ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D634
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1856 /2012)
29 Σεπτεμβρίου, 2015
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δικαστής]
Αναφορικά με το ΄Αρθρο 146 του Συντάγματος
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΛΙΜΝΑΤΙΤΗΣ
Αιτητής,
-και -
ΔΗΜΟΣ ΣΤΡΟΒΟΛΟΥ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Λ.Λουκαϊδης, για τον αιτητή
Απ. Ντορζής, για τους καθ΄ων η αίτηση
Γ. Kαραμανώλης, για το ενδιαφερόμενο μέρος
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Ο αιτητής δια της παρούσης προσφυγής αιτείται δήλωση και/ή απόφαση ότι η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση ημερ. 7.11.2012 να παραχωρήσoυν άδεια οικοδομής στον Αντώνη Λιμνατίτη (ΕΜ) είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.
Ο αιτητής είναι πατέρας του ενδιαφερομένου μέρους, το οποίο είναι συνιδιοκτήτης του επίδικου ακινήτου μαζί με την μητέρα του (και σύζυγο του αιτητή) κατά ½ μερίδιο, ήτοι του ακινήτου αρ.τεμ. 370, Φ/Σχ.XXI/61W1, που βρίσκεται στο Στρόβολο και στο οποίο υπάρχει κτισμένη κατοικία. Στις 5.5.2011 οι δύο συνιδιοκτήτες παραχώρησαν γραπτώς στον αιτητή με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 11(1)(α) του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου, Κεφ.224 «δικαίωμα οικήσεως εφ΄όρου ζωής ..... εις την κατοικίαν που ευρίσκεται ..στο ακίνητο». Πριν δοθεί στον αιτητή το συγκεκριμένο δικαίωμα, το ενδιαφερόμενο μέρος αφού εξασφάλισε την απαιτούμενη για την ανέγερση διόροφης κατοικίας στο εν λόγω τεμάχιο, πολεοδομικήν άδεια, υπέβαλε αίτηση στους καθ΄ων η αίτηση όπως του χορηγηθεί και άδεια οικοδομής για ανέγερση της εν λόγω κατοικίας. Ενώ η εν λόγω αίτηση εκκρεμούσε, ο αιτητής στον οποίο είχε στο μεταξύ παραχωρηθεί το πιο πάνω δικαίωμα οίκησης, υπέβαλε σχετική ένσταση.
Οι καθ΄ων η αίτηση, παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς που είχαν εκφράσει ως αποτέλεσμα της ένστασης, χορήγησαν τελικά στο ενδιαφερόμενο μέρος την αιτούμενη άδεια ημερ. 7.11.2012, αντικείμενο της παρούσας προσφυγής. Ο αιτητής πλήττει αυτή την άδεια διότι «είναι προϊόν αυθαιρεσίας ή αυθαίρετης ερμηνείας των πραγματικών γεγονότων, είναι αντίθετη με την προστασία του δικαιώματος ιδιοκτησίας/κατοίκησης του αιτητή, έγινε χωρίς στοιχειώδη έρευνα των δεδομένων, είναι προϊόν ανεπίτρεπτης και παράνομης εύνοιας προς όφελος του ΕΜ» (βλ. νομικά σημεία 1-4 της αίτησης). Προσθέτως, στο λόγο 5, διατυπώνεται η θέση ότι η πράξη έγινε «κατ΄αντίθεση με την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Σιάτη ν. Σιάτη (1996)1Α Α.Α.Δ. 1349.»
Σύμφωνα με την πλευρά του αιτητή τα γεγονότα της υπόθεσης ως και πάλιν εκτίθενται στο σχετικό δικόγραφο της προσφυγής είναι ότι ενώ αρχικά ο Δήμος δεν ενέκρινε την αίτηση του ενδιαφερομένου μέρους για έκδοση αδείας οικοδομής χωρίς τη συγκατάθεση του αιτητή, το ενδιαφερόμενο μέρος δια πλαγίας οδού απευθύνθηκε στην Επίτροπο Διοίκησης και εν τέλει παρά την αντίθετη γνωμάτευση των νομικών συμβούλων των καθ΄ων η αίτηση, «με πρόσχημα την γνωμάτευση της Επιτρόπου» επιτεύχθηκε η έκδοση της σχετικής αδείας. Τίθενται αυτούσιες οι θέσεις στο σχετικό δικόγραφο του αιτητή:
«Ο νομικός σύμβουλος του Δήμου συνέχισε και μετά τη «νομική γνωμάτευση» της Επιτρόπου Διοικήσεως να υποστηρίζει την ίδια νομική θέση ως και προηγουμένως. Ωστόσο προσπάθησε πάλι με πρόσχημα την «γνωμάτευση» της Επιτρόπου Διοικήσεως να παρακάμψει την άρνηση του Δήμου να εκδώσει άδεια οικοδομής προς όφελος του αποτεινόμενος στα μέλη της «Εκτελεστικής Επιτροπής του Δήμου η οποία παραδόξως συμφώνησε και μάλιστα ομόφωνα (!) με τον κ.Αντώνη Λιμνατίτη παραγνωρίζοντας την απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου και τη νομική συμβουλή του Δήμου χωρίς μάλιστα να δώσει την ευκαιρία στον αιτητή, του οποίου το δικαίωμα σεβασμού της οικήσεως δηλαδή το ανθρώπινο δικαίωμα της κατοικίας επηρεαζόταν αρνητικά με την απόφαση τους, να ακουστεί ή να δώσει την εκδοχή του. Δηλαδή η σχετική απόφαση έπασχε και λόγω ανεπαρκούς έρευνας νομικής και πραγματικής.
Η θυγατέρα, Μαρία Λιμνατίτου, προσπάθησε να θέσει την υπόθεση υπόψη της «Εκτελεστικής Επιτροπής» του Δήμου αλλά κατά τη διάρκεια της προσπάθειας της δεν επεδείχθη η αναγκαία δίκαιη μεταχείριση της με αποτέλεσμα η σχετική ακρόαση της από την εν λόγω επιτροπή να ήταν εντελώς ανεπαρκής και αναποτελεσματική. Χαρακτηριστικό της κατάστασης αυτής ήταν το γεγονός, ότι ενώ η εν λόγω κυρία πληροφόρησε την επιτροπή ότι θα της δώσει γραπτώς τα επιχειρήματα της με τα σχετικά στοιχεία τεκμηριώνοντας τα με επισυνημμένα έγγραφα, μόλις αυτή αναχώρησε από την αίθουσα της Επιτροπής η επιτροπή έλαβε ομόφωνα την προσβαλλόμενη απόφαση προφανώς διότι αυτή ήταν προειλημμένη.
Ο αιτητής πληροφορήθηκε την εν λόγω απόφαση στις 7.11.12».
Οι καθ΄ων η αίτηση αλλά και το ενδιαφερόμενο μέρος παρουσιάζονται να έχουν κοινές θέσεις οι οποίες μπορούν να συνοψιστούν ως εξής:
- Ο αιτητής στερείται εννόμου συμφέροντος επί της προσφυγής αφού με βάση τον Καν.5(1)(α) των περί Οδών και Οικοδομών Κανονισμών δεν απαιτείται η συγκατάθεση δικαιούχου δικαιώματος οίκησης για τη χορήγηση άδειας οικοδομής.
- Το Ανώτατο Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει τη διαφορά καθότι αυτή εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου.
- Η προσβαλλόμενη πράξη είναι καθόλα νόμιμη και ορθή.
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή στις αγορεύσεις του υιοθετεί τα γεγονότα και τις νομικές θέσεις που εξέφρασε στο δικόγραφο της προσφυγής επικαλούμενος κυρίως την απόφαση Σιάτη (ανωτέρω). Με βάση τη δική του ερμηνεία προκύπτει από την εν λόγω απόφαση ότι χωρίς την έγκριση του αιτητή ο οποίος είχε δικαίωμα οίκησης δεν μπορούσε να εγερθεί κατοικία στο σχετικό κτήμα. Δεν έχει σημασία, τόνισε ο κ.Λουκαϊδης ότι η υπόθεση Σιάτη αφορούσε ιδιωτική διαφορά στα πλαίσια αστικής διαδικασίας. Ο Νόμος, συνεχίζει, δεν ερμηνεύεται ανάλογα αν εφαρμόστηκε σε αστική διαφορά ή άλλως πως. Σημασία έχουν η ορολογία και ο σκοπός του. Και σίγουρα το άρθρο 11(1) του Κεφ.224 δεν δικαιολογεί διάκριση και/ή διαφοροποίηση μεταξύ των υποπαραγράφων 1(α) και 1(ζ). Ο ευπαίδευτος συνήγορος του αιτητή κάλεσε το Δικαστήριο να μην επηρεαστεί από το περιεχόμενο της ενδιάμεσης απόφασης ημερ. 21.12.2012 με την οποία απορρίφθηκε αίτημα για έκδοση συντηρητικού διατάγματος. Να πω ευθύς εξ αρχής ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα. Η ενασχόληση του Δικαστηρίου (με άλλη σύνθεση) στην ενδιάμεση αίτηση σαφώς και έγινε στις παραμέτρους και στις προϋποθέσεις της έκδοσης παρεμπιπτόντων διαταγμάτων, όπου δεν χωρεί κρίση επί της ουσίας.
Στην αντίπερα πλευρά ο κ.Ντορζής και ο κ.Καραμανώλης τόνισαν ότι ο αιτητής στη γραπτή του αγόρευση δεν ανέπτυξε οποιαδήποτε από τα εγερθέντα νομικά σημεία και ως εκ τούτου θα πρέπει το Δικαστήριο να θεωρήσει την προσφυγή εγκαταληφθείσα. Εν πάση περιπτώσει όμως και αν ακόμη το Δικαστήριο θα πρέπει να την εξετάσει οι ευπαίδευτοι συνήγοροι επισημαίνουν ότι δεν υπάρχει νομοθετική πρόνοια σύμφωνα με την οποία να πρέπει να ληφθεί συγκατάθεση του έχοντος δικαίωμα οίκησης, ως εν προκειμένω. Περαιτέρω, μου ετέθη ότι ο αιτητής σε κανένα σημείο δεν έχει δείξει ή έστω πιθανολογήσει τη συνδρομή εννόμου συμφέροντος για άσκηση της παρούσας προσφυγής. Αφού δεν έχει εξηγήσει τον τρόπο με τον οποίο επηρεάζεται δυσμενώς από την εκδοθείσα άδεια οικοδομής. Ο κ.Καραμανώλης τόνισε ότι το γεγονός και μόνο ότι ο αιτητής έχει δικαίωμα οίκησης εντός της κατοικίας η οποία βρίσκεται μέσα στο επίδικο ακίνητο, δεν δημιουργεί τεκμήριο δυσμενούς επηρεασμού του. Ο αιτητής όφειλε να δείξει την επίδραση της προσβαλλόμενης πράξης στο δικαίωμα οίκησης του, στην κατοικία εντός του επίμαχου ακινήτου, από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης. (βλ. σημείο 3.2 της συμπληρωματικής γραπτής αγόρευσης του ΕΜ). - Περαιτέρω, επισημάνθηκε ότι η υπόθεση Σιάτη δεν εφαρμόζεται στις περιστάσεις της παρούσας υπόθεσης.
Θα επιληφθώ αρχικά του πρώτου θέματος που εγείρεται από τους καθ΄ων η αίτηση, αν δηλαδή μπορεί να θεωρηθεί εγκαταληφθείσα η προσφυγή ως εκ της μη ανάλυσης στην αγόρευση των νομικών σημείων της προσφυγής. Σίγουρα η καταχωρηθείσα αγόρευση δεν μπορεί να αποτελέσει υπόδειγμα. Πλην όμως, η έστω σε σύνοψη παραπομπή και υιοθέτηση των νομικών σημείων της προσφυγής, της γνωμάτευσης που περιέχεται στα έγγραφα του φακέλου, αλλά και της σχετικής επίκλησης νομολογίας, δεν μπορεί να με οδηγήσει σε συμπέρασμα εγκατάλειψης της προσφυγής.
Σε δεύτερο επίπεδο θα πρέπει να εξετάσω τον ισχυρισμό για την ανυπαρξία εννόμου συμφέροντος του αιτητή. Επειδή το θέμα είτε έμμεσα είτε άμεσα έχει συσχετιστεί με την υπόθεση Σιάτη (ανωτέρω) θα πρέπει να με απασχολήσει το περιεχόμενο αυτής. Τα περιστατικά της απόφασης Σιάτη αφορούσαν δήλωση δωρεάς μεταβίβασης μιας οικίας με αυλή από τον εφεσίβλητο/ενάγοντα στον εφεσείοντα/εναγόμενο γιο του. Κατά τη δήλωση αυτή ο εφεσίβλητος επεφύλαξε στον εαυτό του δικαίωμα δια βίου κατοίκησης, με βάση το άρθρο 11(1)ζ του Κεφ.224. Ο εφεσείων είχε κτίσει ακόμη μια οικία στην αυλή, την οποία χώρισε με τοίχο από την πρώτη οικία. Ο εφεσίβλητος επικαλούμενος τα πιο πάνω δικαιώματα του καταχώρησε αγωγή εναντίον του εφεσείοντα και πέτυχε διάταγμα που απαγόρευε σε αυτόν να επεμβαίνει στο ακίνητο με οποιονδήποτε τρόπο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο στην απόφαση του αναφέρει μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
«Έχουμε την άποψη πως εδώ δεν πρόκειται για δουλεία γιατί για την σύσταση δουλείας είναι απαραίτητη η ύπαρξη δουλεύοντος (servient tenement) και δεσπόζοντος (dominant tenement) ακινήτουκαθώς και η διαφύλαξη δικαιωμάτων υπέρ των ιδιοκτητών και κατόχων του δεύτερου επί της ιδιοκτησίας του πρώτου (Βλ. Σωτηριάδης ν. Βασιλείου κ.α. (Αρ. 2) (1992) 1 Α.Α.Δ. 1211, 1217, 1218,Gale on Easements, 14η έκδοση, σελ. 6, 7). Στην κρινόμενη περίπτωση δεν έχουμε δύο κτήματα. Πρόκειται σαφώς για δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης ακινήτου και η παραχώρηση τέτοιου δικαιώματος δεν αποτελεί δουλεία (Βλ. Gale on Easements (πιο πάνω), σελ. 5)**.
Κρίνουμε πως το δικαίωμα που αποκτάται από το δικαιούχο δυνάμει του πιο πάνω Άρθρου 11(1)(ζ) του Κεφ. 224 είναι δικαίωμα πάνω σε ολόκληρο το μεταβιβαζόμενο ακίνητο όπως αυτό περιγράφεται στο σχετικό τίτλο/πιστοποιητικό ιδιοκτησίας. Αυτή είναι η μόνη ερμηνεία την οποία επιδέχεται το επίμαχο άρθρο το οποίο σαφώς ομιλεί για δικαιώματα κλπ. "επί της ακινήτου ιδιοκτησίας".
* "'House', Mese, or Maison called in legall Latine Messuagium, containeth (as hath beene said) the buildings, curtelage, orchard, and garden" (Co. Litt. 56 a, 56 b; in the margin it is added "Six acres of land may be parcell of a house")."
** "A possessory right cannot be an easement. The grantee of the exclusive use of land has an estate in the land and not an easement."
Με βάση το λεκτικό του πιο πάνω άρθρου και του κείμενου της επίδικης επιφύλαξης δεν είναι εφικτός ο περιορισμός του δικαιώματος πάνω σε μέρος μόνο - εδώ πάνω στην κατοικία - της ιδιοκτησίας εκτός σε περίπτωση ρητής πρόβλεψης στο κείμενο της επιφύλαξης. Ένας τέτοιος περιορισμός όχι μόνο θα αντιστρατεύετο την ρητή πρόνοια του νόμου αλλά και θα οδηγούσε σε παράλογα και άτοπα αποτελέσματα. Αν γινόταν δεκτή η θέση του εφεσείοντα, σε σχέση με την αυλή, με την ίδια λογική θα μπορούσε να στερήσει τον εφεσίβλητο του δικαιώματος χρήσης της βεράντας και του γκαράζ και να τον περιορίσει στα τέσσερα δωμάτια της κατοικίας.
Για τους πιο πάνω λόγους η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.»
΄Εχω μελετήσει τις αντίστοιχες θέσεις των δύο πλευρών αναφορικά με την ύπαρξη/ή μη εννόμου συμφέροντος του αιτητή. Αφ΄ης στιγμής η συγκατάθεση δικαιούχου δικαιώματος οίκησης δε είναι νομοθετική υποχρέωση[1] το θέμα δεν μπορεί να παραμείνει μόνο σ΄αυτά τα πλαίσια. Σίγουρα όμως, θα πρέπει τα δικαιώματα ενός τέτοιου ατόμου να λαμβάνονται υπόψη στα πλαίσια της ενδεχόμενης βλάβης όπως έχουν καθοριστεί από το Ανώτατο Δικαστήριο, όπως π.χ. στα δικαιώματα περιοίκων. Θα συμφωνήσω με την πλευρά του ενδιαφερομένου μέρους επ΄αυτού του σημείου ότι το δικαίωμα οίκησης δεν δημιουργεί τεκμήριο ενδεχόμενης βλάβης. Θα αναμένετο ωστόσο από τη διοίκηση στα πλαίσια της γενικής υποχρέωσης της για χρηστή διοίκηση να λάβει υπόψη τα δικαιώματα τυχόν επηρεαζομένων προσώπων και με αυτή τη λογική βέβαια το Δικαστήριο θα έπρεπε να το εξετάσει αν το θέμα ετίθετο ως επίδικο. Παρατηρώντας με προσοχή τα νομικά σημεία της προσφυγής τα οποία εξάλλου έχω παραθέσει σχεδόν αυτούσια διαπιστώνω ότι δεν έγινε συγκεκριμένη αναφορά σε θέμα ενδεχόμενης ζημιάς ή βλάβης όπως έχει καθοριστεί από τη νομολογία. (βλ. THANOS Club Hotels Ltd v. ETEK (2000) 3 A.A.Δ. 323, Σοφούλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73), Τονίστηκε στην υπόθεση Σοφούλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας ανωτέρω, ότι εκτός της ιδιότητας του ιδιοκτήτη ενός ακινήτου είτε γειτνιάζοντος είτε, θα πρόσθετα, δικαιούχου δικαιώματος οίκησης, ο αιτητής πρέπει να καταδείξει το δυσμενή επηρεασμό του. Δεν είναι αναγκαίο σίγουρα να μιλούμε για επίπεδο απόδειξης σε αστικής φύσεως διαφορά αλλά είναι απαραίτητη η επί μέρους θέση ενός αιτητή σε συνάρτηση με την επίκληση του δικαιώματος του για πιθανολόγηση ζημίας ώστε να συγκεκριμενοποιεί με κάποιο τρόπο το είδος αυτής. (βλ. Kritioris ν. Municipality of Paphos and others (1986)3 C.L.R. 322, ειδικά στις σελ.342-343, Cranywood Trading Ltd κ.ά. ν. Υπεραγοράς Χρ. Θεοδώρου Λτδ κ.ά. (2006) 3 Α.Α.Δ. 321, Νεοφύτου κ.ά ν. Δήμου Πάφου αρ. προσφυγής 497/98 ημερ. 19.2.2003). Όπως έχω επισημάνει, εν προκειμένω στο δικόγραφο της προσφυγής και στις αγορεύσεις δεν υπάρχει τέτοιος ισχυρισμός ούτε καν επίκληση ζημίας και αυτό είναι καταλυτικό ως προς το ότι ο αιτητής δεν έχει καταδείξει έννομο συμφέρον για την προσφυγή. Χωρίς να διαφωνήσω με τον κ.Λουκαϊδη ότι το ratio της υπόθεσης Σιάτη θα μπορούσε να ισχύει και πέραν των στεγανών μιας αστικής διαφοράς, το θέμα δεν έχει παρά ακαδημαϊκή σημασία καθότι απουσιάζει η θέση περί δυσμενούς επηρεασμού η οποία δικογραφικά έπρεπε να είχε ένα είδος αντικρύσματος για θεμελίωση του εννόμου συμφέροντος αφού ακριβώς πρόκειται για διοικητική προσφυγή.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει και εφόσον ο αιτητής κρίνεται ότι δεν έχει έννομο συμφέρον, η προσφυγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. ΄Εξοδα εκ ποσού €1.200 πλέον ΦΠΑ υπέρ των καθ΄ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.
Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου,
Δ.
[1] (Κ.5(1(α του Μέρους ΙΙΙ των θεσπισθέντων Κανονισμών, δυνάμει του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ.96)