ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:

Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:
public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Αιτήτρια παρούσα προσωπικά. Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-06-29 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ ν. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ, Υπoθεση Αρ. 842/2014, 29/6/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D467

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπóθεση Αρ. 842/2014)

 

29 Ιουνίου, 2015

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΑΝΤΡΗ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,

Αιτήτρια,

ν. 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ,

Καθ'ων η αίτηση.

 

 

Αιτήτρια παρούσα προσωπικά.

 

Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η άρνηση χορήγησης δημοσίου επιδόματος, έδωσε το έναυσμα για την καταχώριση της παρούσας προσφυγής.

 

Στις 8 Μαρτίου 2013 η αιτήτρια υπέβαλε αίτηση για παροχή δημόσιου βοηθήματος σε ανήλικο ανάπηρο άτομο και συγκεκριμένα για τον ανήλικο γιο της. H αίτηση συνοδευόταν από διάφορα ιατρικά πιστοποιητικά και βεβαιώσεις ως προς τη νοητική και λειτουργική κατάσταση του ανηλίκου.

 

Λειτουργός του Γραφείου Ευημερίας επισκέφθηκε, στις 24 Μαΐου 2013, την οικία του ανήλικου, όπου είχε συνάντηση τόσο με τον ίδιο όσο και με τους γονείς του. Η εν λόγω λειτουργός εισηγήθηκε απόρριψη της αίτησης, αναφέροντας ότι η βεβαίωση που «έχει προσκομιστεί είναι από παιδίατρο γενετιστή, δεν αναφέρεται ο βαθμός νοητικής υστέρησης ούτε φαίνεται να έχει περάσει από το τεστ WISC». Η εισήγηση αυτή έγινε αποδεκτή από τον προϊστάμενο του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Λεμεσού. Η αιτήτρια ενημερώθηκε για την απόρριψη της αίτησης της με επιστολή ημερ. 20 Ιουνίου 2013.

 

Εναντίον της πιο πάνω απόρριψης υποβλήθηκε, στις 9 Ιουλίου 2013, ένσταση, συνοδευόμενη από βεβαίωση παιδιάτρου-παιδονευρολόγου.

 

Η αίτηση παραπέμφθηκε για εξέταση στη Συμβουλευτική Πολυθεματική Ομάδα (ΣΠΟ) με σκοπό την επαναξιολόγηση. Η ΣΠΟ προχώρησε σε εξέταση του ανήλικου στις 5 Δεκεμβρίου 2013 και προτού προχωρήσει στην αξιολόγηση της, ζήτησε συμπληρωματικά στοιχεία από την εκπαιδευτική ψυχολόγο του σχολείου στο οποίο φοιτούσε ο ανήλικος, όπως επίσης και έκθεση αξιολόγησης από την παιδοψυχίατρο που τον παρακολουθούσε. Με βάση τα στοιχεία τα οποία υποβλήθηκαν, η ΣΠΟ κατέληξε ότι το παιδί δεν ενέπιπτε στα κριτήρια του άρθρου 2 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, Ν. 95(Ι)/2006, αναφέροντας τα εξής:

 

"Με βάση την κατάσταση της υγείας του αναφερόμενου και λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και τα άλλα προσωπικά στοιχεία που έχουν τεθεί ενώπιον τους,  τα μέλη της ΣΠΟ αποφάσισαν ότι δεν μειώνει ή δεν αποκλείει τη δυνατότητα εκτέλεσης μιας ή περισσοτέρων δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα ζωής κάθε ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοια ανεπάρκεια ή μειονεξία.

 

Ως εκ τούτου δεν πληροί σωρευτικά τα κριτήρια του όρου «ανάπηρος», όπως αυτός ερμηνεύεται στο Άρθρο 2 στις Εισαγωγικές Διατάξεις του πιο πάνω Νόμου."

 

 

Η απόφαση της Πολυθεματικής κοινοποιήθηκε στη Διευθύντρια των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, η οποία συμφώνησε με το περιεχόμενο της και, στη συνέχεια, με επιστολή της ημερ. 17 Μαρτίου 2014, την κοινοποίησε στην προϊστάμενη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών Κέντρου Πόλης Λεμεσού, με οδηγίες να γνωστοποιήσει την εν λόγω αρνητική απόφαση στους γονείς του ανήλικου.

 

Η αιτήτρια ενημερώθηκε σχετικώς με επιστολή ημερ. 7 Απριλίου 2014.

 

Όπως έχω σημειώσει πιο πάνω, η αιτήτρια, η οποία παρουσιάζεται προσωπικά, εισηγήθηκε ότι η προσβαλλόμενη απόφαση πάσχει λόγω ελλείψεως δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.

 

Το άρθρο 2 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου, Ν. 95(Ι)/2006 προβλέπει ότι:-

 

"«ανάπηρος» σημαίνει άτομο το οποίο εκ γενετής ή λόγω γεγονότος που του συνέβηκε πριν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, παρουσιάζει οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκεια ή μειονεξία, η οποία προκαλεί μόνιμο ή απροσδιόριστης διάρκειας σωματικό, διανοητικό ή ψυχικό περιορισμό σ' αυτό και η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και άλλα προσωπικά στοιχεία του εν λόγω ατόμου, μειώνει ουσιωδώς ή αποκλείει τη δυνατότητα εκτέλεσης μιας               ή περισσοτέρων δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται ως φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα ζωής κάθε ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοια ανεπάρκεια ή μειονεξία."

 

 

Είμαι της γνώμης ότι ο προωθηθείς λόγος ακυρώσεως ευσταθεί. Η απόρριψη της αίτησης από τη Διευθύντρια βασίστηκε στην απόφαση της ΣΠΟ. Εξεταζόμενη, όμως, η συγκεκριμένη απόφαση καταδεικνύεται ότι ήταν αποτέλεσμα μη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Η ΣΠΟ δεν προέβηκε στη δέουσα έρευνα ως προς το κατά πόσο ο ανήλικος ενέπιπτε στον ορισμό του όρου «ανάπηρος». Χωρίς να υπεισέρχομαι στην κρίση των καθ'ων η αίτηση αναφορικά με ιατρικά και επιστημονικά θέματα, τα οποία απαιτούν ειδικές ή τεχνικές γνώσεις και η οποία είναι ανέλεγκτη, το Δικαστήριο, όμως, μπορεί να επέμβει εάν διαπιστωθεί πλάνη, κακοπιστία, έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας (Pamela Edward Storey v. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 113).

 

Έρευνα κρίνεται, κατά τη νομολογία, ως επαρκής εφόσον επεκτείνεται στη διερεύνηση κάθε σχετικού, ανάλογα με την περίπτωση, γεγονότος (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447).

 

Διαπιστώνω ότι οι καθ'ων η αίτηση δεν εξέτασαν, επαρκώς, τα πιστοποιητικά τα οποία τους είχαν προμηθεύσει και τα οποία έκαμναν αναφορά ότι, ο ανήλικος παρουσιάζει νοητική υστέρηση (ιατρική βεβαίωση, παράρτημα 6). Παράλληλα, στο ενημερωτικό σημείωμα του εκπαιδευτικού ψυχολόγου σημειώνεται πως ο ανήλικος παρουσιάζει σοβαρές μαθησιακές και συναισθηματικές δυσκολίες, όπως και μειωμένη λειτουργικότητα σε σχέση με το ευρύτερο περιβάλλον του και ότι οι δυσκολίες του είναι σημαντικά μεγαλύτερες σε σύγκριση με άλλα παιδιά της ιδίας ηλικίας και εκπαίδευσης. Τα πιο πάνω, όπως αναφέρεται, δεν του επιτρέπουν να παρακολουθήσει επαρκώς τους ρυθμούς της κανονικής τάξης λόγω σημαντικών γνωστικών, συναισθηματικών και κοινωνικών εκπτώσεων και περιορισμών.

 

Διαπιστώνεται, επί του προκειμένου ότι, τα πιο πάνω στοιχεία δεν φαίνεται να είχαν απασχολήσει τη ΣΠΟ, και κατά πόσο αυτά μειώνουν ουσιωδώς τις δραστηριότητες ή λειτουργίες του ανήλικου σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου. Ήταν υποχρέωση της ΣΠΟ να προβεί σε δέουσα έρευνα, έτσι ώστε να διαπιστώσει την πραγματική κατάσταση του ανήλικου, κάτι το οποίο, όπως διαπιστώνεται πιο πάνω, δεν έγινε.

 

Παράλληλα, η αιτιολογία που καταγράφεται είναι επίσης ελλιπής. Στην εν λόγω απόφαση της ΣΠΟ γίνεται αναφορά στο γεγονός ότι ο ανήλικος δεν εμπίπτει στα κριτήρια του άρθρου 2 και, ουσιαστικώς, επαναλαμβάνονται οι πρόνοιες του Νόμου. Η απλή επανάληψη των διατάξεων του Νόμου, έτσι ώστε αυτή να αποτελεί την αιτιολογία                  μιας απόφασης, έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι τούτο δεν συνιστά αιτιολογία.

 

Όπως αναφέρεται στην υπόθεση Φράγκου ν. Δημοκρατίας (1998)              3 Α.Α.Δ. 270:

 

"Η αιτιολογία δεν πρέπει να περιορίζεται σε γενικούς χαρακτηρισμούς που μπορούν να εφαρμοσθούν σε κάθε περίπτωση και δεν πρέπει να επαναλαμβάνει τις διατάξεις του Νόμου. Η επανάληψη των γενικών όρων του Νόμου ισοδυναμεί με ανύπαρκτη αιτιολογία. "Καθιστά αναιτιολόγητον την πράξιν αιτιολογία αόριστος καθιστώσα αδύνατον τον δικαστικόν αυτής έλεγχον, μή εκθέτουσα τα γεγονότα, εξ ών εμορφώθη, η κρίσις της Διοικήσεως, ή δυναμένη να εφαρμοσθή εις πάσαν περίπτωσιν" (Βλ. Πορίσματα Νομολογίας (πιο πάνω), σελ. 186-87, Πιπερίδης κ.α. ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 134, 141 και Κυριακίδης (πιο πάνω))."

 

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, βρίσκω ότι η δοθείσα αιτιολογία δεν πληροί τις απαιτήσεις του Νόμου και παράλληλα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως επαρκής.

 

Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της αιτήτριας και εναντίον των καθ'ων η αίτηση, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

 

 

                                              Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,

                                                           Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο