ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Στ. Τσιναρέλης για Ν. Ροτσίδη amp;amp;amp; Σια ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή. Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2015-04-30 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΖΗΝΩΝΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ, ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ, Υπόθεση Αρ. 1168/2013, 30/4/2015 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2015:D292

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Υπόθεση Αρ. 1168/2013)

 

30 Απριλίου 2015 

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

 

ΖΗΝΩΝΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Αιτητής

- ΚΑΙ -

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ

ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ,

Καθ΄ ων η αίτηση

----------------------------------

Στ. Τσιναρέλης για Ν. Ροτσίδη & Σια ΔΕΠΕ, για τον Αιτητή.

Ε. Παπαγεωργίου-Καρακάννα (κα),

Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

----------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

         ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.:  Στις 27.2.2013 το Γραφείο Κοινωνικών Υπηρεσιών Καμάρων, με επιστολή του που υπογράφεται από την προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, απέστειλε αρνητική επιστολή στον πατέρα του αιτητή απορρίπτοντας την ένσταση που υπέβαλε εναντίον της προηγούμενης απόφασης του Επαρχιακού Λειτουργού Ευημερίας Λάρνακας να απορρίψει το αίτημα του τέκνου του Ζήνωνα Ιωάννου για παραχώρηση δημοσίου βοηθήματος ως αναπήρου ατόμου.  

 

         Όπως αναφέρεται στην εν λόγω επιστολή, που αποτελεί και την προσβαλλόμενη πράξη, είχε αποφασιστεί η παραπομπή του Ζήνωνα Ιωάννου για επανεξέταση ενώπιον της Συμβουλευτικής Πολυθεματικής Ομάδας στις 29.11.2012.  Η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, αφού έλαβε υπόψη της την έκθεση της πιο πάνω Πολυθεματικής Ομάδας, η οποία αξιολόγησε τον Ζήνωνα στις 29.11.2012, αποφάσισε ότι η περίπτωση του δεν ενέπιπτε στον όρο «ανάπηρος», όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 2 των περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων του 2006-2012. 

 

         Η εισήγηση του αιτητή προς ακύρωση της πράξης διέρχεται μέσα από διάφορους νομικούς ισχυρισμούς, με πρώτο το ότι η απορριπτική επιστολή δεν υπογράφεται από τον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ούτε τον κατάλληλα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του.  Η προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών που υπέγραψε την προσβαλλόμενη πράξη δεν είχε την διά νόμου εξουσιοδότηση, εντολή ή έγγραφη καταχώρηση, ούτε της ανατέθηκαν τέτοια καθήκοντα ώστε να μελετήσει τα πορίσματα της Πολυθεματικής Ομάδας και να αποφασίσει ότι η περίπτωση δεν ενέπιπτε στον όρο «ανάπηρος».  Πέραν αυτού προβάλλονται οι ισχυρισμοί ότι κατά πλάνη περί τα πράγματα και το Νόμο, με έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας, με κακή άσκηση διακριτικής ευχέρειας και κατά παράβαση των αρχών της ισότητας και της χρηστής διοίκησης είναι που λήφθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

 Η διοικητική υπό αναθεώρηση εδώ πράξη, αντιβαίνει τις υποχρεώσεις της Δημοκρατίας για την εκ μέρους της διασφάλιση στα ανάπηρα άτομα και στα άτομα με ειδικές ανάγκες, που περιλαμβάνουν και τα νοητικώς καθυστερημένα άτομα, μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης και της παροχής δημοσίων βοηθημάτων ώστε τα άτομα με ειδικές ανάγκες να συμμετέχουν στην αυτονομία, την κοινωνική ένταξη και τη συμμετοχή στη ζωή της κοινότητας.  Αναφορά γίνεται εξειδικευμένα στον περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμο αρ. 95(Ι)/2006, στον περί Ατόμων με Αναπηρίες Νόμο αρ. 127(Ι)/2000, στον περί Νοητικά Καθυστερημένων Ατόμων Νόμο αρ. 117/89, στον Ευρωπαϊκό Κοινοτικό Χάρτη που κυρώθηκε με τον Νόμο αρ. 27(ΙΙΙ)/2000, καθώς και στα Άρθρα 7 και 9 του Συντάγματος. 

 

         Οι θέσεις του αιτητή είναι ότι εκ γενετής παρουσίαζε και εξακολουθεί να έχει διανοητική στέρηση και ψυχικό περιορισμό.  Το 2007, ενώ φοιτούσε στο Γυμνάσιο Λευκάρων πιστοποιήθηκε από την Εκπαιδευτική Ψυχολόγο κα Σορόκου ότι οι λειτουργίες του αιτητή κυμαίνονταν σε επίπεδα ελαφριάς νοητικής καθυστέρησης, δεν ανταποκρίνετο στις ανάγκες της 1ης τάξης Γυμνασίου, έγινε δε εισήγηση όπως ενταχθεί στο πρόγραμμα για παιδιά με νοητική στέρηση.  Το 2011 λόγω των ιδιαιτεροτήτων του, ο αιτητής εντάχθηκε στο Κέντρο Διημερεύουσας Φροντίδας «Ηλιακτίδα», το οποίο δέχεται άτομα με νοητική καθυστέρηση άνω των δεκαοκτώ ετών.  Άλλο ιατρικό πιστοποιητικό από τον Δρ. Κ. Πούγιουρο αναφέρει ότι ο αιτητής παρουσιάζει ήπια νοητική στέρηση, δεν μπορεί να κάνει αφαιρέσεις με αριθμούς πάνω από το 10, έχει διάσπαση προσοχής και δεν μπορεί να κάνει περίπλοκες κινήσεις.  Ο ιατρός πιστοποιεί ότι είναι ανίκανος για εργασία και χρειάζεται μόνιμη βοήθεια από τρίτο άτομο.  Ο αιτητής επίσης απολύθηκε από τον στρατό ως πάσχων από νοητική καθυστέρηση, με κακή λειτουργικότητα και  θεωρήθηκε ακατάλληλος για στράτευση. Περαιτέρω, αναφέρεται γνωμάτευση της Ψυχιάτρου των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας Λάρνακας που παρακολουθεί τον αιτητή, ότι αυτός παρουσιάζει  νοητική στέρηση και διαταραχή συμπεριφοράς. 

 

         Η αντίθετη θέση των καθ΄ ων είναι ότι αρμοδίως λήφθηκε η απόφαση από την Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και η κοινοποίηση της απόφασης από την προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών δεν αλλοιώνει το γεγονός.  Ως προς την ουσία, ορθά κρίθηκε από την Πολυθεματική Ομάδα με βάση τον ορισμό του όρου «ανάπηρος», ότι ο αιτητής δεν ενέπιπτε στον ορισμό αυτό μετά την αξιολόγηση που έγινε, η οποία αναγνώρισε μεν μια μορφή ανεπάρκειας ή μειονεξίας, δηλαδή, ελαφριάς νοητικής υστέρησης, αλλά κατά τα υπόλοιπα η κατάσταση της υγείας του δεν μειώνει ουσιωδώς τη λειτουργικότητα του έτσι ώστε ο αιτητής να μην πληροί σωρευτικά τα κριτήρια του όρου «ανάπηρος».  Η αιτιολογία είναι σύντομη, αλλά συμπληρώνεται από τα στοιχεία του φακέλου, η έρευνα ήταν επαρκής και δεν διαπιστώνεται κατάχρηση εξουσίας ή παραβίαση της αρχής της ισότητας.  Τέλος, το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει κατά πάγια νομολογία σε ευρήματα της διοίκησης που είναι κατ΄ εξοχήν τεχνικά ζητήματα. 

 

         Εξετάζοντας την υπόθεση, το πρώτο που χρήζει απόφασης είναι κατά πόσο ευσταθεί ο ισχυρισμός του αιτητή ότι η απόφαση που προσβάλλεται λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο, δηλαδή, από άτομο άλλο από τον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας ή κατάλληλα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του.  Εισηγείται ο αιτητής ότι η υπογράφουσα την προσβαλλόμενη πράξη Λουκία Παπατζιάκου, Προϊσταμένη του Γραφείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, δεν είχε τη διά Νόμου εξουσιοδότηση και δεν της είχαν ανατεθεί καθήκοντα μελέτης της έκθεσης της Πολυθεματικής Ομάδας ώστε να αποφασίσει κατά πόσο ο αιτητής εμπίπτει ή όχι στον όρο «ανάπηρος».  Γίνεται παραπομπή στις αποφάσεις Συμεού ν. Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, υπόθ. αρ. 732/12, ημερ. 26.3.2013, Κούτσιου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 987 και Χρίστου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 339/07, ημερ. 24.7.2009

 

         Είναι γεγονός ότι η ευθύνη της λήψης της απόφασης ανήκει στον Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας δυνάμει του άρθρου 5 του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου αρ. 95(Ι)/96, όπως τροποποιήθηκε.  Η επιφύλαξη του εν λόγω άρθρου προνοεί ότι ο Διευθυντής δύναται να αναθέτει σε λειτουργό ή σε επιτροπή να εξετάζει ορισμένα θέματα που προκύπτουν από την αίτηση για δημόσιο βοήθημα και να υποβάλλει στον ίδιο σχετική έκθεση.  Στο ερμηνευτικό άρθρο 2, «Διευθυντής» σημαίνει τον Διευθυντή Κοινωνικών Υπηρεσιών ή τον κατάλληλα εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του. 

 

Η σχετική αιτίαση περί αναρμοδιότητας δεν ευσταθεί διότι η απόφαση που προσβάλλεται, σαφώς αναφέρει ότι είναι η Διευθύντρια Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας που αποφάσισε ότι η περίπτωση του αιτητή, αφού έλαβε υπόψη της και την έκθεση της Πολυθεματικής Ομάδας, δεν εμπίπτει στον όρο «ανάπηρος» του άρθρου 2 του σχετικού Νόμου.  Η γνωστοποίηση της απόφασης αυτής από την Λουκία Παπατζιάκου ουδόλως επηρεάζει το γεγονός ότι ήταν η Διευθύντρια και μόνο αυτή που έλαβε τη σχετική απόφαση όπως και ήταν η υποχρέωση της δυνάμει του άρθρου 5 του Νόμου.  Αυτό πιστοποιείται και από το γεγονός ότι στο  διοικητικό φάκελο Τεκμήριο Α, απαντάται το κυανούν 158, το οποίο είναι η ίδια η απόφαση της Διευθύντριας Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, (είναι το μέρος Γ των πρακτικών της συνεδρίας της Πολυθεματικής Ομάδας), όπου η Τούλα Κούλουμου, Διευθύντρια, αναγράφει και ταυτόχρονα υπογράφει την απόφαση της ημερ. 17.12.2012, ότι: «Συμφωνώ με απόφαση Σ.Π.Ο., δεν μπορεί να θεωρηθεί ανάπηρο άτομο για σκοπούς Δ.Β.». 

 

         Έπεται από τα πιο πάνω ότι οι αποφάσεις που ανέφερε ο αιτητής δεν τυγχάνουν εδώ εφαρμογής και η εκ μέρους της Διευθύντριας κοινοποίηση της απόφασης από Λειτουργό της Υπηρεσίας, θεωρείται καθ΄ όλα νομότυπη διότι η Διευθύντρια ως φορέας εξουσίας δύναται να ενεργήσει, όχι για τη λήψη της απόφασης, αλλά για την κοινοποίηση αυτής προς κάθε ενδιαφερόμενο, μέσω των αρμοδίων δημοσίων υπαλλήλων, (δέστε Βασιλείου ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 13/07, ημερ. 5.5.2009 και Solachki κ. ά. ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 197/12, ημερ. 28.11.2014), ECLI:CY:AD:2014:D909.

 

         Επί της ουσίας όμως ο αιτητής έχει δίκαιο.  Αυτό διότι η προσβαλλόμενη πράξη απλώς καταγράφει ότι η περίπτωση του δεν εμπίπτει στον όρο «ανάπηρος».  Πρόκειται, δηλαδή, για μια πολύ λιτή αιτιολογία που παραπέμπει απλώς στον ορισμό του Νόμου χωρίς οποιαδήποτε επεξήγηση.  Αναφέρεται βεβαίως στην προσβαλλόμενη πράξη ότι η Διευθύντρια έλαβε υπόψη της την έκθεση της Συμβουλευτικής Πολυθεματικής Ομάδας, η οποία αξιολόγησε τον αιτητή στις 29.11.2012.  Είναι επιτρεπτή η συμπλήρωση  της  αιτιολογίας από το διοικητικό φάκελο από στοιχεία  που   είναι   συνδεδεμένα  με  τη  διοικητική  πράξη  και  απορρέουν από γεγονότα προγενέστερα αυτής, (άρθρο 29 του  περί Γενικών  Αρχών  του  Διοικητικού  Δικαίου   Νόμου αρ. 158(Ι)/1999 και Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» 12η έκδ. Τόμος ΙΙ, σελ. 143-145 και ιδιαίτερα στην παράγραφο 517).

 

         Αναδρομή στο διοικητικό φάκελο, Τεκμήριο «Α», αποκαλύπτει στο κυανούν 160, ότι η έκθεση της Πολυθεματικής Ομάδας ανέφερε τα εξής για τον αιτητή:

 

«Σύμφωνα με τις πρόνοιες των Περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμων του 2006 και 2012 άρθρο 3 (13), τα μέλη της ΣΠΟ αφού αξιολόγησαν τον / την ... Ζήνωνα Ιωάννου .. και διαπιστώνεται ελαφριά νοητική στέρηση.  Διατηρεί καλό επίπεδο επικοινωνίας, λειτουργικότητας, αυτοφροντίδας.  Στο παρόν στάδιο παρακολουθεί πρόγραμμα εργοδότησης με στήριξη. .....

          ............................

Με βάση τα πιο πάνω αποφάσισαν ότι πληροί/δεν πληροί σωρευτικά τα κριτήρια του όλου "ανάπηρος", όπως αυτός ερμηνεύεται στο Άρθρο 2 στις Εισαγωγικές Διατάξεις του πιο πάνω Νόμου.»           

 

         Σύμφωνα με το άρθρο 2 του Νόμου, «ανάπηρος» για σκοπούς λήψης δημόσιου βοηθήματος σημαίνει:

 

«`ανάπηρος΄ σημαίνει άτομο το οποίο εκ γενετής ή λόγω γεγονότος που του συνέβηκε πριν συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του, παρουσιάζει οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκεια ή μειονεξία, η οποία προκαλεί μόνιμο ή απροσδιόριστης διάρκειας σωματικό, διανοητικό ή ψυχικό περιορισμό σ΄ αυτό και η οποία, λαμβάνοντας υπόψη το ιστορικό και άλλα προσωπικά στοιχεία του εν λόγω ατόμου, μειώνει ουσιωδώς ή αποκλείει τη δυνατότητα εκτέλεσης μιας ή περισσοτέρων δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται ως φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα ζωής κάθε ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοια ανεπάρκεια ή μειονεξία.»

 

         Προκύπτει επομένως από τον ορισμό, ότι ανάπηρο θεωρείται το άτομο που λόγω οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκειας ή μειονεξίας που προκαλεί διανοητικό ή ψυχικό περιορισμό, η δυνατότητα εκτέλεσης δραστηριοτήτων ή λειτουργιών που θεωρούνται φυσιολογικές και ουσιώδεις για την ποιότητα  ατόμου της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει τέτοιο πρόβλημα, μειώνεται ουσιωδώς.  Ο αιτητής κατά την εξέταση του από την Πολυθεματική Ομάδα ήταν 18 ετών και σύμφωνα με το ιστορικό που προκύπτει από τα όλα στοιχεία ενώπιον του Δικαστηρίου, αυτός με βάση την κλινική εκτίμηση με χορήγηση του Test WISC III, έχει ελαφριά νοητική καθυστέρηση.  Η εκπαιδευτική ψυχολόγος Χριστίνα Σορόκου του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού αναφέρει στην έκθεση της ημερ. 23.7.2007, ότι ο αιτητής δεν έχει αναπτύξει καλή γλωσσική αντίληψη για το αναμενόμενο επίπεδο της ηλικίας του, δεν εκφράζεται με ολοκληρωμένες και σωστά δομημένες προτάσεις, αντιμετωπίζει δυσκολίες συγκέντρωσης και διάσπαση προσοχής και δεν μπορεί να παρακολουθήσει τους ρυθμούς της τάξης του.  Συγκεκριμένα αναφέρεται ότι για να κάμει οποιαδήποτε εργασία ο αιτητής χρειάζεται καθοδήγηση.  Η ψυχολόγος κατέθεσε επίσης ότι δεν μπορούσε να απαντήσει σε ερωτήσεις κρίσεως, ούτε και σε υποθετικές ερωτήσεις, δεν μπορεί να συλλέξει πληροφορίες από το κείμενο το οποίο διαβάζει, δεν κατανοεί τα μαθηματικά και έχει δυσκολίες στις πράξεις διαίρεσης και πολλαπλασιασμού και γενικά δεν ανταποκρίνεται στη φοίτηση της πρώτης τάξης του Γυμνασίου.  Σημειώνεται ότι η έκθεση αυτή έγινε όταν ο αιτητής ήταν 13 ετών.  Η ψυχολόγος σημείωσε περαιτέρω ότι το Test WISC III, δεν είναι σταθμισμένο στον ελληνικό πληθυσμό της Κύπρου, με αποτέλεσμα τα αποτελέσματα του να πρέπει να θεωρούνται μόνο ενδεικτικά. Η κα Σορόκου θεώρησε ότι υπήρχε ανάγκη για περαιτέρω διερεύνηση πιθανόν ανασταλτικών παραγόντων στην ανάπτυξη των νοητικών ικανοτήτων του παιδιού.  Πρότεινε επίσης παιδονευρολογικό έλεγχο. 

 

         Ο πατέρας του αιτητή στην επιστολή του ημερ. 16.9.2011, ζητώντας επανεκτίμηση της κατάστασης του παιδιού του, επισύναψε έκθεση του νευρολόγου Κωνσταντίνου Πούγιουρου ημερ. 14.9.2011, ο οποίος ανέφερε ότι ο αιτητής δεν μπορεί να κάνει αφαιρέσεις χρησιμοποιώντας αριθμούς πάνω από το δέκα, δεν μπορεί να κάνει περίπλοκες κινήσεις, έχει διάσπαση προσοχής και «Σίγουρα είναι ανίκανος να εργαστεί.  Χρειάζεται μόνιμα βοήθεια από τρίτο πρόσωπο.». 

 

         Όλα τα πιο πάνω δεν φαίνεται να είχαν επαρκώς διερευνηθεί από την Πολυθεματική Ομάδα και από την Διευθύντρια που έλαβε την απόφαση.  Η απλή έκθεση της Πολυθεματικής Ομάδας ότι ο αιτητής διατηρεί καλό επίπεδο επικοινωνίας, λειτουργικότητας και αυτοφροντίδας και ότι παρακολουθεί πρόγραμμα εργοδότησης με στήριξη, δεν ταξινομεί τον αιτητή, κατ΄ ανάγκην εκτός του όρου «ανάπηρος» όπως έχει καταγραφεί πιο πάνω.  Η σύγκριση που πρέπει να γίνεται με βάση τον ορισμό στο άρθρο 2, είναι με άτομο της ίδιας ηλικίας που δεν παρουσιάζει οποιασδήποτε μορφής ανεπάρκεια ή μειονεξία και το οποίο μπορεί να λειτουργεί φυσιολογικά και να έχει την ποιότητα ζωής που αναμένεται για το άτομο της ηλικίας εκείνης.  Αυτό σημαίνει εκπαιδευτικά, λειτουργικά, αλλά και εργασιακά να μπορεί ή να μπορούσε να είναι στο επίπεδο ατόμων ανάλογης ηλικίας χωρίς προβλήματα.

 

         Δέουσα έρευνα, κατά τη νομολογία, είναι αυτή που λαμβάνει υπόψη όλα τα ουσιώδη γεγονότα και επεκτείνεται σε ό,τι είναι δυνατό να προσμετρήσει στη λήψη της απόφασης, (Motorways Ltd v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 447 και Δημοκρατία ν. C. Cassinos Constructions Ltd (1990) 3(E) Α.Α.Δ. 3835).  Εδώ δεν φαίνεται να έγινε έρευνα επαρκής για την απόρριψη της αίτησης δεδομένου ότι δεν έγινε καμία αναφορά στην επιστημονική άποψη του νευρολόγου κου Πούγιουρου, δεν φαίνεται ο αιτητής να έτυχε περαιτέρω εξετάσεων, όπως είχε εισηγηθεί η εκπαιδευτική ψυχολόγος              κα Σορόκου, και, σίγουρα, δεν προκύπτει από το διοικητικό φάκελο οποιαδήποτε ιδιαίτερη εξέταση του αιτητή από την Πολυθεματική Ομάδα.  Και, όπως λέχθηκε προηγουμένως, δεν φαίνεται η Διευθύντρια, ακολουθώντας τη σύσταση της Πολυθεματικής Ομάδας, να εφάρμοσε το ορθό μέτρο απόφασης, το συγκριτικό, δηλαδή, στη βάση το υ ορισμού του Νόμου. 

 

         Τα πιο πάνω ζητήματα δεν εμπίπτουν στα τεχνικής φύσεως θέματα που παραμένουν ανέλεγκτα από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Εκείνο το οποίο πιστοποιείται εδώ είναι ότι υπάρχει έλλειψη δέουσας έρευνας και έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας. 

 

         Υπό το φως των πιο πάνω η προσφυγή επιτυγχάνει με €1.300 έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ΄ ων.

 

         Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με βάση το                 Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.

 

 

                                           Στ. Ναθαναήλ,

                                                     Δ.

/ΕΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο