ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
VASSILIOU ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 220
DROUSIOTIS ν. C.B.C. (1984) 3 CLR 546
Χατζηδημητρίου Φώτος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 ΑΑΔ 361
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 158(I)/1999 - Ο περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμος του 1999
Ν. 80(I)/2004 - Ο περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικός) (Αρ. 2) Νόμος του 2004
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D148
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 1350/2011)
3 Μαρτίου, 2015
[Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 28 ΚΑΙ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΓΕΩΡΓΙΑ ΠΑΥΛΙΔΟΥ,
Αιτήτρια,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
__________
Μ. Κοζάκου (κα) για Ανδρέα Σ. Αγγελίδη, για την αιτήτρια.
Ζ. Κυριακίδου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
__________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Η αιτήτρια αξιώνει ακύρωση της απόφασης της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (η ΕΕΥ), ημερ. 12.7.2011, με την οποία απέρριψε την αίτηση της ημερ. 30.6.2011 για διορισμό με σύμβαση στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία της Κύπρου, ως καθηγήτρια Μέσης Εκπαίδευσης, ως σύζυγος Έλληνα αξιωματικού που υπηρετεί στην Εθνική Φρουρά, στη βάση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με αρ. 60.389 ημερ. 10.6.2004, η οποία ρυθμίζει το θέμα του διορισμού στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας. Η αιτήτρια κατέχει μόνιμη θέση στη δημόσια εκπαίδευση της Ελλάδος (πτυχίο Κοινωνιολογίας, Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών του Πάντειου Πανεπιστημίου της Ελλάδας, 11.10.1991) και ο σύζυγος της, ανθυπολοχαγός του Ελληνικού στρατού, μετατέθηκε στην Κύπρο για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά από τον Ιούλιο 2011.
Η ΕΕΥ στη συνεδρία της ημερ. 12.7.2011 αποφάσισε την απόρριψη της αίτησης με το σκεπτικό ότι στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία της Κύπρου δεν προνοείται θέση καθηγητή Κοινωνιολογίας. Περαιτέρω, η ΕΕΥ αποφάσισε να πληροφορήσει την αιτήτρια ότι η αίτηση της θα παραπεμφθεί στο Τμήμα Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού του Υπουργείου Οικονομικών, για εξέταση του ενδεχομένου εργοδότησης της στη δημόσια υπηρεσία, κατά την περίοδο που ο σύζυγος της θα υπηρετεί στην Κύπρο. Η αιτήτρια ενημερώθηκε τα σχετικά τόσο από τον Πρόεδρο της ΕΕΥ στις 15.7.2011, όσο και από τη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, στις 12.9.2011.
Βασικός ισχυρισμός της αιτήτριας είναι ότι η προσβαλλόμενη απόφαση είναι άκυρη: λήφθηκε από την ΕΕΥ, αναρμόδιο όργανο, αντί του Υπουργικού Συμβουλίου με παραπομπή στην Υπουργική απόφαση αρ. 60.389, ημερ. 10.6.2004, με την οποία καθιερώθηκε δικαίωμα, σε μη πολίτη της Δημοκρατίας, να ζητήσει το διορισμό του με σύμβαση στην Εκπαιδευτική Υπηρεσία από τη στιγμή που είναι σύζυγος Έλληνα αξιωματικού της Εθνικής Φρουράς ή της ΕΛΔΥΚ. Για να υποστηρίξει ότι, μόνο το Υπουργικό Συμβούλιο, δυνάμει της σχετικής του απόφασης, δύναται να εξουσιοδοτήσει το διορισμό με σύμβαση στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία του συγκεκριμένου πολίτη και δεν επιτρέπεται να απεμπολήσει και ή να εκχωρήσει την αρμοδιότητα του στην ΕΕΥ. Συνεπώς η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε από αναρμόδιο όργανο, την ΕΕΥ, η οποία ενήργησε υπό την πλάνη ότι εξουσιοδοτήθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο να αποδέχεται ή να απορρίπτει σχετικές αιτήσεις ως προβλέπονται από την ανωτέρω Υπουργική απόφαση. Το μόνο καθήκον της ΕΕΥ, δυνάμει του άρθρου 12(5) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, είναι να διαβιβάζει την αίτηση στο Υπουργικό Συμβούλιο, ως το καθ΄ ύλην αρμόδιο όργανο, ώστε να αποφανθεί οριστικά επί του αιτήματος ή και στο Υπουργείο Παιδείας. Τότε, και μόνο τότε, η απόφαση της θα ήταν νόμιμη και σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη.
Καθοριστικής σημασίας στην παρούσα υπόθεση είναι η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου με αρ. 60.389, που λήφθηκε στη συνεδρία του ημερ. 10.6.2004, με τον τίτλο «Καθορισμός αντικειμενικών κριτηρίων για διορισμό μη πολίτη της δημοκρατίας στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία μετά την 1.5.2004». Το Υπουργικό Συμβούλιο, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται από την επιφύλαξη του άρθρου 28 των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969 έως 2004 (στο εξής ο Νόμος) αποφάσισε:
«β) Να εξουσιοδοτήσει το διορισμό με σύμβαση στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία από την 1.9.2004, προσώπου που δεν είναι πολίτης της Δημοκρατίας νοουμένου ότι:
(i) Eίναι σύζυγος Έλληνα Αξιωματικού της Εθνικής Φρουράς ή της ΕΛΔΥΚ.
(ii) Κατέχει τα προσόντα που απαιτούνται εκάστοτε στο οικείο σχέδιο υπηρεσίας.
(iii) Κατέχει μόνιμη θέση στη δημόσια εκπαίδευση της Ελλάδας.
(iv) Θα απασχολείται με σύμβαση όσο θα διαρκεί η περίοδος υπηρεσίας του/της συζύγου αξιωματικού στην Κύπρο. Σε περίπτωση συμπλήρωσης της υπηρεσίας στην Κύπρο και επιστροφής του/της συζύγου αξιωματικού στην Ελλάδα το καλοκαίρι, ή/ο σύζυγος εκπαιδευτικός θα μπορεί να συνεχίσει να υπηρετεί το επόμενο σχολικό έτος όταν έχουν παιδί που θα φοιτήσει στη Γ΄ τάξη του γυμνασιακού ή λυκειακού κύκλου.»
Η επιφύλαξη του άρθρου 28(1)(ζ) τροποποιήθηκε με το άρθρο 4(γ) του Ν. 80(Ι)/2004:
«Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται σε ειδική περίπτωση να εξουσιοδοτήσει, το διορισμό προσώπου, το οποίο δεν είναι πολίτης της δημοκρατίας και το οποίο εμπίπτει σε εκ των προτέρων καθορισμένη με αντικειμενικά κριτήρια και χωρίς οποιαδήποτε διάκριση μεταξύ πολιτών κρατών μελών κατηγορία.»
Ο ισχυρισμός περί αναρμοδιότητας της ΕΕΥ στη λήψη της επίδικης απόφασης εστιάζεται στο άρθρο 28(1)(ζ), συγκεκριμένα στη νέα επιφύλαξη, ότι η δυνατότητα εξουσιοδότησης διορισμού προσώπου σε ειδική περίπτωση αποδίδεται στο Υπουργικό Συμβούλιο. Όπως προκύπτει από την ίδια τη διατύπωση της επιφύλαξης «.το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται σε ειδική περίπτωση να εξουσιοδοτήσει το διορισμό .», το Υπουργικό Συμβούλιο δεν προβαίνει το ίδιο σε διορισμούς εκπαιδευτικών σε ειδικές περιπτώσεις, παρά μόνο έχει τη δυνατότητα να εξουσιοδοτεί τέτοιους διορισμούς, νοουμένου ότι αυτοί εμπίπτουν μέσα στις παραμέτρους που θέτει ο Νόμος και με βάση την πολιτική που το ίδιο χαράσσει και τα κριτήρια που θέτει. Οι αρμόδιες υπηρεσίες στις οποίες γίνεται αναφορά στην ίδια την Υπουργική απόφαση ημερ. 10.6.2004, η ΕΕΥ, και το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού μπορούν και οφείλουν να εφαρμόζουν τη χαραχθείσα πολιτική και τα τεθέντα κριτήρια και μόνο αν αυτά ικανοποιούνται, τότε επιζητείται η εξουσιοδότηση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Στην παρούσα υπόθεση ορθά η ΕΕΥ επιλήφθηκε του θέματος εφόσον η αιτήτρια απεύθυνε εκεί την αίτηση της. Το γεγονός ότι συμπλήρωσε άλλο έντυπο από αυτό που αφορά ειδικά την περίπτωση της, («Αίτηση για εγγραφή στον Πίνακα Διοριστέων» αντί στο σωστό έντυπο «Αίτηση για διορισμό με σύμβαση, στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία ως Σύζυγος Έλληνα Αξιωματικού της Εθνικής Φρουράς ή της ΕΛΔΥΚ»), εφόσον αυτή εξετάσθηκε ορθά με βάση τα δεδομένα της αιτήτριας, το σχετικό Νόμο και τη σχετική Υπουργική απόφαση, παρατηρώ ότι δεν έχει επηρεάσει αρνητικά με οποιοδήποτε τρόπο στην εξέταση του αιτήματος της.
Η ΕΕΥ κατά τη συνεδρία της ημερ. 12.7.2011, επιλήφθηκε του αιτήματος της αιτήτριας και αποφάσισε ότι στη βάση της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, ως ρυθμίζοντος το θέμα του διορισμού με σύμβαση στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία της Κύπρου προσώπων που δεν είναι πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας: «.δεν μπορεί να αποδεχθεί την αίτηση της Παυλίδου, γιατί στη δημόσια εκπαιδευτική υπηρεσία της Κύπρου δεν υπάρχει θέση καθηγητή Κοινωνιολογίας».
Προκύπτει ξεκάθαρα κατά τη γνώμη μου, ότι η αιτήτρια δεν πληρούσε το απαιτούμενο αντικειμενικό κριτήριο από το Νόμο και την Υπουργική απόφαση για διορισμό της αιτήτριας ως ειδική περίπτωση. Δεν ετίθετο λοιπόν θέμα να επιζητηθεί η εξουσιοδότηση του Υπουργικού Συμβουλίου.
Με βάση το Άρθρο 54(α) του Συντάγματος της Δημοκρατίας, το Υπουργικό Συμβούλιο ασκεί, μεταξύ άλλων, τη γενική διεύθυνση και τον έλεγχο της διακυβέρνησης του κράτους και της διεύθυνσης της γενικής πολιτικής του. Οι εξουσίες του είναι ευρύτερης της διερεύνησης της κάθε ατομικής υπόθεσης με βάση την πολιτική και τα κριτήρια που έχει καθορίσει. Ο λόγος ακύρωσης απορρίπτεται.
Η αιτήτρια επίσης ισχυρίζεται, ότι η επίδικη απόφαση πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας και παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας: Δεν εξειδικεύεται η αιτιολογία αναφορικά με τη στάθμιση των συμφερόντων και προσωπικών αναγκών και συνθηκών της. Ενώ το μάθημα της Κοινωνιολογίας διδάσκεται στα Λύκεια της Κύπρου, όμως από καθηγητές φιλολόγους που στερούνται των απαραίτητων γνώσεων για να διδάξουν επαρκώς και πλήρως το μάθημα. Η ΕΕΥ δεν προχώρησε σε αντικειμενική έρευνα παρά μόνο απέρριψε το αίτημα της.
Και αυτός ο ισχυρισμός της αιτήτριας θα πρέπει να απορριφθεί. Η αιτιολογία της επίδικης απόφασης φαίνεται στο ίδιο το κείμενο της: Βασίζεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχει θέση καθηγητή Κοινωνιολογίας στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία. Στην παρούσα υπόθεση προφανώς τα προσόντα της αιτήτριας δεν ικανοποιούν το οικείο σχέδιο υπηρεσίας: δεν υπάρχουν θέσεις καθηγητή Κοινωνιολογίας στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία. Επομένως, τυχόν διαφορετική μεταχείριση της αιτήτριας, εκτός από το ότι θα παραβίαζε τις συνταγματικά κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας και αναλογικότητας, θα προκαλούσε και πρόβλημα αναφορικά με την αξιοποίηση της αιτήτριας στη Δημόσια Εκπαιδευτική Υπηρεσία της Κύπρου. Όπως το διατύπωσε ο Κληρίδης, Δ., υπό την τότε ιδιότητα του, στην Καλογεροπούλου-Τζουνάκα ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1335/07, 16.6.2009:
«Η χάραξη και εφαρμογή μιας γενικής πολιτικής εκ μέρους διοικητικού οργάνου, όχι μόνο δεν θεωρείται ενέργεια επιλήψιμη, αλλ΄ αντίθετα, όπως επανειλημμένα έχει υποδείξει το Ανώτατο Δικαστήριο, ο προκαθορισμός διοικητικής πολιτικής εξασφαλίζει το πλεονέκτημα της ομοιόμορφης διοικητικής λειτουργίας και της ίσης μεταχείρισης. Στην απουσία δε καλού λόγου, η διακηρυχθείσα θέση διοικητικής αρχής πρέπει να τηρείται απαραίτητα. (Βλ. Vassiliou v. The Republic (1982) 3 CLR 220, Drousiotis v. C.B.C. (1984) 3 CLR 546).»
Tέλος, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι της στερήθηκε το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης.
Απορριπτέος καθίσταται και αυτός ο ισχυρισμός. Όπως έχει νομολογηθεί, το δικαίωμα προηγούμενης ακρόασης του διοικούμενου εφαρμόζεται σε ατομικές διοικητικές πράξεις, οι οποίες είναι δυσμενείς για τον διοικούμενο. Δεν παρέχεται όμως τέτοιο δικαίωμα όταν η διοικητική πράξη δεν έχει υποκειμενικό χαρακτήρα, αλλά στηρίζεται σε αντικειμενικά δεδομένα (Χατζηδημητρίου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 361, 366 και Ι. Σαρμά "Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας", Β΄ Έκδοση, σελ. 618). Αλλά και δεν τίθεται θέμα προηγούμενης ακρόασης, εφόσον δεν προβλέπεται από το Νόμο. Και όχι μόνο. Η επίδικη απόφαση δεν ανέτρεπε ένα ήδη κεκτημένο δικαίωμα ή κατάσταση υπέρ της αιτήτριας (Χατζηλούκας ν. Δημοκρατίας (1969) 3 ΑΑΔ 570).
Η προσφυγή για τους λόγους που έχω διατυπώσει πιο πάνω αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ