ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Αντ. Δράκος, για τον Αιτητή. Π. Πολυβίου με Μ. Αντωνίου (κα), για τους Καθ'ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2016-02-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΑΡΙΟΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ ν. ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ, Υπoθεση Αρ. 1277/2013, 4/2/2016 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2016:D69

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 1277/2013)

 

 

4 Φεβρουαρίου, 2016

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

 

ΜΑΡΙΟΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ,

 

Αιτητής,

ν. 

 

ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αντ. Δράκος, για τον Αιτητή.

 

Π. Πολυβίου με Μ. Αντωνίου (κα), για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η μη αποκατάσταση της σταδιοδρομίας του αιτητή, με την, εκ των υστέρων της αφυπηρέτησης, προαγωγή του, τουλάχιστον, στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων στο Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου (καθ'ων η αίτηση), αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής.

 

Τα γεγονότα επί των οποίων στηρίζεται η αίτηση ακυρώσεως, έχουν ως ακολούθως:

 

Ο αιτητής, όντας υπάλληλος των καθ'ων η αίτηση και εκτελών χρέη βοηθού γραφέα από το 1971, προήχθη στις 31 Δεκεμβρίου 1997 στη θέση Λειτουργού Προγραμμάτων Α΄. Κατ' εφαρμογή νέου οργανογράμματος η θέση, που τότε κατείχε ο αιτητής, μετονομάσθη από τις 14 Φεβρουαρίου 2001 σε Λειτουργό Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων.

 

Την 1η Αυγούστου 2002 ο αιτητής, και ένα άλλο πρόσωπο, προήχθησαν στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων. Εναντίον της πιο πάνω προαγωγής καταχωρίστηκαν οι προσφυγές 777/2002 και 778/2002 οι οποίες, στις 23 Σεπτεμβρίου 2004, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου απερρίφθησαν. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης καταχωρίστηκε η υπ' αριθμό ΑΕ 3897, έφεση. Πριν την εκδίκαση της εφέσεως και συγκεκριμένα την 1η Σεπτεμβρίου 2005, ο αιτητής προήχθη στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων.

 

Στις 4 Απριλίου 2007 εκδόθηκε η απόφαση στην Α.Ε. 3897, με την οποία παραμερίστηκε η πρωτόδικη απόφαση στις προσφυγές 777/2002 και 778/2002, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί η προαγωγή του αιτητή στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων. Στην επανεξέταση που ακολούθησε, κατ' εφαρμογή της πιο πάνω εφέσεως, που έγινε στις 3 Απριλίου 2008, προήχθησαν άλλοι υπάλληλοι, ο δε αιτητής δεν είχε συμπεριληφθεί στον κατάλογο των υποψηφίων, ούτε αξιολογήθηκε, καθότι κατείχε ανώτερη θέση, ήτοι τη θέση του Πρώτου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων από το 2005.

 

Η προσφυγή υπ' αριθμό 1047/2005, η οποία καταχωρήθηκε εναντίον της προαγωγής του αιτητή στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων, απορρίφθηκε στις                       5 Αυγούστου 2008. Εναντίον της πιο πάνω αποφάσεως καταχωρήθηκε η ΑΕ 136/2008 και εκκρεμούσης της εκδίκασης της εφέσεως, ο αιτητής την 1η Ιουνίου 2010 αφυπηρέτησε κατέχοντας τη θέση του Πρώτου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων και από τότε μέχρι τις 9 Ιουλίου 2012 ελάμβανε τη σύνταξη που αναλογούσε στη θέση που κατείχε, όταν αφυπηρέτησε.

 

Στις 9 Ιουλίου 2012 εκδόθηκε η απόφαση στην ΑΕ 136/2008, παραμερίζοντας την πρωτόδικη απόφαση επί της προσφυγής 1047/2005, που είχε ως αποτέλεσμα την ακύρωση της προαγωγής του αιτητή στη θέση του Πρώτου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων. Η επανεξέταση που ακολούθησε, κατ' εφαρμογή της πιο πάνω εφέσεως, και έγινε στις 8 Νοεμβρίου 2012, οδήγησε στην προαγωγή τρίτου προσώπου και όχι του αιτητή.

 

Είναι σ' αυτό το σημείο που ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή εστιάζει το κύριο μέρος του επιχειρήματος του, λέγοντας ότι οι καθ'ων η αίτηση είχαν υποχρέωση να αποκαταστήσουν τη σταδιοδρομία του αιτητή, καθότι από σφάλμα, μη αναγόμενο στον ίδιο, απώλεσε τη θέση την οποία κατείχε. Κατά τη συζήτηση της προσφυγής ο κ. Δράκος σημείωσε ότι, τουλάχιστον, οι καθ'ων η αίτηση θα έπρεπε να αποκαταστήσουν τον αιτητή στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Ραδιοφωνικών και Μουσικών Προγραμμάτων.

 

Το τι επιδιώκεται με την προσφυγή είναι η αποκατάσταση της διαταραχθείσας σταδιοδρομίας του αιτητή, υποστήριξε ο συνήγορος του. Οι καθ'ων η αίτηση, συνέχισε, ενήργησαν υπό καταφανή πλάνη περί το Νόμο. Η απουσία υπαιτιότητας εκ μέρους του αιτητή και η λήψη της ακυρωτικής αποφάσεως, μετά την πάροδο μεγάλου χρονικού διαστήματος, επί του προκειμένου δέκα χρόνια, από της προαγωγής του αιτητή στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού μέχρι την 9η Ιουλίου 2012, που εκδόθηκε η δικαστική ακυρωτική απόφαση, πληρεί τις προϋποθέσεις που έθεσε η νομολογία γι' αποκατάσταση της σταδιοδρομίας υπαλλήλου. Ειδικώς έγινε αναφορά από το συνήγορο στην υπόθεση Καραγιώργης ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669.

 

Οι καθ'ων η αίτηση προώθησαν, τελικώς, τη δεύτερη από τις προδικαστικές ενστάσεις που αρχικώς υπέβαλαν με την ένσταση τους, ότι, ο αιτητής στερείται έννομου συμφέροντος προώθησης της παρούσας προσφυγής, δοθείσας της αφυπηρέτησης του από την υπηρεσία τους.

 

Ο αιτητής, προβλήθηκε από τους καθ'ων η αίτηση, όταν είχε αφυπηρετήσει την 10η Ιουνίου 2010, εισέπραξε όλα τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα και τη σύνταξη, που αναλογούσε στη θέση του Πρώτου Λειτουργού. Στις 9 Ιουλίου 2012 όταν εκδόθηκε η δικαστική απόφαση, με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή του, στην εν λόγω θέση, και επανήλθε στη θέση του Λειτουργού, που κατείχε από την 1η Αυγούστου 2002, είχε ως συνέπεια και τη μείωση της μηνιαίας σύνταξης. Οι καθ'ων, συνέχισε ο κ. Πολυβίου, ενήργησαν καθ' υπόδειξη των δικαστικών αποφάσεων. Η υπόθεση Καραγιώργης (ανωτέρω) δεν τυγχάνει, όπως είπε, εφαρμογής, καθότι η συνέχιση της σταδιοδρομίας του αιτητή δεν αναβιώνει δοθείσας της αφυπηρέτησης του.

 

Οι καθ'ων η αίτηση, κατέληξε ο συνήγορος, δεν δικαιούνται να δώσουν σύνταξη, έξω από το πλαίσιο των Κανονισμών που ισχύουν για το Ρ.Ι.Κ.

 

Η προσφυγή δεν στοχεύει στη μαθηματική πράξη υπολογισμού του ποσού της σύνταξης του αιτητή, αντιπρότεινε ο συνήγορος του, αλλά, στη διαπίστωση της άρνησης των καθ'ων η αίτηση ν' αποκαταστήσουν τα πράγματα, στην προτέρα κατάσταση, έτσι ώστε να προσφερόταν η δυνατότητα στον αιτητή να τύχει προαγωγής ή επαναφοράς στη θέση του Ανώτερου ή Πρώτου Λειτουργού, που απωλέστηκε χωρίς τη δική του υπαιτιότητα.

 

Το πρώτιστο θέμα που θα με απασχολήσει είναι η ύπαρξη ή όχι δυνατότητας στους καθ'ων η αίτηση να εξετάσουν την πιθανότητα αποκατάστασης της σταδιοδρομίας του αιτητή, στη βάση των προνοιών του αρ. 45 του Ν. 1/90, δοθέντος ότι, τέτοια εξουσία δεν παρέχεται στο Διοικητικό Συμβούλιο των καθ'ων η αίτηση, με τον περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Νόμο, Κεφ. 300Α και τους περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Σχέδιον Συντάξεων και Χορηγημάτων εις Υπαλλήλους του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου και εξαρτωμένων αυτών) (ομοίων προς το Σχέδιον Συντάξεων της Κυβερνήσεως) Κανονισμούς του 1987 (Κ.Δ.Π. 205/87).

 

Στην υπόθεση Καραγιώργης ν. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) Α.Α.Δ. 1669, και ιδιαιτέρως στις σελίδες 1684-1685, γίνεται αναφορά στην αρχή δικαίου που επιβάλλεται στη διοίκηση ν' αποκαταστήσει τη σταδιοδρομία υπαλλήλου, που διαταράχθηκε ως αποτέλεσμα, ακυρωτικών αποφάσεων, ήτοι:

 

″Η αρχή του Διοικητικού Δικαίου είναι ότι, μετά την ακύρωση ενός διορισμού ή μιας προαγωγής υπαλλήλου, η Διοίκηση έχει καθήκον να αποκαταστήσει τη σταδιοδρομία, όπως αυτή θα εξελισσόταν αν δεν μεσολαβούσε η ακυρωτική απόφαση χωρίς δική του υπαιτιότητα. Στο σύγγραμμα του Odent Contentieux Administratif, σελ. 2049-2050 αναφέρεται:-

 

″Η αποκατάσταση αυτή συνίσταται στον υπολογισμό όσο είναι δυνατόν καλύτερα αν όχι της πραγματικής τουλάχιστον της πιθανής εξέλιξης της σταδιοδρομίας του ενδιαφερομένου υπαλλήλου: αυτό με τη σειρά του σημαίνει την εξέταση των θέσεων προαγωγής κατ' επιλογή που θα μπορούσε να διεκδικήσει και κατά πόσο θα μπορούσε υπό ομαλάς συνθήκας να πετύχαινε να τις πάρει. Για το σκοπό αυτό η διοίκηση και το δικαστήριο οφείλουν να βασιστούν σ' ένα πρότυπο σταδιοδρομίας των συναδέλφων του ενδιαφερομένου που κατείχαν την ίδια θέση μ' αυτό πριν την ακύρωση της προαγωγής του και είχαν παρόμοια προσόντα και αρχαιότητα. Αυτό το πρότυπο σταδιοδρομίας θα χρησιμοποιηθεί για σκοπούς αναφοράς για τον υπολογισμό της εξέλιξης της σταδιοδρομίας που ο ενδιαφερόμενος θα μπορούσε κανονικά να είχε αν η ακυρωθείσα απόφαση δεν ελάμβανε χώρα έχοντας υπόψη τα ευμενή και δυσμενή στοιχεία της αντίστοιχης αξίας των άλλων υπαλλήλων                     με βάση τις εμπιστευτικές τους εκθέσεις. Έτσι θα μπορεί                 να καταλήξει ένας να δεχθεί ότι αφαιρουμένων                     των αποτελεσμάτων της ακυρωθείσης απόφασης, ο ενδιαφερόμενος υπάλληλος θα προάγετο κατ' επιλογή από μια συγκεκριμένη ημερομηνία ή αντίθετα δεν θα ευεργετείτο με οποιαδήποτε προαγωγή.″

 

Η αρχή αυτή υιοθετήθηκε το πρώτον από το Γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας στην υπόθεση C.E. 26 dec. 1925, Rodiere, Rec. 1065. Αναπτύχθηκε σε μεταγενέστερες αποφάσεις - (βλ. αποφάσεις και σχόλια στο σύγγραμμα ″Les grands artels de la jurisprudence administrative″, 8th Edition, (1984), σελ. 186, Κεφάλαιο υπό τον τίτλο ″Recours Pur Exces De Pouvoir Effet Des Annulations Contentieuses″).″

 

 

Ακολούθησε σωρεία νομολογίας ως προς την εμβέλεια και εφαρμογή της πιο πάνω αρχής δικαίου που ενσωματώθηκε στο άρθρο 45 του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90).

 

Στην υπόθεση Δημητριάδου ν. Καριόλου, Α.Ε. 124/2010, ημερ.                     5 Ιουνίου 2015, το Εφετείο εξέτασε ανάλογο, με το πιο πάνω εγερθέν ερώτημα, σε μια περίπτωση που δεν αφορούσε δημόσιο υπάλληλο αλλά υπάλληλο του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού. Η εφαρμογή της αρχής δικαίου, που προωθεί την αποκατάσταση έγινε αποδεχτή, ιδιαιτέρως έχοντας ως δεδομένο ότι η μέθοδος αυτή είχε, και προηγουμένως, χρησιμοποιηθεί από τον ΚΟΤ. Αναφέρεται δε σχετικώς:

 

″Είναι, στην ουσία, παραδεκτό από όλα τα διάδικα μέρη ότι ο θεσμός της αποκατάστασης υπαλλήλου του οποίου η προαγωγή ακυρώθηκε, όπως είναι και ο πλαγιότιτλος του άρθρου 45, εφαρμόστηκε για πρώτη φορά το 1990 με τη νομοθεσία περί Δημοσίας Υπηρεσίας. Στη νομοθεσία του Κ.Ο.Τ., (Νόμος αρ. 54/1969, όπως τροποποιήθηκε) και τους κανονισμούς που υφίσταντο μέχρι το 2012, (Κ.Δ.Π. 829/1970, κ.ε.), δεν υπήρχε ανάλογη πρόνοια. Από το πρακτικό του Κ.Ο.Τ., ημερομηνίας 3.4.2008, φαίνεται με σαφήνεια ότι η πρακτική της υπεράριθμης προαγωγής στα πλαίσια της αποκατάστασης δικαίου, εφαρμοζόταν στον Κ.Ο.Τ. και πριν τη θεσμοθέτηση της έννοιας της αποκατάστασης με την Κ.Δ.Π. 534/2012, ημερομηνίας 28.12.2012, και έγιναν υπεράριθμες προαγωγές και πριν την περίπτωση της εφεσείουσας. Πρόκειτο για μια πρακτική που δεν είχε προηγουμένως, όπως φαίνεται, δημιουργήσει οποιοδήποτε πρόβλημα. Το γεγονός ότι οι περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (Διάρθρωσις και Όροι Υπηρεσίας) Κανονισμοί του 1970, Κ.Δ.Π. 829/1970, μνημονεύουν ρητά στους Κανονισμούς 9, 12, 31, 32, 36 και 45 κ.ε., την κατ' αναλογίαν εφαρμογή των διατάξεων του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90, σε σχέση με αριθμό θεμάτων, όπως τους επί δοκιμασίας διορισμούς, την αρχαιότητα, το ωράριο, την πειθαρχική διαδικασία κ.ά., δεν σημαίνει την κατά αποκλειστικότητα εφαρμογή αυτών και μόνο των διατάξεων σε αποκλεισμό παντός άλλης. Το 1970 όταν θεσμοθετήθηκαν οι πιο πάνω Κανονισμοί δεν υπήρχε η αποκατάσταση του άρθρου 45 που ψηφίστηκε με το Νόμο αρ. 1/90. Η έννοια όμως ήταν γνωστή. Και εν πάση περιπτώσει ο περί Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού Νόμος αρ. 54/69, ως τροποποιήθηκε, προνοεί με το άρθρο 5(2)(η), ότι το Διοικητικό Συμβούλιο «αποφασίζει επί παντός ετέρου θέματος σχέσιν έχοντος με την διοίκησιν και διαχείρισιν του Οργανισμού.».

 

Δεν μπορεί να λεχθεί ότι προκύπτει οτιδήποτε το μεμπτό ή ενάντια στη χρηστή διοίκηση ως αποτέλεσμα της απόφασης του Κ.Ο.Τ. να χρησιμοποιήσει την πρακτική της υπεράριθμης τοποθέτησης υπαλλήλου προς αποκατάσταση του δικαίου. Αυτό, άλλωστε, συνάδει και με την ευρύτερη αρχή του διοικητικού δικαίου για αποκατάσταση, ώστε να επιβάλλεται ίση μεταχείριση μεταξύ ομοίων περιπτώσεων. Στην απόφαση Καραγιώργη ν. Δημοκρατίας  (1990) 3 Α.Α.Δ. 1669, η Ολομέλεια επιβεβαίωσε ότι το δίκαιο του πράγματος, μετά την ακύρωση διορισμού ή προαγωγής υπαλλήλου, επιβάλλει στη διοίκηση να αποκαταστήσει τη σταδιοδρομία αν δεν μεσολαβούσε η ακυρωτική απόφαση, εφόσον δεν ευθύνεται ο διοικούμενος. Στην απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, υπ' αρ. 901/79, αναφέρεται η στοιχειώδης υποχρέωση της διοίκησης στο πλαίσιο της χρηστής και εύρυθμης λειτουργίας της, να τακτοποιείται υπηρεσιακά ο υπάλληλος, η θέση του οποίου ακυρώθηκε, «. είτε δια της μετακινήσεως του εις δημιουργηθείσα εξ οιουδήποτε λόγου εν τω μεταξύ ετέραν κενήν θέσιν, είτε δια διατηρήσεως αυτού ως υπεραρίθμου ή εκτός οργανικών θέσεων μέχρι της υπ' αυτού καταλήψεως και κενωθησομένης εν τω μέλλοντι θέσεως». Η αρχή της αποκατάστασης υιοθετήθηκε από το Γαλλικό Συμβούλιο Επικρατείας στην υπόθεση C.E. 26 dec. 1925, Rodiere, Rec. 1065 και αναπτύχθηκε σε μεταγενέστερες αποφάσεις. Γνώμονας είναι πάντοτε η συνέχιση της κανονικής ανάπτυξης της σταδιοδρομίας του υπαλλήλου, με τη διατήρηση των πιθανοτήτων προαγωγής του.″

 

 

Των πιο πάνω δοθέντων δεν υπάρχει οποιαδήποτε απαγόρευση στους καθ'ων η αίτηση να εξετάσουν το ενδεχόμενο αποκατάστασης της σταδιοδρομίας ενός υπαλλήλου, όταν και εφόσον η προαγωγή του ακυρώθηκε όχι με δική του υπαιτιότητα, και έχει παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα από την προαγωγή, όπως ισχύει επί του προκειμένου.

 

Το ζήτημα, όμως, που αναφύεται και δημιουργεί, κατά τη γνώμη μου, μια σοβαρή ειδοποιό διαφορά από τις προηγούμενες αποφάσεις, είναι η λήξη της εργασιακής σχέσης του αιτητή με τους καθ'ων η αίτηση που προήλθε από την αφυπηρέτηση του στις 10 Ιουνίου 2010.

 

Η όλη φιλοσοφία της αρχής της αποκατάστασης, έγκειται στην υποχρέωση της διοίκησης να επαναφέρει τα πράγματα στην προτέρα κατάσταση, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί η συνέχιση της σταδιοδρομίας ενός υπαλλήλου, που με την κανονική πορεία των πραγμάτων θα είχε πιθανότητα προαγωγής, εάν η πράξη δεν ακυρωνόταν, όπως τονίστηκε στην Καραγιώργης (ανωτέρω). Για να μιλούμε γι' αποκατάσταση σταδιοδρομίας, απαιτείται, πιστεύω, να προσδιοριστεί τι είναι η σταδιοδρομία και αν μπορεί ν' ανάγεται σε παρελθόντα χρόνο.

 

Στο σύγγραμμα Μπαμπινιώτης, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, 2η Έκδοση, αναφέρεται:

 

″«σταδιοδρομία» η επαγγελματική εξέλιξη και πορεία, συν. της καριέρας, και

 

«σταδιοδρομώ» ακολουθώ ένα επάγγελμα ή ασχολούμαι συστηματικά με μια δραστηριότητα καταβάλλοντας προσπάθεια ώστε να εδραιωθώ και επιτύχω σ' αυτό το χώρο.″

 

 

Καθίσταται, συναφώς, απαραίτητο να υπάρχει σ' εξέλιξη μια «σταδιοδρομία» η οποία αφού διαταράχθηκε, να μπορεί να συνεχίσει.

 

Με έχει προβληματίσει το κατά πόσο ο τερματισμός της «συστηματικής ενασχόλησης» και δραστηριότητας του αιτητή στο Τμήμα Προγραμμάτων του Ρ.Ι.Κ., λόγω αφυπηρέτησης, θα πρέπει ν' αποτελέσει εμπόδιο στην προσφορά της δυνατότητας αποκατάστασης της τρωθείσας επαγγελματικής πορείας του αιτητή.

 

Η απάντηση είναι, κατά τη γνώμη μου, αρνητική. Καθίσταται άδικο για τον αιτητή να τεθεί σε δυσμενή μοίρα, απ' ότι αν η απόφαση του Εφετείου εκδιδόταν 9 Ιουνίου 2010, μια ημέρα δηλαδή πριν αφυπηρετήσει. Τότε θα εδικαιούτο να αιτηθεί, ενδεχομένως με επιτυχία, την αποκατάσταση του και μετά την αφυπηρέτηση δεν θα εδικαιούτο;

 

Στο ερώτημα αυτό η απάντηση είναι θετική. Ο αιτητής δικαιούται να ζητήσει αποκατάσταση, δοθέντος ότι ο ίδιος δεν ευθύνεται για τις διαδοχικές ακυρώσεις των προαγωγών του στη θέση Ανώτερου και Πρώτου Λειτουργού Προγραμμάτων, και οι καθ'ων η αίτηση έχουν υποχρέωση να εξετάσουν το υποβληθέν αίτημα.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με €1.600 ως έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

                                              Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,

                                                           Δ.

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο