ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D872
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 6462/2013)
30 Δεκεμβρίου, 2015
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤA ΑΡΘΡA 8, 11, 28, 29, 30 KAI 146
ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Aιτητής,
-ΚΑΙ-
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, Καθ' ων η αίτηση.
----------------------
Αλέξανδρος Σαουρής, για τον Αιτητή.
Ευγενία Παπαγεωργίου-Καρακάννα (κα),Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
----------------------
A Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:- Ο αιτητής, ηλικίας 50 ετών, είναι λήπτης δημοσίου βοηθήματος από το 2010 λόγω προβλημάτων υγείας που τον κατέστησαν ανίκανο για εργασία. Σύμφωνα με ιατρικές βεβαιώσεις, πάσχει από ασταθή στηθάγχη και υπεβλήθη σε αγγειοπλαστική επέμβαση. Η σύζυγος του, η οποία είναι Ουκρανή υπήκοος, καθώς και το παιδί της από τον πρώτο της γάμο, ηλικίας 13 ετών, διαμένουν μαζί του. Ο ίδιος ο αιτητής είναι πατέρας τεσσάρων παιδιών, τα οποία όμως δεν διαμένουν μαζί του.
Στο ποσό του μηνιαίου βοηθήματος που παρεχόταν στον αιτητή μέχρι τον Φεβρουάριο του 2011, το οποίο ανερχόταν στο ποσό των €1083, συνυπολογίζονταν και οι ανάγκες της συζύγου του, αφού λόγω εγκυμοσύνης κατά την υποβολή της αίτησης δεν ήταν σε θέση να εργαστεί και τα εισοδήματα και οι οικονομικοί τους πόροι δεν επαρκούσαν για την ικανοποίηση των βασικών και ειδικών αναγκών τους. Το ποσό του βοηθήματος αποτελείτο από τρία ποσά, €678 για τις βασικές ανάγκες του αιτητή και της συζύγου του η οποία υπολογιζόταν ως εξαρτώμενο μέλος, €339 για ενοίκιο (1/2 των βασικών αναγκών) και €66 για ειδική δίαιτα για δύο άτομα.
Τον Μάρτιο του 2011 στα πλαίσια επαναξιολόγησης των δεδομένων της οικογένειας και των κριτηρίων παροχής Δημοσίου Βοηθήματος, διαπιστώθηκε ότι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας εκ παραδρομής υπολόγιζαν την σύζυγο του αιτητή ως εξαρτώμενο μέλος, καθότι είχε καθεστώς παραμονής στην Κύπρο ως «επισκέπτρια» και, ως εκ τούτου, δεν πληρούσε τις προϋποθέσεις του άρθρου 3(5) των περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμο του 2006 έως 2013 (εφεξής «ο Νόμος»), ώστε να είναι δικαιούχος δημοσίου βοηθήματος. Συνεπώς το παρεχόμενο βοήθημα μειώθηκε στο ποσό των €701. Η απόφαση των καθ' ων η αίτηση για μείωση του ποσού προσεβλήθη από τον αιτητή με την Προσφυγή 51/2012 και ακυρώθηκε με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 6.2.2013 λόγω έλλειψης αιτιολογίας. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο θεώρησε ότι δεν υπήρχε οποιαδήποτε αντιστοιχία του γεγονότος ότι η σύζυγος δεν ήταν δικαιούχος δημοσίου βοηθήματος με τον επανακαθορισμό των επιμέρους ποσών βάσει των οποίων μειώθηκε το συνολικό ποσό του βοηθήματος.
Με επιστολή ημερομηνίας 23.4.2013 ο αιτητής ενημερώθηκε ότι, μετά από επανεξέταση, το ποσό του βοηθήματος καθορίστηκε στο ποσό των €668 μηνιαίως, βάσει του άρθρου 3(ι)(α) των Νόμων 95(Ι)2006 και 2012, το οποίο αφορούσε €452 για τις βασικές ανάγκες του ιδίου και €216 για ενοίκιο. Αναφέρθηκε περαιτέρω ως αιτιολογία:
«Η σύζυγος σας και το παιδί της συζύγου σας από προηγούμενο γάμο της δεν μπορεί να υπολογιστούν ως εξαρτώμενα σας στο Δημόσιο Βοήθημα λόγω του ότι δεν εμπίπτουν στην κατηγορία πολιτών τρίτων χωρών που δικαιούνται να είναι δικαιούχοι Δημοσίου Βοηθήματος με βάσει τα άρθρα 3(5) 3(7) 3(8) των Νόμων 95(i) 2006 και 2012.
Σύμφωνα με τη βεβαίωση εγγραφής της συζύγου σας το καθεστώς παραμονής της στην Κύπρο είναι ως «επισκέπτρια».»
Στις 14.5.2013 ο αιτητής προσέφυγε εκ νέου στο Ανώτατο Δικαστήριο (Προσφυγή 1178/13) ζητώντας την ακύρωση της εν λόγω απόφασης. Η απόφαση ανακλήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση, προκειμένου να επανεξετάσουν το αίτημα του και να υπάρχει πλήρης συμμόρφωση προς το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 6.2.2013.
Οι καθ' ων η αίτηση αφού επανεξέτασαν το αίτημα του αιτητή, κατέληξαν ότι το ύψος του παρεχόμενου βοηθήματος που αυτός δικαιούται ανέρχεται στο ποσό των €701. Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικά με επιστολή των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 4.11.2013. Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω αυτούσιο το ακόλουθο απόσπασμα από την εν λόγω επιστολή:
«Σύμφωνα με το άρθρο 11 των περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων 2006 έως 2013, «το ανώτατο ποσό που μπορεί να παραχωρηθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο για την κάλυψη των βασικών αναγκών του αιτητή, καθορίζεται με Κανονισμούς του Υπουργικού Συμβουλίου οι οποίοι αναθεωρούνται κάθε χρόνο».
Σύμφωνα με τους περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών (Ανώτατο Ποσό για την Κάλυψη Βασικών Αναγκών) Κανονισμούς του 2010, το ανώτατο ποσό του δημόσιου βοηθήματος που παραχωρείται κάθε μήνα για την κάλυψη των βασικών αναγκών καθορίζεται ως ακολούθως:
(i) Για τον λήπτη €452
(ii) Για κάθε εξαρτώμενο που έχει συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας του €226
(iii) Για κάθε εξαρτώμενο που δεν έχει συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας του €135,60.
Τον Μάρτιο του 2011, στα πλαίσια επαναξιολόγησης των δεδομένων της οικογένειας σας και των κριτηρίων παροχής δημόσιου βοηθήματος, διαπιστώθηκε ότι, εκ παραδρομής, οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας υπολόγιζαν τη σύζυγο σας ως εξαρτώμενο σας στο δημόσιο βοήθημα και ως εκ τούτου από 1/3/2011 το παρεχόμενο μηνιαίο δημόσιο βοήθημα μειώθηκε σε €701 λόγω αφαίρεσης της συζύγου σας ως εξαρτώμενο άτομο στο παρεχόμενο δημόσιο βοήθημα.
Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία, η σύζυγος σας, η οποία κατάγεται από την Ουκρανία και έχει καθεστώς παραμονής της στην Κυπριακή Δημοκρατία ως «επισκέπτρια» δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 3(5) των περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων, «Σε κάθε υπήκοο τρίτης χώρας, ο οποίος έχει είτε καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος στη Δημοκρατία είτε καθεστώς επί μακρόν διαμένοντος σε άλλο κράτος μέλος και άδεια μετανάστευσης στη Δημοκρατία, ο οποίος (α) διαμένει στις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές και (β) του οποίου τα εισοδήματα και οι άλλοι οικονομικοί πόροι δεν επαρκούν για την ικανοποίηση των βασικών του αναγκών και για τη στέγαση του, παρέχεται δημόσιο βοήθημα από το Διευθυντή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου».
Με καθοδήγηση των Υπηρεσιών μας, η σύζυγος σας έχει ήδη αποταθεί με αίτηση της ημερ.5/7/2012, η οποία ακόμη εκκρεμεί, στο Τμήμα Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης για απόκτηση κυπριακής ιθαγένειας. Ανάλογα με την απόφαση του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης θα επανεξεταστεί η παροχή δημόσιου βοηθήματος.
Το ύψος του παρεχόμενου δημόσιου βοηθήματος (€701), υπολογίστηκε ως ακολούθως:
€452 για κάλυψη βασικών αναγκών ενός ατόμου (εσάς)
€216 ποσό ενοικίου για ένα άτομο, βάσει του άρθρου 8(β) (1/2 των αναγκών δηλαδή €452/2=€226, όμως έγινε επιμερισμός του ποσού, βάσει του ιδίου άρθρου ως εξής: €650 το μηνιαίο ενοίκιο δια 3 άτομα που μένετε στην κατοικία =€216)
€33 ειδική δίαιτα, βάσει του άρθρου 8(α), για ένα άτομο
_____
€701 Σύνολο
Η μείωση του μηνιαίου δημόσιου βοηθήματος, μετά την αφαίρεση της συζύγου σας από εξαρτώμενη σας, κατά €382 υπολογίζεται ως ακολούθως:
€226 οι βασικές της ανάγκες
€123 το μερίδιο της στο ποσό ενοικίου (1/2 των βασικών της αναγκών, €226/2)
€33 ειδική δίαιτα
_____
€382 Σύνολο
Το επίδομα ειδικής δίαιτας καταργήθηκε από 1/1/2013 για όλους τους αιτητές/λήπτες δημόσιου βοηθήματος.»
Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 4.11.2013 προβάλλοντας ως λόγους ακύρωσης την έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας καθώς και πλάνη περί τα πράγματα και τον Νόμο. Η επιχειρηματολογία του επικεντρώνεται στο ότι αντιφατικά και/ή εσφαλμένα λήφθηκε η απόφαση μείωσης του βοηθήματος στη βάση ότι η σύζυγος του ήταν υπήκοος τρίτης χώρας με το καθεστώς της «επισκέπτριας». Παραπέμπει στο άρθρο 2 του Νόμου το οποίο ορίζει ως «εξαρτώμενο πρόσωπο» κάθε πρόσωπο που ο αιτητής ή ο λήπτης έχει υποχρέωση να συντηρεί δυνάμει του άρθρου 12. Το άρθρο 12(1)(α) προνοεί ότι:
«12.-(1) Για τους σκοπούς του Νόμου αυτού και ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου:
(α) Καθένας εκ των συζύγων ευθύνεται για τη συντήρηση και φροντίδα του άλλου και των άγαμων τέκνων του τα οποία διαμένουν μαζί του ή είναι εθνοφρουροί ή είναι φοιτητές σε αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα, δεν ευθύνεται όμως για τη συντήρηση των άγαμων τέκνων του τα οποία είναι ανάπηρα ή για λόγους υγείας δεν μπορούν να συντηρούν τον εαυτό τους:
[..]»
Συνεπώς, κατά τον αιτητή, λάμβανε επιπρόσθετο ποσό βοηθήματος για τη σύζυγο του ως εξαρτώμενο πρόσωπο και το άρθρο 3(5) του Νόμου δεν έχει οποιαδήποτε εφαρμογή. Εφαρμογή θα είχε, εισηγείται ο αιτητής, μόνο στην περίπτωση που η ίδια η σύζυγος του υπέβαλλε αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος. Ασφαλώς δεν ήταν πρόθεση του νομοθέτη να εξαιρέσει από το δικαίωμα σε συντήρηση από λήπτη δημοσίου βοηθήματος σύζυγο που κατάγεται από τρίτη χώρα, ανάλογα με το καθεστώς διαμονής της στην Κύπρο, αλλά να εξαιρέσει από την παροχή δημοσίου βοηθήματος αιτητές υπηκόους τρίτων χωρών που δεν έχουν πιο σταθερή διαμονή στη Δημοκρατία.
Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι το άρθρο 12 δεν βοηθά την περίπτωση του αιτητή, διότι αφορά απλά στην ευθύνη συντήρησης συζύγων, τέκνων και γονέων και στην νομική υποχρέωση συντήρησης που έχει στην προκειμένη περίπτωση «καθένας εκ των συζύγων» για την συντήρηση και φροντίδα του άλλου και δεν θεμελιώνει οποιαδήποτε υποχρέωση του Διευθυντή για παροχή βοηθήματος στο/στη σύζυγο. Επίσης θεωρούν ότι η απόφαση εμπεριέχει σαφή, εκτενή και επαρκή αιτιολογία.
Η θέση του αιτητή με βρίσκει σύμφωνη. Στην προκειμένη περίπτωση αιτητής και λήπτης του δημοσίου βοηθήματος ήταν πάντοτε ο αιτητής. Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στον τύπο της αίτησης που υπέβαλε συμπληρώνονται τα «προσωπικά στοιχεία του/της συζύγου (όπου ισχύει)», όπως ο τόπος και ημερομηνία γέννησης, το επάγγελμα, η διεύθυνση κ.α., καθώς και τα στοιχεία των έγγαμων και άγαμων παιδιών και κατά πόσο αυτά διαμένουν ή όχι μαζί με τον αιτητή. Τα στοιχεία αυτά προφανώς λαμβάνονται υπόψη στον προσδιορισμό των βασικών αναγκών του αιτητή.
Στην πρόσφατη απόφαση μου στην υπόθεση Κ. Ζήνωνος ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1070/12, ημερομηνίας 21.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:D617, έκρινα ότι:
«Βάσει των ερμηνευτικών διατάξεων των άρθρων 3, 7 και 12 του Νόμου, το δημόσιο βοήθημα δίνεται σε οποιοδήποτε εκ των συζύγων που έχει την ευθύνη της συντήρησης και φροντίδας του άλλου συζύγου και των εξαρτωμένων τέκνων και στο ύψος του βοηθήματος συνυπολογίζονται οι βασικές ανάγκες της οικογένειας».
Εξάλλου, ο ορισμός «βασικές ανάγκες» στο άρθρο 2 του Νόμου περιλαμβάνει «τροφή, απαραίτητη ένδυση και υπόδηση, υδατοπροµήθεια, καύσιµα, φωτισµό, είδη υγιεινής διαβίωσης, καθώς επίσης ανάγκες σχετικές µε την προσωπική άνεση του αιτητή και κάθε προσώπου που εξαρτάται από αυτόν».
Συνεπώς το άρθρο 12 εντέθηκε στο Νόμο, ώστε κατά τον υπολογισμό και καθορισμό των αναγκών ενός αιτητή που δικαιούται δημοσίου βοηθήματος να λαμβάνονται υπόψη οι βασικές ανάγκες του/της συζύγου ή τυχόν εξαρτώμενων τέκνων των οποίων έχει την ευθύνη συντήρησης.
Στην προκειμένη περίπτωση η σύζυγος του αιτητή δεν εργαζόταν και διέμενε μαζί του. Συνεπώς δεν βλέπω κανένα απολύτως λόγο που να δικαιολογεί την αφαίρεση των αναγκών της από τον υπολογισμό του ύψους του δημοσίου βοηθήματος όπως αρχικά εγκρίθηκε στον αιτητή, ο οποίος για τους σκοπούς του Νόμου ευθύνεται για τη συντήρηση και φροντίδα της συζύγου του. Επιβεβαίωση τούτου παρέχεται από το άρθρο 7 του Νόμου, το οποίο προνοεί:
«7. Εάν ο αιτητής συγκατοικεί µε το σύζυγό ή τη σύζυγό του, τότε, για να διαπιστωθεί κατά πόσο ικανοποιεί τις προϋποθέσεις για την παροχή σ' αυτόν δηµόσιου βοηθήµατος και για τον προσδιορισµό του ύψους του εν λόγω βοηθήµατος, λαµβάνονται υπόψη, ως σύνολο, τόσο οι ανάγκες και των δύο, όσο και τα εισοδήµατα και οι οικονοµικοί τους πόροι. Τούτο ισχύει και στην περίπτωση δύο προσώπων τα οποία συζούν ως σύζυγοι.»
Το άρθρο 3 του Νόμου θέτει τις προϋποθέσεις για να δικαιούται κάποιος δημοσίου βοηθήματος αυτοτελώς και με αίτηση του ιδίου. Πεπλανημένα το εφάρμοσαν εδώ οι καθ' ων η αίτηση - συγκεκριμένα το εδάφιο 5 του άρθρου 3 - προκειμένου να θεωρήσουν τη σύζυγο του αιτητή ως μη δικαιούχο και να μειώσουν το ποσό του βοηθήματος που ο ίδιος δικαιούται. Το άρθρο 3 θα μπορούσε να τύχει εφαρμογής σε περίπτωση που η ίδια η σύζυγος υπέβαλλε αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος.
Η διαπίστωση πλάνης ως προς την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου από τους καθ' ων η αίτηση επισφραγίζει την τύχη της παρούσας προσφυγής. Ωστόσο, θα ασχοληθώ και με τον τελευταίο λόγο ακύρωσης που προβλήθηκε από τον αιτητή ο οποίος αφορά στην αναρμοδιότητα του προσώπου που έλαβε την επίδικη απόφαση.
Η μείωση/αναθεώρηση/ανάκληση του βοηθήματος εμπίπτει βεβαίως στις εξουσίες του «Διευθυντή», όρος ο οποίος, κατά το άρθρο 2 του Νόμου, σηµαίνει το ∆ιευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευηµερίας ή τον κατάλληλα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του. Εν προκειμένω, την επίδικη απόφαση έλαβε η κα Μουστερή, Αν. Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Γερμασόγειας, προς την οποία η τότε Διευθύντρια είχε παραχωρήσει γραπτή εξουσιοδότηση ημερομηνίας 10.9.2012 να ενεργεί για σκοπούς εφαρμογής του Νόμου «κατά τη διάρκεια απουσίας του Προϊστάμενου» (Παράρτημα 16 στην ένσταση). Ωστόσο, δεν υπάρχει οποιοδήποτε στοιχείο ενώπιον του Δικαστηρίου ούτε τέθηκε από την πλευρά των καθ' ων η αίτηση οτιδήποτε σε σχέση με το λόγο της αναπλήρωσης και ειδικότερα κατά πόσο αυτή οφειλόταν στην απουσία του Προϊσταμένου. Συνεπώς η εξουσιοδότηση από μόνη της δεν επαρκεί για να θεμελιώσει την αρμοδιότητα του προσώπου που υπογράφει την επίδικη απόφαση.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με €1300 έξοδα πλέον ΦΠΑ υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων η αίτηση.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
/ΣΓεωργίου