ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Αιτήτρια παρούσα, προσωπικά. Θ. Πιπερή (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-04-07 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΣΟΥΛΛΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ν. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ (ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ), Υπόθεση Αρ. 5898/2013, 7/4/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D260

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Υπόθεση Αρ. 5898/2013

 

 

 7 Aπριλίου, 2015

 

[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.

 

ΜΕΤΑΞΥ:

 

ΣΟΥΛΛΑΣ  ΑΝΤΩΝΙΟΥ,

                                                                     

                                                                                                                                                                                                                  Αιτήτριας

 

και

 

 

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

(ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ)
                                                                                Καθ΄ων η αίτηση

 

 

.......

 

Αιτήτρια παρούσα, προσωπικά. 

Θ. Πιπερή (κα), για τους καθ΄ ων η αίτηση

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

     ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.:  Η αιτήτρια, η οποία χειρίστηκε προσωπικά την προσφυγή της, ζητά αυτολεξεί την ακόλουθη θεραπεία:

 

«Έντιμε Πρόεδρε, ζητώ ακύρωση της απόφασης του Γραφείου Ευημερίας ημερ. 25.7.13.  Βάσει του Ν.95(1)/2006 παρανόμως διεκδικούν το ποσό των €5.428,76.  Ζητώ έγκριση της προσφυγής».

 

     Το ιστορικό και τα γεγονότα που συνθέτουν την υπόθεση παρατίθενται λεπτομερώς στην ένσταση των καθ΄ ων η αίτηση και σε συντομία έχουν ως ακολούθως:

 

      H αιτήτρια, διαζευγμένη μητέρα δύο ανηλίκων παιδιών, υπέβαλε στις 27.10.2008 αίτηση για παροχή δημοσίου βοηθήματος (στο εξής το Βοήθημα) ως μονογονιός στο Επαρχιακό Γραφείο Ευημερίας Λεμεσού (στο εξής το Γραφείο).

 

     Το Γραφείο ενέκρινε την παροχή του Βοηθήματος από 27.10.08, αλλά μεταγενέστερα διαπίστωσε ότι η αιτήτρια ήταν ιδιοκτήτρια ½ μεριδίου κτήματος στην Κυπερούντα και ενεργώντας βάσει των παραγράφων (14) και (15) του άρθρου 3 του περί Δημόσιων Βοηθημάτων Νόμου του 2006 (Ν.95(1)/2006, όπως τροποποιήθηκε) της απέστειλε, στις 7.12.09, επιστολή με την οποία της κοινοποιούσε την πρόθεση του να επιβάλει απαγόρευση στην περιουσία της - η αξιοποίηση της οποίας κρίθηκε ως μη εφικτή - προκειμένου να συνεχιστεί η παροχή του Βοηθήματος.

 

     Η αιτήτρια έφερε ένσταση στη δέσμευση της περιουσίας της, με αποτέλεσμα να τερματιστεί η παροχή του Βοηθήματος από 1.3.10.  Στις 28.1.11, όμως, η αιτήτρια προσκόμισε στο Γραφείο ενοικιαστήριο έγγραφο ημερ. 4.2.11 σύμφωνα με το οποίο είχε ενοικιάσει το επίδικο κτήμα για περίοδο 4 χρόνων σε κάποιο Γ. Σάββα αντί του ετήσιου ενοικίου των €300.

 

     Το Γραφείο, λαμβάνοντας υπόψη την αξιοποίηση του κτήματος, επανέγκρινε την παροχή του Βοηθήματος αναδρομικά από 4.2.11 και στις 7.2.11 ενέκρινε υπερπληρωμή ποσού ύψους €7.808,68 βάσει του άρθρου 13(1) του Νόμου, με αντίστοιχη αποδοχή εκ μέρους της αιτήτριας την εξόφληση του ποσού της υπερπληρωμής με μηνιαία αποκοπή ύψους €150 από 1.3.11 από το χορηγούμενο Βοήθημα.

 

     Η χορήγηση του Βοηθήματος τερματίστηκε την 1.6.12 ως αποτέλεσμα της τροποποίησης των άρθρων 2 και 3 του Νόμου και έκτοτε η αιτήτρια έπαυσε να είναι δικαιούχος του Βοηθήματος. Σχετικά, το Γραφείο, ενημέρωσε την αιτήτρια με επιστολή του ημερ. 21.6.12 με την οποία την καθοδηγούσε να υποβάλει αίτηση στο Υπουργείο Οικονομικών για επίδομα μονογονιού.  Ακολούθως της απέστειλε  και επιστολή ημερ. 15.2.13 με την οποία αφενός την ενημέρωνε και γραπτώς για τη διακοπή του παρεχόμενου βοηθήματος και, αφετέρου, της ζητούσε να επισκεφθεί το Γραφείο στις 4.3.13 για διευθέτηση τρόπου αποπληρωμής του ποσού των €5.428,76, το οποίο αντιστοιχούσε στο υπόλοιπο του ποσού της  υπερπληρωμής.

 

     Η αιτήτρια, ανταποκρινόμενη στην επιστολή ημερ. 15.2.13, επισκέφθηκε στις 4.3.13 το Γραφείο όπου και συζητήθηκε το θέμα της αποπληρωμής της υπερπληρωμής και προς τούτο της δόθηκε και σχετικό έντυπο - συμφωνητικό προς συμπλήρωση.  Χωρίς όμως να δώσει συνέχεια στο θέμα, με αποτέλεσμα στις 25.7.13, το Γραφείο, να της αποστείλει νέα επιστολή με την οποία την καλούσε να επισκεφθεί το Γραφείο στις 14.8.13 για διευθέτηση της αποπληρωμής του ποσού της υπερπληρωμής.  Όπως και έγινε αλλά κατά τη συνάντηση, η αιτήτρια πρόβαλε ότι δεν γνώριζε την ύπαρξη περιουσίας επ΄ ονόματι της και όταν  το 2009 προσκόμισε το πιστοποιητικό έρευνας, το κτήμα ήταν εγγεγραμμένο επ΄ ονόματι της γιαγιάς της με την οποία είχε το ίδιο όνομα και επίθετο και απέρριψε τη θέση του Γραφείου ότι σύμφωνα με το εν λόγω πιστοποιητικό είχε αποκτήσει το κτήμα στις 22.5.90.

 

     Οι καθ΄ ων η αίτηση, βασιζόμενοι στα πιο πάνω πραγματικά περιστατικά - επιπρόσθετα των λόγων ένστασης που διατυπώνουν επί της ουσίας της προσφυγής - προβάλλουν προδικαστικά ότι η αιτήτρια εμποδίζεται να προωθήσει την προσφυγή της καθότι αυτή είναι εκπρόθεσμη  και δεν στρέφεται εναντίον εκτελεστής διοικητικής πράξης εν τη εννοία του άρθρου 146 του Συντάγματος.  Συγκεκριμένα ισχυρίζονται ότι η μόνη εκτελεστή απόφαση είναι η απόφαση για την υπερπληρωμή που λήφθηκε στις 7.2.11 και κοινοποιήθηκε στην αιτήτρια με επιστολή ημερ. 15.2.13.  Σ΄ ότι δε αφορά την επιστολή ημερ. 25.7.13 ισχυρίζονται ότι αυτή περιέχει πράξη επιβεβαιωτικού χαρακτήρα καθότι με αυτή επιβεβαιώνεται η απόφαση ημερ. 15.2.13.

 

     Η αιτήτρια, αντικρούοντας την προδικαστική ένσταση, ισχυρίζεται ότι ενημερώθηκε για πρώτη φορά γραπτώς για την υπερπληρωμή στις 25.7.13 και ενόψει τούτου η προσφυγή της είναι εμπρόθεσμη.  Πέραν αυτού, διατυπώνει και τη θέση ότι η απόφαση που περιέχεται στην επιστολή ημερ. 25.7.13 αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη.  Σ΄ ότι δε αφορά την ουσία, ισχυρίζεται ότι λανθασμένα θεωρήθηκε από το Κτηματολόγιο ότι έχει επ΄ ονόματι της ακίνητη περιουσία αφού στο σχετικό τίτλο ιδιοκτησίας ως ιδιοκτήτρια καταγράφεται η γιαγιά της με την οποία έχει το ίδιο όνομα και επίθετο.  Συνεπώς, υπέβαλε, η προσβαλλόμενη πράξη λήφθηκε καθ΄ υπέρβαση εξουσίας και είναι προϊόν έλλειψης δέουσας έρευνας.

 

     Όπως γίνεται αντιληπτό προέχει η εξέταση της προδικαστικής ένστασης και συναφώς παραθέτω αυτούσιο το περιεχόμενο των επιστολών  ημερ. 15.2.13 και 25.7.13. 

«ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

                                                                                                 ΛΕΜΕΣΟΥ

                  ΓΡΑΦΕΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

                                                                                       ΚΕΝΤΡΟΥ ΠΟΛΗΣ

                                                                                 Τ.Θ. 70745, 3802 Λεμεσός

 

Αρ. Φακ. μας: 5028792

Τηλ/τυπο: 25305141

Εmail: [email protected]

 

     15 Φεβρουαρίου, 2013

Σούλα Αντωνίου

Γρίβα Διγενή 54

4876, Κυπερούντα

 

Αγαπητή κυρία

 

Όπως ενημερωθήκατε στις 21/6/2012 ,σύμφωνα με την τροποποίηση του περί Δημόσιων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου (Ν.67(Ι) του 2012), από 1/06/2012 δεν δικαιούστε παροχή δημοσίου βοηθήματος ως μονογονεϊκή οικογένεια. Την οικονομική ενίσχυση των μονογονεϊκών οικογενειών από 1/01/2012 την έχει αναλάβει η Υπηρεσία Χορηγιών και Επιδομάτων του Υπουργείου Οικονομικών με βάση τον περί Παροχής Επιδόματος Τέκνου (Τροποποιητικό) Νόμο του 2011.

 

Εκκρεμεί υπόλοιπο υπερπληρωμής ύψους 5.428,76. Παρακαλώ όπως με επισκεφθείτε στις 4/3/13, για να διευθετηθεί ο τρόπος αποπληρωμής της υπερπληρωμής.

 

Για τυχόν περαιτέρω ενημέρωσης παρακαλώ όπως επικοινωνήσετε με την αρμόδια Λειτουργό Κοινωνικών Υπηρεσιών της περιοχής σας, κα Μαρία Κωστάκη Σεργίου.

 

 

                                                                           ( Φλώρα Μούστρα)

                                                                                     Προϊσταμένη»

 

                                                                                          «25/7/2013

«Κυρία

Σούλα Αντωνίου

 

 

Θέμα: Επιστροφή Δημοσίου Βοηθήματος

 

     Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα και σε συνέχεια της επιστολής μας ημερ. 15/2/2013 παρακαλώ όπως παρευρεθείτε στο Γραφείο μας στις 14/8/13 και ώρα: 11:00 π.μ. για διευθέτηση της επιστροφής του ποσού της Υπερπληρωμής ύψους €5.428,76.

    

     Για περισσότερες διευκρινήσεις επικοινωνήστε στο τηλ. 25-811791

 

                                                                      (Μαρία Κωστάκη Σεργίου)

                                                                                Προϊσταμένη»

 

 

 

 

     Εξέτασα τις εκατέρωθεν θέσεις επί της προδικαστικής ένστασης.  Όπως είναι καλά νομολογημένο δεκτική προσβολής δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως, σύμφωνα με το Άρθρο 146.1 του Συντάγματος, είναι μόνο εκτελεστή διοικητική πράξη και ως τέτοια θεωρείται η πράξη ή απόφαση που συνίσταται στη δημιουργία, τροποποίηση ή κατάλυση νομικής κατάστασης, δηλαδή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων διοικητικού χαρακτήρα του διοικούμενου - (βλ. Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26).  Επανειλημμένως δε έχει λεχθεί ότι οι βεβαιωτικές πράξεις στερούνται εκτελεστού χαρακτήρα και δεν μπορούν να προσβληθούν με αίτηση ακύρωσης. Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας βεβαιωτικής πράξης επισημάνθηκαν σε σειρά αποφάσεων - (βλ. μεταξύ άλλων, Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (1996) 3 Α.Α.Δ. 474- Ζίττης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 394 και Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 507) και βεβαιωτική θεωρείται η πράξη προγενέστερης εκτελεστής, όταν εκδίδεται από την ίδια αρχή, απευθύνεται στο ίδιο πρόσωπο, σκοπεί στη ρύθμιση της ίδιας σχέσης, εδράζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση με την προγενέστερη και παράγει ταυτόσημα με αυτή νομικά αποτελέσματα - (βλ., μεταξύ άλλων, Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054 και Larkos v. Republic (1987) 3 C.L.R. 2189).  Βεβαιωτική δε προγενέστερης πράξης συνιστά η πράξη αν δεν έχει, στο μεταξύ, διενεργηθεί νέα έρευνα, ή αν δεν έχουν προκύψει νέα στοιχεία. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, πράξη που δηλώνει απλή εμμονή της διοίκησης σε προηγούμενη απόφαση της, ακόμα και αν δεν επαναλαμβάνει το περιεχόμενο της, αποτελεί βεβαιωτική - (βλ. Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας, 1929-1959, σελ. 240).

    

     Στη Θαλασσινός ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 364, επεξηγήθηκε το θέμα της «νέας έρευνας» ως εξής:- (σελ. 367-368)

 

«Δε διαφωνούμε με τις θέσεις αυτές. Κατοπτρίζουν τη φύση της βεβαιωτικής πράξης στο διοικητικό δίκαιο. Για το ίδιο θέμα παραπέμπουμε και στις αποφάσεις: προσφ. Αρ. 952/91, Κόμμα των Φιλελευθέρων κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 14/5/93 και Δήμος Λευκωσίας ν. Μέλπως Γρηγορίου (1996) 3 Α.Α.Δ. 191. Τη γενική αρχή του διοικητικού δικαίου, η οποία διέπει το ζήτημα, που ενστερνίστηκε η νομολογία μας, εξηγεί ο Μ. Δ. Στασινόπουλος 'Δίκαιον των Διοικητικών Διαφορών', 4η έκδοση (1964) στη σελ. 176, με τη συνηθισμένη καθαρότητα έκφρασης του συγγραφέα:

 

'Πότε υπάρχει νέα έρευνα, είναι ζήτημα πραγματικόν. Θεωρείται όμως γενικώς νέα έρευνα η λήψις υπ' όψιν νέων ουσιωδών νομικών ή πραγματικών στοιχείων, κρίνεται δε αυστηρώς το χρησιμοποιηθέν νέον υλικόν, διότι δεν πρέπει ο απολέσας την προθεσμίαν διά την προσβολήν μιας εκτελεστής πράξεως, να δύναται να καταστρατηγή την προθεσμίαν ταύτην διά της δημιουργίας νέας πράξεως, η οποία εξεδόθη κατ' επίφασιν μεν κατόπιν νέας ερεύνης, κατ' ουσίαν όμως επί τη βάσει των αυτών στοιχείων.'

 

Τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας (1929 έως 1959) στη σελ. 241 υποστηρίζουν την παραπάνω διατύπωση του κανόνα:

 

'Νέα έρευνα υπάρχει εάν, προ της εκδόσεως της νεωτέρας πράξεως, λαμβάνη χώραν εξέτασις νεωστί προκυπτόντων, ή προϋπαρχόντων μεν αλλά τέως αγνώστων κυρίων στοιχείων κρίσεως, άτινα νυν λαμβάνονται προσθέτως υπ' όψιν.'»

 

 

     Στη βάση των πιο πάνω αρχών, είναι σαφές ότι μόνο αν η αιτήτρια παρουσίαζε νέα στοιχεία θα ήταν δυνατό να θεωρηθεί ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι εκτελεστή.  Η αιτήτρια προβάλλει στην αγόρευση της ότι ακριβώς έχει παρουσιάσει νέα στοιχεία, που αφορούν, όπως ισχυρίζεται, τη λανθασμένη εγγραφή του ονόματός της στον τίτλο ιδιοκτησίας του ακινήτου, λάθος που έγινε κατά την ίδια, από το  κτηματολόγιο.  Αυτός όμως ο ισχυρισμός συγκρούεται με τα στοιχεία του φακέλου και, περαιτέρω, και με τη συμπεριφορά που η ίδια επέδειξε παλαιότερα.  Επισημαίνεται επί του προκειμένου ότι από την πρώτη στιγμή που τέθηκε το ζήτημα κατοχής από μέρους της ακίνητης ιδιοκτησίας (το 2009), συμπεριφέρθηκε ως να ήταν πράγματι συνιδιοκτήτρια του ακινήτου, αφού μέσω του δικηγόρου της ζήτησε να εξαιρεθεί από την υποχρέωση δέσμευσης της ιδιοκτησίας αυτής.  (Βλ. επιστολή ημερ. 30.12.2009 Παράρτημα 8 στην ένσταση).  Επίσης είναι  η ίδια που προσκόμισε στις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ενοικιαστήριο έγγραφο σύμφωνα με το οποίο ενοικίασε το επίδικο κτήμα από 1.1.2011 και, τέλος, εμποδίζεται να εγείρει τέτοιους ισχυρισμούς αφού αποδέχτηκε στις 7.2.11 την εξόφληση της υπερπληρωμής με μηνιαία αποκοπή ύψους €150 από το Βοήθημα.

 

     Σ΄ ότι δε αφορά τη θέση της ότι προσκόμισε νέα στοιχεία, είναι αρκετό να επισημανθεί ότι οι σχετικοί ισχυρισμοί της είναι αβάσιμοι αφού στο πιστοποιητικό έρευνας που προσκόμισε καταγράφεται, πέραν από το ονοματεπώνυμο και ο αριθμός της ταυτότητας της που τεκμηριώνει με τον πλέον αδιαμφισβήτητο τρόπο ότι από το 2009 είναι συνιδιοκτήτρια του επίδικου κτήματος.  Επισημαίνεται επίσης ότι από το ίδιο το περιεχόμενο των δύο επιστολών 25.7.13 και 15.2.13 φαίνεται καθαρά ότι η προσβαλλόμενη πράξη είναι βεβαιωτική της προηγηθείσας στις 15.2.13, στοιχείο που αφ΄ εαυτού τεκμηριώνει την προβληθείσα προδικαστική ένσταση.

 

     Κατά συνέπεια προς τα ανωτέρω η προσφυγή κρίνεται εκπρόθεσμη, και ενόψει τούτου είναι καταδικασμένη σε απόρριψη χωρίς να χρειάζεται η εξέταση των λόγων ακύρωσης.

 

     Η προσφυγή απορρίπτεται με €500 έξοδα προς όφελος των καθ΄ ων η αίτηση.

 

                                                                                Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

/κβπ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο