ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D689
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 586/2012)
15 Οκτωβρίου, 2015
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146 ΚΑΙ 28 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. ANΤΩΝΗΣ ΛΙΑΤΣΟΣ,
2. ΕΛΕΝΗ ΛΙΑΤΣΟΥ,
Αιτητές,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
2. ΕΦΟΡΟΥ Φ.Π.Α.,
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Γ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Παρτασίδου (κα), για τους αιτητές.
Α. Ζερβού (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Οι αιτητές επιζητούν δήλωση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση ημερομηνίας 15.2.2012, με την οποία αποφασίστηκε η επιβολή μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ για τα πρώτα 200 τ.μ. για την κατοικία των αιτητών, με 5% για τα υπόλοιπα 42,69 τ.μ. σύμφωνα με τον ισχύοντα κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, είναι άκυρη.
Με τη γραπτή τους αγόρευση οι αιτητές υποστηρίζουν την αίτηση με τον ισχυρισμό ότι σύμφωνα με τον Πίνακα Γ, του Πέμπτου Παραρτήματος του Νόμου, ο οποίος ενσωματώθηκε στους περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμους, με βάση τον τροποποιητικό Νόμο 129(Ι)/2011, Νόμος που τροποποιεί τον περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμο, κριτήριο για το δικαίωμα καταβολής μειωμένου συντελεστή ΦΠΑ, είναι το λεγόμενο «συνολικό εμβαδόν» της οικοδομής. Παρέμεινε λοιπόν η αίτηση να στηρίζεται στον 9ο και 10ο λόγο ακύρωσης, του εσφαλμένου υπολογισμού του συνολικού εμβαδού της κατοικίας, ειδικότερα ότι η απόφαση μορφοποιήθηκε, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι εξαιρέσεις του Νόμου στον υπολογισμό του εν λόγω «συνολικού εμβαδού» και στη βάση εσφαλμένης ερμηνείας του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 2000, Νόμος 95(Ι)/2000, όπως τροποποιήθηκε, Πίνακας Γ, ο οποίος θεσπίστηκε με τον τροποποιητικό Νόμο, ως ανωτέρω, ως «συνολικό εμβαδόν» ορίζεται το άθροισμα των εμβαδών των καλυμμένων χώρων, εξαιρουμένων ορισμένων χώρων μηχανοστασίων, αποθηκευτικών, στάθμευσης και βεραντών. Ορίζεται ακόμα ότι μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ εφαρμόζεται για τα πρώτα 200 τ.μ.
Οι καθ΄ ων η αίτηση λανθασμένα προχώρησαν να υπολογίσουν την αξία του καθενός από τα 200 τ.μ. επί της οποίας εφαρμόζεται ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ ως το πηλίκο της διαίρεσης της αξίας της οικοδομής με το άθροισμα των εμβαδών των καλυμμένων χώρων, χωρίς αφαίρεση κανενός χώρου. Κατά τους αιτητές, η αξία του καθενός από τα 200 τ.μ., επί των οποίων εφαρμόζεται ο μειωμένος συντελεστής ΦΠΑ, θα πρέπει να υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης της αξίας της οικοδομής με το «συνολικό εμβαδόν», όπως ορίζεται στον Νόμο. Νοουμένου ότι ο Νόμος και ο Πίνακας Γ ρητά προνοούν ότι για σκοπούς ΦΠΑ λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εμβαδόν της οικοδομής, όπως αυτό καθορίζεται στον Πίνακα Γ, οι καθ΄ ων η αίτηση εσφαλμένα χρησιμοποιούν το πραγματικό εμβαδόν για να υπολογίσουν την αξία του τετραγωνικού μέτρου για σκοπούς ΦΠΑ. Εάν η πρόθεση του νομοθέτη ήταν να χρησιμοποιήσει το πραγματικό εμβαδόν της οικοδομής, για σκοπούς υπολογισμού της αξίας τετραγωνικού μέτρου για σκοπούς ΦΠΑ, δεν θα έπρεπε να έκανε ρητή αναφορά στο συνολικό εμβαδόν της οικοδομής. Προβάλλουν οι αιτητές ως ενισχυτικό της θέσης τους, τη μεταγενέστερη τροποποίηση του Νόμου με τον Νόμο 73(Ι)/2012.
Η Δημοκρατία υποστηρίζει ότι οι αιτητές θα πρέπει να καταβάλουν ΦΠΑ με μειωμένο συντελεστή 5% για το ποσό των €428.530 ενώ για το υπόλοιπο ποσό των €91.470 που αντιστοιχεί στα υπόλοιπα 42.69 τ.μ. θα πρέπει να υποβληθεί κανονικός συντελεστής ΦΠΑ (42.69 Χ 2.142,65). Εφόσον η αγορά της επίδικης κατοικίας αποτελεί φορολογική συναλλαγή, η οποία κατ΄ εξαίρεση δεν βαρύνεται με κανονικό συντελεστή ΦΠΑ, η επίδικη νομοθετική πρόνοια θα πρέπει να ερμηνευθεί στενά.
Αντικρούουν περαιτέρω τη θέση των αιτητών υποστηρίζοντας το καθόλα νόμιμο της ληφθείσας απόφασης και τη σαφήνεια της επίδικης διάταξης. Παραπέμπουν δε στην νομολογία και σε σχετικά συγγράμματα για να υποστηρίξουν ότι αν ο Νόμος χρήζει ερμηνείας, τότε ως διάταξη για εξαίρεση από τη φορολογία, θα πρέπει να ερμηνευθεί στενά.
Προκύπτει από τη δικογραφία, ότι οι θέσεις των διαδίκων μερών συμπίπτουν ως προς τα ακόλουθα: ότι επιβάλλεται ΦΠΑ σε ολόκληρο το τίμημα πώλησης ή αγοράς της κατοικίας, το οποίο ανέρχεται στο ποσό των €520.000. Με βάση τη συνδυασμένη ερμηνεία του άρθρου 18(1) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου και της §3 του Πίνακα Γ, στο Πέμπτο Παράρτημα του Νόμου, ο ΦΠΑ επιβάλλεται στο εκάστοτε συνολικό εμβαδόν της οικοδομής, όπως αυτό ορίζεται στον ανωτέρω πίνακα Γ και όχι στο πραγματικό εμβαδόν της οικοδομής. Τέλος δεν υπάρχει αμφισβήτηση ότι επιβάλλεται μειωμένος συντελεστής 5% στα πρώτα 200 τ.μ. του συνολικού εμβαδού της οικοδομής, ενώ στα υπόλοιπα μέτρα, πέραν των 200 τ.μ. επιβάλλεται κανονικός συντελεστής ΦΠΑ. Στην παρούσα περίπτωση το πραγματικό εμβαδόν της οικοδομής των αιτητών είναι 242.69 από τα οποία αφού εξαιρεθούν διάφοροι βοηθητικοί χώροι, ήτοι, 20.64 τ.μ. χώροι στάθμευσης, 6.84 τ.μ. αποθηκευτικοί χώροι και 3.12 τ.μ. καλυμμένες βεράντες, αποδίδουν συνολικό εμβαδόν οικοδομής 212.09 τ.μ. Η διαφορά των μερών εντοπίζεται στον τρόπο υπολογισμού των τετραγωνικών μέτρων επί της οποίας εφαρμόζεται ο μειωμένος συντελεστής.
Σύμφωνα με το Νόμο 73(Ι)/2012 «συνολικό εμβαδόν» σημαίνει:
«<συνολικό εμβαδόν> σημαίνει το άθροισμα των εμβαδών των καλυμμένων χώρων της κατοικίας, συμπεριλαμβανομένων μηχανοστασίων, αποθηκευτικών χώρων και καλυμμένων χώρων στάθμευσης οχημάτων της κατοικίας, καθώς και των καλυμμένων βεραντών, εξαιρουμένων: |
(α) μέχρι πέντε (5) τετραγωνικών μέτρων, εμβαδόν μηχανοστασίων, |
(β) μέχρι εφτά (7) τετραγωνικών μέτρων, εμβαδόν αποθηκευτικών χώρων,
(γ) μέχρι τριάντα έξι (36) τετραγωνικών μέτρων, εμβαδόν καλυμμένων χώρων στάθμευσης οχημάτων,
(δ) μέχρι σαράντα (40) τετραγωνικών μέτρων, εμβαδόν καλυμμένων βεραντών και
(ε) υπόστεγου χώρου με καθαρό ύψος μέχρι 2,20 μέτρα, εφόσον προκύπτει λόγω των έντονων υψομετρικών διαφορών του τεμαχίου, και δεν τίθεται σε οποιαδήποτε χρήση ως κατοικήσιμος χώρος.»
Σύμφωνα δε με το άρθρο 3 του Πέμπτου Παραρτήματος του Νόμου 129(Ι)/2011:
«Στις περιπτώσεις όπου το συνολικό εμβαδόν δεν υπερβαίνει τα διακόσια εβδομήντα πέντε (275) τετραγωνικά μέτρα, σύμφωνα με τα αρχιτεκτονικά σχέδια οικοδομής που υποβλήθηκαν στην «αρμόδια αρχή» για εξασφάλιση πολεοδομικής άδειας ή όπου αυτή δεν απαιτείται δυνάμει γενικού ή ειδικού διατάγματος βάσει του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου για εξασφάλιση άδειας οικοδομής, εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος παραρτήματος για τα πρώτα διακόσια (200) τετραγωνικά μέτρα.»
Ο Νόμος 129(Ι)/2011 δεν ορίζει μέθοδο υπολογισμού της αξίας των πρώτων 200 τ.μ. για το σκοπό υπολογισμού του ποσού μείωσης του ΦΠΑ. Ο Νόμος 73(Ι)/2012 χρησιμοποιεί το ίδιο λεκτικό χωρίς να ορίζει επίσης μέθοδο υπολογισμού. Ο υπολογισμός της αξίας των πρώτων 200 τ.μ. για το σκοπό υπολογισμού του ποσού μείωσης του ΦΠΑ, φέρεται να επαφίεται στον Έφορο ΦΠΑ.
Η εισήγηση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των αιτητών δεν με βρίσκει σύμφωνη. Κατά τους αιτητές ο τρόπος υπολογισμού οδηγεί σε παράλογα αποτελέσματα και όπως ορθά υποστηρίζει η Δημοκρατία καθιστά τα εξαιρούμενα από τον πίνακα εμβαδά για σκοπούς επιβολής μειωμένου συντελεστή, γενικώς ως εξαιρούμενα από την επιβολή ΦΠΑ, ήτοι, κατ΄ ουσίαν τα καθιστά αφορολόγητα.
Ως εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι εφόσον πρόκειται για περίπτωση που παρέχει στο φορολογούμενο ανακούφιση ή έκπτωση και η εν λόγω απαλλαγή αποτελεί παρέκκλιση από τον κανόνα της καθολικότητας του φόρου, ως διάταξη εξαιρετικής φύσης, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει. Οι αιτητές δεν έχουν ικανοποιήσει το απαιτούμενο αποδεικτικό βάρος για να στηρίξουν τη διεκδίκηση για την εξαίρεση. Δεν διαπιστώνεται οποιαδήποτε εσφαλμένη ερμηνεία εκ μέρους των καθ΄ ων η αίτηση, οι οποίοι προχώρησαν με ορθούς υπολογισμούς στην εφαρμογή του Νόμου, η δε επιλογή τους δεν αντίκειται καθ΄ οιονδήποτε τρόπο στο Νόμο ο οποίος παραμένει σαφής ως προς την έννοια του συνολικού εμβαδού της κατοικίας.
Σύμφωνα με το σύγγραμμα του Α. Λοϊζου Σύνταγμα Κυπριακής Δημοκρατίας, 2001, σ.162, στο οποίο παραπέμπει και η Δημοκρατία αναφέρονται τα ακόλουθα:
«Ερμηνεία φορολογικών νόμων: Στη διατύπωση φορολογικών νόμων πρέπει να δίδεται αυστηρή ερμηνεία με την έννοια ότι δεν υπάρχει περιθώριο αναζήτησης κάποιας πρόθεσης και πρέπει να δίδεται σημασία στη σαφή έννοια των λέξεων. Όταν το κράτος διεκδικεί κάποιο φόρο κάτω από ένα νόμο, είναι το ίδιο που πρέπει να αποδείξει ότι ο φόρος επιβάλλεται από σαφείς και απερίφραστες λέξεις και εκεί που η διατύπωση ενός νόμου δημιουργεί αμφιβολίες πρέπει να ερμηνεύεται υπέρ του φορολογουμένου, όσον και αν φαίνεται ότι εμπίπτει μέσα στο πνεύμα του νόμου. Η ακριβοδίκαιη και εύλογη ερμηνεία, όμως, πρέπει να δίδεται στη γλωσσική διατύπωση χωρίς να κλίνει είτε προς τη μια είτε προς την άλλη πλευρά.
Η βασική ερμηνευτική αρχή που σταθερά εφαρμόζει η νομολογία είναι ότι το βάρος της απόδειξης για ικανοποίηση του δικαστηρίου ως προς την ευθύνη καταβολής φόρου φέρει η φορολογούσα Αρχή, όταν όμως ένας φορολογούμενος διεκδικεί απαλλαγή από, ή μείωση κάποιου φόρου για τον οποίο η υποχρέωση είναι παραδεκτή ή έχει αποδειχθεί, το βάρος να στηρίξει τέτοια διεκδίκηση για εξαίρεση το φέρει αυτός. Γενικά δε η διάταξη που καθιερώνει φορολογική απαλλαγή ερμηνεύεται στενά, γιατί η φορολογική εξαίρεση ή απαλλαγή αποτελεί παρέκκλιση από τον κανόνα της καθολικότητας του φόρου και επομένως τέτοιες διατάξεις είναι εξαιρετικής φύσης. Ο κανόνας ερμηνείας ότι οι φορολογικοί νόμοι ερμηνεύονται αυστηρά προς όφελος του φορολογουμένου δεν εφαρμόζεται σε πρόνοιες που, σε ορισμένες περιπτώσεις παρέχουν στον φορολογούμενο ανακούφιση ή έκπτωση.»
Αρχές που ακολουθεί η νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαχρονικά. Μάτσης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 404, 408, απ΄ όπου το ακόλουθο απόσπασμα:
«Η βασική ερμηνευτική αρχή που σταθερά εφαρμόζει η νομολογία είναι ότι διάταξη που καθιερώνει φορολογική απαλλαγή είναι στενώς ερμηνευτέα: I.R.C. Westminster (Duke) [1936] A.C. 1, 24-25, Cape Brandy Syndicate v. I.R.C. [1921] 1 K.B. 64, 71, Serafino Shoe Industry & Trading Co. Ltd. v. The Republic (1987) 3 C.L.R. 1316, προσφυγή αρ. 67/87 Administrator of the Estate of Krystallia Pavlides, Andreas Loucaides v. The Republic ημερ. 30/5/89, 605/89 Γεώργιος Ρούσου ν. Δημοκρατίας ημερ. 19/6/91, 84/90 Κουζάλη ν. Δημοκρατίας ημερ. 10/9/92 και 42/91 Δώρα Χόλτινγς Λτδ. ν. Δημοκρατίας ημερ. 8/7/93. Το λόγο για την ύπαρξη του κανόνα διατυπώνει ο Μ.Δ. Στασινόπουλος "Μαθήματα Δημοσιονομικού Δικαίου" 3η έκδοση, 1966 στη σελ. 246:
"Στενή ερμηνεία επιβάλλεται αναμφιβόλως εις τας διατάξεις, αίτινες θεσπίζουν φορολογικάς απαλλαγάς ή εξαιρέσεις, διότι η φορολογική εξαίρεσις ή απαλλαγή, αποτελεί παρέκκλισιν από τον κανόνα της καθολικότητος του φόρου και άρα αι θεσπίζουσαι εξαιρέσεις ή απαλλαγάς διατάξεις είναι διατάξεις εξαιρετικαί, αι δε εξαιρετικής φύσεως διατάξεις, συμφώνως προς γενικούς ερμηνευτικούς κανόνας, δέον να ερμηνεύωνται στενώς."
Η παρεχόμενη εξουσία προς τον Έφορο, αναφορικά με τον τρόπο υπολογισμού του φόρου, είναι ευρεία (Argosy v. Inland Revenue Commissioner (1971) 1 W.L.R. 514).
Η κρίση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή και ο τρόπος υπολογισμού του επίδικου φόρου, εντός του πλαισίου του Νόμου.
Η αίτηση απορρίπτεται με €1.400 έξοδα, πλέον ΦΠΑ αν επιβάλλεται, σε βάρος των αιτητών.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ