ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ANANDA MARGA LTD. ν. REPUBLIC (1985) 3 CLR 2583
MOYO & ANOTHER ν. REPUBLIC (1988) 3 CLR 1203
Σταυρίδη κ.α. ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 303
Παπαγεωργίου Κώστας ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 648
Latonia Estate Ltd και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 672
Kedoum Ahmed Ibrahim ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 ΑΑΔ 505
Khatateav Salaudi ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2008) 3 ΑΑΔ 19
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Milos Dejic (2008) 3 ΑΑΔ 358
Chrikar Trading Limited και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2011) 3 ΑΑΔ 541
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2015:D596
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 1867/2012)
11 Σεπτεμβρίου, 2015
[Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
1. SURENDAN SUNDARARAJ,
2. ANETA DIMCHOVA STRAHILOVA,
Αιτητές,
KAI
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ,
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
3. ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ
ΑΕΡΟΛΙΜΕΝΑ ΛΑΡΝΑΚΑΣ,
Καθ'ων η αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Χρ. Γαβριηλίδης, για τους Αιτητές.
Α. Κάρνου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η Αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή επιδιώκεται η ακύρωση της απόφασης της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης του Αεροδρομίου Λάρνακας, ημερομηνίας 2.9.2012, να απαγορεύσουν στον αιτητή 1 (στο εξής «ο αιτητής») να εισέλθει στη Δημοκρατία.
Ο αιτητής γεννήθηκε στις 29.11.1967 στη Σρι Λάνκα και αφίχθηκε στην Κύπρο το έτος 2000 για να εργαστεί ως εργάτης σε φυτώριο. Στη συνέχεια, κατόπιν διαδοχικών αιτήσεων, χορηγήθηκε στον αιτητή άδεια προσωρινής παραμονής και εργασίας μέχρι την 1.5.2005, αφού στο μεταξύ εργοδοτήθηκε από νέο εργοδότη. Πριν τη λήξη της άδειας παραμονής του ζητήθηκε η ανανέωσή της για ένα χρόνο, η οποία όμως δεν εγκρίθηκε, καθότι δεν εξασφαλίστηκε η σχετική έγκριση του Τμήματος Εργασίας. Μετά την 1.5.2005 ο αιτητής συνέχισε να παραμένει στη Δημοκρατία παράνομα.
Στις 6.2.2006 ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για απόκτηση του καθεστώτος επί Μακρόν Διαμένοντος, η οποία εξετάστηκε και απορρίφθηκε. Στις 2.1.2006 ο εργοδότης του αιτητή υπέβαλε εκ νέου αίτημα για παράταση της άδειας εργοδότησής του, το οποίο απερρίφθη από τους καθ΄ ων η αίτηση με επιστολή ημερομηνίας 1.8.2006, καλώντας τον να αναχωρήσει άμεσα από τη Δημοκρατία. Τον Ιανουάριο του 2007 τα στοιχεία του αιτητή καταχωρήθηκαν στον κατάλογο Αναζητουμένων Προσώπων. Ο αιτητής καταχώρησε την προσφυγή υπ΄αριθμό 1598/2006 εναντίον της απόρριψης της αίτησής του για απόκτηση του καθεστώτος του επί Μακρόν Διαμένοντος, η οποία στις 28.3.2007 απεσύρθη και απερρίφθη.
Ο αιτητής συνέχισε να εργάζεται παράνομα και στις 9.5.2007 υπέβαλε νέο αίτημα για απόκτηση του καθεστώτος του επί Μακρόν Διαμένοντος. Στις 20.6.2007, υπέβαλε αίτηση για ανανέωση προσωρινής άδειας εργασίας, η οποία απερρίφθη στις 20.5.2008.
Στις 25.8.2008 ο αιτητής τέλεσε γάμο στο Δημαρχείο Λύσης με τη Βουλγάρα υπήκοο Αneta Dimchova Strahilova (αιτήτρια 2). Την 1.9.2008, η αιτήτρια 2 αποτάθηκε για έκδοση Βεβαίωσης Εγγραφής Πολίτη της Ευρωπαιϊκής Ένωσης και μελών της οικογένειάς της, η οποία απερρίφθη στις 20.5.2008. Στη συνέχεια ο αιτητής υπέβαλε αίτηση για παραχώρηση προσωρινής άδειας παραμονής και εργασίας στον ίδιο εργοδότη, ως σύζυγος Ευρωπαίας πολίτιδος, και του παραχωρήθηκε άδεια μέχρι 9.4.2010. Επιπλέον, εξασφάλισε Δελτίο Διαμονής ως μέλος οικογενείας Πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ισχύ μέχρι 3.3.2015.
Στα πλαίσια εξετάσεων που έγιναν στις 7.11.2009, 20.2.2010 και 22.2.2011 από μέλη της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, σύμφωνα με το άρθρο 7Α του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου, σχετικά με τη γνησιότητα του γάμου των αιτητών, δημιουργήθηκαν υποψίες ότι επρόκειτο περί εικονικού γάμου. Ακολούθως, η περίπτωσή τους εξετάστηκε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή για Εικονικούς Γάμους η οποία, αφού μελέτησε τα στοιχεία, αποφάσισε ότι ο γάμος των αιτητών είναι εικονικός.
Στις 24.8.2011, η Διευθύντρια του Τμήματος Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, αφού έλαβε υπόψη το ιστορικό της παραμονής του αιτητή στη Δημοκρατία και στηριζόμενη στη γνωμάτευση της Συμβουλευτικής Επιτροπής για τους Εικονικούς Γάμους, αποφάσισε να απαγορεύσει στους αιτητές να παραμείνουν στη Δημοκρατία. Επίσης, ακύρωσε το Δελτίο Διαμονής του αιτητή ως συζύγου Ευρωπαίας πολίτιδος και τη Βεβαίωση Εγγραφής της αιτήτριας 2 ως Ευρωπαίας. Οι αιτητές ενημερώθηκαν για την εν λόγω απόφαση με επιστολές ημερομηνίας 30.8.2011. Λόγω δε του γεγονότος ότι δεν υπεβλήθη ιεραρχική προσφυγή, η Διευθύντρια, στις 31.8.2012 έδωσε οδηγίες όπως εκδοθούν διατάγματα προς απέλαση του αιτητή και όπως η αιτήτρια κληθεί να αναχωρήσει από τη Δημοκρατία.
Στις 2.9.2012 ο αιτητής εντοπίστηκε στο αεροδρόμιο Λάρνακας όπου είχε αφιχθεί από τη Βουλγαρία, οπότε του απαγορεύθηκε η είσοδος στη Δημοκρατία, ενόψει της προηγούμενης ακύρωσης του Δελτίου Διαμονής και της άδειας παραμονής του. Στις 4.9.2012 εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή διατάγματα κράτησης και απέλασης, και ο αιτητής συνελήφθη και απελάθηκε στις 5.9.2012. Στις 3.9.2012 ο αιτητής υπέβαλε αίτημα να μην απελαθεί και να αφεθεί ελεύθερος, αίτημα που απερρίφθη. Στις 23.10.2012, οι αιτητές, μέσω των δικηγόρων τους, υπέβαλαν ιεραρχική προσφυγή εναντίον της απόφασης ότι ο γάμος τους ήταν εικονικός, η οποία όμως δεν εξετάστηκε γιατί υποβλήθηκε εκπρόθεσμα. Οι αιτητές καταχώρησαν την προσφυγή υπ΄αριθμό 2008/2012, η οποία εκκρεμεί.
Οι αιτητές προβάλλουν ως λόγους ακύρωσης της επίδικης πράξης, την έλλειψη δέουσας έρευνας, πλάνη περί τον Νόμο, στην οποία είχαν υποπέσει ο Αξιωματικός υπηρεσίας και ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών κατά την απαγόρευση εισόδου του αιτητή και την απέλασή του, οι οποίοι ενήργησαν καθ΄υπέρβαση εξουσίας, ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι αναιτιολόγητη και/ή ανεπαρκώς αιτιολογημένη και ότι αυτή έχει εκδοθεί κατά παράβαση του Νόμου 7(1)/2007, άρθρα 27 και 28.
Στη γραπτή αγόρευση των αιτητών, το μεγαλύτερο μέρος της επιχειρηματολογίας σχετικά με τον πρώτο ακύρωσης, αφορά την έλλειψη δέουσας έρευνας αναφορικά με την γνησιότητα του γάμου των αιτητών. Αποτελεί θέση των καθ΄ων η αίτηση, η οποία αναλύεται στην γραπτή τους αγόρευση, ότι το κατά πόσο η έρευνα που διεξήχθη αναφορικά με τη γνησιότητα του γάμου των αιτητών ήταν επαρκής ή όχι, δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, εφόσον με αυτή δεν προσβάλλεται η απόφαση της Διευθύντριας, ημερομηνίας 24.8.2011, να κηρύξει το γάμο των αιτητών εικονικό και να ακυρώσει το Δελτίο Διαμονής του αιτητή και τη Βεβαίωση Εγγραφής της αιτήριας. Εφόσον η απόφαση της Διευθύντριας δεν είχε προσβληθεί κατά τον ουσιώδη χρόνο, συνεχίζει η εισήγηση, ορθά δεν επετράπη στον αιτητή η είσοδός του στη Δημοκρατία, με το αιτιολογικό ότι δεν είχε στην κατοχή του τα κατάλληλα έγγραφα σχετικά με το σκοπό και τις συνθήκες της διαμονής του.
Η θέση των καθ΄ων η αίτηση είναι ορθή. Η απόφαση της Διευθύντριας να κηρύξει το γάμο των αιτητών εικονικό και να τους καλέσει να αναχωρήσουν από τη Δημοκρατία είναι διαφορετική διοικητική πράξη, αυτοτελής και εκετελεστή, η οποία προηγήθηκε της προσβαλλόμενης απόφασης και τεκμαίρεται νόμιμη. Αντί άλλης αναφοράς, παραθέτω το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση του Ναθαναήλ, Δ., στην υπόθεση Mohammad Tajul Islam ν. Κυπριακής Δημοκρατίας Υπόθεση υπ΄αριθμό 997/2013, ημερομηνίας 9.7.2013, που με παρέπεμψε η κα Κάρνου:
«Η κήρυξη του γάμου του αιτητή ως εικονικού έγινε στη βάση του άρθρου 7Α(1)(α) του Κεφ. 105, μια εντελώς ξεχωριστή πρόνοια, που εισήχθη στο Νόμο με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 22(Ι)/2001, η ενεργοποίηση της οποίας βασίζεται σε άλλα δεδομένα και γεγονότα, τα οποία και έχουν τη δική τους αυτοτέλεια και τα οποία δύνανται να προσβληθούν ως προερχόμενα από αυθύπαρκτη και διαφορετική πράξη της διοίκησης, σε σχέση με το εκδοθέν, μεταγενέστερα, ένταλμα κράτησης και απέλασης. Το ότι η κήρυξη γάμου ως εικονικού αφορά διαφορετική θεώρηση πραγμάτων και νόμου, (δέστε Ilona Sarkisyan v. Δημοκρατίας, υπόθ. υπ΄ αρ. 1107/2009, ημερ. 26.10.2010 και Kateryna Telsenko v. Δημοκρατίας, υπόθ. υπ΄ αρ. 1902/2008, ημερ. 14.5.2010), απορρέει και από το γεγονός ότι το άρθρο 7Γ(1) του Κεφ. 105, προνοεί για την καταχώρηση ιεραρχικής προσφυγής εντός 20 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης και με την ιεραρχική προσφυγή αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης της Διευθύντριας, το οποίο σημαίνει ότι η διάρκεια αναστολής παρατείνεται μέχρι 90 ημέρες, εντός των οποίων, σύμφωνα με το εδάφιο (3), ο Υπουργός Εσωτερικών εκδίδει την απόφαση του. Ο αιτητής που υποβάλλει ιεραρχική προσφυγή δικαιούται με το εδάφιο (4), να παραμείνει στη Δημοκρατία μέχρι την έκδοση της απόφασης.
Τα όσα εισηγείται στην αγόρευση της η συνήγορος του αιτητή ότι η κήρυξη του γάμου ως εικονικού είναι αλληλένδετη με την έκδοση των επιδίκων διαταγμάτων, με συνακόλουθο να είναι δυνατή και η εξέταση της απόφασης της Διευθύντριας να κηρύξει το γάμο εικονικό, δεν είναι ορθά. Δεν πρόκειται για σύνθετη διοικητική ενέργεια ώστε προσβαλλομένης της τελικής πράξεως να ελέγχεται η νομιμότητα των ενδιάμεσων κατά τα νομολογηθέντα σε σωρεία αποφάσεων, όπως εξηγήθηκε και στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην Chrikar Trading Limited κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2011) 3 Α.Α.Δ. 541. Η αυτοτέλεια του διατάγματος κράτησης και απέλασης είναι δεδομένη και αν δεν πάσχει αφ΄ εαυτού, δεν είναι δυνατή η επιδίωξη ακύρωσης προηγούμενων αποφάσεων έστω και αν αποτέλεσαν το υπόβαθρο, αλλά δεν προσβλήθηκαν. Στη Δημοκρατία ν. Dejic (2008) 3 Α.Α.Δ. 358, αναφέρθηκαν από την Ολομέλεια τα εξής σχετικά:
«Όπως υποδεικνύει η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Khatateav v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 19, δεν μπορεί ο εφεσίβλητος προσβάλλοντας αυτοτελώς τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του, τα οποία αφ΄ εαυτών δεν πάσχουν, να επιδιώξει την ακύρωση των προηγούμενων αποφάσεων των καθ΄ ων, που απετέλεσαν και το υπόβαθρο για την έκδοση τους και οι οποίες δεν προσεβλήθησαν. Η Kedoum v. Κυπριακής Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 505, σελ. 510, έθεσε τον ίδιο κανόνα ότι, δηλαδή, η προσβολή του διατάγματος απέλασης ήταν χωρίς υπόβαθρο και έρεισμα εφόσον αυτό ήταν το αποτέλεσμα της συνέχισης της παράνομης διαμονής του εκεί εφεσείοντα στην Κύπρο. Η απόρριψη του προηγουμένου αιτήματος του για παράταση της άδειας παραμονής και εργασίας δεν είχε προσβληθεί ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.»
Ομοίως και στην παρούσα περίπτωση, τα όσα αναφέρθηκαν από τους αιτητές περί μη διεξαγωγής δέουσας έρευνας σε σχέση με τη γνησιότητα του γάμου τους δεν αποτελεί ζήτημα το οποίο μπορεί να εξεταστεί από το Δικαστήριο στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής. Δεν μου διαφεύγει ότι οι αιτητές ισχυρίζονται ότι δεν έλαβαν τις επιστολές ημερομηνίας 30.8.2011 και ότι έμαθαν για πρώτη φορά για την απόφαση της Διευθύντριας στις 5.10.2010. Όμως, το θέμα αυτό δε θα με απασχολήσει περαιτέρω γιατί θα αποτελέσει επίδικο θέμα στην προσφυγή 2008/2012.
Όπως ορθά υποδείχθηκε από την ευπαίδευτη συνήγορο των καθ΄ ων η αίτηση, η μόνη έρευνα στην οποία όφειλε να προβεί ο αξιωματικός υπηρεσίας του αερολιμένα Λάρνακας στην προκείμενη περίπτωση, περιορίζεται στον έλεγχο του κατά πόσο το Δελτίο Διαμονής που είχε στην κατοχή του και παρουσίασε ο αιτητής ήταν σε ισχύ ή όχι. Εφόσον το έγγραφο αυτό είχε ακυρωθεί και ο αιτητής δεν παρουσίασε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που να δικαιολογεί το σκοπό και τις συνθήκες διαμονής του στη Δημοκρατία, δε διαπιστώνεται οποιοδήποτε σφάλμα στις ενέργειες των καθ΄ ων η αίτηση.
Αποτελεί περαιτέρω θέση των αιτητών ότι οι καθ΄ων η αίτηση κατά την απαγόρευση εισόδου του αιτητή και την απέλασή του, ενήργησαν με πλάνη ως προς το Νόμο και καθ΄υπέρβαση εξουσίας. Εισηγούνται, στη γραπτή τους αγόρευση, ότι τα διατάγματα κράτησης και απέλασης εναντίον του αιτητή εσφαλμένα εκδόθηκαν δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105, καθότι θα έπρεπε να εφαρμοστούν οι πρόνοιες του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου Ν.7(Ι)/2007. Η συνήγορος των καθ΄ ων στην γραπτή της αγόρευση εισηγείται ότι με την ακύρωση του Δελτίου Διαμονής του αιτητή, αυτός έπαυσε να έχει οποιαδήποτε δικαιώματα με βάση το Νόμο 7(Ι)/2007 και ορθά εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασής του, δυνάμει του Κεφ. 105.
Ο αιτητής, προτού τελέσει τον γάμο του με την αιτήτρια 2, διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία. Απέκτησε Δελτίο Διαμονής μετά την τέλεση του γάμου του με Ευρωπαία πολίτιδα. Εφόσον ο γάμος του κρίθηκε ως εικονικός, ορθά ακυρώθηκε το Δελτίο Διαμονής του. Όσον αφορά το παράπονο των αιτητών ότι δεν τους δόθηκε η ευκαιρία να ακουστούν προτού αποφασιστεί η εικονικότητα του γάμου, αυτό δεν ευσταθεί, έχοντας υπόψη ότι στα πλαίσια εξέτασης της γνησιότητας του γάμου τους κλήθηκαν σε προσωπικές συνεντεύξεις. Εν πάση όμως περιπτώσει, αυτό αποτελεί θέμα που δεν μπορεί να κριθεί στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής, όπως αναλύθηκε πιο πάνω.
Αναφορικά με τη νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης, αυτά εκδόθηκαν δυνάμει των άρθρων 6(1)(κ) και 14 του περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105 (στο εξής «ο Νόμος»).
Με βάση το άρθρο 6(1)(κ) θεωρείται απαγορευμένος μετανάστης «oπoιoδήπoτε πρόσωπo τo oπoίo εισέρχεται ή διαμέvει στη Δημoκρατία κατά παράβαση oπoιασδήπoτε απαγόρευσης, όρoυ, περιoρισμoύ ή επιφύλαξης πoυ περιλαμβάvεται στo Νόμo αυτό ή σε oπoιoυσδήπoτε Καvovισμoύς πoυ εκδόθηκαv βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή σε oπoιαδήπoτε άδεια πoυ παραχωρήθηκε ή εκδόθηκε βάσει τoυ Νόμoυ αυτoύ ή τωv Καvovισμώv αυτώv».
Το άρθρο 7Α(1) του ιδίου Νόμου προνοεί ότι:
«Αν ο Διευθυντής διαπιστώσει με βάση τα στοιχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του παρόντος άρθρου ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο και αφού συμβουλευθεί τη Συμβουλευτική Επιτροπή που ιδρύεται με το άρθρο 7Β του παρόντος Νόμου, ότι αλλοδαπός συνήψε εικονικό γάμο, τότε—
(α) Απαγορεύει στον εν λόγω αλλοδαπό να παραμείνει στη Δημοκρατία·
(β) ακυρώνει ή δεν ανανεώνει την άδεια διαμονής που παραχωρήθηκε στον αλλοδαπό και διατάζει την απέλασή του σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 14.»
Σύμφωνα δε με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, το κράτος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια να απελαύνει αλλοδαπούς, νουμένου ότι ενεργεί καλόπιστα (βλ. Amanda Marga Ltd v. The Republic (1985) 3 CLR 2583, Moyo & Another v. The Republic (1988) 3 CLR 1203, Eddine v. Δημοκρατίας (2005) 4Β ΑΑΔ 561).
Στην προκείμενη περίπτωση, μετά που η Διευθύντρια διαπίστωσε ότι ο αιτητής συνήψε εικονικό γάμο, απαγόρευσε την παραμονή του στη Δημοκρατία, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 7Α(1)(β) του Νόμου. Στη συνέχεια, ενόψει του ότι δεν καταχωρήθηκε ιεραρχική προσφυγή εντός της προβλεπομένης προθεσμίας, η Διευθύντρια έδωσε οδηγίες για έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης. Συνακόλουθα, προκύπτει ότι ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εσωτερικών, εκδίδοντας τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, ενήργησε καλόπιστα και εντός των αρμοδιοτήτων που του παρέχει ο Νόμος.
Οι αιτητές προβάλλουν, επίσης, ως λόγο ακύρωσης ότι η απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη.
Η θέση του συνηγόρου των αιτητών ότι απαιτείται αιτιολογία των ατομικών διοικητικών πράξεων, έτσι ώστε να καθιστά εφικτό το δικαστικό έλεγχο, είναι ορθή αποτελεί πάγια θέση της νομολογίας. Όμως, όπως έχει επίσης νομολογηθεί, η αιτιολογία διοικητικής πράξης μπορεί να είναι λακωνική, αρκεί να είναι επαρκής, έτσι ώστε να μπορεί να ασκηθεί δικαστικός έλεγχος. Η αιτιολογία επίσης μπορεί να συμπληρώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου (άρθρο 29 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου (Ν.158(Ι)/99), Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 ΑΑΔ 303, Παπαγεωργίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 648 και Latomia Estate Ltd v. Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 672).
Στην προκείμενη περίπτωση, η αιτιολογία που δόθηκε για την άρνηση των Αρχών να επιτρέψουν την είσοδο του αιτητή στη Δημοκρατία στις 2.9.2012 ήταν ότι δεν είχε τα απαραίτητα έγγραφα που να δικαιολογούν τον σκοπό και τις συνθήκες διαμονής του στη Δημοκρατία («Has no appropriate documentation justifying the purpose and conditions of stay») (βλ. Παρ. 5 στην αίτηση). Όπως δε διαφαίνεται από την επιστολή της δικηγόρου του αιτητή, ημερομηνίας 3.9.2012 (Παρ. 6 στην αίτηση), οι καθ΄ων η αίτηση εξήγησαν στον αιτητή ότι δεν του επέτρεψαν την είσοδο στην Δημοκρατία λόγω ακύρωσης του Δελτίου Διαμονής του, για το λόγο ότι ο γάμος του κρίθηκε εικονικός. Τα στοιχεία αυτά επίσης προκύπτουν από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Συνακόλουθα, κρίνω ότι η αιτιολογία της επίδικης απόφασης είναι σαφής και επιτρέπει τον δικαστικό έλεγχο της νομιμότητας της πράξης.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό των αιτητών ότι η προσβαλλόμενη πράξη εκδόθηκε κατά παράβαση των άρθρων 27 και 28 του Νόμου 7(1)/2007, ούτε αυτός ευσταθεί. Όπως αναφέρεται πιο πάνω κατά την εξέταση του πρώτου λόγου ακύρωσης, από τη στιγμή που ο γάμος των αιτητών κρίθηκε εικονικός και ο αιτητής έπαυσε να θεωρείται μέλος της οικογένειας Ευρωπαίας πολίτιδος, έπαυσε να έχει οποιαδήποτε δικαιώματα με βάση το Νόμο 7(1)/2007.
Για τους πιο πάνω λόγους, η προσφυγή απορρίπτεται, με €1,200 έξοδα σε βάρος των αιτητών. Η επίδικη πράξη επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ