ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:D194
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υποθ. Αρ.1444 /2013)
18 Mαρτίου, 2015
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δικαστής]
Αναφορικά με τo ΄Αρθρo 146 του Συντάγματος
1. TH. FLOKKAS ESTATES LTD
2. ΙΔΑΝΙΚΗ ΚΤΗΜΑΤΙΚΗ ΛΤΔ
Αιτήτριες,
-και -
ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΑΓΓΛΙΣΙΔΩΝ
Καθ΄ων η αίτηση.
-----------------------
Α. Χ΄Σέργης για Αντ.Σωτηρίου, για τις αιτήτριες
Α.Σ.Αγγελίδης και για Π.Νικολάου, για τους καθ΄ων η αίτηση
---------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: Οι αιτήτριες ζητούν ακύρωση της ανάκλησης απαλλοτρίωσης ακινήτου τους. Συγκεκριμένα επιδιώκουν:
«Α. Δήλωση και/ή Διάταγμα του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή η απόφαση των Καθ΄ων η αίτηση η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Eφημερίδα της Δημοκρατίας στις 21/01/2013 με αριθμό 69 και υπό τον τίτλο «Διάταγμα Ανάκλησης σύμφωνα με το άρθρο 7» του οποίου οι αιτήτριες έλαβαν γνώση στις 21.3.2013 με το οποίο οι Καθ΄ων η αίτηση ανακάλεσαν τη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης αρ.714 που δημοσιεύτηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας στις 27/8/2010 και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης αρ.182 που επίσης δημοσιεύθηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας στις 08/03/2011 και αφορούσε τα ακίνητα των Αιτητριών εταιρειών τεμ.137 φ/σχεδ. 50/4127V02, χωριό Αγγλισίδες, στη Λάρνακα και τεμάχιο 138 φ/σχεδ. 50/4127/v02, χωριό Αγγλισίδες στη Λάρνακα εγγεγραμμένο μερίδιο ½ εις έκαστη αιτήτρια εταιρεία είναι άκυρη και/ή παράνομη και στερείται οιουδήποτε έννομου αποτελέσματος.»
Τα γεγονότα:
Τα ακίνητα των αιτητών απαλλοτριώθηκαν από τον καθ΄ου η αίτηση με Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης αρ. 714, που δημοσιεύτηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας στις 20/08/10 και με Διάταγμα απαλλοτρίωσης με αρ.182 που επίσης δημοσιεύθηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας στις 11.03.2011. (βλ,σχετικά παραρτήματα επί της Αίτησης).
Οι αιτήτριες προς το σκοπό καθορισμού της αποζημίωσης για την απαλλοτρίωση της περιουσίας τους, όπως αυτή περιγράφεται πιο πάνω, καταχώρησαν στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας τις παραπομπές με αρ.52/11 και 53/11 στις 11.10.2011 αντίστοιχα.
Ενώ οι παραπομπές εκκρεμούσαν ενώπιον του Δικαστηρίου, στις 21.3.2013 ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση με επιστολή της ίδιας ημερομηνίας, στην οποία επισυνάφθηκε αντίγραφο επιστολής της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας, ημερ. 14.03.2013, που γνωστοποιούσε στον Πρόεδρο και τα Μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου Αγγλισίδων την ανάκληση γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης, πληροφορούσε τους δικηγόρους των αιτητριών εταιρειών για τη νέα εξέλιξη.
Η ανάκληση η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας είχε ως εξής:
«Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας αρ.69
Διάταγμα ανάκλησης σύμφωνα με το άρθρο 7
Επειδή με την γνωστοποίηση αρ.714 που δημοσιεύτηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας με ημερομηνία 27 Αυγούστου 2010 (που θα αναφέρεται στο εξής ως «η γνωστοποίηση αρ.714») το Κοινοτικό Συμβούλιο Αγγλισίδων, απαλλοτριούσα Αρχή (που θα αναφέρεται στο εξής ως «η Απαλλοτριούσα Αρχή»), εξέδωσε γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και περιγραφή και λεπτομέρειες της ακίνητης ιδιοκτησίας που είναι αναγκαία για τους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας που καθορίζονται στη γνωστοποίηση.
Και επειδή με το διάταγμα απαλλοτρίωσης αρ.182 που δημοσιεύτηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας με ημερομηνία 11 Μαρτίου 2011, (που θα αναφέρεται στο εξής ως το «διάταγμα αρ.182) διατάχθηκε η απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας που περιγράφεται στη γνωστοποίηση αρ.714.
Και επειδή η Απαλλοτριούσα Αρχή θεωρεί την ακίνητη ιδιοκτησία που περιγράφεται στην γνωστοποίηση αρ.714 και στο διάταγμα αρ.182 ως μη αναγκαία για τους σκοπούς δημόσιας ωφέλειας που αναφέρονται στη γνωστοποίηση αρ.714.
Και επειδή σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου δεν καταβλήθηκε ή κατατέθηκε αποζημίωση σε σχέση με την απαλλοτρίωση της ακίνητης ιδιοκτησίας που φαίνεται πιο πάνω.
Για τους λόγους αυτούς, η Απαλλοτριούσα Αρχή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 7 του Περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου, με το παρόν ανακαλεί τη γνωστοποίηση αρ.714 και το διάταγμα αρ.182.
΄Εγινε στις 21 Ιανουαρίου 2013.»
Ενώ οι παραπομπές εκκρεμούσαν ενώπιον του Δικαστηρίου, στις 21/3/2013 ο δικηγόρος των καθ΄ων η αίτηση με επιστολή της ιδίας ημερομηνίας, στην οποία επισυνάφθηκε αντίγραφο επιστολής της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας ημερομηνίας 14.03.2013, που γνωστοποιούσε στον Πρόεδρο και τα Μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου Αγγλισίδων την ανάκληση γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης, πληροφορούσε τους Δικηγόρους των αιτητριών εταιρειών για τη νέα εξέλιξη. (Αντίγραφο επιστολής δικηγόρου καθ΄ων η αίτηση).
Οι αιτήτριες έλαβαν γνώση της ανάκλησης του διατάγματος απαλλοτρίωσης στις 21.3.2013, με επιστολή ίδιας ημερομηνίας που αποστάληκε από το δικηγόρο της αποζημιούσας αρχής προς το δικηγόρο των αιτητριών, στην οποία εσώκλειστα κοινοποιήθηκε φωτοαντίγραφο επιστολής της Επαρχιακής Διοίκησης Λάρνακας ημερομηνίας 14.03.2013 η οποία απευθύνετο στον Πρόεδρο και Μέλη του Κοινοτικού Συμβουλίου Αγγλισίδων, με κοινοποίηση στο Δικηγόρο της Αποζημιούσας Αρχής κ.Παναγιώτη Νικολάου με την οποία κοινοποιείτο το διάταγμα ανάκλησης γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης που δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Παρεμπιπτόντως οι αιτήτριες στα γεγονότα επί της προσφυγής αναφέρουν και τα ακόλουθα:
Οι καθ΄ων η αίτηση χρησιμοποίησαν τα διαθέσιμα και απαιτούμενα ποσά για την απόκτηση της απαλλοτριωθείσας περιουσίας κατά παράβαση των κανόνων της χρηστής διοίκησης και διαχείρισης των δημοσίων οικονομικών και/ή προς εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών, εκτός εάν κατά το σχεδιασμό του όλου εγχειρήματος δεν έγινε η δέουσα έρευνα. Η παραδοχή όμως του ΄Επαρχου Λάρνακας στην επιστολή του ότι η ανάκληση οφείλεται σε ανυπέρβλητα διαδικαστικά προβλήματα που έχουν προκύψει, αλλά και επειδή σήμερα το Κοινοτικό Συμβούλιο Αγγλισίδων ως απαλλοτριούσα αρχή, δεν είναι σε θέση να ανταποκριθεί και να καταβάλει το ύψος της απαιτούμενης αποζημίωσης προς τους ιδιοκτήτες, αποδεικνύει τους λόγους της ανάκλησης. Αντίγραφο επιστολής ημερ. 10.1.2013 Επάρχου Λάρνακας προς Γενικό Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών επισυνάπτεται ως (Παράρτημα Θ στην αίτηση).
Οι αιτήτριες εταιρείες πριν τη γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης και το Διάταγμα απαλλοτρίωσης κατά ή περί τις 5.12.2008 υπέβαλαν από κοινού αιτήσεις στο Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως αρ.ΛΑΡ1204/08 και αρ.ΛΑΡ1206/08 με προτεινόμενη ανάπτυξη και συντήρηση με προσθηκομετατροπές της διατηρητέας οικοδομής των αιτητριών και την αλλαγή χρήσης της σε παραδοσιακή ταβέρνα, οι οποίες αιτήσεις επιστράφηκαν από την Πολεοδομία, χωρίς η πολεοδομική αρχή να τις εξετάσει με τη δικαιολογία ότι εκκρεμούσε απαλλοτρίωση (σχετική αλληλογραφία επί του θέματος επισυνάπτεται). (Αντίγραφο επιστολής δικηγόρων αιτητριών ημερ. 23.3.2010 προς Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με την οποία ζητείται να ενεργοποιηθούν και να εξεταστούν οι αιτήσεις των αιτητριών επισυνάπτεται ως (Παράρτημα ΣΤ1 στην αίτηση), Aντίγραφο επιστολής των δικηγόρων των αιτητριών ημερ. 15.11.2010 προς Διευθυντή Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως με την οποία ζητούνται εξηγήσεις γιατί επιστράφηκαν οι αιτήσεις των αιτητριών χωρίς να εξεταστούν και αντίγραφο απαντητικής επιστολής τμήματος πολεοδομίας και οικήσεως ημερ. 24.11.2011 η οποία συνοδεύεται από έγγραφη γνωστοποίηση άρνησης χορήγησης πολεοδομικής άδειας είναι τα Παραρτήματα Ζ1 & Ζ2 αντίστοιχα στην αίτηση).
Για την ετοιμασία και υποβολή των δύο πιο πάνω αιτήσεων στην αρμόδια αρχή, οι αιτήτριες εταιρείες υπέστησαν έξοδα γύρω στις 42.684,00 εκάστη τα οποία διεκδικούν μέσα από τη διαδικασία των παραπομπών και τα οποία με την ανάκληση των παραπομπών παραμένουν ως κατάλοιπα. Ως κατάλοιπα, επίσης, παραμένουν οι ζημιές που έχει υποστεί το ακίνητο των αιτητριών το οποίο εγκαταλείφθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση με αποτέλεσμα την ύπαρξη του ενδεχόμενου να καταρρεύσει, ζημιές για τις οποίες οι αιτήτριες εταιρείες επιφυλάσσονται να παρουσιάσουν κατά την αγόρευση τους σχετική μελέτη εκτιμητή εμπειρογνώμονα. (αντίγραφο επιστολής δικηγόρου όμορου κτήματος προς τους δικηγόρους των αιτητριών Παναγιώτη Κάτσουρα, και σχετική προς το περιεχόμενο της αλληλογραφία επισυνάπτεται ως Παράρτημα Η στην αίτηση).
Επίσης να σημειωθεί ότι με διάταγμα επίταξης που δημοσιεύθηκε στις 8/3/2011 διατάχθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών η επίταξη της περιουσίας των αιτητριών για περίοδο ενός έτους. Οι δε αιτήτριες δηλώνουν ότι δεν γνωρίζουν αν υπήρξε παράταση.
Η ένσταση των καθ΄ων η αίτηση έχει έρεισμα δύο βασικές παραμέτρους.
(α) το εκπρόθεσμο της προσφυγής και
(β) επί της ουσίας ότι η ανάκληση ήταν καθόλα νόμιμη και επιτρεπτή.
Πρωτεύει η εξέταση του πρώτου θέματος.
Οι καθ΄ων η αίτηση εγείρουν προδικαστική ένσταση και ζητούν απόρριψη της προσφυγής ως εκπρόθεσμης, θεωρώντας προφανώς, ότι οι αιτήτριες εταιρείες από της δημοσίευσης της ανάκλησης την 21.1.2013, έπρεπε μέσα σε 75 ημέρες να καταχωρήσουν την προσφυγή τους και επομένως η προσφυγή αφού καταχωρήθηκε μετά την πάροδο των 75 ημερών (24.05.2013) πρέπει να θεωρηθεί ως εκπρόθεσμη και να απορριφθεί.
Γενικός κανόνας όπως προκύπτει από το κείμενο του ΄Αρθρου 146.3 του Συντάγματος είναι ότι η αποτρεπτική προθεσμία των 75 ημερών για την προσφυγή στο Δικαστήριο, αρχίζει από τη δημοσίευση της απόφασης, ανεξάρτητα εάν η απόφαση ή η πράξη περιήλθε σε γνώση του ενδιαφερόμενου.
Η πιο πάνω αρχή ισχύει νοουμένου ότι η δημοσίευση είναι η κατάλληλη.
Στην Pissas v. The Electricity Authority of Cyprus No.1 (1966) 3 C.L.R. 634 τονίστηκε ότι η χωρίς αναφορά στο όνομα ιδιοκτήτη, δημοσίευση διατάγματος απαλλοτρίωσης (και κατ΄αναλογία της ανάκλησης αυτής) δεν μπορεί να θεωρηθεί ικανοποιητική για τους σκοπούς έναρξης της προθεσμίας δυνάμει του ΄Αρθρου 143.3. του Συντάγματος.
Είναι φανερό ότι εκ του περιεχομένου της επίδικης ανάκλησης ως έχει δημοσιευθεί (βλ.πιο πάνω) δεν κρίνεται κατάλληλη.
Στην υπόθεση Γεωργιάδη ν. 1. Κυπριακής Δημοκρατίας 2. Συμβουλίου Βελτίωσης Ορόκλινης (2002) 3 Α.Α.Δ. 518 αναφέρονται τα εξής σχετικά επί του ιδίου θέματος:
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού προβαίνει σε ευρεία ανασκόπηση της νομολογίας επί του θέματος κατέληξε ως εξής:-
"Στην παρούσα υπόθεση η ανάκληση της απαλλοτρίωσης έγινε με τη γνωστοποίηση αρ. 455, ημερ. 21.4.1997, που δημοσιεύτηκε στο Τρίτο Παράρτημα της Επίσημης Εφημερίδας της Δημοκρατίας υπ' αρ. 3149 της 16.5.1997. Στην ανάκληση γίνεται αναφορά στη γνωστοποίηση της απαλλοτρίωσης και στα τεμάχια τα οποία είχαν απαλλοτριωθεί. Καμιά αναφορά όμως δεν γίνεται στους ιδιοκτήτες ονομαστικά. Κάτω από τις περιστάσεις θεωρώ ότι η δημοσίευση της ανάκλησης δεν είναι αρκετή για να θέσει σε λειτουργία την προθεσμία του ’ρθρου 146.3 του Συντάγματος.
Δεν μπορεί να επιβληθεί σε κάθε ιδιοκτήτη ακίνητης περιουσίας η υποχρέωση να παρακολουθεί κάθε δημοσίευση απαλλοτρίωσης ή ανάκλησης, ελέγχοντας κάθε φορά τα τεμάχια γης που κατέχει και να πληροφορηθεί αν και ποιά περιουσία του επηρεάζεται.
. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
Στην παρούσα υπόθεση τα πράγματα είναι ακόμα πιο φανερά, αφού στην προηγούμενη ανάκληση της απαλλοτρίωσης οι αιτητές είχαν ειδοποιηθεί με επιστολή του Επαρχιακού Λειτουργού του Κτηματολογίου και Χωρομετρίας. Είναι λογικό ότι και σ' αυτή την περίπτωση θα ανέμεναν ότι σε περίπτωση ανάκλησης θα ειδοποιούνταν ανάλογα. Η προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση απορρίπτεται."
Εν προκειμένω, ομοίως η δημοσίευση δεν αναφέρει το όνομα των ιδιοκτητών, παρά μόνο παραπέμπει σε γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης σε παρελθόντα χρόνο χωρίς να δίδει οποιαδήποτε στοιχεία και δη την ταυτότητα των ιδιοκτητών όσο και των ακινήτων που απαλλοτριώθηκαν, ώστε να δίδεται η δυνατότητα στον αναγνώστη να προσδιορίσει κατάλληλα σε ποια κτήματα αναφέρεται και σε ποιους ανήκαν.
Συνάγεται λοιπόν ότι η ένσταση επί αυτού του λόγου δεν είναι βάσιμη.
Επί του θέματος της ίδιας της ανάκλησης οι αιτήτριες προώθησαν τους εξής κύριους λόγους:
Η όλη διαδικασία της ανάκλησης πάσχει ως αντιβαίνουσα το Σύνταγμα και σχετικούς νόμους, είναι αναιτιολόγητη, έγινε αντίθετα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και εκτός του ευλόγου χρόνου. Συντελέστηκε δε χωρίς να ακυρωθεί ή εγκαταληφθεί ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δημιουργώντας μη ανατρέψιμη κατάσταση δικαιωμάτων των αιτητριών.
Το άρθρο 7(1) του περί Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου 15/62 (όπως τροποποιήθηκε), έχει ως εξής:
«7.(1) Καθ' οιονδήποτε χρόνον ΅ετά την δη΅οσίευσιν γνωστοποιήσεως απαλλοτριώσεως και προ της πληρω΅ής ή καταθέσεως της αποζη΅ιώσεως ως προβλέπεται εν τω παρόντι Νό΅ω, η απαλλοτριούσα αρχή δύναται διά διατάγ΅ατος δη΅οσιευο΅ένου εν τη επισή΅ω εφη΅ερίδι της ∆η΅οκρατίας, ν' ανακαλέση την τοιαύτην γνωστοποίησιν και παν δη΅οσιευθέν σχετικόν διάταγ΅α, είτε γενικώς είτε ειδικώς αναφορικώς προς την εν τούτω αναφερο΅ένην ιδιοκτησίαν ή ΅έρος ιδιοκτησίας· επί τούτω η επο΅ένη της τοιαύτης γνωστοποιήσεως ή διατάγ΅ατος απαλλοτριώσεως διαδικασία ατονεί, και η απαλλοτρίωσις λογίζεται ως εγκαταλειφθείσα είτε γενικώς είτε αναλόγως της περιπτώσεως, αναφορικώς προς την τοιαύτην ειδικήν ιδιοκτησίαν ή ΅έρος ιδιοκτησίας.»
Θα συμφωνούσα απόλυτα με την ερμηνευτική προσέγγιση του πιο πάνω άρθρου στην οποία προβαίνει ο Δικαστής Ναθαναήλ, ως ακολούθως (στην Υποθ. αρ. 76/09 Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, ημερ. 31.5.2011):
«Το άρθρο 7 του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου αρ. 15/62, ως τροποποιήθηκε, βάσει του οποίου δημοσιεύτηκε το προσβαλλόμενο διάταγμα ανάκλησης, επιτρέπει σε οποιοδήποτε χρόνο μετά τη δημοσίευση της γνωστοποίησης της απαλλοτρίωσης και πριν την πληρωμή ή κατάθεση της αποζημίωσης, τη δημοσίευση από την απαλλοτριούσα αρχή διατάγματος ανάκλησης της γνωστοποίησης. Ως αποτέλεσμα τέτοιας ανάκλησης, ατονεί η διαδικασία γνωστοποίησης ή του διατάγματος απαλλοτρίωσης και η απαλλοτρίωση λογίζεται ως εγκαταληφθείσα είτε γενικώς, είτε μερικώς. Παρατηρείται ότι δεν αναφέρεται στο εδάφιο (1) του εν λόγω άρθρου η ανάγκη για την παροχή συγκεκριμένης αιτιολογίας. Αυτό συνάδει με τα προνοούμενα και στο άρθρο 6 του ιδίου Νόμου για τη δημοσίευση διατάγματος απαλλοτρίωσης. Σε αυτή την περίπτωση και πάλι δεν προνοείται οποιαδήποτε ιδιαίτερη αιτιολογία, όπως έχει άλλωστε αναγνωρισθεί και από τη νομολογία, όπως στις αποφάσεις Δημητρίου ν. Δημοκρατίας(1988) 3 Α.Α.Δ. 91, Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 589 και Μαγδαληνή Παπαλουκά ν. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 116/09, ημερ. 27.1.2010.
Σύμφωνα με τη θεωρία στο διοικητικό δίκαιο περί ανακλήσεων, οι νόμιμες ατομικές διοικητικές πράξεις από τις οποίες ο διοικούμενος απέκτησε δικαιώματα δεν ανακαλούνται κατά κανόνα, απαγορευμένης της ανάκλησης λόγω μεταγενέστερης διαφορετικής εκτίμησης των δεδομένων που υπήρχαν κατά την έκδοση της πράξης, επειδή η διοίκηση μετέβαλε αντιλήψεις. Η ανάκληση όμως αυτών των νομίμων ατομικών ή γενικού περιεχομένου επωφελών πράξεων για λόγους δημοσίου συμφέροντος, επιτρέπεται ακόμη και αν έχει παρέλθει μακρύ χρονικό διάστημα από την έκδοση τους. (δέστε Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», Τόμος 1, 12η έκδ. σελ. 192-193, παρ. 175-176 και Μίχαλος Δημητρίου Λτδ ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 675)».
Προκύπτει ότι μπορεί λοιπόν να ανακληθεί απαλλοτρίωση αφού σκοπός της δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί και δεν καταβλήθηκε αποζημίωση στον ιδιοκτήτη (βλ. Π.Δ.Δαγτόγλου «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο, 5η έκδοση, 2004 σε.927 και επ.). Εξάλλου όπως συνάγεται, οι γενικές αρχές ανάκλησης δεν ισχύουν, εφόσον για την ανάκληση ισχύει συγκεκριμένη νομοθετική πρόνοια (βλ.54(6) του Νόμου 158(Ι)/1999 και Αntoniades & Co. V. Δημοκρατίας (1965) 3 Α.Α.Δ. 673).
Η απαλλοτρίωση είναι μια επέμβαση στο δικαίωμα ιδιοκτησίας. Η ανάκληση της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά εν τινί τρόπω το πλήρες δικαίωμα ιδιοκτησίας του διοικούμενου, γι΄αυτό και η ειδική αυτή ανάκληση προνοείται από το νόμο και δεν απαιτείται oποιαδήποτε ιδιαίτερη αιτιολογία. Πώς θα ήταν δυνατό άλλωστε «η αποκατάσταση» του ιδιοκτησιακού καθεστώτος του διοικουμένου να αποφεύγετο στα πλαίσια της χρηστής διοίκησης αφού ο σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν μπορεί να συντελεστεί;
Η επίκληση της αναγκαιότητας ανάκλησης όπως προκύπτει από την επίδικη δημοσίευση «ως μη αναγκαία για τους σκοπούς δημοσίας ωφελείας», δεικνύει ακριβώς ανατροπή του σκοπού για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση.
Το εφικτό της πραγμάτωσης του σκοπού σίγουρα συναρτάται με την οικονομική δυνατότητα πραγμάτωσης του. Και η ανατροπή - από εξωτερικά μεταβαλλόμενες επί το χείρον συνθήκες γενικά της οικονομίας - δεν μπορεί να μην θεωρηθούν σχετικές.
Στην υπόθεση Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας, (2001) 3 Α.Α.Δ. 149 αναφέρθηκαν τα ακόλουθα, σελ.150:
«Η νομολογία έχει αναγνωρίσει στη διοίκηση σύμφυτο δικαίωμα για ανάκληση διοικητικών πράξεων. Εφόσον μάλιστα προκύπτουν νέα γεγονότα που διασαλεύουν το θεμέλιο της απόφασης, το δικαίωμα αυτό κρίθηκε ότι προσλαμβάνει τη μορφή καθήκοντος για επανεξέταση ληφθείσας απόφασης. (Αυγουστή κ.ά. ν. Υπουργού Εσωτερικών (1993) 3 Α.Α.Δ. 496).»
Mε όλο το σεβασμό στις θέσεις των αιτητριών εμμονή της διοίκησης στην απαλλοτρίωση χωρίς δυνατότητα πραγμάτωσης του σκοπού θα δημιουργούσε εικόνα, μη χρηστής διοίκησης.
Βέβαια θα τονίσω ότι πάντα κυρίαρχο στοιχείο είναι ότι η Διοίκηση δέον να ενεργεί με ορθά κίνητρα. Δεν έχω διαπιστώσει αλλότριο κίνητρο στην προσέγγιση και διαχείριση της θέσης από την Διοίκηση, ειδικά αφού η μεταβολή των περιστάσεων δεν ήταν εύλογη προβλεπτή και η εκκρεμοδικία των παραπομπών δεν μπορούσε να οδηγήσει στο τελέσφορο της απόδοσης της αποζημίωσης.
Χρήσιμη είναι και η προσέγγιση του Δικαστηρίου (Κληρίδης, Δ., όπως ήταν τότε) στην υπόθεση 241/2011 Χ.Κυριακίδης και Α.Γεωργιάδη Διαχειριστών ν. Δημοκρατίας, ημερ. 5.10.2012. Το Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή ανάφερε:
«Ούτε αυτός ο λόγος ακύρωσης μπορεί να ευσταθήσει. Κατ΄ αρχάς, όπως έχει παρατηρήσει και ο αδελφός Δικαστής Ναθαναήλ, στην προαναφερθείσα απόφασή του στην Υπόθεση αρ. 76/2009, στο εδάφιο (1) του άρθρου 7 του Νόμου αρ. 15/1962, με το οποίο θεσμοθετείται η δυνατότητα ανάκλησης διατάγματος απαλλοτρίωσης, δεν αναφέρει οτιδήποτε περί ιδιαίτερης αιτιολογίας και αυτό έχει αναγνωρισθεί και στις αποφάσεις στις υποθέσεις Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1988) 3 ΑΑΔ 91 και Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 589. Στην υπό εξέταση περίπτωση αναφέρθηκε στο επίδικο διάταγμα ως λόγος ανάκλησης ότι η απαλλοτριωθείσα περιουσία θεωρήθηκε από την απαλλοτριούσα αρχή ως μη αναγκαία για τους σκοπούς δημόσιας ωφελείας που αναφέρονταν στη Γνωστοποίηση. Και κρίθηκε βέβαια ως μη αναγκαία, ενόψει της διαφαινόμενης αδυναμίας επίτευξης του σκοπού για τον οποίο είχε διαταχθεί η απαλλοτρίωση. Τα γεγονότα, στοιχεία και δικαιολογητικά για τη μεταβολή της στάσης της διοίκησης υπάρχουν μέσα στο διοικητικό φάκελο και έχουν παρατεθεί προηγουμένως στην παρούσα Απόφαση. Αυτά δε, σύμφωνα με πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, συμπληρώνουν και ισχυροποιούν την αιτιολογία για τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης, η οποία υπό τις περιστάσεις κρίνεται ως επαρκής.»
Παραμένει να εξεταστεί το θέμα των προβαλλόμενων ζημιών. Το όλο θέμα όπως τίθεται τουλάχιστον (βλ. αγόρευση των αιτητριών) ως χρηματικές ζημιές μελλοντικά κυρίως κ.ά. - δεν φαίνεται να μπορούν να είναι αντικείμενο της παρούσας ειδικά αφού αφορούν τρίτα πρόσωπα ως προς τις επικαλούμενες σ΄αυτούς ζημιές ή τα έξοδα για άδειες οικοδομής που δεν τελεσφόρησαν.
Χρήσιμη καθοδήγηση δίδει η Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (αρ.2) (1998) 3 Α.Α.Δ. 821 (σελ.825 κ.επ.)
«... η δημοσίευση διατάγματος απαλλοτρίωσης δεν διαταράσσει αφ' εαυτής το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Το τεμάχιο εξακολουθεί να ανήκει κατά κυριότητα στον εγγεγραμμένο ιδιοκτήτη του ως τη τελείωση της απαλλοτρίωσης με την καταβολή της οφειλόμενης αποζημίωσης. (Βλ. Evridiki Aspri v. Republic 4 R.S.C.C. 57, Michael Theodossiou Co Ltd v. The Municipality of Limassol (1975) 3 C.L.R. 195, Γεωργία Ιωάννου Γεωργίου ν. Επαρχιακού Λειτουργού Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, Προσφυγή 596/95 ημερομηνίας 28.3.97). Σημειώνουμε συναφώς πως σε σειρά πρωτόδικων αποφάσεων κρίθηκε πως η ύπαρξη διατάγματος απαλλοτρίωσης δεν συνιστά νόμιμη δικαιολογία για την άρνηση έκδοσης άδειας οικοδομής, διαχωρισμού ή και πολεοδομικής άδειας.»
Η χρήση του ακινήτου δεν επηρεάστηκε. Αυτά δε που αναφέρονται εντελώς περιστασιακά για την επίταξη δεν μπορούν να απασχολήσουν την παρούσα αφού η επίταξη δεν υπήρξε βέβαια αντικείμενο της προσφυγής.
Καταληκτικά κρίνεται ότι η επίδικη ανάκληση υπήρξε νόμιμη για τους λόγους που εξηγήθηκε.
Η προσφυγή απορρίπτεται και η επίδικη πράξη επικυρώνεται. Επιδικάζονται 1,300 έξοδα πλέον ΦΠΑ (αν υπάρχει) υπέρ των καθ΄ων η αίτηση.
Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου,
Δ.