ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
MILIA PANAYIOTOU AND ANOTHER ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1968) 3 CLR 639
ELENI ELIADOU DUNCAN ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1977) 3 CLR 153
STYLIANOU & ANOTHER ν. P.S.C. (1980) 3 CLR 11
STYLIANOU AND OTHERS ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 776
LOIZIDOU-PAPAPHOTI ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 933
PIPERI AND OTHERS ν. REPUBLIC (1984) 3 CLR 1306
Ζαβρού κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 1836
Γιωργή κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 3336
Δημοκρατία και Άλλοι ν. Aνδρέα Γιαλλουρίδη και Άλλων (1990) 3 ΑΑΔ 4316
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ECLI:CY:AD:2015:D147
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αρ. Υπόθεσης: 1188/2011)
3 Mαρτίου, 2015
[Δ. MIXAHΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ.
ΘΕΟΔΩΡΑ ΝΙΚΟΛΑΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ
Αιτήτρια,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ων η αίτηση.
__________
Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Αιτήτρια.
N. Γρηγορίου (κα), δικηγόρος της Δημοκρατίας εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους καθ΄ ων η αίτηση.
Ξ. Ευγενίου (κα) για Α. Σ. Αγγελίδης ΔΕΠΕ, για τα ενδιαφερόμενα μέρη 2, 3, 5.
Θ. Ραφτοπούλου (κα), για Αλέκος Ευαγγέλου & ΣΙΑ ΔΕΠΕ, για το ενδιαφερόμενο μέρος 4.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια επιζητεί την ακύρωση της απόφασης των καθ΄ ων η αίτηση, με την οποία διόρισαν τα ενδιαφερόμενα μέρη Μαρία Λοϊζίδου (ΕΜ1), Ιωάννη Μήλιο (ΕΜ2), Μαρία Σιακαλλή-Παττίχη (ΕΜ3), Ιωάννα Πελεκάνου (ΕΜ4), Μαρίνα Σαββίδου (ΕΜ5) και Μιχαήλ Χαραλάμπους (ΕΜ6), στη μόνιμη θέση Μηχανικού Τεχνικών Υπηρεσιών, Τεχνικές Υπηρεσίες, Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, από 15.7.2011. Στην πορεία με αίτημα της δικηγόρου της αιτήτριας και μετά από άδεια του Δικαστηρίου, η προσφυγή αποσύρθηκε εναντίον των ΕΜ1 Και ΕΜ6 και απορρίφθηκε.
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) στις 27.3.2009, συνεδρίασε κατόπιν πρότασης της Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού, για την πλήρωση 17 κενών μόνιμων θέσεων Μηχανικού Τεχνικών Υπηρεσιών, όπου αργότερα προστέθηκαν άλλες δύο θέσεις, σύνολο 19, στις οποίες συμπεριλαμβάνονταν, μεταξύ άλλων, οι τέσσερις επίδικες. Απαιτείτο όπως οι υποψήφιοι κατέχουν πανεπιστημιακό δίπλωμα ή τίτλο ή ισότιμο προσόν στην Αρχιτεκτονική (Ε.Ε.Δ. 16.4.2009).
Υποβλήθηκαν συνολικά 327 αιτήσεις από τις οποίες οι 39, αφορούσαν τις επίδικες θέσεις, συμπεριλαμβανομένων τόσο της αιτήτριας, όσο και των ΕΜ.
Ο Γραμματέας της ΕΔΥ ενεργώντας σύμφωνα με το άρθρο 33(3) των περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμων 1990-2008 (Νόμος), με επιστολή του ημερ. 16.9.2009 απέστειλε στον προϊστάμενο των Τεχνικών Υπηρεσιών, Τεχνικές Υπηρεσίες, ως πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής (ΣΕ), όλες τις αιτήσεις με όλα τα σχετικά έγγραφα και τις σχετικές οδηγίες για την σύγκλιση και λειτουργία της ΣΕ σύμφωνα με τα άρθρα 32 και 33 του Νόμου.
Στη συνέχεια συνήλθε στις 22.3.2010 η αρμόδια ΣΕ, η οποία και επιλήφθηκε τα της διαδικασίας πλήρωσης των επίδικων θέσεων σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Νόμου. Αρχικά καταγράφηκε στο πρακτικό ότι ο πρόεδρος της ΣΕ και προϊστάμενος Τεχνικών Υπηρεσιών Ανδρέας Παττίχης δήλωσε κώλυμα για τη συμμετοχή του στην Επιτροπή καθότι «η σύζυγος του είναι υποψήφια για τη θέση Μηχανικού Τεχνικών Υπηρεσιών» και αποχώρησε από τη συνεδρία. Ως προεδρεύων της ΣΕ ορίστηκε η Ευαγγελία Αδάμου Γεωργίου, ως η αρχαιότερη εκ των ανώτερων μηχανικών των Τεχνικών Υπηρεσιών, η οποία στις 3.8.2010, διαβίβασε στην ΕΔΥ την έκθεση της ΣΕ, με την οποία, μεταξύ άλλων, διαβιβάστηκε ο προκαταρκτικός κατάλογος με αλφαβητική σειρά των κατά την κρίση της καταλληλότερων υποψηφίων για τις επίδικες θέσεις, συνολικά 24 υποψήφιοι, στον οποίο συμπεριλαμβάνονταν τόσο η αιτήτρια όσο και τα τέσσερα ΕΜ.
Ακολούθως η ΣΕ, συμμορφούμενη με τις παρατηρήσεις της ΕΔΥ, υπέβαλε συμπληρωματική έκθεση στις 12.1.2011 αναφορικά με την απόδοση του πλεονεκτήματος της πείρας, παρ.3(5) του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης. Αποφάσισε όπως τούτο αποδοθεί στους υποψηφίους που έχουν διετή τουλάχιστον πείρα στη μελέτη και επίβλεψη έργων, όπως καθορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας, πλεονέκτημα που κρίθηκε ότι το κατείχαν τόσο η αιτήτρια όσο και τα ΕΜ, που συμπεριλήφθηκαν έτσι στον αναθεωρημένο προκαταρκτικό κατάλογο που υποβλήθηκε στην ΕΔΥ, ως καταλληλότερων υποψηφίων.
Η ΕΔΥ αφού μελέτησε τη συμπληρωματική έκθεση της ΣΕ προέβη στον καταρτισμό του τελικού καταλόγου - συνέπιπτε απολύτως με τον προκαταρκτικό κατάλογο - και αποφάσισε να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψήφιους, παρισταμένης της προεδρεύουσας της ΣΕ, Ευαγγελίας Γεωργίου. Η αιτήτρια αξιολογήθηκε από την προεδρεύουσα ως «πολύ καλή», ενώ το ΕΜ2 ως «πάρα πολύ καλό» και τα υπόλοιπα ΕΜ ως «εξαίρετα». Αφού αποχώρησε η εκπρόσωπος του προϊσταμένου των Τεχνικών Υπηρεσιών η ΕΔΥ προέβη σε αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων: αιτήτρια ως «πολύ καλή» και τα τέσσερα ΕΜ ως «εξαίρετα».
Τέλος, η ΕΔΥ συνήλθε την 1.6.2011 και αφού έλαβε δεόντως υπόψη όλα τα ενώπιον της στοιχεία, ήτοι, τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων ενώπιον της ΣΕ, τα προσόντα των υποψηφίων σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι, όπως επίσης και τα λοιπά στοιχεία των αιτήσεων, καθώς επίσης και την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ενώπιον της ΕΔΥ, έκρινε ότι έξι υποψήφιοι υπερέχουν, μεταξύ αυτών και τα τέσσερα ΕΜ και τους πρόσφερε διορισμό στις επίδικες θέσεις από 15.7.2011.
Περαιτέρω, η ΕΔΥ στη συνεδρία της ημερ. 7.7.2011, εξέτασε τις παραστάσεις που υπέβαλε με επιστολή της ημερ. 28.6.2011 η αιτήτρια αναφορικά με την προηγούμενη έκτακτη απασχόληση όσο και το διορισμό του ΕΜ3 και αφού μελέτησε τα ενώπιον της στοιχεία και έδωσε τις σχετικές εξηγήσεις για το κάθε θέμα που έθιξε η αιτήτρια, αποφάσισε ότι δεν ετίθετο θέμα επανεξέτασης της διαδικασίας.
Η αιτήτρια επικαλείται αριθμό νομικών ισχυρισμών για να επιτύχει ακύρωση της επίδικης απόφασης.
Αρχικά ισχυρίζεται ότι πάσχει η συγκρότηση της ΣΕ καθότι ο προϊστάμενος Τεχνικών Υπηρεσιών Α. Παττίχης, σύζυγος του ΕΜ3, άσκησε αρμοδιότητες συγκρότησης της ΣΕ ενώ εν όψει της σχέσης του, είχε σοβαρό αντικειμενικό κώλυμα συμμετοχής υπό την ιδιότητα του προέδρου.
Συγκεκριμένα: (α) παρέλαβε τις αιτήσεις στις 16.9.2009 αντί να τις στείλει πίσω στην ΕΔΥ και να αποχωρήσει από τα καθήκοντα του, (β) στις 26.2.2010 (πέντε μήνες μετά) αφού κράτησε τις αιτήσεις, διόρισε ο ίδιος τα δύο μέλη της ΣΕ που προέρχονταν από το Τμήμα του, την κα Γεωργίου και τον κ. Μαραγκό, ανώτερους μηχανικούς Τεχνικών Υπηρεσιών, (γ) στις 19.3.2010 διορίστηκαν άλλα δύο μέλη της ΣΕ τα οποία πρότεινε ο ίδιος με την έγκριση του Υπουργού Εσωτερικών και μετά από όλα αυτά (δ) συγκάλεσε και την πρώτη συνεδρία της ΣΕ που έγινε στις 22.3.2010, ως πρόεδρος αυτής και εξήγησε σε όλους ότι είχε κώλυμα «καθότι η σύζυγος του είναι υποψήφια» και αποχώρησε από τη συνεδρία. Το σύνολο των πιο πάνω ενεργειών του προϊσταμένου-προέδρου της ΣΕ, εισηγείται, καταδεικνύουν παραβίαση της αρχής της αμεροληψίας όπως αυτή κατοχυρώνεται από το άρθρο 42(1)(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999, Ν. 158(1)/99, ενώ όφειλε να απέχει από κάθε αρμοδιότητα που του προσέδιδε η θέση του ως προέδρου της ΣΕ.
Σύμφωνα με το άρθρο 20(1) του Ν. 158(1)/99:
«Για να είναι νόμιμο ένα συλλογικό όργανο πρέπει να είναι συγκροτημένο από όλα τα πρόσωπα που καθορίζει ο νόμος.»
Στην παρούσα περίπτωση η σύσταση της αρμόδιας ΣΕ διέπεται από το άρθρο 31(1)(β) του Ν. 1/90, όπως αυτό τροποποιήθηκε:
«(β) για την πλήρωση κενών θέσεων σε Τμήμα που υπάγεται σε Υπουργείο συνιστάται Επιτροπή από τον Προϊστάμενο του οικείου Τμήματος ή της Υπηρεσίας, που θα ενεργεί ως Πρόεδρος, και τέσσερις άλλους λειτουργούς, από τους οποίους οι τρεις ακολουθούν κατά σειρά ιεραρχίας τον Προϊστάμενο και ένας επιλέγεται από το Γενικό Διευθυντή του οικείου Υπουργείου και εγκρίνεται από την αρμόδια αρχή για τη συγκεκριμένη περίπτωση:»
Το δε εδάφιο (4), του άρθρου 32, (ανωτέρω), προβλέπει ότι στην περίπτωση που δεν επαρκούν για τη συγκρότηση της επιτροπής οι υπηρετούντες στο οικείο Τμήμα, επιλέγονται υπάλληλοι από άλλη υπηρεσία, τμήμα, κατόπιν συνεννόησης με την αρμόδια αρχή που προΐσταται των υπαλλήλων.
Στην παρούσα περίπτωση νόμιμα συγκροτήθηκε η ΣΕ σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις, εφόσον προήδρευε ο προϊστάμενος του οικείου Τμήματος κ. Παττίχης, ως απαιτείται, και επειδή μόνο δυο λειτουργοί από το Υπουργείο Παιδείας ενέπιπταν στις πιο πάνω προβλέψεις του Νόμου για να συμμετέχουν στην ΣΕ, κρίθηκε αναγκαίο όπως μέλη της ΣΕ επιλεγούν και δύο λειτουργοί από το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως: οι Παφίτης και Κωνσταντινίδης, και οι δύο ανώτεροι λειτουργοί Πολεοδομίας, με τη συγκατάθεση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών και την έγκριση της αρμόδιας αρχής (Αν. Διευθυντής Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως) ως απαιτείται εκ του Νόμου (ανωτέρω), όπως φαίνεται από τα επισυνημμένα στο παράρτημα 8 (στην ένσταση) έγγραφα.
Όπως προκύπτει από τις πιο πάνω διατάξεις του Ν. 1/90 και τα αναλυθέντα ανωτέρω γεγονότα, η συγκρότηση της ΣΕ δεν εξαρτάται από τη βούληση, αλλά ούτε και από τις προθέσεις του προϊσταμένου, ως ισχυρίζεται η αιτήτρια, αλλά καθορίζεται αποκλειστικά από το Νόμο.
Επιπρόσθετα, ο προϊστάμενος των Τεχνικών Υπηρεσιών, ως ο εκ του Νόμου πρόεδρος της ΣΕ, αφού παρέλαβε τις αιτήσεις, αμέσως κατά την πρώτη συνεδρία της ΣΕ στις 22.3.2010, και πριν αρχίσει η διαδικασία ενώπιον της, δήλωσε κώλυμα, ως όφειλε, για τη συμμετοχή του στη ΣΕ, και αποχώρησε. Στη συνέχεια πάντοτε κατά Νόμο, ορίστηκε ως προεδρεύων η αρχαιότερη των λειτουργών, κυρία Ευαγγελία Αδάμου Γεωργίου, η οποία και συνέχισε τη διαδικασία ενώπιον της ΣΕ.
Απορριπτέος καθίσταται μοιραία και ο επόμενος ισχυρισμός της αιτήτριας, ότι παράνομα στάληκε εκπρόσωπος του προϊσταμένου του Τμήματος Τεχνικών Υπηρεσιών στην ΕΔΥ για τις συνεντεύξεις, αφήνοντας να νοηθεί ότι ήταν επιλεγμένος μεροληπτικά ο «εκπρόσωπος» του προϊσταμένου.
Συνεπώς τίποτε το μεμπτό και παράνομο δεν παρατηρείται, άρθρο 33(10). Ο Νόμος (άρθρο 33(10)) δεν απαιτεί την παρουσία συγκεκριμένου ατόμου (του Γενικού Διευθυντή ή του Διευθυντή) κατά τη διενέργεια της προφορικής εξέτασης των υποψηφίων. Ακόμα και εκεί όπου ο νόμος απαιτεί την παρουσία του Προϊσταμένου του Τμήματος, η παρουσία εκπροσώπου του αντί του ιδίου, σε περιπτώσεις όπου ο ίδιος κωλύεται, κρίνεται νόμιμη (Piperi and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 1306, 1313).
Το σύνολο των πιο πάνω στοιχείων καταδεικνύει ότι ο προϊστάμενος, δεν συμμετείχε στην παραγωγή διοικητικής πράξης, ούτε προπαρασκευαστικής, ή άλλης μέχρι την τελείωση της. Συνεπώς εφόσον δεν ελήφθη διοικητική ενέργεια δεν υπήρξε, καταλήγω, παράβαση των διατάξεων του άρθρου 42(1) και (2) του Ν. 158(1)/99. Απορριπτέος καθίσταται και ο ισχυρισμός της αιτήτριας, ότι πάσχει η συγκρότηση της ΣΕ κατά παραβίαση του άρθρου 32(1)(β) του Ν. 1/90, σύμφωνα με τα όσα έχω παραθέσει πιο πάνω και τα οποία επιβεβαιώνουν τη νομιμότητα της συγκρότησης της ΣΕ.
Περαιτέρω, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι πεπλανημένα και παράνομα πιστώθηκε το πλεονέκτημα στο ΕΜ3 από τη ΣΕ και αργότερα υιοθετήθηκε από την ΕΔΥ: δεν είχε εξασφαλίσει αναγνώριση του πτυχίου της από το ΚΥΣΑΤΣ πριν τον ουσιώδη χρόνο (11.5.2009, τελευταία ημέρα υποβολής των αιτήσεων).
Και αυτός ο ισχυρισμός της αιτήτριας θα πρέπει να απορριφθεί. Το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προβλέπει σχετικά με το πλεονέκτημα:
«(5) Μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλος που αποκτήθηκε μετά από σπουδές ενός τουλάχιστον ακαδημαϊκού έτους σε θέμα σχετικό με τα καθήκοντα της θέσης, ή/και διετής τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης, αποτελεί πλεονέκτημα.»
Το πλεονέκτημα της πείρας κρίθηκε τόσο από τη ΣΕ όσο και από την ΕΔΥ ότι το κατείχαν και οι δύο υποψήφιες. Είναι αποδεκτό γεγονός ότι απονεμήθηκε στο ΕΜ3 από την Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης πτυχίο στην Αρχιτεκτονική στις 4.8.1976. Επίσης είναι παραδεκτό ότι αναγνωρίστηκε από το Κυπριακό Συμβούλιο Αναγνώρισης Τίτλων Σπουδών (ΚΥΣΑΤΣ) στις 16.9.2009, μετά από αίτηση της αιτήτριας, το πτυχίο της ως «τίτλος ισότιμος προς μεταπτυχιακό δίπλωμα επιπέδου Master». Δεν αμφισβητήθηκε από την αιτήτρια η κατοχή από το ΕΜ3 του μεταπτυχιακού πριν την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. Αυτό που αμφισβητήθηκε είναι η ισοτιμία του, η οποία επιβεβαιώθηκε αργότερα. Σύμφωνα με την ισχύουσα νομολογία αυτό που ενδιαφέρει είναι η ουσιαστική συμπλήρωση των σπουδών προς απόκτηση του πτυχίου και όχι η τυπική επιβεβαίωση ή απονομή του. Η αρχή αυτή δεν επηρεάζεται από το ότι η αναγνώριση της ισοτιμίας επήλθε μετά τον χρόνο συνδρομής των προσόντων.
Η αναγνώριση της ισοτιμίας - είχε ήδη γίνει πριν τη λήψη της επίδικης απόφασης - δεν αφορούσε την απόκτηση του προσόντος, η οποία συναρτάτο προς τη συμπλήρωση των σπουδών και μόνο, αλλά τη σημασία του στην Κύπρο με δεδομένη την προηγηθείσα απόκτησή του (Καππελίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 278, 280).
Ως προς το σκέλος του αναιτιολόγητου της τελικής αξιολόγησης της από τη ΣΕ, η αιτήτρια παραπονείται ότι έγινε κατά σαφή παραγνώριση των δύο πλεονεκτημάτων που κατείχε, όπως αυτά προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης: μεταπτυχιακό στην αρχιτεκτονική επιπέδου Master και τη σχετική πείρα, και όπως διατείνεται θεωρητικά και μόνο της πιστώθηκαν, όπως και στα ΕΜ2 και ΕΜ5, που κατείχαν μόνο ένα πλεονέκτημα, σε αντίθεση με τη βούληση του κανονιστικού νομοθέτη (Σχέδιο Υπηρεσίας). Η παράγρ. 5 των απαιτούμενων προσόντων, όπως αυτά προβλέπονται στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης, καθορίζει τι αποτελεί πλεονέκτημα. Πλεονέκτημα κατέχει ο κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος, στην παρούσα περίπτωση στην αρχιτεκτονική, ή και έχει διετή τουλάχιστον πείρα σχετική με τα καθήκοντα της θέσης στη μελέτη και επίβλεψη έργων, όπως καθορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας. Πουθενά δεν καθορίζεται στο σχέδιο υπηρεσίας ότι η κατοχή και των δύο πλεονεκτημάτων θα πρέπει να προσμετρήσει διπλά, υπέρ ενός υποψηφίου.
Άλλωστε, όπως φαίνεται στο πρακτικό της συνεδρίας της ΣΕ, ημερ. 12.1.2011, κατά την τελική αξιολόγηση των υποψηφίων, τόσο η αιτήτρια όσο και τα ΕΜ3 και ΕΜ4 είναι κάτοχοι και των δύο πλεονεκτημάτων, ενώ τα άλλα δύο ΕΜ διαθέτουν μόνο το πλεονέκτημα της πείρας, τα οποία και συνυπολογίστηκαν νόμιμα και αξιοκρατικά μαζί με τα λοιπά κριτήρια. Το κριτήριο του πλεονεκτήματος ίσχυσε ενιαία, για όλους όσους αξιολογήθηκαν, όπως ακριβώς προνοούσε το σχέδιο υπηρεσίας της θέσης: όσοι είχαν είτε το ένα, είτε τα δύο πλεονεκτήματα, έτυχαν βελτιωτικής αξιολόγησης κατά μία και μόνο βαθμίδα. Η αιτήτρια από «καλή» στην προφορική εξέταση αξιολογήθηκε τελικά «σχεδόν πολύ καλή». Συνεπώς απορρίπτεται και ο πιο πάνω ισχυρισμός της αιτήτριας.
Τέλος, η αιτήτρια ισχυρίζεται ότι η επίδικη απόφαση θα πρέπει να ακυρωθεί ως ουσιωδώς πεπλανημένη και ως παρανόμως αιτιολογημένη. Η ΕΔΥ έδωσε υπέρμετρη βαρύτητα στις συνεντεύξεις, αμελητέα βαρύτητα στα δύο πλεονεκτήματα και καθόλου βαρύτητα στα άλλα στοιχεία που περιέχονται στις αιτήσεις, όπως πρόσθετα προσόντα και πρόσθετη πείρα (πέραν του πλεονεκτήματος).
Παραθέτοντας το πρακτικό της επίδικης απόφασης υποστηρίζει ότι η ΕΔΥ ενήργησε υπό ουσιώδη πλάνη θεωρώντας ότι τα ΕΜ3 και ΕΜ5 κατέχουν το πλεονέκτημα του μεταπτυχιακού διπλώματος ενώ δεν το κατείχαν, εφόσον δεν προσκόμισαν αμφότερες αναγνώριση από το ΚΥΣΑΤΣ. Το ΕΜ3 όπως φαίνεται πιο πάνω, από σχετική ανάλυση στην οποία προέβη ήδη το Δικαστήριο, είναι κάτοχος μεταπτυχιακού διπλώματος και συνεπώς πλεονεκτήματος, ενώ το ΕΜ5 όπως φαίνεται στο ερυθρό 13 του Προσωπικού Διοικητικού της φακέλου, είναι εγγεγραμμένη αρχιτέκτονας. Εξ άλλου ορθά κρίθηκε, τόσο από τη ΣΕ όσο και από την ΕΔΥ, ότι είναι κάτοχος του πλεονεκτήματος της πείρας.
Σύμφωνα με το άρθρο 33(11) του Ν. 1/90 η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως υπόψη την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση τόσο ενώπιον της ΣΕ όσο και ενώπιον της, όπως επίσης συνεκτιμά τα προσόντα των υποψηφίων σε σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων και των φακέλων των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων, και τα υπόλοιπα στοιχεία των αιτήσεων, όπως όλα τούτα τα στοιχεία παρατίθενται αναλυτικά και συγκριτικά μεταξύ των υποψηφίων από την ΕΔΥ στο ίδιο το πρακτικό της επίδικης απόφασης και καταδεικνύουν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν πλήρως αιτιολογημένη.
Αναφορικά με την αξία της προφορικής εξέτασης σε θέση πρώτου διορισμού, παραπέμπω στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Δημοκρατία κ.α. ν. Γιαλλουρίδη κ.α. (1990) 3 Α.Α.Δ. 4316:
«Η απόδοση των υποψηφίων έχει αυξημένη βαρύτητα στις περιπτώσεις πλήρωσης θέσεων πρώτου διορισμού και στις περιπτώσεις που η προσωπικότητα του υποψηφίου είναι σημαντικό στοιχείο για την εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης - διευθυντικές θέσεις - (βλ., μεταξύ άλλων, Milia Panayiotou and Another v. Republic (Public Service Commission) (1968) 3 C.L.R. 639, 642· Eleni Eliadou Duncan v. Republic (Public Service Commission) (1977) 3 C.L.R. 153, 163· Stylianou and Another v. P.S.C. (1980) 3 C.L.R. 11, 17· Stylianou and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 776, 787· Loizidou-Papaphoti v. Republic (1984) 3 C.L.R. 933, 941· Νίκος Ζαβρός και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Γ) A.A.Δ. 1836 και Γεώργιος Γιωργή και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3(Ε) Α.Α.Δ. 3336).»
Καταλήγω με βάση τα ανωτέρω ότι απορρίπτεται και ο πιο πάνω ισχυρισμός της αιτήτριας.
Η προσφυγή για τους λόγους που έχω διατυπώσει πιο πάνω αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €1.500 έξοδα, πλέον ΦΠΑ αν υπάρχει, υπέρ των καθ΄ ων η αίτηση.
Η προσβαλλόμενη απόφαση επικυρώνεται.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
/ΦΚ