ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παναγή, Περσεφόνη Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή. Μαριλένα Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-04-03 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Ή ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Ή ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ, ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1216/2011, 3/4/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D237

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(ΥΠΟΘΕΣΗ ΑΡ. 1216/2011)

 

3 Απριλίου, 2015

 

[Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ TΑ ΑΡΘΡΑ 28, 29, 30, 35, 146 ΚΑΙ 150

ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Aιτητή,

-     ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ/Ή

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ ΚΑΙ/Ή

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΕΡΟΠΟΡΙΑΣ,

                                                                        Καθ΄ων η αίτηση.

 

Ανδρέας Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.

Μαριλένα Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

---------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

    Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Το Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων, (το «Τμήμα»), με προκήρυξη που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, ημερομηνίας 23.3.2007, ζήτησε προσφορές για την παροχή διαφόρων υπηρεσιών, μεταξύ των οποίων και ενός Εμπειρογνώμονα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών (Εναέριας Κυκλοφορίας), για περίοδο τριών χρόνων, με δικαίωμα ανανέωσης για ακόμα δύο χρόνια.

 

Ο αιτητής ήταν ο μοναδικός προσφοροδότης και σύμφωνα με την έκθεση της τριμελούς Επιτροπής Αξιολόγησης, (η «Επιτροπή») πληρούσε όλους τους όρους της προσφοράς.  Παρόλα αυτά, ενεργώντας σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής ημερομηνίας 31.8.2007, το Τμήμα αποφάσισε την ακύρωση του διαγωνισμού, καθότι οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες αυτός προκηρύχθηκε είχαν διαφοροποιηθεί, σε βαθμό που το αντικείμενό του δεν ήταν πλέον αναγκαίο.

 

Ο αιτητής πληροφορήθηκε για την πιο πάνω απόφαση με σχετική επιστολή του Διευθυντή του Τμήματος, ημερομηνίας 6.9.2007.  Καταχώρησε στη συνέχεια ιεραρχική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφυγών - (Ιεραρχική Προσφυγή 68/2007) - ισχυριζόμενος ότι η ακύρωση της προσφοράς έγινε από αναρμόδιο πρόσωπο καθότι  μόνο αρμόδιο όργανο ήταν το Υπουργικό Συμβούλιο,  η ακύρωση ή/και ανάκλησή του διαγωνισμού ήταν αναιτιολόγητη και βρισκόταν σε διάσταση με τις καθιερωμένες νομολογιακές αρχές και, τέλος, ότι ο ίδιος στερήθηκε του δικαιώματος ακρόασης.  Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, αποφάσισε, στις 9.11.2007, την αποδοχή της ιεραρχικής προσφυγής και την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης του Τμήματος, κρίνοντας  ότι η αιτιολογία που δόθηκε για την ακύρωση του διαγωνισμού δεν ήταν «ούτε ικανοποιητική ούτε επαρκής».

 

Ακολούθησε προσφυγή την οποία καταχώρισε ο αιτητής εναντίον της, κατ' ισχυρισμό, παράλειψης των καθ' ων η αίτηση να προχωρήσουν σε επανεξέταση του θέματος και κατακύρωση της προσφοράς (Προσφυγή Αρ. 62/08),  η οποία αποσύρθηκε στις 3.9.2009, αφού, στο μεταξύ, ο Διευθυντής του Τμήματος, με επιστολή του ημερομηνίας 24.2.2009, κάλεσε τα μέλη της Επιτροπής να συνεδριάσουν για την επανεξέταση του επίδικου διαγωνισμού.

 

Η Επιτροπή συνεδρίασε στις 4.3.2009, και, όπως κατέγραψε στα πρακτικά της, δεν ήταν εφικτή οποιαδήποτε επανεξέταση του διαγωνισμού, για το λόγο ότι ενόψει του χρόνου που διέρρευσε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών, οι ανάγκες του Τμήματος για μίσθωση υπηρεσιών ενός Εμπειρογνώμονα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών είχαν εκλείψει, καθώς είχαν καλυφθεί από τους δύο μόνιμους Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας, τους οποίους το Τμήμα είχε εκπαιδεύσει στην Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της Ελλάδας και σε άλλους Διεθνείς Οργανισμούς και οι οποίοι είχαν οργανώσει ομάδα και είχαν πλήρη θεωρητική γνώση και πρακτική εξάσκηση επί του αντικειμένου.  Κατά την Επιτροπή, δεν υπήρχε δυνατότητα αποκατάστασης των πραγμάτων όπως αυτά είχαν πριν την έκδοση της ακυρωθείσας απόφασης, εφόσον ο σκοπός της προκήρυξης του διαγωνισμού, δηλαδή η άμεση και προσωρινή κάλυψη μονίμων αναγκών του Τμήματος μέσω της προσωρινής παροχής με τη μορφή Συμβολαίου Αγοράς Υπηρεσιών, δεν υφίστατο πλέον, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αντικείμενο επανεξέτασης.  Έκρινε, επίσης, ότι υπήρχε αδυναμία επανεξέτασης και για το λόγο ότι το Γενικό Λογιστήριο, ως αρμόδια αρχή των δημοσίων συμβάσεων, με σχετική επιστολή του προς το Τμήμα, ημερομηνίας 7.2.2008, είχε τονίσει πως η διαδικασία που χρησιμοποιήθηκε για τη μίσθωση υπηρεσιών παραβίαζε τις βασικές αρχές των δημοσίων συμβάσεων και τον περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημόσιων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμο του 2006, (Ν. 12(Ι)/2006), και ότι δεν θα έπρεπε η διαδικασία αυτή των δημοσίων συμβάσεων να χρησιμοποιείται για την πρόσληψη προσωπικού για την κάλυψη μονίμων υπηρεσιακών αναγκών, εφιστώντας την προσοχή του σε μελλοντικούς διαγωνισμούς.

 

Ο αιτητής αφού ενημερώθηκε για την πιο πάνω απόφαση με επιστολή ημερομηνίας 6.3.2009, πέτυχε την ακύρωση της με την προσφυγή υπ΄ αριθμό 537/2009.  Το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερομηνίας  31.3.2011 έκρινε, αφενός, ότι ο λόγος που προβλήθηκε για να δικαιολογηθεί το αδύνατο της επανεξέτασης αναγόταν στον χρόνο που μεσολάβησε από την απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών μέχρι την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, δηλαδή παραβίαζε το πραγματικό καθεστώς του ουσιώδους χρόνου, και αφετέρου, ότι είχε επαναληφθεί σχεδόν αυτούσια  η ίδια αιτιολογία που είχε δοθεί στην αρχική απόφαση για την ακύρωση της προσφοράς και κρίθηκε ως ανεπαρκής από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών.

 

Η Επιτροπή προχώρησε σε επανεξέταση κατόπιν της ακυρωτικής απόφασης και αποφάσισε, αφού επανεξέτασε το σύνολο των στοιχείων που είχε ενώπιον της, ότι η τότε απόφαση για ακύρωση του διαγωνισμού ήταν ορθά εκτιμημένη και δικαιολογημένη υπό τις περιστάσεις.  Υιοθετώντας την εισήγηση της Επιτροπής, το Τμήμα αποφάσισε την εκ νέου ακύρωση του διαγωνισμού.  Η απόφαση αυτή είναι το αντικείμενο της παρούσας προσφυγής. 

 

Εξειδικεύοντας τους λόγους που οδήγησαν στην εισήγηση της, η Επιτροπή με το πρακτικό συνεδρίας ημερομηνίας 22.7.2011, παρέθεσε αναλυτικά τα γεγονότα που οδήγησαν στην απόφαση για ακύρωση του διαγωνισμού, καθώς και τα έργα που χειρίστηκαν αποτελεσματικά οι δυο μόνιμοι Ελεγκτές Εναέριας Κυκλοφορίας (ΕΕΚ) από τον Μάρτιο του 2007 μέχρι το Σεπτέμβρη, για κάλυψη των αναγκών.

 

Ο αιτητής προβάλλει συνοπτικά τους εξής λόγους ακύρωσης:

 

·            Η αιτιολογία ότι οι ανάγκες έχουν διαφοροποιηθεί είναι εσφαλμένη και πεπλανημένη. Οι καθ' ων η αίτηση αντί να επανεξετάσουν άμεσα και ενεργά, ως όφειλαν, «τύποις» μόνο επανεξέτασαν με τεράστια καθυστέρηση προφασιζόμενοι, ενόψει του χρόνου που διέρρευσε, ότι οι ανάγκες καλύφθηκαν εν τω μεταξύ με το υφιστάμενο προσωπικό.  Επίσης συγκρίνοντας τα Σχέδια Υπηρεσίας του Επιθεωρητή Εναέριας Κυκλοφορίας και του Ελεγκτή Εναέριας, με τις υπηρεσίες που βάσει της προκήρυξης του διαγωνισμού, θα προσέφερε ο Εμπειρογνώμονας Λειτουργικών Διαδικασιών, ο αιτητής ισχυρίζεται ότι τα καθήκοντα τους δεν ταυτίζονται και ότι οι μόνιμοι υπάλληλοι που τελικά αξιολογήθηκαν ως ικανοί να εκτελούν τα συγκεκριμένα καθήκοντα δεν ήταν προσοντούχοι για αυτό το σκοπό.

 

·            Παραβίαση του δεδικασμένου. Ενώ θα αναμενόταν συμμόρφωση σύμφωνα με τις αρχές της επανεξέτασης με βάση τα ευρήματα της ακυρωτικής απόφασης σχετικά με κενά της επαναλαμβανόμενης αιτιολογίας, οι καθ' ων η αίτηση επικαλέστηκαν εκ νέου τα ίδια επιχειρήματα με αναφορά όχι στις ανάγκες, ως είχαν κατά τον ουσιώδη χρόνο, αλλά στις διαφοροποιημένες ανάγκες μεταγενέστερου χρόνου.

 

·            Παραβίαση των αρχών της χρηστής Διοίκησης,  λόγω της αλαζονικής Διοίκησης και άδικης στάσης της και χρόνιας ταλαιπωρίας του αιτητή, ο οποίος παρά την προς όφελος του ακύρωση των αποφάσεων του Τμήματος, δεν δικαιώθηκε.  Περαιτέρω, ο λόγος που αποφασίστηκε η εκ νέου ακύρωση του διαγωνισμού αντί της καταβολής δίκαιης και εύλογης αποζημίωσης στον αιτητή, είναι ότι στο παρελθόν είχε αναφερθεί με αρθρογραφία του στον Τύπο κατά των ευθυνών του Τμήματος για τη γνωστή υπόθεση της «Ήλιος».

 

Εκ διαμέτρου αντίθετες είναι οι θέσεις των καθ' ων η αίτηση. Αναφέρουν ότι η ακύρωση του διαγωνισμού δεν ήταν ούτε αυθαίρετη ούτε αναιτιολόγητη και πως η επανεξέταση έγινε με βάση το νομικό και πραγματικό καθεστώς που υπήρχε την ημέρα που λήφθηκε η ακυρωθείσα απόφαση.  Επίσης, ο όρος 16 του προκηρυχθέντος διαγωνισμού, ο οποίος τιτλοφορείται «Το δικαίωμα της Κυβέρνησης να μην αποδεχθεί οποιαδήποτε προσφορά και να απορρίψει οποιαδήποτε ή όλες τις προσφορές», τον οποίο ο ίδιος ο αιτητής είχε αποδεχθεί ανεπιφύλακτα με την υποβολή της προσφοράς του, έδινε τη δυνατότητα στην Αναθέτουσα Αρχή, που στην προκειμένη περίπτωση είναι το Τμήμα, να ακυρώσει τον διαγωνισμό επικαλούμενη ένα από τους λόγους του Καν. 34(5) των περί Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Δημοσίων Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών (Γενικών) Κανονισμών του 2007, (Κ.Δ.Π 201/2007).

 

Προς θεμελίωση της θέσης τους για δυνατότητα ακύρωσης δημοσίων διαγωνισμών και ανάκλησης, οι καθ' ων η αίτηση επικαλούνται νομολογία των Ευρωπαϊκών Δικαστηρίων σχετικά με τους κανόνες του κοινοτικού δικαίου στον τομέα των δημοσίων συμβάσεων, όπως είναι η αρχή της ίσης μεταχείρισης.  Αναφορικά με τον ισχυρισμό του αιτητή ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι και επί της ουσίας της λανθασμένη, υιοθετούν τα αναλυτικά γεγονότα που οδήγησαν στην απόφαση για ακύρωση του διαγωνισμού όπως παρατίθενται από την τριμελή Επιτροπή στο πρακτικό ημερομηνίας 22.7.2011. Θεωρούν περαιτέρω ότι η Επιτροπή συμμορφώθηκε πλήρως με τις επιταγές των ακυρωτικών αποφάσεων για επαρκή αιτιολογία και περαιτέρω εξειδίκευση των λόγων που οδήγησαν στην ακύρωση του διαγωνισμού με βάση το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου.

 

Έχοντας μελετήσει τα εκατέρωθεν επιχειρήματα και το περιεχόμενο των διοικητικών φακέλων, θεωρώ ότι οι λόγοι ακύρωσης που προβάλλονται από τον αιτητή δεν ευσταθούν. Τα λειτουργικά ευρήματα του Δικαστηρίου (operative findings), τα οποία δέσμευαν κατά την επανεξέταση αναφέρθηκαν πιο πάνω και αφορούσαν, αφενός, την ανεπάρκεια της αιτιολογίας (κάλυψη των τρεχουσών αναγκών από δυο μόνιμους υπαλλήλους που έτυχαν της σχετικής εκπαίδευσης), η οποία κρίθηκε ότι έχρηζε «περαιτέρω εξειδίκευσης των λόγων που οδήγησαν στην ακύρωση ή ανάκληση του διαγωνισμού» και, αφετέρου, το ότι η επιστολή του Γενικού Λογιστηρίου ημερομηνίας 7.2.2008, την οποία επικαλέστηκαν ως επιπρόσθετη αιτιολόγηση, δεν υπήρχε κατά τον ουσιώδη χρόνο και συνεπώς δεν είχε νόημα.

 

Θεωρώ ότι η επίδικη απόφαση όπως αιτιολογήθηκε με το πρακτικό ημερομηνίας 22.7.2011, συμμορφώθηκε προς τα πιο πάνω.  Κατ' αρχάς δεν έγινε οποιαδήποτε αναφορά ως μέρος της αιτιολογίας στην επιστολή του Γενικού Λογιστηρίου. Ούτε με τα λοιπά γεγονότα που επικαλέστηκε η Επιτροπή ως αιτιολογία παραβιάστηκε το καθεστώς του ουσιώδους χρόνου (6.9.2007) και η αρχή της αναδρομικότητας της ακυρώσεως στον χρόνο έκδοσης της ακυρωθείσας πράξης.

 

Στο σύγγραμμα της Δ. Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου «Αι Συνέπειαι της Ακυρώσεως Διοικητικής Πράξεως Έναντι της Διοικήσεως», σελ. 246, το ζήτημα τίθεται ως εξής:

 

«Πράγματι, βάσει της αρχής της αναδρομικότητος της ακυρώσεως, ή ακύρωσις διοικητικής πράξεως ανατρέχει εις το χρονικόν σημείον της εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως και επαναφέρει τα πράγματα υπό το νομικόν και πραγματικόν καθεστώς το υφιστάμενον κατά τον χρόνον των διοικητικών ενεργειών των αποληξασών εις την έκδοσιν της ακυρωθείσης πράξεως.

 

Η αρχή αυτή της αναδρομής της ακυρώσεως εις τον χρόνον εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως ή παραλείψεως έχει ως συνέπειαν:  Τόσον το γεγονός ότι κρίσιμον νομικόν και πραγματικόν καθεστώς διά την νομιμότητα των πράξεων της Διοικήσεως των επιχειρουμένων εις συμμόρφωσιν προς την ακυρωτικήν απόφασιν είναι το της εκδόσεως της ακυρωθείσης πράξεως ή το της συντελέσεως της ακυρωθείσης παραλείψεως και όχι το ισχύον καθ΄ ον χρόνον λαμβάνουν χώραν αι ενέργειαι αποκαταστάσεως· όσον και το ότι μεταγενεστέρα μεταβολή της νομοθεσίας ή της πραγματικής καταστάσεως δεν απαλλάσσει την Διοίκησιν της υποχρεώσεως εις συμμόρφωσιν, ούτε επηρεάζει τας ενεργείας αποκαταστάσεως ή άλλας δυνητικάς ή υποχρεωτικάς ενεργείας αυτής.  Η Διοίκησις υποχρεούται να λάβη υπ΄ όψιν της την τότε πραγματικήν κατάστασιν και να κρίνη βάσει του πραγματικού καθεστώτος του υφισταμένου κατά την έκδοσιν της αρχικής πράξεως, χωρίς τούτο βεβαίως  να σημαίνη ότι αποκλείεται να ληφθούν υπ΄ όψιν υπό της Διοικήσεως και μεταγενέστερα στοιχεία, εφ΄ όσον όμως αυτά λαμβάνονται υπ΄ όψιν επικουρικώς ως δευτερεύοντα.»

 

[Βλ. επίσης και το άρθρο 58 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Νόμος αρ. 158(Ι)/1999].

 

Στην προκειμένη περίπτωση δεν επαναλήφθηκε απλά η αιτιολογία της ακυρωθείσας απόφασης, ημερομηνίας 4.3.2009, αλλά αυτή τεκμηριώθηκε και εξειδικεύτηκε με τα αναλυτικά γεγονότα που οδήγησαν στην απόφαση ακύρωσης του διαγωνισμού. Γεγονότα και σκεπτικό που προϋπήρχαν της αρχικής ακύρωσης του Διαγωνισμού τον Σεπτέμβριο του 2007, όπως φαίνεται και από το ακόλουθο απόσπασμα από το πρακτικό της Επιτροπής ημερομηνίας 22.7.2011:

 

«Οι ανάγκες του Τμήματος για ανάπτυξη λειτουργικών διαδικασιών αντιμετωπίζονταν, με την αξιοποίηση δύο έμπειρων μόνιμων Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας (ΕΕΚ), οι οποίοι είχαν εκπαιδευτεί στη Σιγκαπούρη (Singapore Aviation Academy) και στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Eurocontrol για το θέμα αυτό.

...............................

 

Ωστόσο, κατά το χρόνο αξιολόγησης των προσφορών το Τμήμα προχώρησε σε υπογραφή Μνημονίου Συνεργασίας με την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας της Ελλάδας που τέθηκε σε εφαρμογή στις 20/4/2007 ενώ συνάμα ολοκληρώθηκε το πρώτο σκέλος της επιμορφωτικής εκπαίδευσης στο νέο σύστημα LEFCO των δύο μόνιμων Ελεγκτών Εναέριας Κυκλοφορίας, οπότε οι δύο Ελεγκτές μπορούσαν πλέον να είναι διαθέσιμοι για να απασχοληθούν επί τακτικής βάσεως στη μονάδα Ανάπτυξης Λειτουργικών Διαδικασιών παρέχοντας τις αναγκαίες υπηρεσίες  για το Τμήμα σε συνεργασία και με υποστήριξη από το προσωπικό της Υπηρεσίας Πολιτικής Αεροπορίας της Ελλάδας, όποτε κρινόταν αναγκαίο, καθώς και από εμπειρογνώμονες του Eurocontrol.

...............................

 

Σημειώνεται ότι από το Μάρτιο του 2007 μέχρι και τον Σεπτέμβρη οι δύο ΕΕΚ με την υποστήριξη του Κτηματολογίου και άλλων υπηρεσιών χειρίστηκαν αποτελεσματικά τα ακόλουθα έργα, από τα οποία αποδεικνύεται η ετοιμότητα τους και η γνώση τους σε τέτοιου είδους εργασίες: ...

...............................

 

Η Επιτροπή τέλος σημειώνει ότι, η επιστολή του Πρώτου Λειτουργού Αεροπορικών Κινήσεων προς το Διευθυντή Πολιτικής Αεροπορίας στις 13/6/2007, με την οποία επισημάνθηκε η επείγουσα ανάγκη στελέχωσης των υπηρεσιών με εξειδικευμένο προσωπικό, ώστε να αντιμετωπιστεί ο μεγάλος όγκος των εργασιών που εκκρεμούσε, και στην οποία γίνεται αναφορά από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφορών, δεν αφορούσε αποκλειστικά τη θέση του Εμπειρογνώμονα Λειτουργικών Διαδικασιών, καθότι το ίδιο διάστημα είχαν προκηρυχθεί με διαγωνισμό στο σύνολο εννέα (9) θέσεις και σε όλες βρισκόταν σε εξέλιξη η διαδικασία αξιολόγησης τους.»

 

Με βάση το σύνολο του πρακτικού θεωρώ ότι οι καθ' ων η αίτηση τεκμηρίωσαν αυτή την φορά επαρκώς τον λόγο για τον οποίο άσκησαν την δυνατότητα που τους παρείχετο από το Καν. 34(5)(δ), ΚΔΠ 201/2007 προς ακύρωση του διαγωνισμού «όταν οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες προκηρύχθηκε έχουν διαφοροποιηθεί σε βαθμό που το αντικείμενο του διαγωνισμού να μην είναι πλέον αναγκαίο».  Δεν συμφωνώ με το επιχείρημα του αιτητή ότι έγινε αναφορά σε διαφοροποιημένες ανάγκες. Οι καθ' ων  η αίτηση  αναφέρθηκαν απλά στους τρόπους κάλυψης των σχετικών αναγκών του Τμήματος από το υφιστάμενο μόνιμο  προσωπικό προς την καλύτερη εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος,  αναφορά που επιτρέπει πλήρως τον δικαστικό έλεγχο.

 

Τα υπόλοιπα, επιμέρους, επιχειρήματα που προβάλλει ο αιτητής ως προς την σκοπιμότητα και την ορθότητα της απόφασης για κάλυψη των αναγκών κατά αυτόν τον τρόπο, δεν ανάγονται σε έλεγχο νομιμότητας αλλά σκοπιμότητας. Εξάλλου ο έλεγχος που γίνεται σε μια διοικητική απόφαση η οποία εκδίδεται μετά από επανεξέταση δεν είναι εφ' όλης της ύλης αλλά αφορά μόνο τα όσα προκύπτουν από το ακυρωτικό αποτέλεσμα, (βλ., μεταξύ άλλων, Δημοκρατίας ν. Χριστίνα Φιλίππου Σιακαλλή (2012)3ΑΑΔ 182, Παπαδόπουλος ν. Ιωσηφίδη κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 601 και Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 Α.Α.Δ. 38).

 

Για τον πιο πάνω λόγο δεν μπορεί να εξεταστεί ούτε το επιχείρημα για παραβίαση του δικαιώματος ακρόασης του αιτητή, αφού ο ίδιος λόγος είχε εγερθεί και στην προηγούμενη προσφυγή αλλά δεν εξετάστηκε και δεν καταχωρήθηκε έφεση προκειμένου να εξεταστεί.  Συνεπώς, το Δικαστήριο δεν μπορεί να επανέλθει στο λόγο αυτό.  Δεν μπορεί να εξεταστεί και για τον πρόσθετο λόγο ότι ηγέρθη για πρώτη φορά στην απαντητική αγόρευση του αιτητή, σκοπός της οποίας  είναι η απάντηση στους ισχυρισμούς των καθ΄ ων η αίτηση και όχι η έγερση νέων θεμάτων (βλ. Ελένη Λουκά ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση αρ. 1415/06, ημερομηνίας 15.9.2009 και  M.Τ.V. Cosmetics Limited v. Δημοκρατίας κ.ά., Υπόθεση αρ. 588/2010, ημερομηνίας 13.11.2012).

 

Υπό το φως όλων των ανωτέρω, η προσφυγή αποτυγχάνει και απορρίπτεται.

 

 

 

 

Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση και εναντίον του αιτητή, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

                                                            Π. Παναγή, Δ.

 

 

 

/ΣΓεωργίου


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο