ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D420
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Συνεκδ.Υποθ. Αρ. 1300/2011, 1052/2012,
2057/2012 και 1007/2013
12 Ioυνίου, 2015
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
Υπόθεση Αρ. 1300/11
ΜΕΤΑΞΥ:
1. ΣΩΤΟΥ ΣΩΤΗΡΙΟΥ
2. ΜΑΡΙΟΥ ΣΠΥΡΙΔΗΣ
Αιτητών,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση
_ _ _ _ _ _
Υπόθεση Αρ. 1052/12
ΜΕΤΑΞΥ:
ΕΙΡΗΝΗΣ ΜΕΛΑ-ΓΕΩΡΓΙΟΥ
Αιτήτριας,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση
_ _ _ _ _ _
Υπόθεση Αρ. 2057/12
ΜΕΤΑΞΥ:
ΣΩΤΗΡΗ ΔΑΛΙΤΗ
Αιτητή,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση
_ _ _ _ _ _
Υπόθεση Αρ. 1007/13
ΜΕΤΑΞΥ:
ΑΝΔΡΕΑ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ Αιτητή,
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση
Θ. Κουσπή (κα), για τους Αιτητές στην Υποθ. Αρ. 1300/11
Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στην Υποθ. Αρ. 1052/12
Ελ. Κελεπέσιη (κα), για τους Αιτητές στην Υποθ. Αρ. 2057/12
Λ.Ν. Χριστοδούλου, για τους Αιτητές στην Υποθ. Αρ. 1007/11
Μ. Κυπριανού (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση
.....
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ), ενεργώντας αυτεπαγγέλτως δυνάμει των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 29[1] του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου του 1990 (Ν.1/90, όπως έχει τροποποιηθεί) τροχοδρόμησε τη διαδικασία πλήρωσης μιας μόνιμης θέσης Αρχιδεσμοφύλακα (στο εξής η Θέση) στις Κεντρικές Φυλακές η οποία παρέμεινε κενή λόγο προαγωγής του κατόχου της.
Η αποφασιστική συνεδρία έλαβε χώρα στις 7.7.11 και κατ΄ αυτή, η ΕΔΥ, αφού καθόρισε ποιοι από τους υποψηφίους ήταν προάξιμοι, κάλεσε τον Διευθυντή των Κεντρικών Φυλακών να προβεί σε συστάσεις. Όπως και έγινε, με την εκ μέρους του σύσταση (στο εξής η Σύσταση) του ενδιαφερόμενου μέρους Μιχαλάκη Γιάγκου (ΕΜ) ως του καταλληλότερου λόγω συγκεκριμένων ιδιοτήτων και ικανοτήτων που, κατά την άποψη του, διέθετε σε συνάρτηση με τα καθήκοντα που του είχαν ανατεθεί.
Η ΕΔΥ - όπως σημείωσε στο πρακτικό που τηρήθηκε - αφού προέβη σε αξιολόγηση και σύγκριση των υποψηφίων και αφού έλαβε υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια προαγωγής (αξία, προσόντα, αρχαιότητα) και τη Σύσταση, επέλεξε για προαγωγή το ΕΜ το οποίο και προήγαγε από 15.8.12. Αιτιολογώντας δε την επιλογή της σημείωσε πως ναι μεν έλαβε υπόψη την υπέρτερη αρχαιότητα και κάποια σχετικά προσόντα (μαθήματα/εκπαιδεύσεις) ορισμένων υποψηφίων, αλλά οι εν λόγω υποψήφιοι δεν είχαν υπέρ τους τη Σύσταση ώστε να ανατρέψουν την κρίση της ότι το ΕΜ ήταν το καταλληλότερο για προαγωγή.
Η προαγωγή του ΕΜ προκάλεσε την καταχώριση από τους αιτητές των πιο πάνω τεσσάρων προσφυγών, οι οποίες συνεκδικάστηκαν λόγω κοινού πραγματικού και νομικού υποβάθρου και στις οποίες εγείρονται πανομοιότυποι λόγοι ακύρωσης. Αφορούν τη νομιμότητα της Σύστασης, την οποία υιοθέτησε η ΕΔΥ, ως και έλλειψη εκ μέρους της ΕΔΥ της δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Το ουσιώδες μέρος της Σύστασης, η οποία σύμφωνα με το άρθρο 35(4)[2] του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου πρέπει να είναι αιτιολογημένη, έχει ως ακολούθως:-
«Ο Γιάγκου Μιχαλάκης αρ.211 (α/α 38) είναι εξαίρετος υπάλληλος και άριστα ενημερωμένος, με εμβάθυνση στην ουσία των υπηρεσιακών θεμάτων. Επιδεικνύει ορθή κρίση και αντίληψη και προβαίνει σε ορθολογικές εισηγήσεις, αφού αναγνωρίζει και αναλύει καθοριστικούς παράγοντες προβλημάτων με την εξαγωγή ορθών συμπερασμάτων.
Η τεχνική κατάρτισή του και το συνεχές ενδιαφέρον του να εμπλουτίζει τις γνώσεις του σχετικά με τεχνικά θέματα όσο και σε θέματα της υπηρεσίας του και η ικανότητα του να εκπαιδεύει τόσο τους κρατούμενους όσο και τα μέλη του προσωπικού βοηθούν στην εύρυθμη λειτουργία του Τμήματος. Μάλιστα η τοποθέτηση του στη θέση του υπεύθυνου συντήρησης και σε τεχνικά θέματα απαλλάσσει τη Διεύθυνση από αρκετές δύσκολες καταστάσεις.
Ορίστηκε ως Υποδεκανέας το 2005. Η όλη απόδοση, ευσυνειδησία και ικανότητα που επιδεικνύει, ως και ο χαρακτήρας του, επιβεβαιώνουν την επιτυχία που μπορεί να έχει στον επόμενο βαθμό.
Μέσα στα πλαίσια που καταβάλλονται για αναδιοργάνωση και αναδόμηση του Τμήματος Φυλακών, θεωρώ ως καταλληλότερο τον υποψήφιο που συστήνω, ούτως ώστε να με υποβοηθήσει στο έργο που μου ανατέθηκε».
Είναι θέση των αιτητών ότι η Σύσταση είναι αναιτιολόγητη και αντίθετη με το περιεχόμενο των υπηρεσιακών φακέλων καθότι προσδίδει στο ΕΜ υπεροχή σε σημεία και ιδιότητες στα οποία και οι ίδιοι βαθμολογούνται διαχρονικώς ως «εξαίρετοι». Οι αρετές και τα χαρακτηριστικά που απέδωσε ο Διευθυντής στο ΕΜ, ισχυρίζονται, εμπίπτουν στα στοιχεία αξιολόγησης της «Επαγγελματικής Κατάρτισης», «Απόδοσης», «Υπηρεσιακού Ενδιαφέροντος» και «Πρωτοβουλίας» στα οποία, με βάση τις εκθέσεις της τελευταίας πενταετίας, οι διάδικοι είναι ισοδύναμοι. Με τη Σύσταση, επομένως, επιχειρείται ανάπλαση των ήδη βαθμολογημένων κριτηρίων και αποδίδεται στο ΕΜ υπεροχή σε τομείς όπου έχει ήδη αξιολογηθεί ως ισάξιοι τους, κατά παράβαση της σχετικής και πάγιας νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Επιπλέον, συνεχίζουν, η Σύσταση πάσχει γιατί περιλαμβάνει ιδιαίτερη αναφορά στα καθήκοντα που είχαν ανατεθεί στο ΕΜ, στοιχείο που συνιστά, σύμφωνα με τη νομολογία, παραβίαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των υποψηφίων. Καταλήγουν δε τονίζοντας ότι, η παράλειψη αναφοράς στο θεσμοθετημένο στοιχείο της αρχαιότητας και ο παραγκωνισμός των πρόσθετων προσόντων τους συνιστούν επιπρόσθετα σημεία που πλήττουν την εγκυρότητα της Σύστασης η οποία, όπως εν τέλει διαμορφώθηκε, βρίσκεται σε αντίθεση με τα στοιχεία των προσωπικών φακέλων των υποψηφίων.
Oι καθ' ων η αίτηση απορρίπτουν τις θέσεις των αιτητών επί του ζητήματος και υποβάλλουν ότι η Σύσταση είναι καθόλα νόμιμη ως το αποτέλεσμα συνεκτίμησης και των τριών καθιερωμένων κριτηρίων προαγωγής. Η αναφορά στα καθήκοντα του ΕΜ, επισημαίνουν, δεν του προσέδωσε οποιοδήποτε πλεονέκτημα και η αιτιολογία που δόθηκε από τον Διευθυντή αποτελούσε τη δική του εμπεριστατωμένη άποψη επί της καταλληλότητας των υποψηφίων.
Έχω εξετάσει τις εκατέρωθεν θέσεις. Οι προϋποθέσεις και το πλαίσιο μιας νόμιμης σύστασης έχουν απασχολήσει κατ΄ επανάληψη το Ανώτατο Δικαστήριο, με προεξάρχουσα την Μοδίτης v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695, στην οποία λέχθηκαν από την Πλήρη Ολομέλεια και τα ακόλουθα:
«Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δεν συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποίαν αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τί από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος.
...............................
Όσα εξειδικεύει ως ικανότητες και ιδιότητες των συστηθέντων, αναμφιβόλως είναι σχετικά και θα μπορούσαν να είχαν αποτελέσει τους λόγους της επιλογής που έκαμε. Εννοείται όμως πως τα αναφέρει συγκριτικά. Δεν μπορεί να του αποδοθεί πως προτείνει ορισμένους για προαγωγή για συγκεκριμένους λόγους όταν θεωρεί πως οι ίδιοι οι λόγοι συντρέχουν και για εκείνους που δεν συστήνει. Κατ' ανάγκην όσα εξειδικεύει μεταφέρουν το μήνυμα της υπεροχής εκείνων που συστήνονται στους αντίστοιχους τομείς. Ώστε αυτοί να αναδεικνύονται ως οι καταλληλότεροι. (Βλ. συναφώς Κίκης Ονουφρίου v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 833). Δεν προκύπτει όμως τέτοια υπεροχή από τους φακέλους και η επίκληση από τον προϊστάμενο της προσωπικής του γνώσης, εισάγει πηγή πληροφόρησης αντίθετη προς το Νόμο και, πάντως, η σύσταση συγκρούεται προς τα στοιχεία των φακέλων».
Στην παρούσα περίπτωση, οι ιδιότητες και ικανότητες που εξειδίκευσε ο Διευθυντής για το ΕΜ, («εξαίρετος υπάλληλος και άριστα ενημερωμένος . επιδεικνύει ορθή κρίση και αντίληψη και προβαίνει σε ορθολογικές εισηγήσεις . το συνεχές ενδιαφέρον του να εμπλουτίζει τις γνώσεις του . η όλη απόδοση, ευσυνειδησία και ικανότητα που επιδεικνύει.») βαθμολογούνται διαχρονικώς στις υπηρεσιακές εκθέσεις και εμπίπτουν όντως στα στοιχεία αξιολόγησης της «Επαγγελματικής Κατάρτισης», «Απόδοσης», «Υπηρεσιακού Ενδιαφέροντος», «Υπευθυνότητας» και «Πρωτοβουλίας» σε σχέση με τα οποία οι αιτητές δεν υστερούν.
Όπως αποκαλύπτουν οι φάκελοι των υπηρεσιακών εκθέσεων της τελευταίας πενταετίας (2006 -2010) οι διάδικοι βρίσκονται στο ίδιο εξαίρετο επίπεδο, εκτός από ασήμαντες διακυμάνσεις της τάξης του 1 «εξαίρετα», οι οποίες, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν προσδίδουν οποιαδήποτε υπεροχή (βλ. Πατσαλίδης κ.ά. v. Δημοκρατίας (2011) 3(Β) Α.Α.Δ. 738, Αττάς v. Δημοκρατίας (2012) 3 Α.Α.Δ. 8). Μέσα σ' αυτά τα πλαίσια και υπό το φως της αναδεικνυόμενης ισοδυναμίας των διαδίκων στα συγκεκριμένα στοιχεία αξιολόγησης, οι αναφορές του Διευθυντή με τις οποίες εμφανίζεται το ΕΜ να υπερτερεί σε τομείς όπου δεν προκύπτει αντικειμενική διαφοροποίηση, συγκρούονται με τα στοιχεία των φακέλων και καταστρατηγούν τις νομολογιακές αρχές που τέθηκαν με σαφήνεια στη Μοδίτης v. Δημοκρατίας (ανωτέρω).
Όσον αφορά το θέμα της επίκλησης από το Διευθυντή της τοποθέτησης του ΕΜ στη θέση του υπεύθυνου συντήρησης και τεχνικών θεμάτων και στον ορισμό του ως Υποδεκανέα, με το σχόλιο ότι «απαλλάσσει τη Διεύθυνση από αρκετές δύσκολες καταστάσεις» και ότι «η όλη απόδοση, ευσυνειδησία και ικανότητα που επιδεικνύει» κατά την άσκηση - ως αφήνεται να εννοηθεί - αυτών των συγκεκριμένων καθηκόντων «επιβεβαιώνουν την επιτυχία που μπορεί να έχει στον επόμενο βαθμό», αναδεικνύει μιαν επιπρόσθετη πλημμέλεια της Σύστασης. Και αυτό καθότι, ως φαίνεται, δεν έγινε υπό τύπο απλής περιγραφής υπηρεσιακών δεδομένων, αλλά είχε ως στόχο να αιτιολογήσει περαιτέρω την επιλογή. Σύμφωνα όμως με τη νομολογία, η ανάθεση ειδικών καθηκόντων δεν αποτελεί νόμιμο κριτήριο για την πρόκριση υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του, εκτός ίσως όπου προκύπτει ότι στον τελευταίο ανατέθηκαν περιορισμένα καθήκοντα λόγω ανεπάρκειας (βλ. Κούλη v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 852, Αττάς κ.ά. v. Δημοκρατίας (ανωτέρω)).
Επιπροσθέτως των πιο πάνω, παρά τη γενικόλογη επίκληση των καθιερωμένων κριτηρίων προαγωγής στο εισαγωγικό μέρος της Σύστασης, κρίνεται ανεπαρκής και σ΄ ότι αφορά το κριτήριο της αρχαιότητας εφόσον είναι προφανές ότι το θέμα της αρχαιότητας αγνοήθηκε από το Διευθυντή. Σημειώνεται επί του προκειμένου ότι σύμφωνα με τα υπηρεσιακά στοιχεία το ΕΜ διορίστηκε στη θέση Δεσμοφύλακα, η οποία είναι η άμεσα προηγούμενη της επίδικης, στις 2.9.1991 και υστερεί έναντι όλων των αιτητών, εφόσον η αντίστοιχη ημερομηνία για τον Α. Ευσταθίου είναι η 8.11.1985, για τους Σ. Σωτηρίου, Ε. Μελά - Γεωργίου και Σ. Δαλίτη η 1.6.1989 και για τον Μ. Σπυρίδη, η 1.7.1989. Η αρχαιότητα όμως, ως θεσμοθετημένο κριτήριο, όταν αφορά - όπως εδώ - προβάδισμα σε θέση που προηγείται της επίδικης, επιφέρει ταυτόχρονα και υπεροχή σε πείρα η οποία προσθέτει στην αξία (βλ. Παναγή v. Δημοκρατίας (2011) 3(Β) Α.Α.Δ. 639). Η ολοκληρωτική όμως απουσία οποιασδήποτε μνείας από το Διευθυντή της υπηρεσιακής πείρας των υποψηφίων ως συνακόλουθης της αρχαιότητας τους, επιβεβαιώνει την ανεπάρκεια της αιτιολογίας της σύστασης του. Ανεπάρκεια που εντοπίζεται, τέλος, και σ΄ ότι αφορά διάφορα προσόντα που διέθεταν κάποιοι από τους αιτητές τα οποία, αν και δεν ήταν προαπαιτούμενα σύμφωνα με το Σχέδιο Υπηρεσίας της Θέσης, θα έπρεπε να είχαν αξιολογηθεί ώστε να διαφανεί η σχετικότητα τους για να τους αποδοθεί ενδεχομένως η ανάλογη βαρύτητα. Συγκεκριμένα ο αιτητής Σ. Δαλίτης κατείχε σειρά μαθημάτων ρωσικής γλώσσας (Αστυνομική Ακαδημία Κύπρου 1998 -2000), ο Μ. Σπυρίδης πιστοποιητικό εκπαίδευσης στο Τμήμα Ατυχημάτων και Επειγόντων Περιστατικών του Γενικού Νοσοκομείου Λευκωσίας, ο Α. Ευσταθίου ήταν κάτοχος 4 Σημάτων Καλής Διαγωγής (Κανονισμοί Φυλακών) και η Ε. Μελά - Γεωργίου είχε παρακολουθήσει το πρόγραμμα Βιομηχανικής Ραπτικής Ειδών Ένδυσης (286 ώρες). Τα πιο πάνω, ενόψει και της διαφαινόμενης ισοδυναμίας στη βαθμολογημένη αξία, έχρηζαν της αναγκαίας έρευνας και στάθμισης. Αντί όμως τούτου, ο Διευθυντής περιορίστηκε σε αόριστη αναφορά ότι έλαβε υπόψη «τυχόν επιπρόσθετα προσόντα που κατέχουν οι υποψήφιοι και τα οποία πιθανόν να είναι σχετικά», στοιχείο που καθιστά την αξιολόγηση του ελλιπή και ως προς το ζήτημα αυτό (βλ. Δημοκρατία v. Σκλάβου (2007) 3 Α.Α.Δ. 473, Λάζαρος Λαζάρου κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 389/2007 κ.ά., ημερ. 6.10.2008).
Οι πιο πάνω διαπιστώσεις - όπως κρίθηκε από το παρόν Δικαστήριο και στη Μασούρα κ.ά. v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1299/2011 κ.ά., ημερ. 8.5.2015 όπου εντοπίστηκαν τα ίδια τρωτά σημεία στη σύσταση του Διευθυντή - αφαιρούν το υπόβαθρο της νομιμότητας της Σύστασης, η οποία αναπόφευκτα συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την επίδικη απόφαση εφόσον, όπως προκύπτει από το αιτιολογικό, η ΕΔΥ βασίσθηκε ουσιωδώς σ' αυτήν και την υιοθέτησε.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι προσφυγές επιτυγχάνουν και η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται. Η συνεκδίκαση όμως δικαιολογεί και επιβάλλει την επιδίκαση μειωμένων εξόδων και ως τέτοια επιδικάζονται €700 συν ΦΠΑ για κάθε προσφυγή προς όφελος των αιτητών και εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ
[1] 29 (2) Τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ άρθρoυ 33, η αρμόδια αρχή oφείλει vα υπoβάλλει πρόταση για πλήρωση μιας θέσης τo βραδύτερo σε τέσσερις μήvες από τηv ημέρα πoυ η θέση έχει δημιoυργηθεί ή έχει κεvωθεί.
(3) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης της αρμόδιας αρχής με τις διατάξεις τoυ εδαφίoυ (2), η Επιτρoπή πρoβαίvει στηv πλήρωση της θέσης χωρίς τηv πρόταση της αρμόδιας αρχής.
[2] 35 (4) Κατά τηv πρoαγωγή η Επιτρoπή λαμβάvει δεόvτως υπόψη τo περιεχόμεvo τωv Πρoσωπικώv Φακέλωv και τωv Φακέλωv τωv Ετήσιωv Υπηρεσιακώv Εκθέσεωv τωv υπoψηφίωv, αιτιoλoγημέvες συστάσεις τoυ Πρoϊστάμεvoυ τoυ Τμήματoς στo oπoίo υφίσταται η κεvή θέση και τηv εvτύπωση τηv oπoία η Επιτρoπή απoκόμισε για τoυς υπoψηφίoυς κατά τηv πρoφoρική εξέταση, αv αυτή έγιvε:
Νοείται ότι, όταν πρόκειται για την πλήρωση της θέσης του Προϊσταμένου Τμήματος, στις συστάσεις προβαίνει ο Γενικός Διευθυντής του οικείου Υπουργείου.