ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D757
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Συνεκδικαζ.Υποθ. Αρ.916 /2012 και 1159/2012)
18 Noεμβρίου, 2015
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δικαστής]
Αναφορικά με τo ΄Αρθρo 146 του Συντάγματος
(Υποθ. Αρ.916 /2012)
ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ
Αιτητή,
-και -
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
(Υπόθ. Αρ.1159/2012)
ΜΑΡΙΟΣ ΜΑΥΡΙΚΙΟΥ,
Αιτητή,
-και -
ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΚΥΠΡΟΥ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Α.Κωνσταντίνου, για τον αιτητή στην προσφυγή 916/12, Θ.Κουσπή, (κα.), για τον αιτητή στην 1159/12
Π.Πολυβίου με Μ.Αντωνίου, (κα.), για τους καθ΄ων η αίτηση
Α.Σ.Αγγελίδης, για το ενδιαφερόμενο μέρος και στις δύο προσφυγές.
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι αιτητές ΅ε τις παρούσες προσφυγές τους ζητούν από το Δικαστήριο την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση, η΅ερ.22/5/2012, η οποία εκδόθηκε κατόπιν επανεξέτασης και η οποία εγκρίθηκε από το Υπουργικό Συ΅βούλιο κατά ή περί την 25/5/2012, ΅ε την οποία διόρισαν τον κ. Θέ΅η Θε΅ιστοκλέους, στο εξής «το ΕΜ», στη ΅όνι΅η θέση Γενικού Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Ιδρύ΅ατος Κύπρου, αναδρο΅ικά από 20/11/2002, αντί των Αιτητών
Ο Αιτητής στην προσφυγή Υπ. Αριθμό 916/2012 είναι Μιχάλης Στυλιανού και στην προσφυγή Υπ. Αριθμό 1159/2012 ο Μάριος Μαυρίκιου.
Η προσβαλλόμενη απόφαση εκδόθηκε κατόπιν επανεξέτασης, αφού προηγήθηκε η ακυρωτική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στις 11/5/2012, κάνοντας αποδεκτές τις Συνεκδικαζόμενες Προσφυγές 8/2008 και 255/2008 των αιτητών, εναντίον του διορισμού στην επίδικη θέση του ΕΜ.
Είναι χρήσιμο να παρατεθεί το ιστορικό μέχρι την επίδικη πράξη. Προηγήθηκε η αρχική προκήρυξη της θέσης στις 16/4/2002 και μεταξύ των υποψηφίων ήταν οι Αιτητές και το ΕΜ.
Ακολούθως οι Αιτητές και ΕΜ παρεκάθησαν σε προφορική εξέταση ενώπιον του Διοικητικού Συ΅βουλίου του Ιδρύ΅ατος.
Την 28/10/2002, και προτού ολοκληρωθεί η διαδικασία πλήρωσης της θέσης, παραιτήθηκε το ΅έλος του Διοικητικού Συ΅βουλίου του Ρ.Ι.Κ. Α.Χρυσάνθου, ο οποίος αντικαταστάθηκε ΅ε το διορισ΅ό, ως νέου ΅έλους, του κ. Μ.Ψάρια. Κατά την 12/11/2002, που λήφθηκε η σχετική απόφαση, ο κ. Ψάριας, που ήταν παρών στη συνεδρία, απεχώρησε και δεν έλαβε ΅έρος στην λήψη της απόφασης, προφανώς για να περισωθεί η διεξαχθείσα προφορική εξέταση.
Στη συνέχεια το Διοικητικό Συ΅βούλιο του Ιδρύ΅ατος, την 12/11/2002, απεφάσισε τον διορισ΅ό του Αιτητή Μάριου Μαυρίκιου, στη ΅όνι΅η θέση Γενικού Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Ιδρύ΅ατος Κύπρου. Η εν λόγω απόφαση έτυχε της έγκρισης του Υπουργικού Συ΅βουλίου την 20/11/2002.
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης των καθ' ων η Αίτηση ο Αιτητής Μιχάλης Στυλιανού καταχώρησε την προσφυγή 1188/2002 στο Ανώτατο Δικαστήριο, η οποία συνεκδικάστηκε ΅ε την προσφυγή 1224/2002 που ήγειρε άλλος υποψήφιος. Την 30/9/2004 εκδόθηκε η Απόφαση του Δικαστηρίου, ΅ε την οποία απερρίφθησαν οι προσφυγές και επικυρώθηκε ο διορισ΅ός του Αιτητή Μάριου Μαυρίκιου.
Ο Αιτητής Μιχάλης Στυλιανού και ο άλλος υποψήφιος καταχώρησαν τις Αναθεωρητικές Εφέσεις 3884 και 3890, αντίστοιχα. Η Ολο΅έλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου εξέδωσε, την 26/6/2007, απόφαση ΅ε την οποία έκα΅ε αποδεκτές τις πιο πάνω Εφέσεις και ακύρωσε, αναδρο΅ικά, τον διορισ΅ό του κ. Μάριου Μαυρίκιου στη ΅όνι΅η θέση Γενικού Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Ιδρύ΅ατος Κύπρου, για το λόγο ότι η σύνθεση του Διοικητικού Συ΅βουλίου του Ιδρύ΅ατος ήταν παράνο΅η και άκυρη. Πρόκειται για την υπόθεση Μιχ.Στυλιανού κ.ά. ν. ΡΙΚ (2007)3 Α.Α.Δ. 308.
Ενόψει αυτής της εξέλιξης οι καθ' ων η Αίτηση προχώρησαν στην επανεξέταση της πλήρωσης της επίδικης θέσης και την 6/12/2007 αποφάσισαν το διορισ΅ό του ΕΜ κ. Θέ΅η Θε΅ιστοκλέους στη ΅όνι΅η θέση Γενικού Διευθυντή του Ραδιοφωνικού Ιδρύ΅ατος Κύπρου, αναδρο΅ικά από 12/11/2002, Η εν λόγω απόφαση των καθ' ων η Αίτηση έτυχε της έγκρισης του Υπουργικού Συ΅βουλίου την 19/12/2007.
Εναντίον της πιο πάνω νέας απόφασης των καθ' ων η Αίτηση, ο αιτητής Μιχάλης Στυλιανού καταχώρησε την προσφυγή 8/2008 η οποία συνεκδικάστηκε ΅ε την προσφυγή 255/2008 που ήγειρε ο αιτητής Μάριος Μαυρίκιος. Την 11/5/2012 εκδόθηκε η Απόφαση του Δικαστηρίου, ΅ε την οποία ακυρώθηκε ο διορισ΅ός του κ. Θέ΅η Θε΅ιστοκλέους στην επίδικη θέση. Το Ε.Μ. Θέ΅ης Θε΅ιστοκλέους καταχώρησε την Αναθεωρητική Έφεση 120/12, η οποία εκκρε΅εί.
Οι καθ' ων η αίτηση επανεξέτασαν τη πλήρωση της επίδικης θέσης και την 22/5/2012 απεφάσισαν εκ νέου το διορισ΅ό του Ενδιαφερό΅ενου Μέρους Θέ΅η Θε΅ιστοκλέους στη επίδικη θέση, αναδρο΅ικά από 20/11/2002. Η εν λόγω απόφαση του καθ' ου η Αίτηση έτυχε της έγκρισης το Υπουργικό Συ΅βούλιο. Είναι αυτή η απόφαση που αποτελεί το αντικείμενο των προσφυγών υπό εκδίκαση.
Επειδή οι πιο πάνω οι αιτητές στρέφονταν με τις προσφυγές τους εναντίον της ίδιας διοικητικής πράξης και ΕΜ, κατόπιν συναίνεσης των διάδικων μερών, αποφασίστηκε η συνεκδίκαση τους αφού το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο για αυτούς.
Οι αιτητές, προς ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, προβάλουν ουσιαστικά δύο λόγους ακύρωσης. Παραβίαση του δεδικασμένου την ακυρωτικής απόφασης και πλάνη περί τα πράγματα ως προς τα πρόσθετα προσόντα και την πείρα τους και συγκριτικά με το ΕΜ, αλλά και γενικότερα μη δέουσα έρευνα και μη επαρκή αιτιολογία.
Προς απόρριψη της προσφυγής 1159/2012 του Αιτητή κ. Μαυρίκιου, ως απαράδεκτης, το ΕΜ προβάλλει προδικαστική ένσταση ότι δεν έχει έννομο συμφέρον προσβολής του διορισμού του ΕΜ, αφού κατά τον ουσιώδη χρόνο προκήρυξης της επίδικης θέσης και την από μέρους του υποβολής της αίτησης διεκδίκησης της, ήταν ταυτόχρονα μέλος του διοικητικού συμβουλίου των καθ' ων η αίτηση και αιτητής, ενώ την παραίτηση του την υπέβαλε στις 17.5.2002 στο Υπουργικό Συμβούλιο, ενώ η έπαυσε να είναι μέλος στις 5.6.2002 και όταν είχε λήξει η προθεσμία υποβολής των επίδικων αιτήσεων.
Η εν λόγω προδικαστική υποβλήθηκε και απορρίφθηκε από την ακυρωτική απόφαση επί της προσφυγής 8/2008 στο Ανώτατο Δικαστήριο η οποία συνεκδικάστηκε ΅ε την προσφυγή 255/2008. Εναντίον της εν λόγω ακυρωτικής απόφασης το ΕΜ καταχώρησε την Α.Ε.120/1012 η οποία εκκρεμεί.
Η προδικαστική ένσταση δεν ευσταθεί. Στην ακυρωτική απόφαση αναφέρονται τα ακόλουθα τα οποία και κρίνω ότι εφαρμόζονται.
«Το θέμα εξετάστηκε στη Μιχάλης Στυλιανού κ.ά. ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου κ.ά., Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 1188/02 και 1224/02, 30/9/04, όπου, μετά από ανασκόπηση των νομοθετικών προνοιών που το διέπουν και της σχετικής νομολογίας, αποφασίστηκε ότι η νομότυπη υποβολή παραίτησης μέλους διοικητικού συμβουλίου είναι αρκετή για τον τερματισμό του διορισμού του και ότι η παρουσία του Μάριου Μαυρίκιου στη συνεδρία της 16/4/2002 ήταν απόλυτα τυπική, αφού, κατά την εν λόγω ημερομηνία, αποφασίστηκε η προκήρυξη διαφόρων θέσεων, μέσα στις οποίες περιλαμβανόταν και η θέση του Γενικού Διευθυντή. ΄Οπως αναφέρθηκε από το Δικαστήριο, το Διοικητικό Συμβούλιο άρχισε να ασχολείται ουσιαστικά με την πλήρωση της θέσης στη συνεδρία της 21/5/2002, κατά την οποία ο Μάριος Μαυρίκιος δε συμμετείχε, υπήρξε ενημέρωση των υπολοίπων μελών από τον Πρόεδρό του για την υποβολή της παραίτησής του και εκφράστηκαν οι ευχαριστίες του Διοικητικού Συμβουλίου προς αυτόν για την προσφορά του. Καίτοι η Μιχάλης Στυλιανού κ.ά. ν. Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου κ.ά., (πιο πάνω), ανατράπηκε κατ' έφεση για άλλο λόγο - (πάσχουσα σύνθεση) - τα λεχθέντα για το θέμα της παραίτησης του Μάριου Μαυρίκιου δεν ανατράπηκαν. Συμφωνώ με αυτά και τα υιοθετώ για τους σκοπούς της παρούσας.»
Η εν λόγω προδικαστική ένσταση απορρίπτεται.
Οι αιτητές προβάλλουν περαιτέρω ότι κατά την επανεξέταση παραβιάσθηκε το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης, κυρίως ως προς την διαπίστωση των καθ' ων η αίτηση ότι το ΕΜ κατείχε την απαιτούμενη διοικητική ή εποπτική πείρα σε ανώτερη θέση.
Οι καθ' ων οι αίτηση καθώς και το ΕΜ απορρίπτουν αυτή τη θέση και προς απάντηση παραθέτουν το απόσπασμα από τα πρακτικά των καθ' ων η αίτηση με την οποίο περιγράφουν ότι το ΕΜ πληροί το επίδικο προσόν αφού εργάσθηκε ως Διευθυντής του ΚΥΠΕ, ενώ εργάσθηκε στο ΡΙΚ ως βοηθός συντάκτης 1978-82, Ανώτερος βοηθός συντάκτης και Αναπληρωτής Υπεύθυνος Σύνταξης 1982-88 και Υπεύθυνος Σύνταξης 1989-98, με την τελευταία θέση να είναι στην Κλίμακα Α11-12. Προς τούτο προβάλλουν ότι, «είχε την ευθύνη για όλη την διαδικασία ετοιμασίας και μετάδοσης του τηλεοπτικού δελτίου ειδήσεων. Προϊστατο, συντόνιζε και επόπτευε όχι ΅όνο το συντακτικό προσωπικό του Τ΅ή΅ατος Ειδήσεων, αλλά και τους αθλητικογράφους, παραγωγούς, κινη΅ατογραφιστές, ΅οντέρ και το προσωπικό των στούντιο, που εργάζονταν στη βάρδια του. Ως Υπεύθυνος Σύνταξης ήταν επιφορτισ΅ένος ΅ε την οργάνωση, προγρα΅΅ατισ΅ό και συντονισ΅ό καθώς και την αξιολόγηση του συντακτικού προσωπικού του Τ΅ή΅ατος Ειδήσεων. Οι ευθύνες και οι εργασίες αυτές συνεπάγονταν την διεκπεραίωση διοικητικών και εποπτικών καθηκόντων.»
Είναι γνωστό ότι ο ισχυρισμός περί παραβίασης του δεδικασμένου εξετάζεται πάντα σε συνάρτηση με το περιεχόμενο της απόφασης του Δικαστηρίου για την οποία αναφέρεται αυτό και συγκεκριμένα μόνο σε σχέση για αυτά τα οποία το Δικαστήριο εξέτασε και αποφάσισε. Μόνο για αυτά υπάρχει η δέσμευση του δεδικασμένου και η διοίκηση είναι υποχρεωμένη κατά την επανεξέταση να τα λάβει υπόψη και να συμμορφωθεί πλήρως ως προς το περιεχόμενο τους. Στη Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349), επισημάνθηκε, μεταξύ άλλων, ότι:
«Το δεδικασμένο προϋποθέτει κατ' αρχήν τη δικαστική απόφανση επί της ουσίας εγειρομένης διαφοράς και όχι επί καταλήξεων όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας. Έπειτα, ως προς το περιεχόμενο του, το δεδικασμένο συνίσταται σε ό,τι καλύτει η απόφανση είτε ρητά είτε ως αναπόφευκτο συμπέρασμα: βλ. Πιερής ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 1054. Η δικαστική απόφανση, όπως χρησιμοποιούμε τον όρο, δεν περιορίζεται σε μόνο το διατακτικό αλλά εκτείνεται και στην όποια διαπίστωση του Δικαστηρίου επί επίδικου θέματος, πραγματικού ή νομικού, στο βαθμό που απαιτείται για την κατάληξη την οποία εκφράζει το διατακτικό. Αυτή η αντίκρυση του θέματος λαμβάνει υπόψη τόσο τις αγγλικές αρχές επί του θέματος - οι πιο σημαντικές αποφάσεις εκτίθενται στην Πιερής ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω) - αλλά και τις αρχές που επικράτησαν στην Ελλάδα κατά την ερμηνεία σχετικής διαταγής αναφορικά με τον προσδιορισμό του κριθέντος θέματος.»
Περαιτέρω είναι ορθό ότι η διοίκηση δεσμεύεται κατά την επανεξέταση να θεραπεύει μόνο το σημείο που κρίθηκε τρωτό από το ακυρωτικό Δικαστήριο (βλ. Αργυρού ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 639, Ναζίρης ν. ΡΙΚ (2007)3 Α.Α.Δ. 38).
Από την ακυρωτική απόφαση μεταφέρω τα εξής:
«Στα πρακτικά δεν αναφέρω οτιδήποτε σχετικά με το ποια από τα ακθήκοντα του ΕΜ και των αιτητών, σε συνάρτηση με τη θέση που κατείχαν, θεωρήθηκε ότι συνιστούσαν δεκαετή, τουλάχιστον, πείρα σε υπεύθυνη θέση, από την οποία πενταετή, το ελάχιστο, διοικητική ή εποπτική πείρα σε ανώτερη θέση.
Το δικαστήριο δεν προβαίνει σε πρωτογενή έρευνα και δεν ασκεί ουσιαστική κρίση επί του θέματος της κατοχής των προσόντων, απλά ελέγχει την παράλειψη διενέργεια επαρκούς έρευνας προς διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης, την πιθανότητα ύπαρξης πλάνης περί τα πράγματα και την υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του αρμοδίου οργάνου - (βλ. Ευθυμίου ν. Δημοκρατίας (1997) 4 Α.Α.Δ. 1638).
Με παρόμοιο τρόπο, το Διοικητικό Συμβούλιο προσέγγισε και το πλεονέκτημα, σημειώνοντας, χωρίς περαιτέρω εξειδίκευση: «Ενόψει της διαζευκτικής διατύπωσης του μη γλωσσικού πλεονεκτήματος ('υπηρεσία σε διευθυντική θέση ή μακρά και ευδόκιμη πείρα στη ραδιοφωνία/τηλεόραση'), κρίθηκε ότι και οι 10 πιο πάνω υποψήφιοι κατείχαν το πλεονέκτημα.» και: «... οι κύριοι Θεμιστοκλέους Θέμης, Μαυρίκιος Μάριος, Στυλιανού Μιχάλης και Χατζηϊωάννου Χρύσανθος, κατείχαν το πλεονέκτημα όχι μόνο λόγω υπηρεσίας σε διευθυντική θέση αλλά και λόγω της μακράς και ευδόκιμης πείρας τους στη ραδιοφωνία/τηλεόραση».
Το πώς εξακριβώθηκε όχι μόνο η διάρκεια της πείρας αλλά και το επίπεδό της μέσα από συγκεκριμένη απασχόληση παρέμεινε αδιευκρίνιστο, με αποτέλεσμα να μην μπορεί, με ασφάλεια, να εξαχθεί συμπέρασμα για την κατοχή του πιο πάνω προσόντος και η σχετική κρίση του Διοικητικού Συμβουλίου να παραμένει αναιτιολόγητη.
Επίσης, το Διοικητικό Συμβούλιο παρέλειψε να καθορίσει εκ των προτέρων τις έννοιες «υπεύθυνη θέση», «διοικητική πείρα», «εποπτική πείρα», «ανώτερη θέση» και «μακρά» και ευδόκιμη πείρα», για να είναι δυνατός, στο στάδιο της αξιολόγησης των προσόντων, ο αναγκαίος συσχετισμός, προς το σκοπό διακρίβωσης ότι οι υποψήφιοι κατείχαν τα συγκεκριμένα προσόντα και το πλεονέκτημα.
Εν τέλει η κατάληξη του Δικαστηρίου ήταν ότι «οι απλές φραστικές διαπιστώσεις» του Διοικητικού Συμβουλίου ότι οι υποψήφιοι κατείχαν τα συγκεκριμένα προσόντα της παρ.(2) του Σχεδίου Υπηρεσίας δεν ικανοποιούν τα κριτήρια της νομολογίας σε σχέση με τη δέουσα έρευνα και αιτιολογία.
Η επανεξέταση πρέπει να διενεργείται στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος και όχι εφ΄όλης της ύλης, αφού η Διοίκηση κατά την επανεξέταση δεσμεύεται από τα νομικά και πραγματικά δεδομένα τα οποία αποτέλεσαν λειτουργικά ευρήματα και ακριβώς οδήγησαν στην ακύρωση (βλ. Κυπριακή Δημοκρατία ν. Κούλουμου (2010)3 Α.Α.Δ.293).
Στην υπό κρίση απόφαση των καθ΄ων η αίτηση πρώτιστα γίνεται αναφορά στην ακυρωτική απόφαση. Ο Πρόεδρος ενημερώνει τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου για την ακύρωση του διορισμού του ΕΜ (Θέμη Θεμιστοκλέους) με την απόφαση ημερ. 11.5.2012. Μάλιστα ενώπιον του Συμβουλίου τίθεται η απόφαση και η γνωμάτευση του νομικού συμβούλου του Ιδρύματος επί τω ότι αν οι καθ΄ων η αίτηση θα προέβαιναν σε επανεξέταση του θέματος, θα έπρεπε να υπάρξει πλήρης συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση.
Φαίνεται από το όλο κείμενο στο πρακτικό της επίδικης απόφασης (παρ.Α) ότι και το Σχέδιο Υπηρεσίας ήταν ενώπιον του Συμβουλίου και οι πρόνοιες του εξηγήθηκαν εκτενώς από το νομικό σύμβουλο του Οργανισμού, ειδικά οι διάφορες πρόνοιες εκ της παρ.(2) των απαιτουμένων προσόντων. Και μάλιστα - όπως σαφώς αναφέρεται στη σελ.2 του ιδίου πρακτικού - αυτές οι πρόνοιες συσχετίστηκαν και αναλύθηκαν «σε συνάρτηση με τα σχετικά σχόλια στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 11.5.2002».
Τονίστηκε περαιτέρω ποίο είναι το βασικό ζητούμενο για τη θέση, για τα καθήκοντα της οποίας ομοίως γίνεται αναφορά. Καταγράφεται επίσης με μεγάλη λεπτομέρεια και η έρευνα και η αιτιολογία, στη βάση και στις παραμέτρους που υπέδειξε η ακυρωτική απόφαση.
Ακόμα στην προβαλλόμενη απόφαση, τίθενται με περισσή ανάλυση (και όχι απλή καταγραφή) οι λόγοι για τους οποίους το ΕΜ και οι αιτητές κρίθηκαν προσοντούχοι. Προσθέτως το Συμβούλιο αναφέρει συγκεκριμένα ποια καθήκοντα, πείρα και σταδιοδρομία του ΕΜ λήφθηκαν υπόψη για την κατάληξη ότι κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα και το πλεονέκτημα.
Παρά το ότι το Συμβούλιο δεν καθορίζει τις έννοιες (ως η υπεύθυνη θέση, διοικητική πείρα, εποπτική πείρα κ.λπ) εξηγεί με πληρότητα και δίδει τους λόγους για τους οποίους θεωρεί ότι το ΕΜ κατέχει το απαιτούμενο προσόν της παρ.2 του σχεδίου υπηρεσίας, εξηγώντας στην πράξη και ad hoc τις έννοιες.
Κρίνω ότι όχι μόνο δεν υπάρχει παραβίαση του δεδικασμένου αλλά θεωρώντας συνολικά και επιμέρους την επίδικη απόφαση ως αποδίδεται στο επίδικο πρακτικό, κρίνω ότι δεν προκύπτει ο,τιδήποτε το μεμπτό ως οι εισηγήσεις των αιτητών. Εν αντιθέσει με τα θεωρούμενα ως μεμπτά στην απόφαση 11/5/2012, εν προκειμένω δεν πρόκειται απλώς για «απλές φραστικές διαπιστώσεις του Διοικητικού Συμβουλίου».
Αντιθέτως η αξιολόγηση των υποψηφίων γίνεται με τρόπο που δεικνύει δέουσα έρευνα, ύπαρξη αιτιολογίας και καθόλου δεν στοιχειοθετείται η θέση ότι οι καθ΄ων πλανήθηκαν ως προς την πείρα των διαδίκων.
Αφού γίνεται η επιλογή των 3 επικρατεστέρων από τους 10 υποψηφίους (δηλαδή των αιτητών και του ΕΜ) δίδεται πλήρης και επαρκής αιτιολογία γιατί το ΕΜ έχει και τα προσόντα και το πλεονέκτημα υπηρεσίας σε διευθυντική θέση (Διευθυντής Κυπριακού Πρακτορείου Ειδήσεων) και καταδεικνύεται «η μακρά και ευδόκιμη πείρα στη ραδιοφωνία και τηλεόραση». Εξηγούνται περαιτέρω τα καθήκοντα του ως Υπεύθυνος Σύνταξης και γιατί συνιστούν «διεκπεραίωση εποπτικών και διοικητικών καθηκόντων». Σημειώνεται ακόμη ότι ήταν αναπληρωτής του Διευθυντή Ειδήσεων και ανώτερο στέλεχος του ΡΙΚ.
Στη συνέχεια αφού γίνεται και λεπτομερής αναφορά στους αιτητές και στη συζήτηση των τριών υποψηφίων με βάση πλήρη αξιολόγηση των προσόντων, πείρας και αξίας του καθενός, σε συνάρτηση πάντα με το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, η πλειοψηφία του Διοικητικού Συμβουλίου καταλήγει ότι το ΕΜ υπερείχε και παραθέτοντας αυτά που λήφθηκαν υπόψη (εν συνεχεία αυτών που ήδη εξηγήθηκαν) τίθενται τα ακόλουθα:
Οι αιτητές με πληθώρα θεωρήσεων και υποδείξεων στοχοποιούν ως μεμπτή την επίδικη απόφαση. ΄Εχω εξετάσει όλες τις προτεινόμενες αιτιάσεις μεμπτότητας. Αποτελούν «μικροσκοπικές» θεωρήσεις για προβαλλόμενα ελαττώματα, όπως π.χ. ότι παρέμεινε αδιευκρίνιστο το προσόν ή το πλεονέκτημα που αφορούσε το ΕΜ., ότι δεν αναφέρθηκαν το τι συνιστούσε δεκαετή πείρα και πενταετή τουλάχιστον διοικητική ή εποπτική πείρα σε ανώτερη θέση, χρήση πληθυντικού αριθμού στη λέξη προσόντα και ομοίως και άλλα.
Αυτές οι «απομονωτικές» αναφορές αδικούν την επίδικη απόφαση, η οποία και κρινόμενη συνολικά και σ΄όλη της την εμβέλεια «απαντά» με ικανοποιητικό τρόπο τις εισηγήσεις και με σφαιρικό τρόπο παρουσιάζει πλήρως και τη διεργασία σκέψης ως προς τα προσόντα και πλεονέκτημα, σε συνάρτηση με το Σχέδιο Υπηρεσίας, την κατοχή πρόσθετων προσόντων και υπεροχής σε πείρα αλλά και δίδει κατάλληλο έρεισμα ως προς το γιατί το ΕΜ κρίθηκε ο καταλληλότερος.
Το Δικαστήριο στην ακυρωτική του δικαιοδοσία δεν υποκαθιστά το έργο της Διοίκησης, και το Δικαστήριο δεν ακυρώνει απόφαση διορισμού ή προαγωγής αν η απόφαση λήφθηκε με το Νόμο και τα γεγονότα της συγκεκριμένης υπόθεσης και ήταν εύλογα επιτρεπτή (Μιλτιάδους ν. ΕΔΥ (1989) 3Γ Α.Α.Δ. 1318).
΄Οπως εύστοχα επισημαίνουν οι δικηγόροι των καθ΄ων η αίτηση και του ενδιαφερομένου μέρους η θέση είναι πρώτου διορισμού και υψηλή ιεραρχικά, ανοικτή σε διεκδίκηση από κάθε προσοντούχο, είτε βρίσκεται στη συγκεκριμένη υπηρεσία είτε όχι και με ευρύτερη διακριτική ευχέρεια του διορίζοντος οργάνου. (βλ. Δημοκρατία ν. Πανταζή (1991) 3 Α.Α.Δ. 47 και Κυριακόπουλος Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο 4η έκδοση, τόμος Β, σελ.387).
Να αναφερθεί επίσης ότι σίγουρα ο Καν.4 της ΚΔΠ 317/87 δεν περιορίζει τα κριτήρια στη βάση των οποίων λαμβάνεται η απόφαση διορισμού ή προαγωγής. Θεωρείται εσφαλμένη η ερμηνεία που δίδεται από την πλευρά του αιτητή Στυλιανού.
Καταληκτικά κρίνεται ότι η επίδικη απόφαση ήταν εύλογη και αιτιολογημένη, ούτε βέβαια καταδείχθηκε πλάνη πραγματική ή νομική. Περαιτέρω, κρίνεται ότι οι αιτητές απέτυχαν να αποδείξουν έκδηλη υπεροχή (βλ. Αlexandrou v. KOT (1980) 3 C.L.R. 360, Georgiou ν. Republic (1976) 3 C.L.R. 74, και ΡΙΚ ν. Κωνσταντινίδου, (1997) 3 Α.Α.Δ. 338).
Συνεπώς, οι προσφυγές αποσυνενώνονται και απορρίπτονται. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται. ΄Εξοδα υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών ως θα υπολογιστούν από τον πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, λαμβανομένης υπόψη της διαταγής συνεκδίκασης.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου,
Δ.