ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:D6
(Υπόθεση αρ. 2008/2012)
12 Ιανουαρίου, 2016
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΜΕΤΑΞΥ:
1. ΑΝΕΤΑ DIMCHOVA STRAHILOVA
2. SURENDAN SUNDARARAJ
Αιτητών
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ/Η ΜΕΣΩ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΥΘΗΣΜΟΥ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
Καθ΄ ων η Αίτηση
........
κ. Χρ. Γαβριηλίδης, για τους αιτητές.
κ. Μ. Στυλιανού, για τους καθ΄ ων η αίτηση
.....
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές προσβάλλουν απόφαση της Διευθύντριας του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης (στο εξής η Διευθύντρια), η οποία τους κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 19.9.12 και με την οποία ενημερώθηκε η αιτήτρια 1 ότι ο γάμος της με τον αιτητή 2 κρίθηκε εικονικός και πως θα έπρεπε να αναχωρήσει από την Κύπρο μέσα σε 30 ημέρες.
Τα γεγονότα που περιβάλλουν την προσφυγή έχουν σε συντομία ως ακολούθως:
H αιτήτρια 1 κατάγεται από τη Βουλγαρία και αφίχθηκε στην Κύπρο για να εργαστεί το 2008, ενώ ο αιτητής 2 κατάγεται από τη Σρι Λίνκα και αφίχθηκε στην Κύπρο το 2000 με προσωρινή άδεια παραμονής και εργασίας σε φυτώριο μέχρι το 2005.
Στις 25.8.2008 οι αιτητές τέλεσαν πολιτικό γάμο στο Δημαρχείο Λύσης και ακολούθως, την 1.9.2008, η αιτήτρια 1 εξασφάλισε βεβαίωση εγγραφής πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στις 3.3.2010 ο αιτητής 2 δελτίο διαμονής μέλους οικογένειας πολίτη της Ένωσης που δεν είναι υπήκοος κράτους - μέλους της Ένωσης. Όταν όμως, στα πλαίσια ελέγχου της γνησιότητας του γάμου και της αρμονικής συμβίωσης του «ζεύγους», οι αστυνομικές αρχές επισκέφθηκαν στις 20.2.2011 την δηλωθείσα κατοικία των αιτητών, στην οδό Κινύρα 7 στο Καϊμακλί, εντόπισαν μόνο τον αιτητή 2 και κατά την εξέταση της κατοικίας δεν ανευρέθηκαν ρούχα ή άλλα αντικείμενα της αιτήτριας 1. Το γεγονός αυτό ενέβαλε σε υποψίες τους αστυνομικούς και όταν συναφώς υπέβαλαν σχετικές ερωτήσεις στον αιτητή 2 για την απουσία οποιασδήποτε ένδειξης συμβίωσης του με την αιτήτρια 1, αυτός πρόβαλε τον ισχυρισμό ότι η «σύζυγος» του διέμενε μαζί του μόνο 2-3 φορές την εβδομάδα, ενώ τις υπόλοιπες ημέρες διέμενε μαζί με την κόρη της σε διαμέρισμα στην οδό Αθαλάσσας 102.
Οι πιο πάνω εξηγήσεις του αιτητή δεν ικανοποίησαν και για το λόγο αυτό, οι αιτητές, κλήθηκαν στις 22.2.11 στα γραφεία του Κλιμακίου YAM Λευκωσίας, όπου τους υποβλήθηκαν ερωτήσεις αναφορικά με την καθημερινή τους συμβίωση. Οι απαντήσεις τους όμως κρίθηκαν αντιφατικές και το κλιμάκιο θεώρησε ότι δεν υπήρχε πραγματική συμβίωση «του ζεύγους» και ότι επρόκειτο για γάμο σκοπιμότητας. Κρίση που οδήγησε την ΥΑΜ να εισηγηθεί την παραπομπή του φακέλου τους στην Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία συνεδρίασε στις 3.6.2011, αποφάνθηκε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιον της ο γάμος ήταν εικονικός λόγω του ότι «το ζεύγος δεν συζεί κάτω από την ίδια στέγη. Η Ευρωπαία διαμένει σε άλλη διεύθυνση με την κόρη της. Επίσης υπέπεσαν σε αντιφάσεις όσον αφορά την καθημερινότητα τους».
Κατ' ακολουθία της πιο πάνω απόφασης της Συμβουλευτικής Επιτροπής, η Διευθύντρια αποφάνθηκε στις 24.8.2011 ότι ο γάμος των αιτητών ήταν εικονικός και απαγόρευσε τη διαμονή τους στη Δημοκρατία, ακυρώνοντας τόσο το δελτίο διαμονής του αιτητή 2 όσο και την βεβαίωση εγγραφής της αιτήτριας 1.
Η πιο πάνω απόφαση της Διευθύντριας για την εικονικότητα του γάμου, μαζί με την υπόδειξη ότι θα έπρεπε να προβούν στις αναγκαίες διευθετήσεις για να εγκαταλείψουν την Κύπρο άμεσα, κοινοποιήθηκε στους αιτητές με δύο ξεχωριστές επιστολές ημερ. 30.8.2011.
Οι αιτητές δεν καταχώρησαν εμπρόθεσμα ιεραρχική προσφυγή εναντίον της πιο πάνω απόφασης, ούτε και συμμορφώθηκαν με τις υποδείξεις για εθελούσια αναχώρηση τους από την Κύπρο. Με αποτέλεσμα, κατά την επιστροφή του αιτητή 2 από ταξίδι στη Βουλγαρία στις 2.9.12, να τεθεί υπό κράτηση στο χώρο του Αεροδρομίου Λάρνακας και τελικά να απελαθεί στη χώρα του στις 5.9.2012 δυνάμει σχετικών διαταγμάτων κράτησης και απέλασης που είχαν εκδοθεί με οδηγίες της Διευθύντριας. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι στις 3.9.12 η αιτήτρια 1 ζήτησε αφενός μέσω δικηγόρων τη μη εκτέλεση των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του «συζύγου» της και, αφετέρου, υπέβαλε εκπρόθεσμα και ιεραρχική προσφυγή προς ακύρωση της απόφασης. Πρόκειται για διαβήματα που προκάλεσαν την αποστολή από τη Διευθύντρια της επιστολής ημερ. 19.9.12 - την επίδικη - με την οποία την πληροφορούσε για την εικονικότητα του γάμου της και την καλούσε όπως μέσα σε 30 ημέρες εγκαταλείψει την Κύπρο. Σ΄ ό,τι δε αφορά τον αιτητή 2, σημειώνεται ότι αυτός αμφισβήτησε την απόφαση της ΥΑΜ ημερ. 5.9.12, με την οποία του απαγορεύτηκε η είσοδος στη Δημοκρατία, με την προσφυγή Surendan Sundararaj κ.ά. ν. Κυπριακή Δημοκρατία, Υπόθ. Αρ. 1867/2012, ημερ. 11.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:D596 η οποία όμως απορρίφθηκε στις 11.9.15.
Αντικείμενο της παρούσας, όπως ήδη έχει σημειωθεί, αποτελεί η απόφαση της Διευθύντριας που περιέχεται στην επιστολή της ημερ. 19.9.12, η οποία προσέκρουσε σε προδικαστική ένσταση στη βάση ότι η απόφαση που περιέχεται σ΄ αυτή δεν είναι εκτελεστή πράξη, αλλά βεβαιωτική της προγενέστερης και ουδέποτε προσβληθείσας απόφασης της Διευθύντριας ημερ. 24.8.2011.
Ο αιτητές αντίκρουσαν την προδικαστική ένσταση, προβάλλοντας ότι το ζήτημα δεν έχει αρκούντως εξειδικευθεί στο δικόγραφο της Ένστασης και, σ΄ ότι αφορά την ουσία, ότι δεν είχαν λάβει γνώση οποιασδήποτε απόφασης αναφορικά με την γνησιότητα του γάμου τους πριν από την επίδικη επιστολή ημερ. 19.9.2012. Διατείνονται περαιτέρω ότι το λεκτικό της συγκεκριμένης επιστολής και ιδιαίτερα η χρήση της φράσης "to inform you", καθώς και η αναφορά στη δυνατότητα αμφισβήτησης της με προσφυγή, η οποία περιέχεται στο ίδιο το κείμενο της επιστολής, δεν δικαιολογούν το χαρακτηρισμό της ως βεβαιωτικής πράξης, αλλά αντίθετα υποδηλώνουν «ανεξάρτητη διοικητική πράξη δυνάμενη να τύχει διοικητικής προσφυγής και κατ' επέκταση ελέγχου από το Δικαστήριο».
Εξέτασα τις εκατέρωθεν θέσεις και όπως είναι νομολογημένο (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26), η φύση της προσβαλλόμενης απόφασης είναι θέμα δημόσιας τάξης και μπορεί να εξεταστεί ακόμα και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο.
Στην παρούσα περίπτωση τα γεγονότα που θεμελιώνουν το ιστορικό υπόβαθρο της ένστασης προκύπτουν ευθέως από τα έγγραφα που παρουσιάστηκαν και αναπτύσσονται δεόντως στην αγόρευση των καθ' ων η αίτηση, την οποία ο δικηγόρος των αιτητών είχε την ευκαιρία να αντικρούσει στην απαντητική του αγόρευση.
Σύμφωνα με την πάγια επί του θέματος νομολογία, οι βεβαιωτικές πράξεις στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και δεν μπορούν να προσβληθούν με αίτηση ακυρώσεως. Μια απόφαση θεωρείται ως βεβαιωτική προγενέστερης πράξης όταν εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στην ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με την προεκδοθείσα πράξη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα. Πράξη θεωρείται βεβαιωτική εφ' όσον δεν επιφέρει έννομα αποτελέσματα, αλλά βεβαιώνει τις προκύψασες έννομες συνέπειες από προηγούμενη εκτελεστή απόφαση (βλ. Pieris v. The Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Larkos v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 2189, Κωνσταντίνου v. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 474, Σαββίδης v. ΕΤΕΚ (2003) 3 Α.Α.Δ. 208). Περαιτέρω, η πράξη θεωρείται βεβαιωτική προγενέστερης αν δεν έχει μεσολαβήσει νέα έρευνα ή νέα στοιχεία και νέα έρευνα θεωρείται η λήψη υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων τα οποία προέκυψαν πρόσφατα ή προϋπήρχαν μεν, αλλά ήταν άγνωστα και λαμβάνονται τώρα πρόσθετα υπ' όψιν (βλ. Μιχ. Στασινόπουλος, Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών, Τέταρτη Έκδοση, σελ. 176, Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394).
Στην παρούσα υπόθεση συντρέχουν όλες οι πιο πάνω προϋποθέσεις. Η προσβαλλόμενη πράξη έχει το ίδιο περιεχόμενο με την προεκδοθείσα εκτελεστή απόφαση της Διευθύντριας, η οποία κοινοποιήθηκε στους αιτητές με τις δύο ξεχωριστές επιστολές της 30.8.2011. Η θέση των αιτητών ότι για πρώτη φορά έλαβαν γνώση της απόφασης για την εικονικότητα του γάμου τους μέσω της επιστολής της Διευθύντριας ημερ. 19.9.2012 δεν ευσταθεί. Η επιστολή ημερ. 19.9.2012 είχε σταλεί στη ίδια διεύθυνση (Κινύρα 7, Καϊμακλί), στην οποίαν είχαν αποσταλεί και οι δύο προηγούμενες πανομοιότυπες επιστολές ημερ. 30.8.2011. Επιπρόσθετα, στο διάβημα της δικηγόρου της αιτήτριας 1 προς τον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 3.9.2012, με το οποίο έγινε προσπάθεια αναχαίτισης της απέλασης του «συζύγου» της, υπάρχει σαφής αναφορά στην απόφαση κήρυξης του γάμου ως εικονικού. Προκύπτει επομένως ότι οι αιτητές, κατά το χρόνο της δεύτερης επιστολής της Διευθύντριας, ήταν ήδη ενήμεροι της απόφασης για την εικονικότητα του γάμου τους, την οποίαν παρέλειψαν να προσβάλουν μέσα στην προβλεπόμενη συνταγματική προθεσμία. Αναμφίβολα η προσβαλλόμενη πράξη, δηλαδή η επιστολή της Διευθύντριας ημερ. 19.9.2012, επιβεβαιώνει απλά την υφιστάμενη κατάσταση πραγμάτων, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί από τον Αύγουστο του 2011, χωρίς να δημιουργεί ή να μεταβάλλει το νομικό καθεστώς των αιτητών. Στο δε χρονικό διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τις 19.9.2012 δεν είχαν τεθεί ενώπιον της διοίκησης οποιαδήποτε νέα ουσιώδη στοιχεία η γεγονότα που θα δικαιολογούσαν νέα εξέταση του θέματος.
Υπό το φως των ανωτέρω, ούτε το λεκτικό που χρησιμοποιήθηκε, αλλα ούτε και η αναφορά στο δικαίωμα προσφυγής αποτελούν στοιχεία που θα μπορούσαν από μόνα τους να προσδώσουν εκτελεστό χαρακτήρα σε μια καθαρά βεβαιωτική απόφαση. Συνεπώς, η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί γιατί η προσβαλλόμενη πράξη δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική απόφαση, αλλά βεβαιωτική προηγούμενης που εκφεύγει του δικαστικού ελέγχου.
Για τους πιο πάνω λόγους η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει και η προσφυγή απορρίπτεται με €1.200 έξοδα προς όφελος των καθ΄ ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ