ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D738
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1002 /2012)
5 Νοεμβρίου, 2015
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δικαστής]
Αναφορικά με τα ΄Αρθρα 28, 29 και 146 του Συντάγματος
DANY EDWARD AKAWI
Αιτητής,
-και -
KYΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ μέσω, Υπουργείου Εσωτερικών
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Δ.Zαβαλλής για Μιχαηλίδη & Ζαβαλλή, για τον αιτητή
Λ.Χριστοδουλίδου, (κα.), δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο αιτητής με βάση το αιτητικό της προσφυγής του ζητεί δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ημερ. 4.5.2012 με την οποία απέρριψαν το αίτημα του για απόκτηση κυπριακής ιθαγένειας, είναι παράνομη, άκυρη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Ο αιτητής καταγόμενος από το Λίβανο, πρωτοήλθε στην Κύπρο το 1976 σε ηλικία ενός έτους και παρέμεινε στην Κύπρο μέχρι τα τέσσερα του. Στις 21/06/2003 αφίχθηκε εκ νέου μαζί με τη σύζυγο του και τα δύο παιδιά του και στις 25/07/2003 αφού αιτήθηκε για έκδοση προσωρινής παραμονής ως επισκέπτης του παραχωρήθηκε μέχρι τις 28/04/2004.
Στις 23/01/2004 αιτήθηκε για ανανέωση της άδειας προσωρινής παραμονής του, η οποία του παραχωρήθηκε μέχρι τις 28/02/2005.
Στις 07/05/2004 αιτήθηκε για έκδοση προσωρινής παραμονής για εργασία, και του παραχωρήθηκε μέχρι τις 30/07/2007.
Στις 12/12/2005 υπέβαλε αίτηση για απόκτηση της Κυπριακής Ιθαγένειας και Πολιτογράφηση.
Στη συνέχεια η άδεια προσωρινής παραμονής του αιτητή συνέχισε να ανανεώνεται κανονικά μέχρι τις 26/07/2009 και μέχρι τις 31/12/2009. Έκτοτε σύμφωνα με τη Διοίκηση δεν ανανέωσε την άδεια παραμονής του, αφού έπαψε να διαμένει μόνιμα στην Κύπρο ενώ πραγματοποιούσε συχνά ταξίδια στη Δημοκρατία. Να σημειωθεί ότι η σύζυγος του αιτητή και τα παιδιά του αναχώρησαν από τη Δημοκρατία από τις 11/02/2006.
Η αίτηση που υπέβαλε ο αιτητής για απόκτηση της Κυπριακής Ιθαγένειας με Πολιτογράφηση αφού εξετάστηκε από τον υπουργό Εσωτερικών απορρίφθηκε στις 22/03/2012.
Δια της παρούσης προσφυγής ο αιτητής αναφέρει ότι η επίδικη πράξη είναι μεμπτή λόγω έλλειψης δέουσας έρευνας και αιτιολογίας και/ή ότι ελήφθη κατόπιν πραγματικής και νομικής πλάνης. Συγκεκριμένα, γίνεται επίκληση του Νόμου περί Αρχείου Πληθυσμού, Ν.141(Ι)/2002 ως έχει τροποποιηθεί και ιδιαίτερα του άρθρου 111 3ος Πίνακας. Συνεχίζει δε ο αιτητής λέγοντας ότι οι καθ΄ων η αίτηση λανθασμένα και/ή χωρίς τη δέουσα έρευνα και χωρίς επαρκή αιτιολογία η οποία να περιέχεται στην απόφαση ημερ. 4.5.2012 απέρριψαν την αίτηση του.
Στρεφόμενοι επί του περιεχομένου της απόφασης, Παράρτημα 18 επί της ένστασης, ως τέτοιοι λόγοι απόρριψης αναφέρονται οι εξής:
(α). Ο αιτητής δεν διαμένει πλέον στη Δημοκρατία, αλλά πηγαινοέρχεται ως επισκέπτης.
(β). Η οικογένεια του αιτητή από το 2008 έχει επιστρέψει στο Λίβανο για μόνιμη εγκατάσταση.
(γ). Ο αιτητής δεν ομιλεί την ελληνική και δεν έχει προσαρμοστεί στα ήθη και έθιμα του τόπου.
(δ). Δεν διατηρεί οποιουσδήποτε δεσμούς με τον τόπο.
(ε). Η Δημοκρατία δεν έχει κανένα όφελος από την πολιτογράφηση του.
Ο αιτητής στους πιο πάνω λόγους απόρριψης αντιτείνει μια άλλη εκδοχή και στη βάση αυτού του ισχυρισμού θεωρεί ότι υπήρξε ακριβώς πραγματική και νομική πλάνη της διοίκησης αλλά και έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Συγκεκριμένα ως προς τα σημεία (α) και (β) ανωτέρω τονίζεται ότι οι προϋπάρχουσες περιστάσεις του αιτητή ως προς τη διαμονή του στην Κύπρο αλλά και ιδιαίτερα του γεγονότος ότι κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης για πολιτογράφηση δηλαδή στις 12.12.2005 και για συνεχόμενη περίοδο μέχρι το τέλος του 2009 δεικνύει ότι αφενός διέμενε στην Κύπρο κατά τον ουσιώδη χρόνο αλλά και αφετέρου ότι το συμπέρασμα της διοίκησης πως δεν έχει πρόθεση διαμονής στην Κύπρο δεν ευσταθεί.
Σ΄αυτό το πλαίσιο εξέτασης έχει σημασία και το σημείωμα της Διευθύντριας του Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης προς τον Υπουργό, Παράρτημα 17 της ένστασης όπου γίνεται εισήγηση να απορριφθεί η αίτηση, αφού το υφιστάμενο καθεστώς του αιτητή ως επισκέπτη κρίνεται αρκούντως ικανοποιητικό. Αυτή η θέση υπό τύπον κατάληξης στη βάση ιδιαίτερα του γεγονότος ότι ο αιτητής διέμενε για αρκετά μεγάλο διάστημα στην Κύπρο θα έπρεπε να ενεργοποιήσουν τη διοίκηση τουλάχιστον στην περαιτέρω διερεύνηση του θέματος αφού ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι χρειάστηκαν 7 χρόνια για να καταλήξει στο αίτημα του αιτητή. ΄Εχει επίσης περαιτέρω δίκαιο ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή λέγοντας ότι ο τελευταίος είχε στη διάθεση του εξήγηση για την εργασία του εκτός Κύπρου σε συνεργαζόμενη με την κυπριακή εταιρεία που τον εργοδοτούσε στην Κύπρο καθώς και τη δυνατότητα να επαναεργοδοτηθεί στην Κύπρο. (βλ. Παραρτήματα 1-3 της γραπτής αγόρευσης του αιτητή). Ιδιαίτερα για το σημείο (β) φαίνεται να μη λήφθηκε επαρκώς υπόψη από τη διοίκηση η θέση που εξεφράσθη στην άποψη του Επάρχου Λεμεσού (βλ. Παράρτημα 17 επί της ένστασης), ότι δηλαδή ο λόγος της επιστροφής της οικογένειας του αιτητή στο Λίβανο ήταν η εκπαίδευση των παιδιών του.
Επί δε των σημείων (γ) και (δ) η απόλυτη θεώρηση της διοίκησης ως μέρος του αιτιολογικού ότι ο αιτητής δεν ομιλεί την ελληνική γλώσσα και δεν έχει προσαρμοστεί με τα ήθη και έθιμα του τόπου βασιζόμενη στις απόψεις του Αρχηγού της Αστυνομίας, Παράρτημα 17 της ένστασης που υιοθετήθηκαν από τη Διευθύντρια του Αρχείου Πληθυσμού εν πρώτοις και ακολούθως από τον Υπουργό, δεν μπορεί να κριθεί ως τεκμηριωμένη. Το ίδιο σε σχέση με τη θεώρηση ότι δεν έχει δεσμούς με τη Δημοκρατία. Ειδικά, σε συσχετισμό με τις απόψεις του Επάρχου, ο οποίος παρουσιάζει τον αιτητή ως ένα πρόσωπο ευγενικό με καλή συμπεριφορά και με σύνδεση του με την Κύπρο από τη παιδική του ηλικία, Παράρτημα 17, παραγρ.9. Επίσης έχει δίκαιο ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στην επισήμανση ότι μέσα στα πλαίσια των δεσμών του με τη Δημοκρατία θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη και το ότι ανήκει στην ορθόδοξη εκκλησία της Κύπρου αφού βαφτίστηκε σε αυτή στις 5 Ιανουαρίου 1978. Περαιτέρω, η κατάληξη ότι δε διατηρεί οποιουσδήποτε δεσμούς με τον τόπο αντιμάχεται της θέσης εκτός του ότι συνδέεται με τη Δημοκρατία από παιδί αλλά και το ότι είναι κάτοχος συνιδιόκτητου διαμερίσματος μαζί με τη μητέρα του στους Αγίους Ομολογητές στη Λευκωσία, όπως επίσης ότι η αδελφή του είναι κάτοχος κυπριακής υπηκοότητας και διαμένει σε ιδιόκτητο διαμέρισμα στη Λεμεσό καθώς και ότι, κατά πάντα χρόνο, ο αιτητής πηγαινοέρχεται στη Δημοκρατία.
Σε συνάρτηση δε με το στοιχείο (ε) η αιτιολογία που δίδεται είναι επιφανειακή αφού κανένα στοιχείο δεν παρουσιάζεται για να κριθεί το δημόσιο συμφέρον, αλλά υπό τύπο κατάληξης καταγράφεται ως λόγος απόρριψης της αίτησης του αιτητή ότι η Δημοκρατία δεν έχει όφελος από την πολιτογράφηση του. Η έλλειψη στοιχείων και τεκμηρίωσης ως προς το σημείο αυτό είναι πέραν από εμφανής. Η αόριστη επίκληση του δημοσίου συμφέροντος δεν συνιστά επαρκή αιτιολογία (Αγαθαγγέλου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 369).
Τόσο η επαρκής έρευνα στη διερεύνηση κάθε γεγονότος που σχετίζεται με το υπό εξέταση θέμα (Μotorways Ltd v. Υπουργείου Οικονομικών κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 447) όσο και η επαρκής αιτιολογία είναι αναγκαία στοιχεία για έγκυρη διοικητική πράξη.
Στη βάση αυτών που έχω εξηγήσει, κρίνω ότι η επίδικη πράξη πάσχει από έλλειψη δέουσας έρευνας και επαρκούς αιτιολογίας. Ως εκ τούτου η προσφυγή επιτυγχάνει και η επίδικη πράξη ακυρώνεται. ΄Εξοδα εκ ποσού €1.200 πλέον ΦΠΑ επιδικάζονται υπέρ του αιτητή.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου,
Δ.