεμβρίου 2011 οι καθ'ων η αίτηση διόρθωσαν το ύψος του φόρου το οποίο, λόγω αριθμητικού λάθους, είχε αναγραφεί ότι ήταν €20.328,28 αντί €20.264,65.

 

Στις 7 Σεπτεμβρίου 2011 οι αιτητές ζήτησαν επανεξέταση της απόφασης του Εφόρου στην ένσταση τους. Ο Έφορος με επιστολή του ημερ. 22 Νοεμβρίου 2011 ανέφερε στους αιτητές ότι η απόφαση του εξακολουθεί να ισχύει.

 

Οι αιτητές στρέφονται εναντίον της βεβαίωσης φόρου που τους επιβλήθηκε, όπως έχω πιο πάνω σημειώσει.

 

Προβλήθηκε αρχικώς ότι, οι καθ'ων η αίτηση εσφαλμένα ερμήνευσαν το νόμο και άσκησαν λανθασμένα τη διακριτική τους εξουσία.

 

Όπως αναφέρθηκε, οι καθ'ων η αίτηση εσφαλμένα θεώρησαν ως ανεπαρκή και μη ικανοποιητικά τα στοιχεία που προσκομίστηκαν από τους αιτητές. Επίσης ανέφεραν ότι η αιτιολογία για απόρριψη της ένστασης τους λανθασμένα και αυθαίρετα βασίστηκε σε διαφορές μεταξύ των καταθέσεων και των στοιχείων των λογαριασμών. Τέλος, ισχυρίζονται ότι, οι καθ'ων η αίτηση, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης τους, έλαβαν υπόψη τους επουσιώδη εσωτερικά οικονομικά και ελεγκτικά θέματα, παραβλέποντας ουσιώδη και δεσμευτικά στοιχεία που αποδείκνυαν την πηγή της είσπραξης των πιο πάνω καταθέσεων.

 

Ο εν λόγω λόγος ακυρώσεως δεν ευσταθεί.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 49(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000 (95(Ι)/2000) (ο "Νόμος"):

 

49.—(1) Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείψει να υποβάλει οποιεσδήποτε φορολογικές δηλώσεις που απαιτούνται δυνάμει του παρόντος Νόμου (ή δυνάμει οποιασδήποτε διάταξης που καταργήθηκε με τον παρόντα Νόμο) ή να τηρήσει οποιαδήποτε έγγραφα και να παράσχει τις διευκολύνσεις τις απαραίτητες για να επαληθευτούν τέτοιες δηλώσεις ή όταν ο Έφορος κρίνει ότι τέτοιες δηλώσεις είναι ελλιπείς ή ανακριβείς, ο Έφορος δύναται να βεβαιώσει κατά την καλύτερη κρίση του το ποσό του Φ.Π.Α. που είναι οφειλόμενο από αυτό το πρόσωπο και να γνωστοποιήσει το ποσό στο πρόσωπο αυτό."

 

 

Διαπιστωθέντων λαθών στις φορολογικές δηλώσεις ο Έφορος έχει υποχρέωση να προβεί καλόπιστα, και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, στη βεβαίωση φόρου.

 

Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Στυλιανού ν. Δημοκρατίας (2000)                3 Α.Α.Δ. 782:

 

″Η αρχή ότι ο φορολογούμενος οφείλει να διατηρεί και παρουσιάζει στον ΄Εφορο όλα τα στοιχεία για τον προσδιορισμό των φορολογικών του υποχρεώσεων και ότι, ελλείψει επαρκών αποδεικτικών στοιχείων, ο ΄Εφορος έχει το δικαίωμα να απορρίψει τους ισχυρισμούς του και να καταλήξει στα δικά του συμπεράσματα στη βάση των στοιχείων που έχει ενώπιόν του, όπως και των αποτελεσμάτων της έρευνας που διεξήγαγε, έχει τονισθεί επανειλημμένα από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου″.

 

 

Οι καθ'ων η αίτηση έχουν σταθμίσει και αξιολογήσει όλα τα στοιχεία και τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον τους. Τούτου δοθέντος, και αν ακόμα από τα εν λόγω στοιχεία υπήρχαν αντιφάσεις και αξιολογώντας τα προβαίνουν σε εκτίμηση, προτιμώντας κάποια και απορρίπτοντας άλλα, είναι αρκετό η εκτίμηση τους να οδηγεί στο συμπέρασμα που κατέληξαν. (Παντελούρης κ.ά. ν. Υπουργικού Συμβουλίου (1991)                3 Α.Α.Δ. 78). Ο Έφορος, όπως διαπιστώνεται, εξέτασε με προσοχή όλα τα αποδεικτικά στοιχεία που έθεσαν ενώπιόν του οι αιτητές και αναζήτησε μαρτυρία, και πάλι μετά από υπόδειξη των αιτητών, σε μια προσπάθεια αναζήτησης των αληθών πραγματικών γεγονότων που σχετίζονταν με την ένσταση, πριν καταλήξει στην απόφασή του.

 

Λαμβανομένου υπόψη ότι οι καθ'ων η αίτηση ενήργησαν εντός των ορίων της διακριτικής τους ευχέρειας, δεν χωρεί οποιαδήποτε επέμβαση του Δικαστηρίου. (Δημοκρατία ν. Λέρνη (1991) 3 Α.Α.Δ. 346, Αυγουστή & Υιοί Λτδ ν. Δημοκρατίας (1999) 4(Α) Α.Α.Δ. 592, Λοΐζου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 321).

 

Σε σχέση με την ισχυριζόμενη έλλειψη αιτιολογίας, αποτελεί πάγια νομολογιακή αρχή ότι για να κριθεί μια πράξη ως επαρκώς αιτιολογημένη ή όχι, τούτο εξαρτάται από τα συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά της κάθε υπόθεσης. Η αιτιολογία πρέπει να παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα εκείνα, ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία, που να οδηγούν στη διακρίβωση της νομιμότητας της εν λόγω διοικητικής πράξης.

 

Η προσβαλλόμενη απόφαση εμπεριέχει την απαραίτητη αιτιολογία που οδήγησε στη λήψη της.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω οι λόγοι ακυρώσεως δεν στοιχειοθετούνται, η προσφυγή απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα της προσφυγής επιδικάζονται υπέρ των καθ'ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών, όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                              Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο