ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Ν. Xατζηϊωάννου (κα), για τους αιτητές Ν. Κλεάνθους (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-09-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ν. ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ, Υπόθεση Αρ. 1508/2013, 11/9/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D595

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

Υπόθεση Αρ. 1508/2013

 

 

11 Σεπτεμβρίου, 2015

 

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

                                                                                Αιτητών

 

και

 

ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ,

Καθ΄ων η αίτηση.

______

 

Ν.  Xατζηϊωάννου (κα), για τους αιτητές

Ν. Κλεάνθους (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση

 

 

......

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

    ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Δυνάμει Συμφωνίας που συνάφθηκε μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (ΑΤΗΚ) στις 6.3.12, η ΑΤΗΚ απέκτησε την κυριότητα των αγωγών τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης (SOS) που είναι εγκατεστημένοι στους αυτοκινητόδρομους που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία.

 

    Κατ΄ ακολουθία της πιο πάνω συμφωνίας, η ΑΤΗΚ επέβαλε στην εταιρεία PRIMETEL PLC, η οποία είχε εγκατεστημένα καλώδια στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου, τέλη συνεγκατάστασης ύψους €72.152,00 ετησίως τα οποία υπολόγισε με βάση το εν ισχύ περί Παροχής Συνεγκατάστασης και από κοινού Χρήσης Διευκολύνσεων Διάταγμα του 2006 (ΚΔΠ 338/06) και απαίτησε την πληρωμή τους με  επιστολή ημερ. 5.4.12.

 

    Η PRIMETEL, αφού αρνήθηκε την καταβολή των τελών στη βάση ότι η ΑΤΗΚ δεν νομιμοποιείται να της επιβάλλει τέτοια τέλη, κατέθεσε στις 3.8.12 αίτηση στον Επίτροπο Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΡΗΕΚ, στο εξής ο Επίτροπος) για έναρξη διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς που είχε προκύψει μεταξύ αυτής και της ΕΤΗΚ.

 

    Με τη λήψη της αίτησης, ο Επίτροπος έκρινε ότι υπήρχε αντικείμενο επίλυσης διαφοράς και όρισε την 27.8.12 ως ημέρα έναρξης διαδικασίας επίλυσης, καθορίζοντας ως αντικείμενο της «διαφοράς» αυτό που η PRIMETEL προσδιόρισε στο προβλεπόμενο «Έντυπο Υποβολής Αιτήματος για Έναρξη Διαδικασίας Επίλυσης Διαφοράς μεταξύ Οργανισμών» (στο εξής το Έντυπο).  Ότι δηλαδή:

 

    «Αντικείμενο της διαφοράς αποτελεί η απαίτηση της ΑΤΗΚ για καταβολή τελών εγκατάστασης από την PRIMETEL PLC για τη χρήση του αγωγού τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης (SOS) στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου, γεγονός που δεν αποδέχεται η PRIMETEL PLC».

 

    Η πιο πάνω απόφαση κοινοποιήθηκε άμεσα και στην ΕΤΗΚ, η οποία με επιστολή της ημερ. 11.9.12 προς τον Επίτροπο διατύπωσε τη θέση ότι δεν υπήρχε διαφορά προς επίλυση εφόσον η κυριότητα των αγωγών ήταν ζήτημα του αστικού δικαίου.  Ο Επίτροπος, όμως, δεν έκανε αποδεκτή τη θέση της και αφού εξέτασε τα στοιχεία που έθεσαν ενώπιον του τα εμπλεκόμενα μέρη, εξέδωσε στις 26.3.13 απόφαση δυνάμει του άρθρου 34 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου του 2004 (Ν.112(1)/2004, στο εξής ο Νόμος) τόσο για το ζήτημα που έθεσε η ΕΤΗΚ για ανυπαρξία «διαφοράς» όσο και για το ύψος του ετήσιου καθορισθέντος απ΄ αυτή τέλους.  Συναφώς, σ΄ ότι δε αφορά το πρώτο ζήτημα αποφάσισε ότι η ΑΤΗΚ δικαιούται να απαιτήσει τέλη συνεγκατάστασης από την PRIMETEL, πλην όμως δεν αποφάσισε το θέμα της κυριότητας του αγωγού για το οποίο - όπως αποφάνθηκε - αρμόδια να επιληφθούν του ζητήματος της κυριότητας ήταν τα Δικαστήρια και, σ΄ ό,τι αφορά το δεύτερο ζήτημα, διαμόρφωσε το τέλος χρήσης των καλωδίων από την PRIMETEL στο ποσό των €38.564,00 ετησίως.  Και αυτό στη βάση ότι η ΑΤΗΚ δεν επωμίσθηκε οποιοδήποτε (ιστορικό) κόστος κατασκευής του αγωγού, ενώ κατά τα άλλα αποδέχτηκε τον τρόπο υπολογισμού του τέλους από την ΑΤΗΚ τόσο σ΄ ότι αφορά το κόστος διαχείρισης, λειτουργίας, συντήρησης και υποστήριξης του αγωγού όσο και για το κόστος κεφαλαίου.

 

    Η ΑΤΗΚ αντέδρασε στην πιο πάνω απόφαση του Επιτρόπου με την παρούσα προσφυγή, αποβλέποντας στην ανατροπή της για πέντε νομικούς λόγους, οι οποίοι έχουν στο στόχαστρό τους αφενός τις εξουσίες που παρέχονται στον Επίτροπο από το άρθρο 34 του Νόμου και αφετέρου τη διαμόρφωση απ΄ αυτό του ετήσιου τέλους στο ποσό των €38.564, στη βάση ότι η ΑΤΗΚ δεν έχει επωμισθεί οποιοδήποτε (ιστορικό) κόστος κατασκευής του επίδικου αγωγού.

 

    Είναι θέση της ΑΤΗΚ ότι ο Επίτροπος υπερέβη τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 34 του Νόμου εφόσον δεν περιορίστηκε στην επίλυση της «διαφοράς», η οποία είχε ως μόνο αντικείμενο το δικαίωμα της να επιβάλει στην PRIMETEL τέλη συνεγκατάστασης και αντ΄ αυτού προχώρησε και στον καθορισμό του ετήσιου τέλους που δεν ήταν αντικείμενο της διαφοράς.  Τέτοια εξουσία, υπέβαλε, δεν είχε ούτε δυνάμει του άρθρου 20(1ζ) του Νόμου και σχετικώς παρέπεμψε στην Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων κ.α. (2005) 3 Α.Α.Δ. 20  της Πλήρους Ολομέλειας.   Σ΄ ό,τι δε αφορά το δεύτερο σκέλος, είναι η θέση της ότι, ακόμη και εάν ο Επίτροπος είχε τέτοια εξουσία, ήταν αυθαίρετο να καταλήξει ότι η ΑΤΗΚ δεν έχει επωμισθεί οποιοδήποτε κόστος κατασκευής του αγωγού και να αφαιρέσει το σχετικό κονδύλι από το τέλος που επέβαλε στην PRIMETEL.  Σχετικώς, οι ευπαίδευτοι συνήγοροι  της παρέπεμψαν στη Συμφωνία ημερ. 6.3.12 στην οποία γίνεται μνεία του κόστους που επωμίσθηκε η ΑΤΗΚ για απόκτηση των εν λόγω αγωγών ύψους €150.000, και αυτό για να υποβάλουν ότι η κατάληξη του Επιτρόπου ότι το ιστορικό κόστος απόκτησης των αγωγών ήταν μηδέν (0) ήταν προϊόν αυθαιρεσίας, ετσιθελισμού και καταστρατήγησης της κοστοστρέφειας που επιβάλλει ο Νόμος.

 

    Η απόφαση του Επιτρόπου, αντέτεινε ο ευπαίδευτος συνήγορος του, είναι ορθή και νόμιμη και στα δύο προσβαλλόμενα με την προσφυγή σκέλη.  Η PRIMETEL, υπέδειξε, δεν περιορίστηκε μόνο στο να ζητήσει από τον Επίτροπο απόφαση ότι η ΑΤΗΚ δεν είχε δικαίωμα να της επιβάλει τα επίδικα τέλη, αλλά ζήτησε και «. οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το ΓΕΡΗΕΤ ήθελε κρίνει σκόπιμη, δίκαιη και/ή εύλογη υπό τις περιστάσεις».  Συνεπώς, υπέβαλε, ενέπιπτε στις εξουσίες του Επιτρόπου ο υπολογισμός - όχι ο καθορισμός  που ισχυρίζεται η ΑΤΗΚ - του τέλους με βάση τη Δευτερογενή Νομοθεσία προκειμένου να επιλύσει αποτελεσματικά και ολοκληρωτικά τη «διαφορά» και προς υποστήριξη της θέσης του παρέπεμψε και στο άρθρο 33(4)(α) του Νόμου ως και στο άρθρο 7 του Διατάγματος περί Συλλογής Πληροφοριών και Διοικητικού Προστίμου του 2008 (Κ.Δ.Π. 300/2008).  Περαιτέρω, υπέδειξε, ότι η ΑΤΗΚ όχι μόνο δεν διαφώνησε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επίλυσης της διαφοράς για τον υπολογισμό από τον Επίτροπο του τέλους, αλλά αντίθετα συμφώνησε σε όλα πλην του σκέλους της απόφασης του που αφορούσε το ιστορικό κόστους απόκτησης των αγωγών.  Σ΄ ότι δε αφορά τις εξουσίες που παρέχει το άρθρο 34 του Νόμου στον Επίτροπο, εισηγείται ότι ο Επίτροπος ενήργησε στο πλαίσιο του εν λόγω άρθρου και η απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας που επικαλέστηκε η ΑΤΗΚ δεν τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση.  Εν προκειμένω, υπέβαλε, τυγχάνουν εφαρμογής τα όσα λέχθηκαν στις ΑΤΗΚ ν. Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (Υποθ. Αρ. 984/04), τα οποία επιβεβαιώθηκαν στην ΑΤΗΚ ν. ΕPHET (2011) 3(A) A.A.Δ. όπως τυγχάνουν εφαρμογής και τα όσα λέχθηκαν  στην ΑΤΗΚ ν. ΕPHET, Aρ. Yποθ. 1238/05, ημερ. 7.11.07.

 

    Αναφορικά δε με το δεύτερο σκέλος της προσβαλλόμενης απόφασης  - το κόστος απόκτησης του αγωγού από την ΑΤΗΚ - παρέπεμψε στα πρακτικά δύο συνεδριάσεων ημερ. 6.12.07 και 2.6.08 του Τμήματος Δημοσίων Έργων (ΤΔΕ) σχετικά με την ανάπτυξη τηλεπικοινωνιακής υποδομής σε αυτοκινητόδρομους που έγινε από το εν λόγω Τμήμα, όπου αναφέρεται πως η δαπάνη τοποθέτησης των αγωγών στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου καταβλήθηκε από την Κυβέρνηση.  Επομένως, υπέβαλε, ορθώς ο Επίτροπος αποφάνθηκε ότι η ΑΤΗΚ δεν επωμίσθηκε οποιοδήποτε κόστος για τον εν λόγω αγωγό και ορθώς, κατά τον υπολογισμό του επίδικου τέλους, απέρριψε το κονδύλι που απαιτούσε η ΑΤΗΚ για το ιστορικό κόστος απόκτησης του εν λόγω αγωγού.  Τέλος, επεσήμανε ότι η Συμφωνία ημερ. 6.3.12  που επικαλείται η ΑΤΗΚ,  δεν είχε ως συμβαλλόμενο μέρος την PRIMETEL και στη βάση όλων των πιο πάνω οι αιτιάσεις της  ΑΤΗΚ δεν ευσταθούν και η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί.

 

    Έχω διεξέλθει την εκατέρωθεν επιχειρηματολογία και για τα δύο θέματα που εγείρονται στην παρούσα, σύνοψη της οποίας παρατίθεται ανωτέρω.  Κατέληξα ότι ο πρώτος λόγος ακύρωσης, που αφορά την κατ΄ ισχυρισμό υπέρβαση από τον Επίτροπο των εξουσιών που του παρέχονται από το άρθρο 34 του Νόμου, ευσταθεί.  Σύμφωνα με το άρθρο 34[1] του Νόμου, ο Επίτροπος έχει εξουσία, σε περίπτωση που ανακύψει διαφορά μεταξύ οργανισμών, «. να ξεκινήσει έρευνα προς το σκοπό επίλυσης της διαφοράς» και εξ΄ αυτού έπεται ότι η εξουσία που ανάλαβε να ασκήσει στην υπό κρίση περίπτωση ήταν η επίλυση της «διαφοράς» την οποία ο ίδιος προσδιόρισε εξ αρχής, υιοθετώντας προς τούτο επ΄ ακριβώς το αντικείμενο  της όπως το καθόρισε η PRIMETEL στο υποβληθέν από αυτή Έντυπο.  Με την επισήμανση ότι στο μέρος (γ) του Εντύπου, η PRIMETEL, προσδιόρισε ως ακριβές σημείο της «διαφοράς» το κατά πόσο η ΑΤΗΚ «. έχει το δικαίωμα να επιβάλει στην εταιρεία μας τέλη συνεγκατάστασης στο σύστημα αγωγών των τηλεφώνων έκτακτης ανάγκης (SOS) στον αυτοκινητόδρομο Λεμεσού-Πάφου.».  Η «διαφορά», επομένως είχε ως μόνο αντικείμενο το δικαίωμα της ΑΤΗΚ να επιβάλει τέλη συνεγκατάστασης στην PRIMETEL για τη χρήση των επίδικων καλωδίων και όχι αυτό καθαυτό το ύψος των επιβληθέντων τελών, θέμα για το οποίο καμιά νύξη δεν γίνεται στο υποβληθέν Έντυπο.  Κατά συνέπεια η διαμόρφωση του τέλους από τον Επίτροπο ήταν εκτός του πλαισίου του αντικειμένου της «διαφοράς» και ως εκ τούτου υπερέβη τις εξουσίες που του παρέχει το άρθρο 34 του Νόμου, η δε θέση του ότι η PRIMETEL με την αίτηση της ζητούσε και «. οποιαδήποτε άλλη θεραπεία το ΓΕΡΗΕΤ ήθελε κρίνει σκόπιμη, δίκαιη και/ή εύλογη υπό τις περιστάσεις» είναι άνευ σημασίας εφόσον η αιτούμενη - κατά γενικό τρόπο - θεραπεία θα είχε σημασία στην περίπτωση που θα αποφαινόταν ότι η ΑΤΗΚ δεν είχε δικαίωμα να επιβάλει τα επίδικα τέλη.  Υπερέβη λοιπόν ο Επίτροπος τις εξουσίες που του αναγνωρίζει το άρθρο 34 του Νόμου, κατάληξη που προδιαγράφει και την επιτυχία της προσφυγής.

 

    Παρά την πιο πάνω κατάληξη, θεωρώ  την απόφαση του Επιτρόπου τρωτή και στο δεύτερο σκέλος, το οποίο αφορά το κόστος που επωμίσθηκε η ΑΤΗΚ για απόκτηση του επίδικου αγωγού, για τους λόγους που επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος της.  Το θέμα αυτό, κατά την άποψή μου, ρυθμίζεται αποκλειστικά από τη Συμφωνία ημερ. 6.3.12 και τα πρακτικά του Τμήματος Δημοσίων Έργων ημερ. 6.12.07 και 2.6.08 που επικαλέστηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος του, ήταν εκτός των όσων συμφωνήθηκαν μεταξύ ΑΤΗΚ και Κυπριακής Δημοκρατίας εφόσον με τη Συμφωνία αναγνωρίζεται στην ΑΤΗΚ ότι επωμίσθηκε κόστος για την απόκτηση όλων των αγωγών που είναι εγκατεστημένοι στους αυτοκινητόδρομους που ελέγχονται από την Κυπριακή Δημοκρατία.

 

    Υπό το φως των ανωτέρω η προσφυγή επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη απόφαση, στο βαθμό και κατά την έκταση που η ΑΤΗΚ θεωρεί τρωτή, παραμερίζεται με €1.300 έξοδα συν ΦΠΑ προς όφελος της και εναντίον του Επιτρόπου.

 

 

                                                                      Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

/κβπ



[1] 34. (1) Σε περίπτωση που ανακύψει διαφορά μεταξύ οργανισμών, ο Επίτροπος, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται να ξεκινήσει έρευνα προς το σκοπό της επίλυσης της διαφοράς.

(2) Κατόπιν γνωστοποίησης του αιτήματος ενός οργανισμού για επίλυση διαφοράς, ο Επίτροπος λαμβάνει απόφαση, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης σε αυτόν της διαφοράς, από οποιοδήποτε από τα μέρη, και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατή υπέρβαση αυτής της περιόδου.  Κατά την επίλυση της διαφοράς, η απόφαση του Επιτρόπου αποσκοπεί στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων δυνάμει του παρόντος Νόμου διαταγμάτων.

(3) Ο Επίτροπος δύναται να αποφασίζει την μη έναρξη της έρευνας που αναφέρεται στο παρόν άρθρο όπου διαβεβαιούται ότι τα μέρη έχουν στη διάθεσή τους άλλους μηχανισμούς έγκαιρης επίλυσης της διαφοράς, ή εάν έχουν κινηθεί από οποιοδήποτε από τα μέρη σχετικές διαδικασίες ενώπιον Δικαστηρίου.

(4) Για τις περιπτώσεις εκείνες όπου ο Επίτροπος αποφασίζει την μη έναρξη έρευνας επί τη βάσει του παρόντος άρθρου, θα ενημερώνει τα μέρη για την απόφασή του αυτή το συντομότερο δυνατόν, καθώς και για την αιτιολογία της σχετικής απόφασής του.

(5) Κατά την λήψη απόφασης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ο Επίτροπος θα λαμβάνει υπόψη τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος Νόμου.

(6) Πρόσωπο που αποτυγχάνει να συνεργαστεί σε έρευνα που διενεργείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ή που αποτυγχάνει να συμμορφωθεί με απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, κρίνεται ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1700) ή και στις δύο αυτές ποινές.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο