ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Λύωνας Γεώργιος και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1990) 3 ΑΑΔ 2038
Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 ΑΑΔ 56
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Φίλιππου Μιχαηλίδη και Άλλων (1999) 3 ΑΑΔ 756
Πούρος Πανίκος και Άλλοι ν. Άννας Μαρίας Χατζηστεφάνου και Άλλων (2001) 3 ΑΑΔ 374
Αλευρά Ρέα και Άλλoι ν. Kωνσταντίνου Ι. Ηρακλέους και Άλλων (2005) 3 ΑΑΔ 85
Βασιλειάδης Αντώνης και Άλλες ν. Mάρως Κληρίδου - Τσιάππακαι Άλλων (2005) 3 ΑΑΔ 403
Κατσελλή Γιαννούλα ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 585
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλος ν. Ανδρέα Ασσιώτη (2010) 3 ΑΑΔ 395
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D545
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ.899/2012)
28 Ιουλίου, 2015
[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
MΑΡΙΑ ΜΙΤΣΙΔΟΥ, ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ ΩΣ Ο ΕΠΙΣΥΝΗΜΜΕΝΟΣ
ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ Α΄
Αιτητές,
ΚΑΙ
1. ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Καθ' ων αίτηση.
_ _ _ _ _ _
Π. Σιακαλλής, για τις Αιτήτριες 6 και 7.
Θ. Πιπερή, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η
Αίτηση.
Καμιά εμφάνιση, για τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή, οι αιτήτριες Ελένη Στυλιανού και Θεονίτσα Ευαγόρου, αμφισβητούν την εγκυρότητα της προαγωγής των ενδιαφερομένων μερών Ελένης Χαμπουρίδου, Μάριου Αναστασίου και Νεόφυτου Μιχαήλ, στη θέση Γραμματειακού Λειτουργού, Γενικό Γραμματειακό Προσωπικό, Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού.
Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Οικονομικών, με επιστολή του ημερομηνίας 1.2.2012 προς τον Πρόεδρο της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας (στο εξής «η ΕΔΥ»), ζήτησε την προώθηση της πλήρωσης 23 θέσεων Γραμματειακού Λειτουργού (θέση προαγωγής), οι οποίες είτε ήσαν κενές, είτε επρόκειτο να κενωθούν για διάφορους λόγους.
Το θέμα εξετάστηκε από την ΕΔΥ στις 24.2.2012 στην παρουσία του Διευθυντή του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού (στο εξής «ο Διευθυντής»), ο οποίος σύστησε 23 υποψηφίους, συμπεριλαμβανομένων και των τριών ενδιαφερομένων μερών, ως καταλληλότερους για προαγωγή.
Αιτιολογώντας την επιλογή των ενδιαφερομένων μερών, ο Διευθυντής ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:
«Συστήνοντας τους υποψηφίους Χαμπουρίδου Ελένη (α/α 60), Αναστασίου Μάριο (α/α 68) και Μιχαήλ Νεόφυτο (α/α 73), σημειώνω ότι αυτοί, πέραν του ότι έχουν καθ' όλα εξαίρετες Yπηρεσιακές Εκθέσεις κατά τα τελευταία χρόνια, είναι και κάτοχοι πανεπιστημιακών προσόντων, τα οποία, παρόλο που δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα, λαμβάνονται υπόψη και προσμετρούν.
Συστήνοντας τους εν λόγω υποψηφίους, έχω λάβει υπόψη ότι αυτοί έπονται σε αρχαιότητα κάποιων από τους μη συστηνόμενους, αρχαιότητα η οποία ανάγεται στην ημερομηνία γέννησης τους και η οποία, εντούτοις, δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη γενική υπεροχή των Χαμπουρίδου, Αναστασίου και Μιχαήλ, λαμβανομένων υπόψη των πανεπιστημιακών προσόντων που αυτοί κατέχουν.»
Ακολούθως, η ΕΔΥ, αφού εξέτασε τα ουσιώδη στοιχεία των φακέλων, λαμβάνοντας υπόψη, όπως σημείωσε, τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις, με ιδιαίτερη έμφαση σ' αυτές των τελευταίων χρόνων, τα προσόντα των υποψηφίων και την αρχαιότητά τους, καθώς επίσης και τις κρίσεις και συστάσεις του Διευθυντή, προχώρησε στην προαγωγή 23 υποψηφίων, μεταξύ των οποίων συμπεριλαμβάνονταν και τα ενδιαφερόμενα μέρη.
Οι λόγοι της προτίμησης των ενδιαφερομένων μερών αντί των αιτητριών κατεγράφησαν στα πρακτικά ως ακολούθως:
«Επιλέγοντας τους υποψηφίους με α/α 60, 68 και 73, η Επιτροπή παρατήρησε ότι αυτοί υπερέχουν ή και δεν υστερούν σε προσόντα, καθώς κατέχουν επιπρόσθετα προσόντα, Πανεπιστημιακού επιπέδου, δεν υστερούν σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων, με έμφαση στα τελευταία πέντε χρόνια, αξιολογηθέντες ως καθόλα Eξαίρετοι, και, επιπλέον, διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή. Σ' ότι αφορά το κριτήριο της αρχαιότητας, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι εν λόγω τρείς επιλεγέντες υστερούν έναντι των μη επιλεγέντων με α/α 21 - 59 του καταλόγου αρχαιότητας, ενώ οι επιλεγέντες με α/α 68 και 73 υστερούν σε αρχαιότητα και έναντι των μη επιλεγέντων υποψηφίων με α/α 61 - 67, και ο επιλεγείς υποψήφιος με α/α 73 υστερεί και έναντι των ανθυποψηφίων του με α/α 69 - 72. Ωστόσο, η Επιτροπή παρατήρησε ότι η εν λόγω αρχαιότητα ανάγεται στην ημερομηνία γέννησής τους, που σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία είναι περιθωριακής σημασίας. Συγκρίνοντας τους εν λόγω επιλεγέντες με τους πιο πάνω μη επιλεγέντες, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι τρεις επιλεγέντες υπερέχουν σε προσόντα έναντι τους, καθώς κατέχουν επιπρόσθετα προσόντα, πανεπιστημιακού επιπέδου, τα οποία, αν και δεν απαιτούνται από το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης, ούτε αποτελούν πλεονέκτημα, εντούτοις είναι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και, ως εκ τούτου, τους αποδόθηκε η δέουσα βαρύτητα. Επίσης, η Επιτροπή παρατήρησε ότι οι πιο πάνω επιλεγέντες, συγκρινόμενοι με τους εν λόγω μη επιλεγέντες, δεν υστερούν σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, όπως αυτές έγιναν τελικά δεκτές από την ίδια, με ιδιαίτερη έμφαση στα τελευταία πέντε χρόνια, και επιπλέον, διαθέτουν την υπέρ τους σύσταση του Διευθυντή».
Σημειώνεται ότι οι αύξοντες αριθμοί (α/α) 60, 68 και 73, στους οποίους αναφέρεται ο Διευθυντής και η ΕΔΥ, αντιστοιχούν στα ενδιαφερόμενα μέρη Χαμπουρίδου, Αναστασίου και Μιχαήλ, ενώ στις αιτήτριες αντιστοιχούν οι α/α 21 (Στυλιανού) και 23 (Ευαγόρου).
Οι προαγωγές δημοσιεύθηκαν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ημερομηνίας 30.3.2012.
Oι αιτήτριες ουσιαστικά προβάλλουν δύο λόγους ακυρότητας, ισχυριζόμενες: (α) ότι δεν έγινε η δέουσα έρευνα και, συνεπώς, υπήρξε πλάνη αναφορικά με το στοιχειό της αρχαιότητάς τους, και (β) ότι αποδόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα με ανεπαρκή αιτιολογία στα πρόσθετα προσόντα των ενδιαφερομένων μερών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία αρχαιότητας που βρίσκονταν ενώπιον της ΕΔΥ, τόσο οι αιτήτριες όσο και τα ενδιαφερόμενα μέρη είχαν διοριστεί στη θέση Γραφέα 2ης Τάξης, την ίδια ημερομηνία, στις 8.11.1985.
Σημειώνεται ότι με βάση τον περί Προϋπολογισμού (Τροποποιητικό) Νόμο του 1996 (Ν. 8(ΙΙ)/96), οι θέσεις Γραφέα 1ης Τάξης (Κλ. Α7) και Γραφέα 2ης Τάξης (Κλ. Α2 - Α5) μετονομάστηκαν από 16.2.1996 σε Γραφέα (Κλ. Α2-Α5-Α7). O τίτλος της θέσης Γραφέα αντικαταστάθηκε από 23.3.2001 με τον τίτλο «Βοηθός Γραμματειακός Λειτουργός», (Κλίμακες Α2, Α5 και Α7) σύμφωνα με τον περί Συμπληρωματικού Προϋπολογισμού Νόμο (Αρ.2) του 2001 (Ν.22(ΙΙ)/2001).
Από απόψεως ηλικιακής αρχαιότητας η κατάταξη έχει ως ακολούθως: Ε. Στυλιανού (αιτήτρια) - 1.2.1949, Θ. Ευαγόρου (αιτήτρια) - 10.8.1949, Ε. Χαμπουρίδου (ε/μ) - 25.10.1952, Μ. Αναστασίου (ε/μ) - 26.4.1953, Ν. Μιχαήλ (ε/μ) - 19.6.53.
Η θέση των αιτητριών είναι ότι υπερείχαν σε αρχαιότητα έναντι των ενδιαφερομένων μερών Αναστασίου και Μιχαήλ λόγω της προαγωγής τους στην κλίμακα Α7 στις 16.2.1996, ενώ η αντίστοιχη ημερομηνία για τον μεν Αναστασίου ήταν η 1.10.2000, τον δε Μιχαήλ η 1.8.2000.
Eπομένως, κατά την άποψη τους η αρχαιότητα θα έπρεπε να εξεταστεί με βάση την πιο πάνω κατοχή της Κλίμακας Α7 και όχι πάνω στη βάση της ημερομηνίας γέννησης των διαδίκων.
Το πιο πάνω στοιχείο, τονίζουν οι αιτήτριες, δεν ελήφθη υπόψη, με αποτέλεσμα να συντρέχει έλλειψη δέουσας έρευνας ενός σχετικού παράγοντα και πλάνη.
Η πλευρά των καθ' ων η αίτηση, δεν αποδέχεται τον πιο πάνω ισχυρισμό και παραπέμπει στις πρόνοιες του άρθρου 49 του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν.1/90 (όπως τροποποποιήθηκε), στο οποίο ρυθμίζεται η κατάσταση αρχαιότητας των δημοσίων υπαλλήλων, και το οποίο, όπως υποστηρίζουν, δεν τεκμηριώνει την άποψη των αιτητριών.
Προθέτουν ότι έγινε η δέουσα έρευνα και ότι η αρχαιότητα δεν είναι το αποφασιστικό κριτήριο της επιλογής, αλλά υπερισχύει μόνον όταν τα υπόλοιπα κριτήρια (αξία και προσόντα) είναι περίπου ίσα, κάτι που δεν ισχύει στην παρούσα, όπως έχει επισημανθεί από την ΕΔΥ.
Σύμφωνα με το άρθρο 49 του Ν.1/90:
«(1)Η αρχαιότητα μεταξύ υπαλλήλων που κατέχουν την ίδια μόνιμη θέση ή τάξη της ίδιας θέσης, είτε μόνιμα είτε προσωρινά είτε από μήνα σε μήνα είτε με απόσπαση, είτε με σύμβαση, κρίνεται με βάση την ημερομηνία της ισχύος του διορισμού, της προαγωγής ή απόσπασης τους στη συγκεκριμένη θέση ή τάξη, ανάλογα με την περίπτωση, ανεξάρτητα από τον τρόπο κατοχής της.
(2)Σε περίπτωση ταυτόχρονου διορισμού, προαγωγής ή απόσπασης στη συγκεκριμένη θέση ή τάξη της ίδιας θέσης, η αρχαιότητα κρίνεται σύμφωνα με την προηγούμενη αρχαιότητα των υπαλλήλων.
(3).............................
(4).............................
(5) Η αρχαιότητα υπαλλήλων που κατέχουν την ίδια θέση ή τάξη της ίδιας θέσης ή διαφορετικές θέσεις με τους ίδιους μισθοδοτικούς όρους, ο μισθός και ο τίτλος της οποίας ή των οποίων άλλαξαν ως συνέπεια αναθεώρησης μισθών ή αναδιοργάνωσης, κρίνεται σύμφωνα με την αμέσως πριν από την τέτοια αναθεώρηση ή αναδιοργάνωση αρχαιότητα των υπαλλήλων.
(6)..............................
(7)Στο άρθρο αυτό-
...............................
"προηγούμενη αρχαιότητα", σημαίνει αρχαιότητα των υπαλλήλων στη θέση ή τάξη που κατεχόταν από αυτούς αμέσως πριν από την κατοχή της παρούσας θέσης τους ή τάξης και αν η αρχαιότητα αυτή είναι η ίδια, η προηγούμενη αρχαιότητα κρίνεται με την ίδια μέθοδο, αφού εφαρμοστεί αναδρομικά μέχρι τους πρώτους διορισμούς των υπαλλήλων στη δημόσια υπηρεσία. Σε περίπτωση που η αρχαιότητα στους πρώτους διορισμούς είναι η ίδια, η προηγούμενη αρχαιότητα κρίνεται με βάση την ηλικία των υπαλλήλων.
"τάξη της ίδιας θέσης" σημαίνει τάξη κάποιας θέσης η οποία είναι συνδυασμένη με άλλη τάξη στην ίδια θέση, και οι οποίες τάξεις έχουν ενιαίο τον ανώτατο αριθμό θέσεων».
H εξέταση των διοικητικών φακέλων δεν αποδεικνύει τον ισχυρισμό ότι οι αιτήτριες υπερείχαν σε αρχαιότητα.
Δεδομένου ότι οι διάδικοι κατείχαν την ίδια θέση, δηλαδή τη θέση του Βοηθού Γραμματειακού Λειτουργού, η οποία αντικατέστησε τη θέση του Γραφέα 2ης Τάξης, στην οποία είχαν όλοι διοριστεί, την 8.11.1985, η αρχαιότητά τους καθοριζόταν, δυνάμει του άρθρου 49(2) και (7), από την ημερομηνία γέννησής τους. Θέμα υπολογισμού της αρχαιότητας με βάση τη μισθοδοτική κλίμακα θα εξεταζόταν μόνο στην περίπτωση που οι υποψήφιοι κατείχαν διαφορετικές θέσεις (βλ. Αλευρά κ.ά v. Hρακλέους κ.ά. (2005) 3 ΑΑΔ 85).
Η μετονομασία και ακολούθως η αντικατάσταση της θέσης του Γραφέα 1ης και 2ης Τάξης, σε «Γραφέα» και στη συνέχεια σε «Βοηθό Γραμματειακό Λειτουργό», δε διαφοροποιεί τα δεδομένα στην παρούσα περίπτωση, εφόσον και πάλι το καθεστώς αρχαιότητας αμέσως πριν από την εκάστοτε αναδιοργάνωση, παρέμενε αμετάβλητο, με αναφορά στον αρχικό διορισμό της 8.11.1985 και, συνακόλουθα, στην ηλικιακή αρχαιότητα.
Η ΕΔΥ, εφαρμόζοντας ορθά το άρθρο 49, σημείωσε ότι οι αιτήτριες προηγούντο σε αρχαιότητα αναγόμενη στην ημερομηνία γέννησής τους, προσθέτοντας και το ορθό από νομολογιακής απόψεως σχόλιο ότι ήταν ένας παράγοντας περιθωριακής σημασίας (βλ. Κατσελλή v. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 585, Αρχή Λιμένων Κύπρου v. Mακρίδου (2011) 3 (Α)ΑΑΔ 51).
Σύμφωνα με τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων και των υπηρεσιακών εκθέσεων, οι διάδικοι ήταν απόλυτα ισοδύναμοι στη βαθμολογημένη αξία, αξιολογηθέντες ως «εξαίρετοι» σε όλα τα στοιχεία της τελευταίας 5ετίας.
Όμως τα ενδιαφερόμενα μέρη κατέχουν ακαδημαϊκά προσόντα και συγκεκριμένα ο Αναστασίου, δίπλωμα Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η Χαμπουρίδου, δίπλωμα Αγγλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών και ο Μιχαήλ, δίπλωμα Διοίκησης Επιχειρήσεων της Ανωτάτης Σχολής Οικονομικών και Εμπορικών Επιστημών.
Πρόκειται για πρόσθετα προσόντα που δεν απαιτούνται στο Σχέδιο Υπηρεσίας και των οποίων η κατοχή επισημάνθηκε από την ΕΔΥ με την παρατήρηση ότι ήταν σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και ότι ως εκ τούτου αποδόθηκε σ' αυτά η δέουσα βαρύτητα.
Οι αιτήτριες παραπονούνται ότι στα πιο πάνω μη απαιτούμενα προσόντα θα έπρεπε αφενός να αποδοθεί «περιθωριακή» βαρύτητα και αφετέρου να αιτιολογηθεί ειδικά από την ΕΔΥ η προαγωγή των ενδιαφερομένων μερών, δεδομένου ότι αυτά υστερούσαν σε αρχαιότητα.
Επιπρόσθετα στην απαντητική αγόρευση τους υποβάλλουν ότι δεν έχει αιτιολογηθεί επαρκώς η συνάφειά τους με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.
Η εισήγηση δεν ευσταθεί. Η βαρύτητα που πρέπει ν΄ αποδίδεται στα πρόσθετα προσόντα έχει οριοθετηθεί στη νομολογία. Στην Πούρος κ.ά. v. Χατζηστεφάνου κ.ά. (2001) 3 ΑΑΔ 374 λέχθηκαν τα εξής:
«Καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα, μη προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, λαμβάνονται υπόψη εφόσον είναι συναφή προς τα καθήκοντα της θέσης. Απόκειται πια στην αρμόδια αρχή να τα αξιολογήσει και να σταθμίσει την κατά περίπτωση σημασία τους, αποφεύγοντας δύο άκρα: αφενός να μην είναι η βαρύτητα υπερβολική ώστε να φθάνει στο σημείο απόδοσης έκδηλης υπεροχής και, αφετέρου να μην είναι εντελώς οριακή, όπως θα ήταν, αν τα απρόσθετα προσόντα δεν είχαν σχέση με τα καθήκοντα της θέσης. Μέσα σε αυτά τα όρια το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει σε ό,τι αφορά την αξιολόγηση και στάθμιση στοιχείων και παραγόντων.»
Στην υπόθεση Δημοκρατία κ.ά. v. Ασσιώτη (2010) 3 ΑΑΔ 395 τονίστηκαν τα εξής (σελ. 409):
«Στην παρούσα περίπτωση, το ενδιαφερόμενο μέρος, το οποίο, από άποψης αξίας στη βάση των Υπηρεσιακών Εκθέσεων, ήταν ισοδύναμο με τον αιτητή, κατείχε πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, τα οποία, όπως αναγνωρίζει η νομολογία, παρέχουν πλεονέκτημα στον κάτοχό τους για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης, εάν δε αυτός δεν επιλεγεί, θα πρέπει να δοθούν λόγοι που να τα αντισταθμίζουν».
Σταθμίζοντας τα εν λόγω πρόσθετα προσόντα, η ΕΔΥ παρέπεμψε στα καθήκοντα της επίδικης θέσης, όπως αυτά προβλέπονται στο αντίστοιχο Σχέδιο Υπηρεσίας που έχει επισυναφθεί. Δεδομένου ότι στα προβλεπόμενα καθήκοντα συμπεριλαμβάνεται η οργάνωση, διεύθυνση και εύρυθμη λειτουργία αρχείου, η επίβλεψη και έλεγχος υφιστάμενου προσωπικού, η διεξαγωγή αλληλογραφίας, η εκτέλεση διοικητικών καθηκόντων, ο χειρισμός θεμάτων προσωπικού, όπως επίσης και λογιστικά καθήκοντα, η κρίση της ΕΔΥ για τη συνάφεια των πρόσθετων προσόντων των ενδιαφερομένων μερών είναι όχι μόνον εύλογη και αιτιολογημένη αλλά και μέσα στα όρια της σχετικής διακριτικής ευχέρειας της.
Τα πρόσθετα πανεπιστημιακά προσόντα των ενδιαφερομένων μερών, αξιολογήθηκαν από την ΕΔΥ και εφόσον θεωρήθηκαν ότι ήταν συναφή με τα καθήκοντα της θέσης, αναπόφευκτα προσέδωσαν στους κατόχους τους υπεροχή στο κριτήριο των προσόντων έναντι των αιτητριών.
Όπως επισημάνθηκε στην υπόθεση Δημοκρατία v. Mιχαηλίδου διαχειρίστριας της περιουσίας του Ανδρέα Μιχαηλίδη (2011) 3(Β) ΑΑΔ 871, στη σελ. 874:
«Δεν νοείται αναφορά στην υπηρεσιακή εικόνα, χωρίς στον όρο να περιλαμβάνονται και τα προσόντα ως μέρος της. Είναι δε αυτονόητο πως όταν ο Νόμος αναφέρεται και στα προσόντα ως κριτήριο για την επιλογή του καταλληλότερου εννοεί προσόντα που δεν απαιτούνται. Δεν δικαιολογούνται συνεπώς οι σκέψεις στο περίγραμμα αγόρευσης της εφεσείουσας περί ισοδυναμίας "όταν τα άλλα δύο στοιχεία κρίσης είναι ίσα" ή οι διατυπώσεις που εμφανίζονται να παραγνωρίζουν πως το δίπλωμα το εφεσίβλητου ασφαλώς του έδιδε υπεροχή στα προσόντα».
Με δοσμένη την πιο πάνω υπεροχή των ενδιαφερομένων μερών στον τομέα των προσόντων, η περιορισμένης σημασίας αρχαιότητα των αιτητριών δεν μπορούσε να υπερισχύσει.
Αποτελεί πάγια και κλασσική νομολογιακή αρχή του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι η αρχαιότητα προσλαμβάνει αποφασιστική σημασία μόνον όταν οι υποψήφιοι είναι κατά τα άλλα ίσοι (βλ. Λύωνας κ.ά. v. Δημοκρατίας (1990) 3(Γ) ΑΑΔ 2038, Δημοκρατία v. Xρίστου (1991) 3 ΑΑΔ 56, Δημοκρατία κ.ά. v. Mιχαηλίδη κ.ά. (1999) 3 ΑΑΔ 756, Βασιλειάδης v. Tσιάππα (2005) 3 ΑΑΔ 403).
Για τους πιο πάνω λόγους η προσφυγή απορρίπτεται με €1.300 έξοδα εναντίον των αιτητών. Η επίδικη απόφαση επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Κ. Σταματίου,
Δ.
/ΧΤΘ