ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D730
(Υπόθεση αρ. 166/2013)
4 Νοεμβρίου, 2015
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ AΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΜΕΤΑΞΥ:
ΛΟΥΗ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ
Αιτητή
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση.
.....
Νικ. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή
Λ. Ουστά (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση
Π. Παναγιώτου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος
....
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Ο αιτητής αμφισβητεί τη νομιμότητα απόφασης της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) ημερ. 4.12.12, η οποία δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερ. 25.1.13, σύμφωνα με την οποία προήχθηκε από 15.12.12 στη μόνιμη θέση Πληρεξούσιου Υπουργού, Εξωτερικές Υπηρεσίες (στο εξής η Θέση) ο Βασίλης Φιλίππου (ΕΜ), αντί του ιδίου.
Η διαδικασία πλήρωσης της Θέσης - θέση προαγωγής - ενεργοποιήθηκε με διάβημα του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών (στο εξής ο Διευθυντής) προς τον πρόεδρο της ΕΔΥ και η κρίσιμη συνεδρία έλαβε χώρα στις 4.12.2012.
Κατά την εν λόγω συνεδρία η ΕΔΥ, αφού καθόρισε τον κατάλογο των 8 προαξίμων, εξέτασε το θέμα της κατοχής των προβλεπόμενων στο Σχέδιο Υπηρεσίας πλεονεκτημάτων της Θέσης - καλή γνώση ξένης γλώσσας, κατά προτίμηση της γαλλικής και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος σχετικός με τις αρμοδιότητες του Υπουργείου Εξωτερικών - και αφού διαπίστωσε ότι τόσο ο αιτητής όσο και το ΕΜ διέθεταν τα εν λόγω προσόντα, έλαβε τη σύσταση του Διευθυντή ο οποίος πρότεινε ως καταλληλότερο για τη Θέση τον αιτητή με την πιο κάτω αιτιολογία:
«Ο Τηλεμάχου Λούης κατέχει σήμερα τη θέση του εκπροσώπου της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Επιτροπή Πολιτικής Άμυνας (ΕΠΑ) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θέση που θεωρείται πρεσβευτικού επιπέδου. Συνεχίζει να παράγει ουσιαστικότατο έργο κατά τη διάρκεια της κυπριακής προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης κάτω μάλιστα από πιεστικές συνθήκες. Παράγει ποσοτικά και ποιοτικά και, κατά την άποψη μου, υπερέχει ή/και δεν υστερεί ουσιαστικά σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση αυτές των τελευταίων πέντε χρόνων, αξιολογηθείς με 38 Εξαίρετα και 2 Πολύ Ικανοποιητικά. Δεν έχει παρουσιάσει οποιεσδήποτε παραλείψεις ή ελλείψεις σε σχέση με τη διεξαγωγή της εργασίας του.
Επίσης ο Τηλεμάχου διαθέτει το πλεονέκτημα της καλής γνώσης της Γαλλικής γλώσσας και της Γερμανικής καθώς και μεταπτυχιακό δίπλωμα. Σημειώνεται ότι ο συστηθείς υστερεί του ανθυποψηφίου με α/α 1 σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση, αλλά υπερέχει αυτού σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των τελευταίων πέντε χρόνων, αλλά και σε προσόντα, αφού κατέχει, πέραν της καλής γνώσης της Γαλλικής και της Γερμανικής, και μεταπτυχιακό δίπλωμα» (σημειώνεται ότι υποψήφιος με α/α 1 είναι το ενδιαφ. μέρος).
Η ΕΔΥ δεν ακολούθησε την πιο πάνω σύσταση του Διευθυντή και, όπως αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό, κατόπιν στάθμισης και συνεκτίμησης των τριών καθιερωμένων κριτηρίων προαγωγής στο σύνολό τους και απόδοσης σ' αυτά της ανάλογης βαρύτητας, επέλεξε το ΕΜ με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Καταλήγοντας στην πιο πάνω απόφαση της, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να υιοθετήσει τη σύσταση του Αν. Γενικού Διευθυντή για τον Τηλεμάχου Λούη, καθότι, συγκρινόμενος ο συστηθείς με τον επιλεγέντα, υστερεί αυτού σε αρχαιότητα στην παρούσα θέση, κατά τέσσερα χρόνια και έξι μήνες, στοιχείο που προσμετρά στον παράγοντα πείρα και κατ' επέκταση στην αξία και στην καταλληλότητα του υποψηφίου. Επίσης, ο συστηθείς δεν υπερέχει ουσιαστικά σε προσόντα ούτε και σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων. Ειδικότερα ο επιλεγείς έχει αξιολογηθεί με 33 εξαίρετος και 7 πολύ ικανοποιητικά, το έτος, 2007, στο σύνολο των τελευταίων πέντε χρόνων. Τέλος, ο επιλεγείς, όπως και ο συστηθείς, διαθέτουν και τα δύο πλεονεκτήματα.
Καταλήγοντας στην απόφασή της, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο επιλεγείς, συγκρινόμενος με τους λοιπούς υποψηφίους, δεν υστερεί ουσιαστικά σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση αυτές των τελευταίων πέντε χρόνων. Επίσης διαθέτει το πλεονέκτημα της καλής γνώσης της Γαλλικής γλώσσας αλλά και μεταπτυχιακό τίτλο Maitrise και Μaster of International Politics. O επιλεγείς υπερέχει σημαντικά σε αρχαιότητα όλων των ανθυποψηφίων του με βάση την παρούσα θέση από περίπου δυόμισι μέχρι και τεσσεράμισι χρόνια, στοιχείο που προσμετρά στον παράγοντα πείρα και κατ΄επέκταση στην αξία και στην καταλληλόλητα του υποψηφίου».
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι η απόφαση της ΕΔΥ για προαγωγή του ΕΜ είναι αναιτιολόγητη και προϊόν κακής άσκησης της διακριτικής εξουσίας της ΕΔΥ και πλάνης περί τα πράγματα.
Βασικά η επιχειρηματολογία του αιτητή περιστρέφεται γύρω από το ζήτημα της αιτιολόγησης της απόφασης από την ΕΔΥ, η οποία δεν υιοθέτησε την ευνοϊκή γι' αυτόν σύσταση του Διευθυντή. Ισχυρίζεται συναφώς ότι η απόκλιση δεν υποστηρίζεται από την απαιτούμενη ειδική και επαρκή αιτιολογία και, περαιτέρω, είναι αποτέλεσμα ελλιπούς έρευνας και συνακόλουθα πλάνης περί το νόμο και περί τα πράγματα. Συναφώς καταλογίζει στην ΕΔΥ χειρισμούς που αναδεικνύουν κακή άσκηση της διακριτικής της εξουσίας και διατείνεται ότι η επίδικη απόφαση «δεν συνοδεύεται με σαφή παράθεση αιτιολογικών στοιχείων και επεξηγηματικών παρατηρήσεων που να στοιχειοθετούν την απόφαση της κατά παρέκκλιση από τη σύσταση για την καταλληλότητα του Ενδιαφερόμενου Μέρους, σε σχέση με τη συνολική αξία, προσόντα και αρχαιότητα, όπως αυτά αποτυπώνονται στους υπηρεσιακούς φακέλους του Ενδιαφερόμενου Μέρους και του Αιτητή». Όπως δε ισχυρίζεται, με την προσβαλλόμενη απόφαση παραγκωνίστηκε τόσο η υπεροχή του στις υπηρεσιακές εκθέσεις της τελευταία πενταετίας, όσο και το πρόσθετο προσόν που διέθετε για καλή γνώση της Γερμανικής γλώσσας, το οποίο είναι σχετικό με τα καθήκοντα της Θέσης. Αντί τούτων, υπέβαλε, δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στο στοιχείο της αρχαιότητας του ΕΜ μολονότι επρόκειτο για Θέση που βρίσκεται ψηλά στην ιεραρχία. Με καταληκτικό, επιχείρημα, ότι οι διάδικοι δεν ήταν ισοδύναμοι εφόσον στη βάση των στοιχείων που είχε ενώπιον της η ΕΔΥ ο αιτητής υπερτερούσε έναντι του ΕΜ σε αξία.
Οι καθ΄ ων η αίτηση και το ΕΜ, υπεραμυνόμενοι της ορθότητας της προσβαλλόμενης απόφασης, αντιτείνουν ότι η επίδικη απόφαση ήταν το αποτέλεσμα αξιολόγησης και συνυπολογισμού του συνόλου των καθιερωμένων κριτηρίων προαγωγής και ο αιτητής δεν απέδειξε έκδηλη υπεροχή, η οποία θα δικαιολογούσε υπό τις περιστάσεις τη δικαστική επέμβαση. Υπογραμμίζουν συναφώς τη σημαντική υπεροχή του ΕΜ σε αρχαιότητα, καθώς και το αντίστοιχο προβάδισμα σε πείρα ως στοιχείο που επαυξάνει την αξία ενός υποψηφίου και διατείνονται ότι η γενική εικόνα των υπηρεσιακών εκθέσεων αναδεικνύει δύο ισοδύναμους υπαλλήλους. Προσθέτουν δε ότι το προσόν της καλής γνώσης της Γερμανικής γλώσσας ήταν ενώπιον της ΕΔΥ και λήφθηκε υπόψη κατά τη λήψη της επίδικης απόφασης, το περιεχόμενο της οποίας αποκαλύπτει με πειστικότητα και επάρκεια τους λόγους της απόκλισης από τη σύσταση του Διευθυντή και της επιλογής του ΕΜ.
Έχω εξετάσει την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία υπό το πρίσμα των αξιολογικών στοιχείων των υπηρεσιακών φακέλων. Όπως προκύπτει από τους υπηρεσιακούς φακέλους, με βάση τις βαθμολογίες των τελευταίων πέντε χρόνων ο αιτητής συγκέντρωσε 38 «εξαίρετος» έναντι 33 του ΕΜ. Οι εν λόγω βαθμολογίες όμως, δεν αποδίδουν στο σύνολό τους την εικόνα μιας σαφούς υπεροχής του αιτητή καθότι σύμφωνα με τη νομολογία η διαφορά μεταξύ δύο υποψηφίων κατά 3 έως 5 «εξαίρετος» σε μια πενταετία, δεν προσδίδουν σε αυτόν που έχει τα περισσότερα «εξαίρετος» υπεροχή στην αξία έναντι των υπολοίπων, αλλά απλώς πρέπει οι υπάλληλοι να θεωρούνται ισοδύναμοι (βλ. Πατσαλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 738). Έπεται πως η θέση του Διευθυντή ότι ο αιτητής υπερείχε του ΕΜ σε αξία δεν ήταν σύμφωνη με τη νομολογία και ορθά η ΕΔΥ έκρινε ότι μεταξύ τους δεν υφίστατο «ουσιαστική διαφορά» στο θέμα της αξίας.
Σ΄ ό,τι αφορά τα προσόντα, δεν παρατηρούνται αξιοσημείωτες διαφορές. Ο αιτητής κατείχε το Master of Arts in European Studies (University of Reading) και το ΕΜ το Μaster of International Politics (Universite Libre), τα οποία συνιστούσαν πλεονέκτημα με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας. Διέθεταν επίσης και οι δύο το έτερο πλεονέκτημα της καλής γνώσης ξένης γλώσσας, κατά προτίμηση της γαλλικής, ενώ ο αιτητής διέθετε επιπρόσθετα και καλή γνώση της γερμανικής με βάση σχετικό πιστοποιητικό του Ινστιτούτου Γκαίτε. Το συγκεκριμένο πιστοποιητικό περιλαμβάνεται στον κατάλογο «άλλων προσόντων» που είχε ενώπιον της η ΕΔΥ και επομένως παρά την αντίθετη άποψη του αιτητή δεν προκύπτει παραγκωνισμός του. Η νομολογία, επί του προκειμένου, αποκαλύπτει ότι τέτοιου είδους προσόντα είναι κατ' αρχήν υποδεέστερα των μεταπτυχιακών. Μεταπτυχιακά προσόντα κατείχαν αμφότεροι και ορθώς η ΕΔΥ απέδωσε σ΄ αυτά τη σημασία που θα έπρεπε να αποδώσει, εφόσον για σκοπούς στάθμισης λαμβάνονται υπόψη μόνο τα ακαδημαϊκά προσόντα και όχι τα διάφορα πιστοποιητικά παρακολούθησης μαθημάτων και εκπαιδεύσεων (βλ. Κανάρα v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1509/08, ημερ. 26.10.2010, Λάμπρου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ.783/02, ημερ. 19.4.2004 και Στεφανίδης v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1207/11. ημερ. 15.2.2013).
Στη βάση των πιο πάνω, καταλήγω, ότι η ΕΔΥ είχε ενώπιον της δύο ισοδύναμους υποψηφίους, από τους οποίους ο ένας - το ΕΜ - υπερτερούσε σε αρχαιότητα στην αμέσως προηγούμενη θέση, η οποία δεν παύει να αποτελεί ένα ουσιώδες στοιχείο για την κρίση των υποψηφίων για προαγωγή. Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων το ΕΜ κατείχε τη θέση Σύμβουλου ή Γενικού Πρόξενου Α΄ από 1.1.2003, ενώ ο αιτητής κατείχε την ίδια θέση από 1.7.2007. Υπάρχει επομένως μια σαφής υπεροχή του ΕΜ σε αρχαιότητα η οποία, δεδομένης της ισοδυναμίας στα υπόλοιπα κριτήρια, μπορούσε να υπερισχύσει. Σχετική είναι η Δημοκρατία v. Σταύρου (1999) 3 Α.Α.Δ. 71, 79, από την οποία το απόσπασμα:
«Η Επιτροπή, στην άσκηση διακριτικής ευχέρειας αν θα υιοθετήσει ή αν θα παρεκκλίνει από τη σύσταση του Προϊσταμένου, πρέπει να ενεργήσει με βάση τα νομοθετημένα κριτήρια. Η αρχαιότητα, ως ένα από τα τρία κριτήρια, μπορεί να αποτελέσει λόγο για απόκλιση από τη σύσταση του Προϊσταμένου, όταν οι υποψήφιοι είναι περίπου ισότιμοι σε αξία».
Ενόψει των πιο πάνω συσχετισμών οι οποίοι δεν στοιχειοθετούν έκδηλη υπεροχή του αιτητή, η ΕΔΥ μπορούσε να παρεκκλίνει από τη σύσταση του Διευθυντή αιτιολογώντας την παρέκκλιση, όπως και έπραξε, δίδοντας βαρύτητα στη σημαντική υπεροχή του επιλεγέντος σε αρχαιότητα και κατ' επέκταση στην ευρύτερη σχετική πείρα του. Δοθέντος δε ότι η απόκλιση από τη σύσταση έχει αιτιολογηθεί δεόντως, η επίδικη απόφαση είναι υπό τις περιστάσεις νόμιμη και μέσα στα πλαίσια της διακριτικής ευχέρειας της ΕΔΥ.
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή αποτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται βάσει του άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος, με €1.300 έξοδα προς όφελος των καθ΄ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ