ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D530
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπóθεση Αρ. 1169/2013)
22 Ιουλίου, 2015
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ'ων η αίτηση.
Χρ. Τριανταφυλλίδης, για τον Αιτητή.
Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής αμφισβητεί τον καθορισμό των συνταξιοδοτικών του ωφελημάτων, όπως αυτά υπολογίστηκαν από το Γενικό Λογιστήριο.
Ο αιτητής προσλήφθηκε στην Αστυνομική Δύναμη Κύπρου από την 1η Μαρτίου 1979, και στις 17 Ιουλίου 2009 είχε προαχθεί σε Λοχία.
Στις 4 Μαΐου 2012 υπέβαλε αίτημα για πρόωρη αφυπηρέτηση, το οποίο έγινε αποδεχτό. Με επιστολή του Αρχηγού Αστυνομίας ημερ. 11 Μαΐου 2012 γνωστοποιήθηκε στον αιτητή η έγκριση του αιτήματος του και προσδιορίστηκε ως ημερομηνία αποχώρησης του από την Αστυνομία η 22 Ιανουαρίου 2013.
Στις 28 Δεκεμβρίου 2012 δημοσιεύθηκε ο περί Συνταξιοδοτικών Ωφελημάτων Κρατικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων του Ευρύτερου Δημόσιου Τομέα περιλαμβανομένων και των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης (Διατάξεις Γενικής Εφαρμογής) Νόμος του 2012 (Ν. 216(Ι)/2012), ο οποίος τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2013.
Το Γενικό Λογιστήριο προέβηκε, σε υπολογισμό των συνταξιοδοτικών ωφελημάτων του αιτητή, με βάση τις πρόνοιες του πιο πάνω Νόμου, γνωστοποιώντας το με επιστολή ημερ. 28 Φεβρουαρίου 2013. Όπως προσδιορίστηκε, από τους καθ'ων η αίτηση, ο αιτητής αφυπηρετώντας στις 22 Ιανουαρίου 2013 εδικαιούτο στην καταβολή εφάπαξ ποσού €93.476,41 και ετήσιας σύνταξης €20.030,66. Κατά τον πιο πάνω υπολογισμό το Γενικό Λογιστήριο δεν έλαβε υπόψη του οποιεσδήποτε πρόσθετες προσαυξήσεις.
Ο αιτητής με την παρούσα προσφυγή αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης των καθ'ων η αίτηση με την οποία καθορίστηκαν τα ωφελήματα του, και συγκεκριμένα προσβάλλει τον υπολογισμό της σύνταξης του και του εφάπαξ ποσού που εδικαιούτο επειδή δεν είχε ληφθεί υπόψη μία προσαύξηση.
Ισχυρίζεται ότι η απόφαση είναι αποτέλεσμα πλάνης περί το Νόμο, καθότι οι καθ'ων η αίτηση λανθασμένα ερμήνευσαν τις πρόνοιες του Νόμου 216(Ι)/2012 και δεν υπολόγισαν στη σύνταξη του τις προσαυξήσεις που δικαιούται με βάση τον περί Συντάξεων Νόμο του 1997 (Ν. 97(Ι)/97).
Ο αιτητής παραπέμπει στο άρθρο 3 του Νόμου 216(Ι)/2012 το οποίο προβλέπει για το σκοπό και το πεδίο εφαρμογής του Νόμου και αναφέρει ότι:
"(1) Με τον παρόντα Νόμο σκοπείται η συγκράτηση των δαπανών των επαγγελματικών συστημάτων συνταξιοδότησης της κρατικής υπηρεσίας και του ευρύτερου δημόσιου τομέα.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε οικείου νόμου ή κανονισμών, ο παρών Νόμος εφαρμόζεται σε σχέση με τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα των υπαλλήλων που καταβάλλονται δυνάμει του Κυβερνητικού Σχεδίου Συντάξεων ή σχεδίου συντάξεων όμοιου με αυτό:
Νοείται ότι, όπου δεν γίνεται ειδική πρόβλεψη στον παρόντα Νόμο, συνεχίζουν να ισχύουν οι πρόνοιες κάθε οικείου νόμου ή κανονισμών."
Στο άρθρο 7 του εν λόγω Νόμου προβλέπονται τα ωφελήματα αφυπηρέτησης και συνταξιοδότησης των υπαλλήλων. Στο εδάφιο (4) του άρθρου 7 αναφέρεται ότι:
"(4) Κατά τον υπολογισμό των ωφελημάτων αφυπηρέτησης μέλους της Αστυνομίας για την υπηρεσία του από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά, δεν λαμβάνεται υπόψη οποιαδήποτε πλασματική υπηρεσία ή οποιεσδήποτε πρόσθετες προσαυξήσεις, όπως αυτές προνοούνται στο κυβερνητικό σχέδιο συντάξεων:
Νοείται ότι, για την υπηρεσία πριν από την 1η Ιανουαρίου 2013, θα εξακολουθούν να εφαρμόζονται οι διατάξεις του κυβερνητικού σχεδίου συντάξεων."[1]
Ήταν, επί του προκειμένου ισχυρισμός του αιτητή ότι, εφόσον ο Νόμος δεν προβλέπει για προσαυξήσεις, αναφορικά με υπηρεσία πριν την 1η Ιανουαρίου 2013, συνεχίζουν να ισχύουν οι πρόνοιες του περί Συντάξεων Νόμου, Ν. 97(Ι)/97.
Περαιτέρω ισχυρίζεται ότι, εφόσον η προαφυπηρετική του άδεια άρχιζε στις 19 Ιουνίου 2013 και τελείωνε στις 22 Ιανουαρίου 2013, οι καθ'ων η αίτηση εσφαλμένα ερμήνευσαν το άρθρο 7 του Νόμου 216(Ι)/2012 και δεν υπολόγισαν τις προσαυξήσεις που δικαιούται αφού στο άρθρο 7(4) όπου αναφέρεται ότι για υπηρεσία πριν την 1η Ιανουαρίου θα εφαρμόζονται οι διατάξεις του κυβερνητικού σχεδίου συντάξεων.
Οι καθ'ων η αίτηση αντιπροτείνουν ότι, κατά τον χρόνο αφυπηρέτησης του αιτητή ίσχυε ο Νόμος 216(Ι)/2012 και επομένως ορθά εφαρμόστηκαν οι διατάξεις του συγκεκριμένου Νόμου.
Το ότι ο Νόμος 216(Ι)/2012 ίσχυε, κατά τον χρόνο της αφυπηρέτησης του αιτητή, και ότι αυτός θα έπρεπε να εφαρμοστεί, δεν υπάρχει οποιαδήποτε αμφισβήτηση ή διαφορά. Η διαφορά έγκειται στην ερμηνεία και εφαρμογή του συγκεκριμένου άρθρου 7. Το εδάφιο (4) του άρθρου 7 μιλά για υπηρεσία μετά την 1η Ιανουαρίου 2013 για την οποία δεν θα λαμβάνονται υπόψη πρόσθετες αυξήσεις, πλην, όμως, για υπηρεσία πριν την 1η Ιανουαρίου 2013 θα ισχύουν οι υφιστάμενες διατάξεις του κυβερνητικού σχεδίου.
Ο όρος «υπηρεσία» ερμηνεύεται στο άρθρο 2 του περί Συντάξεων Νόμου, ως η περίοδος από την ημερομηνία που ο υπάλληλος αρχίζει να λαμβάνει μισθό για εκτέλεση καθηκόντων σε κρατική θέση μέχρι την ημερομηνία που εγκαταλείπει την κρατική υπηρεσία, χωρίς την αφαίρεση οποιασδήποτε περιόδου απουσίας με άδεια χωρίς απολαβές.
Η υπηρεσία του αιτητή διαιρείται σε δύο στάδια. Το πρώτο αφορά την υπηρεσία του από την ημερομηνία διορισμού του μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2013 και το δεύτερο από την 1η Ιανουαρίου 2013 μέχρι τις 22 Ιανουαρίου 2013, ημερομηνία αφυπηρέτησης του.
Συναφώς, για την υπηρεσία που πρόσφερε ο αιτητής πριν την 1η Ιανουαρίου 2013, διατηρούνται τα δικαιώματα και ωφελήματα του ως είχαν. Αυτό σε συνδυασμό με το άρθρο 9 του Ν. 216(Ι)/2012, το οποίο προβλέπει για το υποχρεωτικό όριο ηλικίας αφυπηρέτησης και το οποίο αναφέρει στην παράγραφο 2(γ) ότι «τα μέλη της Αστυνομίας, τα οποία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου βρίσκονται σε προαφυπηρετική άδεια, θα αφυπηρετήσουν σύμφωνα με τις ισχύουσες πρόνοιες του κυβερνητικού σχεδίου συντάξεων».
Το εδάφιο (2) του άρθρου 4 του περί Συντάξεων Νόμου, Ν. 97(Ι)/97 προβλέπει ότι σύνταξη, εφάπαξ ποσό ή φιλοδώρημα χορηγούμενο δυνάμει του Νόμου αυτού υπολογίζονται σύμφωνα με τις πρόνοιες που ισχύουν την ημερομηνία αφυπηρέτησης του κρατικού υπαλλήλου.
Όπως αναφέρεται στην Α.Ε. 126/2010, Δημοκρατία ν. Παπαγιάννη, ημερ. 25 Ιουνίου 2015:
"Το πιο πάνω λεκτικό εφαρμοζόμενο στα υπό κρίση δεδομένα καθιστά επιβεβλημένη τη χορήγηση της σύνταξης, του εφάπαξ ποσού ή του φιλοδωρήματος που ο υπάλληλος δικαιούται κατά την ημερομηνία αφυπηρετήσεως του. Ο υπολογισμός γίνεται βεβαίως επί των μισθολογικών δεδομένων της θέσης την οποία κατείχε ο υπάλληλος κατά την αφυπηρέτηση του."
Τα συνταξιοδοτικά ωφελήματα που ίσχυαν για τον αιτητή αναφέρονται στο άρθρο 27(1)(α) του περί Συντάξεων Νόμου, Ν. 97(Ι)/97 το οποίο προβλέπει ότι όταν κρατικός υπάλληλος που κατέχει συντάξιμη θέση και συμπληρώσει πέντε ή περισσότερα έτη υπηρεσίας και ηλικία όχι μικρότερη των σαράντα πέντε υποβάλει αίτηση για πρόωρη αφυπηρέτηση από την υπηρεσία, η οποία εγκρίνεται από το αρμόδιο όργανο, καταβάλλεται αμέσως σ' αυτόν το εφάπαξ ποσό που δικαιούται για την υπηρεσία του, ενώ η σύνταξη παγιοποιείται και καταβάλλεται αμέσως μόλις αυτός συμπληρώσει την ηλικία των πενήντα πέντε ετών. Αναφέρεται περαιτέρω στο ίδιο άρθρο ότι η σύνταξη που θα αρχίσει να καταβάλλεται μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας των πενήντα πέντε ετών θα είναι αυξημένη κατά οποιοδήποτε ποσοστό κατά το οποίο τυχόν ήθελαν αυξηθεί οι συντάξεις μεταξύ της ημερομηνίας αφυπηρέτησης του και της ημερομηνίας καταβολής της σύνταξης.
Το άρθρο 8 του περί Συντάξεων Νόμου προβλέπει ότι:
"Σε περίπτωση αφυπηρέτησης μέλους της αστυνομίας που έχει βαθμό όχι ανωτέρω του λοχία οποίο συμπληρώνει το πεντηκοστό πέμπτο έτος της ηλικίας του μεταξύ της 11ης Σεπτεμβρίου 2011 και της 10ης Μαρτίου 2013, και των δύο ημερομηνιών περιλαμβανομένων, θα λογίζεται ότι οι συντάξιμες απολαβές του αυξάνονται κατά ποσό ίσο με μία ετήσια προσαύξηση της κλίμακάς του."
Ο αιτητής συμπληρώνοντας το 55ο έτος της ηλικίας του, στις 22 Ιανουαρίου 2013 εδικαιούτο, με βάση το άρθρο 8 του Νόμου, στον υπολογισμό των συντάξιμων απολαβών του, και μια προσαύξηση. Συνεπώς, ο υπολογισμός που έγινε κατά παράβαση των προνοιών του περί Συντάξεων Νόμου καθιστά την προσβαλλόμενη απόφαση τρωτή υποκείμενη σε ακύρωση.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρούται με έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ'ων η αίτηση όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,
Δ.
/ΔΓ
[1]Το άρθρο 2 προβλέπει ότι «κυβερνητικό σχέδιο συντάξεων» σημαίνει σχέδιο συντάξεων η λειτουργία του οποίου διέπεται από τις διατάξεις του περί Συντάξεων Νόμου.