ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Δημοκρατία ν. Υψαρίδη & άλλου (Αρ.2) (1993) 3 ΑΑΔ 347
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Φίλιππου Μιχαηλίδη και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 756
Βασιλειάδης Αντώνης και Άλλες ν. Mάρως Κληρίδου - Τσιάππακαι Άλλων (2005) 3 ΑΑΔ 403
Ζωδιάτης Γιώργος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 406
Παπανδρέου Ανδρέας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Aρ. 2) (2009) 3 ΑΑΔ 568
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Χαράλαμπου Ταλιώτη (2010) 3 ΑΑΔ 391
Παναγή Λοΐζος και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 163
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D712
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1477/2011)
26 Οκτωβρίου, 2015
[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΜΝΑΣΩΝΟΣ,
Aιτητής,
-ΚΑΙ-
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
2. ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
----------------------
Ανδρέας Παπαχαραλάμπους για Παπαχαραλάμπους & Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.
Δένα Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Άντης Μ. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
----------------------
A Π Ο Φ Α Σ Η
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:- Ο αιτητής προσβάλλει την απόφαση για προαγωγή των Ενδιαφερομένων Μερών Γεωργίου Πολυκάρπου και Σάββα Σπύρου στη μόνιμη θέση Επιθεωρητή στο Κυβερνητικό Τυπογραφείο από την 1.9.2011 αντί του ιδίου.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών με επιστολή του ημερομηνίας 18.7.2011, ζήτησε την πλήρωση δύο κενών μόνιμων θέσεων Επιθεωρητή, Τυπογραφείο. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «ΕΔΥ»), επιλήφθηκε του θέματος σε συνεδρία της στις 26.7.2011 κατά την οποία προάξιμοι κρίθηκαν οι υποψήφιοι με α/α 1-23 του καταλόγου αρχαιότητας. Κρίθηκε επίσης ότι ο αιτητής και ακόμα ένας υποψήφιος κατείχαν το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας, δηλαδή «Ειδική εκπαίδευση σε θέματα τυπογραφίας ή σε οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο θέμα, συνολικής διάρκειας ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους» - ο αιτητής καθότι κατείχε πτυχίο Δημοσιογραφίας, Υπουργείο Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (1971). Ο παριστάμενος στη συνεδρία Διευθυντής του Τυπογραφείου, μετά από μελέτη των προσωπικών φακέλων και των υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, σύστησε για προαγωγή τα δύο Ενδιαφερόμενα Μέρη με την ακόλουθη αιτιολογία:
«Συστήνω μετά από μελέτη των Προσωπικών και Υπηρεσιακών Φακέλων των υποψηφίων τους Γεώργιο Πολυκάρπου και Σάββα Σπύρου οι οποίοι υπερέχουν έναντι όλων σε αρχαιότητα και ουδενός υστερούν ή/και υπερέχουν σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις με έμφαση αυτές των τελευταίων χρόνων.
Έλαβα επίσης, υπόψη μου ότι οι υποψήφιοι με αρ. 10 και αρ. 21 κατέχουν το πλεονέκτημα της θέσης και ότι οι υποψήφιοι με α/α 3, 6, 15 και 15 κατέχουν σχετικά επιπρόσθετα προσόντα, τα οποία όμως δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα. Ωστόσο, οι εν λόγω υποψήφιοι υστερούν σημαντικά έναντι των συστηθέντων σε αρχαιότητα και δεν υπερέχουν σε αξία.»
Αφού αποχώρησε ο Διευθυντής, η ΕΔΥ προέβη σε σύγκριση και αξιολόγηση των υποψηφίων με βάση τους προσωπικούς και εμπιστευτικούς φακέλους, τις υπηρεσιακές εκθέσεις τους, τα προσόντα και την αρχαιότητα τους και αφού έλαβε υπόψη και τη σύσταση του Διευθυντή, έκρινε ότι τα Ενδιαφερόμενα Μέρη υπερείχαν των άλλων υποψηφίων και τους επέλεξε ως τους πιο κατάλληλους για προαγωγή με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Σ΄ ότι αφορά τα προσόντα, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να παρατηρήσει ότι οι μη επιλεγέντες υποψήφιοι Προδρόμου Αναστάσιος (α/α 10) και Μνάσωνος Στυλιανός (α/α 21) διαθέτουν το πλεονέκτημα της θέσης. Συγκρινόμενοι όμως με τους επιλεγέντες, οι εν λόγω δύο μη επιλεγέντες, υστερούν ουσιωδώς σε αρχαιότητα, η οποία ανάγεται στην παρούσα τους θέση. Συγκεκριμένα η Επιτροπή παρατήρησε ότι ο μη επιλεγείς Προδρόμου υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του επιλεγέντα Πολυκάρπου κατά ένα τέσσερα χρόνια και δέκα μήνες και έναντι του επιλεγέντα Σπύρου κατά τέσσερα χρόνια και έξι μήνες. Η Επιτροπή παρατήρησε, επίσης, ότι ο μη επιλεγέντας Μνάσωνος υστερεί σε αρχαιότητα έναντι του επιλεγέντα Πολυκάρπου κατά εφτά χρόνια και τέσσερις μήνες και έναντι του επιλεγέντα Σπύρου κατά εφτά χρόνια. Επιπλέον, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι εν λόγω μη επιλεγέντες δεν υπερέχουν έναντι των επιλεγέντων σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση αυτές των τελευταίων χρόνων στις οποίες δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα. Επιπλέον, οι εν λόγω μη επιλεγέντες δεν διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή.»
Ο αιτητής στη γραπτή αγόρευση του προβάλλει και αναπτύσσει δύο λόγους ακύρωσης:
(1) Η σύσταση του Διευθυντή πάσχει διότι δεν λήφθηκαν υπόψη τα προσόντα του αιτητή, όπως φαίνονται στον προσωπικό του φάκελο, και
(2) τόσο η σύσταση του Διευθυντή όσο και η απόφαση της ΕΔΥ είναι αναιτιολόγητες και λανθασμένες ως προς την αξιολόγηση του πλεονεκτήματος του αιτητή.
Ο αιτητής προβάλλει ότι η πείρα και δεξιότητες που αυτός απέκτησε σε συναφείς κλάδους και τομείς πριν από τη πρόσληψη του στη Δημόσια Υπηρεσία ως διορθωτής και συντάκτης σε συγκεκριμένες καθημερινές εφημερίδες αλλά και στον Κλάδο Διορθώσεων ως διορθωτής της Επίσημης Εφημερίδας, των Πρακτικών της Βουλής και άλλων εντύπων, έπρεπε να προσμετρήσουν στην αξία του. Η δε σύσταση του Διευθυντή, παραγνωρίζοντας το πλεονέκτημα του, είναι παντελώς αναιτιολόγητη, ενώ το διορίζον όργανο όφειλε να δώσει ειδική αιτιολογία για την επιλογή του. Η αρχαιότητα, υποστηρίζει, έχει μειωμένη βαρύτητα, ιδιαίτερα εδώ που οι υποψήφιοι ήταν ίσοι σε βαθμολογημένη αξία. Κατά την εισήγηση του, έπρεπε να είχε γίνει ανάλυση της αρχαιότητας, η οποία αποτελεί ένδειξη της πείρας, με αναφορά στο βαθμό και την έκταση της πείρας που απέκτησαν τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, αφού αυτή είναι που προσμετρά και αυξάνει την αξία ενός υποψηφίου, ενώ το πλεονέκτημα που διέθετε ο ίδιος θα έπρεπε να αναλυθεί με αναφορά στις γνώσεις και δεξιότητες που απέκτησε λόγω αυτού.
Από την άλλη πλευρά, οι συνήγοροι των καθ' ων η αίτηση και του Ενδιαφερόμενου Μέρους Σάββα Σπύρου υποστηρίζουν ότι η αρχαιότητα των Ενδιαφερομένων Μερών, Γ. Πολυκάρπου και Σ. Σπύρου, των 7 χρόνων και 4 μηνών και 7 χρόνων, αντίστοιχα, είναι μεγάλη και ουσιαστικής σημασίας, αφού συνεπάγεται και περισσότερη πείρα. Επίσης θεωρούν ότι η σύσταση του Διευθυντή ως ανεξάρτητο στοιχείο κρίσης επαυξάνει την αξία των Ενδιαφερομένων Μερών. Εισηγούνται ότι στο πλαίσιο ισοδυναμίας στα άλλα κριτήρια η μεγάλη διαφορά σε αρχαιότητα μπορεί να αποτελέσει επαρκής και πειστική αιτιολογία για παραμερισμό του πλεονεκτήματος. Συνεπώς θεωρούν ότι η επιλογή της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας είναι εντός των ορίων της διακριτικής της ευχέρειας.
Μπορεί να λεχθεί από τώρα ότι η θέση του αιτητή πως θα έπρεπε να προσμετρήσει η πείρα που αυτός απέκτησε πριν από την πρόσληψη του στη Δημόσια Υπηρεσία, δεν βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Η πείρα δεν είναι χωριστός παράγοντας κατά την επιλογή, ούτε λαμβάνεται υπόψη, ανεξάρτητα και απομονωμένα. Για να είναι αποφασιστικής σημασίας, όταν πρόκειται, όπως εδώ, για θέση προαγωγής, πρέπει να είναι πείρα που έχει αποκτηθεί κατά την εκτέλεση των καθηκόντων σε θέση που προηγείται αμέσως της επίδικης θέσης (βλ., μεταξύ άλλων, Παπανδρέου ν. Δημοκρατίας (Αρ.2) (2009) 3 Α.Α.Δ. 568).
Προχωρώ στην εξέταση των άλλων ζητημάτων που εγείρονται με την προσφυγή.
Συνιστά πάγια αρχή της νομολογίας ότι το πλεονέκτημα αποτελεί σημαντικό στοιχείο στο οποίο αποδίδεται ουσιώδης σημασία και ο κάτοχος του αποκτά προβάδισμα έναντι ανθυποψηφίου του που δεν το κατέχει (βλ., μεταξύ άλλων, Παναγή ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 163). Για να παραγνωριστεί το πλεονέκτημα πρέπει να υπάρχει ειδική αιτιολογία (βλ., μεταξύ άλλων, Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406). Η ειδική αιτιολόγηση σκοπεί στην εξειδίκευση των λόγων που αντισταθμίζουν το πλεονέκτημα που παρέχει το πρόσθετο προσόν για την εκτέλεση των καθηκόντων της υπό πλήρωση θέσης (Βλ. Δημοκρατία ν. Υψαρίδη κ.ά. (Αρ.2 ) (1993) 3 Α.Α.Δ. 347). Ειδική αιτιολογία ενυπάρχει όταν επιλέγεται άτομο που δεν διαθέτει πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν και προσδιορίζονται οι λόγοι για τους οποίους παραγνωρίστηκε η ύπαρξη του εν λόγω προσόντος. Οι λόγοι πρέπει να προκύπτουν άμεσα από το πρακτικό της απόφασης και να είναι πειστικοί και επαρκείς.
Έχει επίσης αναγνωρισθεί ότι για την ανεύρεση του καταλληλότερου υποψηφίου, η αρχαιότητα από μόνη της δεν είναι ρυθμιστικός παράγων, προσλαμβάνει αποφασιστική σημασία μόνο όταν οι υποψήφιοι είναι ίσοι ως προς τα υπόλοιπα κριτήρια, την αξία και τα προσόντα (βλ., μεταξύ άλλων, Βασιλειάδης ν. Τσιάππα (2005) 3 Α.Α.Δ. 403). Αυτό ισχύει ακόμη και για θέσεις προαγωγής υψηλά στην ιεραρχία (βλ., μεταξύ άλλων, Δημοκρατία ν. Μιχαηλίδη κ.ά. (1999) 3 Α.Α.Δ. 756).
Στην Ζωδιάτης (ανωτέρω) κρίθηκε ότι μακρά αρχαιότητα (κατά 16 και πλέον έτη) συνιστά επαρκή λόγο παραγνώρισης του πλεονεκτήματος, ενώ στην Δημοκρατία ν. Ταλιώτη (2010) 3 Α.Α.Δ. 391 η σύσταση του Διευθυντή και η προαγωγή του Ενδιαφερόμενου Μέρους που υπερείχε κατά 15 χρόνια έναντι του αιτητη, κατόχου του πλεονεκτήματος, κρίθηκαν αιτιολογημένες. Στην Αλίκη Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 526/2011, ημερ. 6.2.2014 έκρινα, υπό το φως των πιο πάνω αρχών, πως η κατά 6½ χρόνια αρχαιότητα του εκεί Ενδιαφερόμενου Μέρους έναντι της αιτήτριας, δεν αποτελούσε ικανοποιητική αιτιολογία για παράκαμψη του πλεονεκτήματος που αυτή κατείχε.
Στην προκειμένη περίπτωση, κρίνω ότι η υπεροχή των Ενδιαφερομένων Μερών σε αρχαιότητα έναντι του αιτητή κατά 7 και πλέον έτη δεν μπορεί να υπερκεράσει το πλεονέκτημα του Σχεδίου Υπηρεσίας που κατέχει ο αιτητής. Η αρχαιότητα αυτή ούτε τη χρονική ευρύτητα έχει που παρατηρήθηκε στις προαναφερθείσες υποθέσεις της Ολομέλειας, ούτε μπορεί να χαρακτηρισθεί ως συντριπτική και να αποτελέσει την απαιτούμενη αιτιολόγηση για την παράκαμψη του πλεονεκτήματος.
Σε σχέση με τη σύσταση του Διευθυντή υπέρ των Ενδιαφερομένων Μερών, με δεδομένο ότι αυτή στηρίχθηκε ουσιαστικά στην αρχαιότητα των Ενδιαφερομένων Μερών, πάσχει από έλλειψη επαρκούς αιτιολόγησης. Κατά συνέπεια, η ΕΔΥ υιοθετώντας την πάσχουσα σύσταση, χωρίς να προσθέσει περαιτέρω έρεισμα στην αιτιολογία της, άσκησε πλημμελώς τη διακριτική της ευχέρεια. Στοιχειοθετείται λόγος ακύρωσης.
Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται με έξοδα υπέρ του αιτητή και εις βάρος των καθ' ων η αίτηση, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.
/ΣΓεωργίου