ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D679
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1350/2012)
14 Οκτωβρίου, 2015
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΤΑΚΗΣ ΛΕΩΝΙΔΑ &, ΥΙΟΙ ΛΤΔ,
Αιτήτρια,
ΚΑΙ
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ ΠΑΦΟΥ,
Καθ'ου η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Π. Ευθυμίου, για την Αιτήτρια.
Α. Ζερβού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Καθ΄ου η
Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλεται η απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής που υπέβαλε η αιτήτρια κατά της απόρριψης της πολεοδομικής αίτησης που υπέβαλε για ανέγερση πρατηρίου πετρελαιοειδών, πλυντηρίου αυτοκινήτων, σνακ μπαρ, καταστήματος και περίφραξης στις Πάνω Αρόδες.
Η αιτήτρια, με αίτηση που υπέβαλε στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως Πάφου στις 13.11.2009, ζήτησε τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανέγερση πρατηρίου πετρελαιοειδών, πλυντηρίου αυτοκινήτων, snack-bar, καταστήματος και περίφραξης στο τεμάχιο αρ. 203, Φ/Σχ. 146.366, Τμ. D, μέσα στα όρια της κοινότητας Πάνω Αρόδων της Πάφου.
Η αίτηση αντιμετώπισε εξ' αρχής την αρνητική στάση του Κοινοτικού Συμβουλίου Πάνω Αρόδων, το οποίο δεν ήταν πρόθυμο να υδροδοτήσει την ανάπτυξη και, ως εκ τούτου, απορρίφθηκε από την Πολεοδομική Αρχή στις 30.11.2011, με το ακόλουθο αιτιολογικό:
«(500) Το υπό ανάπτυξη τεμάχιο βρίσκεται εκτός του καθορισμένου ορίου Υδατοπρομήθειας της Κοινότητας και η ζητούμενη ανάπτυξη (Πρατήριο Πετρελαιοειδών, κατάστημα snack-bar, πλυντήριο αυτοκινήτων), δεν διαθέτει επαρκή, κατάλληλη και συνεχή υδατοπρομήθεια, σε αντίθεση με τη Γενική Πρόνοια Πολιτικής 3(1) (δ), της Δήλωσης Πολιτικής.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Η απάντηση του Επάρχου Πάφου και του Επαρχιακού Μηχανικού του Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων για υδροδότηση της προτεινόμενης ανάπτυξης, σε σχετική διαβούλευση, που είχε μαζί τους η Πολεοδομική Αρχή, λήφθηκε υπόψη ως Ουσιώδης Παράγοντας, κατά τη λήψη απόφασης, με βάση τη Γενική Πρόνοια Πολιτικής 3.1(θ), της Δήλωσης Πολιτικής».
Εναντίον της πιο πάνω απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής υποβλήθηκε στις 9.12.2011 ιεραρχική προσφυγή με βάση το άρθρο 31 του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν.90/72, όπως τροποποιήθηκε) και του κανονισμού 7 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Αιτήσεις και Ιεραρχικές Προσφυγές) Κανονισμών του 1990 (ΚΔΠ 55/90).
Για σκοπούς εξέτασης της ιεραρχικής προσφυγής, το Υπουργείο Εσωτερικών έδωσε οδηγίες στην Πολεοδομική Αρχή να ετοιμάσει σχετική έκθεση και αναζήτησε τις απόψεις του Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Επάρχου Πάφου.
Η έκθεση της Πολεοδομικής Αρχής υποβλήθηκε στις 23.2.2012 και σ' αυτήν επισυνάφθηκαν οι απόψεις των διαφόρων εμπλεκόμενων τμημάτων και υπηρεσιών, μαζί με εισήγηση για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής.
Απορριπτικές ήταν επίσης και οι απόψεις του Επάρχου Πάφου και του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, οι οποίες υποβλήθηκαν στις 27.3.2012 και 11.4.2012 αντίστοιχα.
Το σύνολο των πιο πάνω απόψεων, στις οποίες προστέθηκε και η αρνητική για την αιτήτρια εισήγηση του Υπουργείου Εσωτερικών, ενσωματώθηκε στο σχετικό «Σημείωμα» του Υπουργείου προς την Υπουργική Επιτροπή, στην οποία έχει εκχωρηθεί η εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου, δυνάμει του περί Εκχωρήσεως της Ενασκήσεως των Εξουσιών των Απορρεουσών εκ τινός Νόμου, Νόμου του 1962, (Ν.23/1962) και αποφάσεως του Υπουργικού Συμβουλίου, ημερομηνίας 30.7.1993 (Κ.Δ.Π. 196/93).
Η Υπουργική Επιτροπή, σε συνεδρία της ημερομηνίας 21.5.2012, αφού, όπως σημειώνεται στα πρακτικά, μελέτησε το «Σημείωμα» του Υπουργείου Εσωτερικών και εξέτασε τα πραγματικά και νομικά γεγονότα τα οποία σχετίζονταν με την υποβληθείσα αίτηση, την απόφαση και τα επιχειρήματα της Πολεοδομικής Αρχής, τις απόψεις της Αναπληρώτριας Διευθύντριας Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και του Επάρχου Πάφου, καθώς και τους λόγους που επικαλέστηκε η αιτήτρια για υποστήριξη της ιεραρχικής προσφυγής, αποφάσισε ομόφωνα να απορρίψει την ιεραρχική προσφυγή, κρίνοντας ότι η απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής ήταν ορθή και σύμφωνη με τις πρόνοιες της πολεοδομικής νομοθεσίας και της Δήλωσης Πολιτικής.
Η αιτήτρια εγείρει με την αγόρευσή της εννέα λόγους ακύρωσης, τους οποίους όμως δεν αναπτύσσει στη συνέχεια, περιορίζοντας την επιχειρηματολογία της στο θέμα της δέουσας έρευνας και αιτιολογίας της επίδικης απόφασης.
Ένας από τους λόγους ακύρωσης που προβάλλονται, χωρίς να αναπτύσσεται, είναι και η πάσχουσα σύνθεση της Υπουργικής Επιτροπής. Επειδή το ζήτημα είναι δημοσίας τάξεως, το εξέτασα, χωρίς να διαπιστώσω από τα πρακτικά που περιέχονται στο διοικητικό φάκελο ο,τιδήποτε μεμπτό.
Η Υπουργική Επιτροπή που εξέτασε την υπό κρίση υπόθεση αποτελείτο από τους Υπουργούς Εσωτερικών, Συγκοινωνιών και Έργων και Δημοσίας Τάξεως. Αυτή είναι η σύνθεση της Υπουργικής Επιτροπής που αποφασίστηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 21.1.2009, όπως εξετάζει ιεραρχικές προσφυγές που ασκούνται δυνάμει των άρθρων 31 και 32 του Νόμου. Περαιτέρω, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, οι παριστάμενοι υπηρεσιακοί παράγοντες αποχώρησαν πριν από την εξέταση των ιεραρχικών προσφυγών.
Αναφορικά με τους ισχυρισμούς για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας, η αιτήτρια υποβάλλει σχετικά ότι είχε προτείνει εναλλακτική λύση για το ζήτημα της υδατοπρομήθειας, η οποία όμως δε διερευνήθηκε επαρκώς και κατάλληλα από την αρμόδια Αρχή. Επικαλούμενη τις αποφάσεις που λήφθηκαν από το Κοινοτικό Συμβούλιο Πάνω Αρόδων στις 5.12.2010 (Παράρτημα Α της Αίτησης), η αιτήτρια αναφέρει ότι δεν υπήρχε εκ μέρους του Συμβουλίου ένσταση για παραχώρηση πόσιμου νερού για την ανάπτυξη και ότι η παροχή νερού για τις ανάγκες του πλυντηρίου είχε εξασφαλιστεί μέσω ιδιωτικής εταιρείας (Παράρτημα Β της Αίτησης).
Με αυτά τα δεδομένα, η αιτήτρια εισηγείται ότι θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην περίπτωσή της η επιφύλαξη της παραγράφου 3.1(δ) της Δήλωσης Πολιτικής, με την οποία δίδεται στην Πολεοδομική Αρχή η δυνατότητα να παρακάμψει την απαίτηση για δημόσια υδατοπρομήθεια, στην περίπτωση που ικανοποιηθεί ότι διατίθεται επαρκής, κατάλληλη και συνεχής υδατοπρομήθεια.
Δεδομένου, συνεχίζει η αιτήτρια, ότι στην περίπτωσή της, είχαν προταθεί εναλλακτικές και πρακτικές λύσεις, τόσο για το πόσιμο νερό, όσο και για το μη πόσιμο που ήταν αναγκαίο για τις ανάγκες του πλυντηρίου, η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη και λήφθηκε χωρίς τη δέουσα έρευνα και χωρίς την ουσιαστική εξέταση αυτών των υπαλλακτικών εισηγήσεων της, δηλαδή χωρίς εξέταση όλων των ουσιωδών στοιχείων της υπόθεσης και ως τέτοια θα πρέπει, κατά την άποψή της, να ακυρωθεί.
Από την άλλη, οι καθ' ων η αίτηση εισηγούνται ότι η αιτήτρια δεν είχε συμπεριλάβει στην ιεραρχική προσφυγή της εισηγήσεις για εναλλακτικούς τρόπους υδροδότησης, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει δυνατότητα έγερσής τους στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής.
Πέραν τούτου, υποστηρίζουν ότι η Πολεοδομική Αρχή απέρριψε την αίτηση, κατόπιν ενδελεχούς έρευνας και εξέτασης όλων των δεδομένων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβανόταν και το ζήτημα της υδροδότησης και των εναλλακτικών μεθόδων που είχαν προταθεί, η δε απόφαση ήταν πλήρως αιτιολογημένη. Προς ενίσχυση των θέσεών τους παραπέμπουν στις αποφάσεις του Κοινοτικού Συμβουλίου Πάνω Αρόδων, το οποίο ρητώς αρνήθηκε την παροχή νερού για το πλυντήριο και στο περιεχόμενο του «Σημειώματος» του Υπουργείου Εσωτερικών.
Σύμφωνα με το άρθρο 26(1) του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν.90/72, όπως τροποποιήθηκε) προνοούνται τα ακόλουθα:
«26.-(1) Για να καταλήξει σε πολεοδομική απόφαση δυνάμει του παρόντος νόμου, η Πολεοδομική Αρχή λαμβάνει υπόψη τις πρόνοιες του εφαρμοστέου στην περίπτωση σχεδίου αναπτύξεως καθώς και οποιοδήποτε άλλο ουσιώδη παράγοντα».
Στο άρθρο 2 (ερμηνευτικές διατάξεις) του Νόμου, ως ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο, το «σχέδιο ανάπτυξης» περιλαμβάνει «Σχέδιο για τη Νήσο, Τοπικό Σχέδιο, Σχέδιο Περιοχής και Δήλωση Πολιτικής, η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34Α, καθώς και οποιοδήποτε τέτοιο σχέδιο τροποποιήθηκε».
Σύμφωνα με την παράγραφο 3.1(δ) και (θ) των Γενικών Προνοιών Πολιτικής της Δήλωσης Πολιτικής προνοούνται τα ακόλουθα:
«3.1 ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΠΟΥ ΔΙΕΠΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Ανάπτυξη θα επιτρέπεται εφόσον:
(α).............................
(δ) Διαθέτει όπου απαιτείται από την κατηγορία, την κλίμακα και την ένταση της ανάπτυξης, επαρκή, κατάλληλη και συνεχή δημόσια υδατοπρομήθεια.
Νοείται ότι στις περιπτώσεις που η ανάπτυξη επιτρέπεται από την αντίστοιχη πολιτική της Δήλωσης Πολιτικής, η Πολεοδομική Αρχή αφού εξετάσει τα ειδικά περιστατικά κάθε υπόθεσης, μπορεί να μην απαιτήσει την εφαρμογή της πρόνοιας για δημόσια υδατοπρομήθεια, εφόσον ικανοποιηθεί ότι διατίθεται επαρκής κατάλληλη και συνεχής υδατοπρομήθεια.
Νοείται επίσης, ότι η Πολεοδομική Αρχή, αφού εξετάσει τα ειδικά περιστατικά κάθε υπόθεσης, μπορεί να μην απαιτήσει την εφαρμογή της πρόνοιας για συνεχή υδατοπρομήθεια, όπου η φύση της ανάπτυξης δικαιολογεί τέτοια εξαίρεση (π.χ. μικρής κλίμακας αγροτικές αποθήκες, αποθήκες σε Βιομηχανικές Ζώνες, λατομεία, κτηνοτροφικά υποστατικά, μικρά ξωκλήσια και αναπτύξεις παρόμοιου τύπου και κλίμακας)
............................
(θ) Δεν συντρέχουν άλλοι ουσιώδεις παράγοντες για τους οποίους η ανάπτυξη δεν θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί».
Οι δύο πλευρές επικαλούνται την απόφαση Αγάπιος Κυριάκου Kακογιάννη v. Kυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1390/2005, ημερομηνίας 2.4.2007, στην οποία εξετάστηκε και ερμηνεύτηκε η πρόνοια της παραγράφου 3.1(δ) της Δήλωσης Πολιτικής. Η μεν αιτήτρια, με τον ισχυρισμό ότι στην περίπτωση εκείνη ο αιτητής απέτυχε να δώσει και στοιχειοθετήσει σε πρακτικό επίπεδο τις εισηγήσεις του για εξασφάλιση συνεχούς παροχής κατάλληλου νερού, κάτι που δεν συμβαίνει στην παρούσα, οι δε καθ'ων η αίτηση, με την εισήγηση ότι η ερμηνεία που εκεί δόθηκε θέτει ως προϋπόθεση για χορήγηση πολεοδομικής άδειας την ύπαρξη επαρκούς κατάλληλης και συνεχούς δημόσιας υδροδότησης και όχι τη δυνατότητα μελλοντικής εξασφάλισής της.
Στην παρούσα περίπτωση η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής βασίστηκε πάνω στο «Σημείωμα» που ετοιμάστηκε από το Υπουργείο Εσωτερικών, με το οποίο τέθηκαν ενώπιόν της όλα τα απαραίτητα στοιχεία, καθώς και οι απόψεις και εισηγήσεις της Πολεοδομικής Αρχής, του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας κα Οικήσεως και του Επάρχου Πάφου.
Ο Έπαρχος, πριν καταλήξει στην απορριπτική εισήγησή του, έλαβε υπόψη τις θέσεις των επηρεαζόμενων τοπικών Αρχών και δη του Κοινοτικού Συμβουλίου Πάνω Αρόδων, το οποίο δεν ήταν πρόθυμο να παραχωρήσει νερό για τις ανάγκες του σχεδιαζόμενου πλυντηρίου αυτοκινήτων, επικαλούμενο «πρόβλημα νερού λόγω της συνεχούς οικιστικής ανάπτυξης».
Στο «Σημείωμα» γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων, και στην εναλλακτική πρόταση της αιτήτριας για μεταφορά νερού με βυτιοφόρο και στο πώς αυτή αξιολογήθηκε από την Πολεοδομική Αρχή:
«(γ)Η Πολεοδομική Αρχή αξιολόγησε την αίτηση με βάση τις πρόνοιες της παραγράφου 3.1(δ) των Γενικών Προνοιών Πολιτικής της Δήλωσης Πολιτικής.............
Λόγω της φύσης και της έντασης της προτεινόμενης ανάπτυξης (πρατήριο πετρελαιοειδών, πλυντήριο αυτοκινήτων, σνακ μπαρ και κατάστημα) η Πολεοδομική Αρχή ορθά θεώρησε ότι δεν ικανοποιούνται οι πρόνοιες της παραγράφου 3.1(δ) των Γενικών Προνοιών Πολιτικής της Δήλωσης Πολιτικής, δεδομένου ότι ο Έπαρχος έφερε ένσταση στην υδροδότηση της ανάπτυξης από τη δημόσια υδατοπρομήθεια, ενώ παράλληλα, δεν θεώρησε ως ικανοποιητική, προς το σκοπό επίλυσης του ζητήματος της υδροδότησης της ανάπτυξης, την πρόταση της εταιρείας για παροχή/μεταφορά πόσιμου νερού με βυτιοφόρο.
(δ) Η πολεοδομική Αρχή ορθά ερμήνευσε, και επικαλέστηκε ως ουσιώδη παράγοντα για τον οποίο η ανάπτυξη δεν θα έπρεπε αν πραγματοποιηθεί, τις απόψεις του Επάρχου Πάφου και του Επαρχιακού Μηχανικού Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων, καθότι ο μεν Έπαρχος δεν θεώρησε την παροχή πόσιμου νερού με βυτιοφόρο ως ικανοποιητική διευθέτηση του ζητήματος της υδροδότησης της ανάπτυξης, ο δε Επαρχιακός Μηχανικός δεν αποδέχθηκε την πρόταση αυτή. Κατά συνέπεια η Πολεοδομική Αρχή ορθά άσκησε τη διακριτική της εξουσία ως προς το θέμα αυτό. Η Πολεοδομική Αρχή σημειώνει ότι θα ήταν δυνατόν να είχε αποδεχθεί υδροδότηση της ανάπτυξης από νόμιμη γεώτρηση, στο προς ανάπτυξη τεμάχιο ή σε γειτονικό τεμάχιο, από την οποίαν θα διδόταν συνεχής, επαρκής και κατάλληλη παροχή πόσιμου νερού, με την έγκριση του Επάρχου Πάφου και του Επαρχιακού Μηχανικού Τμήματος Αναπτύξεως Υδάτων».
Τα πιο πάνω, σε συνδυασμό με τα έγγραφα του φακέλου, αποκαλύπτουν ότι, τόσο η Πολεοδομική Αρχή, όσο και ο Έπαρχος, διεξήγαγαν ευρεία έρευνα για τη διαπίστωση όλων των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων και των προτεινόμενων εναλλακτικών λύσεων, οι οποίες κρίθηκαν ως μη ικανοποιητικές.
Η εφαρμογή της επιφύλαξης της παραγράφου 3.1(δ) της Δήλωσης Πολιτικής, εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια της Πολεοδομικής Αρχής, εφόσον αυτή ικανοποιηθεί ότι διατίθεται επαρκής κατάλληλη και συνεχής υδατοπρομήθεια.
Η εκτίμηση για την καταλληλότητα της πρότασης της αιτήτριας για τη διευθέτηση του θέματος της υδατοπρομήθειας, αφορά τεχνικής φύσης ζήτημα το οποίο, σύμφωνα με τη νομολογία, κατά κανόνα εκφεύγει του αναθεωρητικού ελέγχου. Το Δικαστήριο δεν ασχολείται με τη διαπίστωση πρωτογενών γεγονότων, αλλά με τη διαπίστωση της επάρκειας της έρευνας που έχει διεξαχθεί (βλ. Λάμπρου v. Δημοκρατίας κ.ά. (2009) 3 ΑΑΔ 79).
Όπως έχει νομολογηθεί, η έρευνα των γεγονότων και στοιχείων δεν απαιτεί απαραίτητα έρευνα από τα ίδια τα μέλη της Υπουργικής Επιτροπής. Η Επιτροπή έχει κάθε δικαίωμα να απευθυνθεί σε οποιονδήποτε θεωρεί ως αρμόδιο φορέα ή τμήμα για τις απόψεις του (βλ. Τζιωνής v. Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 689).
Σε ό,τι δε αφορά την αιτιολογία της επίδικης απόφασης της Επιτροπής σημειώθηκαν, υπό τύπον «προκαταρκτικών θεμάτων» στα πρακτικά της, τα ακόλουθα σχετικά:
«Σε περιπτώσεις που στην απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής γίνεται αναφορά στην ορθότητα της απόφασης της Πολεοδομικής Αρχής θεωρείται ότι η αιτιολογία της απόφασης της Αρχής και τα επιχειρήματα που διατυπώνουν οι Αρχές που συμφωνούν με την ανωτέρω απόφαση, αποτελούν την αιτιολογία της Απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής.»
Έχει επαλειμμένα τονιστεί ότι η αιτιολογία πρέπει να παρέχει στο Δικαστήριο τα απαραίτητα ειδικά και συγκεκριμένα στοιχεία για τη διακρίβωση της νομιμότητας της διοικητικής πράξης και δεν πρέπει να είναι αόριστη και ασαφής, ώστε να καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο (βλ. Φράγκου v. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 270 και Τσίγκης v. Δημοκρατίας (2001) 3(Α) ΑΑΔ 418).
Η αιτιολογία μιας διοικητικής απόφασης δεν είναι απαραίτητο να παρουσιάζεται μόνο στο σώμα της πράξης, αλλά μπορεί να διαπιστώνεται και από τα στοιχεία του φακέλου (βλ. Κυριακίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1995) 3 ΑΑΔ 298).
Στην παρούσα περίπτωση, μολονότι η αιτιολογία δεν περιέχεται στο σώμα της απόφασης, συμπληρώνεται με ευχέρεια από το υλικό του διοικητικού φακέλου. Προκύπτει δηλαδή από αυτό, τι ακριβώς είχε υπόψη το αποφασίζουν όργανο όταν έπαιρνε την απόφαση (βλ. Ηλιόπουλος v. Α.Η.Κ. (2000) 3 ΑΑΔ 438).
Η εξέταση των στοιχείων που αναφέρθηκαν πιο πάνω και τα οποία είχαν τεθεί ενώπιον της Υπουργικής Επιτροπής, καταδεικνύει με σαφήνεια τους λόγους της απόρριψης της αίτησης και κατ' επέκταση της ιεραρχικής προσφυγής και οι οποίοι πρωτίστως εστιάζονται στην ένσταση της τοπικής αρχής στην υδροδότηση της προτεινόμενης ανάπτυξης από την κοινοτική υδατοπρομήθεια.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται, με €1.300 έξοδα εναντίον της αιτήτριας. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ