ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D79
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 176/2013)
10 Φεβρουαρίου, 2016
[Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
XΡΥΣΤΑΛΛΑ ΤΖΙΑΚΟΥΡΗ - ΣΙΑΚΑΛΛΗ,
Αιτήτρια,
KAI
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ης η Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Μ. Καλλιγέρου, για την Αιτήτρια.
Ζ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Καθ'ης η
Αίτηση.
Καμιά εμφάνιση, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Η αιτήτρια αμφισβητεί το κύρος της απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ημερομηνίας 23.10.2012, με την οποία το ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ), Παναγιώτα Μπάμπαλη - Μεταξά, προήχθη στη μόνιμη θέση Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα Ακτινολογίας (η επίδικη θέση) από 15.11.2012.
Η πλήρωση μιας μόνιμης θέσης, Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος (Ακτινολογίας) (Κλ. Α16(i)) στις Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας (Θέση Προαγωγής), η οποία κενώθηκε λόγω οικειοθελούς πρόωρης αφυπηρέτησης του κατόχου της, τροχιοδρομήθηκε, κατόπιν σχετικού διαβήματος του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας προς τον Πρόεδρο της ΕΔΥ, ημερομηνίας 24.9.2012.
Η ΕΔΥ επιλήφθηκε του θέματος στις 18.10.2012. Αφού εξέτασε αρχικά τον ενώπιόν της κατάλογο των υποψηφίων και αποφάσισε ότι προάξιμοι ήταν τέσσερις από αυτούς, οι οποίοι πληρούσαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας, έλαβε στη συνέχεια τη σύσταση του Αν. Διευθυντή Ιατρικών Υπηρεσιών και Υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας, ο οποίος πρότεινε ως καταλληλότερο το ΕΜ, αιτιολογώντας την προτίμησή του ως ακολούθως:
«Η Μεταξά - Μπάμπαλη Παναγιώτα σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σ' αυτές της πενταετίας από 2007-2011, είναι ίση έναντι των μη συστηνόμενων υποψηφίων.
Έχω λάβει σοβαρά υπόψη το γεγονός ότι η Σιακαλλή-Τζιακούρη Χρύσα κατέχει διδακτορικό δίπλωμα με θέμα «Διάγνωση Πρωτοπαθούς Υπερπαρα-θυροειδισμού», που είναι σχετικό με την ακτινολογία.
Η Μεταξά - Μπάμπαλη Παναγιώτα έχει αρχαιότητα τρία χρόνια και δύο μήνες στην παρούσα θέση και τριάμιση περίπου χρόνια στην προηγούμενη θέση έναντι της Σιακαλλή-Τζιακούρη Χρύσας.
Κατά τη γνώμη μου το διδακτορικό δίπλωμα που κατέχει η Σιακαλλή-Τζιακούρη Χρύσα δεν μπορεί να αντισταθμίσει την αρχαιότητα τρία χρόνια και δύο μήνες που έχει στην παρούσα θέση και τριάμισι περίπου χρόνια που έχει στην προηγούμενη θέση η Μεταξά-Μπάμπαλη Παναγιώτα.
Η σύσταση βασίζεται στο γεγονός ότι η Μεταξά-Μπάμπαλη Παναγιώτα έχει αρχαιότητα τόσον ως προς την ημερομηνία προαγωγής στην παρούσα θέση όσον και στην ημερομηνία διορισμού στην προηγούμενη θέση έναντι όλων των άλλων υποψηφίων».
Η εξέταση του θέματος συνεχίστηκε και ολοκληρώθηκε από την ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερομηνίας 23.10.2012, κατά την οποία έλαβε χώρα αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων με τελική κατάληξη την κατά πλειοψηφία επιλογή του ΕΜ ως υπερέχουσας των υπολοίπων.
Το σκεπτικό της πλειοψηφίας διατυπώθηκε στο ακόλουθο απόσπασμα των πρακτικών:
«Η Επιτροπή, αφού έλαβε υπόψη τα τρία κριτήρια - αξία, προσόντα, αρχαιότητα-, σταθμίζοντας και συνεκτιμώντας αυτά στο σύνολό τους και αποδίδοντας σ΄αυτά και σε καθένα από αυτά την ανάλογη βαρύτητα, και αφού έλαβε υπόψη και τη σύσταση του Αν. Διευθυντή, έκρινε, κατά πλειοψηφία (Πρόεδρος και τα Μέλη κ.κ. Χριστοφόρου και Φλουρέντζου -Μελισσηνού), ότι η Μεταξά-Μπάμπαλη Παναγιώτα υπερέχει των άλλων υποψηφίων, την επέλεξε ως την πιο κατάλληλη και αποφάσισε να προσφέρει σ΄ αυτήν προαγωγή στη μόνιμη θέση Διευθυντή Κλινικής/Τμήματος, Ιατρικές Υπηρεσίες και Υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας, στην ειδικότητα της Ακτινολογίας από 15.11.2012.
Επιλέγοντας την Μεταξά-Μπάμπαλη, η πλειοψηφία της Επιτροπής έλαβε υπόψη ότι αυτή υπερέχει σημαντικά σε αρχαιότητα έναντι των λοιπών υποψηφίων, κατά τρία έτη και δύο μήνες στην παρούσα θέση, αρχαιότητα η οποία με βάση τη νομολογία επιφέρει και μεγαλύτερη πείρα που επαυξάνει την αξία, και ουδενός υστερεί σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση στα τελευταία χρόνια στα οποία αποδίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, αξιολογηθείσα ως καθόλα εξαίρετη. Επιπλέον, η επιλεγείσα διαθέτει την υπέρ της σύσταση του Αν. Διευθυντή.
Σ΄ ό,τι αφορά τα προσόντα, η πλειοψηφία της Επιτροπής έλαβε υπόψη ότι όλοι οι υποψήφιοι, επιλεγείσα και μη, έχουν εκπαίδευση/σεις σε θέματα σχετικά με την ειδικότητα της Ακτινολογίας. Επίσης, η πλειοψηφία της Επιτροπής δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι η Σιακαλλή-Τζιακούρη Χρύσα, που έπεται της επιλεγείσας σε αρχαιότητα, κατέχει επιπρόσθετο ακαδημαϊκό προσόν, το οποίο είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης (Διδακτορικός Τίτλος στην Ιατρική). Τα πιο πάνω προσόντα όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν. Εν πάση περιπτώσει, η πλειοψηφία της Επιτροπής τα συνεκτίμησε μαζί με τα υπόλοιπα στοιχεία κρίσης και τους απέδωσε την ανάλογη βαρύτητα, έκρινε όμως ότι τα προσόντα αυτά από μόνα τους δεν μπορούν να αποτελέσουν καθοριστικό στοιχείο κρίσης. Σε μια συνεκτίμηση όλων των ενώπιόν της στοιχείων, όπως παρατίθενται αναλυτικά πιο πάνω, η πλειοψηφία της Επιτροπής έκρινε ότι η Μεταξά-Μπάμπαλη Παναγιώτα είναι καταλληλότερη για την υπό πλήρωση θέση».
Η αιτήτρια υποστηρίζει ότι τόσο η σύσταση όσο και η επίδικη απόφαση πάσχουν ως πεπλανημένες και αναιτιολόγητες, καθότι δεν έλαβαν κατάλληλα υπόψη και παραγνώρισαν τα πρόσθετα προσόντα της και, συγκεκριμένα, το διδακτορικό της (PhD) στην Ιατρική (Πανεπιστήμιο Κρήτης), την πρόσθετη εξειδίκευσή της στην «Επεμβατική Ακτινολογία» και το μεταπτυχιακό της τίτλο στη Διοίκηση (ΜΙΜ), τα οποία είχαν άμεση συνάφεια με τα καθήκοντα της επίδικης θέσης.
Η πλευρά των καθ'ων η αίτηση απαντά ότι τα πιο πάνω πρόσθετα προσόντα δεν απαιτούνταν από το Σχέδιο Υπηρεσίας και, ως εκ τούτου, συνυπολογίστηκαν, λαμβάνοντας την ανάλογη βαρύτητα, η οποία δεν ήταν δυνατό να υπερκεράσει το προβάδισμα αρχαιότητας του ΕΜ σε θέση που προηγείτο άμεσα της επίδικης και της εξ' αυτής υπέρτερης πείρας της, η οποία επαυξάνει την αξία.
Ειδικότερα, για την πρόσθετη εξειδίκευση της αιτήτριας, η δικηγόρος των καθ'ων η αίτηση υποστηρίζει ότι αυτή δεν συνιστά αναγνωρισμένη ειδικότητα στην Κύπρο.
Επιπρόσθετα, υποστηρίζουν ότι η αιτήτρια δεν απέδειξε το στοιχείο της έκδηλης υπεροχής της έναντι της επιλεγείσας, ως αναγκαία προϋπόθεση δικαστικής επέμβασης σε υποθέσεις δημοσιοϋπαλληλικής φύσης.
Με βάση τα καθοριζόμενα (καθήκοντα και ευθύνες) του Σχεδίου Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, ο κάτοχος της είναι:
«(α) Υπεύθυνος για:
(i) την οργάνωση, διοίκηση και αποτελεσματική λειτουργία κλινικής η τμήματος κυβερνητικού ιατρικού ιδρύματος στον τομέα της ειδικότητας του·
(ii) την ετοιμασία και υποβολή εκθέσεων, στοιχείων και εισηγήσεων στα θέματα που αφορούν τη λειτουργία και τις εργασίες της μονάδας της οποίας προΐσταται.
(β) Προγραμματίζει ή/και συμμετέχει στην εκπαίδευση ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού.
(γ) Ασκεί ιατρικά καθήκοντα της ειδικότητα του και καθοδηγεί το προσωπικό που υπάγεται σ' αυτόν στην άσκηση των καθηκόντων του.
(δ) Εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα του ανατεθούν».
Η πιο πάνω διατύπωση του Σχεδίου Υπηρεσίας αποκαλύπτει ότι στα καθήκοντα της επίδικης θέσης συμπεριλαμβάνεται η οργάνωση, διοίκηση και αποτελεσματική λειτουργία, κλινικής ή τμήματος κυβερνητικού ιατρικού ιδρύματος, ο προγραμματισμός της εκπαίδευσης ιατρικού, νοσηλευτικού και παραϊατρικού προσωπικού και η άσκηση ιατρικών καθηκόντων της ειδικότητας, η οποία στην παρούσα περίπτωση είναι η Aκτινολογία.
Ο Διευθυντής στη σύστασή του αναφέρθηκε μόνο στον διδακτορικό τίτλο της αιτήτριας, αναγνωρίζοντας μεν ότι ήταν σχετικός με τα καθήκοντα της θέσης, προσθέτοντας όμως ότι αυτός δεν μπορούσε να αντισταθμίσει την υπεροχή του ΕΜ στην αρχαιότητα.
Δεν προέβη όμως σε οποιαδήποτε μνεία ή σχολιασμό της πρόσθετης εξειδίκευσης της αιτήτριας στην Επεμβατική Ακτινολογία, ούτε και της μεταπτυχιακής εκπαίδευσής της στη Διοίκηση (ΜΙΜ), προσόντα που φαίνονται εκ πρώτης όψεως σχετικά με τα καθήκοντα του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Η Ε.Δ.Υ. από την πλευρά της, υιοθετώντας τη σύσταση, επεσήμανε την κατοχή του διδακτορικού από την αιτήτρια και σημείωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι έχουν εκπαιδεύσεις σε θέματα σχετικά με την Ακτινολογία, προσθέτοντας ότι επρόκειτο για προσόντα μη απαιτούμενα, τα οποία συνεκτιμήθηκαν με τα υπόλοιπα στοιχεία και στα οποία δόθηκε η «ανάλογη βαρύτητα».
Οι γενικόλογες αυτές αναφορές δεν είναι διαφωτιστικές. Όπως έχει τονιστεί από την Πλήρη Ολομέλεια στην υπόθεση Χριστοδούλου v. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 164 (στη σελίδα 171):
«Θα πρέπει παρεμπιπτόντως να επισημάνουμε ότι η λεκτική απλώς αναγνώριση ότι το προσόν είναι σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης και γι' αυτό λήφθηκε κατάλληλα υπ' όψιν, δεν συνιστά ουσιαστικά οποιαδήποτε αξιολόγηση, μια και δεν αφήνονται περιθώρια για να αντιληφθούμε σε ποιο βαθμό ελήφθη υπ' όψιν και πόσο το προσόν επέδρασε στην απόφαση της Επιτροπής».
Στη Χρυσοστόμου v. E.E.Y. (1989) 3 (Ε) ΑΑΔ 3189 (στη σελίδα 3191) λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Η νομολογία μας πάνω στο θέμα της εκτίμησης των προσόντων που δεν αποτελούν επιπρόσθετο προσόν, σύμφωνα με το σχετικό Σχέδιο Υπηρεσίας είναι σαφής. Προσόν που δεν προβλέπεται από το Σχέδιο Υπηρεσίας σαν πλεονέκτημα είναι προσόν που λαμβάνεται υπόψη στην εκτίμηση της ικανότητας του υποψηφίου για την καλύτερη εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. Δεν παραγνωρίζεται αλλά συνεκτιμάται με τα υπόλοιπα στοιχεία στην γενική αξιολόγηση των υποψηφίων».
Όπως περαιτέρω υποδείχθηκε στη Γιαγκουλλής v. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 481 (σελίδα 484):
«Η Ε.Δ.Υ. εδώ είχε καθήκον να διερευνήσει το θέμα και να μην το παρακάμψει λέγοντας απλώς ότι λήφθηκαν υπόψη επίσης τα προσόντα των υποψηφίων. Αυτό δεν ήταν αρκετό. Ο εφεσείων κατείχε δύο μεταπτυχιακά. Δεν εξέτασε η Ε.Δ.Υ. - σ' αυτήν ανήκει η αρμοδιότητα και όχι στο δικαστήριο - αν τα στοιχεία αυτά μπορούσαν να συσχετισθούν με τα καθήκοντα ή τις ευθύνες της θέσης. Οπόταν υπήρχε η πιθανότητα μεταβολής της γενικής εικόνας. Αν στο ερώτημα η απάντηση ήταν καταφατική θα διαμορφωνόταν ίσως ευνοϊκότερη κατάσταση για τον εφεσείοντα που κρίθηκε ότι ήταν, στον τομέα αυτό, σε ίση περίπου μοίρα με το ενδιαφερόμενο μέρος. Η αρχή της διαφάνειας επέβαλλε έρευνα η οποία δεν έγινε. Η επίδικη πράξη είναι, για το λόγο αυτό, τρωτή».
Κατά τον ίδιο τρόπο, στην παρούσα περίπτωση, το πρόβλημα εντοπίζεται στη μη ανάδειξη και στάθμιση και των υπόλοιπων πρόσθετων προσόντων της αιτήτριας στην Επεμβατική Ακτινολογία και τη Διοίκηση (ΜΙΜ), τα οποία θα έπρεπε να σχολιαστούν και σε περίπτωση που αναδεικνύονταν ως σχετικά να συνεκτιμηθούν ως σύνολο και (μαζί με το διδακτορικό) να αντιπαρατεθούν συγκριτικά με την αρχαιότητα του ενδιαφερόμενου μέρους. Δεν υπήρξε, εν προκειμένω, οποιαδήποτε αξιολόγηση των προαναφερθέντων πρόσθετων προσόντων, ούτε και στάθμιση της σημασίας που θα μπορούσαν να προσλάβουν ενόψει των καθηκόντων της επίδικης θέσης.
Ο ισχυρισμός της δικηγόρου της Δημοκρατίας περί μη αναγνώρισης της πρόσθετης εξειδίκευσης της αιτήτριας δεν είναι αποδεκτός, εφόσον δεν προκύπτει κάτι τέτοιο από τα πρακτικά. Το ζήτημα θα έπρεπε να απασχολήσει τον Διευθυντή και την Ε.Δ.Υ., κατά το στάδιο της έκδοσης της επίδικης απόφασης, εφόσον όπως έχει νομολογηθεί οι εισηγήσεις που προβάλλονται δια των αγορεύσεων δεν μπορούν να συμπληρώσουν εκ των υστέρων μίαν αναιτιολόγητη απόφαση.
Στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Φοίβη Κατσούρη κ.ά. v. Μάριου Πεύκαρου κ.ά., Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 69/2010 κ.ά., ημερομηνίας 9.6.2015, υποδείχθηκαν τα ακόλουθα σχετικά:
«Το Δικαστήριο ως Αναθεωρητικό Δικαστήριο και όχι ως Δικαστήριο ουσίας, δεν μπορεί ούτε να λάβει, αλλά ούτε και πολύ περισσότερο να υιοθετήσει, συμπεράσματα ουσίας που εισάγουν οι συνήγοροι, ώστε να θεραπεύσουν την πλημμέλεια του αρμοδίου οργάνου. Εφόσον το ζήτημα δεν διερευνήθηκε κατά τη λήψη της υπό κρίση απόφασης, η θέση του εφεσίβλητου αιτητή ότι το δίπλωμα δεν ήταν πανεπιστημιακού επιπέδου και δεν περιλαμβανόταν στα απαιτούμενα προσόντα, ορθά δεν λήφθηκε υπόψη από το Δικαστήριο εφόσον προωθήθηκε ως επιχείρημα μέσω των γραπτών αγορεύσεων των συνηγόρων, καθ΄ου η αίτηση 1 και εφεσείουσας».
Η διαπιστωθείσα έλλειψη δέουσας έρευνας σε σχέση με τα πρόσθετα προσόντα της αιτήτριας, καθιστά ορατό το ενδεχόμενο εμφιλοχώρησης πλάνης κατά την αξιολόγηση και στάθμιση των κριτηρίων προαγωγής από τον Διευθυντή και την Ε.Δ.Υ. και, κυρίως, κατά τη σύγκριση των υποψηφίων ως προς τα προσόντα τους, που θα καθιστούσαν αποτελεσματικότερη την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης. Υπό τις περιστάσεις, η σύγκριση των διαδίκων δεν έγινε επί ίσοις όροις.
Με αποτέλεσμα να μην τίθεται ζήτημα απόδειξης έκδηλης υπεροχής εκ μέρους της αιτήτριας, όπως εισηγήθηκε η δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση (βλ. Δημοκρατία v. Μαυράκη (1999) 3 ΑΑΔ 817).
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.300 έξοδα, πλέον ΦΠΑ. Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Κ. Σταματίου,
/ΧΤΘ Δ.