ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Ερωτοκρίτου, Γεώργιος Κυριάκου Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια. Λ. Ουστά (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-07-10 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΕΛΕΝΗ ΠΑΤΕΡΑ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 158/2013, 10/7/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D500

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Υπόθεση Αρ. 158/2013)

 

10 Ιουλίου, 2015

 

[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΕΛΕΝΗ ΠΑΤΕΡΑ,

Αιτήτρια,

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

Καθ΄ων  η Αίτηση.

 

 

Α. Σ. Αγγελίδης, για την Αιτήτρια.

Λ. Ουστά (κα), για τους Καθ΄ων η Αίτηση.

Α. Παπαχαραλάμπους, για τα ΕΜ 1 και 3-10.

 

 

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.:   Προσβάλλεται η προαγωγή των Μαριάννας Μαντοβάνη-Αλούπα (ΕΜ 1), Ιωάννας Γιάγκου (ΕΜ 2), Μαρίας Ζαχαριάδου (ΕΜ 3), Θεογνωσίας Κυριάκου (ΕΜ 4), Αδάμου Μ. Ξιουρή (ΕΜ 5), Γιαννούλας Πελεκάνου (ΕΜ 6), Νίκης Ποτονίδου (ΕΜ 7), Χρυσοβαλάντη Στεφανή (ΕΜ 8), Έλενας Θεοδούλου-Χατζηκωνσταντή (ΕΜ 9) και Αρτέμη Χρίστου (ΕΜ 10) στη μόνιμη θέση Βοηθού Ασφαλιστικού Λειτουργού, Υπηρεσίες Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναδρομικά από 15.3.2007 αντί της αιτήτριας.

 

Οι προαγωγές ήταν το αποτέλεσμα δεύτερης επανεξέτασης κατόπιν ακυρωτικών αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Παπανικολάου κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 771/07 κ.α., ημερ. 20.5.2009 και Τρύφωνος κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1248/09 κ.α., ημερ. 20.7.2012.

 

Στη δεύτερη ακυρωτική απόφαση το Δικαστήριο έκρινε πως υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου από μέρους των καθ' ων η αίτηση και στα πλαίσια της επανεξέτασης η ΕΔΥ αποφάσισε να διενεργήσει νέα προφορική εξέταση. Στην εξέταση, η οποία ήταν ομαδική και διεξήχθη σε επτά διαφορετικές ημέρες, παρίστατο και ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η ΕΔΥ αφού άκουσε τις απόψεις του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προέβη στην αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων. Ασχολήθηκε με τη γενική αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων και έλαβε  υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης των υποψηφίων που διεξήχθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα μέχρι τον ουσιώδη χρόνο προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων, το πλεονέκτημα καθώς επίσης και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων καθώς και την απόδοση των υποψηφίων κατά τη νέα προφορική εξέταση ενώπιόν της. Η ΕΔΥ αφού έλαβε υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, έκρινε ότι τα ΕΜ υπερέχουν γενικά όλων των άλλων υποψηφίων, τα επέλεξε ως τα πιο κατάλληλα και αποφάσισε να προσφέρει σε αυτά διορισμό στην επίδικη θέση.

 

Προδικαστική ένσταση

Η δικηγόρος για τους καθ' ων η αίτηση στα πλαίσια της γραπτής της αγόρευσης εγείρει προδικαστική ένσταση ως προς το έννομο συμφέρον της αιτήτριας να προσβάλλει τον αναδρομικό διορισμό των ΕΜ Γιαννούλας Πελεκάνου, Ελένης Θεοδούλου Χατζηκωνσταντή και Θεογνωσίας Κυριάκου.

Η αιτήτρια με το διορισμό των ΕΜ, καταχώρησε την προσφυγή 813/2007 με την οποία αμφισβητούσε την απόφαση διορισμού των ΕΜ εκτός της Γιαννούλας Πελεκάνου και Ελένης Χατζηκωνσταντή Θεοδούλου. Σε κατοπινό στάδιο η προσφυγή εναντίον του ΕΜ Θεογνωσίας Κυριάκου αποσύρθηκε. Το ΕΜ διορίστηκε αναδρομικά κατόπιν επανεξέτασης και μετά την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης στις 20.5.2009.

 

Στη νέα προσφυγή που καταχώρησε η αιτήτρια (1270/2009) και πάλι δεν προσβλήθηκαν οι διορισμοί των ΕΜ Πελεκάνου και Θεοδούλου. Ηγέρθη προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση ότι η αιτήτρια δεν νομιμοποιείτο να προσβάλει τον αναδρομικό διορισμό του ΕΜ Κυριάκου αφού η προσφυγή καθ' όσον αφορά το εν λόγω ΕΜ αποσύρθηκε στα πλαίσια της 813/2007.

 

Η προδικαστική ένσταση απορρίφθηκε από το Δικαστήριο με το σκεπτικό ότι  επρόκειτο για νέα εκτελεστή διοικητική πράξη στην οποία όμως, στη βάση της Ναζίρης ν. ΡΙΚ (2007) 3 ΑΑΔ 38, δεν επιτρέπετο να ανακινηθούν θέματα τα οποία θα μπορούσαν να είχαν τεθεί στην προηγούμενη δικαστική διαδικασία.

 

Ο δικηγόρος της αιτήτριας απορρίπτει την προδικαστική ένσταση κατ' επίκληση του δεδικασμένου το οποίο ισχύει έναντι πάντων καθότι ο ισχυρισμός τέθηκε  στη δεύτερη ακυρωτική απόφαση και απορρίφθηκε. Με δεδομένο ότι δεν καταχωρήθηκε τότε έφεση, η προδικαστική αυτή ένσταση συγκρούεται με το δεδικασμένο. Γι' αυτό, η παρούσα υπόθεση και το προηγηθέν δικαστικό ιστορικό της με το συγκεκριμένο δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης 1270/09 διαφοροποιείται απόλυτα από την επικαλούμενη από τους καθ' ων η αίτηση ΑΕ 19/10 εφόσον εκεί δεν υπήρχε προηγούμενη απόρριψη τέτοιας προδικαστικής ένστασης. Περαιτέρω, πάντοτε κατά την αιτήτρια, η προδικαστική ένσταση είναι δικονομικά ανεπίτρεπτη αφού δεν ηγέρθηκε με την Ένσταση.

 

Κατά την εισήγηση των καθ' ων η αίτηση το Δικαστήριο δεν κωλύεται να εξετάσει την προδικαστική ένσταση εφόσον πρόκειται περί δημόσιας τάξης θέμα το οποίο μπορεί να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα οποτεδήποτε στη διαδικασία αλλά και ενόψει της έκδοσης της απόφασης στην Αναθεωρητική Έφεση Χριστοφή ν. Αντωνίου κ.α., Α.Ε. 19/10, ημερ. 2.4.2014, ECLI:CY:AD:2014:C236, η οποία εκδόθηκε μετά την καταχώρηση της ένστασης των καθ' ων η αίτηση και η οποία διαφοροποιείται από τη Ναζίρης. Συνεπώς, σύμφωνα με τους καθ' ων η αίτηση, η αιτήτρια δεν νομιμοποιείται όποτε το επιθυμεί να περιλαμβάνει και να αμφισβητεί με το δικόγραφο της προσφυγής της, το διορισμό ΕΜ ο οποίος ουδέποτε αμφισβητήθηκε παρά μόνο τώρα μετά από δύο επανεξετάσεις, αλλά και διορισμό ΕΜ μετά την απόσυρση της προσφυγής εναντίον του διορισμού του.

 

Η κατάληξη

Πρόκειται περί ζητήματος δημόσιας τάξης το οποίο δύναται να εξεταστεί και αυτεπάγγελτα από το Δικαστήριο με αποτέλεσμα οι καθ' ων η αίτηση να νομιμοποιούνται να εγείρουν το θέμα ακόμη και σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας. Όμως, η προδικαστική ένσταση θα πρέπει να απορριφθεί καθότι πρόκειται περί σαφώς νέας εκτελεστής διοικητικής πράξης και ο διορισμός οποιουδήποτε ΕΜ μπορεί να προσβληθεί έστω και εάν δεν είχε προσβληθεί προηγουμένως, νοουμένου ότι, κατά τη Ναζίρης, δεν ανακινούνται θέματα τα οποία θα μπορούσαν να είχαν τεθεί σε προηγούμενες δικαστικές διαδικασίες. Εδώ, προστίθεται η ήδη απόρριψη από το Δικαστήριο ανάλογης προδικαστικής ένστασης στα πλαίσια της Τρύφωνος κ.α. ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1248/09 κ.α., ημερ. 20.12.2012 με τη συνεπαγόμενη γένεση δεδικασμένου ως προς τουλάχιστον τα ΕΜ Χατζηκωνσταντή και Πελεκάνου. Το σκεπτικό αυτό βεβαίως εφαρμόζεται και στο ΕΜ Κυριάκου. Περαιτέρω, η Χριστοφή ν. Αντωνίου, ανωτέρω, εν προκειμένω, σε συμφωνία με το δικηγόρο της αιτήτριας,  δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής αφού κάτι τέτοιο θα συνεπαγόταν παράβαση του δεδικασμένου μια και, τουλάχιστον καθόσον αφορά τα ΕΜ Χατζηκωνσταντή και Πελεκάνου, ο διορισμός τους ήδη έτυχε αναθεώρησης στα πλαίσια της Τρύφωνος κ.α. ν. Δημοκρατίας, ανωτέρω, εναντίον της οποίας δεν ασκήθηκε έφεση. Έχοντας αυτά υπόψη, η προδικαστική ένσταση ως προς το έννομο συμφέρον της αιτήτριας να στρέφεται και κατά το διορισμό των πιο πάνω ΕΜ απορρίπτεται.

 

Λόγοι ακύρωσης

Ο δικηγόρος των αιτητών ισχυρίζεται κατ' αρχήν πως εφόσον οι δύο ακυρωτικές αποφάσεις κατέδειξαν παρανομία στη διαδικασία άσχετα με το ποιοι επιλέγησαν τότε, και συνεπώς ίσχυε λόγος ακύρωσης που αφορούσε όλους (erga omnes), η ΕΔΥ που είχε τώρα νέα σύνθεση, θα έπρεπε να κρίνει για όλες τις τότε αρχικά κενές θέσεις, όλους τους τότε υποψήφιους ισότιμα αντί επιλεκτικά να εξαρτεί την υποχρέωση συμμόρφωσης με το ακυρωτικό αποτέλεσμα εν μέρει αντί έναντι πάντων. Οπότε οι επιτυχόντες στις προσφυγές δεν συγκρίθηκαν με όλους τους τότε υποψήφιους κατά παράβαση της υποχρέωσης για πλήρη συμμόρφωση προς τις ακυρωτικές αποφάσεις ιδιαίτερα αφού η ΕΔΥ διενήργησε συνεντεύξεις με νέα σύνθεση.

 

Περαιτέρω, υπήρξε πλάνη ως προς την πείρα της αιτήτριας εφόσον η ΕΔΥ δεν της πίστωσε το πλεονέκτημα με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση να έχει ληφθεί υπό ελλιπή έρευνα και να στερείται αιτιολογίας. Η πείρα της αιτήτριας ως νηπιαγωγός, ως έκτακτη Ιδρυματική Λειτουργός σε στέγη του Τμήματος Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, μόνιμη Λειτουργός Ευημερίας στο ίδιο Τμήμα, καθώς και η σύντομη υπηρεσία της στο Τμήμα Στατιστικής, λανθασμένα, σύμφωνα με το δικηγόρο της αιτήτριας, κρίθηκε ως μη σχετική οπότε και δεν προσμέτρησε για σκοπούς του πλεονεκτήματος της τριετούς συνεχούς πείρας.

 

Ο επόμενος ισχυρισμός της αιτήτριας αφορά στη βαρύτητα που αποδόθηκε στις νέες υποκειμενικές συνεντεύξεις οι οποίες κατέστησαν, κατά την αιτήτρια, υπερκριτήριο. Οι νέες συνεντεύξεις οι οποίες διενεργήθηκαν δεν έγιναν στη βάση του ουσιώδους χρόνου του 2007 με όλους τους τότε υποψήφιους και με όσες κενές θέσεις υπήρχαν τότε. Η ΕΔΥ, και πάλιν κατά παραγνώριση της κρίσης της Συμβουλευτικής Επιτροπής,  αξιολόγησε ως εξαίρετα ή σχεδόν εξαίρετα τα ΕΜ τα οποία εκ των πραγμάτων και λόγω του παράνομου διορισμού τους, απέκτησαν περισσότερη πείρα και γνώσεις για τα καθήκοντα της θέσης από τους υπόλοιπους υποψηφίους. Κατά τον ισχυρισμό, αγνοήθηκαν ευρήματα του Δικαστηρίου στη νέα διαδικασία ενώπιον της ΕΔΥ. Έπρεπε να είχαν ληφθεί υπόψη τα αποτελέσματα της διαδικασίας ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής, κατά την οποία η αιτήτρια κρίθηκε ότι υπερείχε σε βαθμολογία.

 

Τέλος, τα πρακτικά που τηρήθηκαν δεν ήταν άρτια. Η διαδικασία των συνεντεύξεων ολοκληρώθηκε σε 7 συνεδρίες της ΕΔΥ η οποία, κατά παράβαση του άρθρου 24 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99) δεν κατέγραψαν τις εντυπώσεις τους για την απόδοση κάθε υποψηφίου στις ξεχωριστές συνεντεύξεις. Ούτε δε, κρατήθηκαν προσωπικές σημειώσεις των Μελών της ΕΔΥ κατά την ώρα διεξαγωγής των συνεντεύξεων πράγμα που θα αναμενόταν ενόψει ιδίως του μεγάλου αριθμού των υποψηφίων. Τα όσα η ΕΔΥ κατέγραψε σχετικά με τον κάθε ένα υποψήφιο είναι γενικοί και αόριστοι χαρακτηρισμοί που δύνανται να εφαρμοστούν σε κάθε υποψήφιο.

 

Από την πλευρά τους, οι καθ' ων η αίτηση διευκρινίζουν ότι η ΕΔΥ κατά την επανεξέταση αποφάσισε όπως διενεργήσει νέα προφορική εξέταση στην οποία να καλέσει τους υποψήφιους που περιλαμβάνονταν στον τελικό κατάλογο που κατάρτισε κατά την αρχική διαδικασία πλήρωσης των επίδικων θέσεων, εξαιρουμένων των υποψηφίων οι οποίοι επιλέγηκαν κατά την αρχική διαδικασία και ο διορισμός τους δεν πλήγηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο οπότε κατέστη πάγιος και νόμιμος και των υποψηφίων οι οποίοι δεν προσήλθαν στην ενώπιον της ΕΔΥ προφορικής εξέτασης κατά την αρχική διαδικασία και συνεπώς απεμπόλησαν το δικαίωμα συμμετοχής τους στη διαδικασία. Έπειτα, η ΕΔΥ, κατά τους καθ' ων η αίτηση, συμμορφούμενη με το δεδικασμένο, κάλεσε σε προφορική συνέντευξη 230 υποψήφιους από τους οποίους οι 121 δήλωσαν ότι δεν ενδιαφέρονταν ενώ από τους υπόλοιπους 109 προσήλθαν ενώπιον της ΕΔΥ οι 107. Η παρούσα δε, κατά τους καθ' ων η αίτηση, αφορά επανεξέταση και κλήση των πιο πάνω στη διαδικασία θα παραβίαζε το δεδικασμένο καθότι θα υπεισέρχονταν υποψήφιοι για πρώτη φορά στη διαδικασία, παραβιάζοντας έτσι το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου.

 

Το ζήτημα κατά πόσον η αιτήτρια κατέχει το πλεονέκτημα της τριετούς συνεχούς πείρας έχει, κατά την εισήγηση, καταστεί δεδικασμένο ότι η αιτήτρια δεν το κατέχει, όπως και τα ΕΜ. Η περί αυτού κρίση αρχικά από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια από το δικαστήριο στα πλαίσια της απόφασης 771/07 κ.α., η οποία δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια με έφεση ως επιτυχούσα διάδικος.

 

Τα ΕΜ υιοθέτησαν τη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση.

 

 

Η κατάληξη

Στην προσφυγή αρ. 771/07 κ.α. την πρώτη ακυρωτική απόφαση, ακυρώθηκε ο διορισμός και των 8 ΕΜ. Ακολούθησε η 1248/09 κ.α. στην οποία αποφασίστηκε ότι «η κρίση που αποκόμισε η ΕΔΥ κατά την προφορική εξέταση των υποψηφίων που διεξήχθη στα πλαίσια της αρχικής διαδικασίας για την πλήρωση των θέσεων ήταν πλημμελής. Παρόλα αυτά, η ΕΔΥ κατά τη διαδικασία της επανεξέτασης αποφάσισε να υιοθετήσει την, ήδη κριθείσα ως πάσχουσα, προφορική εξέταση αγνοώντας παντελώς τα δικαστικά ευρήματα της προηγούμενης ακυρωτικής απόφασης». Οπότε ακυρώθηκε ο αναδρομικός διορισμός και των 10 εκεί ΕΜ.

 

Είναι νομολογημένο ότι «Το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης σε προσφυγή που στρέφεται κατά πράξης προαγωγών ή διορισμών επηρεάζει μόνο τους υποψήφιους τους οποίους ο αιτητής έχει καταστήσει ενδιαφερόμενα μέρη .  Αυτό τούτο το ακυρωτικό δεδικασμένο αναφέρεται ονομαστικά στα Ε.Μ. των οποίων η προαγωγή ή ο διορισμός ακυρώνεται . Το ακυρωτικό δεδικασμένο καλύπτει «μόνο τα κριθέντα σημεία δικαίου υπό του δικαστού. Ήτοι, τον λόγον δια τον οποίον ηκυρώθη η πράξις και τον οποίον δεν ημπορεί να επαναλάβη η διοίκησις κατά την ενέργειαν της δευτέρας πράξεως» (βλ. Δήμητρας Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου «Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως έναντι της Διοικήσεως», 1988, σελ. 83). Στις περιπτώσεις προσφυγών που στρέφονται κατά προαγωγών ή διορισμών ο όρος «πράξη» περιορίζεται στην πράξη προαγωγής ή διορισμού των υποψηφίων οι οποίοι είχαν καταστεί Ε.Μ. από τον αιτητή. Υιοθέτηση της πορείας που εισηγείται ο κ. Αγγελίδης θα παραβίαζε βασικές αρχές δικαίου ήτοι την αρχή της φυσικής δικαιοσύνης. Θα ισοδυναμούσε με ακύρωση προαγωγής ή διορισμού υποψηφίου ο οποίος δεν είχε ακουστεί στην ακυρωτική διαδικασία. Ακολουθεί πως ο σχετικός λόγος ακύρωσης απορρίπτεται» (βλ. Χρύσω Βορκά ν. ΕΕΥ, Υπόθ. Αρ. 628/00, ημερ. 31.1.2002).

 

Τα πιο πάνω τυγχάνουν εφαρμογής και εν προκειμένω. Αποδοχή της θέσης του δικηγόρου της αιτήτριας θα σήμαινε απαραδέκτως ακριβώς παραβίαση του δεδικασμένου εφόσον θα ισοδυναμούσε με ακύρωση διορισμού ατόμων των οποίων ο διορισμός παρέμεινε απρόσβλητος, που δεν ήταν καν ΕΜ στις προηγούμενες διαδικασίες ενώπιον του Δικαστηρίου ούτε δε και στην παρούσα. Συνεπώς, ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας πως λανθασμένα κρίθηκε ότι η πείρα της δεν ήταν συναφής και συνεπώς δεν κατείχε το πλεονέκτημα, συμφωνώ με τη δικηγόρο των καθ' ων η αίτηση ότι το ζήτημα της μη κατοχής κατέστη δεδικασμένο και πως η περί αυτού κρίση αρχικά από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και στη συνέχεια από το δικαστήριο στα πλαίσια της απόφασης 771/07 κ.α., η οποία δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια με έφεση ως επιτυχούσα διάδικος, την εμποδίζει τώρα να ανακινεί το θέμα. Ως εκ τούτου, ο ισχυρισμός δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Αναφορικά με τον ισχυρισμό της αιτήτριας ότι οι συνεντεύξεις ενώπιον της ΕΔΥ  κατέστησαν υπερκριτήριο οι καθ' ων η αίτηση επισημαίνουν και συμμερίζομαι τη θέση τους πως, όπως καταγράφει στα πρακτικά η ΕΔΥ, πέραν των αποτελεσμάτων της ενώπιόν της προφορικής εξέτασης τη διενέργεια της οποίας επέτασσε το δεδικασμένο, λήφθηκαν υπόψη τα αποτελέσματα της γραπτής και προφορικής εξέτασης που διεξήχθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, τα μέχρι τον ουσιώδη χρόνο προσόντα των υποψηφίων και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων. Επομένως, η προφορική εξέταση ήταν μόνο ένα από τα στοιχεία τα οποία λήφθηκαν υπόψη στην επιλογή των καταλληλότερων και η κατάταξη υποψηφίου σε υψηλότερη θέση δεν προεξοφλούσε την επιλογή του από την ΕΔΥ. Επρόκειτο όμως, περί θέσεων πρώτου διορισμού στις οποίες η ΕΔΥ, εν πάση περιπτώσει, έχει διακριτική ευχέρεια να αποδώσει ιδιαίτερη βαρύτητα στην προφορική εξέταση. Συνεπώς, ο ισχυρισμός περί απόδοσης υπέρμετρης βαρύτητας στα αποτελέσματα της ενώπιον της ΕΔΥ προφορικής εξέτασης δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

 

Σε σχέση με τη θέση της αιτήτριας ότι δεν τηρήθηκαν άρτια πρακτικά από την ΕΔΥ, ορθά οι καθ' ων η αίτηση επισημαίνουν ότι κατά παράβαση του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 τέτοιος λόγος ακυρότητας δεν εγείρεται με το δικόγραφο της προσφυγής και ως εκ τούτου η αιτήτρια κωλύεται να τον προβάλει μετ' εννόμου συμφέροντος. Θέση την οποία ο δικηγόρος της αιτήτριας δεν σχολιάζει, αλλ' ούτε και επανέρχεται καν στον ισχυρισμό αυτό στην απαντητική του αγόρευση.

 

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η προσφυγή της αιτήτριας απορρίπτεται και η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται δυνάμει του Άρθρου 146.4(α) του Συντάγματος με €1300 έξοδα υπέρ των καθ' ων η αίτηση.

 

 

 

 (Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.

 

/ΕΠσ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο