ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
LARKOS ν. REPUBLIC (1987) 3 CLR 2189
Θαλασσινός Γρηγόρης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 364
Cyprus Bureau of Shipping ν. Yπουργού Oικονομικών και Άλλου (2000) 3 ΑΑΔ 491
Punting Transports Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 737
Kατσιαούνης Ρολάνδος ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2002) 3 ΑΑΔ 785
IMCS Intercollege Ltd ν. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου (2008) 3 ΑΑΔ 296
Λιασίδης Παναγιώτης ν. Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (2010) 3 ΑΑΔ 110
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D609
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 810/2013)
16 Σεπτεμβρίου, 2015
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 146, 28 ΚΑΙ 25 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΓΙΩΡΓΟΣ Ν. ΦΑΝΤΗΣ
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ
(ΕΤΕΚ),
Καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Μ. Καλλιγέρου (κα), για τον αιτητή.
Στ. Μαξιούτη (κα) για Τ. Παπαδόπουλος και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Ο αιτητής αξιώνει ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση με την οποία απορρίφθηκε δεύτερη αίτηση του για εγγραφή στο μητρώο μελών του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (ΕΤΕΚ), στον κλάδο επιμέτρησης και εκτίμησης γης, στην επιμέτρηση.
Οι καθ΄ ων η αίτηση με επιστολή τους ημερομηνίας 13.2.2013 πληροφόρησαν τον αιτητή ότι απέρριψαν το αίτημα του στη συνεδρίαση ημερομηνίας 29.1.2013, για λόγους που εξηγούν στην επιστολή τους.
Σημειώνεται ότι η αίτηση συνοδευόταν από σχετικό πιστοποιητικό, Professional Member of the Royal Institute of Chartered Surveyors (RICS) ημερομηνίας 23.8.2011, καθώς και από σχετικούς τίτλους σπουδών, όπως εμφαίνονται στην αίτηση.
Οι συνήγοροι των καθ΄ ων προβάλλουν προδικαστική ένσταση: του απαραδέκτου της προσφυγής θεωρώντας ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική πράξη. Πρόκειται περί βεβαιωτικής πράξης και συγκεκριμένα προηγούμενης απόφασης του Επιμελητηρίου ημερομηνίας 19.10.2009, η οποία επικυρώθηκε λόγω του εκπροθέσμου καταχώρισης της προσφυγής, εξ ου και απορρίφθηκε ως απαράδεκτη με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου (υπό Νικολαϊδη, Δ., στην Υποθ. Αρ. 131/10, ημερομηνίας 12.11.2012). Στην εν λόγω αίτηση ο αιτητής προσέβαλλε απορριπτική απόφαση των καθ΄ ων η αίτηση για εγγραφή του στο μητρώο μελών του ΕΤΕΚ. Αμέσως μετά, 19.11.2012, ο αιτητής επανήλθε υποβάλλοντας εκ νέου πανομοιότυπη αίτηση, χωρίς να υποβληθεί οτιδήποτε νέο ουσιώδες στοιχείο προς κρίση, το οποίο να έχρηζε περαιτέρω ουσιαστικής εξέτασης και έρευνας από το Επιμελητήριο. Συνεπώς οι καθ΄ ων εξέδωσαν την προσβαλλόμενη με την παρούσα προσφυγή πράξη απορρίπτοντας την αίτηση εκ νέου με το ίδιο αιτιολογικό, κατά τρόπο που η επίδικη να αποτελεί βεβαιωτική της προηγουμένης απόφασης, ημερομηνίας 19.10.2009.
Υποστηρίζει ο αιτητής προς απάντηση της προδικαστικής ένστασης ότι η υποβολή εκ μέρους του, στη δεύτερη αίτηση, του πιστοποιητικού εγγραφής του στο RICS, συνιστά νέο ουσιώδες στοιχείο κρίσης το οποίο και δεν λήφθηκε υπόψη.
Όπως παραπέμπει η συνήγορος των καθ΄ ων η αίτηση και όπως διαπιστώνεται τόσο από τα επισυνημμένα στην ένσταση παραρτήματα αλλά και από τον ίδιο το φάκελο, ο αιτητής είχε ήδη υποβάλει με την αρχική αίτηση για εγγραφή, έγγραφα και στοιχεία που πιστοποιούσαν την εγγραφή του ως μέλος του RICS και όχι μόνο. Κατά την εκδίκαση της προσφυγής αρ.131/10 ανωτέρω, είχε εγερθεί ως λόγος ακύρωσης το γεγονός ότι ο αιτητής ήταν ήδη εγγεγραμμένο μέλος του RICS, όπως άλλωστε ελέγχεται και πιστοποιείται και από τη γραπτή αγόρευση του αιτητή στην ανωτέρω προσφυγή, αντίγραφο της οποίας επισυνάπτεται στην αγόρευση των καθ΄ ων ως παράρτημα Β, απ΄ όπου και το κατωτέρω απόσπασμα:
«Διέλαθε των καθ΄ ων η αίτηση ότι το μεταπτυχιακό δίπλωμα του αιτητή αποκτήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο, από αναγνωρισμένο Πανεπιστήμιο και έτυχε αναγνώρισης από το Royal Institution of Chartered Surveyors, το οποίο ενέγραψε τον αιτητή ως μέλος του από το έτος 2008. Το 2009 μάλιστα ο αιτητής ανανέωσε την εγγραφή του στο RICS και βεβαιώσεις περί τούτου επισύναψε στην αίτηση του.»
Στη Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364, με παραπομπή στο σύγγραμμα Μ. Δ. Στασινόπουλος: Δίκαιο των Διοικητικών Διαφορών, 4η έκδοση (1964), σ.176, διατυπώθηκε και η ακόλουθη σκέψη:
«Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απωλέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ' ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων.'
Τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929 έως 1959) στη σελ. 241 υποστηρίζουν την παραπάνω διατύπωση του κανόνα:
'Νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ' όψιν.'»
Συνάγεται λοιπόν με κάθε δυνατή ασφάλεια το συμπέρασμα ότι δεν έχει υποβληθεί οτιδήποτε νέο ουσιώδες στοιχείο με τη δεύτερη αίτηση του αιτητή και ως εκ τούτου η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά επιβεβαιωτική της πρώτης (Παναγιώτης Λιασίδης ν. Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (2010) 3 Α.Α.Δ. 110). Ακριβώς όπως και στην Λιασίδης (ανωτέρω) το Επιμελητήριο αποφάσισε εκ νέου με το ίδιο ακριβώς αιτιολογικό να απορρίψει την αίτηση του εφεσείοντος ο οποίος και εκεί δεν είχε υποβάλει οτιδήποτε νέο ουσιώδες στοιχείο προς περαιτέρω διερεύνηση, με αποτέλεσμα να κριθεί ότι η προσβαλλόμενη πράξη ήταν βεβαιωτική:
«Η θεμελιωμένη αρχή είναι ότι για να μη χαρακτηριστεί ως βεβαιωτική δεύτερη, και με όμοιο περιεχόμενο, απόφαση, αυτή θα πρέπει να έχει ληφθεί μετά από τη διεξαγωγή νέας έρευνας κατά την οποίαν να εξετάστηκαν νέα πραγματικά γεγονότα ή νομικά θέματα. Κατά τον Στασινόπουλο το πότε υπάρχει νέα έρευνα είναι ζήτημα πραγματικό, θεωρείται όμως, γενικά, νέα έρευνα η λήψη υπόψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, το χρησιμοποιηθέν όμως νέο υλικό κρίνεται αυστηρώς διότι δεν πρέπει, ο απωλέσας την προθεσμία για την προσβολή μιας εκτελεστής πράξης, να μπορεί να καταστρατηγεί την προθεσμία εκείνη, με τη δημιουργία νέας πράξης, που εκδόθηκε κατ' επίφαση μεν νέας έρευνας, κατ' ουσίαν, όμως, στη βάση των ιδίων στοιχείων. Σύμφωνα με τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929-1959), σελ. 241, «νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνει χώραν εξέτασης νεωστί προκυπτόντων ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπόψιν.
..............
Με τα προαναφερόμενα κατά νούν κρίνουμε ότι ο εφεσείων δεν έθεσε ενώπιον των εφεσιβλήτων οποιοδήποτε, νέο, ουσιώδες πραγματικό ή νομικό στοιχείο, αλλά ούτε και οποιοδήποτε νέο κύριο στοιχείο κρίσεως, ώστε οι εφεσίβλητοι να έχουν καθήκον να προβούν σε νέα έρευνα. Επομένως η δεύτερη τους (προσβαλλόμενη) απόφαση είναι απλά βεβαιωτική της πρώτης και όχι νέα εκτελεστή διοικητική πράξη. Ο εφεσείων θα έπρεπε να είχε προσβάλει, εμπρόθεσμα, την πρώτη απόφαση.»
Είναι η κατάληξη μου ότι εκείνο το οποίο επεδίωξε ο αιτητής, ο οποίος απώλεσε την προθεσμία, ήταν επανεξέταση της αίτησης και την αναβίωση των προθεσμιών και όχι η υποβολή νέου αιτήματος από την άποψη ότι δικαιολογείτο νέα απόφαση λόγω παροχής νέων στοιχείων. Marfin Popular Bank Public Co Ltd v. Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού κ.α. (2011) 3 Β Α.Α.Δ. 851, 858 και Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189.
H αίτηση θεραπείας χωρίς την παροχή νέων στοιχείων για ουσιαστική επανεξέταση, δεν οδηγεί σε εκτελεστική απόφαση (Cyprus Bureau of Shipping v. Υπουργού Οικονομικών (2000) 3 Α.Α.Δ. 491, Punting Transports Ltd ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 737. Και όπως οριοθετείται το ζήτημα στην Marfin (ανωτέρω):
«Η νομική και μόνο επιχειρηματολογία, χωρίς την προσθήκη ή υποβολή νέων πραγματικών στοιχείων, δεν αποτελεί αφετηρία για ουσιαστική επανεξέταση επί νέων δεδομένων ή δεδομένων που προϋπήρχαν, αλλά δεν περιήλθαν εγκαίρως στη γνώση της διοίκησης. Ούτε η εκ μέρους του διοικητικού οργάνου αναζήτηση γνωμάτευσης επί της νομικής πτυχής μετά την έκδοση της απόφασης, κατατάσσει ή μεταβάλλει την απόφαση σε προκαταρκτική, ως είναι ο έτερος ισχυρισμός της εφεσείουσας. (δέστε τις αποφάσεις της Ολομέλειας στην Ρολάνδος Κατσιαούνης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 785 και Παναγιώτης Λιασίδη ν. Ε.Τ.Ε.Κ. (2010) 3 Α.Α.Δ. 110). Δεν αφορά η παρούσα περίπτωση σε επαναφορά αιτήματος με ουσιώδη νέα στοιχεία ώστε να προκύπτει ανάγκη και υποχρέωση της διοίκησης για επανεξέταση, νέα έρευνα και νέα απόφαση. (IMCS Intercollege Ltd v. Αρχής Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού Κύπρου (2008) 3 Α.Α.Δ. 296).»
Η προδικαστική ένσταση επιτυγχάνει. Ως εκ τούτου δεν προκύπτει λόγος περαιτέρω εξέτασης της ουσίας της υπόθεσης η οποία και απορρίπτεται ως προωθούμενη απαραδέκτως.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Έξοδα €1.200 σε βάρος του αιτητή, πλέον ΦΠΑ, αν επιβάλλεται.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ