ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παναγή, Περσεφόνη Ανδρέας Καρεκλάς, για τον Αιτητή. Μαριλένα Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-04-07 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο MD YOUSUF ALI ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 77/2015, 7/4/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D261

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                              (ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 77/2015)

 

7 Απριλίου, 2015

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ/ΤΗΣ]

 

MD YOUSUF ALI,

                                                                                         Αιτητής,

                                                     

-ΚΑΙ-

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ, ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

                                                                            Καθ' ων η αίτηση.

----------------------

Ανδρέας Καρεκλάς, για τον Αιτητή.

Μαριλένα Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

----------------------

 

A Π Ο Φ Α Σ Η

 

     Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:-  O Αιτητής συνελήφθη στις 18.1.2015 και τελεί υπό κράτηση.  Με την παρούσα προσφυγή προσβάλλει την απόφαση των καθ' ων η αίτηση ημερομηνίας 19.1.2015, η οποία γνωστοποιήθηκε στις 20.1.2015, με την οποία διατάσσεται η κράτηση και η απέλαση του, λόγω του ότι κατέστη απαγορευμένος μετανάστης.

 

Ο αιτητής που κατάγεται από το Μπαγκλαντές, αφίχθηκε στην Κύπρο μέσω των κατεχομένων και στις 11.6.2014 υπέβαλε αίτηση για άσυλο.   Στις 24.7.2014 με γραπτή επιστολή της, η Υπηρεσία Ασύλου του απάντησε ότι το αίτημα του απορρίφθηκε και ακολούθως καταχώρησε ιεραρχική προσφυγή στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, εναντίον της απορριπτικής απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου.  Στις 5.12.2014 εκδόθηκε απορριπτική απόφαση από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων η οποία εστάλη με συστημένη επιστολή ταυτάριθμης ημερομηνίας στον αιτητή, στην τότε γνωστή διεύθυνση του, στις 29.12.2014 (βλ. ερυθρό 64 επ. στο διοικητικό φάκελο Τεκμήριο 2).  Στις 18.1.2015, ο αιτητής εντοπίστηκε από μέλη της ΥΑΜ Λευκωσίας και αφού διαπιστώθηκε ότι διέμενε παράνομα στη Δημοκρατία, συνελήφθηκε και τέθηκε υπό κράτηση.  Ακολούθως στις 19.1.2015 εκδόθηκαν εναντίον του τα επίδικα διατάγματα, τα οποία του επιδόθηκαν με επιστολή ημερομηνίας 19.1.2015, την οποία ωστόσο αρνήθηκε να υπογράψει.

 

Στις 22.1.2015 ο Αναπληρωτής Διευθυντής του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης ανέστειλε την εκτέλεση του διατάγματος απέλασης ενόψει της μονομερούς αίτησης που καταχώρησε ο αιτητής για αναστολή της διαδικασίας κράτησης και απέλασης. Η αίτηση τελικά απεσύρθη και προκρίθηκε η σύντομη εκδίκαση της κυρίως αίτησης.

 

Ορθά οι καθ' ών η αίτηση παρατηρούν ότι στο βαθμό που η προσφυγή στρέφεται εναντίον της σύλληψης του αιτητή στις 18.1.2015, είναι απαράδεκτη διότι η σύλληψη δεν συνιστά εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά διοικητικό μέτρο εκτέλεσης των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης και στερείται εκτελεστότητας (βλ. Υπόθεση αρ. 534/2005, Faisal Madadal v. Δημοκρατίας,  ημερομηνίας 24.1.2007).

 

Ούτε τα όσα ο αιτητής προβάλλει σε σχέση με υποχρέωση της διοίκησης να τον καλέσει σε συνέντευξη κατά τη διαδικασία εξέτασης της διοικητικής του προσφυγής, ούτως ώστε να διασφαλιστεί το δικαίωμα ακρόασης του, μπορούν να απασχολήσουν το Δικαστήριο στα πλαίσια της παρούσας προσφυγής αφού δεν μπορεί να ασκηθεί παρεμπίπτων έλεγχος στην απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.  Η αυτοτέλεια των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης είναι δεδομένη και αν αυτά δεν πάσχουν αφ' εαυτών, δεν είναι δυνατή η επιδίωξη ακύρωσης απόφασης πάνω στην οποία στηρίχθηκε η έκδοση τους.

 

Συνεπώς ο ακυρωτικός έλεγχος θα περιοριστεί στην νομιμότητα των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.

 

Ο αιτητής επικρίνει την Διοίκηση για πλάνη και παρανομία, διότι δεν πληροφορήθηκε σχετικά με την απόρριψη της αναθεωρητικής του προσφυγής και για το δικαίωμα του να προσφύγει εντός 75 ημερών στο Ανώτατο Δικαστήριο. Παραπονείται επίσης για έλλειψη δέουσας έρευνας και πλάνη περί τα πράγματα γιατί η διοίκηση χωρίς να καλέσει τον ίδιο για να δώσει εξηγήσεις και χωρίς να διερευνήσει αν πράγματι παρέλαβε την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, προχώρησε στην απόφαση απέλασης του βεβιασμένα και χωρίς αιτιολογία. Στην ιδία επιχειρηματολογία στηρίζεται η θέση του για υπέρβαση και/ή κατάχρηση εξουσίας και ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίχτηκε σε παράνομη προπαρασκευαστική πράξη.

 

Ο αιτητής είχε δικαίωμα παραμονής στην Κυπριακή Δημοκρατία ως αιτητής ασύλου από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης του μέχρι την ημερομηνία της αποστολής της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων (βλ. άρθρο 8(1)(α)(ιι) του περί Προσφύγων Νόμου Ν.6(Ι)/2000)[1].

 

Σημασία λοιπόν εν προκειμένω είχε η «αποστολή» της απορριπτικής απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων στον αιτητή και όχι η «παραλαβή» της, για τον τερματισμό του δικαιώματος παραμονής του αιτητή στην βάση του Νόμου και την διάγνωση του καθεστώτος του ως απαγορευμένου μετανάστη.

 

Σύμφωνα με τα όσα ισχυρίστηκαν οι καθ' ων η αίτηση με βάση το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου και παρέμειναν αναντίλεκτα (βλ. συνημμένα 1 και 2 στη γραπτή αγόρευση των καθ' ων η αίτηση, ερυθρό 64 επ. στο Τεκμήριο 2), η επιστολή κοινοποίησης της απόρριψης της ιεραρχικής προσφυγής εστάλη με συστημένο ταχυδρομείο στις 29.12.2014. Σύμφωνα με την απόδειξη κατάθεσης συστημένων και το έγγραφο του Ταχυδρομείου αναφορικά με τον εντοπισμό της πορείας αποσταλθέντων μέσω ηλεκτρονικού συστήματος των Κυπριακών Ταχυδρομείων (web tracking) φαίνεται πως ο παραλήπτης ειδοποιήθηκε στις 2.1.2015 για να παραλάβει την σχετική επιστολή αλλά επεστράφη ως αζήτητη στον αποστολέα.

 

Εξάλλου το βάρος απόδειξης της μη λήψης της επιστολής είναι  στον προοριζόμενο παραλήπτη, ο οποίος μπορεί να επιχειρήσει να ανατρέψει το τεκμήριο με την προσαγωγή μαρτυρίας ως προς τη μη λήψη της επιστολής, (βλ. την απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Θεανώ Θεμιστοκλέους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2007) 3 ΑΑΔ 415).  Εδώ ο αιτητής δεν το έχει αποσείσει.

 

Εν προκειμένω, ο αιτητής άσκησε διοικητική προσφυγή και, προφανώς, ανέμενε το αποτέλεσμά της και δεν μπορεί να υπάρξει αμφιβολία πως ειδοποίηση ότι έχει συστημένη επιστολή προφανώς, έστω ενδεχομένως, συσχετιζόταν προς τη διοικητική προσφυγή που άσκησε.  Η ειδοποίηση στάληκε στη διεύθυνση που εκείνος έδωσε. Κατά την προσφυγή η διεύθυνση αυτή εξακολουθούσε να είναι η ίδια.  Μάλιστα, εκεί ήταν που εντοπίστηκε  και συνελήφθηκε από την Αστυνομία στις 18.1.2015. Επομένως, ο αιτητής όφειλε να την είχε παραλάβει και θα πρέπει, κάτω από τις περιστάσεις, να του καταλογιστεί γνώση. (Βλ. κατ' αναλογία Υπόθεση αρ. 2052/06  Vakhtang Odikadze ν. Δημοκρατίας, ημερομηνίας 8.8.2008).

 

Συνεπώς, θεωρώ ότι οι καθ' ων η αίτηση προέβησαν σε όλες τις αναγκαίες ενέργειες για να ενημερώσουν τον αιτητή για την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων.  Μετά την αποστολή της απόφασης αυτής, ο αιτητής δεν αντλούσε πλέον οποιοδήποτε δικαίωμα παραμονής του στην Δημοκρατία από τον περί Προσφύγων Νόμου.

 

Το δικαίωμα μιας χώρας να ρυθμίζει την είσοδο και παραμονή αλλοδαπών στο έδαφος της αποτελεί, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, έκφραση της κυριαρχίας της.  Η εξουσία αυτή του κράτους είναι ευρεία, με μόνο περιορισμό να εξετάζει την κάθε περίπτωση με καλή πίστη.  Εφόσον η Διοίκηση ασκεί τη διακριτική της ευχέρεια καλόπιστα, το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν έχει περιθώρια αμφισβήτησης της νομιμότητας της πράξης.  (Βλ. Moyo v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1203 και Ahmed v. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 537).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, είχε προηγηθεί δέουσα έρευνα όπως αποκαλύπτει η επιστολή του ΥΑΜ ημερομηνίας 18.1.2015 (ερυθρό 23 στο διοικητικό φάκελο, τεκμήριο 1), στην οποία γίνεται αναφορά, μεταξύ άλλων, στις πληροφορίες που έδωσε ο ίδιος ο αιτητής αναφορικά με την είσοδο του στη Δημοκρατία μέσω των κατεχομένων, στην εγγραφή του ως αλλοδαπός και την ταυτόχρονη υποβολή αίτησης ασύλου, καθώς και στην πορεία της αίτησης και το αποτέλεσμα της.  Όσον αφορά το θέμα της επάρκειας της παρεχόμενης αιτιολογίας, η οποία συνοδεύει την απόφαση της διοίκησης, σύμφωνα με τη νομολογία, δεν είναι απαραίτητο να φαίνεται η αιτιολογία κάθε πράξης ή απόφασης εξ ολοκλήρου στο ίδιο το κείμενο της προσβαλλόμενης απόφασης, αλλά μπορεί να συμπληρώνεται και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου  (βλ. Δημοκρατία ν. Χατζηγεωργίου (1994) 3 ΑΑΔ 574).  Στην προκείμενη περίπτωση υπάρχει σαφής και επαρκής αιτιολογία.  Οι νομικοί και πραγματικοί λόγοι που οδήγησαν στην έκδοση των προσβαλλόμενων διοικητικών πράξεων προκύπτουν με σαφήνεια και με τρόπο  που καθίσταται εφικτός ο δικαστικός έλεγχος, τόσο από τα επίδικα διατάγματα όσο από την επιστολή των καθ' ων η αίτηση, με την οποία κοινοποιήθηκε στον αιτητή η απόφαση για κήρυξη του ως απαγορευμένου μετανάστη, όπως επίσης και από το διοικητικό φάκελο.

 

Δεν έχει επίσης καταδειχθεί ότι η διοίκηση, κατά την άσκηση της διακριτικής της εξουσίας, παρέβηκε το σκοπό του γράμματος και του πνεύματος του νόμου ώστε να υπάρχει κατάχρηση εξουσίας, ως ισχυρίζεται ο αιτητής, ή ότι έχει ενεργήσει με οποιοδήποτε τρόπο εκτός του πλαισίου της καλής πίστης.

 

 Η παράνομη είσοδος του αιτητή στην Κύπρο και το ότι δεν ήταν κάτοχος οποιασδήποτε άδειας νόμιμης παραμονής, σε συνδυασμό με την τελεσίδικη απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων αναφορικά με το αίτημα του για άσυλο, αποτελούν ικανοποιητικό έρεισμα για την κήρυξη του ως απαγορευμένου μετανάστη και την έκδοση των επίδικων διαταγμάτων.

 

 Για τους πιο πάνω λόγους, θεωρώ ότι η προσφυγή δεν μπορεί να έχει επιτυχή κατάληξη. Η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Τα προσβαλλόμενα διατάγματα επικυρώνονται βάσει του άρθρου 146 του Συντάγματος. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των καθ' ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή.

 

 

                                                                      Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου



[1] «8.-(1)(α) Ο αιτητής έχει, αποκλειστικά για το σκοπό της διαδικασίας, δικαίωμα παραμονής στις ελεγχόμενες από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας περιοχές, το οποίο δικαίωμα ισχύει από την ημερομηνία υποβολής της αίτησής του μέχρι και τη μεταγενέστερη από τις ακόλουθες ημερομηνίες:

(i) την ημερομηνία κατά την οποία καθίσταται εκτελεστή η εκδιδόμενη απόφαση του Προϊσταμένου επί της αίτησης του αιτητή, σύμφωνα με το εδάφιο (10) του άρθρου 18,

(ii) την ημερομηνία αποστολής της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής στον αιτητή, σύμφωνα με το εδάφιο (6) του άρθρου 28Θ, αναφορικά με την ενώπιον της διοικητική προσφυγή του αιτητή κατά της απόφασης του Προϊσταμένου επί της αίτησης του αιτητή.»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο