ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου για τον Αιτητή. για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-09-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ, Υπόθεση Αρ. 97/2013, 30/9/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D645

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 97/2013)

 

30 Σεπτεμβρίου 2015

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΜΙΧΑΛΗΣ ΑΡΤΕΜΙΟΥ,

Αιτητής

-        ΚΑΙ  -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

-------------------------------------

Χρ. Καρύδης για Δ. Παναούτα και Συνεργάτες ΔΕΠΕ,

για τον Αιτητή.

Τ. Ιακωβίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

------------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Στον αιτητή, Μόνιμο Υπαξιωματικού του Στρατού της Δημοκρατίας στο Όπλο Διαβιβάσεων του Στρατού Ξηράς, επιβλήθη διήμερος περιορισμός από το Διοικητή της μονάδος του με σχετική απόφαση ημερ. 2.11.2012.  Ο λόγος της πειθαρχικής αυτής ποινής ήταν η επίδειξη «αναξιοπρεπούς και ανοίκειας συμπεριφοράς» κατά παράβαση του σχετικού Κανονισμού 3(1) των Πειθαρχικών Κανονισμών Εθνικής Φρουράς, λόγω του ότι στις 6.8.2012 ο αιτητής διαπληκτίστηκε σε παραλία της Λάρνακας με άλλο πρόσωπο με το οποίο συνυπηρετούσε σε συγκεκριμένο στρατόπεδο.  Απερρίφθη ο ισχυρισμός του αιτητή ότι το επεισόδιο προκλήθηκε από απερισκεψία και επιπολαιότητα.  Η έκτιση της ποινής διατάχθηκε να γίνει στο σπίτι του αιτητή. 

 

         Ο Διοικητής  διαβίβασε  στον   προϊστάμενο  του τη σχετική αλληλογραφία και η Διοίκηση Επικοινωνιών-Πληροφορικής/ΓΕΕΦ, τη διαβίβασε περαιτέρω προς το Υπουργείο Άμυνας στις 7.12.2012.  Ο Αρχηγός της Εθνικής Φρουράς με σχετική επιστολή του προς τον Διοικητή της Μονάδας ημερ. 30.11.2012, θεώρησε την πειθαρχική ποινή του διήμερου περιορισμού ως ανεπαρκή και την επαύξησε σε πενθήμερη φυλάκιση.  Ο αιτητής ζήτησε με υπηρεσιακή αναφορά του την επανεξέταση της ποινής ζητώντας την άρση της, κατόπιν δε ζητηθείσας διευκρίνισης, ο αιτητής υπέβαλε νέα υπηρεσιακή αναφορά στις 29.12.2013 ότι το παράπονο του αφορούσε και τις δύο ποινές.  Οι καθ΄ ων απάντησαν ότι αναφορικά με το παράπονο σε σχέση με τον επιβληθέντα διήμερο περιορισμό, η αναφορά του αιτητή ήταν εκπρόθεσμη και εν πάση περιπτώσει θα έπρεπε να εξεταστεί σε πρώτο βαθμό από την οικεία Μονάδα, ενώ για την επαύξηση της ποινής από τον Αρχηγό, το παράπονο κρίθηκε αβάσιμο λόγω της σοβαρότητας της φύσης του παραπτώματος που διαπράχθηκε. Σχετική επιστολή απευθύνθηκε στις 5.3.2013 από τον Αρχηγό προς το ΓΕΕΦ/ΔΕΠ με κοινοποίηση προς τη Μονάδα του αιτητή.  Σημειώθηκε στην εν λόγω επιστολή ότι το παράπονο του αιτητή σε σχέση με την επαύξηση της ποινής όχι μόνο ήταν αβάσιμο, αλλά  αυτός τιμωρήθηκε εν τέλει και επιεικώς αφού λήφθηκε υπόψη η μεταμέλεια του αμέσως μετά το περιστατικό. 

 

         Η υπό κρίση προσφυγή στρέφεται εναντίον των αποφάσεων των καθ΄ ων που περιέχονται στις επιστολές ημερ. 2.11.2012 και 30.11.2012.  Οι επιστολές αυτές, αναφέρονται η μεν πρώτη στην επιβληθείσα από τον Διοικητή της Μονάδας τιμωρία του διήμερου κατ΄ οίκον περιορισμού, η δε δεύτερη στην επαυξηθείσα σε πενθήμερη φυλάκιση τιμωρία του αιτητή.  Η προσφυγή καταχωρήθηκε στις 21.1.2013, με αποτέλεσμα οι καθ΄ ων να εγείρουν προδικαστική ένσταση σε σχέση με την πρώτη επιβληθείσα ποινή ημερ. 2.11.2012, ότι αυτή είναι εκπρόθεσμη ως καταχωρηθείσα μετά τις 75 ημέρες που προνοούνται από το Άρθρο 146 του Συντάγματος.  Περαιτέρω, οι καθ΄ ων διατείνονται ότι και οι δύο πράξεις, δηλαδή, τόσο της αρχικής τιμωρίας, όσο και της επαυξητικής τιμωρίας ημερ. 2.11.2012 και 30.11.2012, αντίστοιχα, απώλεσαν την εκτελεστότητα τους διότι μεταγενέστερα αυτών, ο αιτητής υπέβαλε υπηρεσιακή αναφορά η οποία αφού έτυχε διευκρίνισης, απερρίφθη από τον Αρχηγό με επιστολή του ημερ. 5.3.2013.  Την πράξη αυτή ο αιτητής δεν προσβάλλει, η οποία κατά τους καθ΄ ων είναι και η μόνη εν τέλει διοικητική εκτελεστή πράξη που θα μπορούσε να προσβληθεί, δεδομένου ότι αποτελεί το τέλος μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας. 

 

         Ο αιτητής στις αγορεύσεις του τόσο την αρχική, όσο και την απαντητική απορρίπτει τους ισχυρισμούς περί εκπροθέσμου και περί απώλειας εκτελεστότητας.  Ως προς το εκπρόθεσμο με αναφορά στην επιστολή ημερ. 2.11.2012, θεωρεί ότι δεν ισχύει η προθεσία των 75 μερών διότι δεν αποδεικνύεται πότε αυτός έλαβε γνώση της ποινής, εφόσον στην επιστολή η οποία του δόθηκε και στην οποία πράγματι καταγράφεται ότι έλαβε γνώση του περιεχόμενου της φέρουσα την υπογραφή του, δεν αναφέρεται πότε του χορηγήθηκε αυτή η επιστολή ώστε να αρχίζει να τρέχει η προθεσμία.  Ως προς την απώλεια εκτελεστότητας, ο αιτητής εισηγείται ότι η απορριπτική της αναφοράς του απάντηση ημερ. 5.3.2013, δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια νέα αυτοτελής διοικητική πράξη στην οποία συγχωνεύθηκαν οι προηγούμενες επειδή αυτή δεν συμπεριέλαβε οτιδήποτε το καινούργιο. Απλώς επιβεβαίωσε τις προηγούμενες αποφάσεις με μόνη διαφορά τη θέση του Αρχηγού ότι επειδή ο αιτητής επέδειξε έγκαιρα μεταμέλεια, η τιμωρία του ήταν επιεικής. 

 

         Επί της ουσίας της προσφυγής, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι οι τιμωρίες και ιδιαίτερα η αρχική τιμωρία, επιβλήθηκε χωρίς δέουσα έρευνα και χωρίς επαρκή αιτιολογία  χωρίς  να ληφθεί υπόψη σχετική μαρτυρία της συζύγου του άλλου μέρους -παραπονούμενου - και χωρίς τη σε βάθος διερεύνηση των περιστατικών. Αντίθετη, βέβαια, είναι η θέση των καθ΄ ων οι οποίοι θεωρούν ότι η αρχική ποινή, αλλά και η επαυξηθείσα ήταν αμφότερες δικαιολογημένες με αναφορά στα ουσιώδη δεδομένα και γεγονότα.  Η όποια λακωνικότητα στην αιτιολογία δεν επηρεάζει τη νομιμότητα τους.

 

         Η προσφυγή είναι αβάσιμη.  Είναι πρόδηλο ότι η αίτηση ακυρώσεως αφορά τις υπό ημερομηνίες 2.11.2012 και 30.11.2012 πράξεις των καθ΄ ων, προγενέστερες δηλαδή της πράξης του Αρχηγού ημερ. 5.3.2013, η οποία και ήταν η τελικώς εκδοθείσα πράξη επί αμφοτέρων των προηγηθεισών ποινών για τις οποίες ο αιτητής υπέβαλε ιεραρχικό  στην  ουσία παράπονο.  Συνάγεται ότι το παράπονο υπεβλήθη δυνάμει των διατάξεων του Κανονισμού 12  των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς του 1964, ως τροποποιήθηκαν, το 1978 με την Κ.Δ.Π. 240/78.  Ο Κανονισμός 12 προδιαγράφει τον τρόπο που ένας παραπονούμενος υποβάλλει το παράπονο του.  Αυτό γίνεται ακολουθώντας την ιεραρχία, εγγράφως ή προφορικώς, πάντοτε με τον προσήκοντα σεβασμό.  Το παράπονο εξετάζεται από την εκάστοτε προϊσταμένη αρχή και ο παραπονούμενος δύναται να αιτηθεί εξέταση του παραπόνου του μέχρι την ανώτατη διοικητική αρχή, που είναι ο Υπουργός.  Το παράπονο μπορεί να γίνει δεκτό ή να απορριφθεί, αναλόγως, δυνάμει του Καν. 12(13).

 

         Σύμφωνα με την επιστολή του ημερ. 19.12.2012, (Παράρτημα 12 στην ένσταση), ζητήθηκε η άρση της ποινής του, παράπονο που διευκρινίστηκε στη συνέχεια (Παραρτήματα 13 και 14 ημερ. 10.1.2013 και 29.1.2013), να αφορά και τις δύο ποινές.  Η εκδοθείσα από τον Αρχηγό απορριπτική απόφαση της 5.3.2013 αποτελεί το τέλος μιας σύνθετης διοικητικής ενέργειας την οποία όμως ο αιτητής δεν προσβάλλει εφόσον η προσφυγή καταχωρήθηκε προγενέστερα στις 21.1.2013.  Το παράπονο που ο αιτητής υπέβαλε ήταν στις 19.12.2012 και του ζητήθηκε διευκρίνιση στις 10.1.2013.  Έσπευσε όμως να καταχωρήσει την υπό κρίση προσφυγή πριν ακόμη λάβει απάντηση στο παράπονο του που λειτούργησε ως ενδικοφανής προσφυγή.

 

         Η προσφυγή επομένως απώλεσε την εκτελεστότητα της ως προς την προηγηθείσα απόφαση της επαύξησης της ποινής ημερ. 30.11.2012, (Παράρτημα 11 στην ένσταση), εφόσον ακολούθησε η εξέταση του παραπόνου και η απόρριψη του.  Η πράξη του Αρχηγού ημερ. 5.3.2013 ενσωμάτωσε όλο το προηγηθέν ιστορικό, όλες δε οι προηγούμενες πράξεις απώλεσαν την εκτελεστότητα τους.  Όπως αναφέρει ο Κυριακόπουλος:  Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο Γ΄ Ειδικό Μέρος, 4η έκδ. 98, οι διάφορες διοικητικές ενέργειες δυνατόν να προσβάλλονται αυτοτελώς εφόσον είναι διαιρεταί και αποσπασταί.  Όμως απώλλυνται της διακριτικότητας τους με την έκδοση της μεταγενέστερης πράξης στην οποία απορροφώνται αναγκαστικά.

 

         Στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Chrikar Trading Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 541, οι αρχές της σύνθετης διοικητικής πράξης με αποτέλεσμα την απώλεια εκτελεστότητας των προηγηθεισών επανελήφθησαν και επιβεβαιώθηκαν.  Με αναφορά στις Κοινοπραξία Cyprus Airports Group v. Δημοκρατίας, (2007) 4 Α.Α.Δ. 1 και Hewlett Packard Hellas E.P.E. v. Δημοκρατίας (2007) 4 Α.Α.Δ. 14, καθώς και σε Ελληνικά συγγράμματα όπως του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου, 9η έκδ., σελ. 162, παρ. 157, διατρανώθηκε ότι η σύνθετη διοικητική ενέργεια ενσωματώνει κάθε προηγηθείσα, η οποία αποβάλλει συνεπώς την αυτοτέλεια της.

 

         Είναι αβάσιμος ο ισχυρισμός που προβάλλει ο αιτητής ότι η απόφαση του Αρχηγού ημερ. 5.3.2013, είναι απλώς βεβαιωτική της επαύξησης της ποινής.  Βεβαιωτική είναι η πράξη εκείνη στην οποία η διοίκηση εμμένει στην απόφαση της χωρίς να είχαν τεθεί ενώπιον της νέα δεδομένα προς διερεύνηση από το διοικούμενο (δέστε τις αποφάσεις της Ολομέλειας στις Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394, Lavar Shipping Co. Ltd v. Δημοκρατίας (2013) 3 Α.Α.Δ. 260 και Σασακάρος ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. αρ. 177/09, ημερ. 2.4.2014), ECLI:CY:AD:2014:C235.  Όπου τίθενται νέα δεδομένα ενώπιον της διοίκησης, αυτή είναι υποχρεωμένη να τα διερευνά και να εκδίδει νέα απόφαση, (IMCS Intercollege Ltd v. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού (2008) 3 Α.Α.Δ. 296).

 

Ο ίδιος ο αιτητής ζήτησε την αναθεώρηση της επαύξησης της διήμερης κράτησης σε πενθήμερη φυλάκιση.  Όπως αναφέρει στο Παράρτημα 12, λόγω της επαύξησης, «τυγχάνω παραπονούμενος ...».  Πρόσθεσε δε ότι το παράπονο του ήταν διότι λήφθηκε υπόψη από τον Αρχηγό, η έρευνα που διενεργήθηκε από τον Ταξίαρχο Τσερπέ Σταύρο την οποία δεν είχε υπόψη του.  Πρόσθεσε δε γεγονότα πέραν αυτών που κατέθεσε απολογούμενος διοικητικά στις 2.11.2012, (Παράρτημα 7 στην ένσταση).  Επ΄ αυτού του παραπόνου, η απόφαση του Αρχηγού κάλυψε και τις δύο προηγηθείσες ποινές: τη διήμερη κράτηση με το αιτιολογικό ότι υπεβλήθη εκπρόθεσμα, ενώ ταυτόχρονα θα  έπρεπε να είχε εξεταστεί σε πρώτο βαθμό από την ίδια τη Μονάδα του σύμφωνα με τους Πειθαρχικούς Κανονισμούς της Εθνικής Φρουράς και την πενθήμερη φυλάκιση με αναφορά στην ορθότητα της ενόψει της φύσης του παραπτώματος που κρίθηκε πολύ σοβαρό.  Δεν ήταν απλώς βεβαιωτική της επαύξησης με απλή επανάληψη του περιεχομένου της ώστε να μην αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη, (Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 527). 

 

Άλλωστε, ο αιτητής δεν μπορεί να προβάλλει τώρα τη θέση ότι η απόφαση του Αρχηγού ημερ. 5.3.2013 είναι βεβαιωτική ώστε να καλύψει την παράλειψη του να προσφύγει εναντίον αυτής.  Το βεβαιωτικό της πράξης εγείρεται κατά κανόνα από τη διοίκηση και όχι από τον αιτητή. Εφόσον η πράξη είναι απλώς βεβαιωτική προηγούμενης απόφασης απαραδέκτως προσβάλλεται διότι δεν έχει εκτελεστό χαρακτήρα, (Στέλιος Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 559, Marfin Popular Bank Public Co. Ltd v. Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού (2011) 3 Α.Α.Δ. 85 και Stanchev v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 8/13 ημερ. 17.7.2015).

 

         Σημειώνεται εν πάση περιπτώσει ότι ο αιτητής ακούστηκε απολογούμενος διοικητικά στις 2.11.2012, (Παράρτημα 7 στην ένσταση), και όσα ήθελε να πει εκεί, τα ανέφερε.  Περαιτέρω, ο ισχυρισμός του αιτητή ότι δεν φαίνεται πότε παρέλαβε την επιβληθείσα ποινή στις 2.11.2012, διότι η ένδειξη «έλαβε γνώση» στο Παράρτημα 8, δεν φέρει ημερομηνία, δεν ευσταθεί ως προς το χρονικό σημείο έναρξης της προθεσμίας ακόμη και αν ήθελε θεωρηθεί ότι παρέμεινε αυτοτελής η πράξη της 2.11.2012, διότι ο αιτητής που έχει και το βάρος δεν παραθέτει οποιαδήποτε στοιχεία ότι έλαβε την απόφαση της διήμερης κράτησης μεταγενέστερα, ενώ είναι προφανές ότι η ποινή επιβλήθηκε την ίδια ημέρα, 2.11.2012, που ο αιτητής απολογήθηκε διοικητικά, στη συνέχεια δε την ίδια ημέρα, (Παράρτημα 9), όλη η αλληλογραφία προωθήθηκε περαιτέρω στο ΓΕΕΦ/ΔΕΠ.  Το τεκμήριο της κανονικότητας μιας διοικητικής πράξης δεν επιτρέπει διαφορετική ανάγνωση.

 

Η δυνατότητα που προσφέρεται από τους σχετικούς Πειθαρχικούς Κανονισμούς για επαύξηση της ποινής δεν προδιαγράφει κάποια ξέχωρη διαδικασία ώστε να υπάρχει η δυνατότητα εκ νέου απολογίας ή ακρόασης, (Περδίου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 1106/2006, ημερ. 24.9.2007).  Ενυπάρχει στον Κανονισμό 11(Α)(7), η εγγενής κρίση του προϊσταμένου διοικητή ή του ίδιου του Διοικητή της Δυνάμεως να επαυξήσει την ποινή εάν κατά την άποψη του η φύση του αδικήματος επιβάλλει αυστηρότερη ποινή σε μια ανάγκη περιστολής παρομοίας φύσεως συμπεριφοράς και παραπτωμάτων.  Ο Αρχηγός αιτιολόγησε την απόφαση του αφού ακούσθηκε, μέσω του παραπόνου του, εκ νέου ο αιτητής, παρέχοντας επαρκή υπό τις περιστάσεις αιτιολογία, δυνάμενη να ελεγχθεί δικαστικώς.  Επ΄ αυτού παρατηρείται πρόσθετα ότι η όποια κατάθεση της συζύγου του προσώπου με το οποίο ο αιτητής διαπληκτίστηκε δεν ήταν το ζητούμενο.  Ήταν ο ίδιος ο διαπληκτισμός  από στρατιωτικό σε δημόσια θέα στην παραλία Μακένζυ στη Λάρνακα που κρίθηκε επιλήψιμος, θεωρηθείσα ως σοβαρή που εξέθετε το στράτευμα.

 

         Η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον του αιτητή και υπέρ των καθ΄ ων.

 

         Η προσβαλλόμενη πράξη επικυρώνεται με βάση το            Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.

 

 

 

 

 

 

                                           Στ. Ναθαναήλ,

                                                     Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΕΘ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο