ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D350
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 923/2012
15 Μαϊου, 2015
[Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 25, 28, ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
LANITIS DEVELOPMENT LIMITED
Αιτήτρια
- ΚΑΙ -
KΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ
Καθ'ων η αίτηση
....................................
Δ. Κακουλλή (κα) για Chryses Demetriades & Co. LLC, για την αιτήτρια
Αρ. Ζερβού (κα) Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους καθ' ων η αίτηση
.............................
A Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ: Οι αιτητές είναι εταιρεία που ασχολείται μεταξύ άλλων με εργασίες ανάπτυξης γης, πώληση οικοπέδων, κατοικιών/διαμερισμάτων και κατά τον ουσιώδη χρόνο με την παροχή υπηρεσιών διευθέτησης ανέγερσης επαύλεων/διαμερισμάτων στο έργο «Aphrodite Ηills» στα Κούκλια.
Με την παρούσα προσφυγή αμφισβητούν την νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου ΦΠΑ που κοινοποιήθηκε με επιστολή ημερ.30.03.12 , με την οποία απορρίφτηκε η ένσταση που είχαν υποβάλει μέσω των λογιστών τους αναφορικά με τη συμπληρωματική βεβαίωση φόρου ημερ.23.08.11.
Η βεβαίωση αφορούσε την απόδοση ΦΠΑ για φορολογητέες παραδόσεις κτηρίων(επαύλεων) με το συνεχόμενο οικόπεδο στο έργο καθώς και για έσοδα των αιτητών από την παροχή υπηρεσιών σχετικά με τις πωλήσεις ή και μεταπωλήσεις στο εν λόγω έργο. Η βεβαίωση εκδόθηκε μετά από επίσκεψη ελέγχου στην επιχείρηση των αιτητών από αρμοδίους λειτουργούς του Επαρχιακού γραφείου ΦΠΑ Λεμεσού που διενέργησαν φορολογικό έλεγχο στα βιβλία και αρχεία. Διευκρινίζεται ότι οι αιτητές προσβάλλουν την βεβαίωση σε ότι αφορά ποσό €230.350,53 μόνο.
Παραθέτω αυτούσια τα ουσιώδη αποσπάσματα της επίμαχης βεβαίωσης:
«Α. Φορολογητέες παραδόσεις κτιρίων (επαύλεων) με το συνεχόμενο οικόπεδο στο έργο «Aphrodite Hills» στα Κούκλια:
Σύμφωνα με την παράγραφο (β) του ¨ογδοου Παραρτήματος των περί Φ.Π.Α. Νόμων του 2000 μέχρι 2011 (Ν. 95(Ι)/2000) η παράδοση νέων κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά, πριν την πρώτη εγκατάσταση σε αυτά, για τα οποία έχει κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση έκδοσης πολεοδομικής άδειας μετά την 01/05/2004, είναι φορολογητέα συναλλαγή και επιβαρύνεται με τον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α. (15%).
...............................
Τόσο για τις 55 περιπτώσεις για τις οποίες συνάψατε δύο ξεχωριστές συμφωνίες (μία για την πώληση του οικοπέδου και μια για την κατασκευή της έπαυλης) όσο και για τις 43 για τις οποίες συνάψατε μια ενιαία συμφωνία πώλησης κτιρίου με το συνεχόμενο οικόπεδο και η ημερομηνία υποβολής της αίτησης για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε πριν την 01/05/2004 (ανεξαρτήτως του αριθμού και του τύπου των συμβολαίων που συνάψατε) θεωρήσατε ότι πραγματοποιήσατε πώληση κτιρίου με το συνεχόμενο οικόπεδο η οποία σύμφωνα με την παράγραφο (β) του Όγδοου Παραρτήματος των περί Φ.Π.Α. Νόμων του 2000 μέχρι 2011 (Ν.95(Ι)/2000) συνιστά εξαιρούμενη συναλλαγή και ορθά δεν αποδώσατε φόρο επί των πιο πάνω συναλλαγών.
Για τις υπόλοιπες 4 περιπτώσεις (δηλ. 59 μείον 55) για τις οποίες συνάψατε δύο ξεχωριστές συμφωνίες (μια για την πώληση του οικοπέδου και μια για την κατασκευή της έπαυλης) καθώς και για τις υπόλοιπες 6 περιπτώσεις (δηλ. 49 μείον 43) για τις οποίες συνάψατε μια ενιαία συμφωνία πώλησης κτιρίου με το συνεχόμενο οικόπεδο για τις οποίες η αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε μετά την 01/05/2004 εφαρμόσατε διαφορετική φορολογική προσέγγιση η οποία επεξηγείται στα σημεία 1 και 2 πιο κάτω:
..............................
(2) Για τις 4 περιπτώσεις για τις οποίες συνάψατε δύο ξεχωριστές συμφωνίες (μια για την πώληση του οικοπέδου και μια για την κατασκευή της έπαυλης) και για τις οποίες η αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε μετά την 01/05/2004 εφαρμόσατε μια φορολογική μεταχείριση διαφορετική σε σχέση με το τι εφαρμόσατε για τις 55 περιπτώσεις που συνάφθηκαν με δύο ξεχωριστές συμφωνίες (μια για την πώληση του οικοπέδου και μια για την κατασκευή της έπαυλης) και η αίτηση τους για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε πριν την 01/05/2004.
Συγκεκριμένα πρόκειται για τις περιπτώσεις που αφορούν ανάπτυξη επαύλεων στα οικόπεδα 112, 113, 50, 370 και 394 (Πίνακας 1) για τις οποίες θεωρείτε ότι πραγματοποιήσατε δύο ξεχωριστές συναλλαγές οι οποίες συνίστανται σε πώληση οικοπέδου (εξαιρούμενη συναλλαγή) και παροχή εργοληπτικών υπηρεσιών για την ανέγερση της έπαυλης (φορολογητέα συναλλαγή με τον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α.) και ως εκ τούτου αποδώσατε Φ.Π.Α. μόνο στην αξία των εργοληπτικών υπηρεσιών.
..............................
Το κατά πόσο οι πωλήσεις οικοπέδου και κτιρίων συνιστούν συναλλαγές πώλησης κτιρίου μαζί με το συνεχόμενο οικόπεδο ή δύο ξεχωριστές συναλλαγές, δηλαδή πώλησης οικοπέδου και παροχής υπηρεσιών ανέγερσης κτιρίου, είναι θέμα πραγματικό και προσεγγίστηκε με βάση το σύνολο των περιστατικών της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά. Ο τύπος ή το όνομα που δώσατε στη συναλλαγή δεν δημιουργεί καμιά δέσμευση για την Υπηρεσία Φ.Π.Α. και για τον καθορισμό της φορολογικής μεταχείρισης των συναλλαγών σας λήφθηκε υπόψη η πραγματική πρόθεση τόσο εσάς όσο και των πελατών σας, η φύση, το περιεχόμενο και ο χαρακτήρας της κάθε συναλλαγής, καθώς επίσης και οποιαδήποτε άλλα σχετικά δεδομένα.
Με βάση τις παραμέτρους που αναλύονται πιο κάτω θεωρώ ότο τόσο για τις 4 πιο πάνω περιπτώσεις για τις οποίες συνάψατε δύο ξεχωριστά συμβόλαια (ένα για την πώληση του οικοπέδου και ένα για την κατασκευή της έπαυλης) και η αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε πριν την 01/05/2004 πραγματοποιήσατε πώληση κτιρίου με το συνεχόμενο οικόπεδο.
Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του Όγδοου Παραρτήματος των περί Φ.Π.Α. Νόμων του 2000 μέχρι 2011 (Ν. 95(Ι)/2000() η παράδοση των 4 περιπτώσεων που αφορούν πωλήσεις επαύλεων με το συνεχόμενο οικόπεδο για τις οποίες η αίτηση έκδοσης πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε μετά την 01/05/2004 συνιστούν φορολογητέες συναλλαγές και επιβαρύνονται με τον κανονικό συντελεστή Φ.Π.Α. (15%) ενώ η παράδοση των 55 περιπτώσεων που αφορούν πωλήσεις επαύλεων με το συνεχόμενο οικόπεδο για τις οποίες η αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε πριν την 01/05/2004 συνιστούν εξαιρούμενες συναλλαγές.»
Οι αιτητές υπέβαλαν ένσταση στις 17/10/11προβάλλοντας νομικά επιχειρήματα αλλά και πραγματικούς ισχυρισμούς, η οποία απορρίφθηκε επιβεβαιώνοντας την βεβαίωση φόρου με το σκεπτικό ότι εμπεριέχει πλήρη αιτιολογία και επεξήγηση των δεδομένων που λήφθηκαν υπόψη.
Οι αιτητές παραθέτοντας τις πρόνοιες του άρθρου 1(β)(ii) και 4(α) του Ογδόου Παραρτήματος του περί Φόρου Προστιθεμένης Αξίας Νόμου του 2000-2012 (ο «Νόμος», όπως τροποποιήθηκε με το Ν.95(Ι)/2000) που θεσπίστηκαν προς εναρμόνιση της Έκτης Οδηγίας του Συμβουλίου 77/388/ΕΟΚ και συγκεκριμένα του άρθρου 4(3)(Α), ισχυρίζονται ότι στην δική μας νομοθεσία δεν φορολογούνται τα γήπεδα προς οικοδόμηση και η μόνη εξαίρεση του κανόνα ότι η ακίνητη ιδιοκτησία δεν φορολογείται , είναι η μεταβίβαση κτηρίων μαζί με το οικόπεδο και η μεταβίβαση της κατοχής κτηρίων ή τμήματος τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά, δυνάμει ενιαίας συμφωνίας (νοουμένου (α) ότι η μεταβίβαση της κατοχής γίνεται πριν την πρώτη εγκατάσταση στα κτήρια και (β) η αίτηση για πολεοδομική άδεια κατατέθηκε πριν τις 1.5.04).
Οι καθ'ων κατά νομική πλάνη, όπως περαιτέρω οι αιτητές υποστηρίζουν, ενώ ο νομοθέτης ρητά επέλεξε να μην επιβάλλει ΦΠΑ στα «προς οικοδόμηση γήπεδα» αλλά να φορολογήσει και το οικόπεδο μόνο σε συμφωνίες παράδοσης κατοχής οικοπέδου μαζί με κτήριο, επιμένει να τα φορολογεί και στις περιπτώσεις που ο αγοραστής του γηπέδου συνάπτει και συμφωνία ανέγερσης κτηρίου. Προς επίρρωση του ότι η πώληση οικοπέδου και κατασκευαστικών εργασιών δεν μπορούν να θεωρηθούν ενιαία συναλλαγή παρά μόνο όταν πρόκειται για πώληση κτισμένου οικοπέδου επικαλείται την απόφαση του ΔΕΕ 73/85 Hans Dieter v. Finanzamit Monchengladrach-Mitte, ημερ. 8.7.86.
Επίσης στα πλαίσια του ίδιου λόγου ακύρωσης, κατακρίνουν την λογική του Εφόρου να θεωρήσει δυο ξεχωριστές και αυτοτελείς συναλλαγές ως μια ενιαία, κατά παράβαση των αρχών της ευρωπαϊκής νομολογίας που καθορίστηκαν στην C-349/96 Card Protection Plan Ltd και Commisioners of Customs&Excise, ημερ. 25.2.99, αναφορικά με το πότε κάποιες συναλλαγές θεωρούνται, ως single (μόνη) συναλλαγή ή mixed (δυο ή περισσότερες). Οι αιτητές υποστηρίζουν ότι στις τέσσερις επίδικες περιπτώσεις, η πώληση του οικοπέδου συνιστούσε τόσο για τους ίδιους όσο και κατά τους αγοραστές ''αφ' εαυτής σκοπό'', αφού θα μπορούσαν να μην συμφωνήσουν τελικά στην συμφωνία οικοδόμησης έπαυλης και να συμβληθούν με άλλο επιχειρηματία(έγινε σε 8 περιπτώσεις). Συνεπώς καμία εκ των δυο ξεχωριστών συμφωνιών δεν μπορεί να θεωρηθεί ως παρεπόμενη της άλλης ώστε να φορολογηθούν ενιαία. Αναφέρονται διεξοδικά δε στα γεγονότα κάθε περίπτωσης.
Οι καθ' ων η αίτηση απαντούν στον πρώτο αυτό λόγο ακύρωσης ότι όταν οι αιτητες πώλησαν τις 55 επαύλεις για τις οποίες συνήψαν δυο συμφωνίες καθώς και τις άλλες 43 επαύλεις για τις οποίες συνήψαν μια συμφωνία πώλησης κτηρίου με το συνεχόμενο οικόπεδο, θεώρησαν και για τις 98 περιπτώσεις ότι πραγματοποιούσαν πώληση κτηρίου με το συνεχόμενο οικόπεδο και επειδή η αίτηση για έκδοση πολεοδομικής άδειας υποβλήθηκε πριν τις 1/5/04, καθιστούσε την παράδοση τους εξαιρούμενη συναλλαγή για σκοπούς ΦΠΑ.
Εν αντιθέσει με την φορολογική προσέγγιση για αυτές τις περιπτώσεις που αντανακλά την πραγματική πρόθεση των αιτητών, στις 4 επίμαχες μεταβιβάσεις για τις οποίες συνήψαν δυο ξεχωριστές συμφωνίες (μια για πώληση οικοπέδου και μια για υπηρεσίες ανέγερσης έπαυλης), οι αιτητες κατ΄αντιφατική και λανθασμένη προσέγγιση θεώρησαν ότι πραγματοποίησαν δυο ξεχωριστές συναλλαγές για την κάθε έπαυλη και απέδωσαν ΦΠΑ με κανονικό συντελεστή μόνο για τις υπηρεσίες ανέγερσης και όχι για την πώληση οικοπέδου (που σύμφωνα με τον Νόμο εμπίπτει ως πώληση γης στις εξαιρούμενες συναλλαγές).
Η πώληση κατοικίας, κατά τους καθ' ών η αίτηση, είναι συναλλαγή κατά την οποία μεταβιβάζεται κτίριο μαζί με τη γη και σε αυτή την περίπτωση το τεμάχιο γης γίνεται άρρηκτο με το οικοδόμημα , γι'αυτό δεν μπορούν να πωληθούν και να τιμολογηθούν ξεχωριστά από το ίδιο μάλιστα πρόσωπο.
Η πώληση έπαυλης, θεωρείται για σκοπούς ΦΠΑ, πώληση αγαθού που προφανώς περιλαμβάνει και την αξία της γης κατά κοινή λογική, γεγονός που προφανώς αποδέχονται και οι ίδιοι οι αιτητές εφαρμόζοντας το στην περίπτωση των 55 άλλων επαύλεων του ίδιου έργου.
Σε ότι αφορά τη νομική πτυχή, τονίζουν την δυνατότητα του Εφόρου να αγνοήσει μη γνήσιες ή εικονικές συναλλαγές προκειμένου να προσδιορίσει τον φόρο πάνω στην πραγματική του βάση. Σε καμία περίπτωση ο Εφορος δεν δεσμεύεται από το όνομα που εικονικά μπορεί να έδωσαν τα συμβαλλόμενα μέρη σε κάποια συναλλαγή (κατά την αγγλική νομολογία ''sham'') ή τον τύπο της, αλλά υποχρεούται να διερευνήσει την πραγματική της φύση και την ουσία της συναλλαγής. Αν μια συναλλαγή δεν είναι γνήσια αλλά ψεύτικη, μόνο τότε αγνοείται στο σύνολο της. H υποχρεωση του Εφόρου είναι να μην κρίνει με βάση το φορολογικό αποτέλεσμα των επιμέρους συναλλαγών όπου ενδέχεται αυτές να αποτελούν ένα ενιαίο σύνολο, αλλά με βάση το νομικό αποτέλεσμα του ενιαίου συνόλου και πιθανόν μια επιμέρους συναλλαγή , που κρινόμενη από μόνη της δεν θα προσέλκυε πληρωμή φόρου, κρινόμενη ως αναπόσπαστο μέρος της σύνθετης συναλλαγής να φανεί πως έγινε όχι με εμπορικό σκοπό αλλά προς αποφυγή φόρου και έτσι τελικά να φορολογηθεί. (Iωνίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 CLR 508, 524,WT RamsayLtd v.IRC (1981) 1 All ER 865).
Σε ότι αφορά την πάγια νομολογία του ΔΕΕ, η συνήγορος παραπέμπει το Δικαστήριο στις υποθέσεις C255/02 Ηalifax and others v. Commisioners of Customs and Excise (UK) και C-419/12 Bupa Hospitals c233/03 Univ. of Hudderesfield και C-425/06 Ministero dell^Êconomia, τις οποίες τα υποκείμενα σε φόρο πρόσωπα δεν μπορούν να επικαλούνται καταχρηστικά δικαιώματα που αντλούν από κοινοτικού κανόνες με σκοπό τη φοροδιαφυγή ή την καταστρατήγηση. Πρόκειται για την αρχή της απαγόρευσης καταχρηστικών πρακτικών που αναγνωρίζεται στον τομέα του ΦΠΑ, καθώς και στο πλαίσιο της Εκτης Οδηγίας, εφόσον προκύπτει από το σύνολο των αντικειμενικών στοιχείων ότι ο κύριος σκοπός των επίμαχων πράξεων είναι η επίτευξη φορολογικού πλεονεκτήματος.
Έχω εξετάσει με προσοχή τις εκατέρωθεν θέσεις και θεωρώ ότι ο λόγος ακύρωσης πρέπει να απορριφθεί.
Η σχετική πρόνοια του Νόμου, κατά παραπομπή του άρθρου 39, έχει ως εξής:
«Όγδοο Παράρτημα (Άρθρο 39), Ακίνητη Ιδιοκτησία
1. Οι ακόλουθες συναλλαγές είναι εξαιρούμενες συναλλαγές:
...............................
(β) Παράδοση ακίνητης ιδιοκτησίας εξαιρουμένων των πιο κάτω συναλλαγών:
................................
(ii) μεταβίβαση της κατοχής κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά ή εξ' αδιαιρέτου ιδανικής μερίδας επ' αυτών, δυνάμει σύμβασης πώλησης τους ή δυνάμει συμφωνίας που ρητά προβλέπει ότι θα μεταβιβαστούν και τα κτίρια μαζί με το οικόπεδο που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά σε κάποιο χρόνο στο μέλλον ή δυνάμει μίσθωσης τους με δικαίωμα εξαγοράς εφόσον πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση σ' αυτά.
................................
4. (α) Οι διατάξεις των παραγράφων 1(β)(i) και (ii), 2 και 3 του παρόντος Παραρτήματος δεν εφαρμόζεται για τα κτίρια για τα οποία έχει κατατεθεί δεόντως συμπληρωμένη αίτηση έκδοσης πολεοδομικής άδειας πριν την 1 Μαϊου 2004.»
Στην υπόθεση Hans-dieter (ανωτέρω) αναφέρθηκαν τα εξής σχετικά:
«Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται αποφασιστικά από το αντικείμενο και την έκταση της παροχής της ένωσης των εργοδοτών (παράδοση της κατοικίας χωρίς το συνεχόμενο προς αυτήν έδαφος: υπαγωγή στο φόρο· παράδοση οικοδομημένου οικοπέδου: απαλλαγή)...............
Πρέπει καταρχάς να επισημανθεί ότι και οι δύο ανωτέρω απαλλακτικές διατάξεις παραπέμπουν συντονισμένα στην έννοια της « παραδόσεως κτιρίου ή μέρους κτιρίου και του συνεχόμενου με αυτό εδάφους ».
Επομένως η εφαρμογή τους, σε περίπτωση όπως αυτή που αποτελεί αντικείμενο της διαφοράς στην κύρια δίκη, εξαρτάται από το αν οι προκείμενες παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών οι οποίες αποσκοπούν στην ανέγερση του κτιρίου αποτελούν, μαζί με την πράξη που αφορά το γήπεδο, ενιαία πράξη επί ακινήτου που μπορεί να χαρακτηριστεί ως « παράδοση κτιρίου... και του συνεχόμενου με αυτό εδάφους », εξαιτίας της οικονομικής συνάφειας όλων των εξεταζόμενων επιμέρους πράξεων και του κοινού τους σκοπού που είναι η κατασκευή του κτιρίου στο κτηθέν γήπεδο.
1 3 Από την ίδια τη διατύπωση της έκφρασης « παράδοση κτιρίου... και του συνεχόμενου με αυτό εδάφους» προκύπτει ότι δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ενιαία πράξη παρά μόνον όταν οι δύο κατηγορίες των παραδιδομένων πραγμάτων, δηλαδή το κτίριο και το έδαφος, αποτελούν, βάσει του δικαίου περί πωλήσεως, αντικείμενο μιας και της αυτής παραδόσεως, υπό την έννοια ότι πρόκειται για παράδοση οικοδομημένου οικοπέδου.
1 4 Αυτή η θεώρηση είναι σύμφωνη με το σκοπό της έκτης οδηγίας...... Πρέπει να προστεθεί ότι, προκειμένου καταρχήν για την απαλλαγή του άρθρου 13, μέρος Β, στοιχείο (ζ), η διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με το άρθρο 4, παράγραφος 3, στοιχείο (α), στο οποίο παραπέμπει, εξαρτά την απαλλαγή της παράδοσης κτιρίου και του συνεχόμενου με αυτό εδάφους από την προϋπόθεση ότι η παράδοση αυτή δεν πραγματοποιείται πριν από την πρώτη εγκατάσταση, δηλαδή ότι δεν πρόκειται για νέες κατασκευές. Στο μέτρο που μια σχέση όπως το Bauherrenmodell προβλέπεται εξορισμού για την πραγματοποίηση νέων κατασκευών, απαλλαγή κατ' εφαρμογή της εν λόγω διατάξεως αποκλείεται και για το λόγο αυτό..... Για όλους αυτούς τους λόγους, στο πρώτο ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι οι παραδόσεις αγαθών και οι παροχές υπηρεσιών, εκτός από την παράδοση του προς οικοδόμηση γηπέδου, που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο « δέσμης » συμβάσεων μισθώσεως έργου και παροχής υπηρεσιών, όπως το Bauherrenmodell που αποτελεί αντικείμενο της αποφάσεως περί παραπομπής, και οι οποίες αποσκοπούν στην οικοδόμηση κτιρίου, υπόκεινται στο φόρο προστιθέμενης αξίας, κατ' εφαρμογή του άρθρου 2,
παράγραφος 1, της έκτης οδηγίας ( 77/388 ) του Συμβουλίου, της 17ης Μαΐου 1977»
Η υπόθεση μπορεί να είναι καθοδηγητική ως προς την ερμηνεία της νομοθετικής πρόνοιας αναφορικά με τα κριτήρια με τα οποία κρίνει η φορολογική αρχή το ενιαίο ή διακριτό της σύμβασης ως προς τις παροχές υπηρεσιών και παράδοση αγαθών (οικοπέδου), ωστόσο διακρίνεται από τα γεγονότα της δικής μας περίπτωσης. Το ΔΕΕ έκρινε ότι οι πράξεις ήταν νομικώς διάφορες από την πράξη που αφορούσε το γήπεδο, η οποία πραγματοποιήθηκε και από άλλον επιχειρηματία, γι'αυτό δεν μπορούσε να χαρακτηριστεί ως ενιαία παράδοση κτηρίων ή μέρους κτηρίων και του συνεχομένου με αυτού εδάφους.
Εδώ, οι καθ' ών, πράγματι δεν δεσμεύονταν από τον τύπο και το διακριτό των συμβάσεων πώλησης οικοπέδου και έπαυλης και διενέργησαν πλήρη έλεγχο των επίμαχων πωλήσεων από τους αιτητές, τόσο συγκρίνοντας τις με αντίστοιχες πωλήσεις επαύλεων στο πλαίσιο του έργου όσο και για κάθε οικόπεδο και έπαυλη ξεχωριστά. Τα όσα αναλυτικά κατέγραψαν ως επιμέρους παρατηρήσεις στις σελ.3-6 της επίδικης βεβαίωσης (παραρτημα 3 στην ενσταση) συνιστούν δέουσα αιτιολογία. Επίσης τα κριτήρια που χρησιμοποίησαν για να συμπεράνουν την ουσία των συναλλαγών συνάδουν με τα κριτήρια που διεκήρυξε το ΔΕΕ σε αναλογες περιτπωσεις (βλ.C-425/06 ministero Dell^Economia, ημερ. 21/02/08).
Για τους λόγους που εξηγούνται πιο πάνω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται. Τα έξοδα, ύψους €1.500 πλέον ΦΠΑ επιδικάζονται υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον των αιτητών.
Λ. Παρπαρίνος, Δ.