ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Στ. Μαξούτη (κα) για Τ. Παπαδόπουλο, για τον Αιτητή. Ε. Παπαγεωργίου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-09-25 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΚΥΠΡΟΣ ΓΙΩΡΓΑΛΛΗΣ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 2000/2012, 25/9/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D626

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 2000/2012)

 

25 Σεπτεμβρίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΚΥΠΡΟΣ ΓΙΩΡΓΑΛΛΗΣ,

Αιτητής,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Στ. Μαξούτη (κα) για Τ. Παπαδόπουλο, για τον Αιτητή.

Ε. Παπαγεωργίου (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδη, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.Προσβάλλεται η απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας («ΕΔΥ») ημερ. 28.8.2012 να προαγάγει το ΕΜ Νικόλα Μανώλη στη μία από τις δύο μόνιμες θέσεις Σύμβουλου ή Γενικού Πρόξενου Β΄, Εξωτερικές Υπηρεσίες, Υπουργείο Εξωτερικών, οι οποίες προκηρύχθηκαν, αντί τον αιτητή.

 

Η ΕΔΥ συνήλθε στις 24.8.2012 όπου κλήθηκε και παρέστη ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εξωτερικών ο οποίος έδωσε τη σύστασή του υπέρ του ΕΜ και άλλης υποψήφιας.

 

Νομικοί ισχυρισμοί

Είναι η θέση του αιτητή ότι τόσο ο Γενικός Διευθυντής όσο και η ΕΔΥ παρέλειψαν να διεξάγουν τη δέουσα έρευνα και υπό ουσιώδη πλάνη έκριναν ότι το ΕΜ κατέχει τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Ειδικότερα, οι καθ' ων η αίτηση παρέλειψαν να λάβουν υπόψη πως στο διοικητικό φάκελο υπήρχαν στοιχεία για πειθαρχική έρευνα εναντίον του ΕΜ σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του ως «Πρόξενος» στη Μόσχα Ρωσίας, σύμφωνα με τα ερ. 52 και 58 του προσωπικού του φακέλου. Παραπέμπουν συναφώς στην Γρουτίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1393/11 κ.α., ημερ. 19.7.2013 στην οποία έκρινα πως το γεγονός ότι εκκρεμούσε ποινική υπόθεση εναντίον του εκεί ΕΜ έπρεπε να ωθήσει τους καθ' ων η αίτηση σε διερεύνηση του σταδίου στο οποίο βρισκόταν η υπόθεση ώστε να ετύγχανε και έρευνας κατά πόσο πληρούταν το προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν της ακεραιότητας χαρακτήρα, εν προκειμένω και της ευδοκίμου υπηρεσίας.

 

Παραγνωρίστηκε επίσης, κατά τον ισχυρισμό, η υπεροχή του αιτητή σε βαθμολογημένη και αντικειμενική αξία. Ο αιτητής επισημαίνει πως στην αξιολόγηση του ΕΜ κατά το τελευταίο έτος πριν τον ουσιώδη χρόνο, μειώθηκαν οι αξιολογήσεις του ΕΜ στα στοιχεία πρωτοβουλία και διευθυντική/διοικητική ικανότητα σε πολύ ικανοποιητικά. Κατά την εισήγηση, ο χρόνος κατά τον οποίο έλαβε χώρα η μείωση αυτή προσδίδει μεγαλύτερη σημασία στη διαφορά μεταξύ των υποψηφίων. Ενόψει δε της ισοπεδωτικής βαθμολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων στις ετήσιες εκθέσεις, και η πιο μικρή διαφορά σε βαθμολογημένη αξία αποκτά τη σημασία της (Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 587). Η διαφορά αυτή μεταξύ των υποψηφίων αγνοήθηκε, και ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον αιτητή, υπήρξε έλλειψη δέουσας έρευνας και εμφιλοχώρηση πλάνης με αποτέλεσμα η επίδικη απόφαση να καθίσταται παράνομη.

 

Περαιτέρω, σύμφωνα με τον αιτητή, αγνοήθηκαν οι συγχαρητήριες επιστολές από προϊσταμένους του αιτητή σε σχέση με την άψογη εκτέλεση των καθηκόντων του καθώς και τα σχόλια του άμεσα προϊσταμένου του στις υπηρεσιακές εκθέσεις του 2007, 2011 και 2012 τα οποία προσμετρούν στην αξία του αιτητή σε αντίθεση με το ΕΜ για τον οποίο κανένα επαινετικό σχόλιο δεν έχει καταγραφεί από προϊστάμενό του ούτε υπάρχει οποιαδήποτε συγχαρητήρια επιστολή στον προσωπικό του φάκελο. Η παραγνώριση των πιο πάνω στοιχείων, κατά τον αιτητή, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η επίδικη απόφαση λήφθηκε υπό πλάνη. Επίσης, παραγνωρίστηκαν τα σοβαρά καθήκοντα τα οποία του ανατέθηκαν, π.χ. Διευθυντής Γραφείου του Υπουργού, αντιπρόσωπος των διπλωματών στην ΠΑΣΥΔΥ, καθώς και η «άψογη» εκτέλεση των «πολυσχιδών» καθηκόντων του.

 

Ο αιτητής προβάλλει τη θέση επίσης πως η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε υπό πλάνη και για ένα άλλο λόγο: πως στα πρακτικά της ΕΔΥ δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στα πρόσθετα προσόντα του, και συγκεκριμένα η γνώση από μέρους του αιτητή της τουρκικής γλώσσας και τα πιστοποιητικά παρακολούθησης σεμιναρίων ώστε να φαίνεται κατά πόσον έχει αξιολογηθεί η συνάφειά τους με τα καθήκοντα της θέσης και σταθμίστηκε η σημασία τους τόσο από τον Γενικό Διευθυντή όσο και από την ίδια την ΕΔΥ. Το ότι καταγράφηκε πως συνυπολογίστηκαν με τα υπόλοιπα κριτήρια επιλογής δεν ικανοποιεί την απαίτηση της νομολογίας για αξιολόγηση και στάθμιση της κατά περίπτωση σημασίας των σχετικών πρόσθετων προσόντων (Πούρος κ.α. ν. Χατζηστεφάνου κ.α. (2001) 3 ΑΑΔ 374). Ο αιτητής επισημαίνει πως πέραν της κατοχής της τουρκικής γλώσσας είναι κάτοχος πτυχίου BSc και μεταπτυχιακού MSc σχετικών με τα καθήκοντα της θέσης καθώς επίσης και υποψήφιος διδάκτορας Ιστορίας.

 

Είναι περαιτέρω η εισήγηση του αιτητή πως η κατά ένα μήνα, οριακή αρχαιότητα του ΕΜ κατέστη το αποφασιστικό κριτήριο για την επιλογή του τόσο από το Γενικό Διευθυντή όσο και από την ΕΔΥ δεδομένου ότι δεν πρόκειται για κατά τα άλλα ίσους υποψηφίους.

 

Τέλος, η επίδικη απόφαση είναι αναιτιολόγητη εφόσον ο δικαστικός έλεγχος είναι ανέφικτος στην απουσία έκθεσης των γεγονότων επί των οποίων έχει σχηματιστεί η κρίση της διοίκησης.

 

Οι καθ' ων η αίτηση αντιτείνουν ότι η παρούσα διαφοροποιείται από την Γρουτίδης, ανωτέρω, στην οποία παραπέμπει ο αιτητής επειδή εκεί εκκρεμούσε ποινική υπόθεση εναντίον του ΕΜ ενώ εν προκειμένω, εναντίον του ΕΜ απλώς διεξήχθη πειθαρχική έρευνα η οποία εν τέλει κατέληξε σε απαλλαγή του ΕΜ από οποιαδήποτε ευθύνη. Το άρθρο 35(2)(γ) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/1990, προβλέπει πως κανένας δημόσιος υπάλληλος δεν προάγεται σε άλλη θέση, εκτός εάν δεν τιμωρήθηκε κατά τη διάρκεια της προηγούμενης διετίας για πειθαρχικό παράπτωμα σοβαρής μορφής, που δεν είναι η περίπτωση. Παραπέμπουν στην Tzavelas and Another v. Republic (1975) 3 CLR 490 σύμφωνα με την οποία «το γεγονός και μόνον, ότι εκκρεμεί εις βάρος του κατηγορία άνευ ουσιαστικής κρίσεως περί της βασιμότητας των αποδιδομένων εις τον υπάλληλον κατηγοριών δεν λαμβάνεται ωσαύτως υπόψη (Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 356) .».

 

Όταν δε οι υποψήφιοι είναι κατά τα άλλα ίσοι, η αρχαιότητα μπορεί να κλίνει την πλάστιγγα υπέρ του αρχαιότερου. Εδώ, κατά τους καθ' ων η αίτηση, δεν πρέπει να αποδοθεί η εισηγούμενη σημασία στην υπεροχή του αιτητή κατά δύο εξαίρετος τον χρόνο πριν τον ουσιώδη εφόσον είναι το σύνολο της σταδιοδρομίας που λαμβάνεται υπόψη και όχι τα επί μέρους στοιχεία.  Κάτω από αυτά τα δεδομένα, σύμφωνα με τους καθ' ων η αίτηση, ορθά προτιμήθηκε ο αρχαιότερος και ταυτοχρόνως κατέχων μη απαιτούμενο ακαδημαϊκό προσόν.

 

Τα δε επικαλούμενα πρόσθετα προσόντα του αιτητή βρίσκονταν ενώπιον των καθ' ων η αίτηση και δεν έχει ανατραπεί το τεκμήριο της κανονικότητας σύμφωνα με το οποίο αυτά λήφθηκαν υπόψη κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης. Πρόκειται, εν πάση περιπτώσει, περί μη απαιτούμενων από το σχέδιο υπηρεσίας πρόσθετων προσόντων τα οποία λαμβάνονται μεν υπόψη αλλά δεν προσδίδουν από μόνα τους έκδηλη υπεροχή. Το Δικαστήριο, δε, δεν υποκαθιστά την κρίση της διοίκησης με την δική του. Επεμβαίνει μόνο όπου ικανοποιείται ότι ο αιτητής υπερέχει έκδηλα του επιλεγέντα.

 

Ο δικηγόρος του ΕΜ εισηγείται πως τα στοιχεία των φακέλων δεν παρέχουν προβάδισμα στον αιτητή, αντίθετα καταδεικνύουν ότι ο αιτητής υστερεί εναντίον του ΕΜ. Συμπορεύεται στις θέσεις του με τις θέσεις της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση και παρατηρεί πως το προσόν του αιτητή της γνώσης τουρκικής γλώσσας καταγράφηκε στον κατάλογο των στοιχείων των υποψηφίων με παραπομπή ως προς τα υπόλοιπα, στον προσωπικό του φάκελο.

 

Όσον αφορά τον ισχυρισμό του αιτητή περί εμφιλοχώρησης πλάνης ως προς την κατοχή από το ΕΜ των απαιτούμενων προσόντων ο δικηγόρος του ΕΜ εστιάζει στην επιστολή του ερευνώντα λειτουργού προς την ΕΔΥ ημερ. 16.10.2008 ότι δεν διαπιστώθηκε η διάπραξη πειθαρχικών παραπτωμάτων από το ΕΜ, προκαλώντας τη διευκρίνιση του αιτητή στη γραπτή του απάντηση ότι εκείνο που ισχυρίζεται δεν είναι ότι η ΕΔΥ όφειλε να λάβει υπόψη υπό εξέλιξη διαδικασία εναντίον του ΕΜ ή «ότι υπάρχει κάποιο κώλυμα προαγωγής», αλλά να διερευνήσει το κατά πόσο το ΕΜ κατείχε τα προσόντα της ευδόκιμης υπηρεσίας και ακεραιότητας χαρακτήρα δεδομένου ότι υπήρχαν στοιχεία στο φάκελό του που καταδείκνυαν το αντίθετο. Κατά τον αιτητή, οι αναφορές προς υποστήριξη της νομιμότητας της διαδικασίας προκύπτουν για πρώτη φορά από τη γραπτή αγόρευση της δικηγόρου των καθ' ων η αίτηση οπότε η διαδικασία δεν μπορεί να διασωθεί στη βάση αυτών.

 

Και κατά το ΕΜ, στην απουσία απόδειξης από τον αιτητή έκδηλης υπεροχής του, δεν χωρεί δικαστική επέμβαση στην προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Η κατάληξη

Δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά για τον πρώτο ισχυρισμό περί έλλειψης δέουσας έρευνας και πλάνης ως προς την κατοχή από μέρους του ΕΜ των προσόντων της ευδόκιμης υπηρεσίας και ακεραιότητας χαρακτήρα. Η εισήγηση πως όφειλαν τόσο ο Γενικός Διευθυντής όσο και η ΕΔΥ να λάβουν υπόψη στοιχεία του φακέλου του ΕΜ τα οποία, αφού εξετάστηκαν, οδήγησαν στη διαπίστωση πως δεν διαπράχθηκε πειθαρχικό παράπτωμα από το ΕΜ στερείται λογικής. Ζητείται ουσιαστικά από το Δικαστήριο, κατά παραγνώριση της διοικητικής κρίσης περί μη διάπραξης πειθαρχικού παραπτώματος, να απομονώσει τα στοιχεία τα οποία εξετάστηκαν στα πλαίσια αυτής της διερεύνησης, και να θεωρήσει ότι αυτά έπρεπε να εγείρουν αμφιβολία στο μυαλό του Γενικού Διευθυντή και των καθ' ων η αίτηση ως προς την κατοχή από το ΕΜ των εν λόγω προσόντων ώστε να προέβαιναν σε περαιτέρω διερεύνησή τους. Με ποια προοπτική, όμως; Να υποστεί το ΕΜ συνέπειες στη βάση στοιχείων που δεν οδήγησαν σε διαπίστωση μεμπτής πράξης; Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να γίνει δεκτό και ως εκ τούτου ο ισχυρισμός απορρίπτεται. Τονίζω μάλιστα πως το ερ. 58 στο φάκελο του ΕΜ, δηλαδή το ένα από τα δύο «στοιχεία» τα οποία σύμφωνα με τον αιτητή έπρεπε να προβληματίσουν τη διοίκηση, ήταν η ενημερωτική επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών προς την ΕΔΥ ημερ. 16.10.2008, πως στην έκθεσή του ο ερευνώντας λειτουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «δεν διαπιστώνεται η διάπραξη οποιωνδήποτε πειθαρχικών παραπτωμάτων από τους υπό αναφορά Διπλωματικούς Λειτουργούς του Υπουργείου Εξωτερικών στην Πρεσβεία της Δημοκρατίας στη Μόσχα». Επιστολή η οποία ήδη υπήρχε ενώπιον του Γενικού Διευθυντή και της ΕΔΥ κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης.

 

Σε σχέση με το δεύτερο ισχυρισμό του αιτητή πως υπερέχει έναντι του ΕΜ σε αξία τόσο βαθμολογημένη όσο και γενικότερη ενόψει των συγχαρητήριων επιστολών που έλαβε και των σημαντικών καθηκόντων που του εμπιστεύθηκαν επισημαίνω πως οι υπηρεσιακές εκθέσεις αποτελούν το διαχρονικό δείκτη της αξίας των υποψηφίων. Συγχαρητήριες επιστολές δεν μπορούν να μεταβάλουν την εικόνα υποψηφίου όπως προκύπτει από τις υπηρεσιακές του εκθέσεις ούτε και τα καθήκοντα που ανατίθενται αποτελούν παράγοντα που θα μπορούσε νομίμως να επηρεάσει τον παράγοντα της αξίας. Ενδεχομένως, αυτά τα στοιχεία να επηρέασαν την αξιολογική κρίση κατά την ετοιμασία των υπηρεσιακών εκθέσεων αλλά δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη αυτοτελώς. Η δε υπεροχή του αιτητή κατά 2 Εξαίρετος το τελευταίο έτος πριν την επίδικη προαγωγή, δεν μπορεί παρά να χαρακτηριστεί οριακή (Βασιλειάδης κ.α. ν. Τσιάππα κ.α. (2005) 3 ΑΑΔ 403).

 

Ο επόμενος ισχυρισμός περιστρέφεται γύρω από τη θέση πως το πρακτικό δεν φανερώνει στάθμιση μη απαιτούμενων από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντων του αιτητή το κύριο από τα οποία σύμφωνα με τον αιτητή, η γνώση τουρκικής γλώσσας, καταγραφόταν στον πίνακα ο οποίος βρισκόταν ενώπιον τόσο του Διευθυντή όσον και της ΕΔΥ. Στην επικαλούμενη από τον αιτητή Πούρος κ.ά. ν. Χατζηστεφάνου κ.ά., ανωτέρω, η Ολομέλεια ανέφερε τα εξής:-

 

«Πάντως, η ασυμφωνία της Θρασυβούλου και της Κουκκουρή (ανωτέρω) με την καθιερωθείσα νομολογιακή επί του ζητήματος γραμμή, δεν εξασθενίζει το λόγο των προηγούμενων αποφάσεων αλλά ούτε και μας φαίνεται να απέβλεπε σε αυτό. Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φτάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής (και, αφετέρου, να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα πρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων

(τονισμός δικός μου)

 

Έχοντας υπόψη πως αρμόδια για την αξιολόγηση και στάθμιση της κατά περίπτωση σημασίας μη απαιτούμενων προσόντων είναι η ΕΔΥ και πως μέσα στα όρια αυτά το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει (Πούρος κ.α. ν. Χατζηστεφάνου κ.α., ανωτέρω), η εισηγούμενη επέμβαση στα όρια αυτά ελλοχεύει τον κίνδυνο της υποκατάστασης της διοικητικής κρίσης με την δικαστική. Με αυτό υπόψη, ο ισχυρισμός του αιτητή πως όφειλε η ΕΔΥ να φανέρωνε στο πρακτικό της τη στάθμιση στην οποία προέβη αναφορικά με το μη προβλεπόμενο από το σχέδιο υπηρεσίας προσόν του της γνώσης τουρκικής γλώσσας, δεν μπορεί να γίνει δεκτός. Δεν εντοπίζεται συνεπώς πλάνη επί του προκειμένου.

Σε σχέση με την υπεροχή του ΕΜ σε αρχαιότητα, ο αιτητής ορθά παρατηρεί πως πρόκειται περί διαφοράς ενός μηνός στην αμέσως προηγούμενη της επίδικης θέση, εφόσον ο αιτητής κατέλαβε τη θέση Γραμματέα Α΄ ή Πρόξενου την 1.8.2010 ενώ το ΕΜ την 1.7.2010 και όχι ενός έτους ως το ΕΜ ισχυρίζεται. Πρόκειται περί πράγματι οριακής υπεροχής η οποία όμως δεν παύει να είναι υπαρκτή. Η διαφορά υπέρ του αιτητή στην τελευταία αξιολόγηση κατά δύο εξαίρετος είναι επίσης οριακή ώστε οι υποψήφιοι να μπορούν ευλόγως να θεωρηθούν ως περίπου ίσοι σε αξία (Βασιλειάδης κ.α. ν. Τσιάππα, ανωτέρω). Κάτω από αυτά τα δεδομένα, θεωρώ πως ήταν επιτρεπτό για τους καθ' ων η αίτηση να λάβουν υπόψη την έστω οριακή υπεροχή σε αρχαιότητα του ΕΜ ώστε εν τέλει να κριθεί αυτός καταλληλότερος για προαγωγή.

Τα πιο πάνω δεν αφήνουν περιθώριο για ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης η οποία ήταν καθόλα νόμιμη.

Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος. Η προσφυγή απορρίπτεται με €1300 έξοδα εναντίον του αιτητή.

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

 

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο